Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 ΑΑΔ 984

(1995) 4 ΑΑΔ 984

[*984] 12 Μαΐου, 1995

[ΠΙΚΗΣ, Πρόεδρος]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΘΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 235/94)

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 τον Συντάγματος — Ακυρωτική απόφαση — Ενεργεί έναντι πάντων — Η μετά την ακύρωση νέα απόφαση κατ' επανεξέταση συνιστά εκτελεστή απόφαση που παράγει αφ' εαυτής έννομα αποτελέσματα και προσβάλλεται με προσφυ-γή όπως και η πρώτη — Διαφορετική η περίπτωση της αποδοχής διοικητικής πράξης που δημιουργεί κώλυμα προσβολής της.

Η αιτήτρια προσέβαλε την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών σε Γραμματειακό Λειτουργό, η οποία αποτελούσε επανάληψη προηγούμενης πράξης που ακυρώθηκε συνεπεία προσφυγής, την οποία όμως δεν είχε ασκήσει η αιτήτρια.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Η ακυρωτική απόφαση Αναθεωρητικού Δικαστηρίου επενεργεί έναντι πάντων (erga omnes) και καταργεί την πράξη, η οποία ακυρώνεται. Νέα απόφαση, η οποία λαμβάνεται για την πλήρωση του κενού, μετά από επανεξέταση, συνιστά εκτελεστή απόφαση, αφ' εαυτής παράγωγο εννόμων αποτελεσμάτων. Επομένως, η νέα απόφαση υπόκειται σε αναθεώρηση μετά από αίτηση οποιουδήποτε δυσμενώς επηρεασθέντα από αυτή. Η μη επιλογή της αιτήτριας επηρέασε δυσμενώς τα συμφέροντά της, γεγονός που τη νομιμοποιεί να προσβάλει την απόφαση. [*985]

Η έκθεση της Τμηματικής Επιτροπής συνιστά προκαταρκτική πράξη, η οποία δεν παράγει έννομα αποτελέσματα. Αποκτά σημασία, εφόσον υιοθετείται από το διορίζον σώμα και προσμετρά ως στοιχείο κρίσεως, εφόσον επενεργεί στην απόφαση η οποία λαμβάνεται από την ΕΔΥ. Με την ακύρωση της απόφαση, διανοίγεται το πεδίο για την επανεξέταση του θέματος και την προσβολή από επηρεαζόμενο πρόσωπο της νέας εκτελεστής πράξης, η οποία εκδίδεται.

Μόνο η αποδοχή εκτελεστής πράξης δημιουργεί κώλυμα στην προσβολή της σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο στάδιο. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση μη προσβολής εκτελεστής πράξης μέσα στην προθεσμία των 75 ημερών, που προβλέπει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος.

2. Υπό το φως των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψήφιων, η Τμηματική Επιτροπή εύλογα μπορούσε να καταλήξει, με βάση τα κριτήρια που θέτει ο Νόμος, ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούσαν της αιτήτριας.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Paschali v. Republic (1966) 3 C.L.R. 593,

Tomboli v. CYTA (1980) 3 C.L.R. 266,

Alexandrou and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 15,

Papaleontiou and Another v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1929,

Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προήχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση του Γραμματειακού Λειτουργού.

Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.

Γ. Φράγκου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult. [*986]

ΠΙΚΗΣ, Π.: Η αιτήτρια ήταν η 351η σε σειρά αρχαιότητας από 353 υποψήφιους που η Τμηματική Επιτροπή έκρινε ότι είχαν τα προσόντα για προαγωγή στη θέση του Γραμματειακού Λειτουργού.

Μετά από αξιολόγηση των υπηρεσιακών τους στοιχείων, η Τμηματική Επιτροπή κατάρτισε κατάλογο από 100 υποψήφιους (κρίθηκε ότι υπερτερούσαν των υπολοίπων), οι οποίοι συστήθηκαν ως οι καταλληλότεροι για την πλήρωση των 25 κενών θέσεων Γραμματειακού Λειτουργού.

Η Ε.Δ.Υ, επέλεξε 25 από τους συστηθέντες, μεταξύ των οποίων και τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία κατείχαν αντίστοιχα τις θέσεις 5, 7 και 31 σε σειρά αρχαιότητας. Ασκήθηκαν τρεις προσφυγές εναντίον της απόφασης από τους ακόλουθους τρεις επιλαχόντες υποψήφιους - την Αντωνία Χ"Λαζάρου (Υπόθ. Αρ. 893/90 στρεφόμενη κατά 10 από τους προαχθέντες), την Ανδρούλλα Μουγιάρη (Υπόθ. Αρ. 917/90 στρεφόμενη εναντίον 24 από τους προαχθέντες) και τέλος από την Ελένη Κυριάκου (Υπόθ. Αρ. 922/90 στρεφόμενη εναντίον των ενδιαφερομένων μερών). Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν.

Το δικαστήριο απέρριψε τις δύο πρώτες και αποδέχτηκε την τρίτη προσφυγή. Ο μοναδικός λόγος για τον οποίο ακυρώθηκε η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών αφορούσε τις εμπιστευτικές εκθέσεις που είχαν υποβληθεί για την αιτήτρια για τα έτη 1987,1988 και 1989. Το δικαστήριο έκρινε ότι οι ισχυρισμοί της αιτήτριας για προκατάληψη των αξιολογούντων λειτουργών εναντίον της δε διερευνήθηκαν όπως έπρεπε, γεγονός που αποστέρησε τις εμπιστευτικές εκθέσεις του κύρους τους. Η διαπίστωση αυτή ανέτρεψε τη βάση στην οποία στηρίχτηκε η αξιολόγηση της αιτήτριας, τόσο από την Τμηματική Επιτροπή, όσο και από την Ε.Δ.Υ. Ως αποτέλεσμα, η απόφαση ακυρώθηκε.

Η Ε.Δ.Υ, επανεξέτασε την πλήρωση των τριών θέσεων υπό το φως της ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου και με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που λήφθηκε η ακυρωθείσα απόφαση. Αφού επελήφθη του θέματος των εμπιστευτικών εκθέσεων της επιτυχούσας αιτήτριας, η Ε.Δ.Υ, υιοθέτησε, όπως και στην πρώτη περίπτωση, την αξιολόγηση και τις συστάσεις της Τμηματικής Επιτροπής και, αφού άκουσε τις συστάσεις της Προϊσταμένης Αρχής, που τάχθηκε όπως και στην πρώτη περίπτωση υπέρ της υποψηφιότητας των ενδιαφερομένων μερών, επέλεξε τα ενδιαφερόμενα μέρη [*987] ως τους καταλληλότερους υποψήφιους για διορισμό και προέβη στην προαγωγή τους.

Η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση και διώκει την ακύρωσή της, με τον ισχυρισμό ότι αυτή αποτελεί το προϊόν πεπλανημένης εκτίμησης των υπηρεσιακών στοιχείων της αιτήτριας σε σχέση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, τόσο από την Τμηματική Επιτροπή, όσο και από την Ε.Δ.Υ, μεταγενέστερα. Υπερτερούσε, όπως ισχυρίστηκε, των ενδιαφερομένων μερών σε αξία και προσόντα, γεγονός που παραγνωρίστηκε και από τα δύο σώματα. Κυρίαρχο στοιχείο για την επιλογή των ενδιαφερομένων μερών αποτέλεσε η αρχαιότητά τους, παράγοντας στον οποίο, όπως ισχυρίζεται η αιτήτρια, αποδόθηκε υπέρμετρη σημασία. Κατά συνέπεια, η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών είναι τρωτή, λόγω πλάνης και κατάχρησης εξουσίας.

Κατ' αρχήν, οι καθ' ων η αίτηση αμφισβητούν το παραδεκτό της προσφυγής, με το αιτιολογικό ότι η αιτήτρια απεμπόλησε το συμφέρον της να προσβάλει την επιλογή των ενδιαφερομένων μερών, ως αποτέλεσμα της παράλειψής της να προσβάλει την πρώτη απόφαση της Ε.Δ.Υ. Θέση τους είναι ότι η παράλειψη αυτή υποδηλώνει αποδοχή της έκθεσης της Τμηματικής Επιτροπής, η οποία δημιουργεί κώλυμα στην προσβολή μεταγενέστερης απόφασης που θεμελιώνεται σ' αυτή.

Διαφωνούμε. Η ακυρωτική απόφαση αναθεωρητικού δικαστηρίου επενεργεί έναντι πάντων (erga omnes) και καταργεί την πράξη, η οποία ακυρώνεται. Νέα απόφαση, η οποία λαμβάνεται για την πλήρωση του κενού, μετά από επανεξέταση, συνιστά εκτελεστή απόφαση, αφ' εαυτής παράγωγο εννόμων αποτελεσμάτων. Επομένως, η νέα απόφαση υπόκειται σε αναθεώρηση μετά από αίτηση οποιουδήποτε δυσμενώς επηρεασθέντα από αυτή. Η μη επιλογή της αιτήτριας επηρέασε δυσμενώς τα συμφέροντά της, γεγονός που τη νομιμοποιεί να προσβάλει την απόφαση.

Η έκθεση της Τμηματικής Επιτροπής συνιστά προκαταρκτική πράξη, η οποία δεν παράγει έννομα αποτελέσματα. Αποκτά σημασία, εφόσον υιοθετείται από το διορίζον σώμα και προσμετρά ως στοιχείο κρίσεως, εφόσον επενεργεί στην απόφαση η οποία λαμβάνεται από την Ε.Δ.Υ. Με την ακύρωση της απόφασης, διανοίγεται το πεδίο για την επανεξέταση του θέματος και την προσβολή από επηρεαζόμενο πρόσωπο της νέας εκτελεστής πράξης, η οποία εκδίδεται. [*988]

Μόνο η αποδοχή εκτελεστής πράξης δημιουργεί κώλυμα στην προσβολή της σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο στάδιο. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση μη προσβολής εκτελεστής πράξης μέσα στην προθεσμία των 75 ημερών, που προβλέπει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος. Αποδοχή εκτελεστής πράξης συνεπάγεται την απεμπόληση του δικαιώματος για την προσβολή της, που παρέχει το Άρθρο 146.2 - (βλ. μεταξύ άλλων, Iro Paschali and The Republic of Cyprus, through 1. The Public Service Commission 2. The Minister of Finance (1966) 3 C.L.R. 593 Tomboli v. CYTA (1980) 3 C.L.R. 266 και Alexandrou and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 15). Ο κανόνας δεν επεκτείνεται σε προκαταρκτικές πράξεις, εφόσον αυτές δεν υπόκεινται στην αποδοχή των προσώπων που επηρεάζονται από αυτές, ούτε παρέχεται δικαίωμα προσβολής τους.

Οι αποφάσεις τις οποίες επικαλέστηκε ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση για την υποστήριξη των θεσεών του Papaleontiou and Another v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1929 και Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, δεν εισάγουν οποιοδήποτε κανόνα συνεπαγόμενο την έμμεση απεμπόληση συμφέροντος για την προσβολή μεταγενέστερης εκτελεστής πράξης, ως εκ του λόγου της μη αμφισβήτησης προηγούμενης εκτελεστής απόφασης, έστω ακυρωθείσας τη αιτήσει τρίτου προσώπου, η οποία βασίζεται στην ίδια προκαταρκτική πράξη.

Η ουσία της διαφοράς επικεντρώνεται στα υπηρεσιακά στοιχεία των τεσσάρων υποψηφίων και, συγκεκριμένα, κατά πόσο αποκαλύπτουν πλάνη της Τμηματικής Επιτροπής στην εκτίμησή τους. Αξιολόγηση των εμπιστευτικών εκθέσεων θέτει τους τέσσερις υποψήφιους, ουσιαστικά, στην ίδια μοίρα ως προς τον παράγοντα "αξία". Η επίδοση του καθενός από αυτούς για τα πέντε χρόνια που προηγούντο του κρίσιμου χρόνου για την αξιολόγησή τους υπήρξε "εξαίρετη". Ως προς τα προηγούμενα χρόνια υπήρχαν διακυμάνσεις στην απόδοσή τους, αλλά και σ' εκείνη την περίοδο η απόδοσή τους ήταν, σε γενικές γραμμές, στο ίδιο επίπεδο.

Τα προσόντα που επικαλείται η αιτήτρια, τα οποία, κατά τον ισχυρισμό της, της παρέχουν προβάδισμα στον τομέα των προσόντων (προσόντα στη δακτυλογραφία και στενογραφία), δεν προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας και δεν επαυξάνουν ουσιωδώς τα προσόντα της αιτήτριας για εκπλήρωση των καθηκόντων της θέσης του Γραμματειακού Λειτουργού.

Ως προς το τρίτο κριτήριο κρίσεως, "αρχαιότητα", τα ενδια[*989]φερόμενα μέρη πλεονεκτούσαν έναντι της αιτήτριας. Είχαν αρχαιότητα έναντι της επεκτεινόμενη σε τέσσερα έτη και οκτώ μήνες. Υπό το φως των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων, η Τμηματική Επιτροπή εύλογα μπορούσε να καταλήξει, με βάση τα κριτήρια που θέτει ο νόμος, ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούσαν της αιτήτριας.

Ο άλλος ισχυρισμός της αιτήτριας ότι η Τμηματική Επιτροπή και στη συνέχεια η Ε.Δ.Υ, περιόρισαν την επιλογή τους μεταξύ των 135 αρχαιοτέρων υποψηφίων δεν έχει τεκμηριωθεί. Είναι γεγονός ότι οι συστηθέντες ήταν μεταξύ των 135 αρχαιοτέρων υποψηφίων. Το γεγονός αυτό δεν αποδεικνύει ότι η επιλογή περιορίστηκε μεταξύ μόνον εκείνων των υποψηφίων. Στην έκθεσή της η Τμηματική Επιτροπή αναφέρει ότι εξέτασε τα στοιχεία του συνόλου των προσοντούχων υποψηφίων πριν καταλήξει σε συμπεράσματα και υποβάλει την έκθεσή της.

Καταλήγω ότι δεν έχει καταδειχθεί λόγος που να δικαιολογεί την ακύρωση της επίδικης απόφασης. Η προσφυγή απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση, σε ότι αφορά τα ενδιαφερόμενα μέρη, επικυρώνεται, βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο