ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ v. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ ΤΖΙΑΚΟΥΡΗ-ΣΙΑΚΑΛΛΗ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 18/16, 5/4/2023

ECLI:CY:AD:2023:C166

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 18/16)

 

5 Απριλίου, 2023

 

[Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες,

v.

 

ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ ΤΖΙΑΚΟΥΡΗ-ΣΙΑΚΑΛΛΗ,

Εφεσίβλητης.

---------

 

Θ. Xατζηλούκας, δικηγόρος της Δημοκρατίας με Στ. Μεστάνα και Α. Δρουσιώτου (κα), ασκούμενους δικηγόρους, για τους εφεσείοντες.

Χρ. Χριστάκη, για την εφεσίβλητη.

 

---------

 

Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

---------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Η Εφεσίβλητη και η δρ Παναγιώτα Μπάμπαλη-Μεταξά, Ενδιαφερόμενο Μέρος (ΕΜ), ήταν υποψήφιες για προαγωγή στη μόνιμη θέση Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, στην ειδικότητα Ακτινολογίας. 

 

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), αφού έλαβε υπόψη την σύσταση του Αν. Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ο οποίος πρότεινε ως καταλληλότερο το ΕΜ, στις 23.10.2012 προήγαγε το ΕΜ.

 

Ό,τι έλαβε καθοριστικά υπόψη ο Διευθυντής και στη συνέχεια η ΕΔΥ, ήταν ότι ναι μεν η Εφεσίβλητη είχε επιπρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν, σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης (διδακτορικό τίτλο στην Ιατρική), το ΕΜ όμως υπερτερούσε σε αρχαιότητα, με συνεπαγόμενη μεγαλύτερη πείρα. 

 

Η Εφεσίβλητη καταχώρισε προσφυγή προσβάλλοντας την παραπάνω απόφαση.  Το βασικό παράπονο της ήταν ότι παραγνωρίστηκαν δύο άλλα επιπρόσθετα προσόντα, πέραν του προαναφερθέντος διδακτορικού, ήτοι η πρόσθετη εξειδίκευση της στην «Επεμβατική Ακτινολογία» και ο μεταπτυχιακός της τίτλος στη Διοίκηση (MIΜ), τα οποία είχαν άμεση συνάφεια με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης (Νομικό Σημείο 9 στην Αίτηση/Προσφυγή). 

 

Στο φάκελο της Εφεσίβλητης, στο βιογραφικό που υπέβαλε στις 10.10.2012, γίνεται, μεταξύ άλλων, αναφορά στα δύο αυτά, κατά τη θέση της, πρόσθετα προσόντα, ως ακολούθως:

 

(α)     «Μεταπτυχιακό πρόγραμμα στη Διεύθυνση και Δημόσια Διοίκηση (ΜΙΜ) (Mediterranean Institute of Management), KEΠΑ, Λευκωσία 2001/2002 (επιτυχής περάτωση των ενοτήτων για διοίκηση – υποτροφία – απογευματινό τμήμα).

 

(β)     Απόκτηση τίτλου εξειδίκευσης στην Επεμβατική Ακτινολογία.  Έγκριση της αίτησης μου με τα υποβαλλόμενα πιστοποιητικά στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης της Ελλάδας σύμφωνα με τα απαιτούμενα στο Άρθρο 7 – Μεταβατικές Διατάξεις του της Δημοσίευσης ΦΕΚ 3-4-2022 (Εφημερίς Ελληνικής Κυβερνήσεως) από την ειδική επιτροπή ΚΕΣΥ Ελλάδος στις 8.10.2012.  Το πιστοποιητικό αναμένεται εντός Οκτωβρίου μετά την τυπική διαδικασία και επικύρωση και από το Υπουργικό Συμβούλιο Ελλάδος.  Πρότυπο Πιστοποιητικού που θα μου αποσταλεί επισυνάπτεται (ΦΕΚ, σελ. 17431)

 

Η Δημοκρατία στην ένσταση της πρωτοδίκως δεν αμφισβήτησε τους παραπάνω ισχυρισμούς της Εφεσίβλητης.  Η θέση δε που προβλήθηκε με την αγόρευση του εκπροσώπου της Δημοκρατίας πρωτοδίκως ήταν ότι:

 

«Αποτελεί θέση των καθ΄ ων η αίτηση ότι σε καμία περίπτωση δεν παραγνωρίστηκαν τα πρόσθετα προσόντα της Αιτήτριας, ήτοι της πρόσθετης εξειδίκευσης στην Επεμβατική Ακτινολογία (η οποία σημειωτέον δεν είναι αναγνωρισμένη ειδικότητα στην Κύπρο) και του μεταπτυχιακού τίτλου στη Διοίκηση (ΜΙΜ). Αντιθέτως λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν προτού καταλήξουν (κατά πλειοψηφία) στην επιλογή του ΕΜ λόγω του ότι κρίθηκε ως καταλληλότερη για την υπό πλήρωση θέση με βάση τα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια και την σύσταση του Αν. Διευθυντή.» 

 

Η ίδια αυτή θέση αυτολεξεί παρατέθηκε και στην αγόρευση για τη Δημοκρατία στο στάδιο της έφεσης, κατά τρόπο αντιφατικό με την ίδια την έφεση όπως θα εξηγήσουμε κατωτέρω.

 

Με δεδομένη αυτή τη θέση, στη συνέχεια η αγόρευση της Δημοκρατίας πρωτοδίκως δομήθηκε με αναφορά σε νομολογία η οποία αναφέρεται στον τρόπο αξιολόγησης των προσόντων τα οποία δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας.  Τούτο με εκτεταμένα αποσπάσματα από προηγούμενες αποφάσεις σε βαθμό που με δυσκολία διακρίνονται τα γεγονότα και οι αναφορές που αφορούν στην επίδικη υπόθεση.  Το ίδιο φαινόμενο χαρακτηρίζει και την αγόρευση για τη Δημοκρατία στην έφεση. Τέτοια παράθεση εκτεταμένων αποσπασμάτων δεν βοηθά, αλλά προκαλεί σύγχυση στον αναγνώστη.  Θα πρέπει να παρατίθεται συνοπτικά και περιεκτικά η νομική αρχή που προκύπτει από τις αποφάσεις, με περιορισμένη παραπομπή, όπου κρίνεται σκόπιμο, σε αποσπάσματα από προηγούμενες αποφάσεις. 

 

Πάντως, η πρωτόδικη αγόρευση για τη Δημοκρατία καταλήγει με την εισήγηση ότι τα συγκεκριμένα πρόσθετα προσόντα, εφόσον δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, δεν αποτελούν θεμελιώδες στοιχείο κρίσης το οποίο θα μπορούσε να αποδώσει έκδηλη υπεροχή στην Εφεσίβλητη.  Από την άλλη, χωρίς, ως άνω, να αμφισβητούνται τα πρόσθετα προσόντα, η δικηγόρος των Εφεσειόντων υποστήριξε πρωτοδίκως ότι η πρόσθετη εξειδίκευση της Εφεσίβλητης δεν συνιστά αναγνωρισμένη ειδικότητα στην Κύπρο.  Τούτο είχε γίνει δεκτό και μέσα από την αγόρευση της Εφεσίβλητης πρωτοδίκως, με εμμονή όμως στη θέση της ότι η ΕΔΥ δεν είχε λάβει υπόψη της την εξειδίκευση της αυτή σε μια ειδικότητα που «σίγουρα θα αναγνωριστεί και στην Κύπρο».

 

Εν πάση όμως περιπτώσει στην εκκαλούμενη διοικητική πράξη ουδεμία αναφορά γίνεται στα εν λόγω, κατά την Εφεσίβλητη, πρόσθετα προσόντα.  Όπως ούτε και στην προηγηθείσα σύσταση του Αν. Διευθυντή.  Απλώς γενικόλογα αναφέρεται ότι ο Αν. Διευθυντής είχε μελετήσει τους σχετικούς φακέλους και ότι η ΕΔΥ εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από τους φακέλους αυτούς.  Στην σύσταση και στην εκκαλούμενη διοικητική πράξη γίνεται λόγος αποκλειστικά για το πρόσθετο προσόν του διδακτορικού τίτλου, το οποίο και μόνο εξισορροπήθηκε με την υπέρτερη αρχαιότητα του ΕΜ. 

 

Με δεδομένη την πρωτόδικη θέση της Δημοκρατίας ότι δεν παραγνωρίστηκαν, αλλά λήφθηκαν υπόψη τα πρόσθετα προσόντα, αξιολογούμενα στα ορθά πλαίσια, η αδελφή πρωτόδικη Δικαστής εξέλαβε με τη σειρά της ως δεδομένη την ύπαρξη πρόσθετων προσόντων και σημείωσε ότι αυτά, παρόλο ότι φαίνονται να είναι εκ πρώτης όψεως σχετικά με το σχέδιο υπηρεσίας, δεν έτυχαν μνείας ή σχολιασμού και κατέληξε ως εξής:

 

«Το πρόβλημα εντοπίζεται στη μη ανάδειξη και στάθμιση των υπόλοιπων πρόσθετων προσόντων της Αιτήτριας στην Επεμβατική Ακτινολογία και τη Διοίκηση (ΜΙΜ) τα οποία θα έπρεπε να σχολιαστούν και σε περίπτωση που αναδεικνύονταν ως σχετικά να συνεκτιμηθούν ως σύνολο και μαζί με το διδακτορικό να αντιπαρατεθούν συγκριτικά με την αρχαιότητα του ενδιαφερόμενου μέρους

 

Σε ό,τι δε αφορά τα περί μη αναγνώρισης της πρόσθετης εξειδίκευσης της Εφεσίβλητης, έκρινε ότι το ζήτημα αυτό θα έπρεπε να απασχολήσει τον Διευθυντή και την ΕΔΥ.

 

Κατά συνέπεια το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε έλλειψη δέουσας έρευνας σε σχέση με τα πρόσθετα προσόντα της Εφεσίβλητης με τρόπο ώστε να είναι ορατό το ενδεχόμενο εμφιλοχώρησης πλάνης κατά την αξιολόγηση και στάθμιση των κριτηρίων προαγωγής και ακύρωσε την προαγωγή του ΕΜ.  Έδωσε έτσι την ευκαιρία στην ΕΔΥ να επανεξετάσει την υπόθεση υπό το φως της απόφασης.

Με την έφεση όμως προβλήθηκε, όπως σωστά εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος δικηγόρος της Εφεσίβλητης, μια νέα υπόθεση εκ μέρους της Δημοκρατίας.  Με τους λόγους έφεσης προβάλλεται ρητή και σαφής άρνηση ότι η Εφεσίβλητη κατείχε τα εν λόγω πρόσθετα προσόντα και υποβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι τα κατείχε.  Τούτο όμως δεν ήταν απόφαση του Δικαστηρίου.  Προέκυπτε εκ της προαναφερθείσας εξίσου ρητής και σαφούς θέσης της Δημοκρατίας ότι δεν παραγνωρίστηκαν τα πρόσθετα προσόντα της Εφεσίβλητης.  Θέση που επαναλήφθηκε και ενώπιον μας εντελώς αντιφατικά με τους λόγους έφεσης. 

 

Το δεδομένο είναι ότι η Εφεσίβλητη έθεσε ενώπιον της ΕΔΥ, αλλά και προηγουμένως, όπως προκύπτει από το φάκελο, ενώπιον και του Αν. Διευθυντή τα συγκεκριμένα στοιχεία, για τα οποία ουδεμία αναφορά έγινε, είτε στην σύσταση, είτε στην απόφαση που ακολούθησε.  Αγορεύοντας ενώπιον μας ο ευπαίδευτος  δικηγόρος των Εφεσειόντων, μας παρέπεμψε στο φάκελο της Εφεσίβλητης που ήταν ενώπιον της ΕΔΥ για τις ανάγκες της επίδικης διαδικασίας, υποδεικνύοντας μας ότι δεν είχε παρουσιάσει πιστοποιητικό τίτλου εξειδίκευσης στην Επεμβατική Ακτινολογία, αλλ’ απλώς το υπόδειγμα του πιστοποιητικού που επρόκειτο να λάβει, όπως τούτο είχε δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας.  Ήταν όμως η θέση της Εφεσίβλητης, ως άνω, ότι ανέμενε το πιστοποιητικό εντός Οκτωβρίου και ήταν ζήτημα τυπικό. 

 

Εισηγήθηκε επίσης ότι το παρουσιαζόμενο ως μεταπτυχιακός τίτλος δεν ήταν παρά μια βεβαίωση του Μεσογειακού Ινστιτούτου Διεύθυνσης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ως προς το γεγονός ότι η Εφεσίβλητη είχε συμπληρώσει μέχρι τις 9.4.2003 την πρώτη και πέμπτη ενότητα του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Διεύθυνσης και Δημόσιας Διοίκησης, το οποίο αποτελείται από πέντε ενότητες και έχει περάσει με επιτυχία τις σχετικές εξετάσεις των δύο ενοτήτων.

 

Δεν ήταν, όμως, για το Δικαστήριο να αξιολογήσει και να  αποφασίσει για τη βασιμότητα και την εμβέλεια των παραπάνω στοιχείων ως πρόσθετων προσόντων, υπό την έννοια είτε του τίτλου, είτε της πρόσθετης εκπαίδευσης ή εξειδίκευσης.  Τούτο ήταν έργο της διοίκησης.  Είναι η διοίκηση που θα έπρεπε να σχολιάσει τις θέσεις της Εφεσίβλητης ότι διέθετε πρόσθετα προσόντα και είτε να τα αποκλείσει ως τέτοια, είτε να τα αποδεχθεί, προσδίδουσα τη δέουσα, κατά τη νομολογία, βαρύτητα.  Δεν το έπραξε. 

 

Προκύπτει όντως έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, για τους λόγους που εξηγήσαμε. 

 

Η έφεση απορρίπτεται με €3.000 έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης.  

 

                                                          Α.Ρ. Λιάτσος, Π.

                                                          Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

                                                          Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

                                                          Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.

                                                          Στ. Χατζηγιάννη, Δ.

 

/φκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο