Καρλεττίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 ΑΑΔ 3074

(1997) 4 ΑΑΔ 3074

[*3074] 5 Δεκεμβρίου, 1997

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 438/96)

Διοικητικό Δίκαιο — Αρμοδιότητα —Πραγματική άσκηση αρμοδιότητας — Το ζήτημα της μονολεκτικής έγκρισης αποφάσεων από ιεραρχικά ανώτερο όργανο —Κατά πόσο μπορεί να υποδηλεί παράλειψη άσκησης της κυριαρχικής αρμοδιότητας του εγκρίνοντος — Νομολογία και περιστάσεις τήρησης της νομιμότητας στην κριθείσα περίπτωση.

Κτηματομεσίτες — Εγγραφή στο Μητρώο — Η δεύτερη επιφύλαξη του Άρθρου 6(1) του περί Κτηματομεσιτών Νόμου Αρ. 66/87 — Ερμηνεία της κατά κύριο επάγγελμα άσκησης του επαγγέλματος του Κτηματομεσίτη.

Η αιτήτρια προσέβαλε την απόρριψη του αιτήματος της για εγγραφή στο Μητρώο Κτηματομεσιτών η οποία επιβεβαιώθηκε και μετά από ιεραρχική προσφυγή της στον Υπουργό Εσωτερικών.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.   Ο Υπουργός είχε ενώπιόν του όλα τα στοιχεία που ενδιέφεραν. Και ήταν, τα όσα είχε θέσει υπόψη του η ιδία η αιτήτρια. Τα οποία έγιναν δεκτά. Τίποτε άλλο δεν μπορούσε να προσμετρήσει υπέρ της. Επομένως, ο Υπουργός δεν χρειαζόταν να επεκταθεί. Έπειτα, ως προς το ζήτημα άσκησης αρμοδιότητας, διαφωτίζει η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. ν. Mobil Oil (Cyprus) Ltd κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 294 (στη σελ. 298). [*3075]

Στην προκείμενη περίπτωση, έχοντας υπόψη τη φύση του θέματος σε συνάρτηση με τον τρόπο με τον οποίο εκτίθεντο όλα τα σχετικά στοιχεία στο υπόμνημα, η μονολεκτικότητα της απόφασης δεν φανερώνει κατά την άποψη του Δικαστηρίου έλλειψη άσκησης αρμοδιότητας ή, όπως τέθηκε αναλυτικά στην υπόθεση Κάπονα ν. Δημοκρατίας (1996) 4 A.A.Δ. 1669, "επισφράγιση της κρίσης τρίτου, χωρίς καμιά ένδειξη περί στάθμισης από τον ίδιο τον Υπουργό των στοιχείων και παραγόντων που θα μπορούσαν να προσμετρήσουν στη διαμόρφωση δικής του ανεξάρτητης πρωτογενούς κρίσης". Ως προς την αιτιολογία, αυτή προκύπτει επαρκώς από την Παράγραφο 5 του μνημονίου.

2. Απομένει για εξέταση η θέση ότι ο Υπουργός πλανήθηκε ως προς το τί, ορθά ερμηνευομένη, διαλαμβάνει η δεύτερη επιφύλαξη του Άρθρου 6(1) του Νόμου.

Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, ακόμα και με την πιο ευρεία ερμηνεία της εδώ κρίσιμης πρότασης "ήσκουν κατά κύριον λόγον το επάγγελμα" δεν θα καλύπτετο η περίπτωση της αιτήτριας. Η οποία στην περίοδο που ενδιαφέρει προδήλως ασκούσε "κατά κύριον λόγον" τραπεζικές εργασίες ως υπάλληλος εμπορικής τράπεζας. Η απόφαση του Υπουργού ήταν εν προκειμένω όχι μόνο λογικά εφικτή αλλά και αναπόφευκτη.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mobil Oil (Cyprus) Ltd κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 294,

Κάπονα ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1669.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής της αιτήτριας στον Υπουργό Εσωτερικών για την απόρριψη του αιτήματός της να εγγραφεί στο Μητρώο Κτηματομεσιτών.

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult. [*3076]

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια αποτάθηκε στο Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών για εγγραφή στο Μητρώο Κτηματομεσιτών, δυνάμει του περί Κτηματομεσιτών Νόμου του 1987 (Ν. 66/87), όπως τροποποιήθηκε. Το αίτημα απορρίφθηκε. Υπέβαλε τότε, μέσω δικηγόρου, ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό Εσωτερικών. Η οποία επίσης απέληξε σε απόρριψη με απόφαση ημερ. 5 Μαρτίου 1996. Είναι αυτή που προσβάλλεται.

Από τα όσα εκτίθενται ως νομικά σημεία στα οποία βασίζεται η προσφυγή, θα με απασχολήσουν μόνο εκείνα που προωθήθηκαν με τις αγορεύσεις του συνηγόρου της αιτήτριας. Πρόκειται για εκείνα που φέρουν την προσβαλλόμενη απόφαση να λήφθηκε (α) χωρίς δέουσα έρευνα· (β) υπό πλάνη περί τον Νόμο, ήτοι, ως αποτέλεσμα παρερμηνείας της δεύτερης επιφύλαξης του Άρθρου 6(1)· (γ) χωρίς άσκηση κυριαρχικής αρμοδιότητας· και (δ) χωρίς να δοθεί αιτιολογία.

Στην ιεραρχική προσφυγή γινόταν εκτενής αναφορά στο ιστορικό, εκτίθεντο οι λόγοι της - νομικά σημεία όπως περιγράφονταν - και ακολουθούσε η ανάπτυξη τους με συνοδευτικά έγγραφα, προς υποστήριξη. Ο Υπουργός, διερευνώντας την υπόθεση, απευθύνθηκε προς το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών το οποίο τον πληροφόρησε για τα όσα συνέθεταν τις εξελίξεις. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ως προς τα γεγονότα που εδώ ενδιαφέρουν, τα όσα επικαλέστηκε η αιτήτρια δεν αμφισβητήθηκαν στην ουσία. Και επί εκείνων ήταν που στηρίχθηκε η απόφαση.

Πρόκειται για τα εξής. Η αιτήτρια απασχολείτο επί πλήρους βάσης σε εμπορική τράπεζα από το 1968 μέχρι το 1993. Τα καθήκοντα της στην τράπεζα δεν σχετίζονταν ουσιαστικά με την κτηματομεσιτική. Ωστόσο, καθ' όλο αυτό το διάστημα - ακόμα και από λίγο ενωρίτερα - ασχολείτο παράλληλα με κτηματομεσιτικές εργασίες σε συνεργασία με τον πατέρα της, ράπτη στο επάγγελμα, ο οποίος συνδύαζε, με το κύριο εκείνο επάγγελμα του, την κτηματομεσιτική και τη διαχείριση χώρου στάθμευσης. Διατηρούσαν μάλιστα και σχετικό γραφείο.

Λειτουργός, στον οποίο προφανώς ανατέθηκε από τον Υπουργό η συγκέντρωση των στοιχείων και η υποβολή πρότασης, υπέβαλε στις 4 Μαρτίου 1996 υπόμνημα το οποίο κατέληγε ως εξής:

"5. Ενόψει των πιο πάνω στοιχείων είναι φανερό ότι η προσφεύγουσα, καίτοι ασχολήθηκε με κτηματομεσιτικές εργασίες είτε στην εκτέλεση των καθηκόντων της στην Τράπεζα ή βοη[*3077]θώντας τον πατέρα της εντούτοις δε μπορεί να θεωρηθεί ότι απέκτησε "δεκαετή πείραν περί την κτηματομεσιτική εργασίαν" όπως προβλέπει το άρθρο 6 του Νόμου και ότι το Συμβούλιο ορθά απέρριψε την αίτηση εγγραφής.

6. Εισηγούμαι απόρριψη της Ιεραρχικής Προσφυγής."

Πιο κάτω, με ημερομηνία 5 Μαρτίου 1996, φαίνεται η μονολεκτική απόφαση του Υπουργού ότι η προσφυγή "απορρίπτεται".

Πρώτα, ως προς το ζήτημα δέουσας έρευνας. Ο Υπουργός είχε ενώπιον του όλα τα στοιχεία που ενδιέφεραν. Και ήταν, καθώς παρατήρησα, τα όσα είχε θέσει υπόψη του η ιδία η αιτήτρια. Τα οποία έγιναν δεκτά. Τίποτε άλλο δεν μπορούσε να προσμετρήσει υπέρ της. Επομένως, ο Υπουργός δεν χρειαζόταν να επεκταθεί. Έπειτα, ως προς το ζήτημα άσκησης αρμοδιότητας, διαφωτίζει το εξής απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mobil Oil (Cyprus) Ltd κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 294 (στη σελ. 298):

"Το γεγονός ότι ο Υπουργός απλώς ανέφερε ότι συμφωνεί με την εισήγηση του λειτουργού δεν σημαίνει ότι δεν ασχολήθηκε με την επίλυση του θέματος ούτε και αποτελεί άρνηση άσκησης της εξουσίας που του παρέχει ο Νόμος. Αποτελεί θέμα πραγματικό πότε ο Υπουργός, ή οποιοδήποτε άλλο διοικητικό όργανο, ασκεί την εξουσία που του παρέχεται από το νόμο και πότε απλώς επισφραγίζει απόφαση άλλου."

Στην προκείμενη περίπτωση, έχοντας υπόψη τη φύση του θέματος σε συνάρτηση με τον τρόπο με τον οποίο εκτίθεντο όλα τα σχετικά στοιχεία στο υπόμνημα, η μονολεκτικότητα της απόφασης δεν φανερώνει κατά την άποψη μου έλλειψη άσκησης αρμοδιότητας ή, όπως το έθεσα αναλυτικά στην υπόθεση Κάπονα ν. Δημοκρατίας (1996) 4 A.A.Δ. 1669, "επισφράγιση της κρίσης τρίτου, χωρίς καμιά ένδειξη περί στάθμισης από τον ίδιο τον Υπουργό των στοιχείων και παραγόντων που θα μπορούσαν να προσμετρήσουν στη διαμόρφωση δικής του ανεξάρτητης πρωτογενούς κρίσης". Ως προς την αιτιολογία, αυτή προκύπτει επαρκώς από την παράγραφο 5 του μνημονίου την οποία παρέθεσα. Απομένει για εξέταση η θέση ότι ο Υπουργός πλανήθηκε ως προς το τί, ορθά ερμηνευομένη, διαλαμβάνει η δεύτερη επιφύλαξη του άρθρου 6(1) του Νόμου η οποία έχει ως εξής:

"Νοείται περαιτέρω ότι πρόσωπα άτινα δύνανται να απο[*3078]δείξωσιν ότι κατά την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου ήσκουν κατά κύριον λόγον το επάγγελμα του Κτηματομεσίτου δεν είναι απαραίτητον όπως έχωσι τα εν ταις παραγράφοις (β) και (στ) αναφερόμενα προσόντα."

Κατά την άποψη μου, ακόμα και με την πιο ευρεία ερμηνεία της εδώ κρίσιμης πρότασης "ήσκουν κατά κύριον λόγον το επάγγελμα" δεν θα καλύπτετο η περίπτωση της αιτήτριας. Η οποία στην περίοδο που ενδιαφέρει προδήλως ασκούσε "κατά κύριον λόγον" τραπεζικές εργασίες ως υπάλληλος εμπορικής τράπεζας. Η απόφαση του Υπουργού ήταν εν προκειμένω όχι μόνο λογικά εφικτή αλλά και αναπόφευκτη.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο