Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 ΑΑΔ 67

(1995) 4 ΑΑΔ 67

[*67] 17 Ιανουαρίου, 1995

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ Άρθρο 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 36/94)

Δημόσιοι Υπάλληλοι —Διορισμοί /Προαγωγές—Απαίτηση αιτιολογημένων αποφάσεων—Αιτιολογία στο σώμα της απόφασης — Θεωρία και πρόσφατη νομολογία.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Συνεντεύξεις — Αιτιολόγηση της γενικής εντύπωσης της Ε.Δ. Υ. ως προς την απόδοση των υποψηφίων κατά την τελική προφορική εξέταση — Απουσίαζε στην κριθείσα περίπτωση — Διορισμός ακυρώθηκε.

Ο αιτητής προσέβαλε το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Μηχανολόγου Μηχανικού, 2ης Τάξης, στο Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Η κρίση της ΕΔΥ, εν προκειμένω στην αρμοδιότητα της οποίας εμπίπτει η ερμηνεία και η εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας, ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Ισχύει το ίδιο και ως προς την αμφισβήτηση της κρίσης πως ο αιτητής δεν κατείχε το πλεονέκτημα.

Ακολουθήθηκε η ορθή μέθοδος και το Δικαστήριο δεν βλέπει λόγω παρέμβασης για ανατροπή της κρίσης της διοίκησης ως προς [*68] αυτό το τεχνικό ζήτημα.

2. Όπου ο Νόμος απαιτεί αιτιολογία, αυτή συνιστά ουσιώδη τύπο της όποιας απόφασης. Η ύπαρξη της αιτιολογίας στο σώμα της απόφασης αποτελεί πλέον όρο για την τελείωση της, ως συστατικό της στοιχείο. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Γεώργιος Χατζηγεωργίου. Η απλή παραπομπή στα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας έχει κατ' επανάληψη κριθεί ως ανεπαρκής γιατί δεν αποκαλύπτει στην πραγματικότητα το λόγο της όποιας επιλογής και δεν επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο. Το Δικαστήριο θα περιοριστεί σε αναφορά στην υπόθεση Θέκλα Αδάμου και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, στην οποία αναφέρει καιτην προηγούμενη νομολογία.

Η ΕΔΥ συμπεριέλαβε το ενδιαφερόμενο μέρος και τους άλλους στον τελικό κατάλογο επειδή "δεν υστερούσαν σε αξία και προσόντα σε σύγκριση με μερικούς από τους συστηθέντες". Αυτή η γενική και αόριστη παραπομπή στην αξία και στα προσόντα που θα μπορούσε να ταιριάξει ως "φραστικό κλισέ", (χαρακτηρισμός του Δικαστή Σ. Νικήτα στην υπόθεση Αντώνης Κελεπενιώτης ν. ΑΗΚ), δεν ικανοποιεί την απαίτηση του Νόμου.

Ο Νόμος αναφέρεται σε "αιτιολογημένη σύσταση" και σε "αιτιολογημένη απόφαση". Το απλό μήνυμα είναι πως χρειάζεται να αποκαλύπτει η ίδια η απόφαση το συγκεκριμένο λόγο που οδήγησε στη διαμόρφωση της, χωρίς αοριστίες και γενικότητες. Όπως έχουν τα πράγματα, είναι άγνωστα τα στοιχεία που οδήγησαν την ΕΔΥ στην κρίση της πως το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υστερεί και δεν είναι επιτρεπτό για το Δικαστήριο να αναζητήσει το ίδιο στον φάκελο το αιτιολογικό στήριγμα που λείπει, προς αναπλήρωση του. Η συμπερίληψη του ενδιαφερομένου μέρους στον τελικό κατάλογο είναι, κατά παράβαση του Νόμου, αναιτιολόγητη.

3. Η ΕΔΥ κατέγραψε την γενική της εντύπωση ως προς την απόδοση του κάθε υποψηφίου. Τα πρακτικά είναι γυμνά οποιασδήποτε αιτιολογίας. Το Άρθρο 33 (14) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90) απαιτεί την αιτιολόγηση αυτής της γενικής εντύπωσης. Διαπιστώνεται παράβαση του Νόμου. Η απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο επιλογής [βλ. Άρθρο 33(11)] και, όπως σημειώνεται στα πρακτικά, η ΕΔΥ τη συνυπολόγισε. Ο αιτητής είχε καλύτερη απόδοση σε σύγκριση με το ενδιαφερόμενο μέρος τόσο στο γραπτό διαγωνισμό όσο και στην προφορική εξέταση που διεξήγαγε η Συμβουλευτική Επιτροπή και η σημασία που προσδόθηκε την τελική προ[*69]φορική εξέταση είναι προφανής.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Skapoullis and Another v. Republic (1984) 3 C.L.R. 554,

Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574,

Αδάμου και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2171,

Κελεπενιώτης ν. Α.Η.Κ. (Αρ. 1) (1994) 4 Α.Α.Δ. 1795.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία διορίστηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο με δοκιμασία στη μόνιμη θέση Μηχανολόγου Μηχανικού, 2ης Τάξης (Τακτικός Προϋπολογισμός), Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Ε. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Ευσταθίου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Προσβάλλεται το κύρος της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας για διορισμό του Χριστάκη Χριστοδουλίδη με δοκιμασία στη μόνιμη θέση Μηχανολόγου Μηχανικού, 2ης Τάξης (Τακτικός Προϋπολογισμός), Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων.

Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο στη Μηχανολογία. Το ενδιαφερόμενο μέρος είναι απόφοιτος του Τμήματος Ναυπηγών Μηχανολόγων/Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου. Η περιγραφή του Τμήματος έπρεπε, σύμφωνα με την εισήγηση του αιτητή, τουλάχιστον να οδηγήσει σε έρευνα ως προς το αν πράγματι το πτυχίο του ενδιαφερομένου μέρους είναι στη "Μηχανολογία". [*70]

Κατά το σχέδιο υπηρεσίας πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση, θα αποτελεί πλεονέκτημα. Ο αιτητής υπηρετεί στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο ως Εκπαιδευτής Μηχανολογίας από το 1978. Εισηγείται πως η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και μετά της ΕΔΥ πως κανένας υποψήφιος δεν κατέχει το πλεονέκτημα, είναι τρωτή αφού δεν διεξήχθηκε η δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί αν η πείρα του είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή διεξήγαγε γραπτό διαγωνισμό και προφορική εξέταση. Με γνώμονα τα αποτελέσματα τους, τα προσόντα των υποψηφίων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων Εκθέσεων εκείνων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι και, όπως σημειώνει, τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, κατάρτισε προκαταρκτικό κατάλογο με τα ονόματα των τεσσάρων υποψηφίων που έκρινε ότι ήταν οι καταλληλότεροι. Περιλήφθηκε στον κατάλογο ο αιτητής, όχι όμως και το ενδιαφερόμενο μέρος. Η ΕΔΥ συμπεριέλαβε στον τελικό κατάλογο τρεις ακόμα υποψηφίους, μεταξύ των οποίων και το ενδιαφερόμενο μέρος. Είναι η εισήγηση του αιτητή πως η συμπερίληψη του ενδιαφερόμενου μέρους είναι παράνομη γιατί, παρά την απαίτηση της επιφύλαξης στο άρθρο 33(8) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90), είναι αναιτιολόγητη.

Η ΕΔΥ κάλεσε σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους που περιλήφθηκαν στον τελικό κατάλογο. Ο αιτητής κρίθηκε ως πάρα πολύ καλός και το ενδιαφερόμενο μέρος ως εξαίρετος. Ο αιτητής εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη γιατί παρεβιάσθη το άρθρο 33(14) του Νόμου αφού η γενική εντύπωση της ΕΔΥ δεν αιτιολογήθηκε.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή και στη συνέχεια η ΕΔΥ ασχολήθηκαν ειδικά με το ζήτημα της κατοχής των απαιτούμενων ακαδημαϊκών προσόντων. Υπήρχε στο φάκελο όχι μόνο το πτυχίο του ενδιαφερόμενου μέρους αλλά και πιστοποιητικό του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου που ανέλυε τα μαθήματα που διδάχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος. Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε γενικά δίπλωμα ή τίτλο στη Μηχανολογία και δεν είμαι έτοιμος να δεκτώ πως συντρέχουν οι προϋποθέσεις για παρέμβαση. Όπως ορθά εισηγούνται οι καθ' ων η αίτηση, η κρίση της ΕΔΥ, στην αρμοδιότητα της οποίας εμπίπτει η ερμηνεία και η εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας, ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Ισχύει το ίδιο και ως προς την αμφισβήτηση της κρίσης πως [*71] ο αιτητής δεν κατείχε το πλεονέκτημα. Η Συμβουλευτική Επιτροπή και στο τέλος η ίδια η ΕΔΥ σύγκριναν τα καθήκοντα της θέσης με εκείνα των θέσεων που κατείχαν όσοι από τους υποψήφιους ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, όπως αυτά καθορίζονται στα αντίστοιχα σχέδια υπηρεσίας. Αυτή ήταν η ορθή μέθοδος και δεν βλέπω λόγο παρέμβασης για ανατροπή της κρίσης της διοίκησης ως προς αυτό το τεχνικό ζήτημα. Ο αιτητής επικαλέστηκε την υπόθεση Skapoullis and Another v. Republic (1984) 3 C.L.R. 554 αλλά δεν χρειάζεται να εξετάσω την έκφανση του ζητήματος όπως συζητήθηκε εκεί στην απουσία έστω ένδειξης ότι ο αιτητής ασκούσε στο ΑΤΙ και καθήκοντα άλλα από εκείνα που καθορίζει το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης του. Τα καθήκοντα του αιτητή στο ΑΤΙ ήταν κατά κύριο λόγο διδακτικής φύσης. Κατά το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, ο διορισθησόμενος θα είναι υπεύθυνος του Μηχανολογικού Εργαστηρίου και των Εργοταξίων του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων.

Όπου ο Νόμος απαιτεί αιτιολογία, αυτή συνιστά ουσιώδη τύπο της όποιας απόφασης. Η ύπαρξη της αιτιολογίας στο σώμα της απόφασης αποτελεί πλέον όρο για την τελείωση της, ως συστατικό της στοιχείο. (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Γεώργιος Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574. Η απλή παραπομπή στα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας έχει κατ' επανάληψη κριθεί ως ανεπαρκής γιατί δεν αποκαλύπτει στην πραγματικότητα το λόγο της όποιας επιλογής και δεν επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο. Θα περιοριστώ σε αναφορά στην υπόθεση Θέκλα Αδάμου και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2171, στην οποία αναφέρω και την προηγούμενη νομολογία.

Η ΕΔΥ συμπεριέλαβε το ενδιαφερόμενο μέρος και τους άλλους στον τελικό κατάλογο επειδή "δεν υστερούσαν σε αξία και προσόντα σε σύγκριση με μερικούς από τους συστηθέντες". Αυτή η γενική και αόριστη παραπομπή στην αξία και στα προσόντα που θα μπορούσε να ταιριάξει ως "φραστικό κλισέ", για να δανειστώ το χαρακτηρισμό του δικαστή Σ. Νικήτα στην υπόθεση Αντώνης Κελεπενιώτης ν. ΑΗΚ (1994) 4 Α.Α.Δ. 1795, δεν ικανοποιεί την απαίτηση του Νόμου.

Οι καθ' ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος εισηγήθηκαν πως η αιτιολογία που δόθηκε είναι αρκετή γιατί, αντίθετα προς την περίπτωση των συστάσεων των προϊσταμένων, ο Νόμος απαιτεί απλή και όχι ειδική αιτιολογία. Δεν υπάρχει περιθώριο για τέτοια διάκριση. Ο Νόμος αναφέρεται σε "αιτιολογημένη σύσταση" και σε "αιτιολογημένη απόφαση". Το απλό μήνυ[*72]μα είναι πως χρειάζεται να αποκαλύπτει η ίδια η απόφαση το συγκεκριμένο λόγο που οδήγησε στη διαμόρφωση της, χωρίς αοριστίες και γενικότητες. Όπως έχουν τα πράγματα, είναι άγνωστα τα στοιχεία που οδήγησαν την ΕΔΥ στην κρίση της πως το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υστερεί και δεν είναι επιτρεπτό για το Δικαστήριο να αναζητήσει το ίδιο στον φάκελο το αιτιολογικό στήριγμα που λείπει, προς αναπλήρωση του. Η συμπερίληψη του ενδιαφερομένου μέρους στον τελικό κατάλογο είναι, κατά παράβαση του Νόμου, αναιτιολόγητη.

Η ΕΔΥ κατέγραψε την γενική της εντύπωση ως προς την απόδοση του κάθε υποψηφίου. Τα πρακτικά είναι γυμνά οποιασδήποτε αιτιολογίας. Το άρθρο 33 (14) το Νόμου 1/90 απαιτεί την αιτιολόγηση αυτής της γενικής εντύπωσης. Διαπιστώνεται παράβαση του Νόμου. Η απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο επιλογής [βλ. άρθρο 33(11)] και, όπως σημειώνεται στα πρακτικά, η ΕΔΥ τη συνυπολόγισε. Ο αιτητής είχε καλύτερη απόδοση σε σύγκριση με το ενδιαφερόμενο μέρος τόσο στο γραπτό διαγωνισμό όσο και στην προφορική εξέταση που διεξήγαγε η Συμβουλευτική Επιτροπή και η σημασία που προσδόθηκε στην τελική προφορική εξέταση είναι προφανής.

Επειδή η απόφαση για τη συμπερίληψη του ενδιαφερομένου μέρους στον τελικό κατάλογο και η γενική εντύπωση της ΕΔΥ ως προς την απόδοση των υποψηφίων κατά την τελική προφορική εξέταση δεν αιτιολογήθηκαν σύμφωνα με το Νόμο, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη.

Ο αιτητής προβάλλει και επιπρόσθετο ισχυρισμό ως προς την περαιτέρω αιτιολόγηση της απόφασης για την επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους, με τον οποίο δεν χρειάζεται να ασχοληθώ.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο