Παπαδάμου Λοΐζος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 ΑΑΔ 976

(1998) 4 ΑΑΔ 976

[*976]11 Nοεμβρίου, 1998

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΛΟΪΖΟΣ ΠΑΠΑΔΑΜΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υπόθεση Aρ. 230/97)

 

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Έννομο συμφέρον ― Αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της προσφυγής και εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο ― Η περίπτωση δημοσίου υπαλλήλου στερούμενου του εννόμου συμφέροντος προσβολής πλήρωσης θέσης για την οποία δεν κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα ― Περιστάσεις ― Ειδικά το θέμα του ηθικού συμφέροντος.

Διοικητικό Δίκαιο ― Διοικητική πράξη ― Ακυρωτική δικαστική απόφαση ― Ενέργεια ― Περιστάσεις των συνεπειών της ακύρωσης πλήρωσης δημόσιας θέσης στην κριθείσα περίπτωση.

Δημόσιοι Υπάλλήλοι ― Προαγωγές ― Ουσιώδης χρόνος για την κατοχή των απαιτουμένων προσόντων ― Η περίπτωση κατά την οποία κατά την επανεξέταση υποψήφιος για προαγωγή είχε παύσει να πληροί πλέον τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας ― Περιστάσεις και συνέπειες.

Λέξεις και Φράσεις ― Υπηρεσία ― Έννοια της υπηρεσίας στα Σχέδια Υπηρεσίας.

Ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή συνεδέλφων του σε Ανώτερους Γεωργικούς Επιθεωρητές στο Τμήμα Γεωργίας. Η θέση είχε πληρωθεί με επανεξέταση κατόπιν ακυρωτικής απόφασης. Κατά το χρόνο της επανεξέτασης είχε ήδη μεσολαβήσει ακύρωση της προηγούμενης κατεχόμενης θέσης ως προς τον αιτητή. Και η μεταγενέστη απο[*977]κατάστασή του στην προηγούμενη θέση από την Ε.Δ.Υ. έλαβε χώρα από τέτοιο χρονικό σημείο που δεν εξαρκούσε για την συμπλήρωση του χρόνου υπηρεσίας στην προηγούμενη θέση το οποίο απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης ως απαιτούμενο προσόν.

Το γεγονός έδωσε λαβή για την έγερση προδικαστικής ένστασης από τους καθ’ ων η αίτηση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή ως απαράδεκτη, αποφάσισε ότι:

1. Το ζήτημα του έννομου συμφέροντος του αιτητή αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της άσκησης προσφυγής και ως ζήτημα δημόσιας τάξης εξετάζεται από το Δικαστήριο και αυτεπάγγελτα.

    Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Σχεδίου Υπηρεσίας αποτελούσε απαραίτητο προσόν για την προαγωγή στη θέση Ανώτερου Γεωργικού Επιθεωρητή η “Τριετής τουλάχιστον υπηρεσία εις τη θέση Γεωργικού Επιθεωρητή 1ης Τάξης”.

    Ο αιτητής προήχθηκε στη θέση Γεωργικού Επιθεωρητή, 1ης Τάξης, την 1.4.86.

    Με την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Φρίξος Ευσταθίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2201, η προαγωγή του αιτητή στην πιο πάνω θέση ακυρώθηκε.

    Η ακυρωτική δικαστική απόφαση εξαφανίζει εξυπαρχής και αναδρομικά την προσβαλλόμενη πράξη και επαναφέρει τα πράγματα στο νομικό και πραγματικό καθεστώς το οποίο ίσχυε πριν την έκδοσή της· η πράξη θεωρείται ως μηδέποτε εκδοθείσα.

    Η Επιτροπή επαναπροήγαγε τον αιτητή στη θέση Γεωργικού Επιθεωρητή, 1ης Τάξης, από 1.4.90.

    Κρίσιμος χρόνος για τον έλεγχο της συνδρομής των αναγκαίων προσόντων προς πλήρωση θέσεων προαγωγής σύμφωνα με το Άρθρο 35(2)(β) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90) είναι ο χρόνος κατά τον οποίο λαμβάνεται από την Επιτροπή η πρόταση για την πλήρωση της θέσης.

    Σύμφωνα με την επιστολή της αρμόδιας αρχής προς την Επιτροπή ημερ. 5.3.93, η οποία κατατέθηκε ως τεκμήριο από τους καθ’ ων η αίτηση, η πρόταση για πλήρωση της θέσης κατά τον ουσιώδη χρόνο λή[*978]φθηκε από την Επιτροπή στις 10.3.93.

    Σύμφωνα με το βάσιμο ισχυρισμό των καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής υπολείπετο πράγματι εικοσαετής υπηρεσίας μέχρι τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου από την παράγραφο (1) αναγκαίου χρόνου.

2. Έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί ότι ο όρος «υπηρεσία» στα Σχέδια Υπηρεσίας σημαίνει πραγματική υπηρεσία στην ειδικά καθορισμένη μόνιμη θέση, η οποία συνεπάγεται την άσκηση των καθηκόντων και την ανάληψη των ευθυνών της συγκεκριμένης θέσης για όσο χρόνο ορίζεται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας.

    Υπάλληλος ο οποίος δεν κατέχει τα απαραίτητα τυπικά προσόντα προαγωγής δε νομιμοποιείται να προσβάλει την προαγωγή συναδέλφου του, η οποία ενεργήθηκε με βάση το ίδιο Σχέδιο Υπηρεσίας.

3. Ανεξάρτητα από τη νομιμότητα ή μη της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών, ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, για το λόγο ότι ο ίδιος εστερείτο κατά τον ουσιώδη χρόνο του δικαιώματος να ‘προαχθεί στην ανώτερη θέση’.

    Αντίθετα προς τη νομολογία στην οποία παρέπεμψε ο δικηγόρος του αιτητή στην απαντητική γραπτή του αγόρευση προς υποστήριξη του ισχυρισμού του για ύπαρξη ηθικού συμφέροντος του αιτητή προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, εν προκειμένω, κανένας δυσμενής επηρεασμός του αιτητή δεν επήλθε, ούτε συνέτρεχαν οποιεσδήποτε ιδιάζουσες περιστάσεις οι οποίες θα εδικαιολογούσαν την ύπαρξη ηθικού συμφέροντός του προς ακύρωση της πράξης, για το λόγο ότι, ακόμη και εάν η προσφυγή του ευδοκιμούσε, ο αιτητής δεν είχε δικαίωμα να καταλάβει τη θέση λόγω μη κτήσης των απαραίτητων τυπικών προσόντων προς κατάληψή της.

4. Η κρίση της Επιτροπής ότι ο αιτητής, ενώ ήταν δικαιούχος υποψήφιος κατά την πρώτη εξέταση του θέματος, δεν ήταν προάξιμος κατά την επανεξέταση, ήταν νόμιμη και σύμφωνη με το νομικό και πραγματικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υπόθέσεις:

Παπαδάμου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2674,

Ιωαννίδης ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 481,

[*979]Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου, Υπόθ. Αρ. 85/91 κ.ά., ημερ. 18.9.98,

Ευσταθίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2201,

Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318,

Δημοκρατία κ.ά. ν. Στυλιανού κ.ά. (1990) 3 A.Α.Δ. 2427,

Δημοκρατία ν. Κυπρή (1989) 3 Α.Α.Δ. 2600,

Μούστρας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 70,

Δημοκρατία ν. Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540,

Καψός ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 574,

Νικολάου κ.ά. ν. Ελεκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών (Αρ.2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 4444,

Ιωσήφ v. Δημοκρατίας (1998) 4 A.A.Δ. 68.

Προσφυγή.

Προσφυγή κατά της απόφασης της Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας με την οποία προήχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Aνώτερου Γεωργικού Eπιθεωρητή αναδρομικά από την 1.8.93 αντί του αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Aιτητή.

Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Kαθ’ ης η αίτηση.

Μ. Κυπριανού, για τα Eνδιαφερόμενα μέρη.

Cur. adv. vult.

KPONIΔHΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει την ακόλουθη θεραπεία:-

“Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ’ ης η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας την 24.1.97, με την οποίαν προήγαγε, κατόπιν επανεξέτασης μετά από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τους 1. Μιχαήλ Μισιέλλη και 2. Ανδρέα Φ. Φωκαΐδη [*980]στη μόνιμη θέση Ανώτερου Γεωργικού Επιθεωρητή (Τακτικός Προϋπολογισμός), Τμήμα Γεωργίας, αναδρομικά από την 1.8.93 αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.”.

Με την απόφαση στην υπόθεση, Λοΐζος Παπαδάμου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2674, το Δικαστήριο ακύρωσε τις προαγωγές των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Ανώτερου Γεωργικού Επιθεωρητή, Τμήμα Γεωργίας, για το λόγο ότι η Επιτροπή παρέλειψε να διενεργήσει επαρκή έρευνα αναφορικά με το ζήτημα της κτήσης από τα ενδιαφερόμενα μέρη του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας.

Σε συνεδρίαση ημερομηνίας 8.11.96 η Επιτροπή έκρινε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο προάξιμοι ήταν 22 υποψήφιοι μεταξύ των οποίων τα ενδιαφερόμενα μέρη, όχι όμως ο αιτητής, ο οποίος, ήταν μεν προάξιμος κατά την αρχική διαδικασία όχι όμως και κατά την επανεξέταση εφόσον η από 1.4.86 προαγωγή του στη θέση Γεωργικού Επιθεωρητή, 1ης Τάξης, ακυρώθηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου Ευσταθίου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2201.

Η Επιτροπή επενεξέτασε το ζήτημα πλήρωσης των κενωθεισών, συνεπεία της ακύρωσης, θέσεων σε συνεδρίαση ημερ. 20.11.96 σύμφωνα με το νομικό και πραγματικό καθεστώς του χρόνου έκδοσης της ακυρωθείσας πράξης και αφού μελέτησε τα στοιχεία των φακέλων σε συσχετισμό προς τις σχετικές δηλώσεις και επεξηγήσεις του Διευθυντή, έκρινε ότι όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν το προσόν της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας.

Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία τα οποία ανάγοντο στον ουσιώδη χρόνο και με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους, έκρινε, ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία είχαν υπέρ αυτών και τη σύσταση του Διευθυντή, υπερείχαν των υπολοίπων υποψηφίων και επανέλαβε την προαγωγή τους, αναδρομικά από 1.8.93.

Εκ μέρους του δικηγόρου του αιτητή εγέρθηκαν οι ακόλουθοι βασικοί λόγοι ακύρωσης:

(α)   Εσφαλμένη και πεπλανημένη η κρίση της Επιτροπής ότι ο αιτητής δεν ήταν προσοντούχος. ενώ η Επιτροπή κατέγραψε την ακύρωση της προαγωγής του δεν αναφέρθηκε και αγνόησε την μεταγενέστερη και ισχύουσα από 1.4.90 επαναπροαγωγή του η οποία τον καθιστούσε εκ νέου προσοντούχο.

[*981](β)    Παράβαση δεδικασμένου και παράλειψη διενέργειας πρωτογενούς εμπεριστατωμένης έρευνας εκ μέρους της Επιτροπής αναφορικά με το ζήτημα της κτήσης του προσόντος της αγγλικής γλώσσας από τους υποψηφίους, υπό μορφή ελέγχου της πολύ καλής γνώσης του προφορικού και γραπτού της λόγου.

Εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση εγέρθηκε προδικαστικό ζήτημα ως προς τη νομιμοποίηση του αιτητή να προσβάλει τις επίδικες προαγωγές για το λόγο ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν κατείχε το αναγκαίο προσόν της τριετούς τουλάχιστον υπηρεσίας στη θέση Γεωργικού Επιθεωρητή 1ης Τάξης.

Το ζήτημα του έννομου συμφέροντος του αιτητή αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της άσκησης προσφυγής και ως ζήτημα δημόσιας τάξης εξετάζεται από το Δικαστήριο και αυτεπάγγελτα (Ανδρέας Ιωαννίδης ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 481 και Βάσος Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου, Υπόθεση Αρ. 85/91 κ.ά., ημερ. 18.9.98).

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Σχεδίου Υπηρεσίας αποτελούσε απαραίτητο προσόν για την προαγωγή στη θέση Ανώτερου Γεωργικού Επιθεωρητή η “Τριετής τουλάχιστον υπηρεσία εις την θέσιν Γεωργικού Επιθεωρητού 1ης Τάξεως.”.

Ο αιτητής προάχθηκε στη θέση Γεωργικού Επιθεωρητή 1ης Τάξης στις 1.4.86.

Με την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση, Φρίξος Ευσταθίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2201, η προαγωγή του αιτητή στην πιο πάνω θέση, ακυρώθηκε.

Η ακυρωτική δικαστική απόφαση εξαφανίζει εξυπαρχής και αναδρομικά την προσβαλλόμενη πράξη και επαναφέρει τα πράγματα στο νομικό και πραγματικό καθεστώς το οποίο ίσχυε πριν την έκδοσή της· η πράξη θεωρείται ως μηδέποτε εκδοθείσα (Βλέπε: Κλέαρχος Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318, Δημοκρατίας κ.ά. ν. Ανδρέα Στυλιανού κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 2427 και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 279-283).

Η Επιτροπή, επαναπροήγαγε τον αιτητή στη θέση Γεωργικού Επιθεωρητή 1ης Τάξης, από 1.4.90.

Κρίσιμος χρόνος για τον έλεγχο της συνδρομής των αναγκαίων [*982]προσόντων προς πλήρωση θέσεων προαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 35(2)(β) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90, είναι ο χρόνος κατά τον οποίο λαμβάνεται από την Επιτροπή η πρόταση για την πλήρωση της θέσης.

Σύμφωνα με την επιστολή της αρμόδιας αρχής προς την Επιτροπή ημερ. 5.3.93, η οποία κατατέθηκε ως τεκμήριο από τους καθ’ ων η αίτηση, η πρόταση για πλήρωση της θέσης κατά τον ουσιώδη χρόνο λήφθηκε από την Επιτροπή στις 10.3.93.

Σύμφωνα με τον βάσιμο ισχυρισμό των καθ’ ων η αίτηση ο αιτητής υπολείπετο πράγματι εικοσαήμερης υπηρεσίας μέχρι τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου από την παράγραφο (1) αναγκαίου χρόνου.

Έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί ότι ο όρος “υπηρεσία” στα Σχέδια Υπηρεσίας σημαίνει πραγματική υπηρεσία στην ειδικά καθορισμένη μόνιμη θέση η οποία συνεπάγεται την άσκηση των καθηκόντων και την ανάληψη των ευθυνών της συγκεκριμένης θέσης για όσο χρόνο ορίζεται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας (Βλέπε: Δημοκρατία ν. Θεοφανώς Κυπρή (1989) 3 Α.Α.Δ. 2600 και Ματθαίος Μούστρα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 70).

Όπως τονίστηκε στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατίας ν. Μυροφόρας Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540, “Η κατοχή των προσόντων που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας στοιχειοθετεί το δικαίωμα για προαγωγή.”.

Υπάλληλος ο οποίος δεν κατέχει τα απαραίτητα τυπικά προσόντα προαγωγής δεν νομιμοποιείται να προσβάλει την προαγωγή συναδέλφου του η οποία ενεργήθηκε με βάση το ίδιο Σχέδιο Υπηρεσίας (Βλέπε: Χαράλαμπος Καψός ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 574, Αντώνης Νικολάου κ.ά. ν. Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών (Αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 4444  και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 263).

Ανεξάρτητα από τη νομιμότητα ή μη της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης για το λόγο ότι ο ίδιος εστερείτο κατά τον ουσιώδη χρόνο του δικαιώματος να προαχθεί στην ανώτερη θέση.

Αντίθετα προς τη νομολογία στην οποία παρέπεμψε ο δικηγόρος του αιτητή στην απαντητική γραπτή του αγόρευση προς υπο[*983]στήριξη του ισχυρισμού του για ύπαρξη ηθικού συμφέροντος του αιτητή προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, εν προκειμένω, κανένας δυσμενής επηρεασμός του αιτητή δεν επήλθε ούτε συνέτρεχαν οποιεσδήποτε ιδιάζουσες περιστάσεις οι οποίες θα εδικαιολογούσαν την ύπαρξη ηθικού συμφέροντός του προς ακύρωση της πράξης, για το λόγο ότι, ακόμη και εάν η προσφυγή του ευδοκιμούσε ο αιτητής δεν είχε δικαίωμα να καταλάβει τη θέση λόγω μη κτήσης των απαραίτητων τυπικών προσόντων προς κατάληψή της (Βλέπε, σχετικά, Ιωσήφ Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 68 και ΣτΕ 49/49 (Ολ.)).

Η κρίση της Επιτροπής ότι ο αιτητής, ενώ ήταν δικαιούχος υποψήφιος κατά την πρώτη εξέταση του θέματος, δεν ήταν προάξιμος κατά την επανεξέταση, ήταν νόμιμη και σύμφωνη με το νομικό και πραγματικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου.

Λόγω της κατάληξης μου αυτής, δεν θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω περαιτέρω τους λόγους ακυρότητας οι οποίοι προβλήθηκαν στην προσφυγή.

Η προσφυγή του αιτητή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με έξοδα.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

H�προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο