Δημητρίου Δημήτρης και Άλλοι ν. Kυπριακού Oργανισμού Tουρισμού (1993) 4 ΑΑΔ 1035

(1993) 4 ΑΑΔ 1035

[*1035]10 Μαΐου, 1993

[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]

ANAΦOPIKA ME TA APΘPA 28 KAI 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ KAI AΛΛOI,

Αιτητής,

v.

ΚYΠPIAKOY OPΓANIΣMOY TOYPIΣMOY,

Καθ’ ου η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 224/92, 233/92, 289/92 και 345/92)

 

Οι περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμοί του 1970 (Κ.Δ.Π. 829/70) — Κανονισμός 15(3) — Συστάσεις Προϊσταμένου του Τμήματος στο οποίο ανήκει η κενή θέση — Συστάσεις δόθηκαν από τους Προϊσταμένους των υποψηφίων, με την αιτιολογία ότι η θέση δεν είχε υπαχθεί σε κάποιο Τμήμα — Παράβαση ουσιώδους τύπου λόγω εσφαλμένης ερμηνείας ή παράβασης Νόμου.

Οι αιτητές στις προσφυγές, που συνεκδικάστηκαν, πρόβαλαν κοινό ισχυρισμό ακύρωσης της επίδικης απόφασης την παράβαση του Κανονισμού 15(3) των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1970, Κ.Δ.Π. 829/70 σύμφωνα με τον οποίο σε συστάσεις των υποψηφίων προβαίνει ο Προϊστάμενος του Τμήματος στο οποίο ανήκει η κενή θέση και όχι ο Προϊστάμενος των υποψηφίων όπως είχε γίνει στην επίδικη υπόθεση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Η επιτροπή αρνήθηκε να εφαρμόσει τον Καν. 15(3) και δικαιολόγησε την παρέκκλιση επικαλούμενη το γεγονός πως η θέση δεν είχε υπαχθεί ακόμη σε οποιοδήποτε από τα θεσμοθετημένα τμήματα του Οργανισμού.

[*1036]Η ερμηνεία όμως αυτή έρχεται σε αντίθεση όχι μόνο με το γράμμα αλλά και με το πνεύμα του Κανονισμού. Και δεν παρέχεται αποχρών λόγος για την παράκαμψή του. Αποδοχή τέτοιας ερμηνείας θα σήμαινε ουσιαστικά κατάργηση της πρόνοιας. Ενώ φαίνεται πως ο νομοθέτης θέλησε να συνδέσει το στοιχείο των συστάσεων πρωτίστως με τον Προϊστάμενο του Τμήματος στο οποίο θα υπηρετήσει ο νέος υπάλληλος. Φυσιολογικά ο Προϊστάμενος αυτός συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις για να εκτιμήσει καλύτερα τις ανάγκες του τμήματος σε συνδυασμό με τη στελέχωσή του. Εν πάση πάντως περιπτώσει αν δεν είναι δυνατό να προέλθουν οι συστάσεις από αυτόν τότε, σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις μόνο ο Γενικός Διευθυντής μπορεί να τον υποκαταστήσει στο έργο αυτό.

Το ότι το Σχέδιο Υπηρεσίας δεν κατατάσσει τη θέση δεν αποτελεί κώλυμα για την υπαγωγή της από τον ίδιο τον Οργανισμό σε ιδιαίτερο τμήμα προτού η Επιτροπή Προσωπικού προχωρήσει να ακούσει τις συστάσεις. Στο σημείο αυτό μπορεί να επισημανθεί η συνάρτηση του Καν. 15(3) με τον Καν. 6 που ρυθμίζει τα της διάρθρωσης.  Γιατί απαιτείται από τον πρώτο η παροχή των συστάσεων του Προϊσταμένου του Τμήματος “εν τω οποίω η κενή θέσις”. Πρέπει ίσως να τονισθεί πως προκύπτει με ευχέρεια από το πρακτικό ότι οι συστάσεις, όπως δόθηκαν εδώ, λήφθηκαν υπόψη και επηρέασαν ενδεχομένως το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης.  Υπάρχει δηλαδή παράβαση ουσιώδους τύπου.

H προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ηadjigeorghiou v. Cyprus Tourism Organization (1986) 3 C.L.R. 1110,

Γεωργίου και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1443,

Λιμνάτου και Άλλες (1990) 3 Α.Α.Δ. 4057,

Δημοκρατία και Άλλος v. Χριστοφή (1991) 3 Α.Α.Δ. 25.

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης του καθ’ ου η αίτηση με την οποία διορίσθηκε το Ενδιαφερόμενο Μέρος στη θέση Τουριστικού Λειτουργού Α’ (θέση προαγωγής), αντί των αιτητών.

Α. Κωνσταντίνου, για τoυς Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. [*1037]224/92 και 233/92

Α. Μαρκίδης, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 289/92

Λ. Παπαφιλίππου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 345/92

Α. Δικηγορόπουλος, για τον Καθ’ ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

NIKHTAΣ, Δ.: Οι 4 αυτές προσφυγές στρέφονται κατά διοικητικής πράξης με το ίδιο αντικείμενο η οποία εκδόθηκε με την ίδια διαδικασία. Περαιτέρω προβάλλονται κοινοί λόγοι ακύρωσής της που στηρίζονται εν πολλοίς στην ίδια νομική και πραγματική βάση. Η συνάφεια αυτή επέβαλλε τη συνεκδίκασή τους. Με τις προσφυγές επιδιώκεται η ακύρωση του διορισμού της Αυγής Παπαγεωργίου (ενδιαφερόμενου μέρους) σαν τουριστικού λειτουργού Α’ στον καθού η αίτηση Οργανισμό. Είναι θέση προαγωγής.

Ας υπομνησθεί προκαταβολικά ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρ. 5(2) των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμων 1969 έως 1985 η εξουσία για διορισμό - και προαγωγή - των υπαλλήλων του Οργανισμού ανατέθηκε σε διοικητικό συμβούλιο το οποίο έχει τη γενική διεύθυνσή του (Βλέπε Κρίνος Χατζηγεωργίου v. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (1986) 3 Α.Α.Δ. 1110). Η μεταβίβαση της αρμοδιότητας αυτής είναι επιτρεπτή κάτω από τις διατάξεις του άρθρ. 5(6). Στο προκείμενο έγινε τέτοια μεταβίβαση εξουσιών για διορισμούς και προαγωγές υπαλλήλων στην Επιτροπή Προσωπικού (εφεξής η Επιτροπή).

Οι θέσεις της κεντρικής υπηρεσίας είναι διαρθρωμένες  σύμφωνα με τις διατάξεις του Καν. 6 των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1970, Κ.Δ.Π. 829/70, που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρ. 7 των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμων. Πέρα από τη γενική διεύθυνση και το διοικητικό τμήμα υπάρχουν τα τμήματα τουριστικής οργάνωσης, προβολής και παροχής τουριστικών υπηρεσιών. Και στα τρία τελευταία τμήματα ανήκουν οι θέσεις τουριστικών λειτουργών.

Για την πλήρωση της θέσης, που δημιουργήθηκε από τον προϋπολογισμό του Οργανισμού, η γενική διευθύντρια του έστειλε κατατοπιστικό σημείωμα της (τεκ. 1) στην Επιτροπή με ορισμένα στοιχεία. Ας σημειωθεί ότι οι αιτητές όπως και η ενδιαφερόμενη [*1038]ήταν μεταξύ των 9 υποψηφίων. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα στις 14/1/92. Υπάρχει εκτεταμένο πρακτικό από 4 σελίδες για τη συνεδρίαση, που κατατέθηκε επίσης σαν τεκμήριο. Στο μεταξύ είχαν τεθεί στη διάθεση της Επιτροπής οι προσωπικοί και εμπιστευτικοί φάκελοι των υποψηφίων μαζί με άλλα στοιχεία που αναφέρει λεπτομερειακά το πρακτικό. Ύστερα από αξιολόγηση και σύγκριση η Επιτροπή κατέληξε πως οι επικρατέστεροι υποψήφιοι για την κενή επίδικη θέση ήταν η ενδιαφερόμενη και η αιτήτρια στην προσφυγή με αρ. 233/92. Αφού σημείωσε ότι η ενδιαφερόμενη υπερτερεί σε προσόντα και αρχαιότητα της ανθυποψήφιάς της όπως και των υπολοίπων τής πρόσφερε την προαγωγή από 1/2/92.

Πρέπει να πώ ότι προτού παρθεί η απόφαση η Επιτροπή μελέτησε τις κρίσεις και συστάσεις των προϊσταμένων των τμημάτων στα οποία υπηρετούσαν οι υποψήφιοι. Το γεγονός αυτό στάθηκε η αφορμή για το κοινό επιχείρημα που πρόβαλαν οι αιτητές ότι παραβιάσθηκαν οι διατάξεις του Καν. 15(3). H Επιτροπή είχε συναίσθηση της παρέκκλισης. Η δικαιολογία που καταγράφεται στο πρακτικό είναι ότι δεν ήταν δυνατή η συμμόρφωση με τον κανονισμό “λόγω του ότι οι θέσεις του Οργανισμού δεν είναι κατανεμημένες σε τμήματα αλλά η τοποθέτηση των υπαλλήλων του Οργανισμού γίνεται ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας”.

Ο καν. 15(3) καθορίζει ποίες ακριβώς συστάσεις λαμβάνονται υπόψη:

“Κατά την προαγωγήν λαμβάνονται δεόντως υπ’ όψιν αι περί των υποψηφίων συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος εν τω οποίω η κενή θέσις.”

Σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις του καν. 2 η λέξη προϊστάμενος “σημαίνει τον υπεύθυνον Λειτουργόν Τμήματος  και ελλείψει ή απουσία τούτου τον Γενικόν Διευθυντήν”.

Το θέμα που δεσπόζει στις εισηγήσεις των αιτητών είναι πως η απόφαση έχει ληφθεί με διαδικασία που αντίκειται στις διατάξεις των καν. 6 και 15(3). Η αποφασιστική για την έκβαση των προσφυγών σημασία του επιβάλλει την εξέταση του ζητήματος κατά προτεραιότητα. Είναι, αναλυτικότερα, η θέση των αιτητών πως έπρεπε να αποφασισθεί το τμήμα που αφορούσε η θέση και στη συνέχεια να κληθεί ο προϊστάμενος του εν λόγω τμήματος, που θα είχε και ευκαιρία να συγκρίνει όλους τους υποψηφίους, να προβεί σε συστάσεις. Η παροχή και τελικά η κατά τη λήψη της απόφασης αξιολόγηση συστάσεων από προϊσταμένους που δεν είχαν αρμοδιότη[*1039]τα, όπως, ομολογουμένως, έγινε στην προκείμενη περίπτωση, συνιστά παράβαση του νόμου και των κανονισμών. Συγχρόνως αποκαλύπτει πως το διορίζον όργανο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιον.

Ο δικηγόρος του Οργανισμού υποστήριξε ότι από τις διατάξεις του σχεδίου υπηρεσίας που προσδιορίζουν τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης συνάγεται ότι αυτή δεν εκχωρήθηκε σε οποιοδήποτε από τα παραπάνω τμήματα, αλλά είναι θέση που ανήκει γενικά στον Οργανισμό. Παρενθετικά, οι σχετικές επικεφαλίδες του σχεδίου υπηρεσίας αναφέρονται σε τοποθέτηση στην κεντρική υπηρεσία του καθού ή σε γραφείο τουρισμού του εξωτερικού ή ανάθεση καθηκόντων σε μαρίνα. Συνεχίζοντας, ο συνήγορος είπε πως ο καθορισμός καθηκόντων της ενδιαφερομένης θα γινόταν αργότερα ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας, όπως προνοεί ο κανονισμός 14. Σπεύδω όμως να παρατηρήσω ότι ο κανονισμός αυτός δε φαίνεται να έχει οποιαδήποτε σχέση με το συζητούμενο θέμα διότι αφορά μόνο σε μεταθέσεις των υπαλλήλων του Οργανισμού.

Έχω εξετάσει κάθε πτυχή της εισήγησης των αιτητών της οποίας τον πυρήνα έχω προδιαγράψει. Απόφυγα να σχολιάσω τις αποφάσεις που αναφέρθηκαν εκατέρωθεν γιατί το θέμα που ανέκυψε εμφανίζει μιά πρωτοτυπία που φαίνεται πως δεν καλύπτει η νομολογία. Είδαμε πως η Επιτροπή αρνήθηκε να εφαρμόσει τον καν. 15(3) και ότι δικαιολόγησε την παρέκκλιση επικαλούμενη το γεγονός πως η θέση δεν είχε υπαχθεί ακόμη σε οποιοδήποτε από τα θεσμοθετημένα τμήματα του Οργανισμού.

Η ερμηνεία όμως αυτή έρχεται σε αντίθεση όχι μόνο με το γράμμα αλλά και με το πνεύμα του κανονισμού.  Και δεν παρέχεται αποχρών λόγος για την παράκαμψή του.  Αποδοχή τέτοιας ερμηνείας θα σήμαινε ουσιαστικά κατάργηση της πρόνοιας. Ενώ φαίνεται πως ο νομοθέτης θέλησε να συνδέσει το στοιχείο των συστάσεων πρωτίστως με τον προϊστάμενο του τμήματος στο οποίο θα υπηρετήσει ο νέος υπάλληλος. Φυσιολογικά ο προϊστάμενος αυτός συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις για να εκτιμήσει καλύτερα τις ανάγκες του τμήματος σε συνδυασμό με τη στελέχωσή του. Εν πάση πάντως περιπτώσει αν δεν είναι δυνατό να προέλθουν οι συστάσεις από αυτόν τότε, σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις που παρέθεσα, μόνο ο γενικός διευθυντής μπορεί να τον υποκαταστήσει στο έργο αυτό.

Το ότι το σχέδιο υπηρεσίας δεν κατατάσσει τη θέση δεν αποτελεί κώλυμα για την υπαγωγή της από τον ίδιο τον Οργανισμό σε ιδιαίτερο τμήμα προτού η Επιτροπή Προσωπικού προχωρήσει να ακούσει τις συστάσεις. Στο σημείο αυτό μπορεί να επισημανθεί η [*1040]συνάρτηση του καν. 15(3) με τον καν. 6 που ρυθμίζει τα της διάρθρωσης. Γιατί απαιτείται από τον πρώτο η παροχή των συστάσεων του προϊσταμένου του τμήματος “εν τω οποίω η κενή θέσις”. Πρέπει ίσως να τονισθεί πως προκύπτει με ευχέρεια από το πρακτικό ότι οι συστάσεις, όπως δόθηκαν εδώ, λήφθηκαν υπόψη και επηρέασαν ενδεχόμενα το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης. Έχουμε με άλλα λόγια παράβαση ουσιώδους τύπου. Βλέπε Α.Ε. 525, Ανδρέας Γεωργίου και Άλλοι v. Δημοκρατίας, (1989) 3 Α.Α.Δ. 1443, Αλίκη Λιμνάτου και Άλλες v. Δημοκρατίας, (1990) 3 Α.Α.Δ. 4057 (ανάλυση του θέματος από την απόφαση της μειοψηφίας που δεν αφορά τη διαφωνία) και Δημοκρατία και Άλλος v. Χρυσόστομου Χριστοφή (1991) 3ΑΑΔ 25.

Η προσφυγή λοιπόν γίνεται δεκτή λόγω εσφαλμένης ερμηνείας ή και παράβασης του νόμου. Ενόψει του συμπεράσματος αυτού παρέλκει η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακύρωσης. Η επίδικη πράξη ακυρώνεται σύμφωνα με το άρθρ. 146.4(β) του συντάγματος. Δε θα εκδώσω διάταγμα για έξοδα επειδή, όπως επισημάνθηκε, το θέμα εμφανίζεται για πρώτη φορά.

H προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς  έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο