ECLI:CY:AD:2016:C57
(2016) 3 ΑΑΔ 64
[*64]1 Φεβρουαρίου, 2016
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑMΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]
ΒΡΑΧΙΜΗΣ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,
Εφεσείων-Ενδιαφερόμενο Μέρος,
v.
ΜΙΧΑΛΗ ΠΑΡΕΛΛΗ,
Εφεσιβλήτου-Αιτητή,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΑΡ. 1),
Καθ’ ης η αίτηση.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 102/2010)
Αναθεωρητική Έφεση ― Συνέπειες της έφεσης όταν προσβάλλεται η απόφαση επανεξέτασης, με προσφυγή η οποία αποσύρθηκε λόγω του ότι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αποδέχτηκε ακύρωση σε σχέση με την πλάνη περί την αρχαιότητα του Εφεσείοντα ― Με εκκρεμούσα την Έφεση η απόσυρση της προσφυγής σε διαδικασία επανεξέτασης, δεν επηρεάζει το δικαίωμα συνέχισης της έφεσης ― Οι δύο διαδικασίες είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους.
Μετά την καταχώριση έφεσης από το ενδιαφερόμενο μέρος, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, επανεξέτασε την υπόθεση και προήγαγε τον αιτητή-εφεσίβλητο. Ο Εφεσείων προσέβαλε αυτή την απόφαση. Στη συνέχεια, η δικηγόρος της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, δήλωσε ότι αποδέχεται ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, σε σχέση με την ισχυριζόμενη πλάνη για το θέμα της αρχαιότητας του Εφεσείοντος, ο τελευταίος με επιφύλαξη όλων των δικαιωμάτων του απέσυρε την προσφυγή. Τέθηκε ζήτημα κατά πόσο η έφεση έχασε το αντικείμενό της.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση κατά πλειοψηφία, με απόφαση του Δικαστή Ερωτοκρίτου, συμφωνούντων των Δικαστών Μιχαηλίδου και Γιασεμή, αποφάσισε ότι:
Στο πλαίσιο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας η έφεση λειτουργεί [*65]ως επανακρόαση της προσφυγής, πάντοτε βέβαια στο πλέγμα των λόγων έφεσης.
Με εκκρεμούσα την έφεση, η απόσυρση της προσφυγής 1235/11 δεν υποδηλοί αποδοχή των αποτελεσμάτων της προσβληθείσας απόφασης. Σε όλες τις περιπτώσεις που ενώ εκκρεμεί έφεση, η ΕΔΥ επανεξετάζει και διορίζει άλλο πρόσωπο από τον Εφεσείοντα, ο τελευταίος διατηρεί το δικαίωμα:- (α) να εμμείνει στη συνέχιση της έφεσης του η οποία αν επιτύχει θα υποχρεώσει την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας να ανακαλέσει τη δεύτερη απόφαση της για διορισμό άλλου προσώπου, και (β) να προσβάλει και τη νέα απόφαση.
Οι δύο διαδικασίες είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους και ο Εφεσείων μπορεί να προωθήσει είτε τη μια είτε την άλλη ή και τις δυο.
Δεν βλέπουμε κανένα λόγο γιατί ο Εφεσείων σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να θεωρηθεί, ότι χάνει το δικαίωμα του να συνεχίσει την προώθηση της έφεσης του, κατά μιας απόφασης που τον επηρεάζει άμεσα, εφόσον κάτι τέτοιο θα σήμαινε ανεπίτρεπτο επηρεασμό των συνταγματικών του δικαιωμάτων όπως η ελευθερία πρόσβασης στα δικαστήρια (Άρθρα 30 και 155 του Συντάγματος).
Πέραν τούτου, αποστέρηση από τον Εφεσείοντα του δικαιώματος του να προωθήσει την έφεσή του, συνεπάγεται τη δημιουργία απρόσβλητου δεδικασμένου στη βάση του οποίου η διοίκηση θα κινηθεί στα πλαίσια της επανεξέτασης.
Εν προκειμένω, δεν είναι εναντίον της απόφασης που εξαφανίστηκε με την ακυρωτική απόφαση που στρέφεται η Έφεση αλλά εναντίον της πρωτόδικης απόφασης. Τέλος, τυχόν ανατρεπτικό αποτέλεσμα της έφεσης, επενεργεί αναδρομικά οπότε η πρωτόδικη απόφαση παύει να έχει τον τελικό της χαρακτήρα.
Με την πιο πάνω απόφαση διαφώνησαν ο Δικαστής Παμπαλλής, που διατυπώνει ξεχωριστό σκεπτικό με αντίθετο αποτέλεσμα, με το οποίο συμφωνεί και η Δικαστής Ψαρά-Μιλτιάδου.
Υπό τις περιστάσεις, κρίθηκε ότι ο Εφεσείοντας δεν έχει απωλέσει το δικαίωμα του για προώθηση της παρούσας έφεσης, οπότε θα προχωρήσουν να εξετάσουν τους λόγους έφεσης, αφού πρώτα ακούσουν τους δικηγόρους των διαδίκων.
Αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία το δικαίωμα για προώθηση της έφεσης.
[*66]Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ταρτίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2014) 3 Α.Α.Δ. 333, ECLI:CY:AD:2014:C722,
Λαμπρατσιώτη ν. Ανδρέου (2013) 3 Α.Α.Δ. 202,
Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 685,
Kyproxil Designs Ltd v. Panos Englezos & Co Ltd (1988) 1 C.L.R. 546.
Έφεση.
Έφεση από τo Ενδιαφερόμενο Μέρος εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Ναθαναήλ, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1398/2007) ημερ. 31/5/2010.
Ο Εφεσείων-Ενδιαφερόμενο Μέρος, εμφανίζεται προσωπικά.
Θ. Κουσπή (κα), για τον Εφεσίβλητο-Αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), για την Καθ’ ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΔικαστHριο: Η απόφαση που θα εκδοθεί δεν είναι ομόφωνη. Με το πρώτο σκεπτικό που θα εκδοθεί από τον Ερωτοκρίτου, Δ. και το οποίο αποτελεί την απόφαση της πλειοψηφίας, συμφωνούν και οι Δικαστές Δ. Μιχαηλίδου και Γ. Γιασεμής. Ο Δικαστής κ. Κ. Παμπαλλής διατυπώνει ξεχωριστό σκεπτικό, με το οποίο συμφωνεί και η Δικαστής κα Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) με απόφαση της ημερ. 28 Ιουνίου 2007 προχώρησε στο διορισμό του εφεσείοντα (ενδιαφερόμενου μέρους) στη μόνιμη θέση Επάρχου από την 1η Σεπτεμβρίου 2007.
Ο εφεσίβλητος (αιτητής) καταχώρισε προσφυγή αμφισβητώντας τη νομιμότητα της εν λόγω προαγωγής και αδελφός μας Δικαστής, ο οποίος είχε επιληφθεί της υποθέσεως, αποφάσισε ότι η ΕΔΥ και προγενέστερα η Συμβουλευτική Επιτροπή, που είχε διοριστεί για το σκοπό αυτό, λειτούργησε υπό πλάνη και αποφάσισε χωρίς τη δέουσα αιτιολογία. Ως αποτέλεσμα έκαμε δεκτή την προσφυγή, οπότε ακολούθησε η καταχώρηση από το ενδιαφερόμενο μέρος της παρούσας έφεσης.
[*67]Κατά το στάδιο της συζήτησης της έφεσης είχε εγερθεί από την ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσιβλήτου θέμα απώλειας του δικαιώματος του εφεσείοντος να προβεί στην περαιτέρω προώθησή της.
Αναφέρθηκε από την κα Κουσπή, και έγινε αποδεχτό και από τους υπόλοιπους συνηγόρους ότι, μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης (31 Μαΐου 2010) και την καταχώρηση της παρούσας έφεσης (12 Ιουλίου 2010) η ΕΔΥ προχώρησε εντός του 2011 (21 Ιουλίου 2011) σε επανεξέταση, κατ’ εφαρμογή της πρωτόδικης απόφασης, και προήγαγε στη θέση Επάρχου τον εφεσίβλητο (Μιχάλη Παρέλλη).
Ο εφεσείων αμφισβητώντας τη νομιμότητα της εν λόγω προαγωγής καταχώρισε την υπ’ αριθμό 1235/2011, προσφυγή. Στις 12 Μαρτίου 2014 η εν λόγω προσφυγή απορρίφθηκε με το εξής πρακτικό που τέθηκε ενώπιον μας ως Τεκ. 1:-
«12 Μαρτίου, 2014
Ο αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.
Για τους Καθ’ων η αίτηση: κα Σπηλιωτοπούλου.
------------------
κα Σπηλιωτοπούλου: Έχω στείλει επιστολή στην ΕΔΥ σε σχέση με τη σύνδεση αυτής της υπόθεσης με κάποιες άλλες υποθέσεις που είχε αναφέρει ο αιτητής την προηγούμενη φορά και συνομιλώντας μαζί τους διαφάνηκε ότι όντως αυτή η υπόθεση έχει σύνδεση με τις προηγούμενες. Θα προχωρήσω να δεχθώ ακύρωση στην υπόθεση αυτή σε σχέση όμως με το λόγο της πλάνης όσον αφορά την αρχαιότητα σε σχέση με την αναδρομική προαγωγή του που πήρε σε προηγούμενη θέση με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
κ. Χατζηχάννας: Θέλω να επιφυλάξω τα δικαιώματα μου διότι μόνο για την αρχαιότητα είπε.
Δικαστήριο: Αυτό δεν μπορούμε να το διευκρινίσουμε; Είναι σαφές ότι η άλλη πλευρά δέχεται ακύρωση στη βάση των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί.
κα Σπηλιωτοπούλου: Ουσιώδης πλάνη λόγω της αρχαιότητας. Επειδή το διοικητικό όργανο είχε ουσιώδη πλάνη σε σχέ[*68]ση με το θέμα της αρχαιότητας του αιτητή.
Δικαστήριο: Είναι εκεί οι λόγοι προσφυγής. Εκείνο που έχει σημασία είναι η απόφαση που εκδόθηκε τι δεδικασμένο παράγει. Εκείνο που υπάρχει και σας καλύπτει είναι ότι προσβάλλετε τη νέα πράξη. Δεν εγκαταλείψατε το δικαίωμα σας. Αυτό θα γινόταν αν δεν καταχωρούσατε την παρούσα, ότι δεχθήκατε τη νέα απόφαση μετά την ακύρωση.
κ. Χατζηχάννας: Επιφυλάσσω τα δικαιώματα μου και για τους άλλους λόγους που έθεσα. Θα αποσύρω την παρούσα υπόθεση με €400 έξοδα.
κα Σπηλιωτοπούλου: Συμφωνώ.
Δικαστήριο: Η αίτηση απορρίπτεται με €400 έξοδα υπέρ του αιτητή.
Οι δηλώσεις των συνηγόρων σημειώνονται.»
Η κα Κουσπή αναφέρθηκε στις υποθέσεις Ταρτίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2014) 3 Α.Α.Δ., ECLI:CY:AD:2014:C722 333 και Λαμπρατσιώτη ν. Ανδρέου (2013) 3 Α.Α.Δ. 202, για να υποστηρίξει ότι η δημιουργηθείσα, με την προσφυγή του εφεσιβλήτου το 2011, νέα διοικητική πράξη, ως αυτοτελής τέτοια, παραμένει, ενόψει της απόσυρσης της προσφυγής 1235/11, αλώβητη. Συνεπώς, κατέληξε δεν υφίσταται έννομο συμφέρον του εφεσείοντα να συνεχίσει τη διαδικασία της έφεσης.
Αντίθετη επί του προκειμένου η προσέγγιση του εφεσείοντα, ο οποίος, παρά την αρχική του άρνηση, αποδέχτηκε ότι απέσυρε την προσφυγή 1235/11, πλην, όμως, επιφυλάσσοντας, όπως είπε, τα δικαιώματα του, αφού, όπως φαίνεται και στο πρακτικό ημερ. 12.3.2014, η Δημοκρατία είχε θεωρήσει ότι μόνο στο στοιχείο της αρχαιότητας αποδεχόταν ότι υπερείχε, αφήνοντας τα υπόλοιπα θέματα ανοιχτά. Εν πάση περιπτώσει, έχει, όπως είπε, καταχωρίσει νέα προσφυγή (1587/14) που στοχεύει στην αποκατάσταση της σύγχυσης, που προκλήθηκε με το πιο πάνω πρακτικό απόσυρσης, που πιθανότατα οδήγησε σε επηρεασμό των δικαιωμάτων του.
Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία, αναφερόμενη στο ιστορικό της υπόθεσης, εισηγήθηκε ότι η απόσυρση της προσφυγής 1235/11 οδήγησε σε απώλεια του δικαιώματος έφεσης [*69]του εφεσείοντα, συμπαρατασσόμενη με την εισήγηση του εφεσιβλήτου επί τούτου.
Στο πλαίσιο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας η έφεση λειτουργεί ως επανακρόαση της προσφυγής, πάντοτε βέβαια στο πλέγμα των λόγων έφεσης.
Η παρούσα περίπτωση συνάδει απόλυτα με την υπόθεση Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 685, στην οποία το Εφετείο με όμοια γεγονότα έκρινε ότι η μη προσβολή του διορισμού του Εφεσίβλητου από τον Εφεσείοντα κατόπιν επανεξέτασης η οποία έλαβε χώρα μετά την καταχώρηση της έφεσης, δεν συνεπαγόταν την απώλεια του αντικειμένου της έφεσης. Όπως ορθά εξηγείται, σε διαφορετική περίπτωση ο εκεί Εφεσείων θα αποστερείτο του δικαιώματος να προσβάλει την εκδοθείσα απόφαση η οποία τον επηρέαζε.
Στην προκείμενη περίπτωση ο Εφεσείων είχε διοριστεί στη θέση Επάρχου. Ο διορισμός ακυρώθηκε μετά από προσφυγή του Εφεσίβλητου (Παρέλλη). Ο Εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση.
Σε μεταγενέστερο στάδιο, η ΕΔΥ επανεξετάζει και διορίζει τον Εφεσίβλητο (Παρέλλη). Ο Εφεσείων προσβάλλει αυτή την απόφαση. Όμως, μετά που η δικηγόρος της καθ’ ης η αίτηση δήλωσε ότι αποδέχεται ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης σε σχέση με την ισχυριζόμενη πλάνη για το θέμα της αρχαιότητας του Εφεσείοντος, ο τελευταίος με επιφύλαξη όλων των δικαιωμάτων του απέσυρε την προσφυγή.
Με εκκρεμούσα την έφεση, η απόσυρση της προσφυγής 1235/11 δεν υποδηλοί αποδοχή των αποτελεσμάτων της προσβληθείσας απόφασης. Σε όλες τις περιπτώσεις που ενώ εκκρεμεί έφεση, η ΕΔΥ επανεξετάζει και διορίζει άλλο πρόσωπο από τον Εφεσείοντα, ο τελευταίος διατηρεί το δικαίωμα:- (α) να εμμείνει στη συνέχιση της έφεσης του η οποία αν επιτύχει θα υποχρεώσει την ΕΔΥ να ανακαλέσει τη δεύτερη απόφαση της για διορισμό άλλου προσώπου, και (β) να προσβάλει και τη νέα απόφαση.
Οι δύο διαδικασίες είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους και ο Εφεσείων μπορεί να προωθήσει είτε τη μια είτε την άλλη ή και τις δυο. Σε περίπτωση που, όπως εδώ, προωθήσει μόνο την έφεση, σύμφωνα με τη Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.ά., ανωτέρω, θα έχει την ευκαιρία να επιτύχει την ακύρωση της απόφασης με την [*70]οποία ακυρώθηκε ο διορισμός του, οπότε η διοίκηση θα είναι υποχρεωμένη, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, να αποδεχθεί το αποτέλεσμα της έφεσης, να ανακαλέσει τη δεύτερη απόφασή της και να προχωρήσει σε νέα επανεξέταση ενόψει των καινούργιων δεδομένων. Δεν βλέπουμε κανένα λόγο γιατί ο Εφεσείων σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να θεωρηθεί ότι χάνει το δικαίωμα του να συνεχίσει την προώθηση της έφεσης του κατά μιας απόφασης που τον επηρεάζει άμεσα, εφόσον κάτι τέτοιο θα σήμαινε ανεπίτρεπτο επηρεασμό των συνταγματικών του δικαιωμάτων όπως η ελευθερία πρόσβασης στα δικαστήρια (Άρθρα 30 και 155 του Συντάγματος).
Πέραν τούτου, αποστέρηση από τον Εφεσείοντα του δικαιώματος του να προωθήσει την έφεσή του, συνεπάγεται τη δημιουργία απρόσβλητου δεδικασμένου στη βάση του οποίου η διοίκηση θα κινηθεί στα πλαίσια της επανεξέτασης. Κατά την εισήγηση, με την έκδοση νέας πράξης κατόπιν ακυρωτικής απόφασης, πρέπει να παραμείνει ανέλεγκτη η πράξη από την οποία γεννήθηκε το εν λόγω δεδικασμένο και να υποχρεούται ο Εφεσείοντας να δεχθεί το ακυρωτικό αποτέλεσμα και να διεκδικήσει το δίκαιό του, όπως ο ίδιος το αισθάνεται, αλλά κινούμενος πλέον μέσα στο περιοριστικό πλαίσιο που θέτει μια νέα διοικητική απόφαση η οποία εκδόθηκε σε συμμόρφωση με δεδικασμένο και συνεπώς, πιθανώς, όχι εφ’ όλων των ζητημάτων. Θα είχαμε έτσι το παράδοξο ο Εφεσείων να αποστερείται του δικαιώματος να στραφεί εναντίον της πρωτόδικης απόφασης από την οποία γεννήθηκε το δεδικασμένο επειδή έχει δικαίωμα να προσβάλει τη νέα απόφαση η οποία εκδόθηκε στη βάση ακριβώς αυτού του δεδικασμένου. Γι’ αυτό το λόγο δεν συμμεριζόμαστε τη θέση της δικηγόρου της καθ’ ης η αίτηση πως υπό το φως της Λαμπρατσιώτη ν. Ανδρέου (2013) 3 Α.Α.Δ. 202 και Ταρτίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2014) 3 Α.Α.Δ. 333, ECLI:CY:AD:2014:C722 ο Εφεσείων έχει απωλέσει το δικαίωμα της έφεσης του. Εν προκειμένω, δεν είναι εναντίον της απόφασης που εξαφανίστηκε με την ακυρωτική απόφαση που στρέφεται η Έφεση αλλά εναντίον της πρωτόδικης απόφασης (βλ. Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου, Αι Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως έναντι της Διοικήσεως, 1988, σελ. 223).
Σε συμφωνία δε με την Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.ά., ανωτέρω, «δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν την εγκατέλειπε [την έφεση] αν θα μπορούσε να προβάλει λόγους ακυρότητας για τη δεύτερη απόφαση, λόγους που ίσως έχει να προβάλει στην παρούσα έφεση».
[*71]Τέλος, τυχόν ανατρεπτικό αποτέλεσμα της έφεσης, επενεργεί αναδρομικά οπότε η πρωτόδικη απόφαση παύει να έχει τον τελικό της χαρακτήρα (Kyproxil Designs Ltd v. Panos Englezos & Co Ltd (1988) 1 C.L.R. 546).
Υπό τις περιστάσεις, κρίνουμε ότι ο Εφεσείοντας δεν έχει απωλέσει το δικαίωμα του για προώθηση της παρούσας έφεσης, οπότε θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε τους λόγους έφεσης, αφού πρώτα ακούσουμε τους δικηγόρους των διαδίκων.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Διατηρούμε, με όλη την εκτίμηση, διαφορετική άποψη από αυτή της πλειοψηφίας, που διατυπώνεται στο πιο κάτω κείμενο, υιοθετώντας, βεβαίως, τα γεγονότα της υπόθεσης όπως αναγράφονται.
Αποτελεί βασική αρχή δικαίου ότι το έννομο συμφέρον ενός αιτητή πρέπει να υπάρχει κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, και να συνεχίσει, υφιστάμενο, τόσο στο στάδιο της εκδίκασης πρωτοδίκως, όσο και κατά την έφεση, αν υπάρχει. (Βλ. Επ. Σπηλιωτόπουλου ″Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου″, 12η Έκδοση, Τόμος ΙΙ, σελ. 85-87 και Λαμπρατσιώτη ν. Ανδρέου (2013) 3 Α.Α.Δ. 202).
Παράλληλα στο πλαίσιο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας η έφεση λειτουργεί ως επανακρόαση της προσφυγής, πάντοτε βέβαια στο πλέγμα των λόγων έφεσης.
Θεωρούμε ότι μια ανάλυση των γεγονότων της υπόθεσης Ταρτίου (ανωτέρω) είναι απαραίτητη γιατί, σ’ αυτήν, συζητήθηκε και η υπόθεση Χαραλάμπους ν. Πουλικκά (2002) 3 Α.Α.Δ. 685, που αποτελούσε βάση προς συζήτηση με αντίθετο αποτέλεσμα.
Η εφεσείουσα Α. Κυριάκου (Α.Ε. 202/2009) που συνεκδικάστηκε με την Α.Ε. 199/2009 (Μ. Ταρτίου), είχε προαχθεί στη θέση του Ανώτερου Κτηματολογικού Λειτουργού. Εναντίον του εν λόγω διορισμού καταχωρήθηκαν τρεις προσφυγές από τους Στ. Χατζημάρκου, Π. Παναγιώτου και Μ. Ταρτίου, οι οποίες και συνεκδικάστηκαν. Οι προσφυγές των Χατζημάρκου και Παναγιώτου έγιναν αποδεχτές και ο διορισμός της Α. Κυριάκου είχε ακυρωθεί. Η προσφυγή του Ταρτίου απορρίφθηκε. Η Κυριάκου εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση ως προς τον Χατζημάρκου όχι όμως για τον Παναγιώτου. Η έφεση που επίσης καταχώρισε ο Ταρτίου σε κάποιο στάδιο αποσύρθηκε. Στο μεταξύ η αρμόδια αρχή προχώρησε σε επανεξέταση, και προήγαγε τον [*72]Χατζημάρκου στην επίδικη θέση, αναδρομικά.
Κατά το στάδιο της ακρόασης της έφεσης, στην πιο πάνω υπόθεση, είχε εγερθεί θέμα απώλειας του έννομου συμφέροντος της Κυριάκου, η οποία, όπως σημειώνεται, δεν είχε αμφισβητήσει με προσφυγή το διορισμό του Χατζημάρκου.
Αυτή τούτη η απουσία αμφισβήτησης της νέας απόφασης για διορισμό του Χατζημάρκου, κρίθηκε ως καταλυτικό για την πορεία της έφεσης, και αναφέρεται:
"Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. να αποδεχθεί την πρωτόδικη ακύρωση της προαγωγής της Αστέρως Αθηνοδώρου Κυριάκου, να προβεί σε επανεξέταση των δεδομένων κατά το δεδικασμένο που δημιουργήθηκε από την ακυρωτική κρίση και να διορίσει τον Χατζημάρκου, επέφερε νέα τετελεσμένα τα οποία εφόσον δεν αμφισβητήθηκαν από την Αθηνοδώρου με την άσκηση προσφυγής, παραμένουν ισχυρά. Με την επανεξέταση λοιπόν και την προαγωγή του Χατζημάρκου προέκυψε νέα διοικητική πράξη, κατά την οποία η Ε.Δ.Υ. άσκησε διακριτική ευχέρεια ως διοικητικό όργανο, προβαίνοντας σε νέα επιλογή. Κατά πόσο η απόφαση αυτή ήταν ορθή ή όχι δεν είναι πλέον δυνατό να αμφισβητείται, ούτε να τίθεται εμμέσως υπό έλεγχο εφόσον η Αθηνοδώρου δεν άσκησε επ’ αυτής προσφυγή. Η προηγηθείσα πράξη της Ε.Δ.Υ., η οποία αμφισβητήθηκε με την προσφυγή Χατζημάρκου εφόσον ακυρώθηκε, εξαφανίστηκε σύμφωνα με το Άρθρο 57 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158/1999. Το δε διοικητικό όργανο, εδώ η Ε.Δ.Υ., θεωρώντας προφανώς ότι η ακυρωτική απόφαση ήταν ορθή προχώρησε προς όφελος και της εύρυθμης λειτουργίας του ευρύτερου δημόσιου μηχανισμού να επανεξετάσει τα δεδομένα και να επανακρίνει την περίπτωση, υπό το φως του ακυρωτικού δεδικασμένου."
Συζητήθηκε επίσης, όπως σημειώσαμε, στην υπόθεση Ταρτίου και η απόφαση Πουλικκάς (ανωτέρω), όπου ο εφεσίβλητος (Πουλικκάς) είχε αμφισβητήσει με προσφυγή την προαγωγή του εφεσείοντα (Χαραλάμπους) στη θέση Αναπληρωτή Βοηθού Τεχνικού στην Α.Η.Κ. Η προαγωγή ακυρώθηκε. Η Α.Η.Κ. συμμορφούμενη με το ακυρωτικό αποτέλεσμα της πρωτόδικης απόφασης προχώρησε σ’ επανεξέταση και προήγαγαν τον εφεσίβλητο. Ο ενδιαφερόμενος – εφεσείων δεν προσέβαλε τη νέα πράξη και η προθεσμία είχε παρέλθει.
[*73]Η Ολομέλεια στην υπόθεση Πουλικκάς ανέφερε, διαφοροποιούμενη από την υπόθεση ΚΟΑ ν. Σάββα (2001) 3 Α.Α.Δ. 1110, ότι, η εν λόγω απόφαση ΚΟΑ δεν εφαρμόζεται καθότι αφορούσε έφεση διορίζοντος οργάνου, ενώ το ίδιο είχε προβεί σε επανεξέταση, καθότι, διαφορετικά η διοίκηση θ’ αποστερούσε τον ενδιαφερόμενο από το δικαίωμα να προσβάλει την εκδοθείσα απόφαση. Σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης, τονίστηκε στην Πουλικκάς, τότε η Α.Η.Κ. θα είχε υποχρέωση ν’ ανακαλέσει τη δεύτερη απόφαση συμμορφούμενη με την έφεση.
Η Ολομέλεια στην Ταρτίου διαφοροποιήθηκε από την Πουλικκάς, αναφέροντας τα ακόλουθα:
"Πρέπει όμως να σημειωθούν τα εξής προς σφαιρική αντίκρυση του θέματος. Πρώτον, στην Πουλικκάς δεν φαίνεται να απασχόλησε ή να συζητήθηκε η επίπτωση της δημιουργίας νέας διοικητικής πράξης μετά την επανεξέταση, έχοντας υπόψη ότι η πρώτη ακυρωθείσα πράξη εξαφανίσθηκε. Η επανεξέταση οδηγεί σε τετελεσμένα που δεν θα ήταν δυνατόν να ανατραπούν εκ των υστέρων με την επιτυχία της έφεσης. Η άποψη που εκφράστηκε στην Πουλικκάς ότι το διοικητικό όργανο θα υποχρεωθεί να ανακαλέσει τη δεύτερη απόφαση, συμμορφούμενο με το αποτέλεσμα της έφεσης παραγνωρίζει (i) ότι η δεύτερη απόφαση δεν συναρτάται πλέον με την πρώτη και δεν αποτελεί συνέχεια της εφόσον ήταν αποτέλεσμα επανεξέτασης με την έκδοση νέας αυτοτελούς διοικητικής πράξης, (ii) ότι ο διορισμός ή προαγωγή που αποφασίστηκε μετά την επανεξέταση δεν είναι δυνατόν σε παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς τη διοίκηση, να ακυρωθεί μετά πάροδο χρόνου όταν αποφασιστεί πλέον η έφεση, και (iii) η επανεξέταση μπορεί να είναι προς όφελος και πάλι του ενδιαφερόμενου μέρους ή ακόμη και υπέρ τρίτου, επιφέροντας έτσι διαφορετικά αποτελέσματα κάθε φορά."
Επί του προκειμένου, έχουμε να σταθμίσουμε αφενός τη δυνατότητα ενός εφεσείοντα να προωθήσει την έφεση του, δικαίωμα απολύτως σεβαστό, πλην, όμως, υπάρχουν και άλλες παράμετροι που επενεργούν κατά την άποψη μας, καταλυτικά.
Συγκεκριμένα, ο εφεσείων ως ενδιαφερόμενος, πρωτοδίκως, έχει υποχρέωση να συνδράμει και να υποστηρίξει τη διοικητική πράξη και όχι να κινείται σε διαφορετικό επίπεδο. (Βλ. Λαμπρατσιώτη ν. Ανδρέου (ανωτέρω)). Το πιο σημαντικό, όμως, [*74]κατά την άποψη μας, στοιχείο είναι η, τελικώς, μη αμφισβήτηση από πλευράς εφεσείοντα της νομιμότητας της προαγωγής του εφεσιβλήτου που έγινε από την Ε.Δ.Υ. το 2011. Ο εφεσείων απέσυρε την προσφυγή 1235/2011 (Τεκ. 1) που καταχώρισε προς τούτο. Η απόσυρση, υποδηλεί αποδοχή των αποτελεσμάτων της προσβληθείσας απόφασης. Τα αποτελέσματα της οποίας, δεν είναι εφικτό να διαφοροποιηθούν από τη στιγμή που αμέσως δεν υπάρχει προσβολή στην ορθότητα της. Η τελεσιδικία από τη μια, και η εύρυθμη λειτουργία της διοίκησης από την άλλη, επιβάλλουν τον τερματισμό διαδικασιών που δεν μπορούν να επιτύχουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Η προαγωγή του εφεσιβλήτου είναι δεδομένο που ανατρέπεται μόνο με δικαστική απόφαση. Κάτι τέτοιο, υπό εκδίκαση, δεν υπάρχει.
Με γνώμονα τα πιο πάνω θεωρούμε την εισήγηση του εφεσιβλήτου βάσιμη, καθότι ο εφεσείων έχει απωλέσει το έννομο του συμφέρον για προώθηση της έφεσης, και θα προχωρούσαμε σε απόρριψη της έφεσης.
Αποφασίζεται κατά πλειοψηφία το δικαίωμα για προώθηση της έφεσης.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο