A.D. «PALLADA ATHENA» DEVELOPERS LTD v. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/2015, 1/3/2022

ECLI:CY:AD:2022:C84

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/2015)

 

 

1 Μαρτίου, 2022

 

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]

 

 

 

A.D. «PALLADA ATHENA» DEVELOPERS LTD,

 

Εφεσείουσα/Αιτήτρια,

 

και

 

 

                         ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ

ΚΑΙ  ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητων/Καθ’ων η Αίτηση.

 

 

 

Χ. Χαραλαμπίδης για Γ. Χαραλαμπίδης & Σία ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.

 

Σ. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.

 

 

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας Έφεσης αποτελεί η Απόφαση στην Προσφυγή υπ’ αρ. 2589/2013, με την οποία επικυρώθηκε η απόφαση των Εφεσιβλήτων δια της οποίας απερρίφθη το αίτημα της Εφεσείουσας για επιστροφή δικαιωμάτων σύμφωνα με το Άρθρο 9(2) του περί Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμου, Κεφ. 219, όπως έχει τροποποιηθεί.

 

Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της υπόθεσης, όπως αυτά συνοψίστηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, έχουν ως ακολούθως:

 

Η Εφεσείουσα είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετόχους τα παιδιά της xxx Δημητρίου (εφεξής δικαιοπάροχος), xxx Δημητρίου,                    xxx Δημητρίου και xxx Δημητρίου, η οποία ήταν συνιδιοκτήτρια σε ακίνητο στη Φασούλα της επαρχίας Λεμεσού.

 

Στις 28/8/2006 η δικαιοπάροχος μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς τα μερίδια της στο ακίνητο στην Εφεσείουσα εταιρεία, η οποία κατέβαλε ως μεταβιβαστικά τέλη το ποσό των €4.800,25.

 

Με επιστολή του Διευθυντή της, ημερ. 12/12/2012, η Εφεσείουσα αξίωσε την επιστροφή των πιο πάνω δικαιωμάτων που κατέβαλε, δυνάμει του Άρθρου 9(2) του περί Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος              (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμου, Κεφ. 219, όπως έχει τροποποιηθεί, επισυνάπτοντας προς τούτο πιστοποιητικά ότι οι μέτοχοι της Εφεσείουσας ήταν παιδιά της δικαιοπαρόχου.

 

Η αξίωση της Εφεσείουσας απερρίφθη από τους Εφεσίβλητους με την επιστολή ημερ. 26/3/2013, με το δικαιολογητικό ότι «δικαιοπάροχος στην πιο πάνω δήλωση μεταβίβασης ήταν η xxx Δημητρίου, η οποία δεν ήταν μέτοχος στη δικαιοδόχο εταιρεία κατά την ημερομηνία της δήλωσης μεταβίβασης, δηλ. στις 28/8/2006, όπως καθορίζεται από το άρθρο 9(2) του Κεφ. 219».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στο πλαίσιο εξέτασης του λόγου ακύρωσης που αφορούσε σε λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή του Άρθρου 9(2) του Κεφ.219, αποδεχόμενο τη θέση των Εφεσιβλήτων, απεφάνθη ότι η εταιρεία θα δικαιούτο σε επιστροφή τελών εάν η δικαιοπάροχος ήταν και η ίδια μέτοχος στην εταιρεία κατά την ημερομηνία της Δήλωσης Μεταβίβασης.

 

Η Εφεσείουσα με τρεις Λόγους Έφεσης προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης Απόφασης.

 

Με τους Λόγους Έφεσης 1 και 2 προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε λανθασμένη ερμηνεία του Άρθρου 9(2) του περί Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμου, Κεφ.219, όπως έχει τροποποιηθεί, καθώς και ότι προσέγγισε λανθασμένα τη σχετική νομοθεσία και νομολογία. Με το Λόγο Έφεσης 3 η Εφεσείουσα διατείνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε λανθασμένα την ενώπιον του μαρτυρία καταλήγοντας σε λανθασμένα συμπεράσματα.

 

Όπως είναι αντιληπτό και οι τρεις Λόγοι Έφεσης περιστρέφονται γύρω από το ζήτημα της ορθής ερμηνείας του Άρθρου 9(2) του Κεφ.219.

 

Η βασική θέση που προωθήθηκε από πλευράς της Εφεσείουσας είναι ότι το Άρθρο 9(2), ορθά ερμηνευόμενο, δεν θέτει ως απαραίτητη προϋπόθεση για την επιστροφή των τελών η δικαιοπάροχος να είναι και μέτοχος της εταιρείας.

 

Όπως συναφώς υποστηρίχθηκε, ουσιαστικό συστατικό στοιχείο για να πληρούνται οι προϋποθέσεις προς επιστροφή των δικαιωμάτων και τελών σύμφωνα και με τη νομολογία, είναι η ύπαρξη στενής συγγένειας μεταξύ του δικαιοπαρόχου και των μετόχων της εταιρείας και η διατήρηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας μεταξύ στενών συγγενών του δικαιοπαρόχου για τα επόμενα πέντε χρόνια από την ηµεροµηνία της Δήλωσης Μεταβίβασης και όχι, απαραίτητα, ο δικαιοπάροχος να είναι και μέτοχος της εταιρείας.

 

Αντίθετα, η πλευρά των Εφεσιβλήτων με παραπομπή στη λέξη «και» που απαντάται στο Άρθρο 9(2) του Νόμου, υποστήριξαν ότι δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο Νόμος απαιτεί σωρευτικά κατά το χρόνο της Δήλωσης Μεταβίβασης να είναι μέτοχοι τόσο ο δικαιοπάροχος, όσο και οι στενοί συγγενείς του.

 

Το Άρθρο 9(2) του Κεφ. 219[1], όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο και επί του οποίου περιστράφηκαν οι εκατέρωθεν θέσεις και εισηγήσεις των δύο πλευρών, διαλαμβάνει τα ακόλουθα:

 

«(2) Όταν ακίνητη ιδιοκτησία µεταβιβάζεται σε εταιρεία της οποίας µοναδικοί µέτοχοι είναι οποιοιδήποτε από τους ακόλουθους, δηλαδή ο δικαιοπάροχος ο οποίος µεταβίβασε και στενοί συγγενείς αυτού, και σε οποιοδήποτε χρόνο προσάγεται στο ∆ιευθυντή ικανοποιητική, κατά την κρίση του, απόδειξη του γεγονότος ότι, κατά τη διάρκεια πενταετίας από την ηµεροµηνία της δήλωσης µεταβίβασης ή, αν η περίπτωση είναι τέτοια, µέχρι την τυχόν διάλυση ή εκκαθάριση της εταιρείας, εντός της περιόδου που προαναφέρθηκε, κανένα πρόσωπο άλλο από το δικαιοπάροχο που µεταβίβασε και από τους ιδίους ή άλλους στενούς συγγενείς του δεν απέκτησε οποιαδήποτε µετοχή της εταιρείας (µε άλλο τρόπο παρά εξ αιτίας θανάτου), ο ∆ιευθυντής επιστρέφει στην εταιρεία το ποσό των τελών και δικαιωµάτων που επιβλήθηκαν και εισπράχθηκαν, κατά το χρόνο της δήλωσης µεταβίβασης µειωµένο κατά ποσό ίσο µε 4 επί τοις εκατό της αξίας της ακίνητης ιδιοκτησίας που µεταβιβάστηκε όπως εκτιµήθηκε κατά την ηµεροµηνία της δήλωσης µεταβίβασης που προαναφέρθηκε:

 

Noείται ότι τα τέλη και δικαιώµατα που αναφέρθηκαν επιστρέφονται αν κατά το χρόνο της επιστροφής τους κανένα µέρος ή µερίδιο του µεταβιβασθέντος ακινήτου δεν έχει πωληθεί ή µεταβιβασθεί.»

 

Όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί, βασικός κανόνας ερμηνείας νομοθετημάτων, είναι η γραμματική ερμηνεία η οποία υπαγορεύει την απόδοση στις λέξεις που χρησιμοποιούνται του απλού γραμματικού και κατά κυριολεξία νοήματος τους. Θα πρέπει, δηλαδή, να διαβάζονται με τη συνήθη, φυσική και γραμματική τους σημασία. Όταν λοιπόν οι πρόνοιες και η φρασεολογία του νόμου είναι σαφείς, το κείμενο αποτελεί το μόνο αυθεντικό οδηγό για τους συγκεκριμένους σκοπούς του νομοθέτη                       (Τ. Γεωργιάδης & Υιός Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 4(Β) Α.Α.Δ. 1142, Δ. Γαλατάκης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 78, σελίδες 80 έως 81, Κυπριακή Δημοκρατία ν. xxx Σωτηρίου κ.ά., Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 96/2012, ημερ. 20/11/2015, ECLI:CY:AD:2015:D770, ΚΟΤ ν. Παπαδόπουλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 86 και Φυσεντζίδη v. K & C Snooker & Pool Entertainment, Πολιτική Έφεση Αρ. 30/2019, ημερ. 1/6/2020, ECLI:CY:AD:2020:A171).

 

Έχοντας υπόψη ότι το εδάφιο (2) του Άρθρου 9 του Κεφ.219 αφορά σε επιβολή τελών και δικαιωμάτων συνιστά, υπό αυτό το πρίσμα, νομοθέτημα φορολογικό. Είναι γνωστή η νομική αρχή ότι η ερμηνεία που επιβάλλεται να δοθεί από το Δικαστήριο σε φορολογικούς νόμους πρέπει να είναι φιλελεύθερη και ευνοϊκή για τον πολίτη και όχι στενή και ευνοϊκή για τη διοίκηση (Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 391, Γενικός Εισαγγελέας  v.  Παπαλαζάρου (1995)  2 Α.Α.Δ. 128  και  Δημοκρατία v. Ιασώ Ιδιωτικό Νοσοκομείο Ζώων Λτδ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 69/2013, ημερ. 21/2/2019, ECLI:CY:AD:2019:C48).

 

Είναι προφανές με βάση τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (2) του Άρθρου 9 του Νόμου ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν η παροχή της δυνατότητας για επιστροφή τελών και δικαιωμάτων μεταβίβασης ακίνητης ιδιοκτησίας σε εταιρεία η οποία ήταν οικογενειακή και παρέμενε οικογενειακή σε όλη τη διάρκεια της χρονικής προθεσμίας που καθορίζει ο Νόμος. Τα δικαιώματα αυτά επιστρέφονται αν η εταιρεία παραμείνει οικογενειακή σε όλη τη διάρκεια της χρονικής προθεσμίας που καθορίζεται και αν κανένας ξένος σε σχέση με το δικαιοπάροχο ή με τους άλλους μετόχους της εταιρείας δεν αποκτήσει μετοχές της εταιρείας.

 

Όπως υπογραμμίσθηκε από την Ολομέλεια στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Β. Ιωάννου Λτδ (1998) 3 Α.Α.Δ. 1, το κριτήριο το οποίο θέτει ο Νόμος για απαλλαγή από τα μεταβιβαστικά τέλη είναι η ύπαρξη στενής συγγένειας μεταξύ του δικαιοπαρόχου και καθενός από τους μετόχους της εταιρείας κατά το χρόνο της μεταβίβασης και η διατήρηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας μεταξύ στενών συγγενών για την πενταετία μετά τη μεταβίβαση.

 

Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Kranema Estates Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 346:

 

«Ο σκοπός του Νόμου είναι νομίζω σαφής. Θεωρήθηκε ορθή η παρά­καμψη των γενικών επιπτώσεων από το γεγονός ότι η εταιρεία εί­ναι αυτοτελής νομική οντότητα, ξεχωριστή από τους μετόχους της, προκειμένου να αποφεύγεται η πληρωμή τελών και δικαιωμάτων μεταβίβασης που διαφορετικά θα πληρώνονταν, όταν η μεταβίβα­ση αποτελεί οικογενειακό ζήτημα έτσι που να μπορεί να θεωρηθεί, σίγουρα κατ' επιεική προσέγγιση, ότι βρισκόμαστε μπροστά σε, κατ' ουσίαν, εντελώς εσωτερική ρύθμιση σε σημείο που να δικαιο­λογείται η "εξομοίωση", σε ορισμένο βαθμό, του μεταβιβάζοντος με την οικογενειακή του εταιρεία. Η μεταβίβαση ή η παραχώρηση έστω και μιας μετοχής σε τρίτο, ρητά αποκλείει την επιστροφή των τελών και δικαιωμάτων γιατί ακριβώς αλλοιώνεται ο αυστηρά                            οι­κογενειακός χαρακτήρας της εταιρείας

 

Το ερώτημα που εγείρεται, εν προκειμένω, είναι κατά πόσο αποτελεί προϋπόθεση του Νόμου για επιστροφή των μεταβιβαστικών δικαιωμάτων ο δικαιοπάροχος να είναι οπωσδήποτε και μέτοχος της εταιρείας κατά το χρόνο της μεταβίβασης.

 

Θεωρούμε ότι ο Νόμος είναι σαφής, όπως και το πεδίο εφαρμογής του.

 

Η συμπερίληψη στη σχετική πρόνοια του εδαφίου (2) του Άρθρου 9 της φράσης «οποιοιδήποτε από τους ακόλουθους» αναφορικά με τους μετόχους της εταιρείας, ερμηνευόμενη με βάση το σύνηθες νόημα που αποδίδεται στις λέξεις που την περιβάλλουν, σημαίνει ότι μέτοχοι της εταιρείας προς την οποία μεταβιβάζεται ακίνητη ιδιοκτησία για σκοπούς επιστροφής των επιβληθέντων δικαιωμάτων και τελών μπορεί να είναι είτε ο δικαιοπάροχος ο οποίος µεταβίβασε, είτε στενοί συγγενείς αυτού, όπως ο όρος αυτός καθορίζεται στο εδάφιο (3)[2].

 

Όπως, συναφώς, προκύπτει ο Νόμος δεν καθορίζει ως απαραίτητη προϋπόθεση το πρόσωπο που μεταβιβάζει την ιδιοκτησία του προς την εταιρεία (ο δικαιοπάροχος) να έχει την ιδιότητα του μετόχου σε αυτή, αλλά παρέχει τη δυνατότητα επιστροφής των καταβληθέντων δικαιωμάτων, νοουμένου, βεβαίως, ότι τηρούνται οι υπόλοιπες προϋποθέσεις και στην περίπτωση όπου μοναδικοί μέτοχοι της εταιρείας είναι στενοί συγγενείς του δικαιοπαρόχου (Ακίνητα Λ. & Ν. Κυπριανού Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 6333/2013, ημερ. 1/8/2016, ECLI:CY:AD:2016:D385).

 

Η πιο πάνω ερμηνευτική προσέγγιση συνάδει πλήρως και με τα όσα διαλαμβάνονται στο εδάφιο (2) αναφορικά με τα άτομα τα οποία θα δικαιούντο να αποκτήσουν μετοχές εντός της πενταετίας από το χρόνο της μεταβίβασης, ούτως ώστε η εταιρεία να πληροί τις προϋποθέσεις για επιστροφή των τελών και δικαιωμάτων, ήτοι:

 

(α) το δικαιοπάροχο που μεταβίβασε και

(β) τους ιδίους ή άλλους στενούς συγγενείς του.

 

Με δεδομένο ότι ο δικαιοπάροχος ρητά αναφέρεται ως ένα από τα άτομα που θα μπορούσαν να αποκτήσουν μετοχές στην εταιρεία μετά το χρόνο μεταβίβασης, ώστε  η εταιρεία να δικαιούται σε επιστροφή δικαιωμάτων και τελών μεταβίβασης, ο δικαιοπάροχος, πρόδηλα δεν είναι απαραίτητο να είναι και μέτοχος κατά το χρόνο της μεταβίβασης.

 

Με βάση τα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω καταλήγουμε ότι η ερμηνεία που δόθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στην πιο πάνω νομοθετική πρόνοια ήταν εσφαλμένη.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η Έφεση επιτυγχάνει.

 

Η πρωτόδικη Απόφαση παραμερίζεται όπως και η σχετική διαταγή ως προς τα έξοδα. Επιδικάζεται συνολικό ποσό εξόδων, πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, €3500, πλέον Φ.Π.Φ., υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον των Εφεσιβλήτων.

 

Η εκκαλούμενη πράξη ακυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146(4(β) του Συντάγματος.

 

 

                                             Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

 

                                                Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.

 

 

                                                Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.

 

                                               

                                                Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

                  

                                                Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.



[1] Η συγκεκριμένη διάταξη καταργήθηκε με το Νόμο 115(Ι)/2015.

[2] (3) Για τους σκοπούς των εδαφίων (1) και (2) στενός συγγενής σε σχέση με πρόσωπο σημαίνει τον ή την σύζυγο αυτού και τους συγγενείς αυτού μέχρι και του τρίτου βαθμού συγγένειας.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο