Πέτρου κ.ά. ν. ΑΤΗΚ (1997) 4 ΑΑΔ 3271

(1997) 4 ΑΑΔ 3271

[*3271] 19 Δεκεμβρίου, 1997

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Αιτητές,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 193/96, 204/96)

Προσφυγή βάσει τον Άρθρου 146 του Συντάγματος —Προθεσμία — Περιστάσεις εκπροθέσμου της προσφυγής στην κριθείσα περίπτωση.

Διοικητικό Δίκαιο —Παραίτηση από δημόσιο δικαίωμα — Είναι δυνατή υπό προϋποθέσεις — Δεν συναρτάται με παράκαμψη της ανατρεπτικής προθεσμίας προσφυγής βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη — Εκτελεστή πράξη σε αντίθεση προς πράξη εκτελέσεως.

Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη—Ανεπιφύλακτη αποδοχή της από τον αποδέκτη της — Συνέπειες.

Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της καταβολής σε αυτούς συγκεκριμένων ποσών ως αποζημίωση για την πρόωρη αφυπηρέτησή της παρόλο που είχαν ανεπιφύλακτα αποδεχθεί και δεν προσέβαλαν τις αποφάσεις καθορισμού των καταβληθέντων ποσών.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας ως απαράδεκτες τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

1. Τις θέσεις τους οι δικηγόροι υποστήριξαν με ένορκες δηλώσεις και με προφορική μαρτυρία που προσήχθη και από τις δυο πλευρές.

Το Δικαστήριο αποδέχεται σαν αξιόπιστη τη μαρτυρία των καθ' ων η αίτηση στο σύνολό της. Η μαρτυρία των αιτητών απορρίπτεται σαν [*3272] αναξιόπιστη. Επίσης δεν στέκει στη λογική η μαρτυρία τους. Δεν ήταν δυνατό, κάτω από τις συνθήκες, να μην γνώριζαν τι θα πρόσφερε η Αρχή και δεν μπορούσε να είχαν δημιουργήσει την εντύπωση ότι θα έπαιρναν ολόκληρο το ποσό. Η μαρτυρία τους είναι σκέψη που έκαναν εκ των υστέρων για να διεκδικήσουν και το υπόλοιπο ποσό. Με βάση τη μαρτυρία που έχει γίνει αποδεκτή, το Δικαστήριο βρίσκει ότι οι αιτητές γνώριζαν κατά το χρόνο που υπέγραψαν τις ανέκκλητες δηλώσεις τους, ότι το ποσό που τους προσφέρθηκε δεν ήταν ολόκληρο το ποσό που προνοούσε ο σχετικός Κανονισμός αλλά το 70%. Επομένως, οι προσφυγές τους, που καταχωρήθηκαν το Μάρτιο, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, είναι εκπρόθεσμες.

2. Το κατά πόσο επρόκειτο ή όχι για δημόσιο δικαίωμα, είναι αδιάφορο κατά την άποψη του Δικαστηρίου. Οι πρόνοιες του Άρθρου 146 του Συντάγματος όσον αφορά την προθεσμία, είναι επιτακτικές. Επομένως, έστω κι αν επρόκειτο για δημόσιο δικαίωμα, οι αιτητές είχαν επί τούτου την τελική και σαφή θέση της Αρχής και όφειλαν, αν επιθυμούσαν να την αμφισβητήσουν και να το πράξουν τούτο έγκαιρα.

Το εκπρόθεσμο των προσφυγών αφορά τη θεραπεία Α του αιτητικού των προσφυγών. Η θεραπεία Β αναφέρεται στην καταβολή της αποζημίωσης στους αιτητές, που όπως αναφέρθηκε και στην απόφαση στις υποθέσεις 263/95 και 482/95, είναι πράξη εκτέλεσης και όχι εκτελεστή.

3. Εν πάση περιπτώσει, οι αιτητές συναίνεσαν στα ποσά της αποζημίωσής τους και τα αποδέχτηκαν με τις ανέκκλητες δηλώσεις τους, τις οποίες υπέγραψαν, γνωρίζοντες ότι τα ποσά που αναφέρονταν σ' αυτές δεν ήταν τα προβλεπόμενα από τους Κανονισμούς αλλά λιγότερα. Το κατά πόσο επρόκειτο ή όχι για δημόσιο δικαίωμα, είναι και πάλι αδιάφορο. Και τούτο γιατί είναι δυνατή η παραίτηση από τέτοιο δικαίωμα, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δ.Α. Παπαγιώργης ν.Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1996) 3 Α.Α.Δ. 563), όπως και οι αυθεντίες που αναφέρονται σ' αυτήν. Έστω κι αν θεωρηθεί ότι πρόκειται για δημόσιο δικαίωμα, οι αιτητές με τις ρητές, γραπτές, ανεπιφύλακτες και ανέκκλητες δηλώσεις τους να αποδεχθούν ποσό χαμηλότερο από το προβλεπόμενο, εγκατέλειψαν το δικαίωμά τους αυτό και συνεπώς απώλεσαν το έννομο συμφέρον τους.

Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Παπαγιώργης ν. ΑΗΚ (1996) 3 Α.Α.Δ. 563. [*3273]

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης της Αρχής με την οποία καθόρισαν μικρότερο ποσό ως αποζημίωση για την πρόωρη αφυπηρέτηση των αιτητών.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

Κ. Χ"Ιωάννου, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Οι αιτητές στις υποθέσεις αυτές ζητούν τις πιο κάτω θεραπείες:

"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η αίτηση με την οποία ενέκριναν μεν την πρόωρη - ευδόκιμη αφυπηρέτηση των αιτητών από τις 31.12.95, πλην όμως καθόρισαν ως ποσό για την καταβολή σ' αυτούς αντί των ωφελημάτων που εκ του Νόμου δικαιούνται ως δικαίωμα δημοσίου δικαίου, μικρότερο και άρα είναι παράνομη, άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος η αποκοπή της διαφοράς.

Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η καθ' ης η αίτηση παράνομα κατακράτησε ή παρέλειψε να καταβάλει στους αιτητές κατά την πρόωρη αφυπηρέτηση τους, ολόκληρη την προβλεπόμενη από τους Κανονισμούς αποζημίωση και πως ότι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί."

Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν κατόπιν διαταγής του Δικαστηρίου γιατί έχουν κοινό πραγματικό υπόβαθρο και προβάλλονται κοινοί ισχυρισμοί για την ακύρωση των επιδίκων αποφάσεων.

Τα ονόματα των αιτητών στην υπόθεση 193/96 εμφαίνονται στον Πίνακα Α' που επισυνάπτεται στο τέλος της απόφασης.

Τα ονόματα των αιτητών στην υπόθεση 204/96 εμφαίνονται στον Πίνακα Β' που επίσης επισυνάπτεται στο τέλος της απόφασης.

Τα γεγονότα στις υποθέσεις αυτές είναι τα ίδια όπως και στη Γεωργίου ν. ΑΤΗΚ (1997) 4 A.A.Δ. 3240. Οι υποθέσεις αυτές όμως δεν συνεκδικάστηκαν με τις προαναφερθείσες, γιατί τέθη[*3274]καν αρχικά ενώπιον άλλου Δικαστή.

Όλοι οι αιτητές ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο υπάλληλοι της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (η Αρχή).

Η Αρχή, με εγκύκλιό της ημερ. 15.2.95, γνωστοποίησε στο προσωπικό ότι θα εξέταζε αιτήσεις υπαλλήλων που επιθυμούσαν να περατώσουν τη σταδιοδρομία τους πρόωρα-ευδόκιμα εντός του 1995 και καλούσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις αιτήσεις τους μέχρι τις 28.2.95. Όλοι οι αιτητές υπέβαλαν αιτήσεις εντός της καθορισθείσας προθεσμίας.

Οι αφυπηρετήσεις των αιτητών, αφού έγιναν οι νενομισμένοι υπολογισμοί για το κόστος τους, εγκρίθηκαν από την Αρχή κατά τη συνεδρία της ημερ. 5.7.95. Ακολούθησε ακριβής υπολογισμός τόσο των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων τους όσο και του ποσού της αποζημίωσης που θα πρόσφερε η Αρχή στον καθένα, λόγω της πρόωρης-ευδόκιμης αφυπηρέτησής τους και οι αιτητές κλήθηκαν στη συνέχεια και υπέγραψαν πανομοιότυπες δηλώσεις, με τις οποίες δήλωναν την ανέκκλητη απόφασή τους να αφυπηρετήσουν πρόωρα. Στις δηλώσεις αυτές αναφερόταν και το ακριβές ποσό που θα λάμβανε ο καθένας ως αποζημίωση για την πρόωρη-ευδόκιμη αφυπηρέτησή του, που ήταν διαφορετικό για τον κάθε αιτητή. Παραθέτω δειγματικά, τη δήλωση ενός των αιτητών:

"Ο υπογεγραμμένος Λουκής Σουρμελής (2283) με την παρούσα μου υποβάλλω την ανέκκλητη απόφασή μου ν' αφυπηρετήσω πρόωρα, από την 31.12.95, από την υπηρεσία της Αρχής, νοουμένου ότι θα τύχω του ευεργετήματος της ευδόκιμης περατώσεως της σταδιοδρομίας μου, που προνοείται στους περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικούς Κανονισμούς και το ποσό το οποίο συμφωνώ ότι θα μου χορηγηθεί ως αποζημίωση για την ευδόκιμη αφυπηρέτησή μου, πέραν των νόμιμων απολαβών και συνταξιοδοτικών μου ωφελημάτων, θα είναι και πρέπει να είναι £25.782."

Οι πιο πάνω δηλώσεις υπογράφηκαν από τους αιτητές κατά διάφορες ημερομηνίες, μεταξύ 26.10.95 και 30.11.95. Ακολούθως οι αιτητές ειδοποιήθηκαν με επιστολές ημερ. 7.11.95 και 7.12.95, ότι οι αιτήσεις τους έγιναν αποδεκτές. Οι αιτητές αφυπηρέτησαν στις 31.12.95 και στις 3.1.96 καταβλήθηκαν σ' αυτούς τα ποσά της αποζημίωσης που αναφέρονταν στις δηλώσεις που υπέγραψαν. Στις 7.2.96, ορισμένοι από τους αιτητές διαμαρτυρήθηκαν με επιστολή του δικηγόρου τους, ισχυριζόμενοι ότι τώ[*3275]ρα διαπίστωσαν ότι το ποσό που τους πρόσφερε η Αρχή με τη δήλωση που υπέγραψαν και το οποίο τους καταβλήθηκε, δεν είναι το προβλεπόμενο από τους Κανονισμούς και αξιούσαν αποκατάσταση της νομιμότητας. Στις 12.3.96 και 18.3.96 αντίστοιχα, καταχωρήθηκαν οι παρούσες προσφυγές.

Είναι κοινώς αποδεκτό ότι τα ποσά που δόθηκαν στους αιτητές αντιπροσωπεύουν το 70% του μέγιστου επιτρεπόμενου ποσού βάσει του Κανονισμού 21(Ι) (στ). Η Αρχή, όμως, ισχυρίζεται ότι της παρείχετο αυτή η ευχέρεια με βάση τους περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικούς Κανονισμούς.

Εγείρονται και εδώ οι ίδιες προδικαστικές ενστάσεις που εγέρθηκαν στις υποθέσεις 263/95 και 482/95.

Στις πιο πάνω υποθέσεις εξέδωσα στις 17.7.96 ενδιάμεση απόφαση αναφορικά με την προδικαστική ένσταση περί του εκπροθέσμου των προσφυγών. Όμως, όπως εξηγώ στην απόφασή μου στις πιο πάνω υποθέσεις, την οποία εξέδωσα επίσης σήμερα, κατά το χρόνο της έκδοσης της πιο πάνω ενδιάμεσης απόφασής μου δεν είχαν τεθεί ενώπιόν μου όλα τα στοιχεία που αφορούσαν τις υποθέσεις, μετά την αποκάλυψη των οποίων διαφοροποιήθηκε η κατάσταση. Δεν θεωρώ ότι δεσμεύομαι από την πιο πάνω ενδιάμεση απόφασή μου υπό τις περιστάσεις, και αφού οι παρούσες υποθέσεις δεν συνεκδικάστηκαν με τις υποθέσεις 263/95 και 482/95. Γι' αυτό θα εξετάσω την προδικαστική ένσταση.

Ο δικηγόρος για τους καθ' ων η αίτηση υποστήριξε ότι οι προσφυγές είναι εκπρόθεσμες, αφού οι πλείστοι των αιτητών έλαβαν γνώση της απόφασης της Αρχής για την πρόωρη αφυπηρέτησή τους με τις επιστολές ημερ. 7.11.95, οι δε υπόλοιποι, 5 τον αριθμό, στις 7.12.95. Οι αιτητές δε, όπως υποστηρίζει, γνώριζαν από προηγουμένως, από την ημερομηνία τουλάχιστον που υπέγραψαν τις ανέκκλητες δηλώσεις τους για πρόωρη αφυπηρέτησή, το ακριβές ποσό που θα τους καταβαλλόταν ως αποζημίωση για την πρόωρη αφυπηρέτησή τους. Συνεπώς, καταλήγει, οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση των επίδικων ζητημάτων το αργότερο στις 7.11.95 και 7.12.95 και οι προσφυγές αυτές, που καταχωρήθηκαν στις 12.3.96 και 18.3.96, μετά την παρέλευση των 75 ημερών που προνοεί το άρθρο 146 του Συντάγματος, είναι εκπρόθεσμες.

Ο δικηγόρος για τους αιτητές υπέβαλε ότι οι αιτητές δεν γνώριζαν όταν υπέγραφαν τις ανέκκλητες δηλώσεις τους ότι το ποσό που αναγράφετο δεν είναι αυτό που δικαιούνταν με βάση [*3276] τους Κανονισμούς της Αρχής, αλλά αντελήφθησαν τούτο στις 7.1.96, οπότε και απηύθυναν μέσω του δικηγόρου τους, την προαναφερθείσα επιστολή/διαμαρτυρία προς την Αρχή.

Ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι ανεξάρτητα από το αν γνώριζαν ή όχι οι αιτητές, επρόκειτο περί δημοσίου δικαιώματος το οποίο δεν μπορούσαν οι αιτητές να αποποιηθούν, η δε Αρχή είχε εκ του νόμου οφειλόμενη ενέργεια να καταβάλει τα προβλεπόμενα από τους Κανονισμούς ποσά. Ως εκ τούτου, είπε, υπάρχει συνεχιζόμενη παράλειψη εκ μέρους της Αρχής, ανεξάρτητα από το πότε έλαβαν πλήρη γνώση οι αιτητές και το κατά πόσο η προσφυγή είναι ή όχι εμπρόθεσμη.

Τις πιο πάνω θέσεις τους οι δικηγόροι υποστήριξαν με ένορκες δηλώσεις και με προφορική μαρτυρία που προσήχθη και από τις δυο πλευρές.

Οι αιτητές υποστήριξαν και με τη μαρτυρία τους ότι δεν γνώριζαν, όταν υπέγραφαν τις ανέκκλητες δηλώσεις τους, ότι το ποσό που αναγράφετο σ' αυτές δεν ήταν εκείνο που προνοούσαν οι Κανονισμοί και ότι το αντελήφθησαν μετά την καταβολή της αποζημίωσης. Από την άλλη, ο κ. Κωφού, Προϊστάμενος Υπηρεσίας Α' στην υπηρεσία της Αρχής, που κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε στο Τμήμα Εσωτερικού Ελέγχου της Αρχής, είπε ότι όλοι ανεξαιρέτως οι υπάλληλοι που επιθυμούσαν να αφυπηρετήσουν ευδόκιμα, απευθύνονταν κοντά του για να τους κάνει τον υπολογισμό της αποζημίωσης τους, πριν κληθούν από την Αρχή να υπογράψουν τις ανέκκλητες δηλώσεις τους. Είπε επίσης ότι και οι αιτητές στις υποθέσεις αυτές απευθύνθηκαν σ' αυτόν και τους πληροφόρησε ότι το ποσό που τους ανακοίνωσε αντιπροσώπευε το 70% του μεγίστου ποσού που προνοούσε ο Κανονισμός 21(Ι)(στ).

Από το σύνολο της μαρτυρίας που προσήχθη εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, διαφάνηκε επίσης ότι ήταν επί σειρά ετών η τακτική της Αρχής να προσφέρει, σε περίπτωση ευδόκιμης αφυπηρέτησης, ποσά χαμηλότερα του μεγίστου επιτρεπτού με βάση τον Καν. 21(Ι)(στ). Αυτό δε ήταν ευρέως γνωστό στους υπαλλήλους της Αρχής, αποτελούσε δε, από το 1994 και αντικείμενο συζήτησης και διαπραγμάτευσης μεταξύ των συντεχνιών των υπαλλήλων - στις οποίες ανήκαν και οι αιτητές - και της Αρχής. Και τούτο, επειδή πριν το 1994 το ποσό που δινόταν ήταν ο 80% του μέγιστου επιτρεπτού, από δε το 1994 η Αρχή πρόσφερε μόνο το 70%. Το γεγονός επιβεβαιώνεται από τα διάφορα πρακτικά και μνημόνια των συντεχνιών που κατατέθηκαν ως τεκμήρια. [*3277]

Αποδέχομαι σαν αξιόπιστη τη μαρτυρία των καθ' ων η αίτηση στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του κ. Κωφού. Η μαρτυρία των αιτητών απορρίπτεται σαν αναξιόπιστη. Επίσης δεν στέκει στη λογική η μαρτυρία τους. Δεν ήταν δυνατό, κάτω από τις συνθήκες, να μην γνώριζαν τι θα πρόσφερε η Αρχή και δεν μπορούσε να είχαν δημιουργήσει την εντύπωση ότι θα έπαιρναν ολόκληρο το ποσό. Η μαρτυρία τους είναι σκέψη που έκαναν εκ των υστέρων για να διεκδικήσουν και το υπόλοιπο ποσό. Με βάση τη μαρτυρία που έχω αποδεχθεί ευρίσκω ότι οι αιτητές γνώριζαν κατά το χρόνο που υπέγραψαν τις ανέκκλητες δηλώσεις τους, ότι το ποσό που τους προσφέρθηκε δεν ήταν ολόκληρο το ποσό που προνοούσε ο σχετικός Κανονισμός αλλά το 70%. Επομένως, οι προσφυγές τους, που καταχωρήθηκαν το Μάρτιο, όπως ανέφερα πιο πάνω, είναι εκπρόθεσμες.

Το κατά πόσο επρόκειτο ή όχι για δημόσιο δικαίωμα, είναι αδιάφορο κατά την άποψή μου. Οι πρόνοιες του Άρθρου 146 του Συντάγματος όσον αφορά την προθεσμία, είναι επιτακτικές. Επομένως, έστω κι αν επρόκειτο για δημόσιο δικαίωμα,, οι αιτητές είχαν επί τούτου την τελική και σαφή θέση της Αρχής και όφειλαν, αν επιθυμούσαν να την αμφισβητήσουν και να το πράξουν τούτο έγκαιρα.

Το εκπρόθεσμο των προσφυγών αφορά τη θεραπεία Α του αιτητικού των προσφυγών. Η θεραπεία Β αναφέρεται στην καταβολή της αποζημίωσης στους αιτητές, που όπως είπα και στην απόφαση μου στη Γεωργίου ν. ΑΤΗΚ (1997) 4 Α.Α.Δ. 3240, στην οποία παραπέμπω, είναι πράξη εκτέλεσης και όχι εκτελεστή.

Εν πάση περιπτώσει, οι αιτητές συναίνεσαν στα ποσά της αποζημίωσης τους και τα αποδέχτηκαν με τις ανέκκλητες δηλώσεις τους, τις οποίες υπέγραψαν, γνωρίζοντες ότι τα ποσά που αναφέρονταν σ' αυτές δεν ήταν τα προβλεπόμενα από τους Κανονισμούς αλλά λιγότερα. Το κατά πόσο επρόκειτο ή όχι για δημόσιο δικαίωμα, είναι και πάλι αδιάφορο, κατά την άποψή μου. Και τούτο γιατί είναι δυνατή η παραίτηση από τέτοιο δικαίωμα, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δ.Α. Παπαγιώργης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1996) 3 Α.Α.Δ. 563), όπως και οι αυθεντίες που αναφέρονται σ' αυτήν. Έστω κι αν θεωρήσω ότι πρόκειται για δημόσιο δικαίωμα, οι αιτητές με τις ρητές, γραπτές, ανεπιφύλακτες και ανέκκλητες δηλώσεις τους να αποδεχθούν ποσό χαμηλότερο από το προβλεπόμενο, εγκατέλειψαν το δικαίωμα τους αυτό και συνεπώς απώλεσαν το έννομο συμφέρον τους. [*3278]

Καταλήγω ότι οι προσφυγές πρέπει ν' απορριφθούν για τους λόγους που ανάφερα.

Σαν αποτέλεσμα, οι προσφυγές αυτές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται, με έξοδα εις βάρος των αιτητών.

Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.

 

Πίνακας  A

2. Άνδρος Κ. Ζαντής

3.Παναγιώτης Παπαϊωάννου

4. Ιωάννης Σεβαστίδης

5. Σοφοκλής Χ "Λαζάρου

6. Ανδρέας Φιλίππου

7. Γεώργιος Πόρακος

8. Ελλάδα Χ"Γεωργίου

9. Ρένος Μιχαηλίδης

10. Κυριάκος Κωνσταντίνου

11. Ευτυχία Λ. Γεωργιάδου

12. Άρτεμις Μάρκου

13. Μαρούλλα Μ. Πιερή

14. Ανδρέας Χατζηγιάννης

15. Στυλιανός Λάμπρου

16. Ανδρέας Σχίζας

17. Ερατώ Λοΐζου

18. Σωτηρούλλα Μενοίκου

19. Ειρήνη Μακαρίου

 Πίνακας Β

2. Θεόφιλος Γρηγορίου

3. Ελένη Κωνσταντίνου

4. Νίνα Χρ. Γεωργάκη

5. Ανδρέας Λοΐζου

6. Νίκος Βαρναβίδης

7. Σοφοκλής Γιασίτης

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο