(1995) 4 ΑΑΔ 377
[*377] 21 Φεβρουαρίου, 1995
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1006/93)
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου—Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου—Προαγωγές — Συστάσεις Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και Διευθυντή πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψιν — Η Αρχή έχει υποχρέωση να αιτιολογεί την απόκλιση της από τις συστάσεις αυτές.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Προσόντα — Ισχυρισμός για μη κατοχή του προσόντος της ικανοποιητικής πείρας σε εμπορικές δραστηριότητες δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία του φακέλου.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Υποχρέωση προαγωγής του καταλληλότερου υποψηφίου ο οποίος δεν χρειάζεται να υπερέχει έκδηλα των μη προαχθέντων, αρκεί να υπερέχει ελαφρά έναντι τους.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Προσόντα — "Κοινωνική Προσφορά" — Δεν σχετίζεται καθόλου με την καταλληλότητα του υπαλλήλου για την διεκδικούμενη θέση.
Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του το κύρος της απόφασης της καθ' ης η αίτηση με την οποία προήγαγε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Διευθυντή Εμπορικών Υπηρεσιών, αντί του ιδίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι: [*378]
1. Η πρόνοια του Καν. 23(3) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 291/86), έχω τη γνώμη, πως εμπεριέχει υποχρέωση της Αρχής να αιτιολογεί τη διαφωνία της με τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διευθυντή, γιατί εφόσον οφείλει να τις λαμβάνει "δεόντως υπόψη", πιθανή διαφωνία με αυτές πρέπει να αιτιολογείται. Στην επίδικη όμως απόφαση γίνεται ακριβώς τούτο. Το μεγαλύτερο μέρος της αιτιολόγησης της αφιερώνεται στην έκθεση των απόψεων του Συμβουλίου και τους λόγους που διίστανται από τη σύσταση του Διευθυντή.
2. Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός πως ο προαχθείς δεν πληροί τα Σχέδια Υπηρεσίας, γιατί δεν κατέχει το προσόν της ικανοποιητικής πείρας σε εμπορικές δραστηριότητες στη βιομηχανία προμήθειας ηλεκτρισμού. Απλή όμως αναφορά στη σταδιοδρομία του, και στην ειδική αναφορά που γίνεται από το Συμβούλιο στη μακρόχρονη πείρα του, μαρτυρούν την έγκυρη υποψηφιότητα του για τη θέση, αλλά και την ορθή κρίση του Συμβουλίου, που τη θεώρησε και ως στοιχείο της συνολικής αξίας του.
3. Στην αιτιολογία της επίδικης απόφασης, διαβάζεται. "Η εισήγηση του Γενικού Διευθυντή στηρίζεται στην αξιολόγηση, δηλαδή αξία, ικανότητα ως και άλλα συναφή στοιχεία. Αναφορικά με την αξιολόγηση τα μέλη παρατηρούν ότι η διαφορά των δύο υποψηφίων δεν είναι τόση ώστε να καθίσταται έκδηλη υπεροχή του ενός έναντι του άλλου. Αν η αιτιολογία σταματούσε εδώ, η γνώμη του Δικαστηρίου είναι πως η ακύρωση της απόφασης θα ήταν αναπόφευκτη, εφόσον το σημείο εγειρόταν στους λόγους ακύρωσης της προσφυγής. Υποχρέωση του διορίζοντος οργάνου είναι η επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου. Διαφορετικά, μπορεί να επικρατήσει υποψήφιος που μολονότι κρίνεται ασθενέστερος, επιλέγεται, με την αιτιολογία πως ο καλύτερος δεν υπερτερεί έκδηλα έναντι του επιλεγέντος. Προφανώς το Συμβούλιο έχει συγχύσει τα κριτήρια, βάσει των οποίων και λειτουργεί, με το κριτήριο που θέτει η νομολογία, και εφαρμόζουν τα διοικητικά Δικαστήρια. Το ακυρωτικό Δικαστήριο, για να ανατρέψει απόφαση διοικητικού οργάνου για διορισμό ή προαγωγή, πρέπει να ικανοποιηθεί πως ο αιτητής απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι αυτού που διορίστηκε ή προάχθηκε. Η νομολογιακή αυτή αρχή διασφαλίζει ταυτόχρονα την εξουσία και αρμοδιότητα του οργάνου πάνω στο θέμα, και την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας κατά τη λήψη της σχετικής απόφασης. Το διοικητικό όμως όργανο έχει καθήκον να επιλέξει τον καταλληλότερο από τους υποψήφιους που κρίνει ότι υπερέχει, έστω και ελαφρά, των υπολοίπων. [*379]
Το πρακτικό όμως της απόφασης συνεχίζει και οδηγούνται τα γνωστά κριτήρια επιλογής στον ορθό δρόμο.
"Περαιτέρω μελέτη των φακέλων των δυο υποψηφίων σε σχέση με την πείρα στην οποία απέκτησαν κατά την μέχρι σήμερα υπηρεσία τους στην Αρχή, στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη με βάση τους Κανονισμούς, διακρίνει υπεροχή του κ. Προδρομίτη έναντι του κ. Ιωάννου με αποτέλεσμα να τον καθιστά καταλληλότερο για την υπ' όψη θέση".
Στη συνέχεια μάλιστα παρατίθενται και τα στοιχεία που το Συμβούλιο θεωρεί ότι τεκμηριώνουν την καλύτερη πείρα του ενδιαφερομένου προσώπου. Έτσι, η φράση "η διαφορά των δύο υποψηφίων δεν είναι τόση ώστε να καθίσταται έκδηλη η υπεροχή του ενός έναντι του άλλου" παραμένει φραστικό ολίσθημα, που δεν είχε πραγματική επίδραση στην απόφαση του Συμβουλίου, εφόσον προχωρεί και αναλύει γιατί θεωρεί τον προαχθέντα ως τον καταλληλότερο υποψήφιο.
4. Η οποιαδήποτε κοινωνική προσφορά, η άλλη δραστηριότητα, κάποιου υποψήφιου μπορεί να συμβάλουν στην εκτίμηση που έχει γι' αυτόν ο κοινωνικός του περίγυρος, δεν σχετίζονται όμως καθόλου με την καταλληλότητα του για τη διεκδικούμενη θέση σε εργασία. Το Συμβούλιο, δεν έκαμε καμιά αναφορά στην κοινωνική προσφορά του αιτητή. Εξάλλου δεν υιοθέτησε τη σύσταση του Διευθυντή που αναφερόταν σ' αυτήν.
Συνεπώς και αυτό το θέμα δεν έπαιξε οποιοδήποτε ρόλο στη λήψη της επίδικης απόφασης.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της καθ' ης η αίτηση Αρχής με την οποία προήγαγε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Διευθυντή Εμπορικών Υπηρεσιών, αντί του αιτητή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Στιβαρού για Γ. Κακογιάννη, για την Καθ' ης η αίτηση.
Ι. Νικολάου, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Cur. adv. vult. [*380]
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης που διεκδικείται στην Α.Η.Κ., Διευθυντής Εμπορικών Υπηρεσιών, και που επισυνάπτονται στην ένσταση, είναι διατυπωμένα στην Αγγλική γλώσσα. Από το φάκελο της υπόθεσης διαπίστωσα πως όταν κατατέθηκαν ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων για έγκριση, πολύ ορθά, τα επέστρεψε για να συνταχθούν στα Ελληνικά, μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας. Αναμένεται λοιπόν, να κατατίθενται στο Δικαστήριο τα έγκυρα σχέδια υπηρεσίας.
Ο αιτητής προσβάλλει την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους, στην επίδικη θέση, που ελήφθη από το Συμβούλιο της Αρχής στις 21.12.93, με ισχύ από 1.1.94.
Στη μακρά αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή εγείρεται πληθώρα ζητημάτων, που σχολιάζονται στην επίσης μακροσκελή αγόρευση του δικηγόρου της Αρχής. Θα συνοψίσω τους λόγους που επικαλείται ο δικηγόρος του αιτητή για την ακύρωση της απόφασης, μερικοί από τους οποίους είναι προδήλως αβάσιμοι, γιατί ενώ γίνεται γι' αυτούς πολύς λόγος, από τη μελέτη του διοικητικού φακέλου διαπιστώνεται πως δεν ευσταθούν.
Προβάλλεται ο ισχυρισμός πως δεν έγινε η δέουσα έρευνα. Αν διαβαστούν όμως τα πρακτικά θα διακριβωθεί πως το Συμβούλιο ασχολήθηκε ενδελεχώς με το ζήτημα, εφαρμόζοντας πιστά τους Κανονισμούς που ισχύουν και τις γνωστές αρχές του διοικητικού δικαίου. Ο διευθυντής σύστησε για προαγωγή τον αιτητή, δίδοντας μια εμπεριστατωμένη αιτιολογία για την προτίμηση του έναντι του ενδιαφερομένου μέρους. Το Συμβούλιο της Αρχής με πλειοψηφία, 6 υπέρ και 3 αποχές, δεν την υιοθέτησε. Αναφορικά με το ζήτημα τούτο, της απόκλισης δηλαδή του Συμβουλίου από τη σύσταση του διευθυντή, ο δικηγόρος του αιτητή διατείνεται πως η απόφαση πάσχει γιατί δεν αιτιολογείται.
Ο Κ.23(3) της Κ.Δ.Π. 291/86 προνοεί: "κατά την προαγωγήν εις θέσιν επί κλίμακος Α15 και άνω ως και εις ανωτέραν συνδε-δυασμένην θέσιν, η Αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψιν τας συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του διευθυντή και τας περί των υποψηφίων εμπιστευτικός εκθέσεις."
Η πρόνοια αυτή, έχω τη γνώμη, πως εμπεριέχει υποχρέωση της Αρχής να αιτιολογεί τη διαφωνία της με τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του διευθυντή, γιατί, εφόσο οφείλει να τις λαμβάνει "δεόντως υπόψη", πιθανή διαφωνία με αυτές πρέπει να αιτιολογείται. Στην επίδικη όμως απόφαση γίνεται ακριβώς [*381] τούτο. Το μεγαλύτερο μέρος της αιτιολόγησης της αφιερώνεται στην έκθεση των απόψεων του Συμβουλίου και τους λόγους που διίστανται από τη σύσταση του διευθυντή. Εδώ αναφέρω πως τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή αποτελούσαν ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Αρχής και ένα άλλο μέρος. Ο Πρόεδρος σύστησε για προαγωγή τον αιτητή, ενώ το άλλο μέρος εισηγήθηκε να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια, χωρίς οποιαδήποτε σύσταση.
Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός πως ο προαχθείς δεν πληρεί τα σχέδια υπηρεσίας, γιατί δεν κατέχει το προσόν της ικανοποιητικής πείρας σε εμπορικές δραστηριότητες στη βιομηχανία προμήθειας ηλεκτρισμού. Απλή όμως αναφορά στη σταδιοδρομία του, και στην ειδική αναφορά που γίνεται από το Συμβούλιο στη μακρόχρονη πείρα του, μαρτυρούν την έγκυρη υποψηφιότητα του για τη θέση, αλλά και την ορθή κρίση του Συμβουλίου, που τη θεώρησε και ως στοιχείο της συνολικής αξίας του.
Ο προαχθείς και ο αιτητής ήσαν οι πιο ισχυροί υποψήφιοι για τη θέση. Έχουν περίπου τα ίδια ακαδημαϊκά προσόντα, μολονότι στα ενδεικτικά τους ο αιτητής παρουσιάζεται με καλύτερη ακαδημαϊκή επίδοση, κάτι όμως, που στην κρίση μου, δεν έχει καμιά σημασία.
Ανάφερα ήδη πως ο αιτητής είχε και τη σύσταση του διευθυντή ο οποίος έκρινε πως ήταν καταλληλότερος για τη θέση από το ενδιαφερόμενο μέρος, που έχει αρχαιότητα σε προηγούμενες θέσεις.
Το Συμβούλιο αξιολόγησε όλα τα πιο πάνω δεδομένα. Η θέση είναι διευθυντική, με ευρύτερη επομένως ευχέρεια επιλογής από το Συμβούλιο, που έκλινε υπέρ του ενδιαφερομένου προσώπου. Δεν αποδεικνύεται έκδηλη υπεροχή του αιτητή.
Με προβλημάτισαν όμως πολύ δυο ζητήματα, τα οποία δεν εγείρονται, αν δεν κάνω λάθος, στις γραπτές αγορεύσεις. Αφού τα επισημάνω, θα προχωρήσω να εξετάσω αν επηρεάζουν την επίδικη απόφαση. Το πρώτο, στο οποίο έκαμα ήδη νύξη, δημιουργείται από την αιτιολογία της επίδικης απόφασης, όπου διαβάζουμε. "Η εισήγηση του γενικού διευθυντή στηρίζεται στην αξιολόγηση, δηλαδή αξία, ικανότητα ως και άλλα συναφή στοιχεία. Αναφορικά με την αξιολόγηση τα μέλη παρατηρούν ότι η διαφορά των δύο υποψηφίων δεν είναι τόση ώστε να καθίσταται έκδηλη υπεροχή του ενός έναντι του άλλου" (υπογράμμιση δική μου). Αν η αιτιολογία σταματούσε εδώ, η γνώμη μου είναι πως η [*382] ακύρωση της απόφασης θα ήταν αναπόφευκτη, εφόσο το σημείο εγειρόταν στους λόγους ακύρωσης της προσφυγής. Υποχρέωση του διορίζοντος οργάνου είναι η επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου. Διαφορετικά, μπορεί να επικρατήσει υποψήφιος που μολονότι κρίνεται ασθενέστερος, επιλέγεται, με την αιτιολογία πως ο καλύτερος δεν υπερτερεί έκδηλα έναντι του επιλεγέντος. Προφανώς το Συμβούλιο έχει συγχύσει τα κριτήρια, βάσει των οποίων και λειτουργεί, με το κριτήριο που θέτει η νομολογία, και εφαρμόζουν τα διοικητικά Δικαστήρια. Το ακυρωτικό Δικαστήριο, για να ανατρέψει απόφαση διοικητικού οργάνου για διορισμό ή προαγωγή, πρέπει να ικανοποιηθεί πως ο αιτη-τής απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι αυτού που διορίστηκε ή προάχθηκε. Η νομολογιακή αυτή αρχή διασφαλίζει ταυτόχρονα την εξουσία και αρμοδιότητα του οργάνου πάνω στο θέμα, και την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας κατά τη λήψη της σχετικής απόφασης. Το διοικητικό όμως όργανο έχει καθήκον να επιλέξει τον καταλληλότερο από τους υποψήφιους που κρίνει ότι υπερέχει, έστω και ελαφρά, των υπολοίπων.
Το πρακτικό όμως της απόφασης συνεχίζει και, κατά τη γνώμη μου, οδηγούνται τα γνωστά κριτήρια επιλογής στον ορθό δρόμο. Διαβάζουμε σ' αυτό αμέσως παρακάτω:
"Περαιτέρω μελέτη των φακέλων των δυο υποψηφίων σε σχέση με την πείρα την οποία απέκτησαν κατά την μέχρι σήμερα υπηρεσία τους στην Αρχή, στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη με βάση τους κανονισμούς, διακρίνει υπεροχή του κ. Προδρομίτη έναντι του κ. Ιωάννου με αποτέλεσμα να τον καθιστά καταλληλότερο για την υπ' όψη θέση".
Στη συνέχεια μάλιστα παρατίθενται και τα στοιχεία που το Συμβούλιο θεωρεί ότι τεκμηριώνουν την καλύτερη πείρα του ενδιαφερομένου προσώπου. Έτσι, νομίζω, πως η φράση "η διαφορά των δύο υποψηφίων δεν είναι τόση ώστε να καθίσταται έκδηλη η υπεροχή του ενός έναντι του άλλου" παραμένει φραστικό ολίσθημα, που δεν είχε πραγματική επίδραση στην απόφαση του Συμβουλίου, εφόσο προχωρεί και αναλύει γιατί θεωρεί τον προαχθέντα ως τον καταλληλότερο υποψήφιο.
Το άλλο ζήτημα που με απασχόλησε, το βρίσκουμε στη σύσταση του διευθυντή, ο οποίος, δίδοντας την αιτιολόγηση της προτίμησης του προς τον αιτητή κάμνει αναφορά, σαν πρόσθετο στοιχείο της υπεροχής του, και στην κοινωνική του προσφορά. Σε αυτή αναφέρεται και ο συνήγορος στη γραπτή του αγό[*383]ρεύση, παραθέτοντας κατάλογο των συνδέσμων και οργανώσεων στις οποίες μετέχει ο αιτητής ως αξιωματούχος. Τέτοια όμως δραστηριότητα, έχω τη γνώμη, πως είναι εντελώς εξωγενές στοιχείο, και είναι ανεπίτρεπτο να χρησιμοποιηθεί ως ένα από τα κριτήρια επιλογής, που περιορίζονται αποκλειστικά σε αναφορά με τα προσόντα και τη συνολική αξία του υποψήφιου στην άσκηση των καθηκόντων της θέσης. Η οποιαδήποτε κοινωνική προσφορά, ή άλλη δραστηριότητα, κάποιου υποψήφιου μπορεί να συμβάλουν στην εκτίμηση που έχει γι' αυτόν ο κοινωνικός του περίγυρος, δεν σχετίζονται όμως καθόλου με την καταλληλότητα του για τη διεκδικούμενη θέση σε εργασία. Το Συμβούλιο, δεν έκαμε καμιά αναφορά στην κοινωνική προσφορά του αιτητή. Εξάλλου δεν υιοθέτησε τη σύσταση του διευθυντή. Συνεπώς και αυτό το θέμα δεν έπαιξε οποιοδήποτε ρόλο στη λήψη της επίδικης απόφασης.
Συνοψίζοντας, καταλήγω πως το Συμβούλιο ενήργησε μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας. Ενώπιον του είχε δυο ισχυρές υποψηφιότητες, και επέλεξε αυτόν που θεώρησε ως τον καταλληλότερο. Ο αιτητής δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι του προαχθέντος. Η προσφυγή απορρίπτεται. Υπό τις περιστάσεις δε γίνεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο