Μούστρας κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (1992) 4 ΑΑΔ 988

(1992) 4 ΑΑΔ 988

[*988] 18 Μαρτίου, 1992

[ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΜΟΥΣΤΡΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 647/90, 655/90, 661/90,693/90).

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Διορισμοί/Προαγωγές — Προσόντα — Εννομο συμφέρον — Αιτητής που δεν κατέχει τα προσόντα που προνοούνται από το σχέδιο υπηρεσίας για διορισμό ή προαγωγή σε θέση, δεν' έχει έννομο συμφέρον προσβολής αποφάσεως διορισμού ή προαγωγής άλλου στη θέση αυτή.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Διορισμοί/Προαγωγές —Σχέδια Υπηρεσίας — Η ερμηνεία και εφαρμογή τους ανάγονται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η ερμηνεία που δόθηκε ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Διοιρισμοί/Προαγωγές — Προσόντα — Το κατά πόσο υποψήφιος κατέχει τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας για διορισμό ή προαγωγή, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου — Το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει αν η απόφαση της ΕΕΥ ήταν λογικά επιτρεπτή — Μία περίπτωση τίτλου χαρακτηριζομένου ως "In-service".

Λέξεις και φράσεις — Ο όρος "εκπαιδευτικός λειτουργός" στον Ν. 10/69 (Άρθρο 2, όπως τροποποιήθηκε)

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Προκατάληψη — Ισχυρισμοί για μεροληψία και [*989] προκατάληψη πρέπει να αποδεικνύονται με βεβαιότητα.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Διοιρισμοί/Προαγωγές — Έκδηλη υπεροχή —Για να επιτύχει αιτητής στην προσφυγή του, επί διορισμού/προαγωγής, πρέπει να αποδείξει έκδηλη υπεροχή.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Διορισμοί/Προαγωγές — Συνεντεύξεις — Η αξιολόγηση κατά τις συνεντεύξεις λαμβάνεται υπόψη ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας των υποψηφίων (Άρθρο 35Β(4)(10)(α) της εκπαιδευτικής νομοθεσίας).

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Διορισμοί/Προαγωγές — Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας —Ευρεία εξουσία της ΕΕΥ σχετικά με την πλήρωση θέσεων ψηλά στην ιεραρχία.

Με τις προσφυγές αυτές, που λόγω συνάφειας συνεκδικάστηκαν, προσβλήθηκε απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας περί διορισμού ή/και προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών αντί των αιτητών στη θέση Επιθεωρητή Β' Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Προσεβλήθη επίσης από κάποιους αιτητές η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής να μην τους συμπεριλάβει στον κατάλογο συστηθέντων καθώς και η απόφαση της ΕΕΥ να μην τους συμπεριλάβει στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων και την παράλειψή της να τους μεταχειρισθεί σαν προσοντούχους υποψηφίους.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

1. Είναι νομολογημένο ότι αν ένας αιτητής δεν κατέχει τα προσόντα που προνοούνται από το σχέδιο υπηρεσίας για διορισμό ή προαγωγή σε μια θέση, τότε δεν έχει έννομο συμφέρον να καταχωρίσει προσφυγή εναντίον απόφασης για το διορισμό ή προαγωγή άλλου προσώπου στη θέση αυτή.

Είναι επίσης νομολογημένο ότι η ερμηνεία και εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας ανάγονται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η ερμηνεία που δόθηκε σε συγκεκριμένη πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας ήταν εύλογα επιτρεπτή στη διοίκηση.

2. Το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας που απαιτούνται για διορισμό ή προαγωγή ανάγεται στη    διακριτική ευχέρεια του [*990] διορίζοντος οργάνου, εδώ της ΕΕΥ, και το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει αν η απόφαση της ΕΕΥ ήταν λογικά επιτρεπτή σ' αυτήν.

Ο αιτητής της προσφυγής 693/90 είναι κάτοχος B.Ed, και M.Ed, που εκδόθηκαν από το Πανεπιστήμιο της Ουαλλίας μετά από φοίτησή του στο Frederick Polytechnic, στην Κύπρο.

Το Πανεπιστήμιο της Ουαλλίας, το οποίο εξέδωσε τον τίτλο, είναι αναγνωρισμένο τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο, όσο και αλλαχού. Δεν μπορεί να λεχθεί όμως το ίδιο για το Frederick Polytechnic, που λειτουργεί στην Κύπρο, και στο οποίο έγινε η διδασκαλία για την απόκτηση του τίτλου αυτού. Το ίδρυμα αυτό δεν είναι αναγνωρισμένο στην Κύπρο ως Πανεπιστημιακή σχολή. Εξάλλου, η φοίτηση σ' αυτό και ο τίτλος του B.Ed, που δίνεται στους αποφοίτους του, χαρακτηρίζεται ως "In-Service" από το ίδιο το Πανεπιστήμιο της Ουαλλίας που εκδίδει τον τίτλο, πράγμα που υπονοεί ότι ο τίτλος αυτός διαφέρει από τον κανονικό. Όλα τα απαραίτητα στοιχεία βρίσκονταν ενώπιον της ΕΕΥ η οποία εξετάζοντας και επανεξετάζοντας την ένσταση του αιτητή τα έλαβε υπόψη της και σταθμίζοντάς τα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής δεν κατέχει το απαιτούμενο πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν. Το γεγονός ότι το προσόν που κατέχει ο αιτητής αναγνωρίστηκε από τους καθ' ων η αίτηση για άλλους σκοπούς, όπως η παροχή προσαυξήσεων, είναι άσχετο με την παρούσα υπόθεση.

3. Σύμφωνα με το Άρθρο 2 του περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου (Αρ. 10/69), όπως τροποποιήθηκε, 'εκπαιδευτικός λειτουργός' σημαίνει τον κατέχοντα θέσιν εν τη δημοσία εκπαιδευτική υπηρεσία". Το εύρημα της ΕΕΥ ότι ο αιτητής, που κατείχε τη θέση Διευθυντή Σχολής Τυφλών, δεν ήταν εκπαιδευτικός λειτουργός ήταν, με βάση τα στοιχεία, εύλογο και ορθό.

4. Ισχυρισμοί για μεροληψία και προκατάληψη πρέπει να αποδεικνύονται με βεβαιότητα.

5. Έγινε ισχυρισμός ότι οι αιτητές υπερείχαν των ενδιαφερομένων μερών και έπρεπε να προτιμηθούν. Είναι νομολογημένο ότι για  να πετύχει ένας   αιτητής   στην [*991] προσφυγή του, πρέπει ν' αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι των προαχθέντων. Η αρχαιότητα μερικών από τους αιτητές δεν μπορεί από μόνη της να αποτελέσει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών, ενόψει μάλιστα της ευρείας εξουσίας που έχει η ΕΕΥ σχετικά με την πλήρωση θέσεων ψηλά στην ιεραρχία, όπως η επίδικη. Εξάλλου, η ΕΕΥ μπορεί να δώσει περισσότερη βαρύτητα στον ένα παράγοντα ή τον άλλο.

6. Η αξιολόγηση κατά τις συνεντεύξεις λαμβάνεται υπόψη ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας των υποψηφίων (Άρθρο 35Β(4)(10)(α)).

7. Η ΕΕΥ έλαβε την επίδικη απόφασή της, συνεκτιμώντας όλα τα στοιχεία μαζί και δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι το αποτέλεσμα των συνεντεύξεων αποτέλεσε ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως από μόνο του ή ότι υπήρξε ο αποφασιστικός παράγων.

Και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ευρεία εξουσία που έχει η ΕΕΥ σχετικά με την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής και θέσεων ψηλά στην ιεραρχία, όπως είναι η παρούσα, η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στην ΕΕΥ και εν πάση περιπτώσει οι αιτητές απέτυχαν ν' αποδείξουν έκδηλη υπεροχή.

Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Χ"Ττοφή και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1991) 4(A) Α.Α.Δ. 474·

Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1991) 4(Γ) Α.Α.Δ. 2116·

Λοϊζίδου ν. Δημοκρατίας (1991) 4(E) Α.Α.Δ. 4089·

Λοϊζίδου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 732·

Μιλτιάδους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1318·

Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437·

Soteriadou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 921·

Public Service Commission v. Potoudes and Others (1987) 3 C.L.R. 1591· [*992]

Ierides v. Republic (1980) 3 C.L.R. 165.

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας με την οποία διόρισε και/ή προήγαγε τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Επιθεωρητή Β' Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης αντί των αιτητών.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους αιτητές.

Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

Α.  Παναγιώτου,  για   το   ενδιαφερόμενο   μέρος   Α. Δαμιανού.

Ν. Παπαευσταθίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος Μ. Τσουλλόφτα.

Ν. Παπαμιλτιάδους, για το ενδιαφερόμενο μέρος Μ. Κυριάκου.

Κ. Ευσταθίου για Ε. Ευσταθίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος Α. Σωτηριάδη.

Cur. adv. vult.

Ο Δικαστής κ. Κούρρης ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.

ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.: Με τις προσφυγές αυτές, που συνεκδικάστηκαν γιατί προσβάλλουν την ίδια διοικητική πράξη και παρουσιάζουν κοινά πραγματικά και νομικά στοιχεία, προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ.), ημερομηνίας 10/7/90, με την οποία διόρισε ή/και προήγαγε στη θέση Επιθεωρητή Β' Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης τα ενδιαφερόμενα μέρη αντί και/ή κατά προτίμηση των αιτητών. [*993]

Οι αιτητές στις υποθέσεις 661/90 και 693/90 προσβάλλουν επίσης την απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής να μην τους συμπεριλάβει στον κατάλογο των συστηθέντων για προαγωγή υποψηφίων, όπως και την απόφαση της Ε.Ε.Υ. να μην τους συμπεριλάβει στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων και την παράλειψή της να τους μεταχειρισθεί σαν προσοντούχους υποψηφίους.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι: (1) Θεοκλής Κουγιάλης, (2) Ανδρέας Δαμιανός, (3) Μιχαήλ Κυριάκου, (4) Ανδρέας Σωτηριάδης, και (5) Μιχαήλ Τσουλόφτας. Όλοι οι αιτητές προσβάλλουν το διορισμό ή/και προαγωγή όλων των ενδιαφερομένων μερών, εκτός ενός από τους αιτητές στην υπόθεση 647/90, του Παντελή Θεοφυλάκτου, που απέσυρε την προσφυγή του εναντίον του ενδιαφερόμενου μέρους Μιχαήλ Κυριάκου.

Τα γεγονότα που αφορούν τις υποθέσεις αυτές, είναι τα ακόλουθα: Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας με έγγραφό του ημερομηνίας 18/4/90, διαβίβασε στην Ε.Ε.Υ. έγκριση για πλήρωση πέντε θέσεων Επιθεωρητή Β' Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Οι θέσεις, που είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και σ' "ανταπόκριση υποβλήθηκαν 33 αιτήσεις. Ανάμεσα σ' αυτούς που υπόβαλαν αίτηση ήταν και οι αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι αιτήσεις μαζί με όλα τα απαραίτητα στοιχεία διαβιβάστηκαν στη Συμβουλευτική Επιτροπή που με την έκθεσή της, που διαβίβασε στην Ε.Ε.Υ. στις 16/6/90, σύστησε για διορισμό/ προαγωγή 15 υποψηφίους, ανάμεσα στους οποίους και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι αιτητές εκτός των Σταύρου Μανώλη και Χριστόδουλου Κίκα, ήταν επίσης ανάμεσα στους συστηθέντες. Για τους αιτητές Σταύρο Μανώλη και Χριστόδουλο Κίκα, η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε ότι "δεν μπορούν να θεωρηθούν υποψήφιοι γιατί δεν ικανοποιούν την πρόνοια των σχεδίων υπηρεσίας για τα ακαδημαϊκά προσόντα.". Οι αιτητές αυτοί, υπέβαλαν ενστάσεις τις οποίες εξέτασε η Ε.Ε.Υ. κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 9/7/90 (Παράρτημα Δ στην ένσταση). Σχετικά με τον αιτητή Στ. Μανώλη, η Ε.Ε.Υ. αποφάσισε ότι: [*994]

"... ορθά η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν έχει περιλάβει τον κο. Μανώλη στον κατάλογο γιατί το πτυχίο του δεν αφορά τα παιδαγωγικά ή την εκπαιδευτική διοίκηση ή συναφές θέμα όπως απαιτούν τα σχέδια υπηρεσίας. Επίσης η Επιτροπή βρίσκει ότι ο κος Μανώλης δεν έχει την απαιτούμενη από τα προϊσχύοντα σχέδια υπηρεσίας (βλ. σημείωση στα σχέδια υπηρεσίας) μετεκπαίδευση στο εξωτερικό στα παιδαγωγικά ή άλλο συναφές θέμα".

Σχετικά με τον αιτητή Χρ. Κίκα, αποφάσισε ως εξής:

"Η Επιτροπή βρίσκει ότι ορθά η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν έχει περιλάβει τον κο Κίκα στον κατάλογο, αφού τα πτυχία του (B.Ed, και M.Ed, του πανεπιστημίου Ουαλλίας) δεν αναγνωρίζονται ως πανεπιστημιακά προσόντα.

Επίσης η Επιτροπή βρίσκει ότι ο κος Κίκας δεν έχει αποκτήσει ως τις 16/12/85 την απαιτούμενη από τα προηγούμενα σχέδια υπηρεσίας μετεκπαίδευση στο εξωτερικό ενός τουλάχιστο ακαδημαϊκού έτους στα παιδαγωγικά ή άλλο συναφές θέμα".

Στη συνέχεια η Ε.Ε.Υ. κατάρτισε τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων, τους οποίους και αποφάσισε να καλέσει σε προσωπικές συνεντεύξεις. Αποφάσισε επίσης ποιά στοιχεία θα λάμβανε υπόψη για την αξιολόγηση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις.

Οι προσωπικές συνεντεύξεις έγιναν στις 10/7/90. Μετά τις συνεντεύξεις ο Διευθυντής Δημοτικής Εκπαίδευσης (ο Διευθυντής), εξέφρασε τις κρίσεις του για την απόδοση των υποψηφίων. Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή η Ε.Ε.Υ. επανεξέτασε την περίπτωση του αιτητή Χρ. Κίκα (με αφορμή παραστάσεων του ιδίου). Σχετικά με το θέμα αυτό, στα πρακτικά (Παράρτημα Ε στην ένσταση) αναφέρονται τα ακόλουθα:

"Η Επιτροπή έχει ενώπιόν της τόσο την επιστολή του Διευθυντή Ανώτερης & Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας με αρ. 422/68/28 και ημερ. 10/5/89, [*995] όσο και τα έγγραφα τα οποία υπέβαλαν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι από το πανεπιστήμιο Ουαλλίας και το Department of Education & Science της Αγγλίας.

Το Υπουργείο Παιδείας αναφέρει ότι κανένα ακαδημαϊκό προσόν που εκδίδεται από ιδιωτικές τριτοβάθμιες σχολές στην Κύπρο δεν έχει τύχει της εκπαιδευτικής Αξιολόγησης - Πιστοποίησης (Accreditation) και ότι το Υπουργείο Παιδείας δεν έχει εξουσιοδοτήσει ή εγκρίνει κανένα ξένο εκπαιδευτικό ίδρυμα να διδάσκει σειρές μαθημάτων στην Κύπρο και να εκδίδει τίτλους. Οι τίτλοι που εκδίδει το πανεπιστήμιο της Ουαλλίας τους οποίους το ίδιο το πανεπιστήμιο χαρακτηρίζει "In-Service Degree" και όπως πάλιν αναφέρει το ίδιο το πανεπιστήμιο "εκδίδονται ύστερα από διδασκαλία στο "Frederick Polytechnic University in Cyprus" δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι καλύπτουν την πρόνοια των σχεδίων υπηρεσίας για "πανεπιστημιακό προσόν" αφού στην Κύπρο δεν υπάρχει πανεπιστημιακή σχολή η οποία να λειτουργεί νόμιμα και τα πτυχία της οποίας να αναγνωρίζονται από το Υπουργείο Παιδείας. Επιπλέον το Frederick Polytechnic αναφέρεται στα έγγραφα του πανεπιστημίου της Ουαλλίας ως Frederick Polytechnic University, πράγμα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Η Επιτροπή έχει υπόψη της επίσης, τη γνωμοδότηση της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας με αρ. 46(A)/67/VII και ημερ. 15/7/89, αλλά η γνωμοδότηση αυτή αφορά την παραχώρηση μονάδων για σκοπούς πρόσθετων προσόντων με βάση την παράγραφο (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 35Β των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969 έως 1990. Στην προκειμένη όμως περίπτωση ο πανεπιστημιακός τίτλος είναι, σύμφωνα με τα σχέδια υπηρεσίας, απαραίτητο προσόν για τη θέση Επιθεωρητή Β' Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης.

Η Επιτροπή με βάση όλα τα ενώπιόν της στοιχεία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι τίτλοι που εκδίδονται από το πανεπιστήμιο της Ουαλλίας, ύστερα [*996] από διδασκαλία σε ιδιωτική σχολή στην Κύπρο δεν μπορούν να θεωρηθούν πανεπιστημιακοί. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν μπορεί να τροποποιήσει την προηγούμενη της απόφαση με βάση την οποία ο κος Κίκας δεν θεωρήθηκε υποψήφιος για τη θέση αυτή (βλ. πρακτικά 9/7/90))".

Στη συνέχεια η Ε.Ε.Υ. προέβηκε στη δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στις συνεντεύξεις με βάση τα κριτήρια που καθόρισε στη συνεδρία της ημερ. 9/7/90 και αφού έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία ενώπιόν της συμπεριλαμβανομένης της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας των υποψηφίων, αποφάσισε να προσφέρει διορισμό στη θέση Επιθεωρητή Β' Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης στο Θεοκλή Κουγιάλη, και προαγωγή στην ίδια θέση στους Ανδρέα Δαμιανό, Μιχαήλ Κυριάκου, Ανδρέα Σωτηριάδη και Μιχαήλ Τσουλόφτα. Ως ημερομηνία ισχύος του διορισμού/προαγωγών, ορίστηκε η 1/8/90. Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω απόφασης καταχωρίστηκαν οι παρούσες προσφυγές.

Στις υποθέσεις 661/90 και 693/90 εγέρθηκαν προδικαστικές ενστάσεις από μέρους του δικηγόρου των καθ'ων η αίτηση. Οι ενστάσεις αυτές συνίστανται στο ότι οι αιτητές στις υποθέσεις αυτές στερούνται εννόμου συμφέροντος για την καταχώρηση και συνέχιση των προσφυγών τους καθότι δεν κατείχαν, κατά τον ουσιώδη χρόνο της λήψης της επίδικης απόφασης, τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα.

Θα ασχοληθώ πρώτα με τις προδικαστικές αυτές ενστάσεις.

Είναι νομολογημένο ότι αν ένας αιτητής δεν κατέχει τα προσόντα που προνοούνται από το σχέδιο υπηρεσίας για διορισμό ή προαγωγή σε μια θέση, τότε δεν έχει έννομο συμφέρον να καταχωρήσει προσφυγή εναντίον απόφασης για το διορισμό ή προαγωγή άλλου προσώπου στη θέση αυτή.

Είναι επίσης νομολογημένο ότι η ερμηνεία και εφαρμογή των σχεδίων   υπηρεσίας ανάγονται στη [*997] διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η ερμηνεία που δόθηκε σε συγκεκριμένη πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας ήταν εύλογα επιτρεπτή στη διοίκηση.

Το σχέδιο υπηρεσίας του Επιθεωρητή Β' προνοεί:

"Απαιτούμενα Προσόντα:

1. Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στα Παιδαγωγικά ή την Εκπαιδευτική Διοίκηση ή σε συναφές θέμα.

Σημ.: Εκπαιδευτικοί που είχαν τα προσόντα για την προηγούμενη θέση Επιθεωρητή Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης ή θα τα αποκτήσουν μέχρι τις 16.12.1985 θα μπορούν να είναι υποψήφιοι για τη θέση αυτή.

2. Εκπαιδευτική υπηρεσία τριών ετών είτε στην παρούσα είτε στην προηγούμενη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης.

………………………………………..".

Στην υπόθεση 661/90, ο αιτητής Σταύρος Μανώλη θεωρήθηκε ότι δεν κατέχει τα προσόντα που προνοούν τα σχέδια υπηρεσίας για την επίδικη θέση, γιατί, όπως ήδη αναφέρθηκε, το πτυχίο που κατείχε δεν αφορούσε τα Παιδαγωγικά ή την Εκπαιδευτική Διοίκηση ή συναφές θέμα, όπως απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας.

Τα προσόντα του αιτητή Μανώλη φαίνονται τόσο στον πίνακα του Παραρτήματος Δ της ένστασης όσο και στους προσωπικούς του φακέλους. Φοίτησε στη Σχολή Νομικών και Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Τμήμα Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών), από όπου πήρε το πτυχίο του. Όπως αναγράφεται στο πτυχίο αυτό, (βλέπε κυανό 118 του φακέλου του αιτητή αρ. Π2377/2), ο αιτητής "επέλεξεν ως υποχρεωτικόν κατ' επιλογήν μάθημα του Δ' έτους σπουδών (1) το Ποινικόν Οικονομικόν Δίκαιον και (2) το [*998] Δίκαιον Διεθνών Συναλλαγών ως προαιρετικόν δε του ιδίου έτους την Αγγλικήν."

Κατά το πανεπιστημιακό έτος 1978-79, εγγράφηκε στο Τμήμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, του ιδίου Πανεπιστημίου, στον κλάδο Οικονομικών Επιστημών, και εξετάστηκε με επιτυχία στην Οικονομική των Επιχειρήσεων, την Οικονομική Γεωγραφία και την Οικονομική Ανάλυση. Σύμφωνα με τη σημείωση στο πιστοποιητικό (κυανό 65 στο φάκελο 2377/3), απομένει να εξεταστεί με επιτυχία στην Πολιτική Οικονομία του Α' και Β' έτους σπουδών.

Τα στοιχεία αυτά ήταν ενώπιον της Ε.Ε.Υ. όταν εξέταζε την ένσταση του αιτητή και το συμπέρασμα της ότι το πτυχίο του δεν αφορά τα Παιδαγωγικά ή την Εκπαιδευτική Διοίκηση ή συναφές μ' αυτά θέμα, όπως απαιτείται από τα σχέδια υπηρεσίας, ήταν εύλογα επιτρεπτό σ' αυτή με βάση τα στοιχεία αυτά. Εύλογα επιτρεπτό ήταν επίσης και το εύρημα της Ε.Ε.Υ. ότι ο αιτητής δεν ικανοποιούσε την πρόνοια των προϊσχύοντων σχεδίων υπηρεσίας για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό στα Παιδαγωγικά ή άλλο συναφές θέμα.

Με βάση την κατάληξή μου αυτή, βρίσκω ότι ο αιτητής Μανώλη δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη απόφαση και επομένως η προσφυγή του απορρίπτεται.

Στην προσφυγή 693/90, ο αιτητής Χριστόδουλος Κίκας θεωρήθηκε από την Ε.Ε.Υ. ότι δεν κατέχει τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας γιατί τα πτυχία του δεν αναγνωρίζονται ως Πανεπιστημιακά διπλώματα ή τίτλοι.

Το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας που απαιτούνται για διορισμό ή προαγωγή ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου, εδώ της Ε.Ε.Υ, και το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει αν η απόφαση της Ε.Ε.Υ. ήταν λογικά επιτρεπτή σ' αυτήν.

Ο αιτητής Κίκας είναι κάτοχος B.Ed, και M.Ed, που [*999] εκδόθηκαν από το Πανεπιστήμιο της Ουαλλίας μετά από φοίτηση του στο Frederick Polytechnic, στην Κύπρο.

Το Πανεπιστήμιο της Ουαλλίας, το οποίο εξέδωσε τον τίτλο, είναι αναγνωρισμένο τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο, όσο και αλλαχού. Δεν μπορεί να λεχθεί όμως το ίδιο για το Frederick Polytechnic, που λειτουργεί στην Κύπρο, και στο οποίο έγινε η διδασκαλία για την απόκτηση του τίτλου αυτού. Το ίδρυμα αυτό δεν είναι αναγνωρισμένο στην Κύπρο ως Πανεπιστημιακή σχολή. Εξάλλου, η φοίτηση σ' αυτό και ο τίτλος του B.Ed, που δίνεται στους αποφοίτους του, χαρακτηρίζεται ως "In-Service" από το ίδιο το Πανεπιστήμιο της Ουαλλίας που εκδίδει τον τίτλο, (Βλέπε Παράρτημα Χ2 στη γραπτή αγόρευση για τον αιτητή), πράγμα που υπονοεί ότι ο τίτλος αυτός διαφέρει από τον κανονικό. Όλα τα απαραίτητα στοιχεία βρίσκονταν ενώπιον της Ε.Ε.Υ. η οποία εξετάζοντας και επανεξετάζοντας την ένσταση του αιτητή τα έλαβε υπόψη της και σταθμίζοντάς τα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής δεν κατέχει το απαιτούμενο πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν.

Η γνωμάτευση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, στην οποία γίνεται αναφορά, δεν αφορά την ερμηνεία του τί σημαίνει "Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος" αλλά την πρόσδοση μονάδων για πρόσθετα προσόντα σε εκπαιδευτικούς λειτουργούς για σκοπούς πλήρωσης θέσεων που ανήκουν στο διδαχτικό προσωπικό, βάσει του άρθρου 35Β(4)(β), του περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου (αρ. 10/69), όπως τροποποιήθηκε. Η επίδικη θέση δεν ανήκει στο διδακτικό προσωπικό και επομένως δεν εφαρμόζεται το άρθρο 35 Β (4)(β). Το ίδιο θέμα αφορούσαν και οι υποθέσεις Χ"Ττοφή και Άλλου ν. Δημοκρατίας (υπόθεση αρ. 411/89 -απόφαση δόθηκε στις 13/1/91) και Χαραλαμπίδη ν. Δημοκρατίας (υπόθεση αρ. 471/90 - απόφαση δόθηκε στις 13/6/91), στις οποίες έγινε αναφορά από το δικηγόρο του αιτητή, όπως και οι πιο πρόσφατες υποθέσεις Λοϊζίδου ν. Δημοκρατίας (υπόθεση αρ. 808/90 - απόφαση δόθηκε στις 17/12/91), Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (υπόθεση αρ. 461/89 -απόφαση δόθηκε στις 25/2/92) και Λοϊζίδου ν. Δημοκρατίας (υπόθεση αρ. 32/90 - απόφαση δόθηκε στις 26/2/92). [*1000]

Το γεγονός ότι το προσόν αυτό που κατέχει ο αιτητής αναγνωρίστηκε από τους καθ' ων η αίτηση για άλλους σκοπούς, όπως η παροχή προσαυξήσεων, είναι άσχετο με την παρούσα υπόθεση.

Με βάση τα πιο πάνω, βρίσκω ότι η απόφαση της Ε.Ε.Υ. σχετικά με τον αποκλεισμό του αιτητή ήταν λογικά εφικτή στην Ε.Ε.Υ. και ο αιτητής, που δεν κατείχε τα απαραίτητα προσόντα που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας για διορισμό ή προαγωγή στην επίδικη θέση, στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη απόφαση. Επομένως, η προσφυγή αυτή απορρίπτεται.

Θ' ασχοληθώ τώρα με τους ισχυρισμούς που εγείρονται στις υπόλοιπες προσφυγές.

Το πρώτο θέμα που εγείρεται είναι κατά πόσο το ενδιαφερόμενο μέρος Κουγιάλης πληρούσε τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας και ιδιαίτερα κατά πόσο είχε τριετή εκπαιδευτική υπηρεσία στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης.

Η σχετική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας παρατέθηκε λίγο πιο πάνω.

Το ενδιαφερόμενο μέρος Κουγιάλης, όπως φαίνεται στον πίνακα του Παραρτήματος Δ, προάχθηκε στη θέση Διευθυντή Β' στις 1/9/67 και στη θέση Διευθυντή Α' στις 1/9/71.

Είναι η θέση του δικηγόρου των αιτητών ότι το ενδιαφερόμενο αυτό μέρος δεν κατέχει το προσόν της τριετούς εκπαιδευτικής υπηρεσίας στη θέση Διευθυντή γιατί υπηρέτησε μόνο ένα χρόνο στη θέση αυτή. Για τα υπόλοιπα χρόνια ήταν αποσπασμένος στην Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ραδιοφωνίας του Υπουργείου Παιδείας.

Όπως φαίνεται από τον προσωπικό φάκελο του ενδιαφερόμενου μέρους Κουγιάλη (Τεκμήριο 2(β), κυανό 44) ο κ. Κουγιάλης αποσπάστηκε με απόφαση της Ε.Ε.Υ. ημερομηνίας 31.8.68 στην Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ραδιοφωνίας για το σχολικό έτος 1968-69. Η απόσπασή [*1001] του αυτή ανανεωνόταν κάθε χρόνο μέχρι το διορισμό του στη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαίδευσης για τα Αγγλικά (15/9/78).

Όπως είπα και προηγουμένως η ερμηνεία και εφαρμογή των προνοιών του σχεδίου υπηρεσίας, ανήκουν στην αρμοδιότητα της Ε.Ε.Υ. και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει να δώσει διαφορετική ερμηνεία αν η ερμηνεία που δόθηκε από την Ε.Ε.Υ. ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτήν (Μιλτιάδους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας-Αναθεωρητικές Εφέσεις 789, 791, 796 - απόφαση δόθηκε στις 30/5/89).

Κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης η Ε.Ε.Υ. είχε ενώπιόν της όλα τα στοιχεία που αφορούσαν το ενδιαφερόμενο μέρος και την εργασία του στη θέση στην οποία ήταν αποσπασμένος και το συμπέρασμά της ότι πληρούσε το προσόν της τριετούς εκπαιδευτικής υπηρεσίας ήταν, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, εύλογα επιτρεπτό σ' αυτήν. Επομένως ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

Ο επόμενος ισχυρισμός του δικηγόρου των αιτητών είναι ότι η Ε.Ε.Υ. πλανήθηκε ως προς τη νομική υπόσταση του αιτητή Θεοφυλάκτου, θεωρώντας λανθασμένα ότι αυτός δεν ήταν Εκπαιδευτικός Λειτουργός. Το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της Ε.Ε.Υ. βρίσκεται στη σελίδα 9, παράγραφος (δ) του Παραρτήματος Ε της ενστάσεως, όπου αναφέρεται ότι:

"Σημειώνεται επίσης ότι ο κος Θεοφυλάκτου δεν είναι 'εκπαιδευτικός λειτουργός' και ως εκ τούτου δεν είναι δυνατό να γίνει σύγκριση ως προς την αρχαιότητα του με τους άλλους υποψηφίους (άρθρο 37 του Νόμου)".

Ο δικηγόρος του αιτητή για υποστήριξη της θέσης του ισχυρίστηκε ότι τόσο διοικητικά όσο και για σκοπούς Προϋπολογισμού η Σχολή Τυφλών υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας, η δε αξιολόγηση του γίνεται από τον Επιθεωρητή Ειδικής Εκπαίδευσης και προσυπογράφεται από το Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης. [*1002]

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου (Αρ. 10/69), όπως τροποποιήθηκε, " εκπαιδευτικός λειτουργός' σημαίνει τον κατέχοντα θέσιν εν τη δημοσία εκπαιδευτική υπηρεσία".

Όπως φαίνεται από το Τεκμήριο Α στη γραπτή αγόρευση των καθ'ων η αίτηση το οποίο βρίσκεται και στον προσωπικό φάκελο του αιτητή που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1, κυανό 2, στον αιτητή προσφέρθηκε, με επιστολή ημερομηνίας 6/8/80, επί δοκιμασία διορισμός από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, στη μόνιμη θέση Διευθυντή στη Σχολή Τυφλών. Στους όρους διορισμού του, που είναι κυανό 1 στο πιο πάνω τεκμήριο, αναφέρεται στην παράγραφο 1, υπό τον τίτλο "Appointment …. The officer…... will be subject to the provisions of the Public Service Law No. 33/67 and to the Cyprus General Orders…..".

Την προσφορά αυτή ο αιτητής αποδέχτηκε με επιστολή του ημερ. 12/8/80 (κυανό 3), και ακολούθησε η επιστολή διορισμού του από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (κυανό 4). Ακολούθως, για την αξιολόγηση του αιτητή χρησιμοποιείτο ο τύπος και έντυπο αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων.

Με βάση τα στοιχεία αυτά καταλήγω στο συμπέρασμα ότι το εύρημα της Ε.Ε.Υ. ότι ο αιτητής θεοφυλάκτου δεν είναι Εκπαιδευτικός Λειτουργός, ήταν εύλογο και ορθό και επομένως ο ισχυρισμός αυτός του αιτητή απορρίπτεται.

Άλλος ισχυρισμός του δικηγόρου των αιτητών είναι ότι στους πίνακες του Παραρτήματος Δ της ένστασης, που ετοιμάστηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή παραλείπονται ορισμένα στοιχεία που αφορούν μερικούς από τους αιτητές, όπως συγγραφικό έργο και άλλες δραστηριότητες, ενώ για τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτονίζονται αυτά τα στοιχεία, πράγμα που κατά τους ισχυρισμούς του δικηγόρου των αιτητών αποτελεί άνιση μεταχείρηση και οδήγησε την Ε.Ε.Υ. σε πλάνη. [*1003]

Δε συμφωνώ με τον ισχυρισμό αυτό των αιτητών, διότι τα στοιχεία αυτά των αιτητών βρίσκονταν όλα στους φακέλους τους που ήταν ενώπιον της Ε.Ε.Υ. και σύμφωνα με το τεκμήριο της νομιμότητας και ελλείψει μαρτυρίας περί του αντιθέτου, λήφθηκαν υπόψη από την Ε.Ε.Υ.. Επομένως, οποιαδήποτε τυχόν παράλειψη ή λάθος της Συμβουλευτικής Επιτροπής κατά την ετοιμασία των πινάκων, διορθώθηκε από την Ε.Ε.Υ..

Προβλήθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπή δεν είναι αιτιολογημένη, σ' αντίθεση με το άρθρο 35Β(3) του Νόμου.

Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής βρίσκεται στο Παράρτημα Δ της ένστασης και μια απλή ανάγνωσή της δείχνει το αντίθετο. Σ' αυτήν αναφέρονται για τον κάθε υποψήφιο ξεχωριστά οι λόγοι για τους οποίους συστήθηκε ή δε συστήθηκε. Ο ισχυρισμός αυτός είναι επομένως αβάσιμος.

Το ίδιο αβάσιμος είναι κι' ο ισχυρισμός για έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης της Ε.Ε.Υ.. Η αιτιολογία της βρίσκεται στα πρακτικά των συνεδριάσεών της, και ιδιαίτερα τα Παραρτήματα Δ και Ε, και συμπληρώνεται επίσης από τα στοιχεία των φακέλων που βρίσκονταν ενώπιον της Ε.Ε.Υ. όταν προέβαινε στη λήψη της επίδικης απόφασης.

Άλλος ισχυρισμός που προβλήθηκε εκ μέρους των αιτητών, είναι ότι η Ε.Ε.Υ. δεν εφάρμοσε ίσο μέτρο κρίσεως για όλους τους υποψηφίους. Πιο συγκεκριμένα, ενώ όφειλε να λάβει υπόψη τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, για μερικούς υποψηφίους λαμβάνει υπόψη τις εμπιστευτικές εκθέσεις τους από το 1979 ενώ για άλλους μόνο των τελευταίων δύο χρόνων.

Στα πρακτικά της Ε.Ε.Υ. ημερομηνίας 10/7/90 (Παράρτημα Ε) αναφέρεται στη σελίδα 3, ότι:

"Αξία: Για την επιμέτρηση της αξίας, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο των προσωπικών [*1004] φακέλων και των φακέλων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, το σύνολο των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων με ιδιαίτερη βαρύτητα στις τελευταίες και ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης για την αξία τους, την εντύπωση που αποκόμισε κατά τις προσωπικές συνεντεύξεις".

Στη συνέχεια η Ε.Ε.Υ. παραθέτει τις αξιολογήσεις των υποψηφίων για τα τελευταία χρόνια. Για τον αιτητή Θεοφυλάκτου και το ενδιαφερόμενο μέρος Κουγιάλη, που αξιολογούνταν με βάση τον τύπο εμπιστευτικών εκθέσεων των δημοσίων υπαλλήλων, παρατίθενται οι εμπιστευτικές εκθέσεις τους για τον μεν Θεοφυλάκτου από το 1982, οπόταν του έγινε η πρώτη του έκθεση στον τύπο αυτό, ως Διευθυντή της Σχολής Τυφλών και για τον Κουγιάλη από το 1979, οπόταν του έγινε η πρώτη έκθεση στον τύπο αυτό, ως Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαίδευσης.

Για τους υπόλοιπους υποψήφιους παρατίθενται οι αξιολογήσεις τους κατά τις δύο τελευταίες υπηρεσιακές εκθέσεις τους, που αφορούν τα χρόνια 1983 και 1987 σε ορισμένες περιπτώσεις και σε άλλες το 1984 και 1987 ή 1985 και 1988 και όχι τις εκθέσεις τους των δύο τελευταίων χρόνων. Ο λόγος είναι προφανώς ότι δεν γίνονταν στις περιπτώσεις των υποψηφίων αυτών, αξιολογήσεις για κάθε χρόνο, αλλά κάθε ορισμένα χρόνια. Κι' αυτός ο λόγος που προβάλλουν οι αιτητές είναι, επομένως, αβάσιμος.

Εκ μέρους του αιτητή Μούστρα, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι έγινε προσπάθεια αποκλεισμού του από το Διευθυντή, πρώτα ως Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής, για λόγους υγείας και μετά κατά τη διαδικασία των συνεντεύξεων αξιολογώντας τον ως "καλό", ενώ, αντίθετα, το ενδιαφερόμενο μέρος Σωτηριάδης, που για σειρά ετών δεν ετύγχανε μετάθεσης για λόγους υγείας, όχι μόνο δεν αποκλείστηκε, αλλά προήχθηκε.

Στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής (Παράρτημα Δ) στη σημείωση της σελίδας 7, αναφέρεται [*1005] σχετικά ότι:

"Ο Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αντώνης Παπαδόπουλος αντί του Μούστρα Ματθαίου (Υστερεί στη βαθμολογία και έχει προβλήματα υγείας) συστήνει τον υποψήφιο Θεοδοσίου Πέτρο για τους ακόλουθους λόγους:"

Ο δικηγόρος του αιτητή ισχυριζόμενος ότι η υγεία του αιτητή είχε ήδη αποκατασταθεί, έκανε αναφορά σε έκθεση του Ιατροσυμβουλίου ημερομηνίας 1/6/90 που λέει ότι "ο κ. Μούστρας θα δύναται από το επόμενο σχολικό έτος 1990-1991 να ταξιδεύει και να εργάζεται οπουδήποτε".

Όπως φαίνεται από το απόσπασμα των πρακτικών που ήδη παρέθεσα, ο κ. Παπαδόπουλος εκφράζοντας τη γνώμη του για τον αιτητή δεν αναφέρθηκε μόνο στους λόγους υγείας αλλά κατά πρώτον ανέφερε ότι ο αιτητής υστερεί σε βαθμολογία. Εξάλλου, αυτή ήταν η γνώμη ενός και μόνο μέλους και τελικά ο αιτητής συστήθηκε. Όσο για τον ισχυρισμό ότι σκόπιμα ο Διευθυντής αξιολόγησε τον αιτητή ως "καλό" στη συνέντευξη με σκοπό να τον αποκλείσει, αυτός δεν τεκμηριώθηκε με κανένα τρόπο. Ισχυρισμοί για μεροληψία και προκατάληψη πρέπει να αποδεικνύονται με βεβαιότητα (βλέπε Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437, 451-452 και Soteriadou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 921 944-945). Τέλος, η Ε.Ε.Υ. προέβηκε και στη δική της αξιολόγηση και κατέληξε στην επίδικη απόφαση αφού στάθμισε όλα τα κριτήρια και στοιχεία που είχε ενώπιόν της.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί μη μετάθεσης του ενδιαφερόμενου μέρους Α. Σωτηριάδη για σειρά ετών για λόγους υγείας, αφού εξέτασα τον προσωπικό του φάκελο (Τεκμήριο 4(β)), βρίσκω ότι τέτοιο θέμα δεν προκύπτει. Όπως φαίνεται από την επιστολή ημερομηνίας 24/5/86 (κυανό 29 στον εν λόγω φάκελο), το ενδιαφερόμενο μέρος επικαλέστηκε λόγους υγείας για μη μετάθεσή του και η Ε.Ε.Υ. αποφάσισε, αφού έλαβε υπόψη τη γνωμοδότηση του Ιατρικού Συμβουλίου, ότι δεν [*1006] συνέτρεχαν στην περίπτωση του οι προϋποθέσεις του Κανονισμού 22(α) για μη μετάθεση του.

Το ενδιαφερόμενο μέρος έτυχε και πάλι μετάθεσης από το Β' Δημοτικό Σχολείο Πάφου στο Δημοτικό Σχολείο Τίμης, με επιστολή ημερομηνίας 25/5/88 (κυανό 42) και από την 1/9/88 στη Χλώρακα (κυανό 51). Με το κυανό 58 το ενδιαφερόμενο μέρος ζητά να πληροφορηθεί κατά πόσο, μετά από εξέταση του από το Ιατρικό Συμβούλιο, προκύπτει θέμα επαναφοράς του στην έδρα του για λόγους υγείας και με το κυανό 59 πληροφορείται ότι σύμφωνα με την τελευταία γνωμοδότηση του Ιατρικού Συμβουλίου ορθά αποφασίστηκε η μετάθεση του. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός του αιτητή είναι αβάσιμος και απορρίπτεται.

Ο ισχυρισμός του αιτητή Θεοφυλάκτου ότι λανθασμένα αναφέρεται στους πίνακες του Παραρτήματος Δ ότι η διάρκεια μετεκπαίδευσης του στο College of Teachers Of The Blind, στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν εξάμηνη, είναι επίσης λανθασμένος, εφόσο στο ίδιο το πιστοποιητικό που παρουσιάστηκε ως Παράρτημα Χ3 στην απαντητική αγόρευση του δικηγόρου των αιτητών, αναγράφεται ότι ήταν "...six months' course".

Έγινε ισχυρισμός ότι οι αιτητές υπερείχαν των ενδιαφερομένων μερών και έπρεπε να προτιμηθούν. Είναι νομολογημένο ότι για να πετύχει ένας αιτητής στην προσφυγή του, πρέπει ν' αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι των προαχθέντων.

Στο Παράρτημα Ε της ένστασης, παρατίθενται από την Ε.Ε.Υ. οι βαθμολογίες των υποψηφίων για τα τελευταία χρόνια που καλύπτουν, στις περισσότερες περιπτώσεις τα χρόνια 1983-1988. Στην περίπτωση του αιτητή Θεοφυλάκτου οι εκθέσεις καλύπτουν τα χρόνια 1982-1989 και του ενδιαφερόμενου μέρους Κουγιάλη τα χρόνια 1979-1989. Στη σελίδα 9 του Παραρτήματος Ε, η Ε.Ε.Υ. κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι υποψήφιοι παρουσιάζονται, ως προς τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις, περίπου ισοδύναμοι. Το συμπέρασμα αυτό δεν έρχεται σ' αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων. [*1007] Αν σε προηγούμενα χρόνια, που καλύπτουν τη δεκαετία του 1970, μερικοί από τους αιτητές είχαν σχετικά καλύτερη βαθμολογία από μερικά από τα ενδιαφερόμενα μέρη, αυτό δεν είναι παράγοντας με μεγάλη σημασία, διότι περισσότερη βαρύτητα δίνεται στις πιο πρόσφατες εκθέσεις. Η Ε.Ε.Υ. έλαβε επίσης υπόψη, ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας των υποψηφίων, όπως αναφέρεται στη σελίδα 3 του Παραρτήματος Ε, την εντύπωση που αποκόμισε από τις προσωπικές συνεντεύξεις. Με βάση το στοιχείο αυτό, τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν των αιτητών.

Ως προς τα προσόντα, τα ενδιαφερόμενα μέρη Δαμιανός και Κουγιάλης υπερείχαν των αιτητών γιατί έχουν μεταπτυχιακό τίτλο. Ο μόνος από τους αιτητές που έχει μεταπτυχιακό τίτλο είναι ο Μούστρας, ο οποίος όμως υστερεί σε αξία γιατί στις τελευταίες εκθέσεις του έχει βαθμολογία 39 και 37. Όσον αφορά τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη μπορεί να λεχθεί ότι στα προσόντα είναι περίπου ίσοι.

Όσον αφορά την αρχαιότητα, το ενδιαφερόμενο μέρος Κουγιάλης είναι, όπως ορθά διαπίστωσε η Ε.Ε.Υ., αρχαιότερος, καθότι κατέχει την κλίμακα Α12-Α13.

Ο αιτητής Μούστρας, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη, είναι αρχαιότερος του Δαμιανού και Κυριάκου κατά 4 χρόνια και 9 μήνες, του Σωτηριάδη κατά 3 χρόνια και του Τσουλόφτα κατά 9 μήνες.

Ο αιτητής Κατσονούρης είναι αρχαιότερος του Δαμιανού και Κυριάκου κατά 1 χρόνο και 9 μήνες, έχει την ίδια αρχαιότητα με τον Σωτηριάδη και υστερεί του Τσουλόφτα κατά 2 χρόνια και 3 μήνες περίπου.

Ο αιτητής Ευθυμίου είναι αρχαιότερος του Δαμιανού και Κυριάκου κατά 5 χρόνια και 4 1/2 μήνες, του Α. Σωτηριάδη κατά 3 χρόνια και 8 1/2 μήνες και του Τσουλόφτα κατά 1 χρόνο και 5 μήνες.

Ο αιτητής Νικολάου είναι αρχαιότερος των Δαμιανού και Κυριάκου κατά 10 χρόνια, του Α. Σωτηριάδη κατά 8 [*1008] χρόνια και 4 μήνες και του Τσουλόφτα κατά 6 χρόνια περίπου.

Ο αιτητής Φούσιας έχει την ίδια αρχαιότητα με τους Δαμιανού και Κυριάκου και υστερεί των Α. Σωτηριάδη και Τσουλόφτα.

Ο αιτητής Σ. Σωτηριάδης είναι αρχαιότερος των Δαμιανού και Κυριάκου κατά 13 χρόνια, του Α. Σωτηριάδη κατά 11 χρόνια και 4 μήνες και του Τσουλόφτα κατά 9 περίπου χρόνια.

Ο αιτητής Γιάγκος Κυριάκου είναι αρχαιότερος των Δαμιανού και Μ. Κυριάκου κατά 9 περίπου χρόνια, του Α. Σωτηριάδη κατά 7 χρόνια και 3 1/2 μήνες περίπου και του Τσουλόφτα κατά 5 χρόνια περίπου.

Για τον αιτητή Θεοφυλάκτου δεν τίθεται θέμα αρχαιότητας, αφού, όπως βρήκε η Ε.Ε.Υ., δεν είναι εκπαιδευτικός λειτουργός.

Η αιτήτρια Α. Καζαμία-Πασχαλίδου είναι αρχαιότερη των Δαμιανού και Κυριάκου κατά 17 χρόνια, του Σωτηριάδη κατά 15 χρόνια και 4 μήνες και του Τσουλόφτα κατά 13 χρόνια περίπου.

Όπως είπα και προηγουμένως ο αιτητής Μούστρας υστερεί των ενδιαφερομένων μερών σε αξία, όλοι δε οι αιτητές, πλην του Μούστρα, υστερούν σε προσόντα των ενδιαφερομένων μερών Δαμιανού και Κουγιάλη.

Η αξιολόγηση κατά τις συνεντεύξεις λαμβάνεται υπόψη ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας των υποψηφίων (άρθρο 35Β(4)(10)(α)).

Στη συνέντευξη όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη κρίθηκαν ως εξαίρετοι, ενώ από τους αιτητές μόνο ο Φούσιας κρίθηκε εξαίρετος. Αυτός όμως υστερεί σε αρχαιότητα τριών από τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και είναι ίσος με τους άλλους δύο. Στην περίπτωσή του ήταν εύλογα επιτρεπτό στην Ε.Ε.Υ. να επιλέξει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή απέναντι [*1009] τους. Οι αιτητές Ευθυμίου, Θεοφυλάκτου, και Σ. Σωτηριάδης κρίθηκαν πολύ καλοί στη συνέντευξη και υστερούν σε προσόντα των Δαμιανού και Κουγιάλη. Οι υπόλοιποι αιτητές κρίθηκαν καλοί ή καλοί+. Συμπερασματικά, οι αιτητές, λαμβανομένης υπόψης της αξιολόγησης τους από την Ε.Ε.Υ. κατά τις συνεντεύξεις, υπερείχαν σε αξία. Η αρχαιότητα μερικών από τους αιτητές δεν μπορεί από μόνη της να εποτελέσει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών, ενόψει μάλιστα της ευρείας εξουσίας που έχει η Ε.Ε.Υ. σχετικά με την πλήρωση θέσεων ψηλά στην ιεραρχία, όπως είναι η παρούσα (βλέπε Public Service Commission v, Potoudes and Others (1987) 3 C.L.R. 1591, 1597-1598).

Εξάλλου, η Ε.Ε.Υ. μπορεί να δώσει περισσότερη βαρύτητα στον ένα ή τον άλλο παράγοντα (βλέπε Ierides v. Republic (1980) 3 C.L.R. 165, 180).

Τέλος, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι οι συνεντεύξεις αποτέλεσαν αποφασιστικό κριτήριο και όχι συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας τους, όπως ορίζει ο Νόμος (άρθρο 35 Β 10(α)).

Έγινε προηγουμένως αναφορά στα πρακτικά της Ε.Ε.Υ. (Παράρτημα Ε), όπου αναφέρεται καθαρά ότι η Ε.Ε.Υ. έλαβε υπόψη την εντύπωση που αποκόμισε από τις συνεντεύξεις ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας τους.

Η Ε.Ε.Υ. έλαβε την επίδικη απόφασή της, συνεκτιμώντας όλα τα στοιχεία μαζί και δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι το αποτέλεσμα των συνεντεύξεων αποτέλεσε ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως από μόνο του ή ότι υπήρξε ο αποφασιστικός παράγων.

Με βάση όλα τα πιο πάνω και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ευρεία εξουσία που έχει η Ε.Ε.Υ. σχετικά με την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής και θέσεων ψηλά στην ιεραρχία, όπως είναι η παρούσα, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στην Ε.Ε.Υ. και εν πάση περιπτώσει οι αιτητές απέτυχαν ν' αποδείξουν έκδηλη υπεροχή. [*1010]

Ως αποτέλεσμα, οι παρούσες προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται χωρίς διαταγή για έξοδα.

Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο