Παπαδάμου Λοΐζος ν. Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1998) 4 ΑΑΔ 291

(1998) 4 ΑΑΔ 291

[*291]27 Απριλίου, 1998

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΛΟΪΖΟΣ ΠΑΠΑΔΑΜΟΥ,

Aιτητής,

v.

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 231/96, 232/96)

 

Δημόσιοι Yπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Eιδικά το προσόν γνώσεως γλώσσας ― Πως διαπιστώνεται η κατοχή του ― Περιστάσεις υπό τις οποίες εκρίθη στην κριθείσα περίπτωση ως έγκυρη η διαπίστωση κατοχής του προσόντος ― Tο ζήτημα της δια πιστοποιητικών αναγνωρίσεως του προσόντος ―�Διακρίσεις με βάση τα γεγονότα στην κριθείσα περίπτωση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ―�Λόγοι ακυρώσεως ―�Έλλειψη δέουσας έρευνας ― Στοιχειοθέτησή της σε σχέση με διαπίστωση γνώσεως αγγλικής.

Δημόσιοι Yπάλληλοι ― Προαγωγές ―�Πρόσθετο προσόν (πλεονέκτημα) ―�Δεν υπάρχει υποχρέωση καταγραφής, στο πρακτικό του διορίζοντος οργάνου, της έρευνας που αυτό διεξήγαγε γα να διαπιστώσει την ύπαρξη πλεονεκτήματος ― H σχετική κρίση του διορίζοντος οργάνου δεν ελέγχεται δικαστικά ―�Aναγκαιότητα απόδειξης πραγματικής πλάνης από τον αιτητή.

Δημόσιοι Yπάλληλοι ― Προαγωγές ― Σύσταση του Προϊσταμένου ―�Aιτιολογία ―�O Διευθυντής δεν υποχρεούται να αναφερθεί σε όλους τους υποψηφίους ― Περιστάσεις εγκυρότητας της σύστασης στην κριθείσα περίπτωση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ―�Λόγοι ακυρώσεως ― Προκατάληψη και έχθρα προΐσταμένου προς υφιστάμενο υπάλληλο ―�Aπόδειξη τεταμένων απλώς σχέσεων μεταξύ τους δεν αρκεί.

[*292][Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]

H Υπόθεση Αρ. 231/96 απορρίπτεται με έξοδα. H Υπόθεση Αρ. 232/96 επιτυγχάνει με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Θεοδοσιάδου v. P.I.K. (1998) 4 Α.Α.Δ. 231,

Republic v. Ekkeshis (1975) 3 C.L.R. 548,

Πετρίδης και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1982) 3 C.L.R. 914,

Δημοκρατία v. Xρίστου (1991) 3 A.A.Δ. 56,

Σάββα v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4205,

Πιπερίδης και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1995) 3 A.A.Δ. 134,

Kωνσταντίνου v. Δημοκρατίας (1983) 3 C.L.R. 551,

Tαπάκη v. Δημοκρατίας (1987) 3 C.L.R. 450,

Kontemeniotis v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 1027,

Soteriadou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 921,

Tέκλος v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 493,

Aκάμα v. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1818.

Προσφυγές.

Προσφυγές με τις οποίες προσβάλλονται οι προαγωγές των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Aνώτερου Γεωργικού Eπιθεωρητή αντί του αιτητή.

Δ. Καλλίγερος, για τον Aιτητή.

Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας A΄, για τους Kαθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

[*293]ΓABPIHΛIΔHΣ, Δ.: Με τις πιο πάνω προσφυγές, που συνεκδικάστηκαν λόγω ταυτότητας πραγματικού και νομικού υπόβαθρου, προσβάλλονται οι αποφάσεις της Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας (η Επιτροπή), που λήφθηκαν στη συνεδρίασή της στις 24/10/1995 και δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 19/1/1996, με τις οποίες προήχθησαν στη θέση Ανώτερου Γεωργικού Επιθεωρητή ο Γ. Ψηλοΐνης (ενδιαφερόμενο μέρος στην Προσφυγή Αρ. 231/96) και οι Α. Παυλίδης, Κ. Γεωργίου, Χρ. Κουννάς, Ι. Γιαννάκης και Σ. Χατζηευσταθίου (ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 232/96), αντί του αιτητή.

Η θέση του Ανώτερου Γεωργικού Επιθεωρητή είναι θέση προαγωγής.

Με επιστολές του ημερομηνίας 7/2/1994 και 22/8/1995 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας , Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ζήτησε την πλήρωση μιας και, στη συνέχεια, πέντε κενών μονίμων θέσεων, αντίστοιχα.

Κατά τη συνεδρίασή της, στις 24/10/1995, αφού στο θέμα (Β)(2)(4) των πρακτικών ασχολήθηκε με την πλήρωση της μιας κενής θέσης και, στο θέμα Β(2)(5) με την πλήρωση των υπολοίπων πέντε κενών θέσεων, η Επιτροπή, με βάση το σύνολο των καθιερωμένων κριτηρίων (αξία, προσόντα, αρχαιότητα), κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, όσο μεν αφορά την πρώτη διαδικασία, το ενδιαφερόμενο μέρος Γ. Ψηλοΐνης υπερείχε των υπολοίπων υποψηφίων, όσο δε αφορά τη δεύτερη διαδικασία, τα ενδιαφερόμενα μέρη Α. Παυλίδης, Κ. Γεωργίου, Χρ. Κουννάς, Ι. Γιαννάκης και Σ. Χατζηευσταθίου υπερείχαν των υπολοίπων υποψηφίων, μεταξύ των οποίων περιλαμβανόταν και ο αιτητής, και απεφάσισε να τους προσφέρει προαγωγή στις επίδικες θέσεις από 1/12/1995.

Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται εκ μέρους του αιτητή είναι ότι η Επιτροπή δεν προέβη στη δέουσα έρευνα για να διαπιστώσει κατά πόσο τα ενδιαφερόμενα μέρη κατείχαν το προσόν της “πολύ καλής γνώσης” της Αγγλικής γλώσσας, προσόν που ήταν απαραίτητο σύμφωνα με το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας.

Το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της Επιτροπής έχει ως ακολούθως:-

“Όσον αφορά την απαιτούμενη από το Σχέδιο Υπηρεσίας πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, η Επιτροπή, με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία και τη σχετική δήλωση του Διευθυντή, [*294]έκρινε ότι τη διαθέτουν όλοι οι υποψήφιοι.”

Η επί του θέματος σχετική δήλωση του Διευθυντή, που κλήθηκε στη συνεδρίαση για να εκφράσει τις απόψεις του, ήταν η ακόλουθη:-

“Αναφορικά με την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας για πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, μπορώ να βεβαιώσω ότι όλοι οι υποψήφιοι, στην καθημερινή άσκηση των καθηκόντων τους, χρησιμοποιούν την Αγγλική γλώσσα στο απαιτούμενο επίπεδο. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένοι να μελετούν συγγράμματα της ειδικότητάς τους και εκθέσεις που υποβάλλονται από διεθνείς οργανισμούς στην Αγγλική γλώσσα. Είναι επίσης υποχρεωμένοι να συνοδεύουν αγγλόφωνους εμπειρογνώμονες της ειδκότητάς τους, οι οποίοι επισκέπτονται κατά καιρούς την Κύπρο, να συνομιλούν μαζί τους και να υποβάλλουν σχετικές εκθέσεις και αναφορές στην Αγγλική γλώσσα. Μέσα από αυτές τις υποχρεώσεις και τη συνεχή επαφή τους και εμπειρία στη χρήση της Αγγλικής γλώσσας, έχουν φτάσει σε πολύ ψηλό επίπεδο γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, τόσο στο γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο, και εν πάση περιπτώσει ικανοποιούν πλήρως το επίπεδο που απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας.”

Με εξαίρεση το ενδιαφερόμενο μέρος στην Προσφυγή Αρ. 231/96 Γ. Ψηλοΐνη, στο φάκελο του οποίου έχω εντοπίσει δύο πιστοποιητικά του Αμερικανικού Πανεπιστημίου της Βηρυτού από τα οποία προκύπτει ότι παρακολούθησε εκεί μαθήματα στην Αγγλική για περίοδο εννέα μηνών, για τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 232/96 δεν έχω εντοπίσει στους φακέλους τους κανένα έγγραφο στοιχείο από το οποίο να μπορεί εύλογα να συναχθεί το συμπέρασμα της γνώσης της Αγγλικής γλώσσας στο ψηλό εκείνο επίπεδο που απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Ο μόνος για τον οποίο υπάρχει κάτι είναι ο Σ. Χατζηευσταθίου ο οποίος παρακολούθησε σειρά μαθημάτων “επί θεμάτων γεωργικών εφαρμογών και χρήσεως λιπασμάτων” στο Ισραήλ για τρεις μήνες αλλά και τούτο δεν μπορεί, κατά την κρίση μου, να θεωρηθεί ικανοποιητικό. Εκείνο που προκύπτει, επομένως, είναι ότι, αναφορικά με τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 232/96, το μόνο στοιχείο πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η Επιτροπή για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι κατείχαν το προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας ήταν η άποψη του Διευθυντή.

Αναφορικά με το θέμα αυτό ο Δικαστής Νικήτας, στην Προσφυγή μεταξύ του ιδίου αιτητή, Λοΐζος Παπαδάμου v. Δημοκρα[*295]τίας (1996) 4 A.A.Δ. 2674, σχετικά με προηγούμενη προαγωγή δύο άλλων ενδιαφερομένων μερών, στην ίδια θέση, ανέφερε τα εξής στην απόφασή του:

“Η αναγκαιότητα για έρευνα από την ίδια την Επιτροπή στις περιπτώσεις που δεν υπάρχουν τα αδιάσειστα εκείνα ενδεικτικά που καταδείχνουν την επάρκεια γνώσης μιας γλώσσας, έχει τονιστεί σε κάθε δυνατή ευκαιρία: βλ. για παράδειγμα, Χατζηγιάννη και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317, Ανδρέα Κυπριανού ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1015 και Φιλάρετος Στυλιανίδης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1873.

Ασφαλώς στα πλαίσια τέτοιας έρευνας μπορεί να έχει τη θέση της η εμπειρία του Διευθυντή, αλλά με το να ζητήσει τη συνδρομή του η Επιτροπή, δεν απεκδύεται της ευθύνης της για ολοκληρωμένη έρευνα πάνω σε ασφαλέστερη βάση.  Στην κατάλληλη περίπτωση μάλιστα θα έλεγα πώς είνα επιβεβλημένη η διεξαγωγή προφορικής και γραπτής εξέτασης.”

Η προσέγγιση αυτή του αδελφού Δικαστή με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο με αποτέλεσμα να καταλήγω στα ακόλουθα συμπεράσματα:-

(α)  Όσον αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος στην Προσφυγή Αρ. 231/96 Γ. Ψηλοΐνη, οι απόψεις του Διευθυντή σε συνδυασμό με τα πιστοποιητικά για την εννιάμηνη παρακολούθηση μαθημάτων στο Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο της Βηρυτού, αποτελούσαν ικανοποιητικό υπόβαθρο που να δικαιολογεί εύλογα την Επιτροπή, χωρίς πάρα πέρα έρευνα, να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτός πράγματι κατείχε το προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Τα σχετικά πιστοποιητικά ήσαν μέσα στον προσωπικό φάκελο του ενδιαφερομένου μέρους τον οποίο ερεύνησε η Επιτροπή και έλαβε υπ’ όψη τα στοιχεία που περιείχε (βλ. σχετικά και την πρόσφατη απόφαση στην Μάρω Θεοδοσιάδου ν. Ρ.Ι.Κ. (1998) 4 Α.Α.Δ. 231).

(β)  Όσον αφορά τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 232/96 δεν ισχύει το ίδιο. Εκεί η Επιτροπή στηρίχθηκε αποκλειστικά στην άποψη του Διευθυντή αναφορικά με την πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας χωρίς να προχωρήσει σε οποιαδήποτε περαιτέρω έρευνα πάνω σε ασφαλέστερη βάση π.χ. με τη διεξαγωγή προφορικής και γραπτής εξέτασης, εφ’ όσον, από τους προσωπικούς φακέλους των ενδιαφερομένων αυτών μερών, δεν μπορούσε να αντλήσει οποιοδήποτε [*296]άλλο υποβοηθητικό στοιχείο. Η άποψη του Διευθυντή δεν μπορούσε, κατά την κρίση μου, εύλογα να αποτελέσει, από μόνη της, ικανοποιητικό υπόβαθρο για την Επιτροπή ώστε να καταλήξει στο συμπέρασμα της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, από τα ενδιαφερόμενα μέρη αυτά.

Ως αποτέλεσμα ευρίσκω ότι, όσον αφορά τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 232/96, η διαπίστωση της Επιτροπής για κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, πάσχει, εφ’ όσον δεν προηγήθηκε η δέουσα έρευνα, και, επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής πρέπει να ακυρωθεί για το λόγο αυτό ο οποίος, πράγματι, ευσταθεί. Τούτο καθιστά περιττή την εξέταση των άλλων λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται μέσα στα πλαίσια της προσφυγής αυτής.

Όσον αφορά την Προσφυγή Αρ. 231/96, εν όψει του ευρήματός μου ότι, αναφορικά με το ενδιαφερόμενο μέρος Γ. Ψηλοΐνη, η Επιτροπή όντως διεξήγαγε τη δέουσα έρευνα για να διαπιστώσει την εκ μέρους του κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας και, επομένως, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως στην προσφυγή αυτή δεν ευσταθεί, θα προχωρήσω στην εξέταση των υπολοίπων λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται.

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται από τον αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 231/96 είναι ότι, αν και αυτός κατείχε το πρόσθετο προσόν που, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, αποτελεί πλεονέκτημα, εν τούτοις η Επιτροπή, αντί να το λάβει υπ’ όψη, το αγνόησε. Το προσόν για το οποίο γίνεται λόγος είναι το πιστοποιητικό Χειριστή Αεροσκάφους που παραχωρήθηκε στον αιτητή, το 1974, από το Slaton Flying Service, Slaton Texas των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, “Δίπλωμα ή πιστοποιητικόν ανεγνωρισμένου Κολλεγίου εις την Γεωπονίαν ή εις θέμα σχετικόν με τας δραστηριότητας του Τμήματος Γεωργίας θα θεωρήται ως πρόσθετον προσόν.”. Όπως προκύπτει από το πρακτικό της Επιτροπής ημερομηνίας 24/10/1995, η Επιτροπή ασχολήθηκε σε έκταση με το ερώτημα ποιοι των υποψηφίων κατείχαν το πρόσθετο προσόν. Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:-

“Ακολούθως η Επιτροπή, αφού μελέτησε την παρ.(4) του Σχεδίου Υπηρεσίας, η οποία είναι πανομοιότυπη με την παρ.(4) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Γεωργικού Επιθεωρητή, 1ης Τάξης, Τμήμα Γεωργίας, αποφάσισε να ανακαλέσει οποιαδήποτε σχετική προγενέστερη απόφασή της και να υιοθετήσει τη σχεική [*297]απόφασή της που λήφθηκε κατά πλειοψηφία (Πρόεδρος και κ.κ. Εργατούδης και Μαρτίδης) στο θέμα Β.(2)(1) πιο πάνω και σύμφωνα με την οποία το πρόσθετο προσόν που προβλέπεται σ’ αυτήν εξυπακούει εκπαίδευση σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα διάρκειας τουλάχιστον ενός ακαδημαϊκού έτους, η οποία μπορεί να είναι συνεχής ή συσσωρευτική, νοουμένου όμως ότι θα συναρτάται και ουσιαστικά θα αποτελεί συνέχεια ή συμπλήρωση του ιδίου κλάδου/θέματος σπουδών.

Συναφώς σημειώνεται ότι οι κ.κ. Καραγιώργης και Κυριάκου, οι οποίοι διαφώνησαν με την πιο πάνω απόφαση της πλειοψηφίας της Επιτροπής ως προς τη διάρκεια της εκπαίδευσης, έκριναν ότι η χρονική διάρκεια του πρόσθετου προσόντος που προβλέπεται στην παρ. (4) του Σχεδίου Υπηρεσίας θα πρέπει να είναι τέσσερις τουλάχιστο μήνες.

Σύμφωνα με την πιο πάνω απόφαση και με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία, η Επιτροπή έκρινε ότι το πρόσθετο προσόν που προβλέπεται στην παρ. (4) του Σχεδίου Υπηρεσίας το διαθέτει μόνο ο υποψήφιος Ψιλοΐνης Γεώργιος, ο οποίος κατέχει πιστοποιητικό τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης στη Γενική Γεωπονία, στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο Βηρυτού, κατά τις περιόδους 15.10.56-20.3.57 (5 μήνες) και 17.2.58-17.6.58 (4 μήνες). Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Προσωπικού Φακέλου του Ψιλοΐνη, το πρόγραμμα εκπαίδευσης που παρακολούθησε στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο Βηρυτού ήταν διάρκειας ενός ακαδημαϊκού έτους, αλλά αναγκάστηκε να το διακόψει στις 21.3.57 λόγω ασθένειας και ακολούθως, αφού αποθεραπεύθηκε, διευθετήθηκε η συνέχιση και ολολήρωση της εκπαίδευσής του από 17.2.58 μέχρι 14.6.58.”

Από το πιο πάνω απόσπασμα, σύμφωνα με το οποίο “... με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία, η Επιτροπή έκρινε ότι το πρόσθετο προσόν που προβλέπεται στην παρ. (4) του Σχεδίου Υπηρεσίας το διαθέτει μόνο ο υποψήφιος Ψιλοΐνης Γεώργιος ...”, προκύπτει, κατά την άποψή μου αναντίλεκτα, ότι η Επιτροπή εξέτασε το πιστοποιητικό Χειριστή Αεροσκάφους του αιτητή και έκρινε ότι αυτό δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις της παραγράφου 4 του Σχεδίου Υπηρεσίας.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η κρίση αυτή της Επιτροπής, αν δηλαδή ο αιτητής κατείχε το πρόσθετο προσόν, δεν ελέγχεται δικαστικά, εφ’ όσον ήταν εύλογη, παρά μόνον αν αποδειχθεί ότι ήταν αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα της οποίας όμως την ύπαρξη οφείλει να αποδείξει ο αιτητής (βλ. [*298]Republic v. Ekkeshis (1975) 3 C.L.R. 548). Εξ’ άλλου, έχει επίσης νομολογηθεί ότι η Επιτροπή δεν έχει υποχρέωση να καταγράψει στο πρακτικό της την έρευνα που διεξήγαγε για να διαπιστώσει κατά πόσο ο αιτητής κατείχε ή δεν κατείχε το πρόσθετο προσόν (βλ. Πετρίδης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1982) 3 C.L.R. 914 και Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56).

Ευρίσκω ότι, υπό τις περιστάσεις, η κρίση της Επιτροπής ότι ο αιτητής δεν κατείχε το πρόσθετο προσόν ήταν εύλογα επιτρεπτή, ο δε αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι, στη διαμόρφωση της κρίσης αυτής, εμφιλοχώρησε οποιαδήποτε πραγματική πλάνη. 

Ακολουθεί ότι ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί.

Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται, πάντοτε μέσα στα πλαίσια της Προσφυγής Αρ. 231/96, είναι ότι η επίδικη απόφαση της Επιτροπής δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη.

Έχω μελετήσει με προσοχή το σχετικό πρακτικό της Επιτροπής ημερομηνίας 24/10/1995. Κατά την κρίση μου στο πρακτικό αυτό διατυπώνονται κατά τρόπο πολύ ικανοποιητικό οι λόγοι που οδήγησαν την Επιτροπή στην απόφαση να προτιμήσει για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος Γ. Ψηλοΐνη. Μάλιστα οι λόγοι αυτοί συμπληρώνονται και από τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων που ήσαν ενώπιον της Επιτροπής (βλ., μεταξύ άλλων, Χαράλαμπος Σάββα ν. Δημοκρατίας (1990) 3 A.A.Δ. 4205 και Πιπερίδης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134).

Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί.

Ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει ως αναιτιολόγητη.  Και τούτο διότι οι αναφορές του δεν συνιστούν πραγματική αιτιολόγηση των συστάσεων του αλλά είναι, ουσιαστικά, κενές περιεχομένου. Το επιχείρημα επικεντρώνεται κυρίως στη διαπίστωση ότι ο Διευθυντής, κατά την έκφραση των απόψεων του ενώπιον της Επιτροπής, δεν αναφέρθηκε καθόλου στον αιτητή.

Δεν ευρίσκω ότι οι θέσεις αυτές έχουν ασφαλή βάση. Η σύσταση του Διευθυντή, όπως έχει καταγραφεί στο πρακτικό της Επιτροπής,  είναι αιτιολογημένη με επάρκεια. Δεν βλέπω γιατί να μην εγίνετο αποδεκτή, όπως και έγινε, από την Επιτροπή. Ο Διευθυντής αναφέρει με σαφήνεια τους λόγους για τους οποίους συστήνει το ενδιαφερόμενο μέρος Γ. Ψηλοΐνη και τους λόγους που τον θεωρεί ως τον καταλλη[*299]λότερο. Η μη αναφορά του στον αιτητή προσωπικά και στο προσόν του Χειριστή Αεροσκάφους που διαθέτει, δεν καθιστά, κατά την κρίση μου, αναιτιολόγητη τη σύστασή του. Υπάρχει σαφής νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία ο προϊστάμενος του Τμήματος δεν έχει υποχρέωση, όταν εκφέρει τις απόψεις του ενώπιον της Επιτροπής, να αναφέρεται ονομαστικά και στον κάθε ένα υποψήφιο που δεν συστήνει (βλ. π.χ. Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1983) 3 C.L.R. 551, Ταπάκη ν. Δημοκρατίας (1987) 3 C.L.R. 450). 

Ούτε αυτός ο λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.

Ο πέμπτος και τελευταίος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται στην Προσφυγή Αρ. 231/96 είναι ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις του αιτητή για τα έτη 1990 και 1991, που είχαν συνταχθεί από τον άμεσα προϊστάμενό του, δεν έπρεπε να ληφθούν υπ’ όψη από την Επιτροπή επειδή ήσαν προϊόν προκατάληψης και έχθρας απέναντί του.

Προς απόδειξη του λόγου αυτού ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, στη γραπτή του αγόρευση, επισύναψε δύο επιστολές του άμεσα προϊστάμενου του αιτητή κ. Χρ. Καλαθά προς την προϊσταμένη αρχή από τις οποίες προκύπτει ότι οι μεταξύ τους σχέσεις δεν ήσαν καλές. Ευρίσκω ότι οι επιστολές αυτές, αν και αποδεικνύουν κακές σχέσεις, εν τούτοις δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν από μόνες τους ως ικανοποιητική μαρτυρία ότι ο κ. Καλαθάς αξιολόγησε τον αιτητή κάτω από καθεστώς προκατάληψης ή έχθρας και όχι κατά τρόπο αντικειμενικό και αμερόληπτο. Είναι η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι οι τεταμένες σχέσεις ενός υπαλλήλου με τον προϊστάμενό του δεν αποδεικνύουν αφ’ εαυτών την ύπαρξη προκατάληψης ή έχθρας (βλ., μεταξύ άλλων, Kontemeniotis v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 1027, Soteriadou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 921, Νίκος Τέκλου ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 493 και Στυλιανός Ακάμα ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1818).

Επομένως ούτε ο πέμπτος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.

Η Προσφυγή Αρ. 231/96 απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται βάσει του άρθρου 146(4)(α) του Συντάγματος.

Η Προσφυγή Αρ. 232/96 επιτυγχάνει με έξοδα σε βάρος της καθ’ ης η αίτηση. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται βάσει του [*300]Άρθρου 146(4)(β) του Συντάγματος για το λόγο ότι η Επιτροπή δεν προέβη στη δέουσα έρευνα αναφορικά με την κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας από τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη.

H Υπόθεση Αρ. 231/96 απορρίπτεται με έξοδα. H Υπόθεση Αρ. 232/96 επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο