Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (1997) 4 ΑΑΔ 1067

(1997) 4 ΑΑΔ 1067

[*1067] 7 Μαΐου, 1997

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ,

Αιτητής,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 547/96)

Προαγωγές—Προσόντα—Προσόντα πέραν των προβλεπομένων στο σχέδιο υπηρεσίας — Παράγων οριακής σημασίας — Δεν μπορούν να θεμελιώσουν έκδηλη υπεροχή.

Προαγωγές — Εμπιστευτικές εκθέσεις — Βαθμολογία — Σημασία έχει η γενική εικόνα όχι οι επί μέρους βαθμολογίες στα στοιχεία — Ποσοτικές συγκρίσεις με βάση τη βαθμολογία στα στοιχεία αξιολόγησης είναι επικίνδυνες.

Λέξεις και Φράσεις — Η έννοια της πείρας από τη νομολογία.

Προαγωγές — Σύσταση Προϊσταμένου — Αξία και βαρύτητα.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκρισμού Κύπρου — Αξιολόγηση υπαλλήλων — Η εγκύκλιος 1/94, ημερ. 22/11/94 — Ερμηνεία — Το περιεχόμενο της εγκυκλίου νόμιμο και ισχυρό.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Προβολή — Ο αιτητής δεν δικαιούται ταυτόχρονα να επιδοκιμάζει και αποδοκιμάζει.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου—Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου—Προαγωγές — Σύσταση Διευθυντή — Δεν απαιτείται από τους κανονισμούς να είναι αιτιολογημένη — Η αιτιολογία της ελέγχεται εφόσον δοθεί — Καθ' όλα νόμιμη η σύσταση στην κριθείσα περίπτωση. [*1068]

Διοικητικό Δίκαιο Συλλογικά όργανα Πρόσκληση μελών σε συνεδρία και ημερήσια διάταξη Παράλειψη πρόσκλησης Πως αποδεικνύεται Αναγκαίο περιεχόμενο ημερήσιας διάταξης.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία—Ακυρωτικός έλεγχος—Αρχές επί ελέγχου προαγωγών.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους σε Βοηθό Διευθυντή Σταθμού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Αποτελεί κοινό έδαφος ότι και οι δύο υποψήφιοι κατέχουν τα προσόντα που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας. Αποτελεί, επίσης, κοινό έδαφος ότι ο αιτητής υπερέχει του ενδιαφερόμενου μέρους σε ακαδημαϊκά προσόντα. Ωστόσο έχει νομολογηθεί ότι προσόντα "πρόσθετα από εκείνα που προβλέπονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας συνιστούν παράγοντα οριακής μόνο σημασίας για διεκδικήσεις του κατόχου τους για προαγωγή". Ακολουθεί πως τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή δεν μπορούσαν να θεμελιώσουν από μόνα τους έκδηλη υπεροχή και να γείρουν την πλάστιγγα υπέρ του.

2. Έχει νομολογηθεί ότι αυτό που έχει σημασία είναι η γενική εικόνα που παρουσιάζει η συνολική βαθμολογία και όχι το πόσες φορές ένας υποψήφιος έχει βαθμολογηθεί με το βαθμό "εξαίρετος" ή "πολύ καλός" ή "καλός". Περαιτέρω έχει νομολογηθεί ότι είναι επικίνδυνο να ενδιατρίβουμε πάνω σε αριθμητικές συγκρίσεις ανεξάρτητα από τη φύση των κριτηρίων σε σχέση με τα οποία ένας υπάλληλος βαθμολογείται "εξαίρετος" ή "πολύ καλός" εφόσον αυτά τα κριτήρια διαφέρουν σε σημασία σύμφωνα με τις ιδιότητες με τις οποίες σχετίζονται.

Παρόλο ότι στην περίπτωση των υπαλλήλων της Α.Η.Κ. δεν υπάρχει φόρμουλα για εξαγωγή της γενικής βαθμολογίας, όπως είναι η περίπτωση σε σχέση με του δημόσιους υπαλλήλους, η γενική συνολική εικόνα που αναδύεται από τις υπηρεσιακές εκθέσεις των δύο υποψηφίων είναι εκείνη του "πολύ ικανοποιητικός", και θέτει επομένως τους δύο υποψηφίους περίπου στην ίδια μοίρα. Πράγματι ο αιτητής υπερέχει ελαφρώς σε ότι αφορά ορισμένα από τα κριτήρια. Ωστόσο αυτή η υπεροχή δεν του προσδίδει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.

3. Έχει νομολογηθεί ότι ο όρος πείρα εμπεριέχει την έννοια γνώσεων [*1069] που αποκτά ένας μέσα από την ενασχόληση υπό ορισμένη ιδιότητα.

Η σημασία των συστάσεων του προϊσταμένου ενός τμήματος έχει τονιστεί σε σειρά αποφάσεων της νομολογίας. Οι συστάσεις αυτές αποτελούν ένα πρωτογενές ουσιώδες, αυτοτελές και ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως, προσδιοριστικό και επαυξητικό της αξίας των υποψηφίων, τόσο σημαντικό ώστε να απαιτείται ειδική αιτιολόγηση και προσδιορισμός των λόγων για τυχόν απόκλιση από αυτές από το διορίζον όργανο. Κι' αυτό γιατί οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων βρίσκονται σε μοναδική θέση να εκτιμήσουν τις ανάγκες της υπηρεσίας, καθώς και τις ιδιότητες που απαιτούνται ώστε να ανταποκριθεί ένας υποψήφιος στις απαιτήσεις μιας θέσης.

Η άποψη του Διευθυντή ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε πείρα υποστηρίζεται πλήρως από τα στοιχεία του φακέλου - την περισσότερη υπηρεσία του ενδιαφερόμενου μέρους σε ψηλόβαθμη θέση με πολύ ικανοποιητική απόδοση - και δεν πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο. Η περί του αντιθέτου θέση του αιτητή δεν ευσταθεί.

4. Προσεκτική εξέταση των προνοιών της εγκυκλίου 1/94 ημερ. 22.11.94 καταδείχνει ότι δεν περιέχουν οδηγίες για τον τρόπο αξιολόγησης των υπαλλήλων πέρα από τους Κανονισμούς. Αντίθετα τονίζουν την ανάγκη ομοιομορφίας κατά την αξιολόγηση των διαφόρων κριτηρίων και την ανάγκη για εφαρμογή των Κανονισμών Αξιολόγησης πάνω σε πιο ορθολογιστική φιλοσοφία. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου είναι απόλυτα θεμιτό για την διοίκηση να επιδιώκει την εφαρμογή ομοιόμορφων και ορθολογιστικών κριτηρίων αξιολόγησης. Από την στιγμή που δεν έχει υποδειχθεί ότι η πιο πάνω εγκύκλιος παραβιάζει οποιοδήποτε νόμο ή κανονισμό ή τις αρχές του διοικητικού δικαίου, θεωρείται ότι η προτροπή της διοικήσεως για υιοθέτηση ομοιόμορφων και ορθολογιστικών κριτηρίων κατά την αξιολόγηση των υπαλλήλων δεν καθιστά παράνομη και ανίσχυρη την πιο πάνω εγκύκλιο.

Για τον πιο κάτω πρόσθετο λόγο θεωρείται ότι η μείωση της βαθμολογίας σε σχέση με το κριτήριο "ζήλος για εργασία" δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην εγκύκλιο: Κατά την αξιολόγηση διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και τα υποκειμενικά κριτήρια, τα οποία δεν είναι πάντοτε σταθερά. Επομένως δεν αποκλείεται ένας αξιολογών λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη την όλη προσφορά ενός υπαλλήλου κατά το υπό επισκόπηση έτος, να θεωρήσει ότι ο ζήλος του έχει μειωθεί.

5. Ο αιτητής δεν μπορεί από τη μια να επικαλείται τις υπηρεσιακές [*1070] εκθέσεις για να θεμελιώσει υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους - όπως πράττει με εκείνη του 1995 - και από την άλλη επιλεκτικά να προσβάλλει την εγκυρότητα τους, όπως πράττει με εκείνη του 1994. Ο αιτητής δεν μπορεί ταυτόχρονα να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει.

Αναφορικά με την ουσία της εισήγησης που σχετίζεται με την υπηρεσιακή έκθεση του 1995 είναι νομολογημένο ότι η νομιμότητα μιας πράξεως κρίνεται με βάση το πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο της λήψης της. Παρατηρείται ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε στις 9.4.96 και ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις οι οποίες λήφθηκαν υπόψη - εκείνες των ετών 1990-1994 - είχαν όλες συνταχθεί σε χρόνο μεταγενέστερο της 9ης Απριλίου. Μια δε από αυτές κατά τον Οκτώβριο. Στην απουσία οποιασδήποτε ένδειξης για ηθελημένη ή σκόπιμη παράλειψη της Διοίκησης να ετοιμάσει την υπηρεσιακή έκθεση του αιτητή για το έτος 1995 δεν θεωρείται ότι έχει σημειωθεί οποιαδήποτε παρανομία όπως είναι η εισήγηση του αιτητή. Η μη ετοιμασία των εκθέσεων για το έτος 1995 δεν μπορεί να επενεργήσει εις βάρος του ενδιαφερόμενου μέρους ο οποίος δεν ευθύνεται για την απουσία της. Η απουσία των εκθέσεων του 1995 δεν μπορεί να επηρεάσει το κύρος της προαγωγής του δεδομένου ότι λήφθηκαν υπόψη οι εκθέσεις των τελευταίων 5 ετών.

6. Ο Καν. 23(4) (α) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 29/86) δεν απαιτεί αιτιολογημένες συστάσεις από τον Διευθυντή. Δεν ήταν απαραίτητο, επομένως, να είναι αιτιολογημένες, νοουμένου ότι συμφωνούν με το περιεχόμενο των φακέλων. Θέμα δικαστικού ελέγχου τίθεται μόνο στην περίπτωση που ο Προϊστάμενος επιλέγει να παραθέσει τους λόγους των εισηγήσεων του οπόταν αν προκύψει ότι η δοθείσα αιτιολογία πάσχει τότε η απόφαση υπόκειται σε ανατροπή.

Στην κρινόμενη περίπτωση ο Διευθυντής έχει επιλέξει να παραθέσει τους λόγους της σύστασής του. Ακολουθεί πως η σύσταση υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο.

Η σύσταση του Διευθυντή περιέχει όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη διακρίβωση της νομιμότητάς της. Ήταν δεόντως αιτιολογημένη και δεν πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο.

7. Πράγματι η παράλειψη πρόσκλησης όλων των μελών ενός Συλλογικού Οργάνου για να παραστούν σε μια συνεδρίαση αποτελεί λόγο ακυρώσεως. Ωστόσο το βάρος απόδειξης της μη πρόσκλησης το φέρει ο αιτητής και δεν το έχει αποσείσει. Απλός ισχυρι[*1071]σμός ότι δεν έχει λάβει χώραν πρόσκλησης δεν είναι αρκετός ενόψει και της θέσης της Α.Η.Κ. ότι είχαν ειδοποιηθεί όλα τα μέλη του Συμβουλίου. Το θέμα της πλήρωσης της θέσης δεν περιλαμβάνετο μέσα στα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Η τελευταία όμως είχε σαν ένα από τα θέματα της τα "διάφορα" και μπορούσε επομένως να συζητηθεί κατά την συγκεκριμένη συνεδρίαση.

8. Η επίδικη απόφαση θα πρέπει να κριθεί με βάση τις αρχές που διέπουν τον δικαστικό έλεγχο προαγωγών. Το δικαστήριο δεν επεμβαίνει εκτός εάν καταδειχθεί ότι ο αιτητής υπερέχει έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους. Το βάρος απόδειξης έκδηλης υπεροχής το φέρει πάντοτε ο αιτητής.

Το διορίζον όργανο διαθέτει ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας και το δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του διορίζοντος οργάνου με το να την υποκαταστήσει με τη δική του διακριτική ευχέρεια. Ειδικά και σε σχέση με ψηλόβαθμες θέσεις το διορίζον όργανο διαθέτει πολύ ευρεία διακριτική ευχέρεια.

Αναφορικά με την έρευνα υπάρχει τεκμήριο ότι μια διοικητική απόφαση λαμβάνεται μετά από σωστή διακρίβωση όλων των γεγονότων. Αυτό το τεκμήριο κάμπτεται όταν ο αιτητής αποδείξει ότι η επίδικη απόφαση ήταν αποτέλεσμα πλάνης. Ο αιτητής ο οποίος φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης απουσίας έρευνας δεν το έχει αποσείσει.

Το γεγονός ότι δεν έχουν καταγραφεί οι διαβουλεύσεις δεν καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση αναιτιολόγητη. Το τί πρέπει να καταγράφεται είναι οι λόγοι που οδήγησαν στην απόφαση και η απόφαση. Άλλωστε η ανταλλαγή απόψεων και οι διαβουλεύσεις μεταξύ των μελών ενός συλλογικού οργάνου δεν είναι αντίθετες προς οποιαδήποτε αρχή δικαίου.

Ο αιτητής δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Πρέπει δε να υπομνησθεί ότι η έκδηλη υπεροχή δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιλογή ενός υποψηφίου από το διορίζον όργανο αλλά μόνο λόγο για την παράκαμψη της αρχαιότητας από το διορίζον όργανο. Πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι η υπεροχή του αιτητή σε προσόντα, τα οποία δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας και δεν αποτελούν πλεονέκτημα, και η ελαφρά υπεροχή σε ότι αφορά την αξία συνιστούν μόνο απλή υπεροχή. Είναι δε νομολογημένο ότι η απλή υπεροχή δεν είναι αρκετή. Πρόσθετα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε υπέρ του και την αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή για την [*1072] σπουδαιότητα της οποίας έχω ήδη αποφανθεί. Έχει δε νομολογηθεί ότι η σύσταση του Διευθυντή αποτελεί πολύ καλό λόγο για τη μη προτίμηση ενός υποψηφίου με υπέρτερα προσόντα. Διαπιστώνεται ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στο διορίζον όργανο με βάση το ενώπιόν του υλικό και δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης του δικαστηρίου.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Δημοκρατία ν. Κουκκουρής κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598,

Ηλιάδης κ.ά. ν. Χριστοφή (1991) 3 Α.Α.Δ. 25,

Χατζηϊωάννου ν. Δημοκρατίας (1983) 3 Α.Α.Δ. 5,

Republic v. Roussos (1979) 3 C.L.R. 1217,

Republic and Another v. Kastellanos (1988) 3 C.L.R. 2249,

Papapetrou v. Republic, 2 R.S.C.C. 61,

Ιωάννου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 390,

Δημοκρατία ν. Παπαμιχαήλ (1989) 3 Α.Α.Δ. 823,

Δήμος Λευκωσίας ν. Κοσμά κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 244,

Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384,

Λιμνάτου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4057,

Χριστοδουλίδη ν. Ε.Δ. Υ. (1995) 3 Α.Α.Δ. 158,

Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδη (1993) 3 Α.Α.Δ. 234,

Pissas v. Republic (1976) 3 C.L.R. 30,

Michanicos and Another v. Republic (1976) 3 C.L.R. 237,

Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 76,

Bargilly v. Republic (1970) 3 C.L.R. 33,

[*1073]

Partellides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 407,

Chnstou v. Republic (1977) 3 C.L.R. 11,

Ierides v. Republic (1976) 3 C.L.R. 9,

Hadjimichael and Others v. Republic (1972) 3 C.L.R. 246,

Cytechno Ltd v. Republic (1976) 3 C.L.R. 407,

Evgeniou v. Republic (1979) 3 C.L.R. 239,

Georghakis v. Republic (1977)[31 C.L.R. 1,

Skarparisv. Republic,(1978) 3 C.L.R. 106.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Α.Η.Κ. με την οποία προήχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση του Διευθυντή Σταθμού (Λειτουργία), Ηλεκτροπαραγωγός Σταθμός Δεκέλειεας αντί του αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Κ. Στιβαρού για Γ. Κακογιάννη, για την Καθ' ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου ("Α.Η.Κ.") με την οποία "προήγαγε τον Ανδρέα Κόσσιφο στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σταθμού. (Λειτουργία) Ηλεκτροπαραγωγός Σταθμός Δεκέλειας από 1.5.96".

Η επίδικη θέση είναι θέση προαγωγής. Οι αιτήσεις των υποψηφίων για προαγωγή εξετάσθηκαν σε προκριματικό στάδιο από την Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής διά Προαγωγός Επιστημονικού Προσωπικού "η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή") κατά τη συνεδρίαση της ημερ. 8.4.1996. Κατά τη συνεδρίαση εκείνη τέθηκαν υπόψη της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής οι απόψεις του Διευθυντή του Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Δεκέλειας. Σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος ο Διγ ευθυντής ανέφερε: "Έχει ευρύτατη πείρα στο Τμήμα Λειτουργίας των Σταθμών και ευρεία πείρα στο Τμήμα Συντήρησης [*1074] Οργάνων του σταθμού. Έχει πολύ καλές οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες. Η απόδοση του είναι πολύ ικανοποιητική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή".

Σε σχέση με τον αιτητή ο Διευθυντής ανέφερε: "Έχει ευρύτατη πείρα στο Τμήμα Λειτουργίας των Σταθμών και ευρύτατη πείρα στο Τμήμα Ηλεκτρολογικής Συντήρησης Σταθμού. Έχει εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές διοικητικές ικανότητες. Η απόδοση του είναι εξαιρετική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή".

Η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή ομόφωνα έκρινε για προαγωγή στην επίδικη θέση τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος καθώς και ένα άλλο υποψήφιο.

Ακολούθησε εξέταση των αιτητών από την Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Α.Η.Κ. για θέματα προσωπικού ("η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή") η οποία έλαβε χώραν την 9.4.96.

Κατά τη συνεδρίαση εκείνη η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή αποφάσισε να συστήσει στην Α.Η.Κ. την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση. Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή έλαβε υπόψη, ανάμεσα σ' άλλα, και τις απόψεις του Διευθυντή. Τις παραθέτω:

"Ο Διευθυντής δηλώνει ότι κατά την άποψη του ο 8944 Κόσσιφος Ανδρέας, ο οποίος επελέγη ομόφωνα από τη Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής ως ένας από τους τρεις επικρατέστερους υποψηφίους και με την οποία γνώμη συμφωνεί, υπερτερεί των άλλων υποψηφίων σε αρχαιότητα και πείρα, η δε αξία, επίδοση και απόδοση του στην υπηρεσία είναι ίση με τους άλλους δύο υποψηφίους και ως εκ τούτου τον συστήνει για προαγωγή."

Η πλήρωση της επίδικης θέσης εξετάσθηκε από το Συμβούλιο της Α.Η.Κ. κατά τη συνεδρίαση του ημερ. 9.4.96. Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω το πλήρες κείμενο του πρακτικού της πιο πάνω συνεδρίασης:

"Μελετήθηκε η Εισήγηση της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής διά Προαγωγάς του Επιστημονικού Προσωπικού ημερομηνίας 8 Απριλίου, 1996, για την πλήρωση της πιο πάνω κενής θέσεως (Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων 3/96).

Η Αρχή ενεργούσα σύμφωνα με τον Κανονισμό 23 των Περί [*1075] Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, επιλήφθηκε των αιτήσεων για προαγωγή, όπως αναφέρονται στον κατάλογο χρώματος λευκού, και αφού μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, δηλαδή τα υπηρεσιακά στοιχεία κάθε αιτητή, τον προσωπικό φάκελο κάθε αιτητή (που είχε τεθεί ενώπιον της Υπεπιτροπής), την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα στην Αρχή, προσόντα σε συσχετισμό προς το ισχύον Σχέδιο Υπηρεσίας και επίδοση στην υπηρεσία όπως αυτά αναφέρονται εκτενέστερα στην παράγραφο 23(2) των Κανονισμών και αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις και απόψεις της Επιτροπής Επιλογής Επιστημονικού Προσωπικού που περιέχονται στην Εισήγηση και τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για θέματα Προσωπικού, τη σύσταση του Διευθυντή ο οποίος προτείνει για προαγωγή στην πιο πάνω θέση τον 8944 Κόσσιφο Ανδρέα επιβεβαιώνοντας τη σύσταση του που είχε δώσει στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται στα πρακτικά της συνεδρίας αυτής και τα οποία πρακτικά έχουν τεθεί ενώπιον της συνεδρίας αυτής και τις εμπιστευτικές εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης για τους υποψηφίους και αφού ακολούθησαν διαβουλεύσεις των Μελών της Αρχής μετά την αποχώρηση από τη Συνεδρία του Διευθυντή (ο οποίος αποχώρησε μετά που εξέφρασε τις απόψεις του)

Η ΑΡΧΗ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ

Με πέντε ψήφους υπέρ και μιας εναντίον (του κ. Π. Αντωνιάδη) την προαγωγή του 8944 Κόσσιφου Ανδρέα, στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σταθμού (Λειτουργία), Ηλεκτροπαραγωγός Σταθμός Δεκέλειας από 1.5.1996."

Ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της επίδικης προαγωγής για τους πιο κάτω λόγους:

Πρώτος λόγος ακυρώσεως - Υπεροχή του αιτητή σε προσόντα.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υποστήριξε ότι ο τελευταίος υπερέχει σε προσόντα. Τα προσόντα του είναι απόλυτα σχετικά και άμεσα συνδεδεμένα με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης. Επομένως θα έπρεπε να συνεκτιμηθούν και να δώσουν προβάδισμα αξιοκρατικό στον αιτητή και όχι να αγνοηθούν από την Α.Η.Κ.

Αποτελεί κοινό έδαφος ότι και οι δύο υποψήφιοι κατέχουν [*1076] τα προσόντα που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας. Αποτελεί, επίσης, κοινό έδαφος ότι ο αιτητής υπερέχει του ενδιαφερόμενου μέρους σε ακαδημαϊκά προσόντα. Ωστόσο έχει νομολογηθεί ότι προσόντα "πρόσθετα από εκείνα που προβλέπονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας συνιστούν παράγοντα οριακής μόνο σημασίας για διεκδικήσεις του κατόχου τους για προαγωγή" (Βλ. Δημοκρατία ν. Κουκκουρής κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, 609). Βλ. και Ηλιάδης κ.ά. ν. Χριστοφή (1991) 3 Α.Α.Δ. 25, 39, στην οποία δυνάμει του σχεδίου υπηρεσίας το προσόν στη γενική χειρουργική δεν αποτελούσε πλεονέκτημα. Κρίθηκε, με αναφορά στη Χ’’ Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1983) 3 Α.Α.Δ. 5, ότι η υπεροχή του εφεσείοντα από αυτή την άποψη δεν μπορούσε να έχει καθοριστική σημασία). Ακολουθεί πως τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή δεν μπορούσαν να θεμελιώσουν από μόνα τους έκδηλη υπεροχή και να γείρουν την πλάστιγγα υπέρ του.

Δεύτερος λόγος ακυρώσεως - Υπεροχή του αιτητή σε πείρα και αξία.

Ήταν η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή ότι ο τελευταίος υπερέχει σε αξία και πείρα. Έρεισμα για την σχετική εισήγηση αποτελούν οι εμπιστευτικές εκθέσεις των ετών 1990-1994.

Με τις υπηρεσιακές εκθέσεις οι υπαλλήλοι αξιολογούνται πάνω σε 8 κριτήρια. Οι διαβαθμίσεις είναι 5: Εξαιρετικός: Α, Πολύ Ικανοποιητικός: Β+, Ικανοποιητικός: Β, Μάλλον Ικανοποιητικός::Β-, Ανεπαρκής: Γ. Σε σχέση με τα έτη αξιολόγησης που λήφθηκαν υπόψη κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης (1990-1994) ο αιτητής έχει βαθμολογηθεί 11 φορές με Α και 29 φορές με Β+. Το δε ενδιαφερόμενο μέρος έχει βαθμολογηθεί 5 φορές με Α, 34 με Β+ και 1 με Β.

Έχει νομολογηθεί ότι αυτό που έχει σημασία είναι η γενική εικόνα που παρουσιάζει η συνολική βαθμολογία και όχι το πόσες φορές ένας υποψήφιος έχει βαθμολογηθεί με το βαθμό "εξαίρετος" ή "πολύ καλός" ή "καλός". Περαιτέρω έχει νομολογηθεί ότι είναι επικίνδυνο να ενδιατρίβουμε πάνω σε αριθμητικές συγκρίσεις ανεξάρτητα από τη φύση των κριτηρίων σε σχέση με τα οποία ένας υπάλληλος βαθμολογείται "εξαίρετος" ή "πολύ καλός" εφόσον αυτά τα κριτήρια διαφέρουν σε σημασία σύμφωνα με τις ιδιότητες με τις οποίες σχετίζονται (Βλ. Republic ν. Roussos (1979) 3 C.L.R. 1217, 1224, Republic and Another v. Kastellanos (1988) 3 C.L.R. 2249, 2259). [*1077]

Παρόλο ότι στην περίπτωση των υπαλλήλων της Α.Η.Κ. δεν υπάρχει φόρμουλα για εξαγωγή της γενικής βαθμολογίας, όπως είναι η περίπτωση σε σχέση με του δημόσιους υπαλλήλους, η γενική συνολική εικόνα που αναδύεται από τις υπηρεσιακές εκθέσεις των δύο υποψηφίων είναι εκείνη του "πολύ ικανοποιητικός", και θέτει επομένως τους δύο υποψηφίους περίπου στην ίδια μοίρα. Πράγματι ο αιτητής υπερέχει ελαφρώς σε ότι αφορά ορισμένα από τα κριτήρια. Ωστόσο αυτή η υπεροχή δεν του προσδίδει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Ο σχετικός λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί να πετύχει.

Ο αιτητής επικαλείται και το κριτήριο της πείρας στο οποίο θα αναφερθώ αμέσως πιο κάτω.

Από το ενώπιάν μου υλικό - Πίνακας Β της ένστασης - διαπιστώνω τα πιο κάτω: Ο αιτητής βρίσκεται στην υπηρεσία της Α.Η.Κ. από την 1.3.73. Κατά τον κρίσιμο χρόνο ήταν Ανώτερος Μηχανικός Σταθμού (Ηλεκτρολογική Συντήρηση) Κλίμακα Α14, θέση στην οποία είχε προαχθεί από την 1.6.91. Το ενδιαφερόμενο μέρος βρίσκεται στην υπηρεσία της Αρχής από τις 27.1.69. Την 30.3.84 προάχθηκε στη θέση του Μηχανικού Οργάνων, Κλίμακα 131/2 η οποία την 1.3.88 αναβαθμίστηκε σε θέση "Ανώτερου Μηχανικού Οργάνων Σταθμού, Κλίμακα Α14", και η οποία κατά τον κρίσιμο χρόνο ήταν η θέση στην οποία εβρίσκετο.

Έχει νομολογηθεί ότι ο όρος πείρα εμπεριέχει την έννοια γνώσεων που αποκτά ένας μέσα από την ενασχόληση υπό ορισμένη ιδιότητα (Papapetrou v. Republic, 2 R.S.C.C. 61).

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή επικέντρωσε την επιχειρηματολογία του στο περιεχόμενο της σύστασης του Διευθυντή του Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Δεκέλειας ενώπιον της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής. Τόνισε ότι σύμφωνα με την σύσταση εκείνη ο αιτητής "έχει ευρύτατη πείρα στο Τμήμα Λειτουργίας των Σταθμών και ευρύτατη πείρα στο Τμήμα Ηλεκτρολογικής Συντήρησης Σταθμού", ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος "έχει ευρύτατη πείρα στο Τμήμα Λειτουργίας των Σταθμών και ευρεία πείρα στο Τμήμα Συντήρησης Οργάνων του Σταθμού". Παρατηρώ:

(1)Οι δύο υποψήφιοι έχουν αξιολογηθεί με τον ίδιο βαθμό σε ότι αφορά το πρώτο σκέλος - Τμήμα Λειτουργίας των Σταθμών. Σε σχέση με το δεύτερο σκέλος της αξιολόγησης πρόκειται σαφώς για διαφορετικά Τμήματα. Επομένως δεν μπο[*1078]ρεί να γίνει χρήσιμη σύγκριση ανάμεσα στις δύο συστάσεις.

(2) Ο διευθυντής του Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Δεκέλειας συγκεκριμενοποίησε τους τομείς της πείρας ενώ ο διευθυντής της Α.Η.Κ. μίλησε για πείρα γενικώς. Επομένως και πάλι δεν μπορεί να γίνει χρήσιμη σύγκριση ανάμεσα στις δύο συστάσεις.

(3) Ο διευθυντής είναι ο Προϊστάμενος των Υπηρεσιών της Α.Η.Κ. Η σημασία των συστάσεων του προϊσταμένου ενός τμήματος έχει τονιστεί σε σειρά αποφάσεων της νομολογίας μας. Οι συστάσεις αυτές αποτελούν ένα πρωτογενές ουσιώδες, αυτοτελές και ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως, προσδιοριστικό και επαυξητικό της αξίας των υποψηφίων, τόσο σημαντικό ώστε να απαιτείται ειδική αιτιολόγηση και προσδιορισμός των λόγων για τυχόν απόκλιση από αυτές από το διορίζον όργανο. Κι' αυτό γιατί οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων βρίσκονται σε μοναδική θέση να εκτιμήσουν τις ανάγκες της υπηρεσίας, καθώς και τις ιδιότητες που απαιτούνται ώστε να ανταποκριθεί ένας υποψήφιος στις απαιτήσεις μιας θέσης (Βλ. Ιωάννου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 390, 418, 419, Δημοκρατία ν. Παπαμιχαήλ (1989) 3 Α.Α.Δ. 823, Δήμος Λευκωσίας ν. Κοσμά κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 244).

Λαμβάνω υπόψη της πιο πάνω παρατηρήσεις μου. Κρίνω ότι ο αιτητής όχι μόνο δεν έχει καταδείξει ότι υπερέχει έκδηλα σε πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους αλλά ούτε και έχει καταδείξει ότι υπερέχει απλώς σε πείρα. Καταλήγω με τη διαπίστωση ότι η άποψη του Διευθυντή ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε πείρα υποστηρίζεται πλήρως από τα στοιχεία του φακέλου - την περισσότερη υπηρεσία του ενδιαφερόμενου μέρους σε ψηλόβαθμη θέση με πολύ ικανοποιητική απόδοση - και δεν πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο. Η περί του αντιθέτου θέση του αιτητή δεν ευσταθεί. Ο σχετικός λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί να πετύχει.

Ένα άλλο συναφές επιχείρημα του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή σχετίζεται με τη μείωση της βαθμολογίας του για το έτος 1994 στο κριτήριο "Ζήλος προς εργασία" από Α (εξαιρετικός) σε Β+ (πολύ ικανοποιητικός). Ο ευπαίδευτος συνήγορος διερωτήθηκε "πως είναι δυνατό μετά από 20 χρόνια υπηρεσίας να μειώνεται ο ζήλος προς εργασία του αιτητή σε σχέση προς τα προηγούμενα χρόνια που είχε σταθερά Α". Έστρεψε δε τα πυρά του κατά της εγκυκλίου της Α.Η.Κ. με ημερ. 22.11.94 και αρ. [*1079] 1/94*. Υποστήριξε ότι εισάγει "διαφοροποιήσεις έξω και/ή πέραν από τους σε ισχύ Κανονισμούς". Τόνισε ότι "θέματα που ρυθμίζουν τα υπαλληλικά δικαιώματα και την υπηρεσιακή κατάσταση τους ανήκουν στο χώρο του δημοσίου δικαίου όπου απαραίτητα θα πρέπει να προβλέπονται κανονιστικά πολύ δε περισσότερο γιατί υπάρχουν, το άρθρο 3 του Νόμου 61/70 και το άρθρο 3 του Νόμου 155/90".

Προσεκτική εξέταση των προνοιών της πιο πάνω εγκυκλίου καταδείχνει ότι δεν περιέχουν οδηγίες για τον τρόπο αξιολόγησης των υπαλλήλων πέρα από τους Κανονισμούς. Αντίθετα τονίζουν την ανάγκη ομοιομορφίας κατά την αξιολόγηση των διαφόρων κριτηρίων και την ανάγκη για εφαρμογή των Κανονισμών Αξιολόγησης πάνω σε πιο ορθολογιστική φιλοσοφία. Είναι δε πρόδηλο από την τελευταία παράγραφο της εγκυκλίου ότι η εφαρμογή των ομοιόμορφων κριτηρίων αξιολόγησης δεν θα οδηγούσε κατ' ανάγκη σε μείωση της βαθμολογίας αλλά και σε αύξηση της. Κατά την κρίση μου είναι απόλυτα θεμιτό για την διοίκηση να επιδιώκει την εφαρμογή ομοιόμορφων και ορθολογιστικών κριτηρίων αξιολόγησης. Μια τέτοια ομοιομορφία θα έχει σαν συνέπεια την ίση

* Η εγκύκλιος εκείνη απευθύνετο προς όλο το προσωπικό της Α.Η.Κ. και στο βαθμό που είναι σχετική έχει ως πιο κάτω:

"Έχει διαπιστωθεί ότι οι Κανονισμοί Αξιολόγησης Προσωπικού όπως εφαρμόζονται εδώ και μερικά χρόνια προκαλούν ορισμένα προβλήματα στην αξιολόγηση του προσωπικού, καθότι δεν αποδίδεται από όλους τους αξιολογούντες η ίδια ερμηνεία στα διάφορα, κριτήρια και ούτε εφαρμόζονται ομοιόμορφα παγκυπρίως.

Το γεγονός αυτό διαπιστώθηκε σε ευρεία σύσκεψη όλων των Διευθυντών Υπηρεσιών, Περιφερειών και Σταθμών, στην οποία έχει αποφασισθεί ότι από φέτος, (περιλαμβανομένης και της αξιολόγησης για το 1994) οι Κανονισμοί Αξιολόγησης θα πρέπει να εφαρμόζονται πάνω σε πιο ορθολογιστική φιλοσοφία και σύμφωνα με τις επεξηγήσεις της σχετικής εγκυκλίου.

Όπως είναι φανερό, το προσωπικό θα πρέπει να αναμένει ότι η αξιολόγηση του θα έχει αρκετές διαφοροποιήσεις από τα προηγούμενα χρόνια, αλλά θα πρέπει να γνωρίζει επίσης ότι ο συσχετισμός μεταξύ του προσωπικού σ' ότι αφορά την αξιολόγηση του θα τεθεί πάνω σε πιο ορθολογιστική βάση με ομοιόμορφα κριτήρια παγκυπρίως και έτσι θα αντικατοπτρίζει την πραγματική εικόνα.

Από τα πιο πάνω εξυπακούεται ότι τυχόν αυξομείωση της περσινής βαθμολογίας δεν πρέπει να εκληφθεί ότι η απόδοση καλυτέρεψε ή χειροτέρεψε, εκτός και εάν συνοδεύεται από σχόλιο που να το λέει.

Επιπρόσθετα η διαβάθμιση Β- δεν σημαίνει ότι ο υπάλληλος κρίνεται ως ανεπαρκής." [*1080]

μεταχείρηση όλων των υπαλλήλων η οποία - ίση μεταχείρηση - συνάδει όχι μόνο με την αρχή της ισότητας, που διασφαλίζεται από το άρθρο 28 του Συντάγματος αλλά και με τις αρχές της χρηστής διοικήσεως. Οι αξιολογήσεις λαμβάνονται υπόψη κατά τις προαγωγές. Με την ομοιόμορφη και ορθολογιστική μέθοδο αξιολογήσεως εξυπηρετούνται στον ύψιστο δυνατό βαθμό οι αρχές της επιλογής του πιο κατάλληλου υποψηφίου και κατ' επέκταση το δημόσιο συμφέρον. Από την στιγμή που δεν έχει υποδειχθεί ότι η πιο πάνω εγκύκλιος παραβιάζει οποιοδήποτε νόμο ή κανονισμό ή τις αρχές του διοικητικού δικαίου, θεωρώ ότι η προτροπή της διοικήσεως για υιοθέτηση ομοιόμορφων και ορθολογιστικών κριτηρίων κατά την αξιολόγηση των υπαλλήλων δεν καθιστά παράνομη και ανίσχυρη την πιο πάνω εγκύκλιο.

Για τον πιο κάτω πρόσθετο λόγο θεωρώ ότι η μείωση της βαθμολογίας σε σχέση με το κριτήριο "ζήλος για εργασία" δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην εγκύκλιο: Κατά την αξιολόγηση διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και τα υποκειμενικά κριτήρια, τα οποία δεν είναι πάντοτε σταθερά. Επομένως δεν αποκλείεται ένας αξιολογών λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη την όλη προσφορά ενός υπαλλήλου κατά το υπό επισκόπηση έτος, να θεωρήσει ότι ο ζήλος του έχει μειωθεί.

Ο αιτητής ισχυρίζεται, επίσης, ότι παράνομα απουσίαζε η υπηρεσιακή έκθεση του 1995 η οποία έδινε κατά πολύ αυξημένη βαθμολογία στον αιτητή. Πρέπει να τονίσω σε σχέση με την τελευταία αυτή θέση του αιτητή και τη θέση του που σχετίζεται με την εγκύκλιο ότι ο αιτητής δεν μπορεί από τη μια να επικαλείται τις υπηρεσιακές εκθέσεις για να θεμελιώσει υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους - όπως πράττει με εκείνη του 1995 - και από την άλλη επιλεκτικά να προσβάλλει την εγκυρότητα τους, όπως πράττει με εκείνη του 1994. Ο αιτητής δεν μπορεί ταυτόχρονα να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει (Βλ. Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384).

Αναφορικά με την ουσία της εισήγησης που σχετίζεται με την υπηρεσιακή έκθεση του 1995 είναι νομολογημένο ότι η νομιμότητα μιας πράξεως κρίνεται με βάση το πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο της λήψης της. Παρατηρώ ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε στις 9.4.96 και ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις οι οποίες λήφθηκαν υπόψη - εκείνες των ετών 1990-1994 - είχαν όλες συνταχθεί σε χρόνο μεταγενέστερο της 9ης Απριλίου. Μια δε από αυτές κατά τον Οκτώβριο. Στην απουσία οποιασδήποτε ένδειξης για ηθελημένη ή σκόπιμη παράλειψη της Διοίκησης να ετοιμάσει [*1081] την υπηρεσιακή έκθεση του αιτητή για το έτος 1995 δεν θεωρώ ότι έχει σημειωθεί οποιαδήποτε παρανομία όπως είναι η εισήγηση του αιτητή. Η μη ετοιμασία των εκθέσεων για το έτος 1995 δεν μπορεί να επενεργήσει εις βάρος του ενδιαφερόμενου μέρους ο οποίος δεν ευθύνεται για την απουσία της. Η απουσία των εκθέσεων του 1995 δεν μπορεί να επηρεάσει το κύρος της προαγωγής του δεδομένου ότι λήφθηκαν υπόψη οι εκθέσεις των τελευταίων 5 ετών (Βλ. Λιμνάτου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4057 και Χριστοδουλίδης ν. Ε.Δ.Υ. (1995) 3 Α.Α.Δ. 158).

Τρίτος λόγος ακυρώσεως - Σύσταση του Διευθυντή.

Υποστηρίχθηκε ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι αόριστη, αντιφατική και έρχεται σε σύγκρουση με το περιεχόμενο των φακέλων. Ο Καν. 23(4) (α) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 29/86) δεν απαιτεί αιτιολογημένες συστάσεις από τον Διευθυντή. Δεν ήταν απαραίτητο, επομένως, να είναι αιτιολογημένες, νοουμένου ότι συμφωνούν με το περιεχόμενο των φακέλων. Θέμα δικαστικού ελέγχου τίθεται μόνο στην περίπτωση που ο Προϊστάμενος επιλέγει να παραθέσει τους λόγους των εισηγήσεων του οπόταν αν προκύψει ότι η δοθείσα αιτιολογία πάσχει τότε η απόφαση υπόκειται σε ανατροπή (Βλ. Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδη (1993) 3 Α.Α.Δ. 234).

Στην κρινόμενη περίπτωση ο Διευθυντής έχει επιλέξει να παραθέσει τους λόγους της σύστασης του. Ακολουθεί πως η σύσταση υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. Έχω παραθέσει το περιεχόμενο . της σύστασης του Διευθυντή. Το δεσπόζον στοιχείο της ήταν η υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αρχαιότητα και πείρα.

Από το ενώπιόν μου υλικό είναι πρόδηλο ότι το ενδιαφερόμενο μέρος πράγματι υπερτερεί σε αρχαιότητα. Όσον αφορά την πείρα έχω ήδη αποφανθεί ότι η σχετική κρίση του Διευθυντή υποστηρίζεται από τα στοιχεία του φακέλου και ότι δεν πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο. Σύμφωνα με το δεύτερο σκέλος της σύστασης του Διευθυντή η αξία, επίδοση και απόδοση του ενδιαφερόμενου μέρους στην υπηρεσία είναι ίση με τους άλλους υποψηφίους. Έχω ήδη επισημάνει ότι η γενική εικόνα που αναδύεται μέσα από τις υπηρεσιακές εκθέσεις θέτει τους δύο υποψηφίους περίπου στην ίδια μοίρα. Ακολουθεί πως και το δεύτερο σκέλος της σύστασης ανταποκρίνεται στα στοιχεία των φακέλων. Η σύσταση του Διευθυντή δεν είναι αόριστη ή αντιφατική. Ο Διευθυντής έχει εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους προτίμησε το ενδιαφερόμενο μέρος. Αυτοί ανάγονται στην υπεροχή [*1082] του σε αρχαιότητα και πείρα. Η σύσταση του Διευθυντή περιέχει όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη διακρίβωση της νομιμότητας της. Ήταν δεόντως αιτιολογημένη και δεν. πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο. Ο σχετικός λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί.

Tέταρτoς λόγος ακυρώσεως - Απουσία τριών από τα εννέα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Α.Η.Κ.

Από το πρακτικό της συνεδρίασης του Συμβουλίου της Α.Η.Κ. φαίνεται ότι απουσίαζαν τρία από τα εννέα μέλη του Συμβουλίου. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του.αιτητή διερωτήθηκε "μήπως η απουσία τους οφείλετο στη μη πρόσκληση τους με το συγκεκριμένο θέμα". Τόνισε συναφώς πως η πρόσκληση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη νόμιμη λειτουργία συλλογικού οργάνου με γνωστή ημερήσια διάταξη: Παρουσίασε αντίγραφο της ημερήσιας διάταξης της συνεδρίασης της 9.4.96 στην οποία δεν περιλαμβάνετο το θέμα της πλήρωσης της επίδικης θέσης.

Από την άλλη η ευπαίδευτη συνήγορος της Α.Η.Κ. ισχυρίσθηκε ότι η ειδοποίηση και η πρόσκληση για τη συνεδρίαση έγινε κανονικά προς όλα τα μέλη και η απουσία των τριών, αυτών μελών "οφειλόταν σε προσωπικούς τους λόγους και συγκεκριμένα σε ει-λημμένες υποχρεώσεις τους ενόψει των επικείμενων βουλευτικών εκλογών για τις οποίες και τα τρία μέλη ήταν υποψήφιοι".

Πράγματι η παράλειψη πρόσκλησης όλων των μελών ενός Συλλογικού Οργάνου για να παραστούν σε μία συνεδρίαση αποτελεί λόγο ακυρώσεως (Βλ. Pissas v. Republic (1976) 3 C.L.R. 30). Ωστόσο το βάρος απόδειξης της μη πρόσκλησης το φέρει ο αιτητής και δεν το έχει αποσείσει. Απλός ισχυρισμός ότι δεν έχει λάβει χώραν πρόσκλησης δεν είναι αρκετός ενόψει και της θέσης της Α.Η.Κ. ότι είχαν ειδοποιηθεί όλα τα μέλη του Συμβουλίου. Το θέμα της πλήρωσης της θέσης δεν περιλαμβάνετο μέσα στα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Η τελευταία όμως είχε σαν ένα από τα θέματα της τα "διάφορα" και μπορούσε επομένως να συζητηθεί κατά την συγκεκριμένη συνεδρίαση. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί να πετύχει.

Πέμπτος λόγος ακυρώσεως - Απουσία έρευνας από το Συμβούλιο της Α.Η.Κ. και απουσία αιτιολογίας

Από τα πρακτικά της συνεδρίασης του Συμβουλίου της Α.Η.Κ. (βλ. σελ. 3, πιο πάνω) είναι πρόδηλο ότι η τελευταία έχει μελετήσει και αξιολογήσει τα πιο κάτω στοιχεία σε σχέση με τον [*1083] κάθε ένα από τους υποψηφίους:

(1)Τα υπηρεσιακά στοιχεία.

(2) Τους προσωπικούς φακέλους.

(3) Την πείρα.

(4) Την αξία.

(5) Την ικανότητα.

(6)Την αρχαιότητα..

(7) Τις συστάσεις και απόψεις της Επιτροπής Επιλογής.

(8)Τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής.

(9) Την σύσταση του Διευθυντή.

(10)Τις εμπιστευτικές εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης.

Η πιο πάνω απόφαση θα πρέπει να κριθεί με βάση τις αρχές που διέπουν τον δικαστικό έλεγχο προαγωγών. Το δικαστήριο δεν επεμβαίνει εκτός εάν καταδειχθεί ότι ο αιτητής υπερέχει έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους. Το βάρος απόδειξης έκδηλης υπεροχής το φέρει πάντοτε ο αιτητής (Βλ. Michanicos and Another v. Republic (1976) 3 C.L.R. 237, Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 76, 83).

To διορίζον όργανο διαθέτει ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας και το δικαστήριο δεν επεμβαίνει με την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του διορίζοντος οργάνου με το να την υποκαταστήσει με τη δική του διακριτική ευχέρεια (Βλ. Bargilly v. Republic (1970) 3 C.L.R. 33, Partellides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 407). Ειδικά και σε σχέση με ψηλόβαθμες θέσεις το διορίζον όργανο διαθέτει πολύ ευρεία διακριτική ευχέρεια (Βλ. Christou v. Republic (1977) 3 C.L.R. 11, Ierides v. Republic (1976) 3 C.L.R. 9).Στην κρινόμενη περίπτωση το διορίζον όργανο αναφέρει με περισσή σαφήνεια τα κριτήρια τα οποία το οδήγησαν στη σχετική απόφαση του. Τα κριτήρια εκείνα ανταποκρίνονται προς τα στοιχεία του φακέλου. Η επίδικη απόφαση δεν πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Περιέχει όλα τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για τη διακρίβωση της νομιμότητας της. [*1084]

Αναφορικά με την έρευνα υπάρχει τεκμήριο ότι μια διοικητική απόφαση λαμβάνεται μετά από σωστή διακρίβωση όλων των γεγονότων. Αυτό το τεκμήριο κάμπτεται όταν ο αιτητής αποδείξει ότι η επίδικη απόφαση ήταν αποτέλεσμα πλάνης (Βλ. Hadjimichael and Others v. Republic (1972) 3 C.L.R, 246, Στασινόπουλος, Δίκαιον των Διοικητικών Πράξεων 1951, σελ. 304). Ο αιτητής ο οποίος φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης απουσίας έρευνας δεν το έχει αποσείσει.

Το γεγονός

 δεν έχουν καταγραφεί οι διαβουλεύσεις δεν καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση αναιτιολόγητη. Το τί πρέπει να καταγράφεται είναι οι λόγοι που οδήγησαν στην απόφαση και η απόφαση. Άλλωστε η ανταλλαγή απόψεων και οι διαβουλεύσεις μεταξύ των μελών ενός συλλογικού οργάνου δεν είναι αντίθετες προς οποιαδήποτε αρχή δικαίου (Βλ. και Cytechno Ltd v. Republic (1976) 3 C.L.R. 407, 426).

Ο αιτητής δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Πρέπει δε να υπομνησθεί ότι η έκδηλη υπεροχή δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιλογή ενός υποψηφίου από το διορίζον όργανο αλλά μόνο λόγο για την παράκαμψη της αρχαιότητας από το διορίζον όργανο (Βλ. Evgeniou ν. Republic (1979) 3 C.L.R. 239). Πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι η υπεροχή του αιτητή σε προσόντα, τα οποία δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας και δεν αποτελούν πλεονέκτημα, και η ελαφρά υπεροχή σε ότι αφορά την αξία συνιστούν μόνο απλή υπεροχή. Είναι δε νομολογημένο ότι η απλή υπεροχή δεν είναι αρκετή (Βλ. Georghakis v. Republic (1977) 3 C.L.R. 1). Πρόσθετα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε υπέρ του και την αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή για την σπουδαιότητα της οποίας έχω ήδη αποφανθεί. Έχει δε νομολογηθεί ότι η σύσταση του Διευθυντή αποτελεί πολύ καλό λόγο για τη μη προτίμηση ενός υποψηφίου με υπέρτερα προσόντα (Βλ. Skarparis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 106). Καταλήγω με την διαπίστωση ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στο διορίζον όργανο με βάση το ενώπιον του υλικό και δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης του δικαστηρίου.

Η προσφυγή απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητα της. Ο αιτητής να πληρώσει ποσό £300 έναντι των εξόδων των καθ' ων η αίτηση.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο