SΚΕTSIOS & LARCOS DEVELOPERS LTD, μετονομασθείσα σε SKETSIOS & LARCOS CONSTRUCTIONS – DEVELOPERS LTD κ.α. v. KYΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ, ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ.22/16, 6/6/2023

ECLI:CY:AD:2023:C193

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ.22/16

 

6 Ιουνίου, 2023

ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ

 

SΚΕTSIOS & LARCOS DEVELOPERS LTD, μετονομασθείσα σε SKETSIOS & LARCOS CONSTRUCTIONSDEVELOPERS LTD

και Κ.Κ.Α.Μ. ESTATES LTD

Εφεσείοντες/Αιτητές,

Και

KYΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Εφεσίβλητοι/Καθ΄ων η αίτηση.

---------

Δ.Καλλής, για Καλλής & Καλλής ΔΕΠΕ και για Α.Παπαλλής & Σ/τες ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες

Γ. Χ΄Χάννα,(κα), Αν. δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους

-----------

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Π..:  Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:   Η προσβαλλόμενη πράξη στην προσφυγή που οι εφεσείοντες-αιτητές είχαν εγείρει ήταν η πράξη του Εφόρου ΦΠΑ με επιστολές ημ. 17.8.2011 και 19.9.2011 για Βεβαίωση Φόρου ΦΠΑ ύψους €20.264,65 μετά από ένσταση που είχαν υποβάλει.

 

Οι εφεσείοντες ήσαν εγγεγραμμένοι στο Μητρώο ΦΠΑ από 1.10.2005 και έχουν επιχειρηματική δραστηριότητα την ανάπτυξη γης.

 

Ως κοινοπραξία δύο εταιρειών οι εφεσείοντες πώλησαν το Σεπτέμβριο του 2006 ένα ακίνητο στο χωριό Κίτι, επαρχίας Λάρνακας για το ποσό των €153.774,12.

 

Ακολούθησε φορολογικός έλεγχος από λειτουργούς των εφεσιβλήτων για την περίοδο από 25.6.2009 μέχρι 2.5.2011 και εξέταση φορολογικών περιόδων από 1.10.2005-31.8.2010.  Κατά την εξέταση, λειτουργοί του αρμοδίου τμήματος ζήτησαν από τους λογιστές των εφεσειόντων στοιχεία και προσκόμιση αποδεικτικών με σκοπό την εξέταση της ορθότητας των υποβληθέντων φορολογικών δηλώσεων.  Ειδικά ζητήθηκε, όπως οι εφεσείοντες προσκομίσουν στοιχεία αναφορικά με τη διαφορά μεταξύ των καταθέσεων και των πωλήσεων που καταχωρήθηκαν στις οικονομικές καταστάσεις των ετών 2005-2009 και των πωλήσεων που δηλώθηκαν στις φορολογικές δηλώσεις.  Ακόμη ζητήθηκαν στοιχεία καταθέσεων που έγιναν σε λογαριασμούς δανείων των εφεσειόντων.

 

Όπως επισημαίνεται και πρωτοδίκως κατά το διενεργηθέντα έλεγχο εντοπίστηκαν σε λογαριασμούς δανείων δύο ποσά καταθέσεων, ήτοι €81.160,10 και €80.713,46, αντιστοίχως, εκ των οποίων, το ποσό των €153.774,12 δεν δικαιολογήθηκε από πού προήλθε. Το ύψος του φόρου ΦΠΑ που αναλογούσε στο εν λόγω ποσό ανερχόταν στις €20.057,49. Περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι δεν είχε αποδοθεί ορθά, από τους εφεσείοντες, ο φόρος εκροών αναφορικά με διάφορα τιμολόγια. Ενόψει τούτου, ο Έφορος ΦΠΑ προχώρησε σε βεβαίωση φόρου, στη βάση του άρθρου 49 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000, Ν.95(Ι)/2000 (ο Νόμος) και οι εφεσείοντες ενημερώθηκαν σχετικώς με επιστολή ημερ. 2 Μαΐου 2011, στην οποία περιείχετο και η βεβαίωση φόρου ύψους €20.525,52.

 

Οι εφεσείοντες στις 20.5.2011 υπέβαλαν ένσταση εναντίον της πιο πάνω βεβαίωσης αποδίδοντας τη δική τους θέση. Eίχαν επισυνάψει επίσης διάφορα έγγραφα, σύμφωνα με τα οποία το ποσό των πιο πάνω καταθέσεων αφορούσε την πώληση γης προς την εταιρεία Sekal Properties Ltd, μέτοχος της οποίας ήταν η κοινοπραξία η οποία προέβηκε στη σχετική κατάθεση των χρημάτων στους λογαριασμούς των εφεσειόντων.

 

Οι εφεσίβλητοι κατέληξαν ότι δεν είχε αιτιολογηθεί η προέλευση του πιο πάνω ποσού μη αποδεχόμενοι τα στοιχεία που τους είχαν προσκομιστεί, αναφέροντας ότι δεν συμπίπτουν οι ημερομηνίας κατάθεσης και ανάληψης του ποσού, αφού η κατάθεση στους λογαριασμούς των εφεσειόντων είχε γίνει στις 2.10.2006 ενώ η ανάληψη από το λογαριασμό της αγοράστριας εταιρείας στις 4.12.2006, δηλαδή η κατάθεση έγινε πρωθύστερα της ανάληψης.  Περαιτέρω, δεν αποδέχτηκαν τη θέση των εφεσειόντων ότι η πληρωμή από την πώληση του ακινήτου δεν έγινε απευθείας από το λογαριασμό της αγοράστριας εταιρείας αλλά από το λογαριασμό κοινοπραξίας τριών εταιρειών, η οποία κοινοπραξία ήταν μέτοχος στην αγοράστρια εταιρεία.  Κρίθηκε, μετά και από έρευνες στην τράπεζα, ότι τα στοιχεία δεν ήσαν επαρκή και ούτε αποδείκνυαν πως η πληρωμή είχε γίνει από την πιο πάνω κοινοπραξία. 

 

Οι εφεσίβλητοι με επιστολή τους 17.8.2011 πληροφόρησαν σχετικώς τους εφεσείοντες και στις 19.9.2011 διόρθωσαν, λόγω αριθμητικού λάθους, το ύψος του φόρου σε €20.264,65.

 

Oι εφεσείοντες, στις 7.9.2011, ζήτησαν επανεξέταση και ο ΄Εφορος με επιστολή του, στις 22.11.2011, τους ανέφερε ότι η απόφαση του εξακολουθεί να ισχύει.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή που καταχώρησαν οι εφεσείοντες αναφέροντας ότι οι εφεσίβλητοι στάθμισαν και αξιολόγησαν όλα τα τεθέντα στοιχεία και γεγονότα.  Αναζητήθηκαν, προς εξεύρεση των αληθών γεγονότων, μετά από υπόδειξη και των εφεσειόντων, στοιχεία  που σχετίζονταν με την ένσταση, ώστε οι εφεσίβλητοι να καταλήξουν στην απόφαση τους, η οποία απόφαση κρίθηκε ομοίως αιτιολογημένη.

 

Οι εφεσείοντες μέμφονται το πρωτόδικο Δικαστήριο με δύο λόγους έφεσης. Ότι εσφαλμένα και αναιτιολόγητα απέρριψε την προσφυγή κρίνοντας ότι, διαπιστωθέντων λαθών στις φορολογικές δηλώσεις, ο ΄Εφορος έχει υποχρέωση να προβεί καλόπιστα και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στη βεβαίωση του Φόρου δυνάμει του ΄Αρθρου 49(1) του Νόμου (πρώτος λόγος) και ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αιτιολογημένη (δεύτερος λόγος).

 

Ο πρώτος λόγος έφεσης στην ανάπτυξη της αιτιολογίας του συγκεκριμενοποιεί πως το παράπονο των εφεσειόντων «έγκειται στην παράλειψη του Εφόρου να αξιολογήσει τα νέα στοιχεία, να αποφανθεί επί της εμβέλειας και βαρύτητας τους και να αιτιολογήσει δεόντως την μη αποδοχή τους».  Ως εκ τούτου, εν τελευταία αναλύσει, οι δύο λόγοι έφεσης συνδέονται και αφορούν την κατ΄ισχυρισμόν μη δέουσα αξιολόγηση νέων στοιχείων καθώς και την έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης.  Γι΄αυτό και είναι ορθότερο και οι δύο λόγοι να εξεταστούν σε κοινό πλαίσιο.

 

Δίδεται ιδιαίτερη σημασία από τους εφεσείοντες ότι οι εφεσίβλητοι – και το πρωτόδικο Δικαστήριο στη δικανική του κρίση – δεν έλαβαν υπόψη τη σημασία του πιστοποιητικού έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας ημερομηνίας 31.8.2011 «στο οποίο φαίνεται ότι η εταιρεία Seκal Properties Ltd αγόρασε το ρηθέν ακίνητο από τις εταιρείες K.Κ.A.Μ. Estates Ltd και SΚΕTSIOS & LARCOS CONSTRUCTIONS DEVELOPERS LTD για το ποσό των €153.774,12». 

 

Το αρμόδιο διοικητικό όργανο με βάση το άρθρο 49(1) του Νόμου έχει εξουσία να βεβαιώσει κατά την καλύτερη του κρίση το ποσό του ΦΠΑ, εφόσον θεωρήσει ότι τα στοιχεία που υποβάλλει ο φορολογούμενος είναι ελλιπή ή ανακριβή.  Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι ενόψει της υποβολής νέων στοιχείων εκ μέρους τους, το άρθρο 49(1) ατονεί. 

 

Συμφωνούμε βεβαίως με τη θέση των εφεσειόντων ότι δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων, αφού η εργασία αυτή αποτελεί έργο της Διοίκησης.  Το Δικαστήριο αποφαίνεται επί του κατά πόσο η απόφαση του Εφόρου, λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον του στοιχείων, ήταν εύλογα επιτρεπτή. 

 

Στη Jacomino Enterprises Ltd v. Δημοκρατίας (2014)3 , ECLI:CY:AD:2014:C925A.A.Δ. 564 λέχθηκαν τα εξής:

Έχει κατ’ επανάληψη λεχθεί και αυτό αποτελεί πάγια θέση της νομολογίας, ότι η επάρκεια της έρευνας, η έκταση, αλλά και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα και δεν υπάρχει στερεότυπος τρόπος που να καλύπτει κάθε περίπτωση. Με άλλα λόγια, η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση ευλόγως επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ’ αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα. Η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμόδιου οργάνου. (Motorways Ltd. v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Logicom Ltd. v. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 287).

 

Και παρακάτω:

«Ας μην μας διαφεύγει ότι η ευθύνη παρουσίασης και αποκάλυψης των αναγκαίων και απαραίτητων για σκοπούς προσδιορισμού των φορολογικών υποχρεώσεων του φορολογούμενου, στοιχείων, βαρύνει αποκλειστικά τον ίδιο, ο οποίος για το σκοπό αυτό υποχρεούται να τηρεί πλήρως ενημερωμένα στοιχεία. Σαν θέμα γενικής αρχής, η εκτίμηση των γεγονότων από τον Έφορο ευσταθεί σε όλες τις περιπτώσεις που βρίσκεται στο όριο του λογικά εφικτού (Βαρναβίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3376, Δημοκρατία ν. Λέρνη (1991) 3 Α.Α.Δ. 346 και Goodtones Ltd. v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 707)».

 

Οι εφεσείοντες είχαν προβάλει ευθύς εξ αρχής το θέμα της αγοραπωλησίας του ακινήτου από την εταιρεία Sekal Properties Ltd ως την πηγή της είσπραξης των €153.774.13 και ότι αυτή η συναλλαγή εξαιρείτο του ΦΠΑ. 

 

Τα γεγονότα αυτά καθ΄εαυτά ήσαν υπόψη της αρμοδίας αρχής, η οποία όμως δεν πείστηκε για τους λόγους που εξέθεσε πως υφίστατο θέμα εξαίρεσης ως προς την επιβολή ΦΠΑ.  Το πιστοποιητικό έρευνας ακίνητης περιουσίας – έστω και αν είχε εκδοθεί μεταγενέστερα (και δη στις 31.8.2011) της ίδιας της επίδικης διοικητικής πράξης ημερ. 17.8.11 – δεν προσθέτει οτιδήποτε δυναμικό  στα γεγονότα που άνευ ετέρου να έπειθε την αρμόδιαν αρχή ώστε να ανατρέψει τη θεώρηση της.  Θα προσθέταμε ότι κατά πάντα σχετικό χρόνο, η αρμόδια αρχή λειτούργησε μεθοδικά με μελέτη στοιχείων και δεδομένων που ζητούσε ώστε να καταλήξει εύλογα στην επίδικη απόφαση που αφορούσε το εν λόγω ποσό. 

 

Ως προς τις θέσεις για έλλειψη αιτιολογίας που επαναφέρουν οι εφεσείοντες στο δεύτερο λόγο υιοθετούμε πλήρως την πρωτόδικη προσέγγιση.  Προς επίρρωση δε ακριβώς της ύπαρξης αιτιολογίας είναι εύγλωττο σχετικό απόσπασμα από την επίδικη πράξη, όπως κοινοποιήθηκε στους εφεσείοντες με την εν λόγω επιστολή των εφεσιβλήτων ημερ. 17.8.2011, στο οποίο διαπιστώνεται επίσης η εύλογη αξιολόγηση όλων των στοιχείων και η επαρκής έρευνα. 

Μεταφέρουμε το σχετικό απόσπασμα:

«i   ……….

ii  ………….

iii  Για το σημείο της παραγράφου 2.iii πιο πάνω, δεν προσκομίσατε
οποιοδήποτε δικαιολογητικό στοιχείο το οποίο να διαφοροποιεί το ποσό που βεβαιώθηκε για τους πιο κάτω λόγους-

-           Τα στοιχεία που προσκομίσατε για να δικαιολογηθούν η πώληση οικοπέδου για £90.000 δεν μπορούν να συσχετισθούν με τις δύο καταθέσεις που έγιναν στις 2/10/2006 στους δύο λογαριασμούς δανείων της κοινοπραξίας. Οι ημερομηνίες αναλήψεων και καταθέσεων δεν συμπίπτουν.         Τα ποσά καταθέσεων προέρχονται από άλλες συγγενικές εταιρείες εγγεγραμμένες στο Μητρώο Φ.Π.Α., των οποίων οι συναλλαγές δεν μπορούσαν να καθοριστούν κατά τον συγκεκριμένο έλεγχο.

-           Οι καταθέσεις έγιναν το 2006 ενώ τα στοιχεία στους τελικούς λογαριασμούς της συγγενικής εταιρείας που αφορούν το ακίνητο παρουσιάζονται 31/12/2009.

-           Σημειώνεται ότι τα πλείστα των δικαιολογητικών που παρουσιάστηκαν κατά την ένσταση δεν αποτελούσαν νέα στοιχεία αφού είχαν ήδη εξεταστεί κατά τον έλεγχο».

 

Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει η έφεση απορρίπτεται με €3.000 έξοδα, υπέρ των εφεσιβλήτων.

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο