(1991) 4 ΑΑΔ 1355
[*1355] 19 Απριλίου. 1991
[Α. ΛΟΪΖΟΥ, Π.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΠΡΟΣ ΠΑΝΑΓΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Αιτητές,
ν.
ΕΛΕΓΚΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 188/90 και 189/90).
Διοικητική Πράξη — Αιτιολογία — Πρέπει να είναι σαφής και με αναφορά στα στοιχεία που στήριξαν την ουσιαστική κρίση της Διοίκησης — Η γενική και αόριστη αιτιολογία καθιστά την πράξη ακυρωτέα.
Οι Περί Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών Κανονισμοί του 1989 — Κ.Δ.Π. 174/89 — Κανονισμοί 16(2) και 16(3) απαιτούν όπως οι προαγωγές των υπαλλήλων κριθούν βάσει της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας μαζί με την λήψη υπόψη των συστάσεων του Διευθυντή και του προϊσταμένου του τμήματος της κενής θέσης.
Με τις προσφυγές αυτές οι οποίες συνεκδικάστηκαν γιατί παρουσίαζαν κοινά νομικά σημεία, οι αιτητές ζήτησαν την ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση να προάξουν τα ενδιαφερόμενα μέρη αντί αυτών.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
(1) Με βάση τις σχετικές αρχές της νομολογίας περί αιτιολογίας, η επίδικη απόφαση στερείται ενός απαραίτητου μέρους της αιτιολογίας της λόγω της παράλειψης να καταγραφούν τα διάφορα στοιχεία που ουσιαστικά επηρέασαν την Επιτροπή στη λήψη της απόφασής της με συνέπεια να καθίσταται αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος.
(2) Αποτελεί λόγο ακυρώσεως το γεγονός ότι οι προαγωγές φαίνεται να έχουν γίνει κατά παράβαση των περί Ελεγκτικής Υπη[*1356]ρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 174/89), Κανονισμοί 16(2) και 16(3), αφού στο σχετικό πρακτικό δεν γίνεται καμία αναφορά στην αξία των υποψηφίων, στους υπηρεσιακούς φακέλους και στις συστάσεις του Διευθυντή και του Προϊσταμένου του Τμήματος όπως απαιτούν οι Κανονισμοί, γεγονός που καθιστά την επίδικη απόφαση άκυρη για έλλειψη δέουσας έρευνας, προϊόν πλάνης και παραβίαση της χρηστής διοίκησης.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται χωρίς έξοδα.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης της καθ' ης η αίτηση να προάξουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Ελεγκτή 1ης Τάξης αντί των αιτητών.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους αιτητές.
Α. Πασχαλίδης, για την καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
Ο Πρόεδρος κ. Α. Λοΐζου ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.
Α. ΛΟΪΖΟΥ, Π: Με τις προσφυγές αυτές οι οποίες συνεκδικάστηκαν γιατί παρουσιάζουν κοινά νομικά σημεία, οι αιτητές ζήτησαν δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση να προάξουν τα ενδιαφερόμενα μέρη αντί αυτών, είναι άκυρη ή/και εστερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο υπάλληλοι του Ταμείου Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών.
Με τη ψήφιση του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου 1985 (Νόμος αρ. 22 του 1985), καθιδρύθηκε η Ελεγκτική Υπηρεσία και συμφωνα με το εδάφιο 14 του άρθρου 19 του Νόμου, το Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως διαλύθηκε και οι υπάλληλοι του Ταμείου που ασκούσαν ελεγκτικά καθήκοντα κατά την ημερομηνία ενάρξεως του πιο πάνω Νόμου, δηλαδή την 1 Αυγούστου 1987, μεταφέρτηκαν στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών, "υπό τους αυτούς όρους ως και προ της τοιαύτης [*1357] μεταφοράς".
Με βάση το άρθρο 19(14)(Β) του Νόμου οι αιτητές με-ταφέρτηκαν στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών την 1 Αυγούστου 1987.
Κατά τη συνεδρία της Επιτροπής της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών με ημερομηνία 22 Αυγούστου 1989, αποφάσισε να κυκλοφορήσει εγκύκλιο σε όλο το προσωπικό της Υπηρεσίας που να ζητά υποβολή αιτήσεων, μεταξύ άλλων, για τη θέση Ελεγκτή και Ελεγκτή 1ης Τάξης, από τους ενδιαφερομένους υπαλλήλους. Οι θέσεις Ελεγκτή και Ελεγκτή 1ης Τάξης, σύμφωνα με τα Σχέδια Υπηρεσίας είναι θέσεις προαγωγής.
Συνολικά για τη θέση Ελεγκτή υποβλήθηκαν τριανταοχτώ αιτήσεις και για τη θέση Ελεγκτή 1ης Τάξης υποβλήθηκαν τριανταέξι αιτήσεις.
Οι καθ' ων η αίτηση δέχτηκαν σε συνέντευξη στις 10 Ιανουαρίου 1990 και στις 11 Ιανουαρίου 1990, τριανταδύο υποψήφιους για τη θέση Ελεγκτή και τριανταπέντε υποψήφιους για τη θέση Ελεγκτή 1ης Τάξης, και στις 13 Ιανουαρίου 1990 η Επιτροπή έλαβε την πιο κάτω απόφαση (Παράρτημα 5).
"5. Πλήρωση κενών θέσεων Ελεγκτή. Η Επιτροπή, με βάση τα προσόντα, πείρα, αρχαιότητα και απόδοση στη συνέντευξη, αξιολόγησε όλους τους υποψήφιους για τη θέση του Ελεγκτή και ομόφωνα διαπίστωσε ότι οι Παναγιώτης Λεωνίδου, Στέλιος Παπαλεξάνδρου, Προκόπής Χρίστου και Χαράλαμπος Σωκράτους, πληρούν το σχέδιο υπηρεσίας και υπερτερούν των άλλων υποψηφίων και αποφάσισε την προαγωγή τους από 1,2.1990, στη θέση του Ελεγκτή.
6. Πλήρωση κενών Θέσεων Ελεγκτή, 1ης Τάξης. Η Επιτροπή με βάση τα προσόντα, πείρα, αρχαιότητα και απόδοση στη συνέντευξη, αξιολόγησε όλους τους υποψήφιους για τη θέση του Ελεγκτή 1ης Τάξης και ομό[*1358]φωνα διαπίστωσε ότι οι Κύπρος Παναγή, Νίκος Παπακωνσταντίνου, Ανδρέας Παντελίδης, Χαράλαμπος Χαραλάμπους, Νίκος Θεοδοσίου και Αγαθοκλής Παπαγεωργίου, πληρούν το σχέδιο υπηρεσίας και υπερτερούν των άλλων υποψηφίων και αποφάσισε την προαγωγή τους από 1.2.1990 στη θέση του Ελεγκτή 1ης Τάξης."
Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκαν οι προσφυγές αυτές που στρέφονταν εναντίον της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών, 1. Πανικού Λεωνίδου, 2. Στέλιου Παπαλεξάνδρου, 3. Προκόπη Χρίστου και 4. Χαράλαμπου Σωκράτους, στη θέση Ελεγκτή. Η προσφυγή αριθμός 189/90, στρέφεται επίσης εναντίον της προαγωγής των 1. Ανδρέα Παντελίδη, 2. Νίκου Θεοδοσίου, 3. Χαράλαμπου Χαραλάμπους, 4. Αγαθοκλή Παπαγεωργίου και 5. Νίκου Παπακωνσταντίνου στη θέση Ελεγκτή 1ης Τάξης.
Είναι ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η επίδικη απόφαση πάσχει από παντελή έλλειψη αιτιολογίας, τα σχετικά πρακτικά είναι ελλειπή και δεν έχουν καταγραφεί τα αποτελέσματα των συνεντεύξεων και η εικόνα που έδωσε ο κάθε υποψήφιος στην προφορική συνέντευξη. Είναι περαιτέρω ο ισχυρισμός ότι δεν λήφθηκαν υπόψη από την Επιτροπή, οι συστάσεις του Διευθυντή και του προϊσταμένου του Τμήματος, ο οποίος εν πάση περιπτώσει δεν είχε κληθεί ενώπιον της Επιτροπής και δεν έκαμαν αναφορά ή μελέτη σε φακέλους. Τέλος παραγνωρίστηκε η αξία των υποψηφίων στην οποία δεν γίνεται καμμιά αναφορά.
Είναι γενικά η θέση των αιτητών ότι η επίδικη απόφαση είναι αόριστη, αναιτιολόγητη, λήφθηκε χωρίς οποιαδήποτε έρευνα και είναι πεπλανημένη, και τέλος ότι οι αιτητές υπερέχουν των ενδιαφερομένων μερών σε αξία, προσόντα και αρχαιότητα.
Είναι η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούν των αιτητών και ότι κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης λήφθηκαν υπόψη, όλα τα νόμιμα κριτήρια, η Επιτροπή προέβηκε σε εκτεταμένη έρευνα [*1359] των φακέλων των υποψηφίων από την οποία προκύπτει σαφώς η υπεροχή των ενδιαφερομένων μερών, και ότι επαρκής αιτιολογία υπάρχει τόσο στο κείμενο της επίδικης απόφασης αλλά και μπορεί να συμπληρωθεί από τους σχετικούς φακέλους.
Έχει νομολογηθεί ότι υπάρχει υποχρέωση σε κάθε συλλογικό όργανο για τήρηση πρακτικών ώστε να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος. Η αιτιολογία της ελεγχόμενης πράξης εκτός αν συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, πρέπει να είναι διατυπωμένη με σαφήνεια, να αναφέρονται συγκεκριμένα τα στοιχεία πάνω στα οποία στηρίχτηκε η ουσιαστική κρίση της Διοίκησης. Αιτιολογία η οποία διατυπώνεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο, ώστε να μη προκύπτουν τα γεγονότα βάσει των οποίων κατέληξε η Διοίκηση στην απόφαση της, θεωρείται αόριστη και ανεπαρκής και αποτελεί από μόνη της λόγο ακυρώσεως της απόφασης της Διοίκησης. (Βλέπε απόφαση στην προσφυγή 898/87, Παπαμιχαήλ ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 9 Μαρτίου 1990, και Οικονόμου, "Ο Δικαστικός Έλεγχος της Διακριτικής Εξουσίας" σελ. 235.
Στην προκειμένη περίπτωση η παράλειψη να καταγραφούν τα διάφορα στοιχεία που ουσιαστικά επηρέασαν την Επιτροπή στη λήψη της επίδικης απόφασης, στερεί την απόφαση αυτή από ένα απαραίτητο μέρος της αιτιολογίας της, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό αδύνατο το δικαστικό έλεγχο.
Ένας άλλος λόγος ακυρώσεως της επίδικης απόφασης είναι το γεγονός ότι οι προαγωγές φαίνονται να έχουν γίνει κατά παράβαση των περί Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών Κανονισμών του 1989 που δημοσιεύτηκαν στο Παράρτημα Τρίτο της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας ως KAIL 174/89, και συγκεκριμένα των Κανονισμών 16(2) και 16(3) οι οποίοι αναφέρουν τα ακόλουθα:
"16 ……………………………………………………………………………….. [*1360]
(2) Αι διεκδικήσεις των υπαλλήλων προς προαγωγήν αποφασίζονται βάσει της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητος αυτών.
(3) Κατά την προαγωγήν λαμβάνονται δεόντως υπ' όψιν αι περί των υποψηφίων συστάσεις του Διευθυντού και του προϊσταμένου της υπηρεσίας ή τμήματος εν τω οποίω η κενή θέσις."
Στο σχετικό πρακτικό της Επιτροπής ουδεμία αναφορά γίνεται στην αξία των υποψηφίων, στους υπηρεσιακούς τους φακέλους και στις συστάσεις του Διευθυντή και του προϊσταμένου του Τμήματος. Είναι άγνωστο αν τα πιο πάνω στοιχεία ήσαν καθ' οιονδήποτε χρόνο ενώπιον της Επιτροπής, αν λήφθηκαν καθόλου υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης και σε ποιό βαθμό. Το ασφαλέστερο συμπέρασμα στο οποίο μπορεί να καταλήξω ενόψει των στοιχείων που βρίσκονται ενώπιόν μου είναι ότι τα πιο πάνω στοιχεία δεν βρίσκοντο ενώπιον της Επιτροπής κατά τον ουσιώδη χρόνο, γεγονός που καθιστά την επίδικη απόφαση άκυρη για έλλειψη δέουσας έρευνας, προϊόν πλάνης και παραβίασης της χρηστής διοίκησης.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Δεν γίνεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Επίδικη απόφαση ακυρώνεται χωρίς έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο