Καπετάνιου κ.ά. ν. ΑΗΚ (1997) 4 ΑΑΔ 210

(1997) 4 ΑΑΔ 210

[*210] 28 Ιανουαρίου, 1997

[ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΥ,

2. ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ,

Αιτητές,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 882/95)

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος —Λόγοι ακυρώσεως — Η απαίτηση προβολής τους ήδη με το δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως — Περιστάσεις στην κριθείσα περίπτωση λόγων που το πρώτο προβλήθηκαν με τη γραπτή αγόρευση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Απαγόρευση της αντιφατικής προβολής τους (επιδοκιμασία και αποδοκιμασία σε σχέση με το ίδιο θέμα).

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου— Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Προαγωγές — Περιστάσεις της καθ' όλα νόμιμης προαγωγικής διαδικασίας στην κριθείσα περίπτωση.

Οι αιτητές επεδίωξαν την ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους σε Επιθεωρητή Εγκαταστάσεων 2ης τάξης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εισηγείται πως τα σημεία 1-4 που εγείρουν οι αιτητές δεν εξειδικεύονται στο δικόγραφο της προσφυγής και δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των θεμάτων που θα μπορούσαν να εξεταστούν αυτεπάγγελτα. Πράγματι δεν υπάρχει τέτοια εξειδίκευση. Όσο δε και αν τα σημεία που, σε τελική ανάλυση, παραπέμπουν στη συγκριτική καταλληλότητα των υποψηφίων, έστω κατά [*211] επιείκεια, καλύπτονται, για το σημείο (1) δεν περιέχεται οποιαδήποτε αναφορά με τη μορφή επί τούτου νομικού ισχυρισμού ή στα γεγονότα. Το σημείο (1) όμως είναι, εν πάση περιπτώσει, απαράδεκτο και, ούτως ή άλλως είναι όλα εκδήλως αβάσιμα κατ' ουσίαν.

Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο επισημαίνει πως βρίσκονταν και οι αιτητές στην κλίμακα Α5 και εισηγείται πως, αν είχαν δίκαιο στο σημείο 1, δεν θα μπορούσαν ούτε και εκείνοι να είναι υποψήφιοι για την επίδικη θέση αφού δεν ήταν ανώτερη εκείνης που ήδη κατείχαν. Αυτή η εισήγηση είναι ορθή και φέρνει στο προσκήνιο την αρχή πως δεν είναι επιτρεπτή η επιδοκιμασία και αποδοκιμασία σε σχέση με το ίδιο θέμα. Κατ' εφαρμογήν της οποίας ανάλογοι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν ως απαράδεκτοι.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384,

Dometakis v. Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1673,

Σαββίδης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 249,

I. and G. Electrical Services Ltd v. A.H.K. (1996) 4 Α.Α.Δ. 975,

Αναστασίου ν. Κ.Ο.Τ. (1996) 4 Α.Α.Δ. 2440,

Ανδρέας Ηρακλέους Ηλεκτρικαί Εγκαταστάσεις Λτδ ν. Α.Η.Κ. (1996) 4 Α.Α.Δ. 2884,

Χατζηδάς ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1121,

Κορομίας κ.ά. ν. ΑΗΚ (1992) 4 Α.Α.Δ. 4828,

Παλλουρίδης ν. Α.Η.Κ. (1994) 4 Α.Α.Δ. 1912,

Καραγιαννίδης ν. Α.Η.Κ. (1995) 4 Α.Α.Δ. 1672,

Σιαμμάς ν. ΑΗΚ (1995) 4 Α.Α.Δ. 2034,

Βασιλείου κ.ά. ν. ΑΗΚ (1996) 4 Α.Α.Δ. 885. [*212]

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος προήχθηκε στη θέση Επιθεωρητή Εγκαταστάσεων 2ης τάξης αντί των αιτητών.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

Κ. Στιβαρού, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές αμφισβητούν το κύρος της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ημερομηνίας 25 Ιουλίου 1995, με την οποία ο Ναθαναήλ Λουκάς προάχθηκε στη θέση Επιθεωρητή Εγκαταστάσεων 2ης τάξης. Στο αιτητικό της προσφυγής η θέση αναφέρεται ως Α' τάξης αλλά το λάθος είναι επουσιώδες αφού, από το σύνολο δεν προκύπτει αμφιβολία ως προς το πραγματικό της αντικείμενο.

Στην αγόρευση για τους αιτητές αναπτύχθηκαν σειρά ισχυρισμών, ως εξής:

1. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν μπορούσε να είναι υποψήφιος αφού ήδη κατείχε θέση (Εξεταστή Εγκαταστάσεων 1ης τάξης) που βρίσκεται σε κλίμακα (Α6+2) ψηλότερη από τη κλίμακα της κενής θέσης (Α2-Α5).

2. Οι αιτητές παρανόμως αποκλείστηκαν από την περαιτέρω διαδικασία επιλογής με αναιτιολόγητη, και πάντως, κατά παραγνώριση της συγκριτικής τους υπεροχής, κρίση της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής.

3. Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και στη συνέχεια το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής απλώς σφράγισε τη κρίση της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής, δεν προέβησαν σε δική τους ερμηνεία και δεν διαμόρφωσαν "δική τους κρίση και εύρημα ότι ορθά αποκλείστηκαν οι αιτητές".

4. Η σύσταση του Διευθυντή "είναι αναιτιολόγητη και ούτε η αι[*213]τιολογία της μπορεί να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο των φακέλλων". Ταυτόχρονα, "η σύσταση αφού περιέχει αιτιολογία υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο" και "έρχεται σε σύγκρουση" με το περιεχόμενο των φακέλλων.

5. Η τελική απόφαση είναι αναιτιολόγητη, πολύ περισσότερο, αφού αναφέρεται σε διαβουλεύσεις αγνώστου περιεχομένου.

Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εισηγείται πως τα σημεία 1 - 4 δεν εξειδικεύονται στο δικόγραφο της προσφυγής και δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των θεμάτων που θα μπορούσαν να εξεταστούν αυτεπάγγελτα. Πράγματι δεν υπάρχει τέτοια εξειδίκευση. Όσο δε και αν τα σημεία που, σε τελική ανάλυση, παραπέμπουν στη συγκριτική καταλληλότητα των υποψηφίων, έστω κατά επιείκεια, καλύπτονται, για το σημείο (1) δεν περιέχεται οποιαδήποτε αναφορά με τη μορφή επί τούτου νομικού ισχυρισμού ή στα γεγονότα. Το σημείο (1) όμως είναι, εν πάση περιπτώσει, απαράδεκτο και, ούτως ή άλλως είναι όλα εκδήλως αβάσιμα κατ' ουσίαν.

Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο επισημαίνει πως βρίσκονταν και οι αιτητές στην κλίμακα Α5 και εισηγείται πως, αν είχαν δίκαιο στο σημείο 1, δεν θα μπορούσαν ούτε και εκείνοι να είναι υποψήφιοι για την επίδικη θέση αφού δεν ήταν ανώτερη εκείνης που ήδη κατείχαν. Αυτή η εισήγηση είναι ορθή και φέρνει στο προσκήνιο την αρχή πως δεν είναι επιτρεπτή η επιδοκιμασία και αποδοκιμασία σε σχέση με το ίδιο θέμα. Κατ' εφαρμογήν της οποίας ανάλογοι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν ως απαράδεκτοι (Βλ. σχετικά Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384, Dometakis v. Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1673, Σαββίδης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 249,1, and G. Electrical Services Ltd v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1996) 4 ΑΛΛ. 975, Αντώνης Αναστασίου μέσω του πληρεξουσίου αντιπροσώπου του Χριστάκη Σαββίδη ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (1996) 4 Α.Α.Δ. 2440 και Ανδρέας Ηρακλέους Ηλεκτρικαί Εγκαταστάσεις Λτδ ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1996) 4 Α.Α.Δ. 2884). Είναι όμως και κατ' ουσίαν εσφαλμένη η άποψη των αιτητών. Η επίδικη θέση είναι συνδυασμένη με τη θέση Επιθεωρητή Εγκαταστάσεων Α' τάξης που βρίσκεται στην κλίμακα 7 και η κατάληψη της θα επαγόταν ανέλιξη. Εξ ου και η προσδοκία όλων να την καταλάβουν.

Οι αιτητές στήριξαν επιχειρήματα πάνω στο δεδομένο πως αποκλείστηκαν στο στάδιο της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής. Και ενόψει αυτής της αντίληψης, επεκτάθηκαν σε συγκρίσεις μεταξύ τους και υποψηφίων άλλων από το ενδιαφε[*214]ρόμενο πρόσωπο. Δεν αποκλείστηκαν όμως. Η Επιτροπή περιορίστηκε, όπως ήταν και ο συμβουλευτικός της ρόλος, σε διατύπωση γνώμης ως προς τους επικρατέστερους και ουδέποτε στη συνέχεια είτε η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή είτε το Διοικητικό Συμβούλιο θεώρησε τους αιτητές ως αποκλεισθέντες. Οι ισχυρισμοί των αιτητών που συναρτήθηκαν προς τον κατ' ισχυρισμό αποκλεισμό τους, στερούνται πραγματικού υπόβαθρου.

Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προσλήφθηκε στην υπηρεσία της Αρχής στις 25 Αυγούστου 1971, διορίστηκε στη θέση Εξεταστή Εγκαταστάσεων στο Γραφείο Περιφέρειας Αμμοχώστου - Λάρνακος στις 25.12.1983 και προάχθηκε στη συνδυασμένη θέση Εξεταστή Εγκαταστάσεων 2ης - 1ης τάξης την 1.6.88 η οποία, όπως είδαμε, βρίσκεται στην κλίμακα Α6+2. Οι αιτητές προσλήφθηκαν στην υπηρεσία της Αρχής και διορίστηκαν στη θέση Εξεταστή Εγκαταστάσεων 2ης τάξης, κλίμακα Α5, την 1.9.81. Ως προς την επαγγελματική αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στα φύλλα αξιολόγησης προσωπικού, προκύπτει σταθερή υπεροχή του ενδιαφερομένου προσώπου κατά τα 6 τελευταία χρόνια, με εξαίρεση το 1994 κατά το οποίο είχαν και οι τρεις την ίδια βαθμολογία. Ενώπιον της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής διατύπωσαν κρίσεις οι Διευθυντές Περιφέρειας ως άμεσοι προϊστάμενοι των υποψηφίων. Οι αιτητές τις επικαλούνται με την αντίληψη πως ήταν οι ίδιες ή περίπου οι ίδιες για όλους. Αυτό είναι λανθασμένο. Η απόδοση των αιτητών εκτιμήθηκε ως πολύ ικανοποιητική ενώ του ενδιαφερομένου προσώπου ως εξαιρετική. Τα προσόντα των υποψηφίων φαίνονται στους φακέλους. Οι αιτητές ισχυρίζονται κατοχή υπέρτερων προσόντων αλλά είναι δεκτό από όλους πως δεν ετίθετο θέμα αναγνώρισης πλεονεκτήματος εξ αυτού του λόγου. Όλοι κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα και σε κάθε στάδιο σημειώθηκε πως εξετάστηκε και αυτή η πτυχή.

Η Επιτροπή σημειώνει πως αφού έλαβε υπόψη την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα στην Αρχή, προσόντα, επίδοση στην υπηρεσία και τις απόψεις των Διευθυντών Περιφερείας, κατέληξε στην κρίση της για τους επικρατέστερους λόγω πείρας, αξίας και ικανότητας στην υπηρεσία. Αντίθετα προς τους ισχυρισμούς των αιτητών, η πιο πάνω κρίση είναι αιτιολογημένη. Συμπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλλων και δεν συγκρούεται προς αυτά.

Ισχύουν τα ίδια και ως προς την Υπεπιτροπή και δεν στοιχειοθετείται ο ισχυρισμός πως απλώς "σφράγισε" τη γνώμη της Επιτροπής. Εξέτασε η ίδια το σύνολο των δεδομένων που συνυπολόγισε τα οποία και καταγράφει. Η σύσταση της Επιτροπής ήταν [*215] ένα από αυτά και το σημειώνει. Επιπρόσθετο στοιχείο αποτέλεσε η σύσταση του Διευθυντή, σύμφωνα με την οποία το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερτερεί σε αρχαιότητα, πείρα, αξία, επίδοση και απόδοση στην υπηρεσία. Η αιτιολόγηση της σύστασης του Διευθυντή η οποία, ας διευκρινιστεί, δεν συνιστά κατά νόμο τύπο της, συνάδει προς τα στοιχεία των φακέλλων και δεν στοιχειοθετούνται οι ισχυρισμοί πως πάσχει είτε αυτή είτε η τελική σύσταση της Υπεπιτροπής υπέρ του ενδιαφερομένου προσώπου.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής αφού, όπως σημειώνει, έλαβε υπόψη τα στοιχεία των φακέλων, τις συστάσεις και απόψεις της Επιτροπής και Υπεπιτροπής, τη σύσταση του Διευθυντή την οποία και επιβεβαίωσε ενώπιον της, αποφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερομένου προσώπου. Δεν ήταν αυτός ο χειρισμός απλή "σφράγιση" των συστάσεων που προηγήθηκαν αλλά το αποτέλεσμα αυτοτελούς κρίσης πάνω στη βάση νόμιμων στοιχείων και κριτηρίων (βλ. Κανονισμούς 23(2) και 23(4) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, Κ.Δ.Π. 291/86) στο πλαίσιο της άσκησης αποφασιστικής αρμοδιότητας. Η δε αναφορά στο πρακτικό σε διαβουλεύσεις των μελών της Αρχής που δεν καταγράφηκαν (βλέπε και τον ανάλογο ισχυρισμό αναφορικά με την Επιτροπή), δεν συνιστά πλημμέλεια στην περίπτωση. (Βλ. Ανδρέας Χατζηδάς ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1121, Γιάγκος Κορομίας κ.ά. ν. ΑΗΚ (1992) 4 Α.Α.Δ. 4828, Γιαλλουρίδης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1994) 4 Α.Α.Δ. 1912, Θωμάς Καραγιαννίδης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1995) 4 Α.Α.Δ. 1672, Γεώργιος Σιαμμάς ν. ΑΗΚ (1995) 4 Α.Α.Δ. 2034, Παναγιώτης Βασιλείου κ.ά. ν. ΑΗΚ (1996) 4 Α.Α.Δ. 885). Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, συμπληρούμενη από τα στοιχεία των φακέλων και τα άλλα στα οποία ευθέως παραπέμπει, είναι αιτιολογημένη και, εν τέλει, εύλογα επιτρεπτή. Οι αιτητές δεν διεκδίκησαν και πάντως δεν απέδειξαν έκδηλη υπεροχή και δεν δικαιολογείται παρέμβαση του Δικαστηρίου. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας και η προσφυγή αποτυγχάνει με έξοδα σε βάρος των αιτητών. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο