Καμένος Ανδρέας και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1994) 4 ΑΑΔ 404

(1994) 4 ΑΑΔ 404

[*404]23 Φεβρουαρίου, 1994

[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Aιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 616/92, 671/92)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προσόντα ― Το προσόν της πολύ καλής γνώσης ξένης γλώσσας ― Δέουσα έρευνα ― Προφορική σε αντιδιαστολή προς γραπτή εξέταση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Συστάσεις Προϊσταμένου ― Άρθρο 34(9) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90) ― Αναπλήρωση του Γενικού Διευθυντή ― Σύννομη η αναπλήρωση στην κριθείσα περίπτωση, λόγω κωλύματος του Γενικού Διευθυντή.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Συνεντεύξεις ― Το ζήτημα της εκτίμησης της αποδόσεως των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις από τον Προϊστάμενο του Τμήματος ― Πορίσματα από τη νομολογία.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προσόντα ― Πείρα ― Έννοια ― Η δέουσα κατεύθυνση της έρευνας μόνο στα στοιχεία που τίθενται ενώπιον του διορίζοντος οργάνου.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Συστάσεις Προϊσταμένου ― Ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως ― Παραγνώρισή τους με αιτιολογία.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Ο προσφεύγων δεν μπορεί ταυτοχρόνως να αποδοκιμάζει και να επιδοκιμάζει.

[*405]Οι αιτητές ζήτησαν με τις προσφυγές, την ακύρωση της απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας για διορισμό/προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη μόνιμη θέση Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

1.   Στην υπόθεση Χρυστάλλα Χατζηγιάννη Ιωσήφ κ.ά. v. Δημοκρατίας, έγινε μόνο προφορική εξέταση.  Απλά υποβλήθηκαν στους υποψηφίους ερωτήσεις στα Αγγλικά κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων.  Αυτό κρίθηκε από τους τέσσερις Δικαστές πλημμελής έρευνα.

       Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, είναι φανερό ότι η Επιτροπή εδώ έκαμε τη δέουσα έρευνα για διαπίστωση της κατοχής του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.  Οι υποψήφιοι υποβλήθηκαν σε γραπτές εξετάσεις στην Αγγλική γλώσσα.  Οι εξετάσεις περιλάμβαναν μετάφραση δύο κειμένων από τα Αγγλικά στα Ελληνικά και από τα Ελληνικά στα Αγγλικά, αντίστοιχα (βλ. Μέρος Β στην Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, Παράρτημα 1 στην ένσταση).  Η γραπτή εξέταση είναι πιο αντικειμενική και πιο ικανοποιητική.

2.   Η Υπηρεσία Φόρου Προστιθέμενης Αξίας είναι νέα Υπηρεσία. Οι θέσεις που πληρώθηκαν ήταν οι πρώτες της Υπηρεσίας αυτής.

       Σύμφωνα με το Άρθρο 34(9) του Περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, (Ν.1/90) η Επιτροπή προβαίνει στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου, αφού λάβει δεόντως υπόψη, ανάμεσα σ’ άλλα, και τις συστάσεις του Προϊσταμένου του οικείου Τμήματος.

       Ενόψει του κωλύματος του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, της ανυπαρξίας υπεύθυνου Προϊσταμένου της νέας Υπηρεσίας Φόρου Προστιθέμενης Αξίας στο Υπουργείο, το Δικαστήριο θεωρεί ότι υπήρξε ουσιαστική συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Νόμου και η παρουσία του Οικονομικού Διευθυντή και οι συστάσεις που διενήργησε αυτός, αντί του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου, ικανοποιούν το σκοπό του νομοθέτη και δεν είναι αντίθετες με το Νόμο.

3.   Σύμφωνα με τη νομολογία η εκτίμηση του Διευθυντή του Τμήματος για την απόδοση των υποψηφίων στις προσωπικές συνεντεύξεις, δεν αποτελεί κριτήριο επιλογής.  Είναι μόνο παράγοντας για [*406]τη μόρφωση της κρίσης της Επιτροπής, για την απόδοση των υποψηφίων.

       Η παρουσία του εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή, είχε σκοπό να υποβοηθήσει την Επιτροπή, λόγω των ειδικών του γνώσεων, για τις θέσεις της Υπηρεσίας, που πρωτοδημιουργήθηκε.

       Η τελική αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση έγινε από την Επιτροπή.

4.   Η διεύρυνση του αριθμού των επιτυχόντων στις εξετάσεις, δεν απέκλεισε, ούτε επηρέασε κανένα από τους άλλους μη ωφεληθέντες αιτητές.  Σχετική είναι η απόφαση στην υπόθεση Θεογνωσία Αριστοδήμου v. Κυπριακής Δημοκρατίας.

5.   Η πείρα δεν είναι ταυτόσημη με την ακαδημαϊκή γνώση, ούτε με τα ακαδημαϊκά προσόντα. Στην αίτηση του αιτητή στην Προσφυγή 616/92 δεν αναφέρεται οποιαδήποτε πείρα, όπως προσδιορίζεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας και όπως ερμηνεύθηκε από τις δύο Επιτροπές. Η Επιτροπή, από τα στοιχεία που έθεσε ενώπιόν της ο αιτητής, ικανοποιήθηκε ότι αυτός δεν κατείχε το προσόν αυτό και, ως εκ τούτου, δεν υπήρχε λόγος για περαιτέρω έρευνα. 

6.   Η σύσταση του Προϊσταμένου είναι ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως. Έχει νομολογηθεί ότι η σύσταση, όπως και στην προηγούμενη Νομοθεσία - Άρθρο 44(3) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 33/67) μπορεί να παραγνωριστεί ολότελα ή να περιοριστεί η σημασία της, αφού δοθεί αιτιολογία γι’ αυτό.

7.   Ένας αιτητής δεν μπορεί ταυτόχρονα να αποδοκιμάζει και να επιδοκιμάζει. Στην παρούσα περίπτωση, ο αιτητής αρ.3 της προσφυγής 671/92 προσβάλλει ως άκυρη τη σύσταση του Διευθυντή και ταυτόχρονα επικαλείται τη σύσταση για δική του ωφέλεια.

8.   Οι αιτητές, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, απέτυχαν να αποδείξουν έκδηλη υπεροχή, όπως αυτή έχει καθορισθεί στην υπόθεση HjiIoannou v. Republic.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Χατζηγιάννη κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317,

[*407]Piperi a.o. v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1306,

Δρουσιώτης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 519,

Ιωάννου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 390,

Παυλίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 4�Α.Α.Δ. 86,

Αριστοδήμου v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2384,

Papapetrou v. Republic 2 R.S.C.C. 61,

Skapoullis a.o. v. Republic (1984) 3 C.L.R. 554,

Antoniades v. E.A.C. (1985) 3 C.L.R. 2458,

HadjiAntoni a.o. v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1145,

Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384,

Dometakis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1673,

Σαββίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 3 A.A.Δ. 249,

HadjiIoannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041.

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση με την οποία διορίστηκαν/προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη μόνιμη θέση Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τακτικός Προϋπολογισμός) αντί και/ή στη θέση των αιτητών.

Α. Ταλιαδώρος για Κ. Χρυσοστομίδη, για τους Aιτητές.

Π. Χατζηδημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄ για τους Kαθ’ ων η αίτηση.

Α. Σ. Αγγελίδης, για όλα τα Ενδιαφερόμενα μέρη εκτός των Προκόπη Καρκαλλή και Χριστάκη Α. Χριστούδη.

Χρ. Τριανταφυλλίδης, για το Eνδιαφερόμενο μέρος, Χριστάκη Α. Χριστούδη.

Cur. adv. vult.

[*408]ΣTYΛIANIΔHΣ, Δ.:  Οι αιτητές με τις προσφυγές αυτές ζητούν την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (η “Επιτροπή”), για διορισμό/προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη μόνιμη θέση Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τακτικός Προϋπολογισμός), που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ. 2721, ημερομηνίας 3 Ιουλίου, 1992, Αριθμοί Γνωστοποιήσεων 2178, 2180.

Ο αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 616/92 προσβάλλει τη νομιμότητα του διορισμού/προαγωγής δέκα ενδιαφερομένων μερών.

Η αιτήτρια Μαρία Συμεωνίδου στην Προσφυγή Αρ. 671/92 προσβάλλει τη νομιμότητα του διορισμού/προαγωγής έξι ενδιαφερομένων μερών.

Η αιτήτρια Ευανθούλα Λουκά απέσυρε την προσφυγή της.

Ο αιτητής Ανδρέας Χατζηχρυσάνθου προσβάλλει τη νομιμότητα του διορισμού/προαγωγής 27 από τα 28 ενδιαφερόμενα μέρη.

Ο αιτητής Γεώργιος Γιαννάκης προσβάλλει τη νομιμότητα του διορισμού/προαγωγής 15 ενδιαφερομένων μερών.

Οι λόγοι ακυρώσεως πού προβλήθηκαν και αναπτύχθηκαν είναι:-

1.  Έλλειψη έρευνας αναφορικά με το απαιτούμενο προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.

2.  Η σύσταση Δημόσιου Λειτουργού, που αντιπροσώπευσε τον Προϊστάμενο του Τμήματος ενώπιον της Επιτροπής, είναι άκυρη.

3.  Εσφαλμένα λήφθηκαν υπόψη από την Επιτροπή οι κρίσεις του αντιπροσώπου του Προϊσταμένου για την αξιολόγηση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση.

4.  Έλλειψη αιτιολογίας της αξιολόγησης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση.

5.  Μείωση του προκαθορισμένου ελάχιστου βαθμού επιτυχίας στις γραπτές εξετάσεις στο θέμα “Γενικές Γνώσεις”.

6.  Έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνη περί τα πράγματα, ανα[*409]φορικά με την κατοχή από τον αιτητή Ανδρέα Καμένο του προσόντος πλεονεκτήματος - της πείρας.

7.  Επιλογή οκτώ υποψηφίων που δεν είχαν τη σύσταση, με παραγνώριση της σύστασης του Προϊσταμένου για τον αιτητή Ανδρέα Χατζηχρυσάνθου, χωρίς ειδική αιτιολογία.

8.  Έκδηλη υπεροχή των αιτητών έναντι των ενδιαφερομένων μερών.

Τα γεγονότα, όπως φανερώνονται από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, έχουν:-

Στις 25 Φεβρουαρίου, 1992, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, με επιστολή του στην Επιτροπή, ζήτησε την πλήρωση 88 κενών θέσεων στο Υπουργείου Οικονομικών που δημιουργήθηκαν με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ. 28) του 1991, (Ν.154/91).  Μεταξύ αυτών ήταν 28 θέσεις Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, (Κλίμακες Α8 και Α10).

Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής.

Οι θέσεις δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ. 2685, ημερομηνίας 28 Φεβρουαρίου, 1992, Αριθμός Γνωστοποίησης 763.  Υποβλήθηκαν 932 αιτήσεις.

Στις 23 Μαρτίου, 1992, ο Γραμματέας της Επιτροπής,  σύμφωνα με το Άρθρο 34(3) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Αρ. 1/90), (ο “Νόμος”), έστειλε στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, ως Προέδρου της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, 932 αιτήσεις - (η μια αφορούσε αίτηση για τη θέση Βοηθού Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, 2ης Τάξης) - και αντίγραφα της Γνωστοποίησης και του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή προέβη σε διευθετήσεις για γραπτή εξέταση των υποψηφίων στα θέματα:  Έκθεση Ιδεών στα Ελληνικά, Αγγλική γλώσσα - (μετάφραση κειμένου από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα) - και Γενικές Γνώσεις.

Μόνο 52 υποψήφιοι εξασφάλισαν τη βάση επιτυχίας - (50/100) - και στα τρία θέματα.

[*410]Μεγάλος αριθμός υποψηφίων πέτυχαν στα δύο θέματα (Έκθεση Ιδεών, Αγγλικά) - ενώ απέτυχαν στο θέμα των Γενικών Γνώσεων.

Ενόψει των αποτελεσμάτων αυτών, η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε τη μείωση των βαθμών επιτυχίας στα 35/100 στο θέμα των Γενικών Γνώσεων, γιατί θεώρησε, με βάση το περιεχόμενο των ερωτήσεων, ότι ο βαθμός αυτός αποτελεί ένδειξη ότι οι υποψήφιοι ανταποκρίνονταν σε ικανοποιητικό επίπεδο γνώσεων.  Για τα άλλα δύο θέματα δε μειώθηκε ο βαθμός επιτυχίας κάτω από 50/100, γιατί ένας μεγάλος αριθμός υποψηφίων είχαν εξασφαλίσει πάνω από αυτή τη βαθμολογία.

Με βάση το κριτήριο 35/100 στις Γενικές Γνώσεις και 50/100 στα άλλα θέματα, 126 υποψήφιοι κρίθηκαν ότι πέρασαν τις γραπτές εξετάσεις.  Από αυτούς 8 δεν κατείχαν τα απαιτούμενα ακαδημαϊκά και/ή επαγγελματικά προσόντα.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης, τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις όσων από τους υποψηφίους ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, τα προσόντα των υποψηφίων και όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, σύστησε για επιλογή 111 από τους υποψηφίους, περιλαμβανομένων των αιτητών και των ενδιαφερομένων μερών.  Στις 13 Μαΐου, 1992, η Επιτροπή εξέτασε την Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και αποφάσισε να καλέσει σε ομαδική προφορική εξέταση τους υποψηφίους που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική, εκτός του Δημήτρη Ασλανίδη, ο οποίος δεν ήταν πολίτης της Δημοκρατίας.

Οι ομαδικές προφορικές εξετάσεις έγιναν στις 25, 26, 27, 28 και 29 Μαΐου, 1992, στην παρουσία του εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου κ. Ανδρέα Τρυφωνίδη, Οικονομικού Διευθυντή στο Υπουργείο Οικονομικών.

Στα πρακτικά της Επιτροπής των πιο πάνω ημερομηνιών αναφέρεται:-

“Η κάθε ομάδα κλήθηκε να συζητήσει και όπου τούτο ήταν δυνατό να καταλήξει σε απόψεις πάνω σε θέματα που καθορίστηκαν σε συνεννόηση με τον εκπρόσωπο του Γενικού Διευθυντή και τα οποία θα επέτρεπαν -

(α)  την αντίληψη των υποψηφίων για τις γενικές υποχρεώσεις που ανάγονται στην άσκηση του ρόλου της θέσης Λειτουρ[*411]γού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας,

(β)  τη διακρίβωση του βαθμού ευθυκρισίας των υποψηφίων, και

(γ)  τη διακρίβωση των ενδιαφερόντων και αρετών των υποψηφίων και της ωριμότητας, σταθερότητας και ικανότητάς τους στην αντιμετώπιση και επίλυση προβλημάτων σχετικών με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης.

Κατά την ομαδική εξέταση των υποψηφίων η Επιτροπή είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει επίσης την ικανότητα των υποψηφίων να εκφρασθούν, να διατυπώσουν και ολοκληρώσουν τις απόψεις τους, το επίπεδο πρωτοβουλίας και αυτοπεποίθησης, καθώς και την ηγετική ικανότητα ή εξάρτησή τους από τους συνυποψηφίους τους και την εν γένει προσωπικότητά τους.”

Μετά την ολοκλήρωση της ομαδικής προφορικής εξέτασης των υποψηφίων, ο εκπρόσωπος του Γενικού Διευθυντή αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων που προσήλθαν ενώπιον της Επιτροπής και αποχώρησε.

Αμέσως μετά, η Επιτροπή αξιολόγησε η ίδια την απόδοση όλων των υποψηφίων, αφού έλαβε υπόψη το επίπεδο ορθότητας και επάρκειας των απαντήσεών τους, την ανάλυση, επιχειρηματολογία και αιτιολόγηση των θέσεων που οι υποψήφιοι υποστήριξαν, την έκφραση, καθώς και την προσωπικότητά τους, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή.

Στην ίδια συνεδρία η Επιτροπή εξέτασε το θέμα του προσόντος πλεονεκτήματος που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης και ασχολήθηκε με τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι.

Κλήθηκε ενώπιον της Επιτροπής ο εκπρόσωπος του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου, γιατί ο τελευταίος εκωλύετο να παρουσιαστεί, ο οποίος, αφού ενημερώθηκε σχετικά με τις αποφάσεις της Επιτροπής, αναφορικά με το πλεονέκτημα και τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις, προέβη στις συστάσεις για διορισμό ή προαγωγή.  Σύστησε, μεταξύ άλλων, τον αιτητή Ανδρέα Χατζηχρυσάνθου.

Η Επιτροπή ασχολήθηκε πάλιν με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.  Με βάση όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων των προσόντων, της απόδοσης στη γραπτή εξέταση, [*412]της απόδοσης στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, του πλεονεκτήματος και των συστάσεων του εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή, επέλεξε 20 από τους υποψηφίους, που είχαν και τη σύσταση του εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή, για πλήρωση 20 θέσεων.

Αναφορικά με τις υπόλοιπες οκτώ θέσεις, η Επιτροπή δεν υιοθέτησε τις συστάσεις του εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή και επέλεξε ως πιο κατάλληλους για τη θέση οκτώ από τα ενδιαφερόμενα μέρη και έδωσε αιτιολογία για την παραγνώριση της σύστασης του εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή, η οποία κατεγράφη στα πρακτικά.

Ο υποψήφιος Πανίκος Πάτσαλος, ο οποίος επιλέγηκε, δεν αποδέχθηκε την προσφορά διορισμού.

Στις 19 Ιουνίου, 1992, η Επιτροπή ακύρωσε την προσφορά στον Πανίκο Πάτσαλο.  Αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της ουσιώδη στοιχεία, έκρινε ότι ο Γεώργιος Σοφοκλέους υπερείχε όλων των άλλων υποψηφίων και τον επέλεξε για διορισμό στη θέση, αιτιολογώντας την προτίμησή της. Στις 22 Ιουνίου, 1992, η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη της ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη αποδέχθηκαν την προσφορά διορισμού/προαγωγής, καθόρισε την 1η Ιουλίου, 1992, ως ημερομηνία ισχύος του διορισμού/προαγωγής στη θέση.

Οι διορισμοί/προαγωγές δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ. 2721, ημερομηνίας 3 Ιουλίου, 1992, Αριθμοί Γνωστοποιήσεων 2178, 2180.

Ο δικηγόρος των αιτητών ισχυρίστηκε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή και η Επιτροπή διεξήγαγαν πλημμελή έρευνα, αναφορικά με τη διαπίστωση της κατοχής από τους υποψηφίους του αναγκαίου προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, γιατί περιορίστηκαν μόνο σε γραπτές εξετάσεις των Αγγλικών, χωρίς να προβούν σε οποιαδήποτε έρευνα για να διαπιστώσουν την κατοχή από τους υποψηφίους του προσόντος της γνώσης της Αγγλικής γλώσσας στον προφορικό λόγο. Αναφέρθηκε στη συμπληρωματική Απόφαση Δικαστών του Δικαστηρίου τούτου στην υπόθεση Χρυστάλλα Χατζηγιάννη Ιωσήφ και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317.

Στην υπόθεση Χρυστάλλα Χατζηγιάννη Ιωσήφ, (ανωτέρω), έγινε μόνο προφορική εξέταση.  Απλά υποβλήθηκαν στους υποψηφίους ερωτήσεις στα Αγγλικά κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων.  Αυτό κρίθηκε από τους τέσσερις Δικαστές πλημμελής έρευνα.

[*413]

Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, είναι φανερό ότι η Επιτροπή έκαμε τη δέουσα έρευνα για διαπίστωση της κατοχής του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.  Οι υποψήφιοι υποβλήθηκαν σε γραπτές εξετάσεις στην Αγγλική γλώσσα. Οι εξετάσεις περιλάμβαναν μετάφραση δύο κειμένων από τα Αγγλικά στα Ελληνικά και από τα Ελληνικά στα Αγγλικά, αντίστοιχα - (βλ. Μέρος Β στην Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, Παράρτημα 1 στην ένσταση).  Η γραπτή εξέταση είναι πιο αντικειμενική και πιο ικανοποιητική.

Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί.

Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου, με επιστολή του ημερομηνίας 4 Μαΐου, 1992, πληροφόρησε την Επιτροπή ότι, λόγω φόρτου εργασίας, δεν του ήταν δυνατό να παραστεί στις συνεδρίες της Επιτροπής και όρισε ως εκπρόσωπό του τον Οικονομικό Διευθυντή κ. Τρυφωνίδη.  Ο κ. Τρυφωνίδης εκπροσώπησε το Γενικό Διευθυντή κατά τη διάρκεια των ομαδικών προφορικών εξετάσεων από την Επιτροπή και, σε μεταγενέστερο στάδιο, προέβη στις συστάσεις.

Η Υπηρεσία Φόρου Προστιθέμενης Αξίας είναι νέα Υπηρεσία.  Οι θέσεις που πληρώθηκαν ήταν οι πρώτες της Υπηρεσίας αυτής.

Σύμφωνα με το Άρθρο 34(9) του Νόμου, η Επιτροπή προβαίνει στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου αφού λάβει δεόντως υπόψη, ανάμεσα σ’ άλλα, και τις συστάσεις του Προϊσταμένου του οικείου Τμήματος.

Στην υπόθεση Piperi and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1306, στη σελ. 1313, ειπώθηκε από τον Τριανταφυλλίδη, Πρ., όπως ήταν τότε:-

“As the Director-General of the Ministry who could have acted, in view of his status in the hierarchy of the service, as the Head of Department of the Labour Department, was absent abroad, he authorized the Senior Employment Officer, who was the Head of the Section in the Department of Labour where the vacancies in question had arisen, to represent him at the relevant meetings of the Commission for the purposes of section 44(3) of Law 33/67; and, in our opinion, it was not necessary for such authorization to be given in writing.  Actually, the Senior Employment Officer had direct knowledge of the merits of the candidates who were in the [*414]service at the material time and had the Director-General been able to attend personally the meetings of the Commission he would have had to consult the Senior Employment Officer about the merits of such candidates before making his own recommendations.  Thus, in substance, the recommendations which were made to the respondent Commission on this particular occasion by the Senior Employment Officer, when representing the Director-General of the Ministry, were the recommendations that the Head of Department of Labour, if there had been one at the material time, would have made, or which the Director-General of the Ministry, acting as the Head of Department of the Labour Department, had he been present, would have made.”

Το Δικαστήριο στην υπόθεση εκείνη έκρινε ότι υπήρξε ουσιαστική συμμόρφωση με το Άρθρο 44(3) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1967, (Αρ. 33/67), που αντιστοιχεί με την παράγραφο (9) του Άρθρου 34 της νέας Νομοθεσίας.

Ενόψει του κωλύματος του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, της ανυπαρξίας υπεύθυνου Προϊσταμένου της νέας Υπηρεσίας Φόρου Προστιθέμενης Αξίας στο Υπουργείο, το Δικαστήριο θεωρεί ότι υπήρξε ουσιαστική συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Νόμου και η παρουσία του κ. Τρυφωνίδη και οι συστάσεις από τον κ. Τρυφωνίδη αντί από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου ικανοποιούν το σκοπό του νομοθέτη και δεν είναι αντίθετες με το Νόμο.

Ο δικηγόρος των αιτητών επιχειρηματολόγησε ότι η αξιολόγηση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση είναι έκνομη, γιατί λήφθηκαν υπόψη οι κρίσεις του Οικονομικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών που δεν ήταν μέλος της Επιτροπής.  Ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή, σύμφωνα με το Νόμο, λαμβάνει υπόψη “τις συστάσεις του Προϊσταμένου του οικείου Τμήματος”, αλλά η προφορική εξέταση γίνεται αποκλειστικά από την Επιτροπή, όπως προνοεί η παράγραφος 8 του Άρθρου 34 του Νόμου.

Στην υπόθεση Μάριος Δρουσιώτης και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 519, ειπώθηκε ότι η εκτίμηση του Διευθυντή του Τμήματος για την απόδοση των υποψηφίων στις προσωπικές συνεντεύξεις δεν αποτελεί κριτήριο επιλογής. Είναι μόνο παράγοντας για τη μόρφωση της κρίσης της Επιτροπής για την απόδοση των υποψηφίων.

Η υπόθεση Μάριος Δρουσιώτης, (ανωτέρω), υιοθετήθηκε από [*415]την Ολομέλεια στην υπόθεση Χρίστος Ιωάννου και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 390).

Στην υπόθεση Σοφία Παυλίδου και Άλλες ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 86 ακολουθήθηκε η ίδια διαδικασία στις συνεντεύξεις, όπως στην παρούσα υπόθεση, και το Δικαστήριο τη θεώρησε ορθή και νόμιμη.

Η παρουσία του εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή είχε σκοπό να υποβοηθήσει την Επιτροπή, λόγω των ειδικών του γνώσεων για τις θέσεις της Υπηρεσίας που πρωτοδημιουργήθηκε.

Η τελική αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση έγινε από την Επιτροπή.

Σύμφωνα με την παράγραφο 10 του Άρθρου 34 του Νόμου, η γενική εντύπωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Επιτροπής, όσον αφορά την απόδοση των υποψηφίων σε προφορική εξέταση, καταγράφεται πάντοτε στα πρακτικά της καθεμιάς Επιτροπής και αιτιολογείται.

Ο δικηγόρος των αιτητών ισχυρίστηκε ότι η αξιολόγηση των υποψηφίων, στην παρούσα υπόθεση, είναι αναιτιολόγητη.

Έχει προεκτεθεί πιο πάνω το πρακτικό της Επιτροπής αναφορικά με την προφορική εξέταση.  Στα πρακτικά της Επιτροπής εκτίθενται τα κριτήρια και η αιτιολογία της εντύπωσης της Επιτροπής αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων.

Ο δικηγόρος των αιτητών ισχυρίστηκε ότι η μείωση του προκαθορισμένου ελάχιστου βαθμού επιτυχίας στις γραπτές εξετάσεις στο θέμα “Γενικές Γνώσεις” από 50/100 σε 35/100 είναι αντίθετη με το Nόμο και τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή πρέπει να συστήσει, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του Άρθρου 34 του Νόμου, αριθμό υποψηφίων τετραπλάσιο του αριθμού των κενών θέσεων που δημοσιεύτηκαν, εφόσον υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι.  Η διεύρυνση του αριθμού των επιτυχόντων ευνόησε δύο από τους αιτητές - τη Μαρία Συμεωνίδου και το Γεώργιο Γιαννάκη, και τρία από τα ενδιαφερόμενα μέρη - τους Αναστασίου, Σοφοκλέους και Αντωνίου.  Η διεύρυνση του αριθμού των επιτυχόντων δεν απέκλεισε, ούτε επηρέασε κανένα από τους άλλους αιτητές.

[*416]Στην υπόθεση Θεογνωσία Αριστοδήμου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2384, στη σελ. 2393, το Δικαστήριο είπε:-

“Ο τελευταίος λόγος ακυρότητας που έχει προβάλει η αιτήτρια είναι ότι η απόφαση της Επιτροπής για την κυβερνητική εξέταση με ημερομηνία 6 Σεπτεμβρίου 1986, να θεωρήσει ως επιτυχόντες επιπρόσθετα των όσων είχαν συγκεντρώσει τις νενομισμένες προϋποθέσεις και όλους όσους είχαν συγκεντρώσει την απαιτούμενη ελάχιστη συνολική βαθμολογία 60% και 50% της βαθμολογίας σαν βάση στο καθένα από τα τρία θέματα αλλά υστέρησαν από τη βάση κατά μια μονάδα στα Ελληνικά ή Μαθηματικά και κατά δύο μονάδες στα Αγγλικά και Γενικές Γνώσεις, ενήργησε σε βάρος της, δεν ευσταθεί γιατί δεν υπάρχει περιορισμός στον αριθμό των προσώπων που θα έπρεπε να θεωρηθούν ως επιτυχόντες, η διεύρυνση δε των επιτυχόντων δεν αποκλείει την αιτήτρια, το δε γεγονός ότι δεν βοηθήθηκε αυτή από την υιοθέτηση της καθιερωμένης πρακτικής που εκφράζεται στην απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1986, είναι άσχετο.”

Το πιο πάνω απόσπασμα αποτελεί πλήρη απάντηση στον ισχυρισμό του δικηγόρου των αιτητών.

Το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προβλέπει:-

“3.   Απαιτούμενα προσόντα:

........................................................................................................

(4)          Επαρκής πείρα σε θέματα άμεσης ή/και έμμεσης φορολογίας/δημοσιονομικά θέματα ή/και θέματα οικονομικής διαχείρισης/ φορολογικής πολιτικής/οικονομικής έρευνας ή/και μελετών ή/και λογιστική/ ελεγκτική πείρα, κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία, θα αποτελεί πλεονέκτημα.”

Η Συμβουλευτική Επιτροπή και τελικά η Επιτροπή, που έχει το καθήκον και την ευθύνη της ερμηνείας και εφαρμογής των σχεδίων υπηρεσίας, ερμήνευσε το επίθετο “επαρκής” ως πείρα τουλάχιστο δύο χρόνων.

Για όσους υποψηφίους διέθεταν την προβλεπόμενη πείρα, αλλά δεν ήταν καθαρή η χρονική έκταση αυτής, αποφασίστηκε να τους ζητηθεί να προσκομίσουν στοιχεία για να ικανοποιηθεί η Επιτροπή ότι είχαν πείρα πέραν των δύο χρόνων. Δε ζητήθηκε από τον αιτητή Καμένο η προσκόμιση τέτοιων στοιχείων.  Για το λόγο αυτό, ο δι[*417]κηγόρος του ισχυρίστηκε ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα για την κατοχή από τον Καμένο του προσόντος πλεονεκτήματος.

Η πείρα δεν είναι ταυτόσημη με την ακαδημαϊκή γνώση, ούτε με τα ακαδημαϊκά προσόντα.

Στην υπόθεση Theodhoros G. Papapetrou and The Republic (Public Service Commission) 2 R.S.C.C. 61, στις σελ. 70-71, ειπώθηκε:-

“The term ‘experience’ inevitably contains the notion of knowledge acquired through acting in a certain capacity and cannot be reasonably interpreted as amounting merely to knowledge acquired through observation and study.”

[Βλ., επίσης, Skapoullis and Another v. Republic (1984) 3 C.L.R. 554·  Antoniades v. E.A.C. (1985) 3 C.L.R. 2458].

Η αίτηση του αιτητή Καμένου είναι ενώπιον του Δικαστηρίου.  Τα επαγγέλματα που άσκησε ο Καμένος, κατά τη διάρκεια της ζωής του, όπως τα κατέγραψε ο ίδιος στην αίτησή του, είναι:  Από Ιανουάριο 1989 μέχρι Νοέμβριο 1989, υπάλληλος γενικών καθηκόντων στο ξενοδοχείο Λήδρα και από το Νοέμβριο 1989 και μετά Αστυνομικός Α3.

Στην αίτηση του Καμένου δεν αναφέρεται οποιαδήποτε πείρα, όπως προσδιορίζεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας και όπως ερμηνεύθηκε από τις δύο Επιτροπές.

Η Επιτροπή, από τα στοιχεία που έθεσε ενώπιόν της ο αιτητής, ικανοποιήθηκε ότι αυτός δεν κατείχε το προσόν αυτό και, ως εκ τούτου, δεν υπήρχε λόγος για περαιτέρω έρευνα.

Στην υπόθεση HadjiAntoni and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1145, στη σελ. 1152, ειπώθηκε:-

“With due respect I find no merit in such argument as the respondent had no duty to inquire into what was not before it, nor did it have any duty to request the applicant to produce any  qualifications of hers which were not before it.”

Προβλήθηκε ο ισχυρισμός για τον αιτητή Χατζηχρυσάνθου, ο οποίος είχε σύσταση του Προϊσταμένου, ότι η Επιτροπή επέλεξε οκτώ υποψηφίους που δεν είχαν συστάσεις, χωρίς να δώσει ειδική αιτιο[*418]λογία.

Η σύσταση του Προϊσταμένου είναι ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως.

Έχει νομολογηθεί ότι η σύσταση, όπως και στην προηγούμενη Νομοθεσία - Άρθρο 44(3), μπορεί να παραγνωριστεί ολότελα ή να περιοριστεί η σημασία της, αφού δοθεί αιτιολογία γι’ αυτό.

Στο πρακτικό ημερομηνίας 29 Μαΐου, 1992, Παράρτημα 15 στην ένσταση, σελ. 17-18, αναφέρεται:-

“Η Επιτροπή προτίμησε τους πιο πάνω οκτώ, αφού έκρινε ότι, λαμβανομένων υπόψη των προσόντων, της απόδοσής τους στη γραπτή εξέταση που διεξήγαγε η Συμβουλευτική Επιτροπή και της απόδοσής τους στην ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, υπερτερούν τόσο των πιο πάνω οκτώ συστηθέντων όσο και όλων των άλλων υποψηφίων που δεν έχουν επιλεγεί. Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι, με εξαίρεση τη Χριστοφορίδου, οι άλλοι επτά που επιλέγηκαν χωρίς να έχουν συστηθεί δε διαθέτουν το πλεονέκτημα, ενώ έξι από τους οκτώ συστηθέντες που δεν επιλέγηκαν το διαθέτουν. Η Επιτροπή, ωστόσο, έκρινε ότι το στοιχείο αυτό δεν ήταν αρκετό να αντισταθμίσει την υπεροχή με βάση το σύνολο των ενώπιον της Επιτροπής στοιχείων των οκτώ που δε συστήθηκαν.

Επίσης, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι και αρκετοί άλλοι από τους υποψηφίους που δεν έχουν συστηθεί και δεν έχουν επιλεγεί επίσης διαθέτουν το πλεονέκτημα.  Ωστόσο η Επιτροπή, με βάση το σύνολο των ενώπιόν της στοιχείων, έκρινε ότι και στις περιπτώσεις αυτές το πλεονέκτημα δεν ήταν αρκετό να αντισταθμίσει την υπεροχή των επιλεγέντων.

Συνοπτικά η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της ουσιώδη στοιχεία, έκρινε ότι οι 28 υποψήφιοι που αναφέρονται πιο πάνω υπερέχουν γενικά των άλλων υποψηφίων και τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους για διορισμό/προαγωγή στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, Υπουργείο Οικονομικών.”

Στο πιο πάνω απόσπασμα η Επιτροπή έδωσε ειδική αιτιολογία γιατί επέλεξε για διορισμό/προαγωγή τα ενδιαφερόμενα μέρη που δεν είχαν σύσταση του Προϊσταμένου και προτίμησε υποψηφίους που [*419]δεν κατείχαν και το πλεονέκτημα.  Η αιτιολογία είναι καθαρή και επαρκής.

Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι ένας αιτητής δεν μπορεί ταυτόχρονα να αποδοκιμάζει και να επιδοκιμάζει.  Στην παρούσα περίπτωση, ο αιτητής Χατζηχρυσάνθου προσβάλλει ως άκυρη τη σύσταση του Διευθυντή και ταυτόχρονα επικαλείται τη σύσταση για δική του ωφέλεια. [Βλ. Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384·  Nicos Dometakis v. The Republic of Cyprus (1988) 3 C.L.R. 1673·  και Σάββας Σαββίδης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 3 A.A.Δ. 249)].

Οι αιτητές, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, απέτυχαν να αποδείξουν έκδηλη υπεροχή, όπως αυτή έχει καθορισθεί στην υπόθεση HjiIoannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, οι προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται.

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητά της.

Καμιά διαταγή για έξοδα.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο