Kυπριανού Aνδρέας και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 ΑΑΔ 850

(1998) 4 ΑΑΔ 850

[*850]29 Σεπτεμβρίου, 1998

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Yπόθεση Αρ. 172/96)

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

 

(Yπόθεση Αρ. 265/96)

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

 

(Yπόθεση Αρ. 292/96)

ΑΝΤΩΝΙΟΣ Ι. ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

 

[*851](Yπόθεση Αρ. 308/96)

ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΑΡΕΛΙΑ,

Aιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

 

(Yπόθεση Αρ. 335/96)

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 172/96, 265/96, 292/96, 308/96, 335/96)

 

Eπιτροπή Δημοσίας Yπηρεσίας ― Πρόταση για πλήρωση κενής θέσης από την αρμόδια αρχή ― Άρθρο 29(2) του N. 1/90 ― Δεν εφαρμόζεται εκ νέου όταν η υποβληθείσα πρόταση απέληξε στην αδυναμία επιλογής κατάλληλου υποψηφίου από την E.Δ.Y. ―�Xωρεί επαναπροκήρυξη χωρίς την αναμονή νέας πρότασης.

Δημόσιοι Yπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ―�Έκταση και περιεχόμενο της δέουσας έρευνας προς διαπίστωση της κατοχής τους ― Πλημμέλλειες στην κριθείσα περίπτωση πλήρωσης θέσης Πρώτου Λειτουργού Πληροφορικής.

Δημόσιοι Yπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ―�Tο προσόν της γνώσης αγγλικών στο επίπεδο της πολύ καλής γνώσης ― Tρόπος διαπίστωσης της γνώσης ―�Tεκμήρια γνώσης ―�Έλλειψη δέουσας έρευνας στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

[*852]Δημόσιοι Yπάλληλοι ―�Διορισμοί και προαγωγές ― Προφορική εξέταση ―�Aιτιολογία ― Oι νόμιμες απαιτήσεις όπως έχουν επεξηγηθεί από τη νομολογία ― Περιστάσεις αναιτιολογήτου των εντυπώσεων από συνεντεύξεις στην κριθείσα περίπτωση.

[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Σωτηρίου κ.ά. v. Koλοκοτρώνη (1998) 3 Α.Α.Δ. 452,

K.O.T. v. Προδρόμου (1995) 3 A.A.Δ. 128,

Eυθυμίου v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281,

Συμεωνίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145,

Xατζηγιάννη κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 3 A.A.Δ. 317,

Δημοκρατία v. Xατζηγεωργίου (1994) 3 A.A.Δ. 574,

Δημοκρατία κ.ά. v. Aναστασιάδου-Vantieghem κ.ά. (1995) 3 A.A.Δ. 119.

Προσφυγές.

Συνεκδικαζόμενες προσφυγές με τις οποίες προσβάλλεται η προαγωγή των ενδιαφερομένων μέρων αναδρομικά από 1 Δεκεμβρίου, 1993, στις θέσεις Πρώτου Λειτουργού Πληροφορικής, Tμήμα Mηχανογραφικών Yπηρεσιών αντί των αιτητών.

Σ. Ανδρέου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 172/96.

Α. Παντελίδης, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 265/96.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Aιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 292/96 και 335/96.

Α. Γεωργίου, για τον Aιτητή στην Υπόθεση Αρ. 308/96.

Γ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Kαθ’ ων η αίτηση.

[*853]Ι. Νικολάου, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο 1 - K. Aγρότη.

M. Παπαπέτρου, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο 2 K. Kαλοψιδιώτη.

Cur. adv. vult.

NIKOΛAOY, Δ.: Προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στα επόμενα η “Ε.Δ.Υ.”) ημερ. 7 Δεκεμβρίου 1995, με την οποία επιλέγηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, Κώστας Καλοψιδιώτης και Κώστας Αγρότης για προαγωγή, αναδρομικά από 1 Δεκεμβρίου 1993, στις μόνιμες (Τακτ. Προϋπ.) θέσεις Πρώτου Λειτουργού Πληροφορικής, Τμήμα Μηχανογραφικών Υπηρεσιών, που είναι θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής.

Η αναδρομικότητα των προαγωγών προέκυψε εκ του ότι επρόκειτο για επανεξέταση. Προηγούμενη απόφαση της Ε.Δ.Υ., ημερ. 3 Νοεμβρίου 1993, με την οποία είχαν προαχθεί τα ίδια ενδιαφερόμενα πρόσωπα από την 1 Δεκεμβρίου 1993, ανακλήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1995 κατόπιν γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας ότι οι εκ των συνεντεύξεων εντυπώσεις της Ε.Δ.Υ. δεν ήταν αιτιολογημένες όπως όριζε ο νόμος και όπως επεξηγήθηκε σε πρόσφατη νομολογία.

Υπήρχε ωστόσο και προϊστορία στην οποία θα πρέπει να αναφερθώ γιατί τέθηκε ζήτημα επίδρασης της. Κατόπιν πρότασης της αρμόδιας αρχής προς την Ε.Δ.Υ., ημερ. 11 Απριλίου 1991, προχώρησε η διαδικασία για την πλήρωση των θέσεων. Απέληξε όμως στη μη επιλογή κανενός. Στους υποψηφίους συμπεριλαμβάνονταν τότε οι νυν αιτητές και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Η Ε.Δ.Υ., στη συνεδρίαση της, ημερ. 11 Ιουνίου 1992, κατέληξε ότι δεν υπήρχε κατάλληλος υποψήφιος και ως εκ τούτου αποφάσισε να επαναπροκηρύξει τις θέσεις.

Ωστόσο, δεν τις επαναπροκήρυξε αμέσως. Φαίνεται πως ακολούθως θεώρησε ότι θα έπρεπε να αναμένει νέα πρόταση από την αρμόδια αρχή. Εν τέλει, στις 12 Νοεμβρίου 1992, αφού η Ε.Δ.Υ. διαπίστωσε ότι παρήλθε το προβλεπόμενο από το άρθρο 29(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 διάστημα των τεσσάρων μηνών χωρίς υποβολή νέας πρότασης, αποφάσισε να ενεργήσει αυτόβουλα βάσει του άρθρου 29(3) του Νόμου. Και τότε ήταν που έγινε επαναπροκήρυξη. Άρχισε έτσι η διαδικασία που οδήγησε στην απόφαση της Ε.Δ.Υ., ημερ. 3 Νοεμβρίου 1993. Η οποία,  όπως ήδη ανέφερα, ανακλήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1995.

[*854]Κατά την επανεξέταση, που έγινε σε συνεδρίαση της Ε.Δ.Υ. στις 7 Δεκεμβρίου 1995, το πρόβλημα της αιτιολογίας των εντυπώσεων της ιδίας σχετικά με τις συνεντεύξεις στην προηγούμενη διαδικασία, επιλύθηκε με τη χρήση των προσωπικών σημειώσεων που είχαν τότε τηρήσει ο Πρόεδρος και τα Μέλη. Ήταν λοιπόν σε θέση να εκθέσουν την αιτιολογία. Το ότι επιτρέπεται τέτοια εξέλιξη το βεβαίωσε πρόσφατα η Ολομέλεια στη Δημοκρατία κ.ά. ν. Κολοκοτρώνη (1998) 3 Α.Α.Δ. 452. Η δε διατυπωθείσα αιτιολογία ήταν εν προκειμένω επαρκής κατά τη γνώμη μου για να εξηγήσει τις εντυπώσεις. Κάποια επίκριση στην οποία προέβη ο συνήγορος του αιτητή Α. Κυπριανού στην προσφυγή 172/96 σχετικά με ό,τι καταγράφηκε για τον πελάτη του, φαίνεται να παραγνωρίζει ανάμεσα σε άλλα το κατά την άποψη μου σαφές λεκτικό και κρίνεται αβάσιμη. 

Η επανεξέταση δεν περιορίστηκε σε μόνο αυτή την πτυχή. Η Ε.Δ.Υ., όπως επέβαλλε το καθήκον της, κατηύθυνε ξανά την προσοχή της σε όλα τα άλλα. Σε σχέση με ορισμένα ζητήματα αυτό έγινε με την επαναβεβαίωση προηγούμενων αποφάσεων ή προσεγγίσεων της. Που ήταν βέβαια επιτρεπτό.

Τα όσα εκτίθενται ως λόγοι ακύρωσης στις προσφυγές, καλύπτουν περίπου το ίδιο ευρύ φάσμα, με κύρια διαφορά ότι στην προσφυγή 172/96 ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι μόνο ο Κ. Καλοψιδιώτης, ενώ στις άλλες ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι και ο Κ. Αγρότης.

Το πρώτο με το οποίο θα πρέπει να ασχοληθώ είναι το ζήτημα έναρξης της διαδικασίας από την οποία προέκυψε η ανακληθείσα απόφαση ημερ. 3 Νοεμβρίου 1993, εφόσον με εκείνη την έναρξη τέθηκε η βάση και για τη διαδικασία επανεξέτασης. Αυτό το ζήτημα  το έθεσε ο αιτητής Α. Αντωνίου στην προσφυγή 292/96. Υποβλήθηκε εκ μέρους του ότι στις 11 Ιουνίου 1992, η Ε.Δ.Υ. ορθά αποφάσισε την επαναπροκήρυξη όταν κατέληξε πως δεν υπήρχε κατάλληλος υποψήφιος και ότι εν συνεχεία εσφαλμένα ήταν που η Ε.Δ.Υ. ανέμενε νέα πρόταση από την αρμόδια αρχή.

Συμμερίζομαι αυτή την άποψη. Η αρμόδια αρχή είχε πράξει εκείνο που απαιτείτο. Με την πρόταση της, είχε θέσει σε κίνηση τη διαδικασία. Μερίμνησε για την πλήρωση των θέσεων. Το ότι δεν κατέστη δυνατή η πλήρωση στην πρώτη διαδικασία σήμαινε αυτόματα την αναγκαιότητα επαναπροκήρυξης. Κι αυτό θα έπρεπε να γινόταν από την Ε.Δ.Υ., στα χέρια της οποίας συνέχιζε να βρίσκεται η ευθύνη, χωρίς να αναμένει νέα πρόταση. Όπως άλλωστε [*855]αρχικά αποφάσισε. Το χρονικό διάστημα των τεσσάρων μηνών εντός του οποίου, σύμφωνα με το άρθρο 29(2), πρέπει να υποβάλλεται η πρόταση, δεν είχε σχέση με τις ανάγκες της περίπτωσης. Προβλέπεται στο άρθρο 29(2) ότι “η αρμόδια αρχή οφείλει να υποβάλλει πρόταση για πλήρωση μιας θέσης το βραδύτερο σε τέσσερις μήνες από την ημέρα που η θέση έχει δημιουργηθεί ή έχει κενωθεί”. Ο χρόνος αρχίζει συνεπώς να τρέχει αφότου η θέση δημιουργήθηκε ή κενώθηκε, όχι αφότου κατόπιν εξέτασης δεν κατέστη δυνατή η πλήρωση. Ήταν λοιπόν εσφαλμένη η από μέρους της Ε.Δ.Υ. επικρατήσασα άποψη ότι θα έπρεπε να αναμένει την εξάντληση του εν λόγω χρονικού ορίου εντός του οποίου να υποβαλλόταν νέα πρόταση προτού προχωρήσει. 

Σημειώθηκε πράγματι, εξ αιτίας της αναφερθείσας προσέγγισης της Ε.Δ.Υ., κάποια καθυστέρηση. Ο συνήγορος που έθεσε το ζήτημα εισηγήθηκε ότι προέκυπτε ως εκ τούτου πρόβλημα που θα έπρεπε να οδηγήσει την όλη διαδικασία σε ακύρωση αφού με την ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας συναρτάται η ημερομηνία κατοχής των απαιτούμενων προσόντων. Παρέμεινε όμως το ζήτημα θεωρητικό. Τίποτε δεν υποδείχθηκε και τίποτε δεν διέκρινα από το οποίο να φαίνεται ότι εξετάστηκε η υποψηφιότητα οποιουδήποτε που δεν είχε τα προσόντα σε ημερομηνία προγενέστερη ενώ τα απέκτησε μεσολαβούσας της καθυστέρησης. Αλλά και να υπήρχε τέτοια διαφορά δεν θα οδηγούσε αφεαυτής τη διαδικασία σε ακυρότητα. Το πρόβλημα θα αντιμετωπιζόταν με τον καθορισμό της ημερομηνίας για κατοχή των απαιτούμενων προσόντων.

Το επόμενο, με το οποίο κατά λογική σειρά θα πρέπει να ασχοληθώ, είναι το κατά πόσο διεξήχθη δέουσα έρευνα από την οποία να μπορούσε βάσιμα να διαπιστωθεί αν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα κατείχαν ορισμένα από τα προβλεπόμενα στο σχέδιο υπηρεσίας ως απαιτούμενα προσόντα, ήτοι, το ακαδημαϊκό προσόν της παραγράφου 3(1) και την πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας της παραγράφου 3(4). Σύμφωνα με την παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας απαιτείται:

“Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν (α) στην Επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών ή και της Πληροφορικής (περιλαμβανομένου του Software Engineering, Management Information Systems, Information Technology) ή (β) στην Επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών ή/και της Πληροφορικής, σε συνδυασμό με οποιοδήποτε θέμα/θέματα.”

Πρώτα για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κ. Καλοψιδιώτη. Αυτός [*856]κατείχε πτυχίο στη Μηχανολογία, Κλάδο Τεχνικής Κυβερνητικής, του Τσέχικου Τεχνικού Πανεπιστημίου της πρώην Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας. Του απονεμήθηκε στις 22 Ιουνίου 1976. Μεταφρασμένο από τα Τσέχικα στο Αγγλικά το κείμενο είχε ως εξής:

“                                       DIPLOMA

Kalopsidhiotis Petrou Costakis, born in Famagusta on the 17th of March 1952, after finishing his studies and after passing the final state examinations at the Faculty of Electrical Engineering at the

Technical University of Prague

has obtained, according to Law No. 19/1966 sb., concerning High Schools and High School Qualifications

in the field of                   Technical Cybernetics

the title          Ingeneer        in short Ing.

In Prague the 22nd of June, 1976.”

Στο φάκελο του υπήρχε συναφώς και η εξής, στην Αγγλική, βεβαίωση της ίδιας ημερομηνίας:

“We, Rector of the Technical University in Prague certify that

Mr

Mrs

Miss Kalopsidhiotis Petrou Costakis

born 17th March 1952 in Famagusta

has passed the final state examination and finished his

studies at the Faculty of Electrical Engineering

where he has obtained the degree of

Master of Science (Engineering)

Prague 22th June 1976.”

Αυτά τα είχε προσκομίσει με την αίτηση του για πρόσληψη το 1979. Στην οποία ας σημειωθεί περιέγραφε το προσόν του ως “Electrical [*857]Engineering, M.Sc.”.

Στις 24 Ιουνίου 1991 ο Κ. Καλοψιδιώτης απέστειλε στην Ε.Δ.Υ., προς υποστήριξη της υποψηφιότητας του, το εξής νέο πιστοποιητικό ημερ. 18 Ιουνίου 1991, εμφανιζόμενο ως προερχόμενο από το Πανεπιστήμιο:

“We certify that

Mr Kalopsidhiotis Petrou Costakis born 17 th March, 1952 in Famagusta has passed final state examination and finished his studies at the Faculty of Electrical Engineering, where he has obtained the degree of

Master of Science (Engineering)

in Computer Science

in Prague on June 22, 1976.

Doc Ing. Vladimir Novotny C.Sc.

vice dean”

Σε συνοδευτική επιστολή ο ίδιος εξηγούσε ότι:

“Το πιστοποιητικό αυτό, που εκδόθηκε μετά από δική μου αίτηση, επεξηγεί τον ακριβή κλάδο σπουδών που τελείωσα, γιατί το πτυχίο και τα συνοδευτικά πιστοποιητικά που έχετε στον Προσωπικό μου φάκελλο αναφέρονται σε “Τεχνική Κυβερνητική”, που ήταν τότε στην Τσεχοσλοβακία η ονομασία της επιστήμης των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και της Πληροφορικής.”

Στις 3 Οκτωβρίου 1995 απέστειλε στην Ε.Δ.Υ. σχετική βεβαίωση, ημερ. 12 Σεπτεμβρίου 1995, και από - τον Jan John, Ph.D., Deputy-Dean - άλλο καθηγητή του Πανεπιστημίου ο οποίος επεξηγούσε ότι κλάδος στην Επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και Πληροφορικής δημιουργήθηκε κατά πρώτο στα μέσα της δεκαετίας του 1970 και ότι, κατά τον χρόνο που σπούδαζε ο Κ. Καλοψιδιώτης, πρόσβαση σε αυτή την επιστήμη υπήρχε μόνο μέσω του κλάδου Τεχνικής Κυβερνητικής, με ειδικότητα στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή, εξετάζοντας την υποψηφιότητα του Κ. Καλοψιδιώτη, ανέφερε τα ακόλουθα σχετικά με το πτυχίο του:

“Για το προσόν M.Sc. (Engineering) in Computer Science, [*858]Technical University in Prague που κατέχει ο υποψήφιος Καλοψιδιώτης Κ. η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη τόσο την πρώτη βεβαίωση που πήρε από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Πράγας στις 22.6.76 στην οποία αναφέρεται ο τίτλος “Master of Science (Engineering) όσο και νεότερη βεβαίωση με ημερ. 18.6.91 στην οποία αναφέρεται ο τίτλος Master of Science (Engineering) in Computer Science και αφού υπέβαλε στον υποψήφιο διευκρινιστικές ερωτήσεις αποφάσισε να τον υποβάλει με επιφύλαξη σε προφορική εξέταση δίδοντάς του το ευεργέτημα της αμφιβολίας.”

Η Ε.Δ.Υ., στη συνεδρίαση ημερ. 7 Δεκεμβρίου 1995, υιοθέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής “στο σύνολο της” και “επαναβεβαίωσε όλες τις προηγούμενες αποφάσεις της σχετικά με την κατοχή από τους υποψηφίους των απαιτούμενων από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντων, καθώς και του πλεονεκτήματος, όπως αυτές καταγράφονται στα πρακτικά της με ημερομηνίες 4.8.93 (θέμα Β.(7)(1) των πρακτικών) και 24.9.93 (θέμα Β.(7)(4) των πρακτικών).” Στο πρακτικό της συνεδρίασης ημερ. 4 Αυγούστου 1993 γίνεται παραπομπή στη συνεδρίαση ημερ. 27 Μαρτίου 1992 κατά την οποία η Ε.Δ.Υ. έλαβε απόφαση ότι ο Κ. Καλοψιδιώτης συμπεριλαμβανόταν ανάμεσα στους προσοντούχους υποψηφίους. Στο πρακτικό εκείνης της συνεδρίασης αναφέρονται για το θέμα τα εξής:

“Περαιτέρω, η Επιτροπή έλαβε γνώση και αποδέχθηκε το περιεχόμενο επιστολής του Τεχνικού Πανεπιστημίου της Πράγας, με την οποία διευκρινίζεται ότι ο τίτλος του διπλώματος του υποψήφιου Καλοψιδιώτη Κώστα είναι Master of Science (Engineering) in Computer Science.”

Αυτή λοιπόν ήταν η εξήγηση για την κατάληξη της Ε.Δ.Υ. ότι ο Κ. Καλοψιδιώτης κατείχε το απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν. Σημειώνω για πληρότητα ότι στη συνεδρίαση ημερ. 24 Σεπτεμβρίου 1993 δεν έγινε αναφορά στον Κ. Καλοψιδιώτη.

Παρατηρώ κατ’ αρχάς ότι η Ε.Δ.Υ. δεν φαίνεται να εξέτασε το κατά πόσο το εν λόγω προσόν του Κ. Καλοψιδιώτη, το οποίο περιγραφόταν ως πτυχίο “Master”, ήταν, ανεξάρτητα από την ονομασία που του δόθηκε, πρώτο πτυχίο ή μεταπτυχιακό, ούτε και το κατά πόσο, αν ήταν μεταπτυχιακό, συμπεριλαμβανόταν και αυτό στο σχέδιο υπηρεσίας. Επισημαίνω ότι στην Κ.Ο.Τ. ν. Προδρόμου (1995) 3 Α.Α.Δ. 128, επικροτήθηκε η πρωτόδικη άποψη ότι: “Το μεταπτυχιακό δίπλωμα δεν αποτελεί υποκατάστατο του πρώτου πτυ[*859]χίου ....”. Δεν παραγνωρίζω ότι στους περί Σχεδίων Υπηρεσίας (Γενικούς) Κανονισμούς του 1995 (Σ.Υ. 11/95) που δημοσιεύτηκαν στις 19 Μαΐου 1995, επήλθε τροποποίηση βάσει της οποίας “Ο όρος Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο”. Αυτή όμως η τροποποίηση δεν μπορούσε να είχε επίδραση εδώ που ο ουσιώδης χρόνος κατοχής των προσόντων ήταν προγενέστερος.

Ως προς τη θεματολογία του προσόντος σημειώνω, πρώτα, ότι με το πιστοποιητικό ημερ. 18 Ιουνίου 1991 ο τομέας στον οποίο αφορά το πτυχίο δεν διευκρινίζεται αλλά μεταβάλλεται, με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε απευθείας αντίθεση με ό,τι αναφέρεται στο ίδιο το πτυχίο. Έπειτα σημειώνω ότι η αναφερθείσα βεβαίωση του Jan John, Ph.D., Deputy-Dean, ημερ. 12 Σεπτεμβρίου 1995, δεν απολήγει σε ταύτιση της Τεχνικής Κυβερνητικής με την Επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και την Πληροφορική. Εξηγεί απλώς ότι η δεύτερη δεν προσφερόταν προηγουμένως αυτοτελώς, αλλά μόνο υπό μορφή εξειδίκευσης στον κλάδο της Τεχνικής Κυβερνητικής.  Το λιγότερο πάντως που μπορεί να λεχθεί είναι ότι το θέμα έχρηζε περαιτέρω διερεύνησης. Οι διευκρινήσεις που η Ε.Δ.Υ. ζήτησε προφορικά από τον ίδιο τον Κ. Καλοψιδιώτη - το περιεχόμενο των οποίων παραμένει άγνωστο - δεν αποτελούσαν ενδεδειγμένο τρόπο για επίλυση του προβλήματος.

Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση. Ο αιτητής στην προσφυγή 172/96 αναφέρθηκε σε έγγραφα - τη χρήση των οποίων επέτρεψα - τα οποία είναι μεταγενέστερα της λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης και από τα οποία προκύπτει ότι δεν είναι δυνατή η ταύτιση της Τεχνικής Κυβερνητικής με την Επιστήμη Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και Πληροφορικής. Το κείμενο του ενός, ημερ. 25 Απριλίου 1996, από το ίδιο Πανεπιστημίο, θεωρώ χρήσιμο να το παραθέσω γιατί αναφέρεται ευθέως στα πιστοποιητικά που είχε προσκομίσει ο Κ. Καλοψιδιώτης και αναιρεί την προσδοθείσα από την Ε.Δ.Υ. σημασία τους:

“We hereby certify that the diplomas issued in the Czech Technical University in Prague, sealed with the official round seal of the University, are final. The branch of study is explicitly specified in the diploma and cannot be changed, modified or rephrased.

This certificate is issued on a request by Mr. Simos N. Andreou, advocate, in Nicosia, Cyprus and is related to the diploma of Mr. Ing. Costas Kalopsidhiotis. As the Ministry of Education, Youth and [*860]Sports of the Czech Republic confirmed in its letter with ref. no. SM 2599/93-351 dated 12/11/1993 “Mr. Kalopsidhiotis completed his studies at the Electrical Engineering Faculty, Branch “Technical Cybernetics”, in the year 1976. He is not legally entitled to a “Computer Science” degree. No other valid diploma has been issued.” Consequently the certificate of Doc. Ing. Vladimir Novotny, CSc, Vice-Dean dated 18/6/91 and the certificate of Prof. Jan John, PhD., Deputy-Dean with ref. no 602/95-ZS/3951 dated 12/9/95 are hereby officially cancelled and considered as never existed.

This certificate is issued by the Rector’s Office, the highest Authority of the University.”

Αναφορικά με αυτή τη διάσταση αποκτούν σημασία τα όσα λέχθηκαν στην Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (1992) 3 Α.Α.Δ. 228, όπως αυτά επεξηγήθηκαν στην Ιακωβίδης ν. Ε.Δ.Υ. (1997) 3 Α.Α.Δ. 28, στο εξής απόσπασμα:

“.... νέα στοιχεία μπορεί να είναι σχετικά, μεταξύ άλλων, στην έκταση που καταδεικνύουν ενδεχόμενο πλάνης.  Σ’ αυτή την περίπτωση δεν προσδιορίζονται τα γεγονότα και η εν τέλει επίπτωση τους, αλλά η δυναμική τους.”

(Βλ. σχετικά και την Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281.) Ανεξάρτητα λοιπόν από ό,τι ήδη ανέφερα για την έλλειψη δέουσας έρευνας, θα εδικαιολογείτο κατά την άποψη μου η κατάληξη ότι παρίσταται ανάγκη για πληρέστερη διερεύνηση του υπό συζήτηση θέματος από την Ε.Δ.Υ.

Και τώρα για το αντίστοιχο προσόν του ενδιαφερόμενου προσώπου Κ. Αγρότη. Αυτός κατείχε πτυχίο B.Sc in Computer Systems and Management, από το Empire State College, State University of New York και ήταν εγγεγραμμένο Μέλος του British Computer Society κατόπιν επιτυχίας στο Μέρος ΙΙ των εξετάσεων. Αμφισβητήθηκε από μερικούς αιτητές η ορθότητα αναγνώρισης του πτυχίου B.Sc. Κι αυτό διότι, καθώς φαινόταν, η φοίτηση στο Πανεπιστήμιο ήταν διάρκειας μόνο ενός έτους ενώ, σύμφωνα με επιστολή του Υπουργείου Παιδείας προς την Ε.Δ.Υ. ημερ. 23 Ιουνίου 1989 σε σχέση με άλλη υπόθεση, παρόλον που το εν λόγω Πανεπιστήμιο είναι αναγνωρισμένο και προσφέρει “εξωτερικά” προγράμματα σπουδών, εντούτοις “Τίτλοι σπουδών που αποκτούνται, χωρίς φοίτηση, ύστερα από αξιολόγηση και παραχώρηση πιστωτικών μονάδων για ανεξάρτητη μελέτη (independent study), πείρα από την εργασία (work experience), επιτυχία σε εξετάσεις διαφόρων επιπέδων [*861]κλπ. δεν τυγχάνουν αναγνώρισης από το Υπουργείο Παιδείας”. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, ας σημειωθεί, εξέφρασε επιφυλάξεις για το εν λόγω πτυχίο.

Η Ε.Δ.Υ., στη συνεδρίαση ημερ. 27 Μαρτίου 1992, αφού εξέτασε το θέμα σημείωσε τα εξής που επανεβεβαιώθηκαν στη συνεδρία κατά την οποία λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση:

“α) Η Επιτροπή στη συνεδρίασή της με ημερομηνία 11.7.89 (θέμα 11 των πρακτικών) αναγνώρισε τους τίτλους που εκδίδει το Empire State College - State University of New York, επαναβεβαιώνοντας την πάγια τακτική της να αναγνωρίζει τους τίτλους που εκδίδουν ιδρύματα που είναι αναγνωρισμένα ως Πανεπιστήμια ή ισότιμα από τις αρμόδιες αρχές των χωρών στις οποίες λειτουργούν.

β) Η Επιτροπή στη συνεδρίαση της με ημερομηνία 6.2.87 (θέμα 2 των πρακτικών) αναγνώρισε την εγγραφή κάποιου ως Μέλους του British Computer Society ύστερα από επιτυχία στις εξετάσεις Part II of the Society Examination ως ισότιμη Πανεπιστημιακού Διπλώματος ή Τίτλου.

Ύστερα από τα πιο πάνω, ο τίτλος Bsc in Computer Management του Empire State College που έχουν οι Αγρότης Κώστας και Αντωνίου Αντώνης και η ιδιότητα των Χατζηγεωργίου Γεωργίου και Αγρότη Κώστα ως Μελών του British Computer Society θεωρείται ότι ικανοποιούν τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης πρώτου Λειτουργού Πληροφορικής.”

Μου φαίνεται ότι η Ε.Δ.Υ. διερεύνησε επαρκώς αυτό το θέμα, ότι η προσέγγιση της ήταν λογική και ότι η κατάληξη πως ο Κ. Αγρότης κατείχε το απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν ήταν επιτρεπτή.

Αναφορικά τώρα με το προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, η προσέγγιση της Συμβουλευτικής Επιτροπής εκτίθεται στο ακόλουθο απόσπασμα:

“Όσον αφορά την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας για πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ότι οι περισσότεροι υποψήφιοι την κατέχουν κατά τεκμήριο, λόγω της φοίτησής τους σε αγγλόφωνα εκπαιδευτικά ιδρύματα, από τα οποία απέκτησαν διάφορα πιστοποιητικά. Για τους υποψηφίους που δεν είχαν οποιαδήποτε τεκμήρια, η Συμ[*862]βουλευτική Επιτροπή ικανοποιήθηκε, μέσα από την προφορική εξέταση, ότι αυτοί κατέχουν το απαιτούμενο επίπεδο γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.”

Η Ε.Δ.Υ., στη συνεδρίαση ημερ. 4 Αυγούστου 1993, ανέφερε επί του προκειμένου ότι:

“Όσον αφορά την απαιτούμενη γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία, υιοθέτησε τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής.”

Οι σπουδές του ενδιαφερόμενου προσώπου Κ. Αγρότη σε αγγλόφωνα ιδρύματα εγείρουν πράγματι το τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής, το οποίο αναγνώρισε η νομολογία. Και δεν παρίσταται ανάγκη να επεκταθώ. Είναι λοιπόν ανεπίληπτη η κατάληξη της Ε.Δ.Υ. ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κ. Αγρότης κατείχε και αυτό το προσόν.

Ως προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κ. Καλοψιδιώτη, δεν διευκρινίζεται αν η Συμβουλευτική Επιτροπή στηρίχθηκε στην προφορική εξέταση την οποία η ιδία διεξήγαγε ή και σε κάτι άλλο. Πάντως η Ε.Δ.Υ., υιοθετώντας τα πορίσματα της Συμβουλευτικής, αναφέρθηκε και στα ενώπιον της στοιχεία. Που θα πρέπει ως εκ τούτου να αναζητηθούν. Φαίνεται από έγγραφο στο φάκελο του εν λόγω ενδιαφερόμενου προσώπου ότι παρακολούθησε στις Ηνωμένες Πολιτείες, για διάστημα περίπου δύο μηνών, σειρά μαθημάτων για τη Διαβίβαση Δεδομένων και για Δίκτυα. Αναφέρονται στο έγγραφο τα εξής:

Short-term Training Course under the Cyprus-America Scholarship Progamme (CASP), 1986

With reference to the above subject, I would like to inform you that Mr. Costas Kalopsidiotis, Data Processing Officer 1st Grade in my Department, attended a training course on Data Transmission and Networks at NCR Short-term Training Institutes in Atlanta and Dayton U.S.A., from 10 October  - 13 December, 1986.

Mr. Kalopsidiotis has completed the course and resumed duties on 14/12/86.”

Υπάρχουν δε στο φάκελο τα εξής πιστοποιητικά που του απονεμήθηκαν:

[*863]

“1) VRX TELECOMMUNICATIONS (MCS)        )

 2) TELECOMMUNICATIONS                )

 3) LOCAL AREA NETWORKS              )

 4) DISTRIBUTED TELECOMMUNICATIONS  ) CASP Short-term

   NETWORKS                                          ) Training Courses

 5) “C” LANGUAGE                                  ) at NCR Institutes

 6) COMPUTER NETWORKING            ) in Atlanta and

 7) TOWERNET AND DRS                     ) Dayton, U.S.A.

 8) TOWER SUCCESS PROGRAM      )

   - X. 25                                                      )

   - TOWER X. 25                                      )

   - SNA                                                       )

   - TOWER SNA                                       )”

Θεωρείται αυτονόητο ότι τα μαθήματα έγιναν στην Αγγλική. Δεν μου φαίνεται ωστόσο ότι η δίμηνη παρακολούθηση των εν λόγω μαθημάτων θα μπορούσε να εγείρει αυτόδηλα το τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της γλώσσας το οποίο υπάρχει στην περίπτωση σπουδών της διάρκειας και του επιπέδου που απαιτεί η απονομή πτυχίου. Η Ε.Δ.Υ. δεν φαίνεται να κατηύθυνε την προσοχή της σε αυτό το ζήτημα για να μπορεί να ελεγχθεί ο όποιος συλλογισμός. Ειδικότερα δε για το “C” LANGUAGE, ανωτέρω, η Ε.Δ.Υ. δεν αναζήτησε και δεν προσδιόρισε, οπως όφειλε, την όποια σημασία του: βλ. σχετικά την απόφαση της Ολομέλειας στη Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145. Έπειτα, αναφορικά με την προφορική εξέταση στην οποία προέβη η Συμβουλευτική Επιτροπή, υπενθυμίζω την απόφαση της Ολομέλειας στη Χατζηγιάννη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317 ότι η απαίτηση για πολύ καλή γνώση της γλώσσας περιλαμβάνει και τον γραπτό λόγο. Σε σχέση με τον οποίο εδώ παρέμεινε κενό. Η Ολομέλεια είχε εκεί αναφέρει τα εξής:

“Η σχετική αναφορά στα πρακτικά της Ε.Δ.Υ. ότι σε αυτούς τους υποψήφιους υποβλήθηκαν ερωτήσεις στα αγγλικά κατά τις συνεντεύξεις για να διακριβωθεί η επάρκειά τους στη γλώσσα αυτή, και μάλιστα στο βαθμό της πολύ καλής γνώσης, επιβεβαιώνει ουσιαστικά την πλημμελή έρευνα. Είναι επιβεβαιωμένο από τη νομολογία πως το ζητούμενο προσόν, και στο βαθμό που προσδιορίζεται στα σχέδια υπηρεσίας, γνώσεως ξένης γλώσσας, απαιτεί ανάλογη κατοχή του γραπτού και προφορικού της λόγου.”

Καταλήγω, λοιπόν, ότι σε σχέση με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κ. Καλοψιδιώτη δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα που να επέτρεπε την κατάληξη ότι αυτός κατείχε είτε το ακαδημαϊκό προσόν είτε την πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας που απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας.

Ακολουθεί, στη σειρά των ζητημάτων που τέθηκαν προς εξέταση, το κατά πόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή αιτιολόγησε τις εντυπώσεις της από την προφορική εξέταση. Προέβη στην εξής διατύπωση:

Γενική Εντύπωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής

αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων κατά την

προφορική εξέταση (με αλφαβητική σειρά κατά ομάδα)

Η Ε.Δ.Υ. θεώρησε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή επιτέλεσε ορθά το έργο της. Στο πρακτικό της συνεδρίασης, ημερ. 7 Δεκεμβρίου 1995, αναφέρονται τα εξής:

“Η Επιτροπή, υιοθετώντας την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στο σύνολό της, στάθηκε ιδιαίτερα στην καταγρα[*865]φή της γενικής εντύπωσής της αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και έκρινε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία κατέγραψε και αιτιολόγησε την εντύπωση της, κατατάσσοντας τους υποψηφίους σε ομάδες, έδωσε, κατά την κρίση της Επιτροπής, μια αρκούντως ικανοποιητική αιτιολογία που συνάδει με τις απαιτήσεις της πρόσφατης Νομολογίας και συνεπώς μπορούσε και έγινε αποδεκτή.”

Έπειτα η Ε.Δ.Υ., μνημονεύοντας τα όσα έλαβε υπόψη για να καταλήξει στην επιλογή της, συμπεριέλαβε - όπως άλλωστε αναμενόνταν ενόψει της αναφερθείσας επικρότησης - και την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. 

Ας σημειωθεί επί του προκειμένου ότι όταν η Νομική Υπηρεσία γνωμάτευσε ανάκληση της προηγούμενης απόφασης της Ε.Δ.Υ. λόγω έλλειψης αιτιολογίας από την ιδία την Ε.Δ.Υ. σχετικά με τις εντυπώσεις στις συνεντεύξεις, πρόσθεσε την άποψη ότι το ίδιο πρόβλημα παρουσιαζόταν και στην αντίστοιχη διαδικασία ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Αυτή η άποψη της Νομικής Υπηρεσίας δεν δέσμευε την Επιτροπή. Αναδεικνύεται όμως ορθή. Οι εντυπώσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής πράγματι δεν ήταν αιτιολογημένες.

Καθοδήγηση προσφέρουν οι αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δημοκρατία κ.ά. ν. Αναστασιάδου-Vantieghem κ.ά. (1995) 3 Α.Α.Δ. 119. Στη Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (ανωτέρω) η Συμβουλευτική Επιτροπή ομαδοποίησε τους αιτητές σε εξαίρετους, πάρα πολύ καλούς και πολύ καλούς, ανάλογα με την εντύπωση για την απόδοση τους, στηριζόμενη, καθώς ανέφερε, “στην ορθότητα των απαντήσεων που έδωσαν οι αιτητές στις ερωτήσεις, στη διατύπωση των απαντήσεων, στο βαθμό ευθυκρισίας και επίσης στην προσωπικότητα των”. Η Ολομέλεια έκρινε ότι δεν υπήρχε αιτιολογία.

Στη Δημοκρατία κ.ά. ν. Αναστασιάδου-Vantieghem κ.ά. (ανωτέρω) έγινε και πάλι ομαδοποίηση. Αλλά, αντί αναφοράς σε κριτήρια, καταγράφτηκε, σχετικά με τους καταταγέντες στην κάθε ομάδα, η εντύπωση για το πώς απάντησαν, αναπαράγοντας στην ουσία τον ήδη δοθέντα αντίστοιχο χαρακτηρισμό. Παραθέτω το σχετικό πρακτικό από τον φάκελο εκείνης της υπόθεσης, το οποίο αναζήτησα αφού δεν εκτίθεται στην απόφαση της Ολομέλειας:

“Γενική εντύπωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής

αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων κατά την

προφορική εξέταση (με αλφαβητική σειρά κατά ομάδα)

Η Ολομέλεια παρατήρησε ότι η προοριζόμενη ως αιτιολογία δεν πρόσθετε ο,τιδήποτε στην περιγραφή της γενικής εντύπωσης η οποία επομένως παρέμενε αναιτιολόγητη.

Η υπό εξέταση περίπτωση είναι παρόμοια με εκείνη στη Δημοκρατία κ.ά. ν. Αναστασιάδου-Vantieghem κ.ά. (ανωτέρω). Έχει ως μόνη διαφορά την προσθήκη εδώ, σε σχέση με τους υποψηφίους στην πρώτη ομάδα, τη δήλωση ότι: “Στις ερωτήσεις κρίσεως επέδειξαν βαθύτητα σκέψης και αναλυτική προσέγγιση”. Αυτή όμως η επιμέρους εξειδίκευση δεν μπορεί να προσδώσει επάρκεια σε σύνολο που είναι ως προς τα λοιπά ανεπαρκές, εφόσον στο σύνολο συμπεριλαμβάνονται, σχετικά με την απόδοση των υποψηφίων, νύξεις που όμως δεν αποκαλύπτουν τον λόγο για την εντύπωση αλλά απολήγουν σε [*867]επανάληψη του χαρακτηρισμού. Αυτό, που ισχύει για την ιδία την ομάδα - την πρώτη - στην οποία βρίσκεται η εν λόγω μεμονωμένη εξειδίκευση, ισχύει κατά μείζονα λόγο και για τις υπόλοιπες. Ας σημειωθεί δε πως, με εξαίρεση τον αιτητή Α. Βαρέλια, τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα κατατάγηκαν όχι στην πρώτη αλλά στη δεύτερη και τρίτη ομάδα όπου τα όσα εκτίθενται ως αιτιολογία είναι πανομοιότυπα με ό,τι απασχόλησε την Ολομέλεια στη Δημοκρατία κ.ά. ν. Αναστασιάδου-Vantieghem κ.ά. (ανωτέρω). Η εν λόγω εξειδίκευση στην πρώτη ομάδα, ακόμα και με αντιδιαστολή εφαρμοζομένη σε σχέση με τις άλλες, δεν θα μπορούσε να εξηγήσει διαφορικά τις εντυπώσεις για τους ανήκοντες σε εκείνες. Η υπό συζήτηση προπαρασκευαστική πράξη ήταν λοιπόν στην ολότητα της αναιτιολόγητη. Και οδηγεί την προσβαλλόμενη απόφαση της Ε.Δ.Υ., ημερ. 7 Δεκεμβρίου 1995, σε ακυρότητα. Δεν ενδείκνυται εν προκειμένω να επεκταθώ στη συζήτηση των υπολοίπων προταθέντων λόγων ακύρωσης.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα υπέρ των αιτητών και εναντίον της Δημοκρατίας. Η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση ακυρώνεται στην ολότητα της βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο