Xριστοδουλίδου Έλλη ν. Aρχής Tηλεπικοινωνιών Kύπρου (1993) 4 ΑΑΔ 40

(1993) 4 ΑΑΔ 40

[*40]11 Ιανουαρίου, 1993

[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στής]

ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ

ΕΛΛΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛIΔΟΥ,

Αιτήτρια,

v.

ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 637/91)

 

Διοικητική πράξη — Ανάκληση — Υποχρέωση εφαρμογής από τη διοίκηση του αρχικού νομικού και πραγματικού καθεστώτος κατά τη νέα κρίση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Πλάνη του διορίζοντος οργάνου ως προς τα απαραίτητα προσόντα υποψηφίου — Ακυρότητα.

Αντικείμενο της προσφυγής ήταν η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Επιθεωρήτριας Τηλεφωνητριών (Χειριστικό Προσωπικό), πράξη που αποτελούσε προϊόν επανεξέτασης αφού η αρχική απόφαση είχε ανακληθεί σε συμμόρφωση με το αποτέλεσμα της απόφασης Ρ.Ι.Κ. και Άλλοι v. Καραγιώργη και Άλλων.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Είναι βασική αρχή του διοικητικού δικαίου ότι μετά από ανάκληση πράξης ή απόφασης, η διοίκηση υποχρεούται κατά τη νέα κρίση να εφαρμόσει το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο της έκδοσης της απόφασης που ανακλήθηκε.  Συνεπώς, η διαδικασία που ακολούθησε η Αρχή δεν ήτο παράνομη.

2.  Ο Καν. 10(5) των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνών Κύπρου Γενικών Κανονισμών 1982 (Κ.Δ.Π. 220/82) δεν απαγο[*41]ρεύει στο Συμβούλιο Προσωπικού την κατάταξη των υποψηφίων με σειρά προτεραιότητας.

Εξάλλου, η συμβουλή του αυτή δεν έχει επιτακτικό χαρακτήρα και δε δεσμεύει με οποιοδήποτε τρόπο την Αρχή. Στην προκειμένη περίπτωση η Αρχή έκανε τη δική της έρευνα και σύγκριση. Δεν ήτο ανεπίτρεπτη η αξιολόγηση των υποψηφίων από το Συμβούλιο με βάση την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοσή τους και η κατάταξη των επικρατεστέρων κατά σειρά προτεραιότητας.

3.  Η διαπίστωση του Συμβουλίου Προσωπικού ότι κανένας από τους υποψηφίους δεν πληρούσε το προσόν του Σχεδίου Υπηρεσίας ως προς τις γλώσσες, ήτο ενώπιον της Αρχής και λήφθηκε υπόψη. Η σημείωση από την Αρχή ότι η αιτήτρια υστερεί στην Αγγλική υποδεικνύει ότι θεωρήθηκε ειδικά για αυτήν ως απαραίτητο προσόν παρόλο που διαπιστώθηκε ότι καμιά από τις υποψήφιες δεν κατέχει το απαιτούμενο αυτό προσόν του Σχεδίου Υπηρεσίας και επιπλέον δεν απαιτείται από τον Καν.8.

     Σύμφωνα με τα πιο πάνω, η Αρχή λειτούργησε κάτω από καθεστώς πλάνης ως προς τα απαραίτητα προσόντα.

H προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Ρ.Ι.Κ. και Άλλοι v. Καραγιώργη και Άλλων (1991) 3 Α.Α.Δ. 159.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση Αρχής, ημερομηνίας 25.6.91, με την οποία προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Επιθεωρήτριας Τηλεφωνητριών (χειριστικό Προσωπικό) από 31.12.90, αντί της αιτήτριας.

Ν. Παπαευσταθίου, για την Αιτήτρια.

Κ. Χ” Ιωάννου, για την Καθ’ ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

XATZHTΣAΓΓAPHΣ, Δ.: Το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η απόφαση της καθ’ης η αίτηση Αρχής, ημερ. 25.6.91 με την οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη 1. Ίρις Κρητιώτου, [*42]2. Νίτσα Χριστοφίδου, 3. Αναστασία Χρίστου και 4. Αρτεμις Μάρκου προάχθηκαν στη θέση Επιθεωρήτριας Τηλεφωνητριών (Χειριστικό Προσωπικό) από 31.12.90.

Η Αρχή αποφάσισε να πληρώσει τις πιο πάνω θέσεις στις 2.11.90. Σε μεταγενέστερη όμως συνεδρία της ημερ. 3.5.91, η Αρχή ανακάλεσε την απόφαση για πλήρωση των θέσεων λόγω της μη νόμιμης συγκρότησης του Συμβουλίου κατ’ εκείνη την ημερομηνία (2.11.90) ως αποτέλεσμα της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ΡΙΚ και Άλλη ν. Καραγιώργη και Άλλων (1991) 3 Α.Α.Δ. 159. Ταυτόχρονα αποφασίστηκε η νέα πλήρωση των θέσεων με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς της 2.11.90 ημερομηνία κατά την οποία είχε αρχικά αποφασιστεί η πλήρωση των θέσεων.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 10(5) των Περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών του 1982 (Κ.Δ.Π. 220/82) όπως τροποποιήθηκαν (Βλ. Κ.Δ.Π. 91/89) “προ πάσης προαγωγής, η Αρχή ζητεί την συμβουλήν του Συμβουλίου Προσωπικού και τας εισηγήσεις του Γενικού Διευθυντού ή του Αναπληρωτού του”.

Η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού περιέχεται στα πρακτικά της συνεδρίας του ημερ. 10.5.91. Το Συμβούλιο ετοίμασε κατάλογο με επτά επικρατέστερες υποψήφιες κατά προτεραιότητα, μεταξύ των οποίων και τα τέσσερα ενδιαφερόμενα μέρη αλλά όχι την αιτήτρια.

Εισήγηση υπέβαλε και ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής με σημείωμά του ημερ. 16.5.91 σύμφωνα με την οποία τα τέσσερα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούσαν κατά τη γνώμη του των άλλων υποψηφίων.

Το Συμβούλιο της Αρχής επελήφθηκε του θέματος των προαγωγών στη συνεδρίαση ημερ. 25.6.91 και αποφάσισε να μην καλέσει τους υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη εφόσον θεώρησε ότι τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του ήτο ικανοποιητικά.  Η διαδικασία κατέληξε με την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στην επίδικη θέση.

Με εισήγησή του ο δικηγόρος της αιτήτριας προβάλλει ότι πεπλανημένα το Συμβούλιο Προσωπικού επέλεξε ως το νομικό και πραγματικό καθεστώς την 2.11.90 χωρίς να δώσει οποιαδήποτε εξήγηση.

[*43]Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω όταν η Αρχή αποφάσισε την πλήρωση των θέσεων Επιθεωρήτριας Τηλεφωνήτριας, στις 2.11.90, ήτο παράνομα συγκροτημένη και γι’ αυτό το λόγο σε μεταγενέστερη συνεδρία ανακάλεσε την πρώτη απόφασή της, πλήρωσε όμως τις θέσεις με βάση το καθεστώς της 2.11.90. Αυτό, κατά τη γνώμη μου δεν είναι μεμπτό.  Είναι βασική αρχή του Διοικητικού Δικαίου ότι μετά από ανάκληση πράξης ή απόφασης η διοίκηση υποχρεούται κατά τη νέα κρίση να εφαρμόσει το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο της έκδοσης της απόφασης που ανακλήθηκε. Συνεπώς, καταλήγω ότι η διαδικασία που ακολούθησε η Αρχή δεν ήτο παράνομη.

Με δεύτερο επιχείρημά του ο δικηγόρος της αιτήτριας προτάσσει ότι το Συμβούλιο Προσωπικού δε συμβούλεψε απλά την Αρχή όπως προνοεί ο Καν. 10(5) αλλ’ αντίθετα προέβη το ίδιο σε σύγκριση και αξιολόγηση και μάλιστα κατέταξε τους επικρατέστερους υποψηφίους κατά σειρά προτεραιότητας.

Ο Καν. 10(5) δεν απαγορεύει στο Συμβούλιο Προσωπικού την κατάταξη των υποψηφίων με σειρά προτεραιότητας. Εξάλλου, η συμβουλή αυτή δεν έχει επιτακτικό χαρακτήρα και δε δεσμεύει με οποιοδήποτε τρόπο την Αρχή. Στην προκειμένη περίπτωση η Αρχή έκανε τη δική της έρευνα και σύγκριση.  Δεν ήτο ανεπίτρεπτη κατά τη γνώμη μου η αξιολόγηση των υποψηφίων από το Συμβούλιο με βάση την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοσή τους και η κατάταξη των επικρατέστερων κατά σειρά προτεραιότητας.

Μεμπτή καθίσταται η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού, σύμφωνα πάντα με τον ισχυρισμό, και για το λόγο ότι επέλεξε τους υποψηφίους ανάλογα με τις κενές θέσεις που υπάρχουν στις συγκεκριμένες υπηρεσίες.

Μελέτησα με προσοχή το όλο κείμενο του πρακτικού και δεν με άφησε με την πιο πάνω εντύπωση που εισηγείται ο δικηγόρος της αιτήτριας. Το ότι στο προοίμιο του πρακτικού αναφέρεται ότι οι δύο κενές θέσεις υφίστανται στην Περιφερειακή Υπηρεσία Λευκωσίας και οι άλλες δυο στην Περιφερειακή Υπηρεσία Λεμεσού δεν αλλοιώνει τη φύση της διαδικασίας η οποία ήτο ενιαία, και η απλή αυτή αναφορά φαίνεται να έγινε για σκοπούς εισαγωγής στο θέμα χωρίς να αποτελεί με οποιοδήποτε τρόπο στοιχείο κρίσης ή αξιολόγησης.

Υποστηρίζει περαιτέρω η αιτήτρια ότι η ερμηνεία των Κανονισμών από το Συμβούλιο Προσωπικού όπως διατυπώνεται στη [*44]σελίδα 3 του Τεκμηρίου 2 της ένστασης  είναι πεπλανημένη. Συγκεκριμένα πρόβαλε ότι λανθασμένα το Συμβούλιο θεώρησε ότι τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα από τον Κανονισμό 8 ισχύουν για το προσωπικό που προσλήφθηκε μετά την  13.5.92.

Στη σελίδα 3 του πρακτικού της συνεδρίας του Συμβουλίου Προσωπικού ημερ. 10.5.91, αναφέρονται τα ακόλουθα:

“Το Συμβούλιο Προσωπικού προχώρησε στην εξέταση του θέματος της παροχής συμβουλής για πλήρωση από την Αρχή των τεσσάρων κενών θέσεων Επιθεωρητή/τριας Τηλεφωνητών/τριών (χειριστικό Προσωπικό) και έλαβε υπόψη τους πιο κάτω Κανονισμούς των Περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών:

.......................................................................................................

.......................................................................................................

(γ) Τον Κανονισμό 56(7)(α), ο οποίος καθορίζει ότι τα προβλεπόμενα από τον Κανονισμό 8 ελάχιστα ειδικά προσόντα ισχύουν για το προσωπικό που προσλήφθηκε στην υπηρεσία της Αρχής μετά τις 13.5.72.

(δ) Τον Κανονισμό 56(7)(β), ο οποίος προβλέπει ότι προσωπικό που προσλήφθηκε στην υπηρεσία της Αρχής πριν από τις 13.5.1972 “δύναται να (προαχθή) εξελιχθή κατά βαθμόν και επί τη βάσει των εν ισχύι προ της 13.5.1972 Σχεδίων Υπηρεσίας.”

Δεν ευρίσκω οποιαδήποτε αντινομία ως προς το τί καταγράφηκε στα πρακτικά και τί λήφθηκε υπόψη. Ο ίδιος ο Κανονισμός 56(7) προβλέπει:

“56(7) (α) Τα εν τω Κανονισμώ 8 καθοριζόμενα ελάχιστα ειδικά προσόντα διά την πρόσληψιν και εξέλιξιν (προαγωγήν) του Προσωπικού εφαρμόζονται και ισχύουν διά το προσληφθέν εις την Υπηρεσίαν της Αρχής Προσωπικόν από της 13ης.5.1972 και εντεύθεν.

          (β) Προσωπικόν το οποίον προσελήφθη εις την υπηρεσίαν της Αρχής προ της 13ης.5.1972 δύναται να (προαχθή) εξελιχθή κατά βαθμόν και επί τη βάσει των εν ισχύι προ της 13ης.5.72 Σχεδίων Υπηρεσίας .....................................................................................”

[*45]Το Συμβούλιο Προσωπικού απλώς επανέλαβε τις ρητές πρόνοιες των Κανονισμών επί του θέματος και στη συνέχεια προχώρησε στην εφαρμογή τους. Δεν διαπίστωσα οποιαδήποτε πλάνη περί το Νόμο.

Επιπρόσθετα, ο δικηγόρος της αιτήτριας πρόβαλε ότι η Αρχή ενήργησε πεπλανημένα σε σχέση με τα απαιτούμενα προσόντα για προαγωγή επειδή θεώρησε ότι η γνώση της Αγγλικής ήτο απαραίτητο προσόν.

Η Αρχή στη συνεδρία της ημερ. 25.6.91 διαπίστωσε, σε σχέση με την αιτήτρια, τα ακόλουθα:

“Η υποψήφια Ελλη Χριστοδουλίδου (2727) προσλήφθηκε στην υπηρεσία της Αρχής στις 18.10.60 και προάχθηκε σε Τηλεφωνήτρια Ι την 1.1.1986.  Κρίνεται ως καλή υπάλληλος αλλά αδύνατη στις ξένες γλώσσες και ειδικά στην Αγγλική που είναι απαραίτητη στην Τηλεφωνική Υπηρεσία.”

Η αιτήτρια προσλήφθηκε στην υπηρεσία της Αρχής πριν την 13.5.72, συνεπώς σύμφωνα με τον Κανονισμό 56(7)(β) έπρεπε να θεωρηθεί προάξιμη με βάση το σχετικό σχέδιο υπηρεσίας που ίσχυε πριν την ημερομηνία εκείνη.  Όμως το Συμβούλιο Προσωπικού διαπίστωσε ότι “και οι 28 υποψήφιοι/υποψήφιες δεν πληρούν το ισχύον πριν από τις 13.5.72 Σχέδιο Υπηρεσίας του Επιθεωρητή/τρίας Τηλεφωνικού Κέντρου, γιατί στα προσόντα απαιτείται μεταξύ άλλων “να μιλά να γράφει την Ελληνική, Τουρκική, Αγγλική και Γαλλική γλώσσα”, που κανείς και καμιά δεν κατέχει, αλλά πληρούν τα ελάχιστα ειδικά προσόντα που προβλέπει ο Κανονισμός 8(1)(Γ)(δ) για το Μέσο Χειριστικό Προσωπικό, όπως φαίνεται στο εδάφιο (α) πιο πάνω” Ο Κανονισμός 8(1)(Γ)(δ), ο οποίος αναφέρεται στα ελάχιστα ειδικά προσόντα του Μέσου Χειριστικού Προσωπικού προβλέπει ότι “Διά τον βαθμόν του Επιθεωρητού του Προσωπικού τούτου απαιτείται συμπλήρωσις 19ετούς περιόδου εις την υπηρεσίαν της Αρχής, αναλόγως της ειδικότητος”.

Η διαπίστωση του Συμβουλίου Προσωπικού ότι κανένας από τους υποψηφίους δεν πληρούσε το προσόν του Σχεδίου Υπηρεσίας ως προς τις γλώσσες ήτο ενώπιον της Αρχής και λήφθηκε υπόψη. Η σημείωση από την Αρχή ότι η αιτήτρια υστερεί στην Αγγλική υποδεικνύει, κατά τη γνώμη μου, ότι θεωρήθηκε ειδικά γι’ αυτήν ως απαραίτητο προσόν παρόλο που διαπιστώθηκε ότι καμιά από τις υποψήφιες δεν κατέχει το απαιτούμενο αυτό προ[*46]σόν του Σχεδίου Υπηρεσίας και επιπλέον δεν απαιτείται από τον Καν. 8.

Σύμφωνα με τα πιο πάνω καταλήγω ότι η Αρχή λειτούργησε κάτω από καθεστώς πλάνης ως προς τα απαραίτητα προσόντα.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στο συνολό της. Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.

H προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς διαταγή για έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο