(1992) 4 ΑΑΔ 2688
[*2688] 29 Ιουλίου, 1992
[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΙΧΑΗΛ Χ. ΙΑΚΏΒΙΔΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,
Αιτητές,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
(Υπ. Αρ. 416/89,441/89).
Λέξεις και Φράσεις — "Μεταπτυχιακή Εκπαίδευση" — Σημαίνει πρόσθετη εκπαίδευση μετά από την απόκτηση πτυχίου ή διπλώματος.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο — Μαρτυρία — Αποδοχή μαρτυρίας — Ο καθοδηγητικός παράγοντας της μαρτυρίας της εύλογα σχετικής με το αντικείμενο της δίκης — Πρέπει να εξετάζεται κατά πόσο τα γεγονότα που συνθέτουν την μαρτυρία ήσαν ενώπιον του εκδόντος την πράξη οργάνου — Το πόρισμα της Σταύρου και Άλλου ν. Δημοκρατίας.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Κενή θέση — Προϋπόθεση — Το Άρθρο 21 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, και η εφαρμογή του στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Προσόντα — Τα επιπρόσθετα προσόντα, όταν δεν θεωρούνται πλεονέκτημα από το σχέδιο υπηρεσίας, είναι στοιχείο που δεν αποδεικνύει από μόνο του έκδηλη υπεροχή.
Οι αιτητές προσέβαλαν, με τις συναφείς προσφυγές τους, την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή στο Τμήμα Δασών, θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι: [*2689]
1. "Μεταπτυχιακή εκπαίδευση" σημαίνει πρόσθετη εκπαίδευση μετά από την απόκτηση πτυχίου ή διπλώματος. (Βλ. Δημοκρατία ν. Γεώργιου Χρίστου, Α.Ε. 1070).
2. Η Ε.Δ.Υ, αποφάσισε ότι, όσοι από τους υποψηφίους σπούδασαν σε τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπου η διδασκαλία ήταν στην Αγγλική, θεωρούντο ότι ικανοποιούσαν το απαιτούμενο επίπεδο.
Το θέμα κατοχής από τους υποψηφίους των προσόντων απασχόλησε την Ε.Δ.Υ, και αυτή ικανοποιήθηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε τα προσόντα. Η απόφαση της Ε.Δ.Υ., ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα, ήταν εύλογα επιτρεπτή και λήφθηκε ύστερα από έρευνα.
3. Όπως έχει καθιερωθεί νομολογιακά, ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες, κατά την εξέταση της αποδοχής μαρτυρίας είναι κατά πόσο αυτή είναι εύλογα σχετική με οποιοδήποτε επίδικο θέμα.
Επιπρόσθετα, ένα δεύτερο στοιχείο που πρέπει να εξετάζεται είναι κατά πόσο τα γεγονότα, που συνθέτουν τη μαρτυρία, ήσαν ενώπιον του διορίζοντος σώματος. Ο δικαστικός έλεγχος μιας απόφασης γίνεται με βάση τα δεδομένα που ήσαν ενώπιον του διοικητικού οργάνου, κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης. (Βλ. Σταύρου και Άλλον ν. Δημοκρατίας).
Στην προκειμένη περίπτωση, με βάση τους φακέλους που τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ, και όλα τα στοιχεία, διαφαίνεται ότι το σχετικό υπόμνημα ουδέποτε τέθηκε ενώπιόν της. Συνεπώς, η εκτίμηση των συνεπειών του υπομνήματος, από το Δικαστήριο τούτο, θα συνιστούσε, όπως τονίστηκε στην απόφαση Σταύρου, "παρεμβολή της δικαστικής εξουσίας στο διοικητικό έργο, που δεν είναι επιτρεπτή" και κατά συνέπεια δεν θα εξεταστεί.
4. Όσον αφορά τη θέση ότι οι εμπιστευτικές εκθέσεις του αιτητή για τα έτη 1985, 1986,1987 δεν είναι αντικειμενικές, λόγω προκατάληψης του αξιολογούντα λειτουργού, επισημαίνω ότι η γενική αξιολόγηση του αιτητή είναι η ίδια με εκείνη των άλλων Διευθυντών του Τμήματος. Τα στοιχεία που επικαλείται ο αιτητής δεν είναι τέτοια που να [*2690] αποδεικνύουν με επαρκή βεβαιότητα την ισχυριζόμενη προκατάληψη.
5. Σύγκριση των προσόντων, τόσον του πρώτου αιτητή όσον και του ενδιαφερόμενου μέρους, αποκαλύπτει ότι ο αιτητής δεν υπερέχει έκδηλα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.
6. Στην υπό εκδίκαση υπόθεση (όπως επεξήγησε ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση και δεν αμφισβητήθηκε από τον αιτητή) η διαδικασία πλήρωσης της θέσης άρχισε όταν ο κάτοχος της βρισκόταν με άδεια αφυπηρέτησης, αλλά η πλήρωσή της έγινε από ημερομηνία κατά την οποία η θέση ήτο πράγματι κενή κατόπιν της αποχώρησης του κατόχου της, λόγω λήξης της άδειας αφυπηρέτησης. Αυτή η τακτική μπορούσε να ακολουθηθεί με βάση τις διατάξεις του άρθρου 21 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1.
7. Τα επιπρόσθετα προσόντα ενός υποψηφίου, όταν δεν θεωρούνται πλεονεκτήματα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, είναι στοιχείο που δεν αποδεικνύει από μόνο του έκδηλη υπεροχή.
Η αιτιολογία είναι επαρκής και συμπληρώνεται από τα στοιχεία των διοικητικών φακέλων.
8. Η Ε.Δ.Υ, έκρινε ότι υπήρχε περίπου ισοδυναμία μεταξύ του δεύτερου αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους και δεδομένου ότι ο δεύτερος ήτο δημόσιος υπάλληλος, με μακρά και ευδόκιμη υπηρεσία, τον επέλεξε ως τον καταλληλότερο.
Δεν υπάρχει τίποτα το αντινομικό στην πιο πάνω ενέργεια της Ε.Δ.Υ, και δεν αντιβαίνει προς τη γενική αρχή ότι προέχει καθήκον να επιλέγεται ο καταλληλότερος, δεδομένου ότι ο αιτητής κρίθηκε περίπου ισοδύναμος με το ενδιαφερόμενο μέρος και υπό τις περιστάσεις η Ε.Δ.Υ, μπορούσε να επιλέξει το ενδιαφερόμενο μέρος, που ήταν δημόσιος υπάλληλος, αντί του αιτητή. (Βλ. Andreou v. The Republic).
Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56· [*2691]
Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66·
Lambrakis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 72·
Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 106·
Σταύρου και Αλλος ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317·
Chrisiou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437·
Kontemeniotis v. C.B.C. (1982)3 C.L.R. 1027·
Othonos and Another v. Republic (1987) 3 C.L.R. 362·
Konjettas v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1614·
Hadjioannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041·
Papadopoullos v. P.S.C. (1985) 3 C.L.R. 405·
Andreou v. Republic (1979) 3 C.L.R. 379.
Προσφυγές.
Προσφυγές που προσβάλλουν την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή, Τμήμα Δασών, από 15.5.89, αντί των αιτητών.
Α. Μαρκίδης, για τον αιτητή στη 416/89
Λ. Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή στην 441/89
Π. Χ" Δημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τους καθ' ων η αίτηση.
Λ. Παπαφιλίππου, για το ενδιαφερόμενο μέρος Λ. Παιονίδη.
Cur. adv. vult.
ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Επίδικο θέμα και στις δύο προσφυγές, οι οποίες συνεκδικάστηκαν επειδή στρέφονται εναντίον της ίδιας διοικητικής πράξης και τις συνθέτουν κοινά σημεία γεγονότων και νόμου, είναι η προαγωγή του [*2692] ενδιαφερόμενου μέρους Λουκά Παιονίδη στη θέση Διευθυντή, Τμήμα Δασών, από 15.5.89. Η επίδικη θέση είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.
Σε ανταπόκριση της δημοσίευσης της θέσης, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, υποβλήθηκαν συνολικά 8 αιτήσεις, μεταξύ των οποίων και των αιτητών και του ενδιαφερόμενου μέρους. Τόσον ο αιτητής Μ. Ιακωβίδης, όσον και το ενδιαφερόμενο μέρος, ήσαν δημόσιοι υπάλληλοι και κατείχαν τη θέση Ανώτερου Συντηρητή Δασών. Ο αιτητής Χρίστος Νεοφύτου δεν ήταν δημόσιος υπάλληλος.
Η Ε.Δ.Υ, στη συνεδρίασή της, ημερ. 6.12.88, αποφάσισε ότι, "όσον αφορά το προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής που απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, η Επιτροπή αποφάσισε ότι όσοι από τους υποψήφιους σπούδασαν σε τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπου η διδασκαλία ήταν στην Αγγλική, θεωρηθούν ότι ικανοποιούν το απαιτούμενο επίπεδο, ενώ οι άλλοι θα υποβληθούν σε εξέταση κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων".
Οι συνεντεύξεις των υποψηφίων διενεργήθηκαν στις 21.3.89 παρόντος και του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων, ο οποίος προέβη στις ακόλουθες δηλώσεις, αναφορικά με την απόδοση των αιτητών και του ενδιαφερόμενου μέρους σ' αυτές:
"………………………………………………………………………………………..
2. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ Μιχαήλ Χαραλάμπους: Εκφράστηκε κατά τρόπο εξαίρετο. Εδειξε αυτοπεποίθηση και επιστημονική αντιμετώπιση με τις απαντήσεις που μας έδωσε. Απάντησε πάρα πολύ καλά σε όλες τις ερωτήσεις και με ακριβολογία. Η γενική απόδοση του ήταν πάρα πολύ καλή.
3. ΝΕΟΦΥΤΟΥ Χρήστος Νεοφύτου: Παρουσίασε εντυπωσιακά ακαδημαϊκά προσόντα. Εκφράστηκε κατά τρόπο εξαίρετο. Διαθέτει πλατιά επιστημονική κατάρτιση και εξαίρετη ακαδημαϊκή πείρα. Φάνηκε ότι [*2693] δε διαθέτει πείρα στη δασολογία, στα Κυπριακά δεδομένα. Γενικά έδειξε ότι αντιμετωπίζει τα θέματα με επιστημονικό και υπεύθυνο τρόπο. Είναι ευχάριστη προσωπικότητα και απάντησε πάρα πολύ καλά. Χαρακτηρίζεται ως πάρα πολύ καλός.
4. ΠΑΙΟΝΙΔΗΣ Λουκάς Ε.: Εκφράστηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης σχεδόν πολύ καλά. Διαθέτει πλατιά πείρα και κατέχει τα τεχνικά θέματα. Η γενική απόδοση του στη συνέντευξη ήταν πάρα πολύ καλή."
Μετά την αποχώρηση του Γενικού Διευθυντή η Ε.Δ.Υ. αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις. Αξιολόγησε τον αιτητή Ιακωβίδη ως πολύ καλό, του αιτητή Νεοφύτου ως εξαίρετο και το ενδιαφερόμενο μέρος ως πάρα πολύ καλό.
Στη συνέχεια, ο Γενικός Διευθυντής, με επιστολή του προς την Ε.Δ.Υ., ημερ. 15.4.89, υπόβαλε παράκληση να του δοθεί ευκαιρία να εκφράσει σχόλια σχετικά με τα προσόντα και την πείρα των υποψηφίων και επίσης ανάφερε ότι πιθανό, από δική του παραδρομή, να είχε αναφέρει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατά τις συνεντεύξεις ήτο σχεδόν πολύ καλός στην έκφραση, ενώ η κρίση του είναι ότι η έκφρασή του είναι πάρα πολύ καλή.
Η Ε.Δ.Υ, στη συνεδρίασή της ημερ. 18.4.89 αποδέχτηκε την πιο πάνω διευκρίνηση του Γενικού Διευθυντή, αφού, "εν πάση περιπτώσει, ο Γενικός Διευθυντής είχε αξιολογήσει τον υποψήφιο αυτόν ως γενικά πάρα πολύ καλό στη συνέντευξη."
Στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ, εξέτασε τους ισχυρισμούς των δικηγόρων του αιτητή Ιακωβίδη ότι ενδέχεται οι εμπιστευτικές εκθέσεις του πελάτη τους, για το 1985, 1986 και 1987, να μην είναι αντικειμενικές, εξαιτίας του ότι ο αποχωρήσας Διευθυντής κ. Λεοντιάδης εκδήλωνε δυσμενή προκατάληψη εναντίον του πελάτη τους από την εποχή που διεκδίκησαν και οι δύο τη θέση του Διευθυντή, του τμήματος Δασών, το 1984. Η Ε.Δ.Υ., κατόπιν νομικής συμβουλής από τη Νομική Υπηρεσία, αποφάσισε ότι, εφόσον ο κ. Λεοντιάδης κατέλαβε ήδη τη θέση Διευθυντή, δεν είχε λόγο να διάκειται εχθρικά προς τον αιτητή [*2694] Ιακωβίδη και απέρριψε τους ισχυρισμούς του.
Ο Γενικός Διευθυντής κλήθηκε για να εκφράσει απόψεις ως προς τα προσόντα και την πείρα των υποψηφίων, στις 8.5.89. Σχετικά με τον αιτητή Ιακωβίδη και το ενδιαφερόμενο μέρος ανάφερε ότι κατέχουν εξαίρετα ακαδημαϊκά προσόντα και μεταπτυχιακή εκπαίδευση που απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας και η οποία ανταποκρίνεται στα κυπριακά δεδομένα. Αναφορικά με τον αιτητή Νεοφύτου ανάφερε ότι κατέχει εντυπωσιακά ακαδημαϊκά προσόντα, δηλαδή τίτλο Διδάκτορα (PhD), όμως το αντικείμενο της διατριβής του είναι ξένο προς τα κυπριακά δεδομένα. Σε σχέση με την πείρα ανέλυσε ότι ο αιτητής Ιακωβίδης και το ενδιαφερόμενο μέρος διαθέτουν μακρά και πλατειά πείρα στα δασικά πράγματα, ενώ ο αιτητής Νεοφύτου, αν και κατέχει εξαίρετη ακαδημαϊκή πείρα, εντούτοις, δε διαθέτει πείρα σε θέματα διεύθυνσης και διοίκησης στη δημόσια υπηρεσία, ούτε στα κυπριακά δασικά δεδομένα.
Μετά την αποχώρηση του Γενικού Διευθυντή, η Ε.Δ.Υ, προέβη στη δική της αξιολόγηση των υποψηφίων. Έκρινε ότι, υπάρχει ισοδυναμία μεταξύ των Παιονίδη και Νεοφύτου και, δεδομένου ότι ο πρώτος είναι δημόσιος υπάλληλος με μακρά και ευδόκιμη πείρα, τον επέλεξε ως τον καταλληλότερο για προαγωγή.
Στην προσφυγή 416/89 ο δικηγόρος του αιτητή Ιακωβίδη εισηγείται ότι, η Ε.Δ.Υ, δε διενήργησε τη δέουσα έρευνα αναφορικά με την κατοχή από το ενδιαφερόμενο μέρος των απαιτουμένων προσόντων της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης, διάρκειας τουλάχιστον ενός χρόνου, και της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.
Το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Διευθυντή, Τμήμα Δασών, απαιτεί:
"Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή Τίτλος στη Δασολογία. Μεταπτυχιακή εκπαίδευση διάρκειας τουλάχιστον ενός χρόνου. Διοικητική ικανότητα, ευρεία γνώση και πείρα στη Δασολογία, τουλάχιστο δέκα χρόνων. Ικανότητα ανάληψης και εκτέλεσης σχεδίων Δασικής Ανάπτυξης. Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής [*2695] γλώσσας."
"Μεταπτυχιακή εκπαίδευση" σημαίνει πρόσθετη εκπαίδευση μετά από την απόκτηση πτυχίου ή διπλώματος. (Βλ. Δημοκρατία ν. Γεώργιου Χρίστου, Α.Ε. 1070, αποφασίστηκε στις 24.1.91).
Το ενδιαφερόμενο μέρος είναι κάτοχος Πτυχίου στη Δασολογία του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και από τον Ιανουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1974 παρακολούθησε με επιτυχία εκπαίδευση στο International Institute for Aerial Survey and Earth Sciences (ITC) και πήρε το δίπλωμα Photo Interpretation for Forestry. Αντίγραφο του διπλώματος βρίσκεται στον Προσωπικό Φάκελο του ενδιαφερόμενου μέρους. Επιπρόσθετα, παρακολούθησε για τρεις μήνες εξειδικευμένη σειρά μαθημάτων στη Διαχείρηση και Προγραμματισμό στη Δασολογία, στο Κοινοπολιτειακό Δασικό Ινστιτούτο της Οξφόρδης. Η γλώσσα που διδάσκετο ήτο η Αγγλική. Η Ε.Δ.Υ, αποφάσισε ότι όσοι από τους υποψηφίους σπούδασαν σε τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπου η διδασκαλία ήταν στην Αγγλική, θεωρούντο ότι ικανοποιούσαν το απαιτούμενο επίπεδο.
Το θέμα κατοχής από τους υποψήφιους των πιο πάνω προσόντων απασχόλησε την Ε.Δ.Υ, στη συνεδρίασή της, ημερ. 6.12.88 και αυτή ικανοποιήθηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε τα πιο πάνω προσόντα.
Η απόφαση της Ε.Δ.Υ., ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τα πιο πάνω απαιτούμενα προσόντα, ήταν εύλογα επιτρεπτή και λήφθηκε ύστερα από έρευνα.
Ο δεύτερος νομικός λόγος που προβάλλεται εκ μέρους του αιτητή Ιακωβίδη είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει, εφόσον οι εμπιστευτικές εκθέσεις για τα έτη 1985, 1986 και 1987 δεν ήταν αντικειμενικές, λόγω προκατάληψης του Διευθυντή του Τμήματος κ. Λεοντιάδη εναντίον του από το 1984, που διεκδίκησαν και οι δύο τη θέση του Διευθυντή του Τμήματος.
Μετά τη συμπλήρωση των αγορεύσεων και πριν τις προφορικές διευκρινήσεις, ο αιτητής με ένορκη δήλωσή [*2696] του κατάθεσε στο Δικαστήριο υπόμνημα, ημερ. 18.9.67, το οποίο εισηγείται ότι είναι απόλυτα σχετικό με την ισχυριζόμενη προκατάληψη εναντίον του από τον αξιολογούντα λειτουργό κ. Λεοντιάδη, αναφορικά με τις εμπιστευτικές εκθέσεις. Με ενδιάμεση απόφαση, ημερ. 3.10.91, επεφύλαξα να εξετάσω την αποδεικτική αξία και τη σχετικότητα του υπομνήματος μαζί με την ουσία της υπόθεσης, θέμα που εξετάζω αμέσως τώρα.
Όπως έχει καθιερωθεί νομολογιακά, ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες κατά την εξέταση της αποδοχής μαρτυρίας είναι κατά πόσο αυτή είναι εύλογα σχετική με οποιοδήποτε επίδικο θέμα (Βλ. μεταξύ άλλων Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66, Lambrakis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 72, Ζαβρού ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση Αρ. 779/87,26.1.89).
Επιπρόσθετα, ένα δεύτερο στοιχείο που πρέπει να εξετάζεται είναι κατά πόσο τα γεγονότα, που συνθέτουν τη μαρτυρία, ήσαν ενώπιον του διορίζοντος σώματος. Ο δικαστικός έλεγχος μιας απόφασης γίνεται με βάση τα δεδομένα που ήσαν ενώπιον του διοικητικού οργάνου κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης.
Παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση Σταύρου και Άλλου ν. Δημοκρατίας (Υποθέσεις Αρ. 739/87 και 814/87, η απόφαση δόθηκε 25.1.91), όπου ο Δικαστής κ. Πικής αποφάνθηκε τα ακόλουθα:
".... Η εμπιστευτική έκθεση αποτελεί σημαντικό δείκτη της αξίας υποψηφίων, για προαγωγή στη Δημόσια Υπηρεσία. Η ύπαρξη στοιχείων ή λόγων, που τείνουν να αποδυναμώσουν τα αντικειμενικά συμπεράσματα από το περιεχόμενό της (έκθεσης) ανάγεται στην εκτίμηση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. Στο ίδιο πεδίο εντάσσονται και λόγοι που τείνουν να καταδείξουν την ύπαρξη αλλότριων κινήτρων στην ετοιμασία της έκθεσης από τους αρμόδιους λειτουργούς………………………….. Συνεπώς η εκτίμηση της ορθότητας των ισχυρισμών αυτών και οι επιπτώσεις τους, αν κρίνονταν σωστές στις διεκδικήσεις του ενδιαφερόμενου μέρους για προαγωγή, ανάγονται αποκλειστικά στη διακριτική [*2697] ευχέρεια του διορίζοντος σώματος. Η εκτίμηση τους θα συνιστούσε παρεμβολή της δικαστικής εξουσίας στο διοικητικό έργο, που δεν είναι επιτρεπτή…….."
Στην προκείμενη περίπτωση, με βάση τους φακέλους που τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ, και όλα τα στοιχεία, διαφαίνεται ότι το σχετικό υπόμνημα ουδέποτε τέθηκε ενώπιόν της. Συνεπώς, η εκτίμηση των συνεπειών του υπομνήματος από το Δικαστήριο τούτο θα συνιστούσε, όπως τονίστηκε στην απόφαση Σταύρου, "παρεμβολή της δικαστικής εξουσίας στο διοικητικό έργο, που δεν είναι επιτρεπτή" και κατά συνέπεια δεν θα εξεταστεί.
Όσον αφορά τη θέση ότι οι εμπιστευτικές εκθέσεις του αιτητή για τα έτη 1985, 1986, 1987 δεν είναι αντικειμενικές, λόγω προκατάληψης του αξιολογούντα λειτουργού κ. Λεοντιάδη, επισημαίνω ότι η γενική αξιολόγηση του αιτητή από τον κ. Λεοντιάδη είναι η ίδια με εκείνη των άλλων Διευθυντών του Τμήματος. Καταλήγω ότι τα στοιχεία που επικαλείται ο αιτητής δεν είναι τέτοια που να αποδεικνύουν με επαρκή βεβαιότητα την ισχυριζόμενη προκατάληψη. (Βλ. μεταξύ άλλων Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437, Kontemeniotis v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 1027, Othonos and Another v. Republic (1987) 3 C.L.R. 362, Koufettas v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1614).
Σύγκριση των προσόντων, τόσον του αιτητή Ιακωβίδη, όσον και του ενδιαφερόμενου μέρους, αποκαλύπτει ότι ο αιτητής δεν υπερέχει έκδηλα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.
Ο δικηγόρος του αιτητή Νεοφύτου στην προσφυγή 441/89 προβάλλει ότι η διαδικασία για την πλήρωση της θέσης είναι άκυρη, δεδομένου ότι η δημοσίευσή της έγινε πριν ακόμα κενωθεί, κατά παράβαση του Άρθρου 31(1), του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου, Ν. 33/67, που προνοεί ότι, "κενή θέσις ... Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής δημοσιεύεται εις την επίσημο εφημερίδα της Δημοκρατίας".
Στην υπό εκδίκαση υπόθεση (όπως επεξήγησε ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση και δεν αμβισβητήθηκε [*2698] από τον αιτητή), η διαδικασία πλήρωσης της θέσης άρχισε όταν ο κάτοχός της βρισκόταν με άδεια αφυπηρέτησης, αλλά η πλήρωσή της έγινε από ημερομηνία κατά την οποία η θέση ήτο πράγματι κενή, κατόπιν της αποχώρησης του κατόχου της λόγω λήξης της άδειας αφυπηρέτησης. Αυτή η τακτική μπορούσε να ακολουθηθεί με βάση τις διατάξεις του άρθρου 21 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1 σύμφωνα με τις οποίες:
"21. Notwithstanding anything in any other Law contained, when the substantive holder of any office constituted by or under any law, in force for the time being, is on leave of absence pending relinquishment of his office, it shall be lawful for another person to be appointed substantively to the same office."
Ο πιο πάνω ισχυρισμός απορρίπτεται.
Με δεύτερο επιχείρημα προβάλλεται ότι, ο αιτητής Νεοφύτου υπερέχει καταφανώς σε αξία και προσόντα έναντι του ενδιαφερομένου μέρους και ότι, η Ε.Δ.Υ, τον μεταχειρίστηκε άνισα επειδή δεν ήταν δημόσιος υπάλληλος.
Ο αιτητής, εφόσον δεν ήτο δημόσιος υπάλληλος δεν είχε εμπιστευτικές εκθέσεις. Η απόδοσή του στη συνέντευξη αξιολογήθηκε από το Γενικό Διευθυντή ως "πάρα πολύ καλή" και από την Ε.Δ.Υ, ως "εξαίρετη".
Το ενδιαφερόμενο μέρος έχει εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις κατά τα τελευταία χρόνια, αξιολογήθηκε δε, τόσον από το Γενικό Διευθυντή όσον και από την Ε.Δ.Υ., ως πάρα πολύ καλός στη συνέντευξη.
Όμως, όσο αφορά την πείρα, η οποία προστίθεται στον παράγοντα αξία, το ενδιαφερόμενο μέρος διαθέτει μακρά και πλατειά πείρα στα δασικά πράγματα της Κύπρου, ενώ ο αιτητής δε διαθέτει πείρα σε θέματα διεύθυνσης και διοίκησης στη Δημόσια Υπηρεσία, ούτε στα Κυπριακά Δασικά Δεδομένα.
Από τα πιο πάνω συμπεραίνω ότι στον παράγοντα [*2699] αξία και οι δύο είναι περίπου ίσοι.
Ο αιτητής υπερτερεί στα προσόντα εφόσον κατέχει Δίπλωμα Δασολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και επιπρόσθετα Δοκτοράτο (PhD), ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει ως πρώτο Δίπλωμα Δασολογίας του ιδίου Πανεπιστημίου και το μεταπτυχιακό του I.T.C. στο Photo Interpretation for Forestry.
Ο αιτητής κατέχει πρόσθετα προσόντα τα οποία δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης. Όπως φαίνεται από τα σχετικά πρακτικά, που τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, αυτά λήφθηκαν υπόψη. Όμως, σύμφωνα με τη νομολογία, τα επιπρόσθετα προσόντα ενός υποψηφίου, όταν δε θεωρούνται πλεονέκτημα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, είναι στοιχείο που δεν αποδεικνύει από μόνο του έκδηλη υπεροχή. (Βλ. μεταξύ άλλων Hadjioannou v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 1041, Papadopoullos v. P.S.C. (1985) 3 C.L.R. 405). Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως δήλωσε ο Γενικός Διευθυντής, το αντικείμενο της Διδακτορικής διατριβής του αιτητή είναι "Ιχθυοπονία Ορεινών Υδάτων", κάτι εντελώς ξένο προς τα Κυπριακά Δεδομένα.
Σύμφωνα με τα πιο πάνω ο αιτητής Νεοφύτου απέτυχε να αποδείξει οποιαδήποτε έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.
Η επίδικη απόφαση προσβάλλεται και για τον πρόσθετο λόγο ότι είναι αναιτιολόγητη. Η εισήγηση αυτή δε με βρίσκει σύμφωνο. Η αιτιολογία είναι επαρκής και συμπληρώνεται από τα στοιχεία των διοικητικών φακέλων.
Ως προς τον ισχυρισμό ότι υπήρχε άνιση μεταχείρηση μεταξύ του αιτητή Νεοφύτου, ως εξωϋπηρεσιακού υποψήφιου, και του ενδιαφερόμενου μέρους, κρίνω ότι αυτός δεν ευσταθεί.
Η Ε.Δ.Υ, έκρινε, όπως φαίνεται από το πρακτικό, ότι υπήρχε περίπου ισοδυναμία μεταξύ του αιτητή Νεοφύτου και του ενδιαφερόμενου μέρους και, δεδομένου ότι ο δεύτερος ήτο δημόσιος υπάλληλος με μακρά και ευδόκιμη [*2700] υπηρεσία, τον επέλεξε ως τον καταλληλότερο.
Δεν υπάρχει τίποτα το αντινομικό στην πιο πάνω ενέργεια της Ε.Δ.Υ, και δεν αντιβαίνει προς τη γενική αρχή ότι προέχει καθήκον να επιλέγεται ο καταλληλότερος, δεδομένου ότι ο αιτητής κρίθηκε περίπου ισοδύναμος με το ενδιαφερόμενο μέρος και υπό τις περιστάσεις η Ε.Δ.Υ, μπορούσε να επιλέξει το ενδιαφερόμενο μέρος, που ήταν δημόσιος υπάλληλος, αντί τον αιτητή. (Βλ. Andreou v. The Republic (1979) 3 C.L.R. 379).
Οι δύο προσφυγές απορρίπτονται. Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.
Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο