Γενεθλίου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 ΑΑΔ 75

(1997) 4 ΑΑΔ 75

[*75] 15 Ιανουαρίου, 1997

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΣΤΕΛΙΟΣ ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 93/96)

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Σύσταση τον Προϊσταμένου — Περιεχόμενο και αιτιολογία — Το ζήτημα της αποκάλυψης των πηγών και του είδους των πληροφοριών που ο Προϊστάμενος συνέλεξε από άλλους γύρω από τους υποψηφίους — Νομολογιακά πορίσματα για το θέμα και υιοθέτηση τους στην κριθείσα περίπτωση.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους σε Βοηθό Τελώνη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Το θέμα της καταγραφής με λεπτομέρεια της προσωπικής γνώσης του Διευθυντή και των πληροφοριών που συνέλεξε για τους υποψηφίους από τους προϊσταμένους τους ηγέρθηκαν πλειστάκις ενώπιον του Δικαστηρίου. Παρόμοιοι ισχυρισμοί έχουν απορριφθεί από το Δικαστήριο ακόμα και μετά τη θέσπιση του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90 που απαιτεί αιτιολογημένες συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση. (Άρθρο 35(4)). Στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαφαίνεται ότι είναι αρκετό να αποκαλύπτονται οι πηγές που διαμόρφωσαν την κρίση του Διευθυντή και η προσωπική του γνώση και δεν είναι απαραίτητη η καταγραφή των απόψεων που άκουσε από άλλους προϊσταμένους, μια και ο τρόπος που ο Διευθυντής αξιολογεί τις απόψεις λειτουργών που συμβουλεύεται δέν ελέγχονται δικαστικά. [*76]

2. Η σύσταση του Διευθυντή, νοουμένου ότι συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων, όπως στην παρούσα υπόθεση, επαυξάνει την αξία των υποψηφίων και δεν μπορεί να παραγνωρισθεί από την ΕΔΥ χωρίς ειδική αιτιολογία. Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία των υποψηφίων, η επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους, που είχε και τη σύσταση του Διευθυντή, ήταν εύλογα επιτρεπτή στην ΕΔΥ, της οποίας η απόφαση δεν έχρηζε ειδικής αιτιολογίας. Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης είναι επαρκής, λαμβανομένων υπόψη και των στοιχείων των φακέλων.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ψωμά ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1905,

Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2486,

Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2851,

Χατζηγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2997,

Νικολάου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 3084,

Χατζηπαναγή και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 3022,

Απέητος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 64,

Βαρέλλιας και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 3032.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας, με την οποία προήχθηκε στη θέση Βοηθού Τελώνη το ενδιαφερόμενο μέρος αντί του αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Λ. Κουρσουμπά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) με την [*77] οποία προήχθηκε στη θέση Βοηθού Τελώνη, Τμήμα Τελωνείων, από 15.11.1995, το ενδιαφερόμενο μέρος Ιωάννης Μανώλη, αντί του αιτητή.

Με επιστολή του Υπουργείου Οικονομικών ημερομηνίας 7.8.1995 ζητήθηκε η πλήρωση μιας κενής θέσης Βοηθού Τελώνη στο Τμήμα Τελωνείων, η οποία είναι θέση προαγωγής.

Η ΕΔΥ επιλήφθηκε του θέματος κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 26.10.1995. Ο Διευθυντής, ο οποίος παρίστατο στη συνεδρία, σύστησε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος. Η ΕΔΥ στη συνέχεια, αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιον της στοιχεία, επέλεξε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος. Κατά τη συνεδρία της, ημερομηνίας 10.11.1995, η ΕΔΥ όρισε ως ημερομηνία ισχύος της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους την 15.11.1995.

Η προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 8.12.1995. Ο αιτητής την πρόσβαλε με την παρούσα προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 31.1.1996.

Ο κυριότερος λόγος ακυρώσεως που προβάλλει ο αιτητής αφορά τη νομιμότητα της σύστασης του Διευθυντή. Γύρω από αυτό το λόγο περιστρέφονται διάφοροι ισχυρισμοί.

Ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίζεται ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι αναιτιολόγητη και ότι δεν καταγράφεται σ' αυτή η προσωπική γνώση του ούτε οι πληροφορίες που πήρε από τους προϊσταμένους των υποψηφίων, κατ' αντίθεση των επιταγών του Νόμου 1/90. Ισχυρίζεται ο αιτητής, ότι ο Διευθυντής δεν είχε τον απαιτούμενο χρόνο για να διενεργήσει δέουσα έρευνα αφού έπρεπε να εξετάσει τους φακέλους 59 υποψηφίων. Επίσης ισχυρίζεται ότι δεν αποδόθηκε η δέουσα σημασία στα, κατ' αυτόν, υπέρτερα πανεπιστημιακά προσόντα, και ότι η αρχαιότητα του ενδιαφερομένου μέρους αποτέλεσε το μόνο αποφασιστικό κριτήριο για την επιλογή του.

Τέλος ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση δεν περιέχει αιτιολογία αλλά καταγράφεται απλώς η προτίμηση της ΕΔΥ.

Από τα πρακτικά της συνεδρίας της ΕΔΥ παραθέτω το απόσπασμα που αναφέρεται στη σύσταση του Διευθυντή:

"Όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν τα απαιτούμενα από το [*78] Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

Γνωρίζω προσωπικά όλους τους υπαλλήλους, έχω συζητήσει το θέμα με τους Προϊσταμένους και τους Αξιολογούντες Λειτουργούς τους και έχω διαμορφώσει σαφή γνώμη για τον καθένα από αυτούς.

Έχοντας υπόψη τα κριτήρια για προαγωγή, όπως προβλέπονται στο άρθρο 35(3) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 1995, δηλαδή τα προσόντα, την αξία και την αρχαιότητα, και έχοντας εκτιμήσει τις απαιτήσεις της θέσης που πρόκειται να πληρωθεί, τις ικανότητες των υπαλλήλων καθώς επίσης και κατόπιν σχολαστικής μελέτης όλων των στοιχείων και πληροφοριών που περιέχονται στους Προσωπικούς Φακέλους των υποψηφίων, και των απόψεων των Προϊσταμένων με τους οποίους διαβουλεύθηκα κρίνω ότι ο καταλληλότερος είναι ο Μανώλη Ιωάννης, τον οποίο συστήνω ανεπιφύλακτα για προαγωγή.

Ο Μανώλη έχει μακρά πείρα στα τελωνειακά θέματα. Υπηρέτησε από το 1964 σχεδόν σ' όλους τους τομείς δραστηριοτήτων του Τμήματος και η διεκπεραίωση της εργασίας του ήταν πάντοτε έγκαιρη και αξιόπιστη. Διαθέτει σε ψηλό βαθμό ικανότητες οργάνωσης και καθοδήγησης κατώτερου προσωπικού και έχω την πεποίθηση ότι θα είναι σε θέση να διεκπεραιώνει με μεγαλύτερη επιτυχία τα καθήκοντα της θέσης Βοηθού Τελώνη. Πληροφοριακά αναφέρω ότι ο Μανώλη εργάζεται στο Τελωνείο Λεμεσού.

Σε σύγκριση με τους υποψηφίους που προηγούνται σε αρχαιότητα και έχουν τα ίδια προσόντα με τον συστηθέντα, κρίνω ότι ο Μανώλη εκτελεί την εργασία του σε υψηλότερο βαθμό επάρκειας και απόδοσης, είναι εργατικός και έχω την πεποίθηση ότι θα διεκπεραιώνει επιτυχέστερα τα καθήκοντα της νέας θέσης. Επιπλέον, έχει την ικανότητα να καθοδηγεί και να εποπτεύει επιτυχέστερα κατώτερο προσωπικό, ιδιότητα απαραίτητη στον κάτοχο της υπό πλήρωσης θέσης.

Τέλως, θέλω να αναφέρω ότι έχω λάβει υπόψη το γεγονός ότι αρκετοί υποψήφιοι που έπονται του Μανώλη σε αρχαιότητα διαθέτουν ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε και αποτελούν [*79] πλεονέκτημα και ως εκ τούτου δεν τους αποδίδω ιδιαίτερη βαρύτητα."

Το θέμα της καταγραφής με λεπτομέρεια της προσωπικής γνώσης του Διευθυντή και των πληροφοριών που συνέλεξε για τους υποψηφίους από τους προϊσταμένους τους ηγέρθηκαν πλειστάκις ενώπιον του Δικαστηρίου. Παρόμοιοι ισχυρισμοί έχουν απορριφθεί από το Δικαστήριο ακόμα και μετά τη θέσπιση του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90 που απαιτεί αιτιολογημένες συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση (άρθρο 35(4)). Στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαφαίνεται ότι είναι αρκετό να αποκαλύπτονται οι πηγές που διαμόρφωσαν την κρίση του Διευθυντή και η προσωπική του γνώση και δεν είναι απαραίτητη η καταγραφή των απόψεων που άκουσε από άλλους προϊσταμένους, μια και ο τρόπος που ο Διευθυντής αξιολογεί τις απόψεις λειτουργών που συμβουλεύεται δεν ελέγχονται δικαστικά. (Βλέπε: Μιχαλάκης Ψωμά ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1905, Γιώργος Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2486, Κρυστάλλω Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2851, Μάρω Χ'' Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2997, Γεώργιος Νικολάου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 3084.)

Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση Μάρω Χ'' Γεωργίου (πιο πάνω) το οποίο και υιοθετώ:

"Αναφορικά με τη μη αποκάλυψη και καταγραφή των διαβουλεύσεων του Διευθυντή με τους Προϊσταμένους άλλων Τμημάτων η νομολογία μας απαιτεί μεν να καταχωρούνται οι συστάσεις του προϊσταμένου του τμήματος, που αποτελούν σοβαρό στοιχείο κρίσεως για το διορίζον όργανο και επομένως πρέπει να είναι και ενώπιον του Δικαστηρίου για έλεγχο, αλλά όχι και οι απόψεις που άκουσε από άλλους λειτουργούς για να καταλήξει στη δική του κρίση. Ο τρόπος που ο προϊστάμενος τμήματος αξιολογεί τις απόψεις λειτουργών που συμβουλεύεται, αναφορικά με την κρίση τους για συναδέλφους τους, δεν είναι δυνατό να ελέγχεται δικαστικά (Βλ. Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2480).

Είναι ορθό ότι οι πιο πάνω θέσεις της νομολογίας έχουν διαμορφωθεί με βάση το άρθρο 44(3) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου, 1967 (33/67) το οποίο, σε αντίθεση με το πιο πάνω άρθρο 35(4) του Ν. 1/90, δεν αναφέρεται σε αιτιολογημένες συστάσεις. Ωστόσο η αναφορά σε αιτιολογημένες συστάσεις δεν με[*80]τριάζει την βαρύτητα που πρέπει να δοθεί στις συστάσεις ούτε αλλοιώνει την εμβέλεια των πιο πάνω νομολογιακών αρχών.

Δεν έχει σημασία ότι η πιο πάνω νομολογία βασίζεται πάνω στο άρθρο 44(3) του Νόμου 33/67. Η ανάγκη για αιτιολογημένες συστάσεις από το διευθυντή η οποία υπαγορεύεται από το άρθρο 35(4) του Νόμου 1/90 δεν καλύπτει και τις διαβουλεύσεις με τους άλλους προϊσταμένους."

Επίσης έχει λεχθεί στην υπόθεση Ανδρούλλα Χ'' Παναγή και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 3022, ότι η προσωπική γνώση επαυξάνει το κύρος της σύστασης.

Η προσωπική γνώση του Διευθυντή αποκαλύπτεται επαρκώς στην παρούσα περίπτωση. Στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Απέητος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 64, αναφέρονται τα εξής στη σελίδα 75:

"Η τήρηση πρακτικού είναι επιβεβλημένη, όταν η προσωπική γνώση είναι αντίθετη ή συγκρούεται με τα στοιχεία του φακέλου. Εάν τα στοιχεία του φακέλου είναι σύμφωνα, τότε σημαίνει ότι η προσωπική γνώση δεν άσκησε ουσιαστική επιρροή ούτε για σκοπούς αιτιολογίας, ούτε για σκοπούς δικαστικού ελέγχου."

Σχετικό είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Μάρω Χ'' Γεωργίου (πιο πάνω):

"Η ανάγκη για αιτιολογημένη σύσταση η οποία υπαγορεύεται από το άρθρο 35(4) του Νόμου 1/90 δεν επιβάλλει την υποβολή εμπεριστατωμένης πραγματείας. Από τη στιγμή που οι συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος ανταποκρίνονται προς τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων και δίνουν με καθαρότητα και πληρότητα τους λόγους της προτίμησης του θεωρώ ότι ικανοποιούνται πλήρως οι προϋποθέσεις του πιο πάνω άρθρου. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί να πετύχει."

Έρευνα στα στοιχεία των φακέλων αποκαλύπτει ότι ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν περίπου τις ίδιες αξιολογήσεις τα τελευταία πέντε χρόνια. Στα προηγούμενα όμως χρόνια οι αξιολογήσεις του ενδιαφερομένου μέρους ήσαν υπέρτερες. Το ενδιαφερόμενο μέρος έχει επίσης αρχαιότητα έναντι του αιτητή κατά δύο χρόνια και πέντε μήνες. [*81]

Ο αιτητής έχει πράγματι υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα, άσχετα αν προέρχονταν από αναγνωρισμένο ή μη Πανεπιστήμιο, που δεν προνοούνται όμως από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης ούτε ως απαραίτητο προσόν ούτε ως πλεονέκτημα.

Με την εικόνα αυτή βρίσκω ότι η σύσταση του Διευθυντή με κανένα τρόπο δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων, αποκαλύπτει δε επαρκώς τους λόγους της προτίμησης του και είναι συνεπώς αιτιολογημένη. Η αναφορά του Διευθυντή ότι το ενδιαφερόμενο μέρος εκτελεί τα καθήκοντα του σε ψηλότερο βαθμό επάρκειας έγινε σε σύγκριση του με τους υποψηφίους που ήσαν αρχαιότεροι του και όχι με τον αιτητή. Εν πάση περιπτώσει ο Διευθυντής είχε και προσωπική γνώση των υποψηφίων και η σύσταση του εναρμονίζεται με τα στοιχεία των φακέλων. Ούτε υπάρχει καμιά αντίφαση επειδή σε προηγούμενη περίπτωση είχε δώσει περισσότερη σημασία στα προσόντα των υποψηφίων. Η κάθε περίπτωση έχει τα δικά της περιστατικά και η σύγκριση γίνεται μεταξύ των εκάστοτε υποψηφίων λαμβάνοντας υπόψη τα ατομικά τους στοιχεία, ο τρόπος συνεκτίμησης των οποίων δεν ελέγχεται δικαστικά.

Ο ισχυρισμός επίσης που αφορά το ενδεχόμενο μη επαρκούς έρευνας του Διευθυντή στους φακέλους των υποψηφίων, λόγω στενότητας χρόνου, δεν ευσταθεί. Πουθενά δεν αναφέρεται στα πρακτικά πόσο χρόνο διήρκησε η έρευνα του Διευθυντή στους φακέλους των υποψηφίων. Ο Διευθυντής πρέπει να γνώριζε εκ των προτέρων ότι θα προέβαινε σε συστάσεις και είχε τον απαραίτητο χρόνο να ετοιμασθεί κατάλληλα. (Βλέπε: Θωμάς Βαρέλλιας και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 3032). Όπως είπα και προηγουμένως, η σύσταση ήταν σύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλων και ισχύει το τεκμήριο της νομιμότητας, το οποίο δεν ανατράπηκε.

Η ΕΔΥ, επιλέγοντας το ενδιαφερόμενο μέρος, ανέφερε μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα που αφορούν και τον αιτητή:

"Η Επιτροπή σημείωσε επίσης ότι αρκετοί υποψήφιοι διαθέτουν πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα, που όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, και εν πάση περιπτώσει οι κάτοχοι τους υστερούν σε αρχαιότητα έναντι του επιλεγέντος, δεν υπερέχουν σε αξία και δεν διαθέτουν τη σύσταση του Διευθυντή."

Η σύσταση του Διευθυντή, νοουμένου ότι συνάδει με τα στοι[*82]χεία των φακέλων, όπως στην παρούσα υπόθεση, επαυξάνει την αξία των υποψηφίων και δεν μπορεί να παραγνωρισθεί από την ΕΔΥ χωρίς ειδική αιτιολογία. Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία των υποψηφίων η επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους, που είχε και τη σύσταση του Διευθυντή, ήταν εύλογα επιτρεπτή στην ΕΔΥ, της οποίας η απόφαση δεν έχρηζε ειδικής αιτιολογίας. Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης είναι επαρκής, λαμβανομένων υπόψη και των στοιχείων των φακέλων.

Καταλήγοντας, όλοι οι ισχυρισμοί του αιτητή κρίνονται ανεδαφικοί και απορρίπτονται. Ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερομένου μέρους.

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητα της.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο