Στρούθου Παναγιώτης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 ΑΑΔ 562

(1998) 4 ΑΑΔ 562

[*562]6 Ιουλίου, 1998

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤΡΟΥΘΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Kαθ’ ων η αίτηση.

(Yπόθεση Aρ. 683/97)

 

Πολεοδομική Άδεια ― Iεραρχική προσφυγή επί απορρίψεως αιτήσεως για χορήγησή της ―�Tο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο ―�Aρμοδιότητα απόφασης επί της ιεραρχικής προσφυγής ― Eιδικά το ερώτημα της νομιμότητας ανάκλησης απόψεων επί της προσφυγής από τα αρμόδια τμήματα όχι με πρωτοβουλία της αποφασίζουσας Yπουργικής Eπιτροπής αλλά του Yπουργείου Eσωτερικών ―�Θεωρία και νομολογία ― H αναζήτηση της απόψεως με την πρακτική αυτή δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της απόφασης επί της ιεραρχικής προσφυγής.

Διοικητικό Δίκαιο ―�Aρμοδιότητα ―�Άσκηση αρμοδιότητας ― Tο ζήτημα της απεμπόλησης ή μη αρμοδιότητας εκ του γεγονότος της υιοθέτησης από το αρμόδιο όργανο των εισηγήσεων άλλων οργάνων ― H επί του θέματος νομολογία και οι περιστάσεις της κριθείσας περίπτωσης εξέτασης ιεραρχικής προσφυγής κατ’ απορρίψεως αιτήσεως για χορήγηση πολεοδομικής άδειας.

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Tο δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως διοικητικής πράξης ― Λόγοι ακυρώσεως που δεν ενσωματώνονται σε αυτό δεν μπορούν να εγερθούν και αποφασιστούν από το Δικαστήριο ―�Mόνη εξαίρεση οι λόγοι δημοσίας τάξεως οι απτόμενοι του θεμελίου της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας.

[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβά[*563]ζεται ως σύνολο.]

H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Thalassinos v. Republic (1973) 3 C.L.R. 386,

Thalassinos v. Republic (1974) 3 C.L.R. 290,

Tsangaris v. Republic (1975) 3 C.L.R. 518,

Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mοbil Oil (Cyprus) Limited κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 294,

Δημητριάδης κ.ά. v. Yπουργικού Συμβουλίου κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 85,

Δημοκρατία v. Kουκκουρή κ.ά. (1993) 3 A.A.Δ. 598,

Xατζηκυριάκου v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 261.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση της Yπουργικής Eπιτροπής για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

KAΛΛHΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης κτήματος στο χωριό Κισσόνεργα, το οποίο βρίσκεται εντός της περιοχής ανάπτυξης του χωριού. Στις 11.10.94 υπέβαλε αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας ανέγερσης οικοδομής με δώδεκα διαμερίσματα. Η Πολεοδομική Αρχή με απόφαση της, ημερ. 14.9.95, απέρριψε την αίτηση γιατί “το υπό ανάπτυξη τεμάχιο εφάπτεται δημόσιου δρόμου, τμήμα του οποίου δεν είναι εγγεγραμμένο ως δημόσιος δρόμος και ούτε έχει κατασκευασθεί επί τόπου και ως εκ τούτου δεν θα διαθέτει ικανοποιητική προσπέλαση κατ’ αντίθεση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου Πάφου (Πρόνοια [*564]1(Β))”. Διευκρίνισε περαιτέρω πως η αίτηση θα επανεξεταστεί όταν ολοκληρωθεί η διάνοιξη και εγγραφή όλου του τμήματος του δημόσιου δρόμου που θα παρέχει προσπέλαση στο τεμάχιο. Στις 2.11.95 ο αιτητής υπέβαλε στον Υπουργό Εσωτερικών ιεραρχική προσφυγή εναντίον της αρνητικής απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής. Υποστήριξε πως η απόρριψη της αίτησης παραβλάπτει τα συμφέροντα του γιατί στον τίτλο ιδιοκτησίας αναγράφεται η ύπαρξη δρόμου σε όλο το μήκος της πρόσοψης του οικοπέδου.

Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών με επιστολή του ημερ. 4.12.1995 διαβίβασε την ιεραρχική προσφυγή στους:

1. Επαρχιακό Λειτουργό Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου (Πολεοδομική Αρχή).

2. Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως.

3. Έπαρχο Πάφου.

Τους παρακάλεσε να υποβάλουν στο Υπουργείο Εσωτερικών  τις απόψεις τους σε ένα μήνα από την ημερομηνία λήψης της έκθεσης της Πολεοδομικής Αρχής.

Ο Επαρχιακός Λειτουργός εισηγήθηκε την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής (βλ. επιστολή του ημερ. 19.2.96) για τους πιο  κάτω λόγους:

  i)  Η Πολεοδομική Αρχή δεν αμφισβήτησε την ύπαρξη δρόμου σε όλο το μήκος της πρόσοψης του τεμαχίου, αλλά υποστήριξε ότι ο δρόμος που οδηγεί στο τεμάχιο δεν ικανοποιεί τις πρόνοιες της Εντολής 1/94 (παρ. 2.1) του Υπουργού Εσωτερικών.

 ii)  Η Πολεοδομική Αρχή προ της απόρριψης της αίτησης απετάθη στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας απ’ όπου πληροφορήθηκε πως η διαδικασία της εγγραφής βρισκόταν σε εξέλιξη.

 iii) Μέχρι και τις 6.2.96, ημερομηνία εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής, δεν είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία εγγραφής του δρόμου.

Ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως συμφώνησε με τις απόψεις του Επαρχιακού Λειτουργού του Τμήμα[*565]τος του και εισηγήθηκε την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής (Βλ. επιστολή του ημερ. 9.4.96). Παρόμοια ήταν και η τοποθέτηση του Επάρχου Πάφου (Βλ. επιστολή του ημερ. 4.3.97).

Μετά τη λήψη των πιο πάνω απόψεων το Υπουργείο Εσωτερικών ετοίμασε σημείωμα για την Υπουργική Επιτροπή - φέρει ημερ. 16.4.97 και αρ. 30/35. Στο σημείωμα εκείνο παρατίθεται το ιστορικό της Ιεραρχικής Προσφυγής και οι απόψεις των τριών πιο πάνω λειτουργών. Καταλήγει με την πιο κάτω εισήγηση:

“Το Υπουργείο Εσωτερικών θεωρεί ότι η αίτηση απερρίφθη από την Πολεοδομική Αρχή νομότυπα και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της και εισηγείται όπως η Υπουργική Επιτροπή με βάση τις εξουσίες που διαθέτει από το άρθρο 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή και υποδείξει στον προσφεύγοντα να υποβάλει νέα αίτηση όταν εγγραφεί ο δρόμος.”

Η Υπουργική Επιτροπή εξέτασε την ιεραρχική προσφυγή στις 23.5.97 και την απέρριψε. Μεταφέρω το σχετικό πρακτικό:

ΕΠΑΡΧΙΑ ΠΑΦΟΥ

Ιεραρχική Προσφυγή Παναγιώτη Στρούθου εναντίον απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής να αρνηθεί τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας ανέγερσης δώδεκα διαμερισμάτων στην Κισσόνεργα (Αρ. Φακ. 79/91/Ε/49).

Η Επιτροπή μελέτησε το Σημείωμα αρ. 30/35 του Υπουργείου Εσωτερικών σχετικά με το πιο πάνω θέμα και αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή θεωρώντας πως η Πολεοδομική Αρχή εφάρμοσε ορθά, νομότυπα και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της τις πρόνοιες του Σχεδίου Ανάπτυξης.

Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης να υποδειχθεί στον προσφεύγοντα να υποβάλει νέα αίτηση όταν εγγραφεί ο δρόμος.”

Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της πιο πάνω απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής με την οποία είχε απορριφθεί η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή.

Αρμόδιο όργανο να επιληφθεί μιας προσφυγής είναι το Υπουργικό Συμβούλιο (Βλ. Καν. 7* των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990 - Κ.Δ.Π. 55/90). Με απόφαση του, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 30.7.93 (Κ.Δ.Π. 196/93) το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε να εκχωρήσει τη σχετική εξουσία σε Υπουργική Επιτροπή αποτελούμενη από τους Υπουργούς Εσωτερικών, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως, Υγείας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, Γεωργίας και Φυσικών Πόρων και Συγκοινωνιών και Έργων. Η εκχώρηση έγινε δυνάμει του άρθρου 3(1) των Περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου του 1962 (Ν. 23/62).

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υποστήριξε ότι η αναζήτηση των απόψεων των τριών πιο πάνω λειτουργών (Βλ. σελ. 2) από το Υπουργείο Εσωτερικών αποτελεί αναρμόδια ενέργεια. Δεν υπάρχει τέτοια αρμοδιότητα στο Νόμο ή τους Κανονισμούς “για έρευνα εξ ιδίας πρωτοβουλίας ή για υποβολή εισήγησης. Αρμόδιο όργανο να αναθέσει την εξέταση ορισμένων θεμάτων σε άλλο όργανο, σχετικών με την ιεραρχική προσφυγή, ήταν η Υπουργική Επιτροπή (Βλ. Καν. 7(5)). Ο Υπουργός Εσωτερικών ή το Υπουργείο του “διενήργησαν, χωρίς ανάθεση από την Επιτροπή Υπουργών, την έρευνα και, επομένως ενήργησαν αντίθετα προς τον Καν. 7(5)”. Η ανάμειξη του Υπουργού ή του Υπουργείου Εσωτερικών “ήταν αναρμόδια, δική τους πρωτοβουλία, η οποία ως ενδιάμεση παράνομη πράξη οδηγεί σε ακύρωση την τελική”. Όχι μόνο “ενήργησε χωρίς εντολή το [*567]Υπουργείο Εσωτερικών στο να ερευνήσει και να ετοιμαστεί σημείωμα-εισήγηση στις 16.4.97, αλλά επιπλέον η Υπουργική Επιτροπή ενώ είχε αυτή την αποκλειστική αρμοδιότητα, την εγκατέλειψε. Έτσι αποποιήθηκε του καθήκοντος της να ασκήσει τη διακριτική της εξουσία. Εκ πλάνης περί το Νόμο η Υπουργική Επιτροπή θεώρησε ότι ήταν δέσμια στο σημείωμα και σε μια έρευνα που έγινε αναρμόδια και χωρίς να υπάρχει ήδη περί τούτου ανάθεση κατά τον Καν. 7(5)”. Η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής “είναι - όπως το έθεσε - ένα rubber stamp, μια δέσμια ενέργεια σε πρωτοβουλίες και ενέργειες αναρμόδιες”.

Σύμφωνα με τον Καν. 7(3) η ιεραρχική προσφυγή ασκείται με την κατάθεση της στον Υπουργό Εσωτερικών. Με δική του πρωτοβουλία ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών ζήτησε τις απόψεις των τριών πιο πάνω λειτουργών. Πράγματι οι Κανονισμοί δεν κάμνουν πρόβλεψη για αναζήτηση των απόψεων οποιουδήποτε άλλου οργάνου. Η αποφασιστική αρμοδιότητα ανήκει στην Υπουργική Επιτροπή.

Σύμφωνα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-59, σελ. 193:

“Η υπό οργάνου αποφασιστικής αρμοδιότητος συγκρότησις συλλογικού συμβουλευτικού οργάνου προς κατατόπισιν και γνωμοδότησιν επί θεμάτων της αρμοδιότητός του, εις ουδεμίαν διάταξιν νόμου αντίκειται, ουδέ και η υπ’ αυτού αποδοχή της γνώμης του συμβουλευτικού τούτου οργάνου: 1062/51.”

 

Η αρχή που διατυπώνεται στο πιο πάνω απόσπασμα έχει τύχει εφαρμογής στην πρωτόδικη απόφαση στην Thalassinos v. Republic (1973) 3 C.L.R. 386, 392 και δεν έχει αποδοκιμαστεί κατ’ έφεση (Βλ. Thalassinos v. Republic (1974) 3 C.L.R. 290).  Έχει επίσης τύχει εφαρμογής στην Tsangaris v. Republic (1975) 3 C.L.R. 518, 528.

Στην κρινόμενη περίπτωση η λήψη των απόψεων των τριών λειτουργών δεν είχε επιδιωχθεί από την Υπουργική Επιτροπή. Ωστόσο, σύμφωνα με την πιο πάνω νομολογία, η λήψη των απόψεων άλλων οργάνων “εις ουδεμίαν διάταξιν νόμου αντίκειται”. Έχω την άποψη ότι η αναζήτηση των απόψεων των τριών λειτουργών με πρωτοβουλία του Υπουργείου Εσωτερικών, εις το οποίο είχε κατατεθεί η ιεραρχική προσφυγή και όχι με πρωτοβουλία της Υπουργικής Επιτροπής δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της τελικής πράξης. Πρέπει να υποτεθεί ότι η Υπουργική Επιτροπή δεν διαθέτει Γραμματεία. Η ιεραρχι[*568]κή προσφυγή είχε κατατεθεί στο Υπουργείο Εσωτερικών όπως ορίζεται από τους Κανονισμούς. Η πρωτοβουλία που έλαβε το Υπουργείο Εσωτερικών σκοπό είχε να υποβοηθήσει την Υπουργική Επιτροπή στο έργο της.  Όπως υποδεικνύεται πιο πάνω η λήψη των απόψεων των τριών λειτουργών με πρωτοβουλία της ίδιας της Υπουργικής Επιτροπής δεν αντίκειται σε οποιαδήποτε διάταξη Νόμου. Δεν βλέπω πως μπορεί να πάσχει επειδή οι απόψεις λήφθηκαν με πρωτοβουλία του Υπουργείου στο οποίο είχε κατατεθεί η ιεραρχική προσφυγή. Εναπόκειτο στην Υπουργική Επιτροπή να μη λάβει υπόψη τις σχετικές εισηγήσεις ή να επιδιώξει να λάβει τις απόψεις και άλλων Υπηρεσιών. Πρέπει, επίσης, να προστεθεί ότι οι Υπηρεσίες των οποίων λήφθηκαν οι απόψεις δεν είναι άσχετες με την εφαρμογή του Νόμου 90/72. Έχουν ρόλο να διαδραματίσουν δυνάμει του Νόμου εκείνου.

Αυτό που πρέπει να εξεταστεί είναι κατά πόσο η Υπουργική Επιτροπή αποποιήθηκε του καθήκοντος της να ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια και κατά πόσο θεώρησε ότι ήταν δέσμια στο πιο πάνω σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, όπως είναι η εισήγηση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή.

Στη Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. ν. Mobil Oil (Cyprus) Limited κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 294, ο αιτητής άσκησε ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών δυνάμει του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96. Ο Υπουργός ανέθεσε σε λειτουργούς του Υπουργείου του την εξέταση θεμάτων που αφορούσαν τις ιεραρχικές προσφυγές. Ο τελευταίος εισηγήθηκε την απόρριψη των προσφυγών. Με την άποψη αυτή συμφώνησε και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών απευθυνόμενος προς τον Υπουργό με χειρόγραφη σημείωση. Στη συνέχεια ο Υπουργός ανέγραψε τη λέξη “συμφωνώ” και υπέγραψε.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε ότι η συμφωνία του Υπουργού που εκδηλώθηκε μονολεκτικά με τη λέξη “συμφωνώ” αποτελούσε απλή επισφράγιση της απόφασης υφιστάμενου οργάνου και όχι κυριαρχική άσκηση διοικητικής αρμοδιότητας.

Κατ’ έφεση η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου (απόφαση πλειοψηφίας) προσέγγισε το θέμα ως πιο κάτω:

“... Ο Υπουργός δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εξεχώρησε την αρμοδιότητά του. Ανέθεσε απλώς σε λειτουργό την εξέταση θεμάτων, η δε τελική απόφαση και η άσκηση της αρμοδιότητας, ασκήθηκε τελικά από τον ίδιο. Παρ’ όλον ότι ορισμένα θέματα της ιεραρχικής προσφυγής εξετάστηκαν από λειτουργό του Υπουργείου, η τελική [*569]απόφαση ελήφθη από τον Υπουργό. Το γεγονός ότι ο Υπουργός απλώς ανέφερε ότι συμφωνεί με την εισήγηση του λειτουργού δεν σημαίνει ότι δεν ασχολήθηκε με την επίλυση του θέματος ούτε και αποτελεί άρνηση άσκησης της εξουσίας που του παρέχει ο Νόμος. Αποτελεί θέμα πραγματικό πότε ο Υπουργός, ή οποιοδήποτε άλλο διοικητικό όργανο, ασκεί την εξουσία που του παρέχεται από το νόμο και πότε απλώς επισφραγίζει απόφαση άλλου.

.............................................................................................................

Δε συμφωνούμε ότι η πράξη του Υπουργού δεν αποτελεί πρωτογενή άσκηση αποφασιστικής αρμοδιότητας. Αντίθετα ο Υπουργός εξέτασε την ουσία των ιεραρχικών προσφυγών και κατέληξε στην απόφαση του και στην άσκηση της αρμοδιότητάς του αφού βέβαια προηγουμένως μελέτησε τις απόψεις του αρμόδιου λειτουργού στον οποίο νόμιμα είχε αναθέσει την εξέταση του θέματος.

Τέλος δεν μπορεί επίσης να θεωρηθεί ότι η απόφαση του Υπουργού πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας, αφού η αιτιολογία είναι σαφής από το περιεχόμενο του φακέλου και δη στην εισήγηση του λειτουργού, ακόμα δε και στην επιστολή του Γενικού Διευθυντή.”

Στη Δημητριάδης κ.ά. ν. Υπουργικού Συμβουλίου κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 85 (απόφαση της Ολομέλειας), ο Έπαρχος - Αρμόδια Αρχή - ζήτησε, πριν καταλήξει στην απόφαση του, τις απόψεις, όχι μόνο του Τμήματος Πολεοδομίας, αλλά και των επηρεαζομένων τοπικών Αρχών. Όπως προέκυπτε από το φάκελο της υπόθεσης πριν αχθεί στην απόφασή του διεξήγαγε ευρεία έρευνα, σκοπούσα στη διαπίστωση όλων των σχετικών δεδομένων. Κρίθηκε ότι:

 

“Το γεγονός ότι η τελική του απόφαση συμπίπτει με τις εισηγήσεις των πολεοδομικών αρχών, δεν αποκαλύπτει, ούτε απεμπόληση εξουσίας, ούτε αποποίηση εκτέλεσης καθηκόντων. Ο Έπαρχος στοιχειοθέτησε την απόφασή του υπό το φως των απόψεων οργάνων, τα οποία, λόγω των αρμοδιοτήτων τους, ήταν σε θέση να εκφέρουν άποψη επί των εξεταζομένων θεμάτων, πεφωτισμένη από την πείρα και γνώση τους. Η υιοθέτηση της δεν αποκαλύπτει, υπό το φως του συνόλου των δεδομένων της έρευνας, αποποίηση εξουσίας. Η αναζήτηση των απόψεων τρίτων, στο πλαίσιο της διερεύνησης των γεγονότων, προς το σκοπό άσκησης της εξουσίας η οποία εναποτίθεται σε νομοθετημένο όργανο, δε συνιστά απεμπόληση εξουσίας, αλλά μέτρο αναγόμενο στη δέουσα διερεύνηση των γεγονότων (Βλ. Κωνσταντινίδης κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Στροβόλου κ.ά., Υποθ. 216/86 [*570]κ.ά./13.4.90).”

Στην κρινόμενη περίπτωση είναι πρόδηλο από το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης ότι η Υπουργική Επιτροπή ασχολήθηκε με το θέμα. Μελέτησε  το σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών το οποίο, όπως υποδεικνύεται πιο πάνω (σελ. 3), περιλαμβάνει,

(1)       το ιστορικό της υπόθεσης,

(2)       τους λόγους απόρριψης της αίτησης για πολεοδομική άδεια,

(3)       τις θέσεις των τριών λειτουργών και τους λόγους που τις υποστηρίζουν.

(4)       την εισήγηση του Υπουργείου Εσωτερικών.

Μετά από τη μελέτη του σημειώματος η Υπουργική Επιτροπή αποφάσισε να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή αφού θεώρησε πως η Πολεοδομική Αρχή εφάρμοσε ορθά, νομότυπα και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της τις πρόνοιες του σχεδίου ανάπτυξης. Το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης δεν αποκαλύπτει ότι η Υπουργική Επιτροπή θεώρησε ότι ήταν δέσμια του σημειώματος ούτε και αποκαλύπτει ότι απλώς επισφράγισε το σημείωμα. Άσκησε τη δική της διακριτική ευχέρεια και έδωσε τη δική της αιτιολογία, η οποία συμπληρώνεται και από το περιεχόμενο του φακέλου. Το γεγονός ότι η τελική απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής συμπίπτει με τις εισηγήσεις των τριών λειτουργών και του Υπουργείου Εσωτερικών δεν αποκαλύπτει, ούτε απεμπόληση εξουσίας, ούτε αποποίηση εκτέλεσης καθηκόντων (Βλ. Δημητριάδης, πιο πάνω).

Για τους πιο πάνω λόγους ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

Ο αιτητής υπέβαλε παράπονο στον Επίτροπο Διοικήσεως. Με απόφαση του ημερ. 5.1.98 ο Επίτροπος Διοικήσεως διαπίστωσε, ανάμεσα σ’ άλλα, ότι “τόσο ο Έπαρχος όσο και το Συμβούλιο Βελτίωσης επέδειξαν αδικαιολόγητη ανοχή έναντι παράνομων ενεργειών και ανέβαλαν τη λήψη περαιτέρω μέτρων για τη διάνοιξη του δρόμου”. Με αφορμή, λοιπόν, αυτή τη διαπίστωση ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υποστήριξε ότι ενώ τα πιο πάνω όργανα είχαν υπαίτια συμπεριφορά που προκάλεσε ανωμαλία και καθυστέρηση στον αιτητή με πρωτοβουλία του Υπουργείου Εσωτερικών αναμείχθηκαν στην εξέταση της ιεραρχικής προσφυγής.

 

[*571]Στην πραγματικότητα συντέλεσαν στο να παραβιαστεί η φυσική δικαιοσύνη αφού ο Έπαρχος έγινε κριτής της ίδιας αυτού  καθυστέρησης. Αυτό αντιβαίνει επίσης στην έννοια της καλής πίστης. Παραβίαση της φυσικής δικαιοσύνης, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο, έχει σημειωθεί και λόγω της παράλειψης των καθ’ ων η αίτηση να ακούσουν τον αιτητή.

Οι πιο πάνω λόγοι ακύρωσης - παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και της καλής πίστης - δεν έχουν προβληθεί στο δικόγραφο του αιτητή. Είναι νομολογημένο ότι όταν ένας λόγος ακύρωσης δεν προβάλλεται στο δικόγραφο δεν μπορεί να εγερθεί.    Μόνο λόγοι δημόσιας τάξης που άπτονται του θεμελίου της δικαιοδοσίας μπορεί να εγερθούν αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (Βλ. Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, 607,       Χ''Κυριάκου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 261). Ακολουθεί πως οι πιο πάνω λόγοι ακύρωσης δεν μπορούν να εξεταστούν.

Η προσφυγή απορρίπτεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητά της με έξοδα £300.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο