Pavlonapa Enterprises Ltd κ.ά. ν. Κ.Ο.Τ. (1993) 4 ΑΑΔ 387

(1993) 4 ΑΑΔ 387

[*387] 25 Φεβρουαρίου, 1993

[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

PAVLONAPA ENTERPRISES LTD. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 334/92)

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο — Κατάργηση Δίκης — Όταν εκδοθεί νέα εκτελεστή διοικητική απόφαση για το ίδιο ζήτημα, η προηγούμενη αποβάλλει την εκτελεστότητά της και δεν μπορεί να παραμείνει αντικείμενο προσφυγής.

Οι περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμοι του 1969 έως 1985 και οι Περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων (Γενικοί) Κανονισμοί των 1985, (Κ.Δ.Π. 192/85) — Η παράγραφος (η) του Άρθρου 5(2) του Νόμου αναφέρεται μόνο στη διοίκηση και διαχείριση του Κ.Ο.Τ. — Το ζήτημα της κατάταξης και ανακατάταξης των ξενοδοχείων δεν είναι θέμα που εμπίπτει στους όρους "διοίκηση και διαχείριση του Οργανισμού" — Κρίση περί εφαρμογής του Άρθρου 5(6) στην κριθείσα περίπτωση—Περιεχόμενο και έλεγχος εφαρμογής του Καν. 2 των Κανονισμών — Ο Καν. 25(1) — Επιφύλαξη του εδαφίου (3) του Άρθρου 7—Εφαρμόζεται στην περίπτωση ανακατάταξης και όχι αρχικής κατάταξης.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του ΣυντάγματοςΛόγοι ακυρώσεωςΠροκατάληψη Βάρος απόδειξης φέρει ο ισχυριζόμενος Είδος αποδείξεως και αρχές που διέπουν το θέμα.

Οι αιτητές ζήτησαν με την προσφυγή την ακύρωση της ανακατάταξης ή/και κατάταξης του ξενοδοχείου τους στην Αγία Νάπα στην τάξη των 3 αντί των 4 αστέρων. Προδικαστικά εξετάστηκε από το Δικαστήριο ζήτημα κατάργησης της δίκης, λόγω απώλειας της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης πράξης, εν όψει ισχυριζό[*388]μενης έκδοσης νέας πράξης επί του ιδίου θέματος.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Είναι καθιερωμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι, όταν εκδοθεί νέα εκτελεστή διοικητική απόφαση για το ίδιο ζήτημα, η προηγούμενη αποβάλλει την εκτελεστότητά της και δεν μπορεί να είναι αντικείμενο προσφυγής.

2. Η παράγραφος (η) του Άρθρου 5(2) των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμου του 1969 εως 1985, αναφέρεται μόνο στη διοίκηση και διαχείριση του Οργανισμού. Το ζήτημα της κατατάξεως και ανακατατάξεως των ξενοδοχείων δεν είναι θέμα που εμπίπτει στους όρους "διοίκηση και διαχείριση του Οργανισμού".

Εφαρμογή έχει εν προκειμένω το εδάφιο (6) του Άρθρου 5. Εν όψει και του ουσιαστικού μέρους του Κανονισμού 2 των περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων (Γενικών) Κανονισμών του 1985 (Κ.Δ.Π. 192/85) είναι φανερό ότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται στο Νόμο και στους Κανονισμούς για τη λήψη της απόφασης που ο δικηγόρος του Οργανισμού ισχυρίζεται ότι περιέχεται στην επιστολή της 20ής Ιουλίου, 1992. Ούτε η Επιτροπή Ξενοδοχείων, ούτε το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβαν μέρος στη λήψη τέτοιας απόφασης. Δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για μεταβίβαση της αρμοδιότητας του στο Γενικό Διευθυντή.

Η κρίσιμη επιστολή της 20ής Ιουλίου, 1992, δεν περιέχει νέα απόφαση. Για το λόγο αυτό, η προσβαλλόμενη απόφαση συνεχίζει να είναι εκτελεστή.

3. Η επιφύλαξη του εδαφίου (3) του Άρθρου 7 εφαρμόζεται στην περίπτωση ανακατάταξης και όχι της αρχικής κατάταξης. Αυτό είναι πρόδηλο από το κύριο σώμα του Κανονισμού και το λεκτικό της επιφύλαξης.

4. Καμιά παρανομία ή παρατυπία δεν έχει προβληθεί, ή/και αποδειχθεί, αναφορικά με τη σύνθεση της Επιτροπής. Η σύνθεση της Επιτροπής ήταν σύμφωνη με τις πρόνοιες του Νόμου.

Ο ισχυρισμός, όπως διατυπώνεται στη γραπτή αγόρευση, αφήνει να νοηθεί ότι η απόφαση ήταν προϊόν προκατάληψης ή έλλειψης αμεροληψίας από ένα μέλος της Επιτροπής. Το βάρος [*389] της απόδειξης, σε τέτοια περίπτωση, έχει εκείνος που ισχυρίζεται την ύπαρξη προκατάληψης. Ο αιτητής πρέπει να παρουσιάσει συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά για θεμελίωση εχθρικής διάθεσης και προκατάληψης.

Οι αρχές που διέπουν το θέμα μπορούν να συνοψισθούν:-

(α) Τα όργανα που μετέχουν στη διαδικασία έκδοσης μιας διοικητικής πράξης πρέπει να είναι αμερόληπτα και, αν αποδειχθεί το αντίθετο, τότε η σχετική διοικητική πράξη είναι άκυρη.

(β) Η έλλειψη αμεροληψίας από τον ιεραρχικά ανώτερο υπάλληλο ή από το διορίζον όργανο, πρέπει να αποδειχθεί με αρκετή βεβαιότητα, είτε από γεγονότα που πηγάζουν από τα σχετικά διοικητικά έγγραφα, ή από άλλα γεγονότα, που οδηγούν σε ασφαλές συμπέρασμα μεροληψίας.

5. Το Δικαστήριο δε θεωρεί αναγκαίο να αναφερθεί στις επιστολές των αιτητών και των δικηγόρων τους μετά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, με τις οποίες αναλάμβαναν να προβούν σε όλες τις αναγκαίες με το Νόμο και τους Κανονισμούς βελτιώσεις για σκοπούς ανακατάταξης του ξενοδοχείου, γιατί η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης κατά το χρόνο της έκδοσης της.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Papadopoulos v. Republic (1970) 3 C.L.R. 169,

Ε. Α. Hadjioannou and Electroacousitc Supply Co. Ltd. v. Republic (1988) 3 C.L.R. 879,

Αποφάσεις Συμβουλίου της Επικρατείας Αρ. 684/55,1721/55,

Kolokassides v. Republic (1965) 3 C.L.R. 542,

Varnava v. Republic (1968) 3 C.L.R. 566,

Spyrou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 354,

Σάρδος και Άλλος ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1993) 4 Α.Α.Δ. 136.

[*390]

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία κατέταξαν το ξενοδοχείο "PAVLONAPA", στην Αγία Νάπα, στην τάξη των 3 αντί των 4 αστέρων.

Α. Πασχαλίδης, για τους Αιτητές Αρ. 1.

Τ. Παύλου, για τους Αιτητές Αρ. 2.

Α. Δικηγορόπουλος, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές με την προσφυγή αυτή ζητούν την ακύρωση της απόφασης του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, (ο "Οργανισμός"), για την "ανακατάταξη και/ή κατάταξη" του ξενοδοχείου "PAVLONAPA", στην Αγία Νάπα, στην τάξη των 3 αντί των 4 αστέρων, ημερομηνίας 23 Δεκεμβρίου, 1991, που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 3 Φεβρουαρίου, 1992.

Ο δικηγόρος του Οργανισμού πρόβαλε ότι η η δίκη πρέπει να καταργηθεί, γιατί η προσφυγή έμεινε χωρίς αντικείμενο, επειδή στις 20 Ιουλίου, 1992, ύστερα από νέα έρευνα, λήφθηκε νέα εκτελεστή διοικητική απόφαση για το ίδιο θέμα και η προσβαλλόμενη απόφαση απέβαλε την εκτελεστότητά της.

Ο δικηγόρος του αιτητή αντέταξε ότι δεν εκδόθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού νέα απόφαση. Ο υπεύθυνος του Οργανισμού για τα ξενοδοχεία, ύστερα από επιθεώρηση του ξενοδοχείου των αιτητών, επιβεβαίωσε με επιστολή ημερομηνίας 20 Ιουλίου, 1992, την προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση.

Είναι καθιερωμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι, όταν εκδοθεί νέα εκτελεστή διοικητική απόφαση για το ίδιο ζήτημα, η προηγούμενη αποβάλλει την εκτελεστότητά της και δεν μπορεί να είναι αντικείμενο προσφυγής - (βλ., μεταξύ άλλων, Miltiades Papadopoulos v. Republic (Council of Ministers) (1970) 3 C.L.R. 169, στη σελ. 172· E.A. Hadjioannou and Electroacoustic Supply Co. Ltd. v. Republic of Cyprus (1988) 3 C.L.R. 879· Αποφάσεις του Ελληνικού Συμβουλίου της Επικρατείας 684/55, 1721/55· και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 241-242). [*391]

Μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, οι αιτητές και οι δικηγόροι τους πληροφόρησαν τον Οργανισμό ότι άρχισαν βελτιωτικές εργασίες και ζήτησαν να διευθετηθεί νέα επιθεώρηση του ξενοδοχείου γύρω στα μέσα Μαΐου, 1992.

Στις 11 Μαΐου, 1992, οι δικηγόροι των αιτητών, με επιστολή, πληροφόρησαν τον Οργανισμό ότι το ξενοδοχείο ήταν έτοιμο για την επιθεώρηση.

Νέα επιθεώρηση πραγματοποιήθηκε στις 11 Ιουνίου, 1992, από Λειτουργούς του Οργανισμού, στην παρουσία των αντιπροσώπων των αιτητών.

Με βάση τα γεγονότα αυτά, εάν η επιστολή ημερομηνίας 20 Ιουλίου, 1992, περιέχει απόφαση του Οργανισμού, αυτή λήφθηκε ύστερα από νέα έρευνα και δεν είναι βεβαιωτική, αλλά νέα εκτελεστή διοικητική απόφαση, στην οποία ενσωματώνεται η προσβαλλόμενη απόφαση της 23ης Δεκεμβρίου, 1991 - (βλ., μεταξύ άλλων, Nicos Kolokassides v. Republic of Cyprus through the Minister of Finance (1965) 3 C.L.R. 542· Christakis L. Varnava v. Republic (District Officer Nicosia and Another) (1968) 3 C.L.R. 566· Spyrou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 354).

Η επιστολή της 20ης Ιουλίου, 1992, υπογράφεται από τον κ. Χρ. Μακρή, για Γενικό Διευθυντή.

Το Άρθρο 7(1) των περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμων του 1969 έως 1985, (Αρ. 40/69, 52/70, 17/73, 34/74 και 28/85), (ο "Νόμος"), προνοεί ότι η κατάταξη των ξενοδοχείων ενεργείται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου, κατά τον καθορισμένο τρόπο και κατά την καθορισμένη διαδικασία.

Ο τρόπος και η διαδικασία κατατάξεως καθορίζονται στους περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων (Γενικοί) Κανονισμούς του 1985, Κ.Δ.Π. 192/85, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος Ι, σελ. 617. Οι Κανονισμοί 2 και 3 αναφέρουν ότι η κατάταξη και ανακατάταξη ενεργούνται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού.

Ο δικηγόρος του Οργανισμού παρέπεμψε το Δικαστήριο στο Άρθρο 5(2)(η) των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμων του 1969 έως 1985, (Αρ. 54/69, 50/77, 48/78, 62/79, 66/80, 63/81, 16/85), που έχει:- [*392]

"5. - (2) Ειδικώτερον το Συμβούλιον έχει τας ακολούθους αρμοδιότητας

…………………………………………………………………………......................

(η) αποφασίζει επί παντός ετέρου θέματος, σχέσιν έχοντος με την διοίκησιν και διαχείρισιν του Οργανισμού. Τας επί των θεμάτων τούτων αρμοδιότητάς του δύναται να μεταβιβάζη, δι' αποφάσεων του, εις τον Γενικόν Διευθυντήν ή ετέρους ανωτέρους υπαλλήλους του Οργανισμού."

Η παράγραφος αυτή αναφέρεται μόνο στη διοίκηση και διαχείριση του Οργανισμού. Το ζήτημα της κατατάξεως και ανακατατάξεως των ξενοδοχείων δεν είναι θέμα που εμπίπτει στους όρους "διοίκηση και διαχείριση του Οργανισμού".

Το εδάφιο (6) του Άρθρου 5 προβλέπει:-

"(6) Το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να μεταβιβάζη αρμοδιότητάς του εις τον Γενικόν Διευθυντήν ή εις Επιτροπάς εκ μελών αυτού εις τας οποίας δύναται να συμμετέχη και ο Γενικός Διευθυντής ή και έτεροι Λειτουργοί του Οργανισμού. Το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται επίσης να συνιστά συμβουλευτικός επιτροπάς εξ ατόμων εκπροσωπούντων οργανισμούς σχέσιν έχοντας με την τουριστικήν βιομηχανίαν ή και εξ άλλων προσώπων ή και λειτουργών του Οργανισμού."

Εφαρμογή έχει το εδάφιο (6) του Άρθρου 5, που έχει προεκτεθεί.

Το ουσιαστικό μέρος του Κανονισμού 2 έχει:-

"2.- (1) Τρεις τουλάχιστον μήνας προ της ενάρξεως της λειτουργίας ξενοδοχείου, ο κύριος της ξενοδοχειακής επιχειρήσεως υποβάλλει προς το Διοικητικόν Συμβούλιον αίτησιν περί κτατάξεως και εκδόσεως αδείας λειτουργίας.

………………………………………………………………………………………….

(3) Ανεξαρτήτως συμμορφώσεως παρά του κυρίου της ξενοδοχειακής επιχειρήσεως προς την παράγραφον (1) το Διοικητικόν Συμβούλιον προβαίνει εις την κατάταξιν του ξενοδοχείου κατόπιν ελέγχου της συνδρομής των υπό των παρόντων Κανονισμών προνοουμένων όρων και προϋποθέσεων διά την προτεινομένην κατάταξιν.

Τον έλεγχον ενεργεί η Επιτροπή διά μελών αυτής ή δι' [*393] εντεταλμένων προς τούτο οργάνων του Οργανισμού ή άλλων εξουσιοδοτημένων υπό του Διοικητικού Συμβουλίου προσώπων, παρόντος του κυρίου της ξενοδοχειακής επιχειρήσεως ή εκπροσώπου αυτού.

(5) Η επί του ελέγχου απόφασις της Επιτροπής υποβάλλεται εις το Διοικητικόν Συμβούλιον δεόντως ητιολογημένη όπερ προβαίνει εις την κατάταξιν.

(7) Η σχετική προς την κατάταξιν απόφασις του Διοικητικού Συμβουλίου, εφ' όσον διά ταύτης ορίζεται τάξις κατωτέρα της διά των εγκριθέντων σχεδίων προβλεφθείσης, δέον να είναι ειδικώς ητιολογημένη."

Ο Κανονισμός 3(1) προβλέπει:-

"3. - (1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 7 του Νόμου, η ανανέωσις κατατάξεως παντός ξενοδοχείου ως και η ανακατάταξις αυτού ενεργείται κατά την αυτήν ως περί της κατατάξεως προνοουμένην υπό του Κανονισμού 2 διαδικασίαν:

Νοείται ότι εις περίπτωσιν ανακατατάξεως δυνάμει του εδαφίου (5) του Άρθρου 7 του Νόμου, προ πάσης ανακατάξεως δέον να δοθή έγγραφος γνωστοποίησις της εισηγήσεως του Γενικού Διευθυντού προς τον κύριον της ξενοδοχειακής επιχειρήσεως."

Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, είναι φανερό ότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται στο Νόμο και στους Κανονισμούς για τη λήψη της απόφασης που ο δικηγόρος του Οργανισμού ισχυρίζεται ότι περιέχεται στην επιστολή της 20ής Ιουλίου, 1992. Ούτε η Επιτροπή Ξενοδοχείων, ούτε το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβαν μέρος στη λήψη τέτοιας απόφασης. Δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για μεταβίβαση της αρμοδιότητάς του στο Γενικό Διευθυντή.

Η επιστολή της 20ής Ιουλίου, 1992, δεν περιέχει νέα απόφαση. Για το λόγο αυτό, η προσβαλλόμενη απόφαση συνεχίζει να είναι εκτελεστή.

Οι λόγοι ακυρώσεως που προβλήθηκαν είναι:-

1. Έλλειψη δέουσας έρευνας. Δε λήφθηκαν υπόψη τα σχέδια που εγκρίθηκαν για την ανέγερση του ξενοδοχείου "PAVLONAPA".

2. Έλλειψη αιτιολογίας.

[*394]

3. Παράβαση του Άρθρου 7(3) των περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμων του 1969 έως 1985.

4. Αντικανονική σύνθεση της Επιτροπής Ξενοδοχείων.

Τα αναντίλεκτα γεγονότα είναι:-

Στις 18 Ιουλίου, 1980, εγκρίθηκαν από την Επιτροπή Ξενοδοχείων σχέδια για ανέγερση ξενοδοχείου 4 αστέρων.

Το ξενοδοχείο, με την ονομασία "PAVLONAPA", συμπληρώθηκε και άρχισε να λειτουργεί στις 20 Μαρτίου, 1989.

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 2(4), η αρμόδια Υπηρεσία του Οργανισμού προέβη στις 18 Οκτωβρίου, 1990, σε επαλήθευση των σχεδίων, για το σκοπό αρχικής κατάταξης. Η έκθεση είναι τα κόκκινα 2 και 1 στο Φάκελο της Διοίκησης Τεκμήριο 1.

Στις 13 Νοεμβρίου, 1990, η Επιτροπή Ξενοδοχείων μελέτησε το θέμα της αρχικής κατάταξης του ξενοδοχείου και ανέβαλε τη λήψη απόφασης μέχρι τη διενέργεια επιθεώρησης από την ίδια την Επιτροπή.

Στις 24 Οκτωβρίου, 1991, η Επιτροπή επιθεώρησε το ξενοδοχείο.

Στις 16 Δεκεμβρίου, 1991, η Επιτροπή αποφάσισε, για τους λόγους που ειδικά αναφέρει στο πρακτικό της, την κατάταξη του ξενοδοχείου στην τάξη των 3 αστέρων.

Στις 23 Δεκεμβρίου, 1991, το Συμβούλιο του Οργανισμού πήρε την προσβαλλόμενη απόφαση για κατάταξη του ξενοδοχείου "PAVLONAPA" στην τάξη των 3 αστέρων.

Η απόφαση κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 3 Φεβρουαρίου, 1992, η οποία έχει:-

"Κύριοι,

Θέμα: Αρχική κατάταξη του Ξενοδοχείου Pavlonapa στην Αγία Νάπα

Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού σε πρόσφατη συνεδρία του αποφάσισε, με βάση τα άρθρα 7 και 8 των περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νό[*395]μων του 1969-1985 και με ομόφωνη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Ξενοδοχείων, ότι το Ξενοδοχείο σας με την ονομασία Pavlonapa, δυναμικότητας 96 δωματίων/192 κλινών:

(1)Δεν είναι δυνατό να καταταγεί στην τάξη των 4 αστέρων όπως αρχικά προβλέφθηκε με την έγκριση των αρχιτεκτονικών σχεδίων γιατί:

(α)η υφιστάμενη γενική εσωτερική εμφάνιση και κατάσταση όλων των κοινοχρήστων και βοηθητικών χώρων και υπνοδωματίων του ξενοδοχείου, η επίπλωση, τα υλικά κατασκευής και ο εξοπλισμός τούτων δεν ανταποκρίνονται στα επίπεδα ξενοδοχείου 4 αστέρων,

(β) δεν εφαρμόσθηκαν τα σχέδια σ' ό,τι αφορά:

(ι)   αίθουσα προγεύματος,

(ιι)  μπαρ,

(ιιι) εσωτερικά καταστήματα, και

(γ) οι υπόγειοι χώροι σάουνας, ντους, αίθουσα γυμναστικής κλπ είναι πολύ χαμηλού επιπέδου και ο εξαερισμός τούτων πολύ ανεπαρκής.

(2) Καταταγεί στην τάξη των 3 αστέρων με τους πιο κάτω όρους και προϋποθέσεις:

(α)το προσωπικό της επιχείρησής σας θα διαθέτει το απαραίτητο πιστοποιητικό υγείας από την αρμόδια Υγειονομική Υπηρεσία,

(β) θα εξασφαλίσετε πιστοποιητικό καταλληλότητας των ανελκυστήρων της επιχείρησής σας από το Υπουργείο Εργασίας,

(γ) θα εφαρμόσετε τους όρους που τυχόν θα θέσει η Πυροσβεστική Υπηρεσία από άποψη πυρασφάλειας,

(δ) θα εφαρμόσετε τους όρους που τυχόν θα θέσει η αρμόδια Αρχή σ' ό,τι αφορά το αποχετευτικό/βιολογικό σύστημα,

(ε) θα εφαρμόσετε τυχόν όρους που θα σας υποδειχθούν από την Υγειονομική Υπηρεσία,

[*396]

(στ) θα εξασφαλίσετε και υποβάλετε στον Οργανισμό αντίγραφο άδειας οικοδομής του υφιστάμενου κτιρίου της επιχείρησης,

(ζ) θα καταβάλετε στον Οργανισμό τα προβλεπόμενα δικαιώματα άδειας ύψους ΛΚ.145.00 μαζί με 2 χαρτόσημα αξίας 50 σεντ το καθένα για την αρχική άδεια λειτουργίας του Ξενοδοχείου σας (ΛΚ.80.00) για την περίοδο 1980-1990 και την ανανέωση της (ΛΚ.65.00) για την περίοδο 1991-1992)."

Από τα γεγονότα που έχουν αναφερθεί πιο πάνω και το περιεχόμενο του Φακέλου της Διοικήσεως, αντικρούεται ο ισχυρισμός ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα. Η έρευνα που προβλέπεται στους Κανονισμούς έγινε. Η Επιτροπή, όχι μόνο δεν αρκέστηκε στην έρευνα που έγινε από Λειτουργούς του Οργανισμού στις 18 Οκτωβρίου, 1990, αλλά η ίδια προέβη σε νέα έρευνα και επιτόπια εξέταση στις 24 Οκτωβρίου, 1991.

Η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει νόμιμη αιτιολογία, η οποία συμπληρώνεται με επάρκεια από τα στοιχεία του Φακέλου.

Η αρχική κατάταξη στην τάξη που προβλέφθηκε από τη μελέτη και τα σχέδια είναι υποχρεωτική μόνο όταν ικανοποιούνται οι όροι που καθορίζονται από το Νόμο και τους Κανονισμούς -(βλ. Κανονισμό 2(6)).

Στην παρούσα υπόθεση, δεν ακολουθήθηκαν και δεν εφαρμόστηκαν τα σχέδια, όπως αναφέρεται στις εκθέσεις του Λειτουργού και της Επιτροπής. Περαιτέρω, οι απαιτήσεις των Κανονισμών δεν ικανοποιούνται.

Ο Κανονισμός 25(1) προβλέπει ότι σε ξενοδοχεία της τάξης των 5 και 4 αστέρων η ύπαρξη ξεχωριστής αίθουσας προγεύματος είναι υποχρεωτική.

Στον ουσιώδη χρόνο, τουλάχιστον, δεν υπήρχε ξεχωριστή αίθουσα προγεύματος.

Προβλήθηκε εκ μέρους των αιτητών ο ισχυρισμός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού ενήργησε αντίθετα ειδικά με την επιφύλαξη του Άρθρου 7(3) του Νόμου, γιατί δεν έταξε εύλογη προθεσμία για αναπλήρωση των ελλείψεων ή παραβάσεων που διαπιστώθηκαν, πριν προβεί στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. [*397]

Η επιφύλαξη του εδαφίου (3) του Άρθρου 7 εφαρμόζεται στην περίπτωση ανακατάταξης και όχι της αρχικής κατάταξης. Αυτό είναι πρόδηλο από το κύριο σώμα του Κανονισμού και το λεκτικό της επιφύλαξης.

Ο ισχυρισμός για αντικανονική σύνθεση της Επιτροπής συνίσταται στο ότι μετείχε στην Επιτροπή πρόσωπο, το οποίο είχε άμεσο συμφέρον στην έκδοση της επίδικης απόφασης με τη μορφή που εκδόθηκε.

Καμιά άλλη λεπτομέρεια ή απόδειξη δεν παρουσιάστηκε.

Η σύνθεση της Επιτροπής προβλέπεται στο Άρθρο 6(1) του Νόμου.

Καμιά παρανομία ή παρατυπία δεν έχει προβληθεί, ή/και αποδειχθεί, αναφορικά με τη σύνθεση της Επιτροπής. Η σύνθεση της Επιτροπής ήταν σύμφωνη με τις πρόνοιες του Νόμου.

Ο ισχυρισμός, όπως διατυπώνεται στη γραπτή αγόρευση, αφήνει να νοηθεί ότι η απόφαση είναι προϊόν προκατάληψης ή έλλειψης αμεροληψίας από ένα μέλος της Επιτροπής. Το βάρος της απόδειξης, σε τέτοια περίπτωση, έχει εκείνος που ισχυρίζεται την ύπαρξη προκατάληψης. Ο αιτητής πρέπει να παρουσιάσει συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά για θεμελίωση εχθρικής διάθεσης και προκατάληψης.

Οι αρχές που διέπουν το θέμα μπορούν να συνοψισθούν:-

(α) Τα όργανα που μετέχουν στη διαδικασία έκδοσης μιας διοικητικής πράξης πρέπει να είναι αμερόληπτα και, αν αποδειχθεί το αντίθετο, τότε η σχετική διοικητική πράξη είναι άκυρη.

(β) Η έλλειψη αμεροληψίας από τον ιεραρχικά ανώτερο υπάλληλο ή από το διορίζον όργανο πρέπει να αποδειχθεί με αρκετή βεβαιότητα, είτε από γεγονότα που πηγάζουν από τα σχετικά διοικητικά έγγραφα, ή από άλλα γεγονότα που οδηγούν σε ασφαλές συμπέρασμα μεροληψίας.

(Βλ. Παναγιώτης Σάρδοw και Άλλος ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1993) 4 Α.Α.Δ. 136, στην οποία αναφέρεται η προηγούμενη νομολογία του Δικαστηρίου.)

Οι αιτητές δεν παρουσίασαν στοιχεία που να υποστηρίζουν [*398] τον ισχυρισμό της προκατάληψης ή/και του δυσμενούς επηρεασμού. Ο λόγος αυτός δεν έχει τεκμηριωθεί και, ως εκ τούτου, κρίνεται ως αβάσιμος.

Το Δικαστήριο δε θεωρεί αναγκαίο να αναφερθεί στις επιστολές των αιτητών και των δικηγόρων τους μετά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, με τις οποίες αναλάμβαναν να προβούν σε όλες τις αναγκαίες με το Νόμο και τους Κανονισμούς βελτιώσεις για σκοπούς ανακατάταξης του ξενοδοχείου, γιατί η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης κατά το χρόνο της έκδοσης της.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται.

Καμιά διαταγή για έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς διαταγή για έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο