Ανδρέα Χατζηβασιλείου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 796/96, 31 Μαρτίου 1998 Ανδρέα Χατζηβασιλείου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 796/96, 31 Μαρτίου 1998

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 796/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Ανδρέα Χατζηβασιλείου, από τη Λευκωσία,

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------

31 Μαρτίου 1998

Για τον αιτητή: Α. Παπαχαραλάμπους.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Μ. Ευαγγέλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

Για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα: Καμιά εμφάνιση.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ), ημερ. 22 Ιουλίου 1996, με την οποία επέλεξε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα για προαγωγή σε πέντε μόνιμες (Τακτ. Προϋπ.) θέσεις Αρχιδεσμοφύλακα, Φυλακές. Κατόπιν αποδοχής τους, η Ε.Δ.Υ. στις 6 Αυγούστου 1996 καθόρισε τη 15 Αυγούστου 1996 ως την ημερομηνία ισχύος των προαγωγών.

Πρόκειται για θέσεις μόνο προαγωγής. Στην κλίμακα Α8. Τα καθήκοντα και ευθύνες καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας ως εξής:

“Καθήκοντα και ευθύνες:

(α) Υπεύθυνος για την εφαρμογή του καθορισμένου προγράμματος εργασίας των Δεσμοφυλάκων, καταδίκων και υποδίκων.

(β) Εποπτεύει, καθοδηγεί εκπαιδεύει και ελέγχει κατώτερο προσωπικό.

(γ) Εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα που θα του ανατεθούν.”

 

Τα απαιτούμενα προσόντα συμπεριλαμβάνουν:

“Ακεραιότητα χαρακτήρα, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.”

 

Ο αιτητής ήταν ένας από πενήντα επτά υποψηφίους. Η σύγκριση μεταξύ αυτού και των επιλεγέντων εμφανίζει την ακόλουθη εικόνα. Στην αξία, στο βαθμό που την αποκαλύπτουν οι υπηρεσιακές εκθέσεις, ήταν όλοι ουσιαστικά ισοδύναμοι. Για τα τελευταία πέντε έτη, από το 1991 μέχρι και το 1995, βαθμολογήθηκαν όλοι ως “εξαίρετοι” με μόνη διαφοροποίηση τη βαθμολόγηση του αιτητή με το “πολύ ικανοποιητικά” στη Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα για το 1992. Που δεν αλλάζει όμως τη γενική εικόνα. Στα ακαδημαϊκά ή επαγγελματικά προσόντα δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ του αιτητή και των ενδιαφερομένων προσώπων Χ. Γαβριήλ, Α. Αγγελή και Α. Προδρόμου αλλά τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Κ. Κωνσταντίνου και Α. Παπαποστόλου κατείχαν πρόσθετο προσόν - διαφορετικό ο καθένας - το οποίο, ενώ δεν προβλεπόταν στο σχέδιο υπηρεσίας και δεν αποτελούσε πλεονέκτημα, εν τούτοις θεωρήθηκε σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης και λήφθηκε υπόψη. Ο αιτητής αμφισβήτησε τη σχετικότητα του αντίστοιχου προσόντος χωρίς όμως να προσφέρει οποιαδήποτε εξήγηση για τη θέση του. Θεωρώ εν προκειμένω ότι η άποψη τόσο του Διευθυντή Φυλακών στη σύσταση του όσο και της Ε.Δ.Υ. κατά την τελική κρίση, ήταν εύλογα επιτρεπτή: βλ. Δημοκρατία ν. Ανδρέου κ.α. (1993) 3 Α.Α.Δ. 153.

Ως προς την αρχαιότητα, ο αιτητής επροηγείτο α) του Κ. Κωνσταντίνου κατά 14 μήνες στην προηγούμενη θέση. β) του Χ. Γαβριήλ κατά σχεδόν 5 χρόνια στην προηγούμενη θέση και 8½ μήνες στη θέση που κατείχαν. γ) του Α. Αγγελή κατά σχεδόν 5 χρόνια στην προηγούμενη θέση και 8½ μήνες στη θέση που κατείχαν. δ) του Α. Προδρόμου κατά 6 χρόνια - 8 μήνες στην προηγούμενη θέση και 1 χρόνο - 8½ μήνες στη θέση που κατείχαν. και ε) του Α. Παπαποστόλου κατά 6 χρόνια - 8 μήνες στην προηγούμενη θέση και 1 χρόνο - 8½ μήνες στη θέση που κατείχαν.

Οι επιλεγέντες είχαν υπέρ τους τη σύσταση του Διευθυντή. Τους χαρακτήρισε όλους εργατικούς, τίμιους, συνεπείς, έμπιστους και δυναμικούς στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Επιπλέον ανέφερε για τους Κ. Κωνσταντίνου, Χ. Γαβριήλ, Α. Αγγελή και Α. Προδρόμου ότι διαθέτουν διοικητικές ικανότητες, κύρος και προσωπικότητα, ιδιότητες οι οποίες, όπως είπε, ήταν “απαραίτητες για την ενάσκηση του ρόλου της υπό πλήρωση θέσης” ενώ για τον Α. Παπαποστόλου σημείωσε τις διοικητικές ικανότητες και τον περιέγραψε ως αποτελεσματικό, προσθέτοντας ότι και αυτές οι ιδιότητες ήταν πολύ σημαντικές για τη θέση.

Η Ε.Δ.Υ., κατά την συνεκτίμηση του συνόλου των ενώπιον της στοιχείων, τα οποία εξειδίκευσε και συζήτησε, σημείωσε γενικά “τις ιδιαιτερότητες που υπάρχουν στη λειτουργία της υπηρεσίας Φυλακών αναφορικά με την επίτευξη και διατήρηση συνθηκών τάξης και ασφάλειας”, συνδέοντας τις με τις προσωπικές ιδιότητες “που πρέπει να διαθέτουν οι κάτοχοι της θέσης για αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων τους”. Καθώς είναι προφανές, η σύσταση του Διευθυντή απέβη καθοριστική στην επιλογή.

Ο αιτητής προβάλλει ότι η σύσταση πάσχει. Την χαρακτηρίζει ως παράνομη, παραπλανητική και αναιτιολόγητη. Καταλογίζει στον Διευθυντή επιλεκτική και υπεργενικευμένη αναφορά σε ιδιότητες των ενδιαφερομένων προσώπων για να τους προσδώσει υπεροχή ενώ σύμφωνα με τις υπηρεσιακές εκθέσεις ο αιτητής δεν υστερούσε. Οπότε θα έπρεπε να υπερίσχυε η αρχαιότητα του. Επίσης προβάλλει ότι η απόφαση της Ε.Δ.Υ. ήταν αναιτιολόγητη.

Παρατηρώ κατ΄ αρχάς ότι ορισμένες από τις ικανότητες ή ιδιότητες που ο Διευθυντής απέδωσε στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα απαντώνται είτε με την ίδια ορολογία είτε με άλλη και στις υπηρεσιακές εκθέσεις με βάση τις οποίες ο αιτητής είναι, καθώς σημείωσα, ισοδύναμος με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Η διοικητική ικανότητα είναι μία. Έπειτα η εργατικότητα, στην οποία αναφέρθηκε ο Διευθυντής, αντικατοπτρίζεται με ό,τι στις υπηρεσιακές εκθέσεις αποκαλείται ως “απόδοση” ενώ και το “υπηρεσιακό ενδιαφέρον” αποτελεί νομίζω συναφή έκφανση. Το ίδιο και η αποκαλούμενη στις υπηρεσιακές εκθέσεις ως “υπευθυνότητα”, μου φαίνεται να χαρακτηρίζει τον υπάλληλο που είναι συνεπής και έμπιστος, κατά την ορολογία του Διευθυντή. Επισημαίνω παρενθετικά πως το ότι μερικές από αυτές τις ιδιότητες και ικανότητες περιλαμβάνονται στα απαραίτητα για τη θέση προσόντα δεν σημαίνει και ότι δεν υπάρχει περιθώριο κατά την αξιολόγηση για συγκριτική προς τα άνω θεώρηση. Στη σύσταση αναφέρονται όμως και άλλες, πρόσθετες ιδιότητες των ενδιαφερομένων προσώπων οι οποίες προσιδιάζουν στη θέση. Πρόκειται, στην περίπτωση των Κ. Κωνσταντίνου, Χ. Γαβριήλ, Α. Αγγελή και Α. Προδρόμου για τον δυναμισμό, το κύρος, την προσωπικότητα. και στην περίπτωση του Α. Παπαποστόλου για τον δυναμισμό και την αποτελεσματικότητα του. Αυτές οι αντίστοιχες ιδιότητες συνιστούν βάσιμα αιτιολογικά ερείσματα που υποθεμελιώνουν τη σύσταση: βλ. Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 387. Η αναφορά του Διευθυντή και σε άλλες ιδιότητες και ικανότητες τις οποίες, σύμφωνα με τις υπηρεσιακές εκθέσεις, έχει και ο αιτητής, δεν αναιρούν τα εν λόγω ερείσματα ούτε αφαιρούν από αυτά, δεδομένου ότι δεν υπάρχει ένδειξη περί παρανόησης των όσων διέθετε ο αιτητής. Υπενθυμίζω ότι η σύγκριση για την επιλογή δεν έγινε μεταξύ μόνο των πέντε ενδιαφερομένων προσώπων και του αιτητή αλλά και των υπολοίπων πενήντα ενός υποψηφίων σε σχέση με τους οποίους θα είχαν σημασία πτυχές που δεν αφορούσαν στον αιτητή. Θεωρώ τη σύσταση επαρκώς αιτιολογημένη και έγκυρη.

Η Ε.Δ.Υ. δεν παραγνώρισε την αρχαιότητα του αιτητή αναφορικά με την οποία έγινε, καθώς φαίνεται από το σχετικό πρακτικό, εκτενής αναφορά και σταθμίστηκε με τη σύσταση του Διευθυντή. Στην περίπτωση των δύο από τους επιλεγέντες λήφθηκε σε κάποιο βαθμό υπόψη και το μη προβλεπόμενο πρόσθετο προσόν αλλά, καθώς είναι προφανές, κρίσιμη απέβη εν τέλει για την επιλογή όλων των ενδιαφερομένων προσώπων, η σύσταση. Δεν υπήρχε σε αυτή ο,τιδήποτε το μεμπτό. Η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο