M. S. A. LIMON v. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 126/2021, 20/4/2022

ECLI:CY:AD:2022:A166

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 126/2021)

 

20 Απριλίου, 2022

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,  ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ/στες]

 

M. S. A. LIMON

Εφεσείων

και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Εφεσίβλητοι

-------------------

Π.Πιερίδης για Εφεσείοντα,

Σ.Πλατής, δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.

---------------------

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

---------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:  Ο Εφεσείων-Αιτητής με προσφυγή προς το Διοικητικό Δικαστήριο επιζητούσε δήλωση ότι οι αποφάσεις των Εφεσιβλήτων-Καθ΄ων η αίτηση ημερ.13.8.2021 με τις οποίες κηρύσσεται ο Εφεσείων απαγορευμένος μετανάστης, διατάσσεται η κράτηση και η απέλαση του, είναι άκυρες και παράνομες.

 

Οι αποφάσεις αυτές σε τρεις διαφορετικές επιστολές με ίδιαν ημερομηνία συνοπτικά έχουν ως εξής:

 

(Α)  γνωστοποιείται στον Εφεσείοντα πως κηρύσσεται απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του ΄Αρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ.105, ως τροποποιήθηκε (ως το 2020) (ο Νόμος).  Γίνεται επίσης αναφορά στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 2008/115/EC.

 

(BEπειδή ο Εφεσείων, υπήκοος Μπαγκλαντές, είναι απαγορευμένος μετανάστης εκδίδεται διάταγμα απέλασης του δυνάμει του ΄Αρθρου 14 του Νόμου.

 

(Γ)  Επειδή  ο Εφεσείων είναι απαγορευμένος μετανάστης και  διαπιστώθηκε ότι υπάρχει κίνδυνος διαφυγής και παρεμπόδισης της διαδικασίας απέλασης, δεν υπάρχει δηλωθείσα διεύθυνση διαμονής σύμφωνα με την ΥΑΜ και δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών μέτρων, διατάσσεται η κράτηση του μέχρις ότου απελαθεί, δυνάμει του ΄Αρθρου 18ΠΣΤ(1) του Νόμου.

 

Είναι απαραίτητη μια αναδρομή στο ιστορικό της υπόθεσης. 

 

Ο Εφεσείων, ο οποίος εισήλθε παράνομα στην Κύπρο, υπέβαλε στις 16.11.2018 αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και στις 17.9.2019, η Υπηρεσία Ασύλου του απέστειλε επιστολή και τον ενημέρωσε ότι απορρίπτεται, ενώ η απορριπτική απόφαση του επιδόθηκε στις 31.10.2019.  Στη συνέχεια, ο Εφεσείων προσέβαλε την ως άνω απορριπτική απόφαση με την προσφυγή αρ.590/19 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, η οποία και απορρίφθηκε στις 21.9.2020.

 

Στις 29.7.2021 τα στοιχεία του Εφεσείοντα καταχωρήθηκαν στον κατάλογο Αναζητουμένων Προσώπων και στις 9.8.2021 συνελήφθη.   Αργότερα εκδόθησαν τα εν λόγω διατάγματα απέλασης και κράτησης, καθότι παρέμεινε παράνομα στην Κύπρο από τις 21.9.2020 όταν απορρίφθηκε η ως άνω προσφυγή του.

Στις 17.8.2021 η αρραβωνιαστικιά του Εφεσείοντα απέστειλε επιστολή προς το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με την οποία, τον ενημέρωσε ότι σκοπεύει να παντρευτεί τον Εφεσείοντα.

 

Στις 25.8.2021 ο δικηγόρος του Εφεσείοντα με επιστολή του προς το Διευθυντή Αρχείου Πληθυσμού τον ενημέρωσε ότι εκκρεμεί αίτηση του Εφεσείοντα ημερ. 28.9.2020 για επανάνοιγμα του φακέλου του αιτήματος του για διεθνή προστασία, η οποία εν τέλει, δεν λήφθηκε υπόψη από το Τμήμα καθότι έπρεπε να την υποβάλει αυτοπροσώπως, κάτι που δεν έγινε.

 

Στις 9.9.2021 ο Εφεσείων καταχώρησε επιπρόσθετη αίτηση για επανάνοιγμα του ιδίου φακέλου, ως άνω. 

 

Σύμφωνα με τη Δημοκρατία, δεν υπήρχαν στο σύστημα «μεταγενέστερες αιτήσεις» του Εφεσείοντα (ούτε η 28.9.20 ούτε και η 9.9.2021) για επανάνοιγμα του φακέλου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε με την κυρίαρχη επιχειρηματολογία του Εφεσείοντα σε σχέση με τις δύο «μεταγενέστερες αιτήσεις» και τη σημασία τους, αφού, ως η εισήγηση, ο Εφεσείων υποβάλλοντας τις εν λόγω αιτήσεις διατηρούσε την ιδιότητα αιτητή ασύλου και δεν διέμενε στην Κύπρο παράνομα, οπότε τα εν λόγω διατάγματα παράνομα εξεδόθησαν.  (Βλ. διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν.6(Ι)/2000)  και την Οδηγία 2013/32/ΕΕ).

 

Μετά την παράθεση των αντίστοιχων θέσεων των διαδίκων το Δικαστήριο κατέληξε ως εξής:

«Τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν δυνάμει του άρθρου 14 του Νόμου, όπου προβλέπεται η εξουσία του Διευθυντή να εκδίδει διατάγματα κράτησης και απέλασης σε απαγορευμένους μετανάστες που βρίσκονται στο έδαφος της Δημοκρατίας. Ειδικότερα, στο επίδικο διάταγμα απέλασης, ημερομηνίας 13.8.2021, αναφέρεται ότι ο αιτητής είναι παράνομος μετανάστης δυνάμει της παραγράφου (κ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 του Νόμου, «καθότι παρέμενε στην Κύπρο παράνομα από 21/9/20 όταν απορρίφθηκε η προσφυγή που υπέβαλε στο Δ.Δ.Δ.Π.».

 

Στο δε διάταγμα κράτησης, ίδιας ημερομηνίας, αναφέρεται ότι αυτό εκδόθηκε έως ότου ο αιτητής απελαθεί, καθότι αυτός είναι απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει της παραγράφου (κ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 του Νόμου, επειδή εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα απέλασης και επειδή θεωρήθηκε αναγκαίο να παραμείνει ο αιτητής υπό κράτηση, μέχρις ότου απελαθεί, «καθότι διαπιστώθηκε ότι υπάρχει ο κίνδυνος διαφυγής (άρθρο 18ΠΣΤ(1)) και παρεμπόδισης της διαδικασίας απέλασης. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει δηλωθείσα διεύθυνση διαμονής σύμφωνα με την ΥΑΜ. Δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων».

 

Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν, επειδή ο αιτητής κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει της προαναφερθείσας παραγράφου (κ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 του Νόμου, λόγω παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία.

…………………

 

 Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι, στην υπό κρίση περίπτωση, ο αιτητής, ο οποίος συνελήφθη στις 9.8.2021 και εναντίον του εκδόθηκαν τα επίδικα διατάγματα στις 13.8.2021, αφού προηγουμένως είχε λήξει το διάρκειας τεσσάρων ημερών διάταγμα προσωποκράτησής του, καταχώρησε δυο μεταγενέστερες αιτήσεις για επανάνοιγμα του φακέλου του, ως αιτητής διεθνούς προστασίας, στις 28.9.2020 και στις 9.9.2021. Προηγουμένως, υπενθυμίζεται, είχε εκδοθεί η απορριπτική απόφαση ημερομηνίας 21.9.2020 του ΔΔΔΠ στην προσφυγή του αιτητή και έκτοτε, σύμφωνα με την πλευρά των καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής παραμένει παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας».

 

 

Το πρωτόδικο  Δικαστήριο επισήμανε αρχικά ότι «Αίτηση Διεθνούς Προστασίας» δεν θεωρείται μόνο η πρώτη που καταχωρείται αλλά είναι δυνατόν  και δυνάμει μεταγενέστερων αιτήσεων για επανάνοιγμα, η ιδιότητα του Αιτητή διεθνούς προστασίας, «να παραμένει στον προσφεύγοντα», όμως αυτό δεν σημαίνει ότι έχει και δικαίωμα να παραμείνει στη Δημοκρατία.  Το Δικαστήριο παρέπεμψε στα ΄Αρθρα 2 και 8(1)(α)(ii) του Ν.6(Ι)/2000.  Θεώρησε περαιτέρω, ότι η αίτηση που δεν έγινε από τον Αιτητή προσωπικά αλλά από το δικηγόρο του, ορθά δεν λήφθηκε υπόψη.  Όμως, για τη δεύτερη Αίτηση έκρινε ότι, εάν και παραδεκτώς υποβλήθηκε, λανθασμένα δεν λήφθηκε υπόψη από την Εφεσίβλητη.

 

Το Δικαστήριο, με αχρείαστα μακρά αιτιολογία, κατέληξε ότι τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερ.13.8.2021 ήσαν σύννομα και τα επικύρωσε.  Όμως, σε σχέση με το διάταγμα κράτησης που παρέμεινε σε ισχύ μετά τις 9.9.2021, ημερομηνία κατά την οποία ο Εφεσείων υπέβαλε την ως άνω μεταγενέστερη αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου, κατέληξε ως εξής:

«Ωστόσο, σε ό,τι αφορά στο διάταγμα κράτησης που παρέμεινε σε ισχύ μετά τις 9.9.2021, ημερομηνία κατά την οποία ο αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου του ως αιτητής διεθνούς προστασίας, πουθενά δεν εντοπίζω κατεγραμμένη εντός του διοικητικού φακέλου οποιαδήποτε αιτιολογία της απόφασης του Διευθυντή ως προς την αναγκαιότητα διατήρησης του εν λόγω διατάγματος σε ισχύ: κατά πόσον δηλαδή, μετά από εξατομικευμένη εξέταση των δεδομένων μετά την καταχώριση της αίτησης διεθνούς προστασίας, ο Διευθυντής αποφάσισε ότι το διάταγμα κράτησης θα παρέμενε σε ισχύ επειδή κατά την κρίση του η μεταγενέστερη αίτηση του αιτητή καταχωρήθηκε με σκοπό να καθυστερήσει ή να παρακωλύσει την απόφαση επιστροφής. Συνεπώς, παρά την επικύρωση της απόφασης έκδοσης του διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 13.8.2021, η απόφαση να παραμείνει αυτό σε ισχύ μετά τις 9.9.2021, κρίνεται αναιτιολόγητη. Συναφώς, σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι κατά το στάδιο των διευκρινίσεων και ελλείψει οποιουδήποτε στοιχείου επ’ αυτού, το Δικαστήριο ζήτησε να πληροφορηθεί από το συνήγορο των καθ’ ων η αίτηση για την τύχη της υπό αναφορά μεταγενέστερης αίτησης. Ο κ. Πλατής δήλωσε στο Δικαστήριο ότι δεν γνώριζε κατά πόσον η εν λόγω αίτηση είχε τύχει εξέτασης από τους καθ’ ων η αίτηση. Στη βάση δε του συνόλου των ενώπιον μου στοιχείων, δεν προκύπτει να έχει τύχει οποιασδήποτε εξέτασης η αίτηση αυτή.

 

Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή κατά του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 13.8.2021 απορρίπτεται και το διάταγμα απέλασης επικυρώνεται.

 

Η προσφυγή κατά του διατάγματος κράτησης ίδιας ημερομηνίας, επιτυγχάνει μερικώς. Το διάταγμα κράτησης ακυρώνεται μερικώς, ήτοι από την 9.9.2021, ημερομηνία υποβολής της μεταγενέστερης αίτησης.»

 

 

Η πιο πάνω κρίση αναφορικά με τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης ημερ.13.8.2021 μετά τις 9.9.2021, τη μερική, όπως αναφέρθηκε πρωτοδίκως, ακύρωση του, αποτελεί αντικείμενο των δύο λόγων αντέφεσης από τη Δημοκρατία, της οποίας η θέση είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έπρεπε να εξετάσει ή να λάβει υπόψη τους ισχυρισμούς για μεταγενέστερες αιτήσεις εφόσον οι θέσεις αυτές δεν ήσαν ουσιώδη γεγονότα κατά το χρόνο έκδοσης της διοικητικής πράξης.

 

Με το δεύτερο συναφή λόγο προβάλλεται η θέση ότι το Διοικητικό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει μεταγενέστερα των επίδικων πράξεων γεγονότα και η διάρκεια της κράτησης θα μπορούσε να ελεγχθεί στα πλαίσια τυχόν Αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως habeas corpus.

 

Θα πρέπει ευθύς εξ αρχής να λεχθεί  ότι η πλευρά της Εφεσίβλητης Δημοκρατίας έχει δίκαιο.  Η ενασχόληση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με μεταγενέστερα της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης γεγονότα δεν ήταν ορθή αφού τα γεγονότα αυτά δεν μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης.  Η δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου, ως αναθεωρητικού Δικαστηρίου εξαντλείτο στα δεδομένα που είχαν διαμορφωθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο της Διοικητικής Πράξης.  Δηλαδή της πράξης ή των πράξεων ημερ. 13.8.2021.  Γι΄αυτό και δεν μπορούσε αλλά ούτε είχε δικαιοδοσία να ελέγξει τη νομιμότητα της κράτησης ως προς τη διάρκεια της, θέμα που ενέπιπτε στη δικαιοδοσία του  Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη διαδικασία ελέγχου που αφορούσε προνομιακό ένταλμα habeas corpus, ως κατ΄επανάληψη έχει νομολογηθεί.  (Βλ. ΄Αρθρο 18ΠΣΤ, Guo Shuying v. Δημοκρατίας κ.ά. (2012)1 Α.Α.Δ. 2725 και Fasel v. Δημοκρατίας Π.Ε.236/15 ημ. 31.3.2016).  Η εξέταση του Διοικητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στο κατά πόσο στις 13.8.2021 υπήρχαν ή όχι δεδομένα που καθιστούσαν νόμιμη την απέλαση και την κράτηση.  Εξ άλλου αυτό ζητείτο με την αίτηση ακύρωσης.  Η αντέφεση συνεπώς θα πρέπει να επιτύχει.

 

Αυτή η κρίση και κατάληξη θεωρούμε είναι συναφής και με την έφεση.  Με τους τρεις από τους τέσσερεις λόγους εκ του Εφετηρίου, προσβάλλεται, στην ουσία, το θέμα των μεταγενέστερων Αιτήσεων του Εφεσείοντα.  Όμως, όπως ήδη εξηγήσαμε, το Δικαστήριο έσφαλε στο ότι ασχολήθηκε με μεταγενέστερα της επίδικης διοικητικής πράξης γεγονότα.  Δεν είχε δικαιοδοσία ούτε εξουσία να το πράξει. (Bλ. Σπανούδη ν. Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Α.Ε.50/2015, 28.1.2022, ECLI:CY:AD:2022:C35 και Δημοκρατία ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ. 3/2020, 28.1.2022). ΄Αλλωστε, η κράτηση ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την απέλαση, αφού για να είναι νόμιμη πρέπει να λαμβάνονται ενέργειες προς το σκοπό απέλασης.  Οπότε ο διαχωρισμός που επιχειρήθηκε δεν ήταν δόκιμος (βλ. M.A. v. Cyprus Appl. No.41872/10, 23.7.2013 και Fasel v. Δημοκρατίας, (ανωτέρω)).

 

Η μόνη εξαίρεση που παρέχει δυνατότητα του αναθεωρητικού Δικαστηρίου να εξετάσει μεταγενέστερα της πράξης γεγονότα αφορά θέμα διατήρησης του αντικειμένου του ένδικου μέσου, κάτι που εδώ δεν συμβαίνει.

 

΄Οσον αφορά την πρώτη αποκαλούμενη «μεταγενέστερη αίτηση» ημερ. 28.9.2020, η οποία στην ουσία δεν ήταν μεταγενέστερη της αίτησης της ακύρωσης απέλασης και κράτησης ημερ. 13.8.2021, να αναφέρουμε ότι ορθά θεωρήθηκε πρωτοδίκως ότι δεν στοιχειοθετούσε έγκυρη αίτηση ενόψει σαφούς παραβίασης της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ και του Ν.6(Ι)/2000 για αυτοπρόσωπο υποβολή αίτησης.  Υιοθετούμε τη σχετική, επ΄αυτού, πρωτόδικη δικανική κρίση.

 

Αναφορικά δε με το θέμα της διατήρησης της ιδιότητας του Αιτητή Διεθνούς Προστασίας ή όχι με τις μεταγενέστερες αιτήσεις θεωρούμε ότι δεν προσφέρεται για επίλυση στα δεδομένα της υπόθεσης, για τους λόγους που εξηγήσαμε.  Γι΄αυτό δεν θα τοποθετηθούμε επί της ορθότητας ή μη της ειδικής κρίσης  του πρωτόδικου Δικαστηρίου η οποία έχει συνοψισθεί ανωτέρω.  Θεωρούμε ωστόσο βοηθητικό να παραπέμψουμε στη σχετική απόφαση του ΔΕΕ  C-239/14 Abdoulaye Amadou Tall, 17.12.2015, ειδικά στην παρ.46.  (Βλ. επίσης Σύγγραμμα Π.Νάσκου-Περράκη, Γ.Παπαγεωργίου, Χρ.Μποξεβάνη «Πρόσφυγες και Αιτούντες ΄Ασυλο», 2017, σελ.195-196). 

 

Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, οι λόγοι έφεσης 1-3 απορρίπτονται.

 

Με τον τέταρτο λόγο ο Εφεσείων θεωρεί ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η απόφαση της κράτησης δεν παραβιάζει το δικαίωμα της οικογενειακής ζωής, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο ΄Αρθρο 8 της ΕΣΔΑ.  Εξάλλου, όπως σημειώνεται, ο αρραβώνας (που ήταν η περίπτωση του Εφεσείοντα)  δεν εξομοιώνεται με γάμο.  (Βλ. Σύγγραμμα Ν.Χρ.Χαραλάμπους «Εγχειρίδιο Κυπριακού Διοικητικού Δικαίου», Τρίτη έκδοση (συμπληρωμένη και αναθεωρημένη), 2016, σελ.330).

 

Εν πάση περιπτώσει, παρατηρούμε ότι και η επιστολή της αρραβωνιαστικιάς του Εφεσείοντα είναι μεταγενέστερη των επίδικων Διοικητικών Πράξεων.  Πέραν αυτού, όπως και πρωτοδίκως καταγράφεται, το δικαίωμα αλλοδαπού να παραμείνει στην επικράτεια της χώρας, κατ΄επίκληση διατάξεων που προστατεύουν το θεσμό της οικογένειας, δεν διασφαλίζεται από την ΕΣΔΑ αλλά ούτε από το Σύνταγμα, κατά τον απόλυτο τουλάχιστον τρόπο που ισχυρίζεται η πλευρά του Εφεσείοντα, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας αλλοδαπός δεν έχει αυτοτελές δικαίωμα παραμονής στη χώρα, όπως συμβαίνει εν προκειμένω όπου ο Εφεσείων παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία (βλ. Radovanovic v. Austria  Appl. No. 42703/98, ημερ. 24.4.2004 και Kedoum v. Δημοκρατίας (2005)3 Α.Α.Δ. 505).

 

Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει η έφεση απορρίπτεται ενώ η αντέφεση επιτυγχάνει με συνέπεια την ακύρωση του μέρους της απόφασης με την οποία το Διάταγμα κράτησης ακυρώνετο μερικώς από την 9.9.2021.  Οι επίδικες διοικητικές πράξεις επικυρώνονται στην ολότητα αυτών.

 

Ενόψει της φύσης της υπόθεσης, δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

 

                                                      ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

                                                      ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

                                                      ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο