Ανδρέα Γ. Παπασωζόμενου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 122/97, 16.3.1998 Ανδρέα Γ. Παπασωζόμενου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 122/97, 16.3.1998

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 122/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 146 και 28 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Ανδρέα Γ. Παπασωζόμενου

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 16.3.1998

Για τον αιτητή: Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: Γ. Κωνσταντίνου-Ερωτοκρίτου, Εισαγγελέας

της Δημοκρατίας.

Για τα ενδιαφερόμενα μέρη: Α. Κωνσταντίνου.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της προαγωγής των Κυριάκου Αγαθού και Σάββα Σαββίδη στη μόνιμη θέση Πρώτου Εκτελεστικού Μηχανικού (Τακτικός Προϋπολογισμός) στο Τμήμα Δημοσίων Έργων.

Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής αλλά τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ήταν ήδη δημόσιοι υπάλληλοι. Κατείχαν και οι τρεις τη θέση του Ανώτερου Εκτελεστικού Μηχανικού. Ο αιτητής από την 1.5.1994. Ο Κ. Αγαθού από την 1.1.1983 και ο Σ. Σαββίδης από την 1.1.1986. Προέκυπτε έτσι μεγάλη διαφορά στην αρχαιότητα υπέρ των ενδιαφερομένων προσώπων. Προσδόθηκε σημασία στον παράγοντα αυτό, υπέρμετρη όμως, κατά τον αιτητή. Η βαρύτητά του, όπως εισηγείται, δεν μπορούσε παρά να ήταν περιορισμένη αφού η θέση ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής και ψηλά στην ιεραρχία.

Οι υπηρεσιακές εκθέσεις των τριών, ιδιαίτερα των πέντε τελευταίων χρόνων, τους τοποθετούσαν στο ίδιο ψηλό επίπεδο. Όμως ο Διευθυντής του Τμήματος Δημοσίων Έργων σύστησε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Και ο αιτητής υποστηρίζει πως, για λόγους που ανέπτυξε, δεν έπρεπε να μετρήσει υπέρ τους αυτό το πρόσθετο στοιχείο.

Η γενική εντύπωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν πιο ευνοϊκή για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Για λόγους που κατέγραψε, χαρακτήρισε τον Κ. Αγαθού ως σχεδόν εξαίρετο, το Σ. Σαββίδη ως εξαίρετο και τον αιτητή ως πολύ καλό. Υποστηρίζει ο αιτητής πως δεν θα έπρεπε να προσδοθεί σημασία σ΄ αυτό ιδίως αφού κατά την κρίση της ίδιας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ο αιτητής απέδωσε καλύτερα από τον Κ. Αγαθού στην ενώπιόν της συνέντευξη. Είχε κρίνει τον Κ. Αγαθού ως πολύ καλό +, το Σ. Σαββίδη ως σχεδόν εξαίρετο και τον ίδιο ως πάρα πολύ καλό.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή αναγνώρισε πως είχαν και οι τρεις “πλατιά πείρα”. Χρονικά όμως μεγαλύτερη στην περίπτωση των ενδιαφερομένων προσώπων και η ΕΔΥ σημείωσε και αυτή τη διάσταση μαζί με την αναφορά της στην αρχαιότητά τους. Κακώς, υποστηρίζει ο αιτητής, αφού εδώ η πείρα ήταν στοιχείο συναρτημένο προς την έκταση της υπηρεσίας και την αρχαιότητά τους.

Το Σχέδιο Υπηρεσίας προέβλεπε πως “μεταπτυχιακό προσόν σε θέματα σχετιζόμενα με τις δραστηριότητες του Τμήματος θα αποτελή πλεονέκτημα” και ο αιτητής, όπως αναγνωρίστηκε, είχε όχι μόνο τέτοιο μεταπτυχιακό αλλά και διδακτορικό. Και, όπως υποστηρίζει, δεν αιτιολογήθηκε ειδικά η παραγνώρισή του και η επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων που δεν κατείχαν το πλεονέκτημα.

Οι καθ΄ων η αίτηση και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα υποστήριξαν τη διοικητική απόφαση με αναφορά στο κάθε ένα από τα σημεία που εγέρθηκαν και στην ευρεία διακριτική εξουσία της ΕΔΥ, αφού η θέση βρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία.

Μελέτησα τις αγορεύσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων των μερών, την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα πρακτικά της ΕΔΥ και τα στοιχεία των φακέλων. Καταλήγω πως δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας:

(1) Αντίθετα προς την εισήγηση του αιτητή, δεν ετίθετο ζήτημα αιτιολόγησης από το Διευθυντή της παραγνώρισης του πλεονεκτήματος που κατείχε ο αιτητής. Αυτό το καθήκον το έχει η ΕΔΥ ως το όργανο με την αποφασιστική αρμοδιότητα. Η σύσταση του Διευθυντή ήταν στοιχείο κρίσης, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν αιτιολογημένη. Το άρθρο 34(9) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν.1/90 όπως τροποποιήθηκε), αντίθετα προς τις διατάξεις του άρθρου 35(4), δεν απαιτεί να είναι αιτιολογημένες οι συστάσεις στις περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής. Ο ισχυρισμός δε πως η σύσταση ήταν αντίθετη προς τα στοιχεία των φακέλων παρέμεινε εντελώς ατεκμηρίωτος. Δεν διαπιστώνεται τέτοια σύγκρουση και η εισήγηση του αιτητή είναι και αντιφατική προς άλλη παράλληλη, αλλά και αυτή ατεκμηρίωτη, πως η σύσταση απλώς είχε αναπαράξει τα στοιχεία των φακέλων.

(2) Δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός του αιτητή πως η ΕΔΥ παρασιώπησε την καλύτερη απόδοση του αιτητή, σε σχέση με τον Αγαθού, στη συνέντευξη που διεξήγαγε. Αναφέρεται ρητά σε αυτό το γεγονός και δεν αποκαλύπτει ασυνέπεια ή πρόσδοση σημασίας και στο γεγονός ότι οι εντυπώσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν καλύτερες για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Περιλαμβάνονται και αυτές οι εντυπώσεις στα στοιχεία κρίσης και δεν πάσχει η τοποθέτησή τους, μαζί με όλα τ΄ άλλα, στην πλάστιγγα.

(3) Η ΕΔΥ αιτιολόγησε ειδικά την απόφασή της να επιλέξει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα παρά το γεγονός ότι ο αιτητής είχε το πλεονέκτημα, με το οποίο ρητά ασχολήθηκε. Έκρινε ότι δεν μπορούσε να υπερισχύσει της σύστασης του Διευθυντή, της αρχαιότητας και πείρας που διέθεταν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και της ψηλότερης αξιολόγησής τους από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Ήταν εύλογα επιτρεπτή αυτή η προσέγγιση και δεν νομίζω πως παρέχεται περιθώριο για παρέμβαση. Τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα είχαν, όπως σημειώθηκε από την ΕΔΥ, ευρύτατη πείρα. Ο όρος, όπως προκύπτει, χρησιμοποιήθηκε με τη χρονική του διάσταση αλλά δεν μπορώ να συμφωνήσω πως εξ΄ αυτού, στο σύνολο των δεδομένων, στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας. Έχω ήδη σημειώσει πως ο αιτητής είχε υπηρετήσει μόλις 2 1/2 περίπου χρόνια στην προηγούμενη θέση. Την οποία τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα κατείχαν από το 1983 και το 1986 αντίστοιχα. Κατά τη σταδιοδρομία τους δε στη Δημόσια Υπηρεσία, σε όλες τις βαθμίδες, προηγούνταν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Μετά την απόκτηση των ακαδημαϊκών τους προσόντων, διορίστηκαν ο Κ. Αγαθού το 1965, ο Σ. Σαββίδης το 1968 και ο αιτητής το 1972. Προάχθηκαν δε σε Εκτελεστικό Μηχανικό Πρώτης Τάξης ο Κ. Αγαθού το 1969, ο Σ. Σαββίδης το 1972 και ο αιτητής το 1975. Για να ακολουθήσει η προαγωγή τους στην αμέσως προηγούμενη θέση, κατά τις ημερομηνίες, που προανέφερα. Αλλά, όπως σημειώνεται, δεν ήταν μόνο η αρχαιότητα των ενδιαφερομένων προσώπων και δεν μπορώ να συμμεριστώ την άποψη πως της προσδόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα. Στο σύνολο έγινε μια ευλόγως επιτρεπτή επιλογή και η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Γ. Κωνσταντινίδης,

Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο