ΠΑΠΑ v. ΦΡΑΝΤΖΗΣ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 91/2014, 25/2/2021

ECLI:CY:AD:2021:C62

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 91/2014)

 

25 Φεβρουαρίου, 2021

                                                        

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

xxx ΠΑΠΑ,

Εφεσείουσα/Ε/Μ,

ΚΑΙ

xxx ΦΡΑΝΤΖΗΣ,

Εφεσίβλητος/Αιτητής,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η Αίτηση.

_ _ _ _ _ _

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα/Ε/Μ.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Εφεσίβλητο/Αιτητή.

Ε. Παπαγεωργίου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με

 Π. Ξαγοράρη (κα), ασκούμενη δικηγόρο, για τους Καθ΄ων η

 Αίτηση.

Εφεσείουσα παρούσα.

_ _ _ _ _ _

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.

­­­

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣTAMATIOY, Δ.: Η έφεση στρέφεται κατά της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός του Ενδιαφερόμενου Μέρους (ΕΜ) στη θέση Διοικητή Πολιτικής Άμυνας από 1.4.2011.

 

Στις 15.10.2010 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας η πιο πάνω θέση, εφόσον επρόκειτο για θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και δόθηκε προθεσμία τριών εβδομάδων για την υποβολή αιτήσεων. Υποβλήθηκαν συνολικά 29 αιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων της εφεσείουσας – ΕΜ και του εφεσίβλητου – αιτητή. Η ΕΔΥ, σε συνεδρία της ημερομηνίας 21.1.2011, αφού εξέτασε την κατοχή από τους αιτητές των απαιτούμενων προσόντων, έκρινε ότι 25 υποψήφιοι, συμπεριλαμβανομένων της εφεσείουσας και του εφεσίβλητου, πληρούσαν τις απαιτήσεις των παραγράφων (1), (2) και (5) των απαιτούμενων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας της εν λόγω θέσης. Αποφάσισε, περαιτέρω, όπως καλέσει τους υποψηφίους σε προφορική εξέταση. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, ο Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων, όπου τον εφεσίβλητο έκρινε ως «εξαίρετο», ενώ το ΕΜ «πολύ καλή». Σύστησε, στη συνέχεια, για προαγωγή τον εφεσίβλητο και αποχώρησε από τη συνεδρία.

 

Η ΕΔΥ κατά πλειοψηφία (διαφωνούντος ενός μέλους), λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων και των καθιερωμένων κριτηρίων στο σύνολό τους, έκρινε ότι η εφεσείουσα υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων και την επέλεξε ως την πλέον κατάλληλη και της πρόσφερε διορισμό στην επίδικη θέση από 1.4.2011.

 

Ο εφεσίβλητος με προσφυγή του επικαλέστηκε αριθμό  νομικών ισχυρισμών για να πετύχει ακύρωση του διορισμού της εφεσείουσας, όμως, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε μόνο δύο εξ αυτών, τους οποίους θεώρησε καθοριστικής σημασίας.

 

Συγκεκριμένα, εξέτασε κατά πρώτον τη θέση του εφεσίβλητου ότι η ΕΔΥ ενήργησε κάτω από πλάνη ως προς τη διαφορά στην προφορική εξέταση μεταξύ των δύο διαδίκων, δίδοντας σ΄ αυτήν υπέρμετρη βαρύτητα και καταλυτικά καθόρισε την επιλογή του ΕΜ. Κατά δεύτερον, εξέτασε τον ισχυρισμό του εφεσίβλητου ότι η ΕΔΥ παράνομα παραγνώρισε τη νόμιμη και έγκυρη σύσταση του Διευθυντή υπέρ του, χωρίς να δώσει την απαιτούμενη ειδική ή πειστική αιτιολογία ή ότι η δοθείσα δικαιολογία είναι πεπλανημένη ή και κατά παράβαση της νομολογίας, ότι η προφορική εξέταση δεν αποτελεί νόμιμο λόγο ή ειδική αιτιολογία για παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή.

 

Ως προς τον πρώτο λόγο κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο «ότι πεπλανημένα η ΕΔΥ θεώρησε ότι η διαφορά στην αξιολόγηση είναι σε «υψηλότερο επίπεδο» για να της αποδώσει αυξημένη βαρύτητα».

 

Ως προς το δεύτερο λόγο, το Δικαστήριο έκρινε ότι η ΕΔΥ δεν έλαβε υπόψη άλλα πρόσθετα προσόντα του εφεσίβλητου, όπως αυτά φαίνονται στο διοικητικό του φάκελο, ήτοι την επιτυχία στις εξετάσεις για εγγραφή δικηγόρου, το ότι ήταν εγγεγραμμένος δικηγόρος και πολλά άλλα σχετικά προγράμματα και εκπαίδευση. Δεν απασχόλησε, επίσης, η μακρά πείρα του εφεσίβλητου, σχετική με τα καθήκοντα της θέσης. Υπηρετεί στην Πολιτική Άμυνα για 27 χρόνια μέχρι τον ουσιώδη χρόνο που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Με αναφορά δε στο λόγο της Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 164, όπου κρίθηκε ότι η οριακή διαφορά στη συνέντευξη, δεν συνιστά επαρκή αιτιολογία για την παραγνώριση της σύστασης του προϊσταμένου και, αφού αναφέρθηκε και στα άλλα θεσμοθετημένα στοιχεία, αποδέχθηκε τον λόγο ακυρότητας.

 

Ενόψει της επιτυχίας των δύο αυτών λόγων ακύρωσης, το Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν απαιτείτο η εξέταση των υπολοίπων λόγων ακύρωσης.

 

Με τους ακόλουθους δύο λόγους έφεσης, οι οποίοι αναπτύχθηκαν μαζί, προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση:

 

Πρώτος λόγος έφεσης

 

 «Το Δικαστήριο εσφαλμένα παραγνώρισε το γεγονός ότι η θέση ήταν Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και μάλιστα ανώτατη στην Ιεραρχία, οπότε η διακριτική εξουσία της ΕΔΥ επέτρεπε την επιλογή της εφεσείουσας. Άδικα, έκρινε ότι έπασχε η απόφαση.»

 

Δεύτερος λόγος έφεσης

 

«Η Πρωτόδικη απόφαση προσμέτρησε πρωτογενώς και ξεχωριστά ως λόγους ακύρωσης τη βαρύτητα που δόθηκε στην προφορική εξέταση, την χωρίς αιτιολογία σύσταση, την Αρχαιότητα, άλλα προσόντα πέραν των απαιτούμενων βασικού και μεταπτυχιακού προσόντος, την πείρα και εσφαλμένα μηδένισε τη διακριτική εξουσία της ΕΔΥ ως να μην ήταν δυνατή η επιλογή υποψηφίου από άλλη υπηρεσία ή/και εκτός Δημόσιας Υπηρεσίας, ενώ ήταν και θέση πρώτου διορισμού.»

 

Αποτελεί θέση της εφεσείουσας ότι, με βάση το σύνολο των στοιχείων που είχε ενώπιον της η ΕΔΥ, η απόφασή της ήταν εύλογα επιτρεπτή. Επρόκειτο για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής ψηλά στην ιεραρχία και η ΕΔΥ, σε τέτοιες περιπτώσεις, έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια και η προφορική συνέντευξη έχει μεγάλη σημασία. Εν προκειμένω, η ΕΔΥ, σύμφωνα με την εισήγηση, δεν περιορίστηκε μόνο στο αποτέλεσμα της προφορικής συνέντευξης, αλλά έλαβε επίσης υπόψη ότι η εφεσείουσα υπερέχει σε αρχαιότητα, είναι ίση σε αξία τα τελευταία χρόνια, ενώ υπερέχει με 10 «εξαίρετα» περισσότερα στην όλη σταδιοδρομία και διαθέτει και αυτή επιπρόσθετα, σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, προσόντα.

 

Το ότι ο εφεσίβλητος είναι εγγεγραμμένος δικηγόρος ήταν ενώπιον της ΕΔΥ, χωρίς όμως να απαιτείται, ούτε να προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας τέτοιο προσόν ως πλεονέκτημα ή ως επιπρόσθετο προσόν. Συνεπώς, λανθασμένα, κατά την εφεσείουσα, συνυπολογίστηκε ως τέτοιο, πρωτογενώς, από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Περαιτέρω, η μακρά πείρα του αιτητή σχετική με τα καθήκοντα της θέσης κρίθηκε λανθασμένα, κατά την εισήγηση, ως παράγοντας που θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη. Εφόσον επρόκειτο για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, θα μπορούσαν να την διεκδικήσουν και εξωτερικοί ή από άλλα τμήματα. Το δε Σχέδιο Υπηρεσίας είχε ως απαιτούμενο προσόν την πείρα γενικά και η πείρα στην Πολιτική Άμυνα δεν θα έπρεπε να του διαμόρφωνε κανένα πλεονέκτημα.

 

Από την άλλη, ο εφεσίβλητος υπεραμύνθηκε της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης. Προέβη σε εκτενή ανάλυση των κριτηρίων επιλογής και τόνισε την παραγνώριση από πλευράς ΕΔΥ της σύστασης του Γενικού Διευθυντή, χωρίς να δώσει την απαιτούμενη ειδική ή πειστική αιτιολογία, καθώς και ότι η προφορική εξέταση δεν αποτελεί νόμιμο λόγο ή ειδική αιτιολογία για παραγνώριση της σύστασης του Γενικού Διευθυντή.

 

Παραθέτουμε αυτούσια την αξιολόγηση των δύο υποψηφίων που περιέχεται στο σχετικό πρακτικό της ΕΔΥ, ημερομηνίας 21.3.2011:

 

«Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και την υπέρ του Φραντζή xxx σύσταση του Γενικού Διευθυντή, Υπουργείο Εσωτερικών.

 

Η πλειοψηφία της Επιτροπής, διαφωνούντος του …., δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, Υπουργείο Εσωτερικών, για τον Φραντζή xxx και, αντί αυτού, επέλεξε την Παπά xxx xxx, η οποία, συγκρινόμενη με τον συστηθέντα, αξιολογήθηκε από την πλειοψηφία της Επιτροπής σε υψηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, στοιχείο το οποίο, σύμφωνα με την πάγια νομολογία, έχει αυξημένη βαρύτητα όταν πρόκειται για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία, όπου η επιτυχής εκτέλεση των καθηκόντων προϋποθέτει πρόσωπα που διαθέτουν προσωπικότητα, καθώς και διευθυντικές και διοικητικές ικανότητες. Αναλυτικότερα, η Παπά αξιολογήθηκε ως Εξαίρετη από την πλειοψηφία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, που είναι και η υψηλότερη βαθμολογία της, ενώ ο Φραντζής ως Σχεδόν εξαίρετος από την πλειοψηφία της Επιτροπής … και ως Πάρα πολύ καλός από τον Πρόεδρο …, έλαβε, δηλαδή, από την πλειοψηφία της Επιτροπής χαμηλότερο επίπεδο αξιολόγησης.

 

Πέραν αυτού, η πλειοψηφία της Επιτροπής παρατήρησε ότι, συγκρινόμενη η Παπά xxx xxx με τον Φραντζή xxx, είναι ίση σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στις Εκθέσεις των τελευταίων ετών, στις οποίες αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, αξιολογούμενη ως καθόλα Εξαίρετη. Επιπλέον, δεν υστερεί σε προσόντα, καθότι, όπως και ο συστηθείς, διαθέτει επιπρόσθετα ακαδημαϊκά (Master in Public Sector Management,
Cyprus International Institute of ManagementCIIM) και επαγγελματικά (Certified Internal Auditor, The Institute of Internal Auditors) προσόντα, τα οποία, αν και δεν απαιτούνται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, είναι σχετικά με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης και, συνεπώς, αποδόθηκε σε αυτά η δέουσα βαρύτητα. Επιπρόσθετα, η πλειοψηφία της Επιτροπής έλαβε υπόψη ότι η Παπά xxx xxx υπερέχει σε αρχαιότητα έναντι του Φραντζή xxx, κατά δυόμισι περίπου χρόνια στην παρούσα θέση, λόγω κλίμακος, χωρίς να παραλείψει να αποδώσει περιορισμένη βαρύτητα στο κριτήριο αυτό, λαμβάνοντας υπόψη την πάγια επί του θέματος νομολογία, σύμφωνα με την οποία η αρχαιότητα στις περιπτώσεις ανώτατων διευθυντικών θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής έχει περιορισμένη σημασία» (βλ. Κοφτερός κ. Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας).

 

Συμπερασματικά, η πλειοψηφία της Επιτροπής, διαφωνούντος του …, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων και των καθιερωμένων κριτηρίων στο σύνολό τους, έκρινε ότι η ΠΑΠΑ xxx xxx υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων, την επέλεξε ως την πιο κατάλληλη και αποφάσισε να προσφέρει σε αυτή διορισμό στη μόνιμη θέση Διοικητή Πολιτικής Άμυνας, Πολιτική Άμυνα, από 1.4.11.»

 

Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι τόσο η εφεσείουσα όσο και ο εφεσίβλητος κατέχουν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας, καθώς και επιπρόσθετα προσόντα. Ως προς τα προσόντα των μερών, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης της ΕΔΥ, πιο πάνω, σημειώθηκε ότι η εφεσείουσα δεν υστερεί του συστηθέντα εφεσίβλητου και καταγράφονται τα πρόσθετα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης προσόντα, χωρίς να γίνεται ρητή αναφορά σε όλα τα προσόντα. Όμως, τα επιπρόσθετα προσόντα του εφεσίβλητου βρίσκονταν ενώπιον της ΕΔΥ και λήφθηκαν «δεόντως υπόψη» (βλ. Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Αντωνίου, ΑΕ 124/2014 κ.ά., ημερομηνίας 6.12.2017). Όπως προκύπτει από τη νομολογία «τα επιπρόσθετα προσόντα παραμένουν πρόσθετα ασχέτως του αριθμού τους και είναι λάθος να υπερτονίζεται η κατοχή κάποιων προσόντων από υποψήφιο, αποδίδοντας σ΄ αυτά μεγαλύτερη αξία ή βαρύτητα»  (Δημητρίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 2076/2012, ημερομηνίας 22.12.2014, ECLI:CY:AD:2014:D988, xxx Κουρτελλάρης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1039/2010, ημερομηνίας 17.7.2012, και xxx Μάρκου κ.ά. ν. Ε.Δ.Υ., Συνεκ. Υποθ. Αρ. 950/2010 κ.ά., ημερομηνίας 22.3.2013). Ως εκ τούτου, η πρωτόδικη απόφαση ότι υπάρχει κάποια υπεροχή του εφεσίβλητου ως προς τα πρόσθετα «προσόντα» σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, ήταν λανθασμένη. Συνακόλουθα, δεν υπήρξε οποιαδήποτε πλάνη εκ μέρους της ΕΔΥ ως προς αυτό το στοιχείο.

 

Ένα άλλο στοιχείο που το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν απασχόλησε και δεν προσμέτρησε ως στοιχείο της αξίας είναι η μακρά πείρα του αιτητή σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, ήτοι ότι υπηρετεί στην Πολιτική Άμυνα από το Μάρτιο του 1984, δηλαδή για 27 χρόνια μέχρι τον ουσιώδη χρόνο. Τονίζεται ότι πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπου στο Σχέδιο Υπηρεσίας ως προς τα απαιτούμενα προσόντα αναφέρεται:

 

«Δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση από την οποία πενταετής τουλάχιστο πείρα σε καθήκοντα που να περιλαμβάνουν εποπτεία, προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών.»

 

 

Και τα δύο μέρη κατείχαν την απαιτούμενη πείρα, ως προνοείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Η μεγάλη προϋπηρεσία του εφεσίβλητου δεν ήταν στοιχείο που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας. Αποτελούσε, όμως, ένα γεγονός το οποίο βρισκόταν ενώπιον της ΕΔΥ προς αξιολόγηση, στα πλαίσια της ευρείας διακριτικής της ευχέρειας. Συνεπώς, η επί του ζητήματος αυτού απόφαση του πρωτόδικου  Δικαστηρίου είναι εσφαλμένη.

 

Η ΕΔΥ, στην απόφασή της (παρατίθεται πιο πάνω), καταγράφει τους λόγους για τους οποίους, κατά πλειοψηφία, έκρινε πως «δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή». Όπως ορθά παρατήρησε ο κ. Κωνσταντίνου, κατά τη συζήτηση της έφεσης, η νομιμότητα της σύστασης του Διευθυντή δεν ήταν επίδικο θέμα στην προσφυγή, ούτε βεβαίως στην έφεση και δεν επηρέασε, εν πάση περιπτώσει, την τελική κατάληξη της ΕΔΥ. Το ερώτημα παραμένει αν δόθηκε ειδική ή πειστική αιτιολογία για το ότι δεν ακολουθήθηκε η σύσταση του Γενικού Διευθυντή.

 

Η επίδικη θέση ευρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία και, σύμφωνα με σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δύναται να αποδοθεί αυξημένη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, όπου η προσωπικότητα και οι ικανότητες του υποψήφιου είναι σημαντικές ιδιότητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης  (Δημοκρατία κ.ά. ν. Γιαλλουρίδη κ.ά. (1990) 3 ΑΑΔ 4316, Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Νικολάου κ.ά. (2007) 3 ΑΑΔ 18 και Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2007) 3 ΑΑΔ 96). Επίσης, συνιστά κανόνα της νομολογίας μας ότι  η Ε.Δ.Υ., σε τέτοιες περιπτώσεις, κατά την επιλογή του καταλληλότερου από τους υποψηφίους για προαγωγή, έχει ευρεία διακριτική εξουσία (xxx Χατζηχάννας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 655). 

 

Ταυτόχρονα, είναι νομολογημένο ότι για να δικαιολογήσει την επιλογή του το διορίζον όργανο δεν πρέπει να καταλήξει ότι ο διορισθείς υπερέχει έκδηλα των άλλων υποψηφίων. Από την άλλη, επέμβαση του Δικαστηρίου είναι δυνατή μόνο όπου ικανοποιείται από τον αιτητή ότι υπερείχε έκδηλα του υποψήφιου που έχει επιλεγεί. Μόνο σε τέτοια περίπτωση το όργανο που έχει προβεί στην επιλογή θεωρείται ότι έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας και έχει κάμει κακή χρήση της (βλ. Georghiou v. Republic (1976) 3 CLR 74, Γ.Μ. Παπαχατζή «Σύστημα του Ισχύοντος στην Ελλάδα Διοικητικού Δικαίου», σελ. 729, και Δημοκρατία κ.ά. ν. Παπαχριστοδούλου κ.ά. (2002) 3 ΑΑΔ 329).

 

Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης, ως καθορίζονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, πρόκειται για ανώτατη θέση στο Τμήμα με ευρείες διοικητικές και οργανωτικές ευθύνες. Ως εκ τούτου, η προσωπικότητα του κατόχου της αποτελεί σημαντικό στοιχείο, σε ότι αφορά την καταλληλότητά του για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. Συνεπώς, με βάση τις νομολογιακές αρχές που έχουν παρατεθεί πιο πάνω, η επιλογή της εφεσείουσας, στη βάση του ισοζυγίου που προκύπτει από τα δεδομένα των δύο υποψηφίων σε ότι αφορά τα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια επιλογής, αξία, προσόντα και αρχαιότητα, όπως καταγράφηκαν στο πρακτικό της ΕΔΥ, πιο πάνω, δεν εκπίπτει της ευρείας διακριτικής ευχέρειας του διορίζοντος οργάνου. Ακόμα, τα όσα κατέγραψε η ΕΔΥ για την απόδοσή τους κατά την προφορική συνέντευξη, καθώς και τα όσα ανέφερε στο σχετικό πρακτικό για την επιλογή της εφεσείουσας καταδεικνύουν ότι η παράκαμψη της σύστασης του Διευθυντή έχει επαρκώς αιτιολογηθεί.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται. Επιδικάζονται €2.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου.

 

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο