Bασιλείου Γεώργιος και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 ΑΑΔ 643

(1998) 4 ΑΑΔ 643

[*643]31 Ιουλίου, 1998

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Aρ. 593/98)

 

Aναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Έκδοση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος επί προσφυγής ― Όροι και προϋποθέσεις από τη σύνολη νομολογία ― Περιστάσεις μη εκπλήρωσής τους στην κριθείσα περίπτωση ―�Eιδικά η έκδηλη παρανομία και η ανεπανόρθωτη ζημία.

Έννομο συμφέρον ― Περίοικος ― Έννομο συμφέρον περιοίκου να προσβάλει χορήγηση προνομίου λατομείου.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Σύνταγμα ― Άρθρα 7.1 και 9 ― Συνάρτησή τους προς το έννομο συμφέρον άσκησης προσφυγής βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]

H αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (1996) 3 A.A.Δ. 73,

Δημοκρατία v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου και Άλλων (1998) 3 Α.Α.Δ. 210,

Moyo and Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 976,

[*644]Clerides and Others v. Republic (No. 1) (1966) 3 C.L.R. 701,

Dogan v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 716,

Κροκίδου και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857,

Frangos and Others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 837,

Sofocleous v. Republic (1971) 3 C.L.R. 345,

Karram v. Republic (1983) 3 C.L.R. 199,

Miltiadous v. Republic (1972) 3 C.L.R. 341,

Georghiades v. Republic (No. 1) (1965) 3 C.L.R. 392,

Λοϊζίδης v. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233,

Frangos and Others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 53,

Monica Rodat v. Republic (1983) 3 C.L.R. 937,

Kadivari v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2452,

Κοινότητα Πυργών v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 3498,

Rοdat v. Republic (1988) 3 C.L.R. 937.

Eνδιάμεση Απόφαση.

Aίτηση για έκδοση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος με το οποίο να αναστέλλεται η ισχύς προνομίου λατομείου που παραχωρήθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος.

Μ. Πικής, για τους Aιτητές.

Cur. adv. vult.

KPONIΔHΣ, Δ.: Με την αίτηση ακύρωσης που καταχωρήθηκε στις 21.7.98, οι αιτητές αξιώνουν “Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση και/ή πράξη των καθ’ ων η αίτηση να παραχωρήσουν προνόμιο λατομείου στην περιοχή του χωριού Καλαβασού στην Εταιρεία United Gypsum Limited είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.”.

[*645]Με μονομερή αίτηση της ίδιας ημερομηνίας, που τέθηκε την επομένη, 22.7.98, ενώπιόν μου, επιδιώκεται η έκδοση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.

Τα προβαλλόμενα πραγματικά γεγονότα που αποτελούν το βάθρο της προσφυγής μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:- Σε άγνωστη ημερομηνία οι καθ’ ων η αίτηση απεφάσισαν να παραχωρήσουν το εν λόγω προνόμιο λατομείου στην εταιρεία United Gypsum Limited για περίοδο έξι μηνών, από 9.7.98 μέχρι 8.1.99. Η εν λόγω απόφαση, όπως ισχυρίζονται οι αιτητές, περιήλθε σε γνώση τους στις 20.7.98.

Κάθε ένας από τους 21 αιτητές είναι ιδιοκτήτης ξεχωριστής κατοικίας υπό ανέγερση ή αναγερθείσας ως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση του Γεώργιου Βασιλείου, αιτητή αρ. 1 στον κατάλογο. Η περιοχή του χωριού Καλαβασού που καλύπτει το εν λόγω προνόμιο γειτνιάζει προς την περιοχή όπου ανεγείρονται ή ανεγέρθησαν οι εξοχικές κατοικίες των αιτητών.

Στην προσφυγή τους οι αιτητές προβάλλουν αρκετούς λόγους για τους οποίους ζητείται η ακύρωση της απόφασης. Συνοπτικά τους εξής: Ότι η προσβαλλόμενη πράξη λήφθηκε κατά παράβαση των Άρθρων 7.1 και 9 του Συντάγματος, ότι λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και χωρίς αιτιολογία, ότι εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας και κατά παράβαση των κανόνων της χρηστής διοίκησης και τέλος ότι είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα.

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει τη μονομερή αίτηση παρατίθεται το παράπονο των αιτητών που είναι το γεγονός ότι θα υπάρξει οχληρία από την εν λόγω λατόμευση και θα εκπέμπεται σκόνη και σε συνδυασμό με την απογύμνωση της περιοχής του λατομείου θα επηρεάσει δυσμενώς την ποιότητα ζωής και γενικά τους όρους της διαβίωσης τους και συνάμα θα μειώσει την οικονομική αξία της περιουσίας τους.

Μεγάλο μέρος της αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου των αιτητών περιεστράφη γύρω από το θέμα του εννόμου συμφέροντος το οποίο ισχυρίζονται ότι έχουν οι αιτητές.

Με βάση τα γεγονότα όπως εξετέθησαν πιο πάνω και συμπληρώντας ότι η τελευταία υπό ανέγερση εξοχική κατοικία απέχει από την περιοχή του λατομείου μόνο 150-200 μέτρα, καταλήγω, χωρίς να υπεισέρχομαι σε λεπτομερή ανάλυση της νομολογίας ότι οι αιτητές [*646]έχουν έννομο συμφέρον να προσφύγουν στο Δικαστήριο με αίτημα την ακύρωση της επίδικης άδειας λατομείου. Είναι εύλογα ορθή η θέση των αιτητών ότι από τη λειτουργία του λατομείου υπάρχει η πιθανότητα να προκληθεί οχληρία και ότι η οικονομική αξία της γης τους πιθανώς να μειωθεί. Η θέση αυτή βρίσκει έρεισμα στις πρόσφατες αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Σοφούλλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73 και Κυπριακή Δημοκρατία ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου και Άλλων (1998) 3 Α.Α.Δ. 210.

Οι αρχές οι οποίες διέπουν την έκδοση προσωρινού διατάγματος του Διοικητικού Δικαίου έχουν νομολογηθεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Κύριος σκοπός τους είναι η διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης και συνίσταται στην αναστολή αυτής μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου. Το προσωρινό διάταγμα του Διοικητικού Δικαίου δεν έχει σχέση με το συντηρητικό διάταγμα του Ιδιωτικού Δικαίου και δεν τυγχάνει εφαρμογής του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 (Βλέπε Moyo and Another v. The Republic (1988) 3 C.L.R. 976). Το προσωρινό διάταγμα του Διοικητικού Δικαίου συνιστά δραστική θεραπεία και συνεπώς θα πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ (Βλέπε Costas Clerides and Others v. The Republic (No. 1) (1966) 3 C.L.R. 701).

To προσωρινό διάταγμα αποτελεί κατ’ εξαίρεση θεραπεία υπό την έννοια ότι εκδίδεται χωρίς εξέταση της ουσίας της υπόθεσης. Προτού χορηγηθεί θα πρέπει να αποδειχθεί είτε έκδηλη παρανομία της προσβαλλόμενη πράξης, είτε σοβαρή πιθανότητα να υποστεί ο αιτητής ανεπανόρθωτη ζημία αν το διάταγμα δεν εκδοθεί (Βλέπε Moyo and Another v. The Republic (πιο πάνω), Dogan v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 716, Ελπίδα Κροκίδου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857).

Παρανομία για να θεωρηθεί έκδηλη θα πρέπει να είναι αυταπόδεικτη και άμεσα αναγνωρίσιμη, με άλλα λόγια, χειροπιαστή παρανομία που να αναγνωρίζεται από την εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης (Βλέπε Moyo (πιο πάνω), Frangos and Others v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 837, Κροκίδου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω)). Με τον όρο υποδηλώνεται η περίπτωση που η παραβίαση είναι οφθαλμοφανής, χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων.

Κατά την εξέταση τέτοιας φύσεως αίτησης το Δικαστήριο δεν [*647]πρέπει να υπεισέλθει, στο προκαταρκτικό αυτό στάδιο, στην ουσία της διαφοράς και να εκφέρει τελική κρίση επί του θέματος (Βλέπε Κροκίδου (πιο πάνω)). Ακόμα και όταν η έκδηλη παρανομία αποτελεί λόγο άμεσης αναστολής της εκτέλεσης διοικητικής απόφασης, η προσέγγιση θα πρέπει να γίνεται με περίσκεψη, γιατί διαφορετικά η εκδίκαση της ουσίας της διαφοράς θα καταντούσε μάταιη προσπάθεια (Βλέπε Sofocleous v. The Republic (1971) 3 C.L.R. 345, Karram v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 199). Όπως αναφέρεται στην Georgios Miltiadous v. The Republic (1972) 3 C.L.R. 341, ο Κανονισμός 13(1) των Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, δεν ενθαρρύνει την έκφραση γνώμης επί των επιδίκων θεμάτων εκκρεμούσης της διαδικασίας. Στην υπόθεση Cleanthis Georghiades v. The Republic (No. 1) (1965) 3 C.L.R. 392, αναφέρθηκε ότι ακόμα και στις περιπτώσεις που η αξίωση του αιτητή θα επιτύχει, το Δικαστήριο δεν εκδίδει το αιτούμενο διάταγμα σαν θέμα ρουτίνας. Στην ίδια υπόθεση τονίσθηκε ότι η ουσία της υπόθεσης δεν ασκεί αποφασιστική επίδραση στο κατά πόσο θα εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα. Το τί αποτελεί έκδηλη παρανομία, στις υποθέσεις Κροκίδου (πιο πάνω) και Σταύρος Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233, επιδοκιμάστηκε το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Frangos and Others v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 53 (στη σελίδα 57):

“Although what amounts to flagrant illegality is nowhere xhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrative law. The notion does not encompass any defective exercise of discretionary powers vested in an organ of public administration.”.

Ο εναλλακτικός λόγος έκδοσης του προσωρινού διατάγματος είναι η σοβαρή πιθανότητα ο αιτητής να υποστεί ανεπανόρθωτη ζημία αν το διάταγμα δεν εκδοθεί. Πρέπει να υφίσταται μαρτυρία ανεπανόρθωτης ζημίας η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί με οποιανδήποτε από τις θεραπείες που μπορούν να παραχωρηθούν με την ακύρωση της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης. Όμως ακόμα και όταν υφίσταται τέτοια ζημία, το Δικαστήριο μπορεί παρά ταύτα να αρνηθεί την έκδοση διατάγματος αν είναι πιθανό να δημιουργήσει ανυπέρβλητα εμπόδια στο έργο της Διοίκησης (Βλέπε Monica Rodat v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 937, Kadivari v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2452, Miltiadous v. The Republic (πιο πάνω)).

Οι ίδιες αρχές έχουν υιοθετηθεί επίσης και σε πρόσφατη απόφα[*648]ση της Ολομέλειας στην Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εσωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233. Όπως αναφέρεται στις σελ. 246-247:-

“Σύμφωνα με τις αρχές που ανέπτυξε η νομολογία μας - βλ. ενδεικτικά την απόφαση Μοyo and Another v. Republic (ανωτέρω) - προσωρινά διατάγματα δυνάμει του Καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου (όπως ο Κανονισμός αυτός έχει τροποποιηθεί), δύνανται να εκδοθούν στις εξής δύο περιπτώσεις:

(α)   Όπου προκύπτει έκδηλη παρανομία· ή

(β)   Όπου καταφαίνεται η έλευση ανεπανόρθωτης ζημίας εφόσον σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση δεν δημιουργούνται ανυπέρβλητα εμπόδια στη Διοίκηση οπότε λόγοι δημόσιου συμφέροντος κωλύουν την προσωρινή θεραπεία.”

Η έκδηλη παρανομία συνοψίστηκε (στη σελ. 249) ως

‘..... εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης.’”.

Τίποτε απ’ όσα εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών δεν συνιστά έκδηλη παρανομία. Αποτελούν όλα ζητήματα για τα οποία χρειάζεται δικαστική εξέταση προς διακρίβωση και αποτίμηση.

Σημειώνω εδώ ότι η Κοινοτική Αρχή του χωρίου Καλαβασού έδωσε τη συγκατάθεση της για την παραχώρηση της άδειας λατομείου από την αρμοδία αρχή.

Δεν έχει αναπτυχθεί ενώπιόν μου οιοσδήποτε λόγος ακύρωσης που αναφέρεται στην κυρίως προσφυγή. Εξ’ άλλου όλα τα θέματα που αναφέρονται σ’ αυτή δεν μπορούν να ερευνηθούν εξαντλητικά στο παρόν στάδιο αλλά θα κριθούν στη δίκη.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών αναφέρθηκε σε έκταση στις πρόνοιες του Άρθρου 7.1 και 9 του Συντάγματος, παραπέμποντας με στην ενδιάμεση απόφαση στη μονομερή αίτηση στην Κοινότητα Πυργών v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3498. Πράγματι στην υπόθεση αυτή η οποία είναι μονομελούς σύνθεσης [*649]γίνεται ευρεία ανασκόπηση της ερμηνείας των Άρθρων 7.1 και 9 του Συντάγματος σε συνάρτηση με το έννομο συμφέρο των αιτητών.

Ως προς το ζήτημα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημίας έχει προταθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο η οχληρία που θα προκύψει για τους αιτητές, η πιθανή υποτίμηση της αξίας της κτηματικής ιδιοκτησίας τους και ο επηρεασμός του περιβάλλοντος. Η οχληρία συνίσταται, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση των αιτητών, από πιθανούς θορύβους και πιθανή εκπομπή σκόνης. Σημειώνω εδώ ότι η άδεια λατόμευσης είναι για περιόδο μόνο 6 μηνών και λήγει στις αρχές Ιανουαρίου 1999. Επίσης η πιθανή υποτίμηση της αξίας της ιδιοκτησίας των αιτητών αναφέρεται στην ένορκη δήλωση μόνο επιγραμματικά χωρίς κανένα ιδιαίτερο στοιχείο που να καθιστά αυτή έστω πιθανή. Και όσον αφορά όμως την αλλοίωση του περιβάλλοντος κανένα στοιχείο δεν περιέχει η ένορκη δήλωση. Δεν υπάρχει ενώπιόν μου ούτε καν η διοικητική απόφαση ούτε οποιοσδήποτε χάρτης της περιοχής, ούτε η έκταση του προνομίου. Ούτε επίσης γίνεται ισχυρισμός ότι η αρμοδία αρχή δεν ενήργησε με βάση περιβαλλοντική μελέτη, ή διεξήγαγε τη δέουσα έρευνα. Απεναντίας η ίδια η Χωριτική Αρχή Καλαβασού έδωσε τη συγκατάθεση της στην παραχώρηση της άδειας.

Όσον αφορά την οχληρία, η οποία θα είναι περιορισμένης χρονικής διάρκειας, αποτελεί μόνο δυσχέρεια που δεν κατατείνει εγγενώς σε οτιδήποτε το ανεπανόρθωτο.  Κανένα στοιχείο δεν έχει επίσης παρουσιασθεί για την πιθανολογούμενη από την ένορκη δήλωση υποτίμηση της αξίας των κτημάτων τους. Εξ άλλου αν υπάρξει τέτοια ζημία αυτή είναι αποτιμητή σε χρήμα.

Είναι νομολογιακά παραδεκτό ότι δεν εκδίδονται προσωρινά διατάγματα αναστολής σε διοικητικές προσφυγές όταν είναι πιθανό να παρεμβάλουν σοβαρές δυσχέρειες στην εκπλήρωση του διοικητικού έργου. Συνεκτιμάται επίσης ο επηρεασμός των συμφερόντων του ενδιαφερόμενου μέρους.  Κανένα στοιχείο δεν παρέχεται στην ένορκη δήλωση των αιτητών σχετικά με τα πιο πάνω ζητήματα. Η μονομερής αίτηση των αιτητών δεν επιδόθηκε ούτε στους καθ’ ων η αίτηση, ούτε στο ενδιαφερόμενο μέρος.

Η πρόκληση ανεπανόρθωτης βλάβης δεν πρέπει να παραμένει σε επίπεδο ισχυρισμών. Θα πρέπει να αποδεικνύεται με στοιχεία (Βλέπε: Κροκίδου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω)). Εφόσον το προσωρινό διάταγμα είναι κατ’ εξαίρεση μέτρο διακριτικής εξουσίας, το γενικό συμφέρον δεν θα πρέπει να θυσιάζεται αλλά αντίθετα να επικρατεί του ιδιωτικού συμφέροντος (Βλέπε: Monica Rοdat v. The [*650]Republic (1988) 3 C.L.R. 937).

Mε βάση όλα τα πιο πάνω βρίσκω ότι οι αιτητές δεν κατόρθωσαν να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο ότι δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος και κατά συνέπεια η αίτηση απορρίπτεται, χωρίς καμιά διαταγή για έξοδα.

H�αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο