(1993) 4 ΑΑΔ 785
[*785]5 Απριλίου, 1993
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
AΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΕΛΕΠΕΣΗΣ,
Αιτητής,
v.
KYΠPIAKHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
MEΣΩ EΠITPOΠHΣ ΔHMOΣIAΣ YΠHPEΣIAΣ,
Καθ’ ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 356/92)
Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας — Σχέδια Υπηρεσίας — Ερμηνεία και εφαρμογή τους, ανάγεται στη σφαίρα αρμοδιοτήτων της Ε.Δ.Υ — Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο στην περίπτωση που οι ερμηνευτικοί προσανατολισμοί του αρμόδιου οργάνου είναι λογικά ανέφικτοι.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Προσόντα — Πρόσθετα προσόντα — Οριακής σημασίας προσόντα, που δεν προβλέπονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας — Λαμβάνονται υπόψη, αλλά δεν μπορούν να δημιουργήσουν από μόνα τους προϋποθέσεις για έκδηλη υπεροχή.
Ο αιτητής στράφηκε με την προσφυγή του κατά της νομιμότητας της απόφασης διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στη θέση λειτουργού αεροπορικών μεταφορών και αερολιμένων, αντί του ιδίου. Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα θα συνιστούσε η κατοχή μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου σε θέματα αεροπορικών μεταφορών ή αερολιμένων. Ήταν θέση του αιτητή ότι και τα δύο διπλώματα που κατείχε μπορούσαν εύλογα να ικανοποιούν τόσο το απαραίτητο προσόν του πτυχίου όσο και το προσόν πλεονέκτημα και επομένως η ΕΔΥ πλανήθηκε αποφασίζοντας ότι αυτός δεν κατείχε το προσόν πλεονέκτημα. Περαιτέρω ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι υπερείχε έκδηλα των ενδιαφερομένων μερών, τόσο λόγω των προσόντων του, όσο και λόγω της πείρας του σε θέση στη δημόσια υπηρεσία.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφά[*786]σισε ότι:
1. Η ερμηνεία ή εφαρμογή Σχεδίου Υπηρεσίας, όπως και η έρευνα των προσόντων είναι θέματα που ανάγονται κατ’εξοχήν στη σφαίρα αρμοδιοτήτων του οργάνου που καλείται να το εφαρμόσει. Δηλαδή στην παρούσα περίπτωση η Ε.Δ.Υ. Εφόσον το όργανο ασκεί την πραγματικά πλατιά διακριτική του εξουσία στο πεδίο αυτό, δεν είναι νοητή η επέμβαση του ακυρωτικού δικαστηρίου, εκτός αν οι ερμηνευτικοί προσανατολισμοί του αρμόδιου οργάνου είναι λογικά ανέφικτοι. Υιοθετείται από το Δικαστήριο η ερμηνευτική της προσέγγιση, που είναι εναρμονισμένη και βρίσκει ερείσματα στις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας, σε αντίθεση με την ερμηνεία που πρότεινε ο δικηγόρος του αιτητή που κινείται ολότελα έξω από τα γλωσσικά πλαίσια του κειμένου. Κανένας από τους γνωστούς κανόνες ερμηνείας δεν υποστηρίζει τη θεώρηση του θέματος όπως την εισηγήθηκε ο αιτητής. Εκτός αν ο εφαρμοστής του δικαίου είναι διατεθειμένος να διαβάσει πολλά πράγματα στο κείμενο, τα οποία το ίδιο δεν περιέχει, διαδικασία νομικά απαράδεκτη.
2. Μπορούν να ληφθούν υπόψη ακαδημαϊκά προσόντα για τα οποία δεν προβλέπει, όπως στην παρούσα περίπτωση, το Σχέδιο Υπηρεσίας, αλλά μόνο περιορισμένη επίδραση ασκούν στην επιλογή.
Ασφαλώς τέτοια πρόσθετα προσόντα δε δημιουργούν από μόνα τους προϋποθέσεις για έκδηλη υπεροχή, δεδομένου ότι η σημασία που τους αποδίδεται είναι οριακή. Από την άλλη πρέπει να τονιστεί ότι στις γραπτές και προφορικές εξετάσεις, που προσλαμβάνουν μεγαλύτερη σπουδαιότητα σε θέσεις πρώτου διορισμού, οι ενδιαφερόμενοι είχαν καλύτερη απόδοση.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Μιλτιάδους και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318,
Δημοκρατία v. Πιτσιλλίδη (1990) 3 Α.Α.Δ. 1125,
Τίφα v. Ε.Δ.Υ. (1990) 3 Α.Α.Δ. 697,
Papadopoulos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 405,
Παπαδόπουλος και Άλλοι v. Ε.Δ.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 902,
[*787]Χρυσοστόμου v. Ε.Ε.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 3186,
Αvraam v. Republic (1986) 3 C.L.R. 2321,
Αndronicou v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1237,
Ποτούδη και Άλλοι v. Ε.Δ.Υ (1990) 3 Α.Α.Δ. 1094.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 14.1.1992, με την οποία διορίσθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Λειτουργών Αεροπορικών Μεταφορών και αερολιμένων, αντί του αιτητή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Φράγκου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.
Ντ. Πασπαλίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος 1.
Δ. Χριστοδούλου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος 2.
Cur. adv. vult.
NIKHTAΣ, Δ.: Αιτία της προσφυγής είναι η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (εφεξής η Ε.Δ.Υ. ή Επιτροπή) που έχει ληφθεί στις 14/1/92. Διορίστηκαν, με ισχύ από 16/3/92, οι Παναγιώτης Χ”Γιασεμής και Ανδρούλα Γεττίμη-Χριστοδούλου (ενδιαφερόμενα πρόσωπα 1 και 2 αντίστοιχα) σαν λειτουργοί αεροπορικών μεταφορών και αερολιμένων. Πρόκειται για θέσεις πρώτου διορισμού. Ο αιτητής διεκδικούσε μία απ’ αυτές για τον εαυτό του. Η επίδικη απόφαση δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 27/3/92. Τώρα ο αιτητής προσβάλλει το κύρος των διορισμών για σειρά λόγων που θα εκθέσουμε, αφού καταγράψουμε τις διαδικασίες που προηγήθηκαν, οι οποίες αποτέλεσαν το υπόβαθρο της προσβαλλόμενης απόφασης.
Οι δύο θέσεις έμειναν κενές αρχές του 1991 και ζητήθηκε η πλήρωσή τους. Στη συνέχεια ακολουθήθηκαν οι διαδικασίες που διέπουν την πλήρωση κενών θέσεων πρώτου διορισμού οι οποίες εξειδικεύονται στο άρθρ. 33 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90). Έτσι αποφασίστηκε η δημοσίευση [*788]τους με την οποία παρασχέθηκε προθεσμία τριών εβδομάδων για την υποβολή αιτήσεων. Η δημοσίευση στην επίσημη εφημερίδα έγινε στις 22/2/91 (αρ. γνωστοποίησης 686). Συγκεντρώθηκαν 92 αιτήσεις που στάληκαν στο διευθυντή τού τμήματος πολιτικής αεροπορίας υπό την ιδιότητά του ως προέδρου της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή (ή Συμβουλευτική) απέκλεισε 5 από τους υποψήφιους γιατί δεν είχαν τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα και υπέβαλεν τους υπόλοιπους σε γραπτές και προφορικές εξετάσεις. Εκτός από την πολύ καλή γνώση της ελληνικής και αγγλικής γλώσσας για την κατάληψη της θέσης απαιτείται πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος στα οικονομικά, νομικά, διοίκηση επιχειρήσεων ή δημόσια διοίκηση ή αεροπορικές μεταφορές ή συνδυασμός των θεμάτων αυτών (παράγραφος 3(1) του σχεδίου υπηρεσίας).
Με βάση τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων στην ελληνική και αγγλική γλώσσα καθώς και όλα τα άλλα στοιχεία που απαριθμεί στην έκθεσή της, η Συμβουλευτική Επιτροπή υπέβαλε τον προκαταρτικό κατάλογο από 8 υποψήφιους (με αλφαβητική σειρά) για επιλογή από την Ε.Δ.Υ. Ο τελικός κατάλογος από 9 υποψηφίους διαμορφώθηκε από την τελευταία. Το μόνο που χρειάζεται να ειπωθεί είναι ότι ο κατάλογος περιλάμβανε τους δύο ενδιαφερόμενους και τον αιτητή. Ακόμη ότι στις γραπτές εξετάσεις οι πρώτοι εξασφάλισαν ψηλότερη βαθμολογία. Στις προφορικές, ενώ ο Π. Χ”Γιασεμής κρίθηκε εξαίρετος, οι δύο άλλοι χαρακτηρίσθηκαν απλώς καλοί.
Σημαντική διαπίστωση της Συμβουλευτικής, στην οποία προέβη με τη σειρά της και η Ε.Δ.Υ., ήταν πως κανένας υποψήφιος δεν είχε το πλεονέκτημα. Παρατηρώ ότι σύμφωνα με την παράγραφο 3(4) του σχεδίου υπηρεσίας πλεονέκτημα θα συνιστούσε η κατοχή μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου σε θέματα αεροπορικών μεταφορών ή αερολιμένων.
Η αξιολόγηση που έκαμε η Ε.Δ.Υ. της προφορικής εξέτασης των διαγωνιζομένων δεν ευνοεί τον αιτητή. Το ίδιο ισχύει και για το διευθυντή του τμήματος που συνεργάστηκε με την Επιτροπή για ορισμένα θέματα που ήταν αντικείμενο της εξέτασης. Θα την παραθέσω λεπτομερειακά γιατί είναι από τα θέματα που δεν διέφυγαν την κριτική του δικηγόρου του αιτητή.
“Αιτητής: Διευθυντής: σχεδόν καλός, Ε.Δ.Υ.: σχεδόν καλός.
[*789]Χ”Γιασεμής: Διευθυντής: εξαίρετος, Ε.Δ.Υ.: εξαίρετος.
Χριστοδούλου: Διευθυντής: πολύ καλή, Ε.Δ.Υ.: παρα πολύ καλή.”
Η απαρίθμηση (και παράθεση αμέσως μετά) των προσόντων των διαδίκων παρέχει την ευκαιρία να αντιληφθεί κανείς με μεγαλύτερη άνεση το πρώτο, και κύριο θα πρόσθετα, επιχείρημα που πρόβαλε ο αιτητής για ανατροπή της επίδικης απόφασης.
“Aιτητής: 1. Δίπλωμα Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (electrical engineering).
2. B.Sc in electrical engineering του πανεπιστημίου Fairleigh Dirkinson των Η.Π.Α.
3. Μ.Β.Α (Μaster in Business Administration) του πανεπιστημίου Indianapolis των Η.Π.Α.
Χ”Γιασεμής: 1. Πτυχίο οικονομικών επιστημών του πανεπιστημίου Αθηνών.
2. G.C.E. english language “O” level.
3. Πιστοποιητικό εξετάσεων TΟΕFL.
Χριστοδούλου: 1. Πτυχίο νομικής της νομικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών.
2.First certificate in English του Cambridge university.”
Η θέση του αιτητή είναι ότι με βάση τα παραπάνω στοιχεία ήταν ο μόνος, απ’ όλους που έθεσαν υποψηφιότητα, που διέθετε το πλεονέκτημα για το οποίο προνοεί το σχέδιο, αλλά λανθασμένα δεν του αναγνωρίστηκε. Η Ε.Δ.Υ. τελούσε υπό πλάνη, νομική και πραγματική, όταν διέγνωσε πως δεν κατείχε πρόσθετο προσόν. Ο δικηγόρος του αιτητή υποστήριξε πως η Επιτροπή παρερμήνευσε τις σχετικές πρόνοιες και προέβη σε δική του ανάλυση για να δείξει πως ο πελάτης του ήταν κάτοχος του πλεονεκτήματος.
Το συμπέρασμα των συλλογισμών του συνηγόρου είναι ότι το μεταπτυχιακό του αιτητή στη διοίκηση επιχειρήσεων (Μ.Β.Α.) ικανοποιεί την έννοιαν του απαιτούμενου από την παράγραφο 3(1) πρωταρχικού προσόντος, οπότε το δίπλωμα στην ηλεκτρομηχανική και το δίπλωμα του Α.Τ.Ι. συνιστούν το πρόσθετο προσόν. Και αντίστροφα. Θα μπορούσε το Μ.Β.Α. να θεωρηθεί σαν το πρόσθετο προσόν και ότι τα δύο άλλα του έδιναν τη δυνατότητα να περιληφθεί στους προσοντούχους κάτω από την παράγραφο 3(1). Για να ενισχύσει μάλιστα την άποψή του [*790]ο συνήγορος ισχυρίστηκε (χωρίς να υπάρχει οτιδήποτε που να το υποστηρίζει) ότι θα ήταν “ιδιαίτερα δυσχερές” να βρεθεί θέμα σχετικό με αεροπορικές μεταφορές ή αερολιμένες. Ο δε αποκλεισμός του διπλώματος στη διοίκηση επιχειρήσεων θα συναπέκλειε συγχρόνως και όλο το φάσμα των ομοειδών επιστημονικών θεμάτων, οπότε θα παρέμεναν μόνο οι τεχνικές ιδιότητες όπως του αεροναυπηγού, του μηχανικού αεροπλάνων, κ.λ.π. Όμως μιά τέτοια κατάληξη δε θα εξέφραζε την πραγματική πρόθεση του συντάκτη του σχεδίου υπηρεσίας.
Η δικηγόρος των καθών υποστήριξε ότι, έχοντας κατά νούν το περιεχόμενο του σχεδίου υπηρεσίας, τα διπλώματα Α.Τ.Ι, και Β.Sc. στην ηλεκτρομηχανική, καθαυτά, δεν υποστήριζαν την υποψηφιότητα του αιτητή. Απλά για το λόγο ότι δεν ήταν τίτλοι σπουδών στα οικονομικά, νομικά, διοίκηση επιχειρήσεων κ.λ.π. (παράγραφος 3(1) του σχεδίου). Άρα θεωρήθηκε πως διέθετε το κύριο προσόν που τον καθιστούσε προσοντούχο λόγω του πτυχίου Μ.Β.Α. στη διοίκηση επιχειρήσεων. Από την άλλη δε συνιστούν πρόσθετο προσόν εφόσον για το πλεονέκτημα απαιτείται μεταπτυχιακό δίπλωμα σε θέματα αεροπορικών μεταφορών ή αερολιμένων. Και τα δύο αυτά πτυχία (1) δεν έχουν αυτό το χαρακτήρα και (2) αποκτήθηκαν σε ειδικότητα διαφορετική από εκείνη που ζητά η παράγραφος 3(4). Αν ο νομοθέτης επιθυμούσε τη διεύρυνση που εισηγείται ο κ. Αγγελίδης θα φρόντιζε για τη συμπερίληψη τέτοιας πρόνοιας στο σχέδιο. Επομένως το πλεονέκτημα συνεπάγεται μεταπτυχιακό στις αεροπορικές μεταφορές ή αερολιμένες που δεν κατείχε ο αιτητής.
Φυσικά, όπως αναγνώρισε και ο συνήγορος του αιτητή, ο νομικός κανόνας είναι ότι η ερμηνεία ή εφαρμογή σχεδίου υπηρεσίας όπως και η έρευνα των προσόντων είναι θέματα που ανάγονται κατ’ εξοχήν στη σφαίρα αρμοδιοτήτων του οργάνου που καλείται να το εφαρμόσει. Δηλαδή στην περίπτωσή μας στην Ε.Δ.Υ. Εφόσον το όργανο ασκεί την πραγματικά πλατιά διακριτική του εξουσία στο πεδίο αυτό δεν είναι νοητή η επέμβαση του ακυρωτικού δικαστηρίου εκτός αν οι ερμηνευτικοί προσανατολισμοί του αρμόδιου οργάνου είναι λογικά ανέφικτοι. Κλέαρχος Μιλτιάδους και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1318, Δημοκρατία v. Αλέκου Πιτσιλλίδη (1990) 3 Α.Α.Δ. 1125, Τίφα v. Ε.Δ.Υ. (1990) 3 Α.Α.Δ. 697.
Τα επιχειρήματα που πρόβαλε η κα. Φράγκου είναι ακλόνητα. Υιοθετώ την ερμηνευτική της προσέγγιση που είναι εναρμονισμένη και βρίσκει ερείσματα στις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας. Σε [*791]αντίθεση με την ερμηνεία που πρότεινε ο δικηγόρος του αιτητή που κινείται ολότελα έξω από τα γλωσσικά πλαίσια του κειμένου. Κανένας από τους γνωστούς κανόνες ερμηνείας δεν υποστηρίζει τέτοια θεώρηση του θέματος. Εκτός αν ο εφαρμοστής του δικαίου είναι διατεθειμένος να διαβάσει πολλά πράγματα στο κείμενο τα οποία το ίδιο δεν περιέχει, διαδικασία νομικά απαράδεκτη.
Πρέπει στο σημείο αυτό να αναφερθώ και σ’ ένα άλλο παρεμφερές επιχείρημα. Με αφορμή τη διαπίστωση της Ε.Δ.Υ. - που δεν αμφισβητήθηκε - ότι ο αιτητής πήρε το δίπλωμα Μ.Β.Α. χωρίς να φοιτήσει στο εξωτερικό ο δικηγόρος του έκαμε διάφορες σκέψεις που τον οδήγησαν στην εισήγηση ότι η Ε.Δ.Υ. (1) είχε αμφιβολία αν επρόκειτο για κανονικό μεταπτυχιακό τίτλο και (2) εισήγαγε εξωγενές στοιχείο που δεν περιέχει η παράγραφος 3(4) (ως προς τον τρόπο λήψης του πτυχίου). Από το πρακτικό που τηρήθηκε στη συνεδρία της 14/1/92 είναι φανερό πως η Ε.Δ.Υ. δεν έχει υποπέσει σε τέτοια ή άλλης μορφής πλάνη. Η παραπάνω διαπίστωση δεν μπορεί να εκληφθεί με κανένα τρόπο σαν αμφισβήτηση της υπόστασης του πτυχίου ή της αναγνώρισής του. Το συμπέρασμα μου είναι ότι ο λόγος ακυρότητας λόγω πλάνης κρίνεται αβάσιμος. Η Ε.Δ.Υ. είχε ενώπιόν της όλα τα στοιχεία τα οποία εξετίμησε στις σωστές τους διαστάσεις.
Ο αιτητής ακόμη ισχυρίζεται ότι έπρεπε να επιλεγεί λόγω καταφανούς υπεροχής του απέναντι στους ανθυποψήφιους του, που τελικά διορίστηκαν. Αυτό το στηρίζει στα υπέρτερα προσόντα και την “τεχνολογική κατάρτισή” του, όπως την αποκαλεί, που του παρέχουν τα διπλώματα του Α.Τ.Ι. και Β.Sc στην ηλεκτρομηχανική σε συνδυασμό με την πείρα - σαν συστατικού και αυτή της αξίας - που απέκτησε από τη θέση του στη δημόσια υπηρεσία. Σημειωτέον ότι ο αιτητής είναι από το 1987 Βοηθός Λειτουργός Αεροπορικών Κινήσεων και υπηρετεί στη Λάρνακα.
Είναι πάγια γραμμή της νομολογίας πως μπορεί να ληφθούν υπόψη ακαδημαϊκά προσόντα για τα οποία δεν προβλέπει, όπως στην παρούσα περίπτωση, το σχέδιο υπηρεσίας, αλλά μόνο περιορισμένη επίδραση ασκούν στην επιλογή: Παπαδόπουλος v. Δημοκρατίας (1985) 3 Α.Α.Δ. 405, Ανδρέας Παπαδόπουλος και Άλλοι v. Ε.Δ.Υ. (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 902, Χρυσοστόμου v. Ε.Ε.Υ. (1989) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3186. Ασφαλώς τέτοια πρόσθετα προσόντα δεν δημιουργούν από μόνα τους προϋποθέσεις για έκδηλη υπεροχή, δεδομένου ότι η σημασία που τους αποδίδεται είναι οριακή. Από την άλλη πρέπει να τονιστεί ότι στις γραπτές και προφορικές εξετάσεις, που προσλαμβάνουν μεγαλύτερη σπουδαιό[*792]τητα σε θέσεις πρώτου διορισμού, οι ενδιαφερόμενοι είχαν καλύτερη απόδοση. Αναφορικά με τις επιπτώσεις των συνεντεύξεων στις θέσεις πρώτου διορισμού παραπέμπω στις αποφάσεις: Αβραάμ v. Δημοκρατίας (1986) 3 Α.Α.Δ. 2321, Ανδρονίκου v. Δημοκρατίας (1987) 3 Α.Α.Δ. 1237 και Μαρίνα Ποτούδη και Άλλοι v. Ε.Δ.Υ. (1990) 3 Α.Α.Δ. 1094 (Ολομέλεια). Άρα αναπόδεικτα προβάλλεται ο ισχυρισμός για έκδηλη υπεροχή.
Ο αιτητής παραπονέθηκε (1) για “θεαματική αναβάθμιση”, κατά την έκφρασή του, της αξιολόγησης των ενδιαφερομένων από την Ε.Δ.Υ. και (2) ότι εν πάση περιπτώσει δόθηκε υπέρμετρη σημασία στο στοιχείο των προφορικών εξετάσεων. Δεν υπάρχει ούτε υποδείχθηκε οτιδήποτε που να πείθει πως η αξιολόγηση έγινε με τρόπο επιλήψιμο ή ότι ήταν αντικειμενικά αδικαιολόγητη. Σε σχέση με το άλλο θέμα παρατηρώ ότι η απόφαση απαριθμεί ένα προς ένα τα κριτήρια που προσμέτρησαν στη λήψη της απόφασης χωρίς να καταφαίνεται οποιαδήποτε υπερβολική επίδραση.
Τέλος η επίκριση ότι η απόφαση είναι αναιτιολόγητη είναι επίσης χωρίς βάση. Η αιτιολογία που περιέχει το πρακτικό αναφέρεται σε όλους τους παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη, οι οποίοι και βρίσκουν έρεισμα στα στοιχεία της υπόθεσης.
Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε μέσα στα πλαίσια των εξουσιών της καθής η αίτηση. Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων των ενδιαφερομένων μερών, σε βάρος του αιτητή.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο