Παπαχαραλάμπους Aνδρέας και Άλλος ν. Eφόρου Φόρου Eισοδήματος και Άλλου (1993) 4 ΑΑΔ 724

(1993) 4 ΑΑΔ 724

[*724]24 Μαρτίου, 1993

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,

Αιτητές,

v.

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 238/92)

 

Οι περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμοι 1978 έως 1988 — Άρθρο 23(2) — Αύξηση χρονικού ορίου φορολόγησης από 6 σε 12 έτη εφόσον διαπιστωθεί εσκεμμένη παράλειψη εκ μέρους του φορολογούμενου —  Εναπόκειται στην κρίση του Εφόρου, με βάση τα ενώπιόν του στοιχεία — Οι αιτητές παρέλειπαν κατ’ επανάληψη να δηλώνουν τους τόκους που εισέπρατταν από τις καταθέσεις τους — Εύλογα επιτρεπτή η απόφαση του Εφόρου να τους θεωρήσει ως ένοχους εσκεμμένης παράλειψης.

Το μοναδικό ερώτημα που εγέρθη στην παρούσα προσφυγή ήταν η ερμηνεία και εφαρμογή του Άρθρου 23 την περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978 έως 1988. Οι αιτητές ισχυρίστηκαν πως η απόφαση του Εφόρου να θεωρήσει την αποβιώσασα ένοχη εσκεμμένης παράλειψης δήλωσης των τόκων που εισέπραττε από τις καταθέσεις της και να αυξήσει ως εκ τούτου το χρονικό όριο φορολόγησης από 6 σε 12 έτη, ήταν εντελώς αυθαίρετη και λήφθηκε χωρίς καμία έρευνα.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Το αν ο φορολογούμενος είναι ένοχος εσκεμμένης παράλειψης, εναπόκειται στην κρίση του Εφόρου, με βάση τα ενώπιόν του στοιχεία και δε χρειάζεται να υπάρχει απόφαση οποιουδήποτε Δικαστηρίου.

[*725]Στην υπό κρίση υπόθεση, η αποβίωσασα υπέβαλε τις φορολογικές της δηλώσεις για τα έτη 1979-1990, πλην όμως, ενώ δήλωνε τα άλλα της εισοδήματα, παρέλειπε κατ’επανάλειψη να δηλώνει τους τόκους που είσπραττε από τις καταθέσεις της στις τράπεζες. Αυτή η παράλειψη, που επαναλαμβανόταν για χρόνια, ήταν υπό τις περιστάσεις, εύλογα επιτρεπτό στον Έφορο να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ήταν εσκεμμένη. Η αποβιώσασα είχε καθήκον να υποβάλλει αληθείς και ορθές φορολογικές δηλώσεις και ενώ δήλωνε ορθά και αληθινά τα άλλα της εισοδήματα, παρέλειπε συστηματικά να δηλώνει τους τόκους. Η συμπεριφορά της αυτή, αποδεικνύει από μόνη της την εσκεμμένη παράλειψή της.

Υπό τις περιστάσεις, δε χρειαζόταν περαιτέρω έρευνα από μέρους του Εφόρου για να καταλήξει στο συμπέρασμα που κατάληξε.  Η απόφαση του ήταν εύλογα επιτρεπτή.

H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ioannides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1801,

Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις “ΟΚΑΠΙ” Λτδ v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2312,

Wellington v. Reynolds (H.M. Inspector of Taxes) [1962] 40 T.C. 209.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της φορολογίας που επέβαλε ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος για τα έτη 1979-90, για τόκους που  εισέπραξε η αποβιώσασα κατά τα πιο πάνω χρόνια.

Π. Μιχαήλ, για τους Αιτητές.

Στ. Ιωσήφ, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

XPYΣOΣTOMHΣ, Δ.: Οι αιτητές καταχώρησαν την παρούσα προσφυγή υπό την ιδιότητά τους ως διαχειριστές της περιουσίας της αποβιωσάσης Θέμιδας Ορέστη Κυριακίδη, τέως από τη Λευκωσία και ζητούν την ακύρωση των φορολογιών φόρου εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1979-1990, για το συνολικό ποσό των Λ.Κ.6.904,58, που επέβαλε ο καθ’ ου η αίτηση Έφορος Φόρου Εισοδήματος, για τόκους που εισέπραξε η αποβιώσασα κατά τα πιο πάνω χρόνια.

Όταν οι αιτητές υπέβαλαν στον Έφορο καταστάσεις τραπεζιτικών λογαριασμών της αποβιωσάσης, διεφάνη ότι από το 1979-1990, η αποβιώσασα εισέπραττε τόκους από καταθέσεις της, τους οποίους όμως δεν είχε δηλώσει στις δηλώσεις φόρου εισοδήματος που υπέβαλλε, παρόλο που δήλωνε τα άλλα της εισοδήματα.

Ο Έφορος έκρινε πως η παράλειψη αυτή της αποβιωσάσης ήταν “εσκεμμένη” και σύμφωνα με το άρθρο 23 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989, επεξέτεινε το όριο φορολόγησης από 6 σε 12 χρόνια και επέβαλε την προσβαλλόμενη φορολογία.

Οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση, πλην όμως η ένστασή τους απορρίφθηκε και καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.

Το μοναδικό ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα προσφυγή είναι η ερμηνεία και η εφαρμογή του άρθρου 23 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978 έως 1988.

Είναι η θέση των αιτητών πως δεν υπάρχει εσκεμμένη παράλειψη και ότι ο Έφορος εντελώς αυθαίρετα και χωρίς καμιά έρευνα, αύξησε το χρονικό όριο φορολόγησης από 6 σε 12 έτη, όταν οι αιτητές προσκόμισαν τις σχετικές καταστάσεις των τραπεζών, κρίνοντας ότι η παράλειψη της αποβιωσάσης ήταν εσκεμμένη.

Ο δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση αντέκρουσε τους ισχυρισμούς των αιτητών και τεκμηρίωσε την εισήγησή του ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις λήφθηκαν ορθά και νόμιμα.

To άρθρο 23(2) των πιο πάνω νόμων έχει ως ακολούθως:

“(2) Οσάκις τις είναι ένοχος δόλου ή εσκεμμένης παραλείψεως, το χρονικόν όριον των εξ ετών το οποίον αναφέρεται εν τω εδαφίω (1) αυξάνεται εις δώδεκα έτη.”

Το αν ο φορολογούμενος είναι ένοχος εσκεμμένης παράλειψης, εναπόκειται στην κρίση του Εφόρου με βάση τα ενώπιόν του στοιχεία και δε χρειάζεται να υπάρχει απόφαση οποιουδήποτε Δικαστηρίου (βλ. Ιoannides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1801 και Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις “ΟΚΑΠΙ” Λτδ v. Κυ[*727]πριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2312).

Στην υπόθεση Wellington v. Reynolds (H.M. Inspector of Taxes) [1962] 40 T.C. 209, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 215:

“... is some deliberate or intentional failure to do what the taxpayer ought to have done, knowing that to omit to do so was wrong.  And what the taxpayer’s duty was, in such a case as this, was to make a true and correct return in relation to Income Tax to the best of his judgment and belief:...”

Στην υπό κρίση υπόθεση, η αποβιώσασα υπέβαλλε τις φορολογικές της δηλώσεις για τα έτη 1979-1990, πλην όμως, ενώ δήλωνε τα άλλα της εισοδήματα, παρέλειπε κατ’ επανάλειψη να δηλώνει τους τόκους που είσπραττε από τις καταθέσεις της στις τράπεζες. Αυτή η παράλειψη, που επαναλαμβανόταν για χρόνια, ήταν υπό τις περιστάσεις, εύλογα επιτρεπτό στον Έφορο να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ήταν εσκεμμένη. Η αποβιώσασα είχε καθήκο να υποβάλλει αληθείς και ορθές φορολογικές δηλώσεις και ενώ δήλωνε ορθά και αληθινά τα άλλα της εισοδήματα, παρέλειπε συστηματικά να δηλώνει τους τόκους. Η συμπεριφορά της αυτή, αποδεικνύει από μόνη της την εσκεμμένη παράλειψή της και δεν τεκμηριώνεται η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών, πως η παράλειψη οφειλόταν στο προχωρημένο της ηλικίας της αποβιωσάσης και στις πολλές της υποχρεώσεις.

Υπό τις περιστάσεις, δε χρειαζόταν περαιτέρω έρευνα από μέρους του Εφόρου για να καταλήξει στο συμπέρασμα που καταληξε. Η απόφασή του ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Κατά συνέπεια, η επίδικη απόφαση επικυρώνεται και η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο