Διονυσίας Χ”Κυριάκου ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, Υπόθεση αρ. 988/93, 9 Οκτωβρίου, 1998 Διονυσίας Χ”Κυριάκου ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, Υπόθεση αρ. 988/93, 9 Οκτωβρίου, 1998

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 988/93

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Διονυσίας Χ”Κυριάκου, από τη Λευκωσία

Αιτήτρ ιας

- και -

Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου

Καθ’ου η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 9 Οκτωβρίου, 1998.

Για την αιτήτρια: Κ. Ταλαρίδης με Ν. Ταλαρίδου (κα).

Για το καθ΄ ου η αίτηση: Π. Πολυβίου.

Για το ενδιαφερόμενο μέρος: Α. Λυκούργου (κα) για Τ. Παπαδόπουλο.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Αντικείμενο της προσφυγής αυτής είναι η νομιμότητα της απόφασης του καθ΄ου η αίτηση (ΡΙΚ) με την οποία προάχθηκε στη θέση Υπεύθυνου Συντάξεως, Τμήμα Ειδήσεως και Επικαίρων, από 1.12.93, το ενδιαφερόμενο μέρος Σπύρος Κέττηρος, αντί και/ή κατά προτίμηση της αιτήτριας.

Κατόπιν απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ, προκηρύχθηκαν στις 26.11.92 τρεις θέσεις Υπεύθυνου Συντάξεως, στο Τμήμα Ειδήσεων και Επικαίρων, ως θέσεις προαγωγής. Υποβλήθηκαν 7 αιτήσεις συμπεριλαμβανομένων εκείνων της αιτήτριας και του ενδιαφερόμενου μέρους.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής κατά τις συνεδρίες της ημερομηνίας 19.2.93 και 24.3.93, εξέτασε τις υποψηφιότητες των υποψηφίων και υπέδειξε ως επικρατέστερους για προαγωγή 4 από αυτούς, συμπεριλαμβανομένου του ενδιαφερόμενου μέρους. Η αιτήτρια δεν ήταν ανάμεσα τους γιατί, όπως έκρινε η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής, αν και ήταν κατάλληλη για προαγωγή, δεν είχε το βαθμό ωριμότητας των υποψηφίων που προτιμήθηκαν.

Το Διοικητικό Συμβούλιο, κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 24.11.93, αφού δέχθηκε σε προσωπικές συνεντεύξεις τους υποψηφίους άκουσε τις συστάσεις του Τμηματάρχη Ειδήσεων και Επικαίρων, ο οποίος σύστησε ως επικρατέστερους για προαγωγή τους 4 υποψηφίους που ξεχώρισε η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής. Το Διοικητικό Συμβούλιο στη συνέχεια, αφού αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων κατά τις ενώπιόν του προσωπικές συνεντεύξεις και έλαβε υπόψη και όλα τα υπόλοιπα στοιχεία των υποψηφίων, επέλεξε για προαγωγή 3 από τους συστηθέντες υποψηφίους, μεταξύ των οποίων και το ενδιαφερόμενο μέρος.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας προβάλλει τους ακόλουθους ισχυρισμούς:-

1) Δεν έγινε η δέουσα έρευνα όσον αφορά την κατοχή, από το ενδιαφερόμενο μέρος, του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, που απαιτείτο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης.

2) Δεν έγινε η δέουσα έρευνα όσον αφορά την κατοχή, από το ενδιαφερόμενο μέρος, απολυτηρίου Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης, όπως απαιτείτο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης.

3) Δεν λήφθηκαν υπόψη η πείρα και υπηρεσία της αιτήτριας.

4) Δεν δόθηκε ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος της αιτήτριας.

5) Παράβαση των Κανονισμών όσον αφορά τη διαδικασία ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής.

6) Η συμμετοχή του Τμηματάρχη Ειδήσεων και Επικαίρων στη διαδικασία ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου με την υποβολή εκ μέρους του συστάσεων ήταν παράνομη, εφόσον τούτο δεν προβλέπεται από τους Κανονισμούς.

Όσον αφορά το πρώτο θέμα που θίγει, ο δικηγόρος της αιτήτριας κάλεσε το Δικαστήριο να μην ακολουθήσει την απόφαση της πλειοψηφίας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 ΑΑΔ 422, την οποία θεωρεί λανθασμένη για τους λόγους που εξηγεί. Στην υπόθεση αυτή της Ολομέλειας, αναφέρονται στην απόφαση της πλειοψηφίας, στις σελ. 428-429, τα ακόλουθα:-

“Είναι πραγματικό γεγονός ότι τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης ειδικού ιατρού (παθολογία), που κατέχει ο προαχθείς από 1.3.84, προνοούσαν ακριβώς το ίδιο προσόν, πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, όπως δηλαδή απαιτείται και στα σχέδια υπηρεσίας της επίδικης θέσης, του ανώτερου ειδικού ιατρού.

Ως εκ τούτου η κοινή λογική αναντίρρητα επιβάλλει, και δεν χρειαζόταν οποιαδήποτε παραπέρα “έρευνα” από την ΕΔΥ, να κρίνει ως πραγματικό γεγονός ότι ο προαχθείς διέθετε το επίμαχο προσόν, που είναι το ίδιο με αυτό που απαιτείται για τη θέση, στην οποία διορίστηκε από 1.3.84. Το συμπέρασμα όμως αυτό δεν επιβάλλεται μόνο από την κοινή λογική, αλλά και παγιώνεται από την αρχή του διοικητικού δικαίου περί της νομιμότητας του διορισμού του ενδιαφερομένου προσώπου στην προηγούμενη θέση, που ουδέποτε προσεβλήθη. Οποιαδήποτε “έρευνα” από την ΕΔΥ για το επίμαχο προσόν, όπως την έχει εισηγηθεί στο πρωτόδικο Δικαστήριο και ενώπιόν μας ο δικηγόρος του εφεσιβλήτου, θα απέληγε στην πράξη σε αναψηλάφιση του διορισμού του προαχθέντος, που έγινε την 1.3.84 στη θέση ειδικού ιατρού, πράγμα νομικά ανεπίτρεπτο.”.

(Η υπογράμμιση είναι δική μου)

Οι αποφάσεις της Ολομέλειας δεσμεύουν τα κατώτερα Δικαστήρια, που οφείλουν να τις εφαρμόζουν. Η απόφαση της Ολομέλειας όπως είναι διατυπωμένη, είναι καθαρή και δεν αφήνει περιθώρια επιλογής. Εφόσον τα ίδια ακριβώς προσόντα απαιτούνταν και από το σχέδιο υπηρεσίας της προηγούμενης θέσης που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος, δεν απαιτείτο η διεξαγωγή οποιασδήποτε περαιτέρω έρευνας από το ΡΙΚ. Και τούτο ισχύει όχι μόνο για το απαιτούμενο προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, αλλά και της κατοχής απολυτηρίου Σχολής Μέσης Εκαπίδευσης. Γι΄ αυτό, απορρίπτω τους ισχυρισμούς της αιτήτριας αναφορικά με τα θέματα αυτά.

Το επόμενο σημείο που χρήζει εξέτασης είναι το υπ΄ αριθμό 5) πιο πάνω. Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής υπερέβηκε τις αρμοδιότητές της, που προδιαγράφονται από τους Κανονισμούς 6 και 7 των περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Διορισμοί και Προαγωγαί) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 317/87). Η αρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Επιτροπής συνίσταται, όπως υποστηρίζει, στη διακρίβωση της καταλληλότητας των υποψηφίων και όχι την επιλογή των καταλληλοτέρων. Η Συμβουλευτική Επιτροπή όμως εδώ προέβηκε σε επιλογή και σύσταση των κατά τη γνώμη της καταλληλοτέρων υποψηφίων.

Ο Κανονισμός 3 προνοεί ότι:-

“3.-(1) Συνίσταται Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής προς τον σκοπόν όπως συμβουλεύη το Διοικητικόν Συμβούλιον του Ιδρύματος διά την επιλογήν των καλυτέρων υποψηφίων εκ των υπηρετούντων υπαλλήλων διά την πλήρωσιν θέσεων Προαγωγής και, .....................

.............................. .................................................. .........................

........ Η Συμβουλευτική Επιτροπή θα έχη μόνον συμβουλευτικήν ιδιότητα, η δε λήψις της τελικής αποφάσεως θα ανήκη εις την δικαιοδοσίαν και αρμοδιότητα του Διοικητικού Συμβουλίου.

Και οι Κανονισμοί 6, 7 και 8:-

“6.-(1) Αι υπό του Ιδρύματος ληφθείσαι αιτήσεις τίθενται υπό του Γενικού Διευθυντού το ταχύτερον δυνατόν, υπ΄ όψιν της Επιτροπής διά την άσκησιν της αρμοδιότητός της.

(2) Η Επιτροπή, εν συνεχεία, επιλαμβάνεται της κρίσεως της σχετικής αξίας των υποψηφίων.

(3) Η Επιτροπή δύναται να καλέση τους υποψηφίους εις προφορικήν εξέτασιν άνευ οιουδήποτε περιορισμού, και εις γραπτήν εξέτασιν εφ΄ όσον ούτοι απευθύνονται διά θέσιν άσχετον προς την φύσιν των καθηκόντων της θέσεως την οποίαν κατέχουν, ή οσάκις ούτοι απευθύνονται διά θέσιν εκτός του Τμήματος εις το οποίον υπηρετούν, διά την καλυτέραν διακρίβωσιν της καταλληλότητος των αιτητών διά την θέσιν διά την οποίαν υποβάλλεται αίτησις.

7. Η Επιτροπή αποστέλλει προς το Διοικητικόν Συμβούλιον, μέσω του Γενικού Διευθυντού, έκθεσιν δεόντως ητιολογημένην δι΄ άπαντας τους ενώπιον αυτής υποψηφίους περιέχουσαν και κατάλογον κατ΄ αλφαβητικήν σειράν των κατά την κρίσιν αυτής καταλλήλων υποψηφίων:

Νοείται ότι ο αριθμός των υποψηφίων τους οποίους θα περιέχη ο κατάλογος, θα είναι τουλάχιστον τριπλάσιος του αριθμού των κενών θέσεων, εφ΄ όσον υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι.

8.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των ακολούθων παραγράφων, το Διοικητικόν Συμβούλιον, λαμβάνον δεόντως υπ΄ όψιν τας εκθέσεις της Επιτροπής και αφού κάμη επαρκή έρευναν διά την καταλληλότητα των υποψηφίων, προβαίνει εις διορισμόν ή προαγωγήν του καταλληλοτέρου εκ των υποψηφίων επί τη βάσει της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητος τούτων:

Νοείται ότι το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να καλή εις συνέντευξιν τους υπό κρίσιν υποψηφίους.

(2) Το Διοικητικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν, πριν ή προβή εις την λήψιν τελικής αποφάσεως και εφ΄ όσον είναι της γνώμης ότι εξ αντικειμένου δικαιολογείται περαιτέρω έρευνα υπό της Συμβουλευτικής Επιτροπής της καταλληλότητος των υποψηφίων, να παραπέμψη το θέμα εις την τελευταίαν δι΄ επανεξέτασιν, περιλαμβανομένης της εξετάσεως ή επανεξετάσεως υπ΄ αυτής επί μέρους ζητημάτων, και εν τοιαύτη περιπτώσει η Συμβουλευτική Επιτροπή υποβάλλει συμπληρωματικήν περί τούτου έκθεσιν, δεόντως ητιολογημένην, εντός δεκαπέντε ημερών από της παραπομπής εις αυτήν του θέματος ή των επί μέρους ζητημάτων.

(3) Άνευ βλάβης ή επηρεασμού των διατάξεων της παραγράφου (1), το Διοικητικόν Συμβούλιον προβαίνει εις τον διορισμόν ή την προαγωγήν των υπό κρίσιν υποψηφίων εκ του καταλόγου των υποψηφίων όστις υποβάλλεται υπό της Επιτροπής περιλαμβανομένων και των υποψηφίων διά την καταλληλότητα των οποίων παρεπέμφθη υπό του Συμβουλίου θέμα εξετάσεως ή επανεξετάσεως εις την Επιτροπήν.”.

Από τα πιο πάνω διαφαίνεται ότι καθήκον της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι η διακρίβωση της καταλληλότητας των υποψηφίων με σκοπό να συμβουλεύσει το Διοικητικό Συμβούλιο για την επιλογή “των καλυτέρων υποψηφίων”. Η Συμβουλευτική Επιτροπή όντως έστειλε έκθεση για όλους τους υποψηφίους, έστω κι΄ αν ξεχώρισε ως καταλληλότερους μερικούς από αυτούς. Η αιτήτρια κρίθηκε επίσης ως κατάλληλη. Έστω κι΄ αν θεωρήσω ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή υπερέβηκε σε κάποιο βαθμό τις εξουσίες της, η παρατυπία αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρέασε την αιτήτρια αφού η Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως αναφέρεται ρητά στον Καν. 3, έχει μόνο συμβουλευτική ιδιότητα, και η υποψηφιότητα της αιτήτριας τέθηκε ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου το οποίο την εξέτασε. Παράβαση τύπου που δεν έχει δυσμενείς επιπτώσεις για το διοικούμενο καθίσταται επουσιώδης και δεν οδηγεί σε ακυρότητα (Λουκάς Παπαλουκάς και Άλλοι ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (Α.Ε. 1908, ημερομηνίας 16.9.98)). Επομένως, απορρίπτω τον ισχυρισμό αυτό.

Ο επόμενος ισχυρισμός που θα εξετάσω αφορά τη συμμετοχή του Τμηματάρχη Ειδήσεων και Επικαίρων στη διαδικασία, και ειδικότερα τη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση, στην οποία παρέστη, κατόπιν προσκλήσεως του Διοικητικού Συμβουλίου, και υπέβαλε συστάσεις.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας υποστηρίζει ότι η παρουσία του στην εν λόγω συνεδρία και η υποβολή συστάσεων συνιστούσαν παράνομες ενέργειες αφού κάτι τέτοιο δεν προνοείται από τους Κανονισμούς.

Είναι γεγονός ότι οι Κανονισμοί δεν προνοούν για ανάμειξη του Τμηματάρχη στη διαδικασία. Είναι επίσης γεγονός ότι ο Τμηματάρχης παρέστη στην επίμαχη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου, κατόπιν προσκλήσεώς του, και υπέβαλε συστάσεις.

Στην απόφασή της στην υπόθεση Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ν. Λυγίας Κωνσταντινίδου (Α.Ε. 2294, ημερομηνίας 30.9.97), η Ολομέλεια του Δικαστηρίου είπε τα ακόλουθα:-

“Το διοικητικό συμβούλιο του Ρ.Ι.Κ., έκρινε ορθό όπως αναζητήσει τις απόψεις δύο ανωτέρων στελεχών του Ιδρύματος, οι οποίοι ήσαν γνώστες, λόγω της θέσης τους, της υπηρεσίας και ικανοτήτων των δύο υποψηφίων, συγκεκριμένα του Διευθυντή Προγραμμάτων του Ιδρύματος του κ. Χαρίλαου Παπαδόπουλου και του Διευθυντή Μουσικών Προγραμμάτων, κ. Ανδρέα Παπακυριακού.

Ο Κανονισμός 8(1) των σχετικών Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 317/87), παρέχει ευχέρεια στο συμβούλιο του ιδρύματος να προβαίνει σε «....επαρκή έρευναν δια την καταλληλότητα των υποψηφίων», εξουσία η οποία του παρείχε τη δυνατότητα να ζητήσει τις απόψεις των δύο στελεχών του ιδρύματος αναφορικά με την καταλληλότητα των υποψηφίων για την πλήρωση της θέσης. Επί τούτου δεν έχουν διατυπωθεί αμφισβητήσεις. Πρέπει όμως να διευκρινίσουμε ότι οι απόψεις οι οποίες διατυπώνονται από οποιοδήποτε τμηματάρχη για την καταλληλότητα των υποψηφίων δεν υπέχουν τη σημασία που ενέχει η σύσταση προϊσταμένου τμήματος βάσει των προνοιών του άρθρου 35(4) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90) και προηγουμένως βάσει του άρθρου 44(3) του Ν. 33/67. Οι απόψεις οι οποίες διατυπώνονται για την καταλληλότητα των υποψηφίων, από ανώτερα στελέχη του Ρ.Ι.Κ. αξιολογούνται, και αποτιμούνται, όπως και κάθε άλλο στοιχείο, διαφωτιστικό για την καταλληλότητα των υποψηφίων στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας στην απουσία οποιασδήποτε νομικής ιεράρχησης της σπουδαιότητάς τους.”.

Αν και η υποβολή συστάσεων από τα εν λόγω πρόσωπα δεν αποτελούσε επίδικο θέμα στην πιο πάνω υπόθεση, συμφωνώ με όσα λέχθηκαν και τα υιοθετώ για σκοπούς της παρούσας. Το Διοικητικό Συμβούλιο που είχε δικαίωμα να ζητήσει τις απόψεις του Τμηματάρχη στα πλαίσια διεξαγωγής της δέουσας έρευνας, στην παρούσα περίπτωση δεν βασίστηκε αποκλειστικά και τυφλά στη σύσταση του Τμηματάρχη αλλά διεξήγαγε τη δική του έρευνα στους φακέλους των υποψηφίων και έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία τους που βρίσκονταν ενώπιόν του. Δεν υπάρχει οτιδήποτε στη σύσταση που να αντίκειται στα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων. Ως εκ τούτου ο ισχυρισμός αυτός αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

Ο ισχυρισμός ότι δεν λήφθηκαν υπόψη η πείρα και υπηρεσία της αιτήτριας είναι ανεδαφικός. Όλα τα στοιχεία της υπηρεσίας της βρίσκονταν ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου και δεν τέθηκε οτιδήποτε ενώπιόν μου που να κλονίζει το τεκμήριο της νομιμότητας της επίδικης πράξης.

Το Διοικητικό Συμβούλιο έκανε επίσης ιδιαίτερη αναφορά στην αιτήτρια και το πλεονέκτημά της, έκρινε όμως ότι οι προαχθέντες ήταν καταλληλότεροι, για τους λόγους που ανέφερε προηγουμενως (στο ίδιο πρακτικό) για τον καθένα τους. Μια ανάγνωση του πρακτικού αποκαλύπτει την ιδιαίτερη εντύπωση που σχημάτισαν τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου για το ενδιαφερόμενο μέρος, τόσο από την προσωπική συνέντευξη όσο και τα στοιχεία των φακέλων του. Επομένως, ούτε ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι δεν δόθηκε ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος της ευσταθεί. Από τα στοιχεία των αξιολογήσεων τους φαίνεται επίσης ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερούσε. Δεν διαπιστώνεται με κανένα τρόπο έκδηλη υπεροχή της αιτήτριας και όλοι οι ισχυρισμοί που προβάλλει για ακύρωση της επίδικης απόφασης απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

Ως αποτέλεσμα, η παρούσα προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο