Xατζηλοΐζου Δημήτρης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (Eπιτροπή Δημόσιας Yπηρεσίας) (1993) 4 ΑΑΔ 1451

(1993) 4 ΑΑΔ 1451

[*1451]18 Ioυνίου, 1993

[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στής]

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΛΟΪΖΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,

Αιτητές,

v.

KYΠPIAKHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

MEΣΩ EΠITPOΠHΣ ΔHMOΣIAΣ YΠHPEΣIAΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 690/91 και 719/91)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Σχέδια Υπηρεσίας — Ερμηνεία — Ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διοικητικού οργάνου, που είναι επιφορτισμένο με την εφαρμογή τους — Το Δικαστήριο επεμβαίνει, μόνο όταν η ερμηνεία και εφαρμογή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Δημόσιοι Υπαλληλοι — Προαγωγές — Βαθμολογία — Υπόψη λαμβάνεται η γενική βαθμολογία και όχι η επιμέρους βαθμολογία στις Εμπιστευτικές Εκθέσεις.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Εμπιστευτικές Εκθέσεις — Προκατάληψη — Πρέπει να αποδεικνύεται με επαρκή βεβαιότητα με συγκεκριμένα απτά στοιχεία — Η ύπαρξη τεταμένων σχέσεων, δεν τεκμηριώνει από μόνη της προκατάληψη.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Συστάσεις — Δεν είναι απαραίτητο ο Προϊστάμενος Τμήματος να γνωρίζει προσωπικά τους υποψήφιους — Ο Γενικός Διευθυντής δεν ενήργησε παράτυπα προβαίνοντας σε συστάσεις, αφού άκουσε τις απόψεις του αφυπηρετήσαντος Προϊσταμένου του Τμήματος.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Συστάσεις — Αποτελούν ουσιώδες στοιχείο προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων — Δεν μπορούν να παραγνωριστούν χωρίς ειδική αιτιολογία.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Συνέντευξη — Μπορεί να της δοθεί αυξημένη βαρύτητα, σε περίπτωση διευθυντικών ή άλλων ψη[*1452]λών θέσεων όπου βασικό στοιχείο είναι η προσωπικότητα του υποψηφίου.

Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας — Ευρεία διακριτική εξουσία για διορισμούς ή προαγωγές σε ανώτερες διευθυντικές θέσεις.

Με τις προσφυγές των αιτητών, που συνεκδικάστικαν, προσβλήθηκε η απόφαση της Ε.Δ.Υ. με την οποία διορίστηκε και/ή προήχθηκε στη θέση Διευθυντή Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου το ενδιαφερόμενο μέρος.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

1. Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η ερμηνεία των Σχεδίων Υπηρεσίας ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διοικητικού οργάνου, που είναι επιφορτισμένο με την εφαρμογή τους. Το Δικαστήριο επεμβαίνει, μόνο αν η ερμηνεία και εφαρμογή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.

    Με βάση τα στοιχεία της υπόθεσης, που ήταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ., η απόφασή της ότι το ενδιαφερόμενο μέρος πληρούσε το σχετικό όρο του Σχεδίου Υπηρεσίας ήταν εύλογα επιτρεπτή, και δε δικαιολογείται επέμβαση στην κρίση της από το Δικαστήριο. Είναι επίσης φανερό ότι η Ε.Δ.Υ. διεξήγαγε τη δέουσα έρευνα αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων, και η απόφασή της για προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

2. Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, δεν αποκαλύπτεται έκδηλη υπεροχή των αιτητών έναντι του ενδιαφερομένου μέρους κατά την πιο πάνω περίοδο. Οι αιτητές υπερτερούν κάπως στις βαθμολογίες των ετών 1980, 1981 και 1983, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερεί ελαφρά στις πιο πρόσφατες Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις στις οποίες σύμφωνα με τη νομολογία μπορεί να δοθεί αυξημένη βαρύτητα. Υπόψη λαμβάνεται μόνο η γενική βαθμολογία και όχι η επιμέρους βαθμολογία στις Εμπιστευτικές Εκθέσεις.

3. Ο ισχυρισμός για ύπαρξη προκατάληψης, πρέπει να αποδεικνύεται με επαρκή βεβαιότητα, με συγκεκριμένα απτά στοιχεία που προσάγονται από τον αιτητή ή περιέχονται στους σχετικούς φακέλους της υπόθεσης. Η ύπαρξη τεταμένων σχέσεων από μόνη της δεν τεκμηριώνει προκατάληψη.

    Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κρίνεται [*1453]ότι δεν έχει αποδειχθεί προκατάληψη εκ μέρους του Διευθυντή. Εξέταση των Εμπιστευτικών/Υπηρεσιακών Εκθέσεων του αιτητή Χ”Λοϊζή από το 1987-1990, φανερώνει 3 “Εξαίρετος” για τα έτη 1987, 1988, 1989 και για το 1990 βαθμολογήθηκε με 7 “Πολύ Ικανοποιητικά” και 1 “Ικανοποιητικά”. Το γεγονός ότι έχει μειωθεί ελάχιστα η επιμέρους βαθμολογία, δεν τεκμηριώνει προκατάληψη.

4. Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου προτού ετοιμάσει τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους για το 1990, είχε ζητήσει τις απόψεις του αφυπηρετήσαντος Διευθυντή του Α.Τ.Ι.  Και στις 3 Υπηρεσιακές Εκθέσεις υπάρχει η εξής σημείωση: “Η έκθεση γίνεται με βάση εισηγήσεις του αφυπηρετήσαντος Δ/ντή του Α.Τ.Ι κ. Δράκου”. Όπως αναφέρεται πιο πάνω, ο κ. Δράκος είχε αφυπηρετήσει στις 7.1.91 και το 1990 ήταν ο άμεσα Προϊστάμενος και ο γνώστης της απόδοσης των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους. Κάτω από τις περιστάσεις, η ενέργεια του Γενικού Διευθυντή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αδικαιολόγητη ή παράτυπη, και η παρούσα περίπτωση δεν είναι από τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στις πρόνοιες του Κανονισμού 7(10).

    Αναφορικά με τον ισχυρισμό, ότι η παρουσία του Γενικού Διευθυντή στη συνέντευξη ήταν παράτυπη επειδή πολύ λίγα γνώριζε για τους υποψήφιους. Το Δικαστήριο παραπέμπει στην υπόθεση Λύωνα και Άλλοι ν. Δημοκρατίας, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποφάσισε ότι ο Προϊστάμενος Τμήματος δεν είναι απαραίτητο, για σκοπούς συστάσεων να γνωρίζει προσωπικά τους υποψήφιους.

5. Οσον αφορά τη σύγκριση των υποψηφίων, το ενδιαφερόμενο μέρος είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή, που σύμφωνα με τη νομολογία, αποτελεί ουσιώδες στοιχείο προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων και δεν μπορεί να παραγνωριστεί χωρίς ειδική αιτιολογία.

6. Στην περίπτωση διευθυντικών ή άλλων ψηλών θέσεων (όπως η παρούσα), όπου η προσωπικότητα του υποψηφίου είναι βασικό στοιχείο για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, μπορεί να δοθεί στη συνέντευξη αυξημένη βαρύτητα.

7. Όταν πρόκειται για περιπτώσεις διορισμών ή προαγωγών σε ανώτερες διευθυντικές θέσεις, η Ε.Δ.Υ. έχει ευρεία διακριτική εξουσία.

8. Οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν “έκδηλη υπεροχή”, όπως η έννοια αυτή επεξηγήθηκε από το Δικαστή Πική στην υπόθεση     [*1454]Χ” Σάββα v. Δημοκρατίας και υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια στην υπόθεση Χ” Ιωάννου v. Δημοκρατίας.

    Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. να προάξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στην επίδικη θέση, ήταν εύλογα επιτρεπτή και το Δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δική του κρίση.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Frangoullides v. P.S.C. (1985) 3 C.L.R. 1680,

Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253,

Χατζηπαύλου v. Α.Η.Κ. (1991) 3 Α.Α.Δ. 11,

Σταύρου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317,

Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74,

Republic and Others v. Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217,

Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437,

Kontemeniotis v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R.1027,

Λύωνα και Άλλoι v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2038,

Δημοκρατία v. Βασιλείου (1990) 3 Α.Α.Δ. 226,

Δημοκρατία ν. Στυλιανού και Άλλων (1990) 3 Α.Α.Δ. 2427,

Λαμπή v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 708,

Frangos v. Republic (1970) 3 C.L.R. 312,

Χρυσοστόμου v. Ε.Ε.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 3186,

Hadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76,

Hadjioannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1014.

[*1455]Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ’ων η αίτηση, με την οποία διορίσθηκε και/ή προάχθηκε στη θέση Διευθυντή Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου το ενδιαφερόμενο μέρος αντί οι αιτητές.

Κ. Ευσταθίου, για τον Αιτητή στην Yπόθεση Αρ. 690/91.

Ε. Οδυσσέως και Ρ. Λώρη, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 719/91.

Λ. Κουρσουμπά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος Δ. Λαζαρίδη.

Cur. adv. vult.

XATZHTΣAΓΓAPHΣ, Δ.: Οι αιτητές με τις προσφυγές αυτές, οι οποίες συνεκδικάστηκαν επειδή αφορούν την ίδια διοικητική πράξη, προσβάλλουν την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.), που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 21.6.91, αρ. γνωστοποίησης 2136, με την οποία διόρισε και/ή προήγαγε στη θέση Διευθυντή Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου το ενδιαφερόμενο μέρος Δημήτρη Λαζαρίδη.

Η επίδικη θέση είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.  Η πλήρωσή της από την Ε.Δ.Υ. ζητήθηκε με επιστολή του Γενικού Διευθυντή Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ. 10.11.90. Σε ανταπόκριση σχετικής δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας υποβλήθηκαν 13 αιτήσεις.

Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 32(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, όπως τροποποιήθηκε, (ο Νόμος) οι θέσεις Προϊσταμένων Τμημάτων εξαιρούνται από τη διαδικασία των Συμβουλευτικών Επιτροπών, η Ε.Δ.Υ. στη συνεδρίασή της ημερ. 11.4.91, εξέτασε τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν και έκρινε ότι δέκα από τους υποψήφιους, (συμπεριλαμβανομένων των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους), ικανοποιούν τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας.

Η Ε.Δ.Υ. δέχτηκε τους υποψήφιους σε προφορική εξέταση, [*1456]στην παρουσία του Γενικού Διευθυντή, Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων στις συνεδριάσεις της με ημερ. 9.5.91 και 10.5.91.

Η Ε.Δ.Υ. στη συνεδρίασή της με ημερ. 9.5.91 εξέτασε την επιστολή των δικηγόρων κ.κ. Παπαντωνίου και Παπαντωνίου ημερ. 6.5.91, εκ μέρους του αιτητή Δημήτρη Χ”Λοϊζή, στην οποία προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Δημήτρης Λαζαρίδης δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.

Η Ε.Δ.Υ. έκρινε, καθοδηγούμενη και από τον οδηγό “British Qualifications, 15th Edition”, ότι δεν ευσταθεί ο πιο πάνω ισχυρισμός και ότι ο Δημήτρης Λαζαρίδης ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, ως κάτοχος προσόντος ισότιμου με πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο (Diploma in Civil Engineering του Loughborough College of Technology) και δεδομένου ότι αυτός είναι Μέλος του “Institution of Civil Engineers” της Αγγλίας (I.C.E.) και μία από τις προϋποθέσεις για να γίνει κανείς μέλος του εν λόγω σώματος είναι η κατοχή ακαδημαϊκών προσόντων.

Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Γενικός Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση του ενδιαφερομένου μέρους ως πολύ καλή, του αιτητή Χ”Λοϊζή ως σχεδόν πολύ καλή, και του αιτητή Ιορδάνους ως καλή.  Η Ε.Δ.Υ. μετά την αποχώρηση του Διευθυντή αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων και έκρινε την απόδοση του ενδιαφερομένου μέρους ως πάρα πολύ καλή, του αιτητή Χ”Λοϊζή ως σχεδόν πολύ καλή και του αιτητή Ιορδάνους ως πολύ καλή.

Ο Γενικός Διευθυντής, προτού αποχωρήσει από τη συνεδρίαση, ανάφερε ότι, λαμβάνοντας υπόψη τα προσόντα που προβλέπει το Σχέδιο Υπηρεσίας, την αξιολόγηση που έκαμε ο ίδιος με βάση την προφορική εξέταση των υποψήφιων ενώπιον της Ε.Δ.Υ. καθώς επίσης την επαγγελματική σταδιοδρομία των υποψήφιων και την εικόνα η οποία δημιουργείται από τις εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις σ’ ό,τι αφορά τη σύγκριση μεταξύ των δημόσιων υπαλλήλων, συστήνει για διορισμό στη θέση Διευθυντή του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου το Δημήτριο Λαζαρίδη, ο οποίος κατά τη γνώμη του υπερτερεί των υπόλοιπων.

Στη συνέχεια η Ε.Δ.Υ. ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψήφιων.

[*1457]Η Ε.Δ.Υ. έλαβε δεόντως υπόψη το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Εμπιστευτικών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, στο σύνολό τους, και ενδεικτικά αναφέρθηκε στις πιο πρόσφατες εκθέσεις τους των ετών 1986-1990. Έλαβε επίσης υπόψη και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιόν της και έκρινε ότι ο Δημήτρης Λαζαρίδης υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων και αποφάσισε να τον προαγάγει σαν τον πιο κατάλληλο στην επίδικη θέση από 1.6.91.

Ακολούθησε η δημοσίευση της προαγωγής στην Επίσημη Εφημερίδα της 21.6.91 και η καταχώρηση των παρούσων προσφυγών οι οποίες βασίζονται στα πιο κάτω νομικά σημεία.

1. Η απόφαση προσβάλλει την αρχή της επιλογής του καλυτέρου υποψηφίου, και λήφθηκε κατά κατάχρηση ή καθ’ υπέρβαση εξουσίας.

2. Η απόφαση πάσχει λόγω πλάνης περί τα πράγματα και τον Νόμο.

3. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα, είναι αναιτιολόγητη και/ή στερείται της δέουσας αιτιολογίας.

4. Η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω παραβάσεως ουσιώδους τύπου της διαδικασίας και/ή λόγω παράνομης προπαρασκευαστικής πράξης.

5. Η καθ’ ης η αίτηση έσφαλε στην εκτίμηση των προσόντων του ενδιαφερομένου μέρους το οποίο εστερείτο των αναγκαίων βασικών προσόντων που απαιτούσε το Σχέδιο Υπηρεσίας.

Η παράγραφος 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας της επίδικης θέσης προνοεί όπως οι υποψήφιοι κατέχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στη Μηχανική ή Επιστήμες που σχετίζονται με ένα τουλάχιστο κλάδο σπουδών του Α.Τ.Ι. Το ενδιαφερόμενο μέρος είναι κάτοχος Honours Diploma in Civil Engineering του Loughborough College of Technology που απέκτησε το 1964. Μεταξύ άλλων είναι Μέλος του I.C.E., και Εγγεγραμμένος Πολιτικός Μηχανικός Συμβουλίου Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών Κύπρου.

[*1458]Ο βασικός ισχυρισμός και των δύο αιτητών είναι ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν πληρεί την παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας (πιο πάνω) και ότι η Ε.Δ.Υ. λανθασμένα αποφάσισε ότι είναι κάτοχος προσόντος ισότιμου με πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο.  Η πιο πάνω απόφαση της Ε.Δ.Υ., αναφέρουν οι αιτητές, που στηρίχθηκε στον Οδηγό “British Qualifications 15th edition” και στο γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είναι Μέλος του I.C.Ε. είναι αποτέλεσμα πλάνης. Περαιτέρω ισχυρίζονται ότι εάν η Ε.Δ.Υ. έκαμνε, πριν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης τη δέουσα έρευνα, θα διαπίστωνε ότι το Diploma που πήρε το 1964 το ενδιαφερόμενο μέρος συγκρίνεται σήμερα, και κατά το 1991 με HND (Higher National Diploma) και παρόλο που το δίπλωμα τούτο του έδωσε το 1970, με βάση τους Κανονισμούς (By-laws) του I.C.E. που ίσχυαν τότε, το δικαίωμα να γίνει Mέλος αυτού, εντούτοις αυτό το ίδιο Diploma δεν μπορούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο, να του δώσει το δικαίωμα να γίνει καν Mέλος του I.C.E., επειδή οι Κανονισμοί που ίσχυαν τότε άλλαξαν σημαντικά κατόπιν τροποποιήσεων που έγιναν σ’ αυτούς.

Ο πιο πάνω ισχυρισμός αντικρούστηκε από τη δικηγόρο της Δημοκρατίας, η οποία υποστήριξε ότι η Ε.Δ.Υ. προέβη στη δέουσα έρευνα και ότι η ερμηνεία και εφαρμογή του Σχεδίου Υπηρεσίας που δόθηκε ήταν  εύλογα επιτρεπτή.

Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η ερμηνεία των Σχεδίων Υπηρεσίας ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διοικητικού οργάνου που είναι επιφορτισμένο με την εφαρμογή τους. Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο αν η ερμηνεία και εφαρμογή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. (Βλ. μεταξύ άλλων Φραγκουλλίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1985) 3 C.L.R. 1680, Rolis Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253, Ιωάννης Χατζηπαύλου v. Α.Η.Κ. (1991) 3 Α.Α.Δ. 11.)

Από το απόσπασμα των πρακτικών της Ε.Δ.Υ. που εκτίθεται πιο πάνω προκύπτει ότι η Ε.Δ.Υ. έχοντας υπόψη και την επιστολή των δικηγόρων του αιτητή Χ”Λοϊζή ερεύνησε το θέμα των προσόντων του ενδιαφερομένου μέρους. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας η Ε.Δ.Υ. με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της αναφορικά με τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους έκρινε ότι αυτός ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Επιπρόσθετα, κατά τη λήψη της απόφασης της, καθοδηγήθηκε και από τον Οδηγό “British Qualifications, 15th edition” και από το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είναι Μέλος του I.C.E.  Κατά το χρόνο που το ενδιαφερόμενο μέρος υπέβαλε αίτηση για να καταστεί Μέλος του I.C.E. το δί[*1459]πλωμα του είχε γίνει αποδεκτό και θεωρήθηκε ότι πληρούσε τους Κανονισμούς (By-laws) που ίσχυαν τότε. Με το ίδιο δίπλωμα το ενδιαφερόμενο μέρος ενεγράφη ως πολιτικός μηχανικός από το Συμβούλιο Αρχιτεκτότων και Πολιτικών Μηχανικών Κύπρου. Το γεγονός ότι στο διάστημα που μεσολάβησε από την εγγραφή του ενδιαφερομένου μέρους ως Μέλος και την ημερομηνία λήψης της επίδικης απόφασης οι Κανονισμοί του I.C.E. έχουν αλλάξει, δεν έχει αφαιρέσει οτιδήποτε από την υπόσταση του διπλώματος του ενδιαφερομένου μέρους. Οι νέοι, τροποποιημένοι Κανονισμοί ισχύουν για άτομα που επιθυμούν να καταστούν Μέλη σε χρόνο μεταγενέστερο από εκείνο κατά τον οποίο ενεγράφη ως Μέλος ο αιτητής.

Με βάση τα πιο πάνω καθώς και με όλα τα στοιχεία που ήταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ., κρίνω ότι η απόφασή της ότι το ενδιαφερόμενο μέρος πληρούσε το σχετικό όρο του Σχεδίου Υπηρεσίας ήταν εύλογα επιτρεπτή, και δε δικαιολογείται επέμβαση στην κρίση της από το Δικαστήριο. Είναι επίσης φανερό ότι η Ε.Δ.Υ. διεξήγαγε τη δέουσα έρευνα αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων, και η απόφασή της για προαγωγή του ενδιαφερoμένου μέρους είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

Η υπόθεση Σταύρος Σταύρου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317, την οποία επικαλέστηκε ο δικηγόρος του αιτητή Χ”Λοϊζή για να στηρίξει τον ισχυρισμό του ότι η εγγραφή σε “Αssociations” ή “Institutions” δεν υποδηλώνει και την κατοχή ακαδημαϊκών προσόντων, δεν εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση επειδή τα γεγονότα στην Σταύρου ήταν διαφορετικά: Ο Διευθυντής των Ιατρικών Υπηρεσιών και η πλειοψηφία των μελών της Ε.Δ.Υ. συνάρτησαν άμεσα την υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους με την κατοχή του τίτλου “Fellow of the Association of Surgeons of Great Britain and Ireland” ενώ οι προϋποθέσεις για την απόκτηση του “προσόντος” αυτού δε φαίνεται να είχαν διερευνηθεί. Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου προέκυψε ότι η άσκηση της χειρουργικής στην Αγγλία σε συνάρτηση με την καταβολή του προβλεπόμενου τέλους ήταν οι μόνες προϋποθέσεις για ένταξη στην πιο πάνω ιατρική ένωση, και δεν αποδείχθηκε ότι συμμετοχή στην ένωση αυτή συνιστά ή υποδηλώνει ακαδημαϊκά προσόντα.

Αντίθετα, στην παρούσα υπόθεση μια από τις προϋποθέσεις για να γίνει κάποιος μέλος του I.C.E. είναι η κατοχή ακαδημαϊκών προσόντων, γεγονός που ήταν υπόψη της Ε.Δ.Υ., αφού είχε προηγουμένως προβεί σε σχετική έρευνα.

[*1460]Ο επόμενος ισχυρισμός των αιτητών είναι ότι αυτοί υπερέχουν σε αξία έναντι του ενδιαφερομένου μέρους. Η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη της στο σύνολό τους τις εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων και στα πρακτικά αναφέρονται ενδεικτικά οι αξιολογήσεις των πέντε τελευταίων χρόνων (1986-1990), που έχουν ως εξής:

Ιορδάνου Γεώργιος Τάκη:        1986       “Ε”      ( 9-3-0)

                                           1987  “Ε”   ( 9-3-0)

                                           1988  “Ε”   ( 9-3-0)

                                           1989  “Ε”   ( 8-4-0)

                                           1990  Π.Ι   Ι   Μ.Ι.

                                                     7     1        0

Λαζαρίδης Δημήτριος:   1986  “Ε”   ( 8-4-0)

                                           1987  “Ε”   ( 8-4-0)

                                           1988  “Ε”   ( 8-4-0)

                                           1989  “Ε”  (11-1-0)

                                           1990  Π.Ι.  Ι.   Μ.Ι.

                                                     8      0       0

Χατζηλοϊζής Δημήτριος:           1986       “Ε”      (11-1-0)

                                           1987  “Ε”   ( 8-4-0)

                                           1988  “Ε”   ( 8-4-0)

                                           1989  “Ε”   ( 8-4-0)

                                           1990  Π.Ι.    Ι.   Μ.Ι.

                                                     7        1       0

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι αν ληφθούν υπόψη οι εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις τους για την περίοδο από το 1980-1989, τότε είναι έκδηλο ότι αυτοί υπερέχουν έναντι του ενδιαφερομένου μέρους εφόσον το ενδιαφερόμενο μέρος έχει στη γενική βαθμολογία 7 “Εξαίρετος” και 3 “Λίαν Καλός” σε σύγκριση με 10 “Εξαίρετος” των αιτητών. Η έκδηλη υπεροχή τους στην αξία προκύπτει επίσης, όπως ισχυρίζονται, και από τις επιμέρους βαθμολογίες τους κατά την πιο πάνω περίοδο.

Από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν αποκαλύπτεται έκδηλη υπεροχή των αιτητών έναντι του ενδιαφερομένου μέρους κατά την πιο πάνω περίοδο. Οι αιτητές υπερτερούν κάπως στις βαθμολογίες των ετών 1980, 1981 και 1983 ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερεί ελαφρά στις πιο πρόσφατες εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις στις οποίες σύμφωνα με τη νομολογία μπορεί να δοθεί αυξημένη βαρύτητα (Βλ. Odysseas Georghiou v. The [*1461]Republic (1976) 3 C.L.R. 74, στη σελίδα 82 και Republic and Οthers v. Nicos Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217).  Επίσης υπόψη λαμβάνεται μόνο η γενική βαθμολογία και όχι η επιμέρους βαθμολογία στις εμπιστευτικές εκθέσεις.  (Βλ. Republic and Οthers v.  Nicos Roussos πιο πάνω).

Ο αιτητής Χ”Λοϊζής ισχυρίζεται ότι η αξία του τα τελευταία χρόνια μειώθηκε λόγω αλλαγής της διεύθυνσης του Α.Τ.Ι. και της ένστασης που υπήρχε στις σχέσεις αιτητή-Διευθυντή. Έγινε επίσης εισήγηση για ύπαρξη προκατάληψης (bias) εκ μέρους του Διευθυντή απέναντί του.

Ο ισχυρισμός για ύπαρξη προκατάληψης πρέπει να αποδεικνύεται με επαρκή βεβαιότητα, με συγκεκριμένα απτά στοιχεία που προσάγονται από τον αιτητή ή περιέχονται στους σχετικούς φακέλους της υπόθεσης. Η ύπαρξη τεταμένων σχέσεων από μόνη της δεν τεκμηριώνει προκατάληψη. (Βλ. μεταξύ άλλων Christou ν. Republic (1980) 3 C.L.R. 437, Kontemeniotis v. C.Β.C. (1982) 3 C.L.R. 1027).

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, κρίνω ότι δεν έχει αποδειχθεί προκατάληψη εκ μέρους του Διευθυντή. Εξέταση των εμπιστευτικών/υπηρεσιακών εκθέσεων του αιτητή Χ”Λοϊζή από το 1987-1990 φανερώνει 3 “Εξαίρετος” για τα έτη 1987, 1988, 1989 και για το 1990 βαθμολογήθηκε με 7 “Πολύ Ικανοποιητικά” και 1 “Ικανοποιητικά”. Το γεγονός ότι έχει μειωθεί ελάχιστα η επιμέρους βαθμολογία δεν τεκμηριώνει προκατάληψη.

Ο δικηγόρος του αιτητή Ιορδάνους πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις για το 1990 είναι άκυρες εφόσον ετοιμάστηκαν από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων που ενεργούσε ως “διοικητικά προϊστάμενος” και ο οποίος δεν είχε καμιά γνώση της εργασίας των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους.  Ο δικηγόρος ισχυρίζεται ότι έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί οι πρόνοιες της παραγράφου (1) του Κανονισμού 7 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 386/90), και σε περίπτωση που η εφαρμογή των διατάξεων αυτών ήταν πρακτικά αδύνατη, τότε θα έπρεπε να είχε εφαρμοστεί η παράγραφος (10) του ιδίου Κανονισμού.  Είναι επίσης η εισήγησή του ότι και η παρουσία του Γενικού Διευθυντή στην προφορική εξέταση ήταν παράτυπη επειδή πολύ λίγα, αν μη καθόλου, γνώριζε για την αξία, τα προσόντα και την επαγγελματική σταδιοδρομία του καθενός. Κατά τον ουσιώδη χρόνο η θέση του Διευθυντή του Α.Τ.Ι. ήταν κενή γιατί ο τό[*1462]τε Διευθυντής είχε αφυπηρετήσει στις 7.1.91.

Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου προτού ετοιμάσει τις υπηρεσιακές εκθέσεις των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους για το 1990 είχε ζητήσει τις απόψεις του αφυπηρετήσαντος Διευθυντή του Α.Τ.Ι.  Και στις 3 υπηρεσιακές εκθέσεις υπάρχει η εξής σημείωση:  “Η έκθεση γίνεται με βάση εισηγήσεις του αφυπηρετήσαντος Δ/ντή του Α.Τ.Ι. κ. Δράκου”. Όπως αναφέρεται πιο πάνω, ο κ. Δράκος είχε αφυπηρετήσει στις 7.1.91 και το 1990 ήταν ο άμεσα Προϊστάμενος και ο γνώστης της απόδοσης των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους. Κάτω από τις περιστάσεις, η ενέργεια του Γενικού Διευθυντή δεν μπορεί κατά την άποψή μου να θεωρηθεί ως αδικαιολόγητη ή παράτυπη, και η παρούσα περίπτωση δεν είναι από τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στις πρόνοιες του Κανονισμού 7(10).

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η παρουσία του Γενικού Διευθυντή στη συνέντευξη ήταν παράτυπη επειδή πολύ λίγα γνώριζε για τους υποψήφιους, παραπέμπω στην υπόθεση Λύωνα και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2038, όπου η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποφάσισε ότι ο Προϊστάμενος Τμήματος δεν είναι απαραίτητο, για σκοπούς συστάσεων να γνωρίζει προσωπικά τους υποψήφιους.

Όσον αφορά τη σύγκριση των υποψηφίων, το ενδιαφερόμενο μέρος είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή που σύμφωνα με τη νομολογία αποτελεί ουσιώδες στοιχείο προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων και δεν μπορεί να παραγνωριστεί χωρίς ειδική αιτιολογία (Βλ. μεταξύ άλλων Δημοκρατία v. Αργυρούλλα Βασιλείου (1990) 3 Α.Α.Δ. 226 και Δημοκρατία v. Ανδρέα Στυλιανού και Άλλων (1990) 3 Α.Α.Δ. 2427.)

Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση ενώπιον της Ε.Δ.Υ. και όπως έχει νομολογηθεί, στην περίπτωση διευθυντικών ή άλλων ψηλών θέσεων (όπως η παρούσα), όπου η προσωπικότητα του υποψηφίου είναι βασικό στοιχείο για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης μπορεί να δοθεί στη συνέντευξη αυξημένη βαρύτητα. (Βλ. Ιούλιος Λαμπή v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 708.) Επιπρόσθετα, όταν πρόκειται για περιπτώσεις διορισμών ή προαγωγών σε ανώτερες διευθυντικές θέσεις, η Ε.Δ.Υ. έχει ευρεία διακριτική εξουσία (Βλ. Frangos v. The Republic (1970) 3 C.L.R. 312 και Χρυσοστόμου v. Ε.Ε.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 3186).

[*1463]Όσον αφορά την αρχαιότητα ο αιτητής Χ”Λοϊζής και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν διοριστεί στη θέση του Ανώτερου Λέκτορα 1ης Τάξης την ίδια ημερομηνία (1.7.78). Ο αιτητής Ιορδάνους διορίστηκε στη θέση Ανώτερου Λέκτορα 2ης Τάξης την 1.9.78. Και οι τρεις υποψήφιοι κατέχουν το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας.

Οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν “έκδηλη υπεροχή” όπως η έννοια αυτή επεξηγήθηκε από το Δικαστή Πική στην υπόθεση Χ”Σάββα v. Δημοκρατίας (1982) 3 C.L.R. σελ. 76 και υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια στην υπόθεση Χ”Ιωάννου v. Δημοκρατίας (1983) 3 C.L.R. σελ. 1041.

Καταλήγοντας και με βάση όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία, βρίσκω ότι η απόφαση της Ε.Δ.Υ. να προάξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στην επίδικη θέση ήταν εύλογα επιτρεπτή και το Δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δική του κρίση.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους οι προσφυγές αποτυγχάνουν και η απόφαση προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους επικυρώνεται.

Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς διαταγή για έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο