ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 544/97
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
Μεταξύ -
Κώστα Μιχαήλ από τη Λεμεσό
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
1. Υπουργού Εσωτερικών
2. Διευθυντή Υπηρεσίας Διαχείρισης
Τουρκοκυπριακών Περιουσιών
Καθών η αίτηση
-----------------------
Ημερομηνία:
19 Ιουνίου, 1998Για τον αιτητή: Μ. Κυπριανού
Για τους καθών η αίτηση: Α. Χριστοφόρου, δικηγόρος της Δημοκρατίας
-------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής είναι εκτοπισμένο πρόσωπο. Στις 13/3/96 υπέβαλε αίτηση στον καθού η αίτηση 2 Διευθυντή Υπηρεσίας Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Υπηρεσιών. Ζητούσε “άδεια χρήσης” τεμαχίου γης, που κείται στο Πέρα Χωρίο Νήσου και είναι τουρκοκυπριακής ιδιοκτησίας. Στις 22/4/96 υπογράφηκε συμφωνία, τιτλοφορούμενη “άδεια χρήσης (licence)” για περίοδο ενός έτους έναντι αποζημίωσης για τη χρήση, ύψους £400. Τη συμφωνία υπέγραψε ο Υπουργός Εσωτερικών (καθού η αίτηση 1) υπό την ιδιότητα του ως Κηδεμόνας των Τουρκοκυπριακών Περιουσιών γενικά.
Μπορεί εδώ να λεχθεί ότι ο Υπουργός Εσωτερικών (Υπουργός) έχει διορισθεί Κηδεμόνας των Τουρκοκυπριακών Περιουσιών: άρθρ. 3 του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 1991 (αρ. 139/91). Η ίδια διάταξη προβλέπει ότι ο Υπουργός διαχειρίζεται τις περιουσίες αυτές “και ασκεί τις αρμοδιότητες που του χορηγούνται με τον παρόντα νόμο διαρκούσης της έκρυθμης κατάστασης και μέχρις ότου επιτευχθεί τελική διευθέτηση του θέματος αυτού”.
Πρόσθετα ο αιτητής εξασφάλισε πολεοδομική άδεια για λατόμευση υλικού από την παραπάνω έκταση γης, που λήγει στις 8/11/98. Ας σημειωθεί ότι διάφοροι φορείς, από τους οποίους ζητήθηκε να εκφράσουν άποψη, δεν είχαν αντιρρήσεις στη χορήγηση τέτοιας άδειας (Υπουργείο Γεωργίας, Έπαρχος και Δήμος Λευκωσίας), παρόλο που εκδηλώθηκαν σφοδρές αντιδράσεις από κατοίκους των γειτονικών περιοχών και από το Συμβούλιο Βελτιώσεως Πέρα Χωρίου Νήσου. Παράλληλα, χορηγήθηκε στον αιτητή, από την αρμόδια αρχή, το προνόμιο λατομείου με αρ. 8641 για την ανόρυξη χαβαροχαλίκων, από την παραπάνω περιουσία, το οποίο ισχύει επίσης μέχρι 8/11/98.
Φαίνεται ότι οι ενέργειες της διοίκησης συντήρησαν τη διαμάχη με τους κατοίκους, που συνέχισαν τις διαμαρτυρίες τους. Έτσι, όταν στις 9/4/97 ο αιτητής αποτάθηκε για ανανέωση της συμφωνίας χρήσης, οι καθών, στις 9/5/97, απέρριψαν το αίτημα λόγω της στάσης αυτής του Συμβουλίου και των κατοίκων. Συγκεκριμένα αναφέρει η επιστολή των καθών της ίδιας ημερομηνίας:
“Επιθυμώ να αναφερθώ στην επιστολή σας με ημ. 9.4.97, σχετικά με ανανέωση συμβολαίου χρήσης Τ/Κ γης στο χωριό Πέρα Χωρίο Νήσου και να σας πληροφορήσω ότι το εν λόγω συμβόλαιο δεν μπορεί να ανανεωθεί στο παρόν στάδιο, για το λόγο ότι το Συμβούλιο Βελτιώσεως Νήσου - Πέρα Χωρίου, φέρει ένσταση.”
Η πιο πάνω απόφαση αποτελεί και το αντικείμενο της προσφυγής.
Το άρθρ. 10 του νόμου καθιερώνει ιεραρχική προσφυγή. Τέτοια προσφυγή μπορεί να ασκήσει “κάθε ενδιαφερόμενος που δεν ικανοποιείται από απόφαση του Κηδεμόνα η οποία λαμβάνεται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των με βάση αυτόν εκδιδόμενων Κανονισμών”. Η προσφυγή μπορεί να καταχωρηθεί γραπτώς μέσα σε 30 ημέρες από την κοινοποίηση της απόφασης και να εξεταστεί στη συνέχεια από Υπουργική Επιτροπή. Ο αιτητής δεν προσέφυγε στην Επιτροπή αυτή με βάση τις πρόνοιες του άρθρ. 10. Οι διάδικοι δεν έθεσαν θέμα απαράδεκτου της αίτησης ακυρώσεως, αλλά λόγω της φύσεως του, με την έννοια ότι γεννάται θέμα ύπαρξης εκτελεστής πράξης μπορεί, πιστεύω, να ερευνηθεί αυτεπάγγελτα.
Έχω τη γνώμη ότι η μη άσκηση της προσφυγής του άρθρ. 10 δεν καθιστά απαράδεκτη την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως κατά της επίδικης απόφασης. Και τούτο επειδή η άσκηση της προβλεπόμενης από το άρθρ. 10 ιεραρχικής προσφυγής καθιστά, σύμφωνα με το εδ. 4 του ίδιου άρθρου, την αίτηση ακυρώσεως προσωρινά μόνο απαράδεκτη, ενώ η έλλειψη ιεραρχικής προσφυγής δεν εμποδίζει την άσκηση απευθείας αίτησης ακυρώσεως κατά της υποκείμενης στην προσφυγή αυτή διοικητικής πράξης: βλέπε Απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας αρ. 1789/87. Το εδ. 4 του άρθρ. 10 έχει ως εξής:
“(4) Η δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ασκηθείσα προσφυγή αναστέλλει την εκτέλεση οποιασδήποτε απόφασης του Κηδεμόνα εναντίον της οποίας ασκήθηκε η προσφυγή μέχρι την έκδοση της απόφασης της εξ Υπουργών Επιτροπής.”
Υπάρχει εντούτοις ένα άλλο ζήτημα, που ερείδεται σε προδικαστική ένσταση των καθών, από την επίλυση του οποίου θα εξαρτηθεί η παραπέρα πορεία, αν θα εξεταστεί τελικά η ουσία. Ο Δικηγόρος της Δημοκρατίας επιχειρηματολόγησε, παραπέμποντας στις αποφάσεις στην προσφ. αρ. 722/87 Αχιλλέας Γκίνης Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 16/3/90 και στην Α.Ε. 1673 John Rizopoulos Ltd. κ.α. v. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 18/9/96, ότι η απόφαση για μη ανανέωση της άδειας δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη υποκείμενη σε ακυρωτικό έλεγχο, αλλά προκαλεί διαφορά ιδιωτικού δικαίου για την επίλυση της οποίας δεν έχει δικαιοδοσία το Ανώτατο Διακστήριο κάτω από τις διατάξεις του άρθρ. 146 του Συντάγματος.
Καμιά από τις δύο αυθεντίες δεν υποστηρίζει την εισήγηση των καθών. Δε θα αναλώσω χρόνο και προσπάθεια να τις αναλύσω. Περιορίζομαι στην παρατήρηση ότι ούτε τα γεγονότα ούτε οι νομικές συνθήκες στις υποθέσεις εκείνες ταιριάζουν με την κρινόμενη περίπτωση. Είναι πιστεύω περισσότερο από φανερό ότι το θέμα των Τουρκοκυπριακών περιουσιών, που κρίθηκε αναγκαίο να ρυθμιστεί νομοθετικά από το ν. 139/91, συνδέεται άρρηκτα με σκοπό που είναι κατάδηλα δημόσιος. Η πραγματική φύση και η ιδιαίτερη σημασία του θέματος δε χρειάζεται να υπερτονισθεί. Το δημόσιο συμφέρον είναι στενά συνυφασμένο με την τήρηση των προνοιών του νόμου. Η παραχώρηση της τουρκοκυπριακής γης είναι ανάμεσα στα θέματα που ασκεί αρμοδιότητα ο Κηδεμόνας.
Θα αναφέρω δύο πρόνοιες. Το άρθρ. 6 ορίζει ότι:
“6. Ο Κηδεμόνας έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες τις οποίες ασκεί με τη βοήθεια δημόσιων υπαλλήλων:
(α) Αφού πάρει κατοχή κάθε Τουρκοκυπριακής περιουσίας να τη διαχειρίζεται σύμφωνα με τις συνθήκες κάθε περίπτωσης και προς το σκοπό αυτό:
.................................. .................................................. .....
(v) να κάνει διευθετήσεις, να συνάπτει, τερματίζει ή ακυρώνει συμβάσεις ή να αναλαμβάνει υποχρεώσεις ή επιβαρύνσεις σε σχέση προς κάθε τέτοια περιουσία και ειδικότερα να εκμισθώνει αυτή με τους πιο συμφέροντες για τον ιδιοκτήτη όρους
.”Η δεύτερη πρόνοια προέρχεται από τους περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Κανονισμούς του 1992 (Κ.Δ.Π. 68/92), Καν. 5, ο οποίος αναφέρει:
“5 (1) Ο Κηδεμόνας θα εκμισθώνει ή θα παραχωρηθεί άδεια χρήσεως Τ/Κ ακίνητης περιουσίας σε πρόσφυγες βάσει κριτηρίων που αναγράφονται στο Παράρτημα των παρόντων Κανονισμών.
(2)............................... .................................................. ...”
Θα μπορούσα να συμπληρώσω, παραθέτοντας τον ορισμό του όρου “άδεια χρήσης” του άρθρ. 2:
“σημαίνει γραπτή άδεια για χρήση Τ/Κ ιδιοκτησίας η οποία χορηγείται με απόφαση του Κηδεμόνα ή εκπροσώπων του πάνω σε προσωρινή βάση και στην οποία περιλαμβάνονται -
(α) Η περιγραφή της ιδιοκτησίας στην οποία αναφέρεται η άδεια
(β) ο σκοπός για τον οποίο αυτή χορηγείται
.(γ) η χρονική περίοδος για την οποία ισχύει
.(δ) το τέλος της χρήσης και ο τρόπος καταβολής του
. και(ε) οι όροι που επιβάλλονται στον αδειούχο αναφορικά με τη χρήση της ιδιοκτησίας
.Πρέπει να λεχθεί ότι το ίδιο πρόβλημα έχει εγερθεί και αποφασισθεί από τον Αρτεμίδη Δ., στην προσφ. αρ. 31/94 Ανδρέας Μ. Πλάτων κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 4/10/95, απόφαση που οι δικηγόροι των διαδίκων δεν είχαν υπόψη τους. Συμφωνώ και με το σκεπτικό της, το οποίο παραθέτω:
“Οι εξουσίες που έχει ο αρμόδιος Υπουργός, που διορίστηκε ως Κηδεμόνας των Τ/Κ περιουσιών σύμφωνα με το Ν. 139/91, ανάγονται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και μάλιστα άπτονται μιας πολύ σοβαρής και μεγάλης πτυχής ζητήματος που ενδιαφέρει ολόκληρη την πολιτεία. Η διαχείριση των Τουρκοκυπριακών περιουσιών από τον Κηδεμόνα δεν αφορά μόνον ένα έκαστο των ιδιοκτητών αλλά γενικά όλους τους Τ/Κ πολίτες της Δημοκρατίας, καθώς και τους υπόλοιπους. Αυτοί που αποκτούν προσωρινά τις τουρκοκυπριακές περιουσίες το πράττουν προς όφελος των ιδιοκτητών των ιδίων αλλά και της πολιτείας στο σύνολο της. Η κατάσταση αυτή, που δημιουργήθηκε μετά την τούρκικη εισβολή, αντιμετωπίζεται με νομοθετικούς κανόνες που επηρεάζουν όλους τους πολίτες.”
Αναφορικά με τα κριτήρια με βάση τα οποία μια πράξη ταξινομείται στη σφαίρα του δημοσίου ή του ιδιωτικού δικαίου βλέπε
: Antoniou v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 623 και Machlouzarides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2342, προσφ. αρ. 71/95 C.N.C.P. Boat and Car Park Ltd. κ.α. ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, ημερ. 7/5/96 και προσφ. αρ. 889/96 ΕΛΕΠΕΜ ΛΤΔ ν. Επάρχου Πάφου κ.α., ημερ. 21/11/97.Η προδικαστική ένσταση κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται.
Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε τρεις λόγους ακύρωσης:
(1) Ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Αναφέρεται απλά στην ένσταση του Συμβουλίου Βελτιώσεως χωρίς να εξηγεί για ποιό λόγο ήταν εύλογη και ποίοι παράγοντες λήφθηκαν υπόψη για να καταλήξουν οι καθών στην απόφαση τους.
(2) Ότι η εν λόγω απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα. Δε ζητήθηκαν απόψεις από τη μια και από την άλλη αγνοήθηκαν πλήρως οι προϋπάρχουσες εισηγήσεις από διάφορα τμήματα, που ήταν ευνοϊκές για τον αιτητή. Και
(3) Ότι αγνοήθηκαν τα κριτήρια που προβλέπει ο Καν. 5. Παρατηρώ ότι ο συνήγορος του αιτητή δε διευκρίνησε σε ποιά ακριβώς από τα κριτήρια αναφερόταν.
Από τα προεκτεθέντα στοιχεία προκύπτει σαφώς ότι ο Κηδεμόνας δεν άσκησε την αρμοδιότητα που του παρέχει ο νόμος. Είπε μόνο πως το Συμβούλιο Βελτιώσεως έχει ένσταση. Δεν πήρε καμιά απόφαση. Η παράλειψη συνιστά από μόνη της λόγο ακύρωσης. Πέρα από αυτά η απόφαση δεν περιέχει τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία που συνιστούν τη νόμιμη αιτιολογία. Ασφαλώς δεν ήταν αρκετό, για σκοπούς αιτιολόγησης, ότι κάποιοι είχαν ένσταση. Τέλος, δε φαίνεται από τα στοιχεία του φακέλου να έχει προηγηθεί της απόφασης δέουσα έρευνα για το θέμα.
Για όλους αυτούς τους λόγους ακυρώνω την απόφαση. Με έξοδα σε βάρος της Δημοκρατίας.
Σ. Νικήτας,
Δ.
/Κασ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο