(1998) 4 ΑΑΔ 1091
[*1091]30 Νοεμβρίου, 1998
[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΙΛΟΘΕΗ ΜΟΥΡΤΖΗ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ’ ων η αίτηση.
(Yπόθεση Aρ. 788/97)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος ― Φύση και αξία των συστάσεων ― Αναγκαιότητα για ειδική αιτιολόγηση της παραγνώρισής τους από την Ε.Δ.Υ. ― Νόμιμη η παραγνώριση της σύστασης στην κριθείσα περίπτωση.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Προσόντα υπέρτερα υπό την έννοια ότι είναι πρόσθετα των προβλεπομένων στο σχέδιο υπηρεσίας ― Ποία η βαρύτητά τους.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Αρχαιότητα ― Ο κανόνας του Άρθρου 46 του Ν. 1/90 και η εφαρμογή του στην κριθείσα περίπτωση.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Πείρα ― Έννοια και βαρύτητα.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έκδηλη υπεροχή ― Έννοια και λειτουργία ― Βάρος και μέτρο αποδείξεως ― Δεν αποδείχθηκε στην κριθείσα περίπτωση.
Η αιτήτρια προσέβαλε την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Επισκέπτριας Αδελφής, 1ης Τάξης, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Oι συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος αποτελούν ξεχωρι[*1092]στό, πρωτογενές, ουσιώδες και αυτοτελές στοιχείο κρίσεως.
Η σημασία που αποδίδεται από το διοικητικό δίκαιο στις συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος στοχεύει στο να διασφαλίσει ότι κατά τη διαδικασία της επιλογής το διορίζον όργανο λαμβάνει καθοδήγηση από λειτουργό ο οποίος βρίσκεται στην καλύτερη θέση να περιγράψει τις αρετές που χρειάζονται για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων μιας θέσης, αλλά και να συμβουλεύσει την Ε.Δ.Υ. επί των ιδιοτήτων και της αξίας των υφισταμένων του.
Είναι ακριβώς λόγω της σημασίας των συστάσεων του Προϊσταμένου του Τμήματος που η νομολογία έχει καθιερώσει την αρχή της αιτιολόγησης από το διορίζον όργανο της απόκλισης από τις συστάσεις του διευθυντή, με καθαρή, ειδική, πειστική και επαρκή αιτιολογία η οποία πρέπει να καταγράφεται στο πρακτικό της απόφασης. Η αιτιολόγηση επιβάλλεται, καθώς έχει νομολογηθεί, για την προστασία των νομίμων δικαιωμάτων των υποψηφίων, δυνάμει του Άρθρου 151 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με το Άρθρο 146.
Σκοπός της καταγραφής των λόγων είναι για να καταστεί εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Πρέπει, επομένως, η απόκλιση από τη σύσταση του Προϊσταμένου του Τμήματος να περιέχει να συστατικά μιας αιτιολογημένης απόφασης. Οι λόγοι της απόκλισης πρέπει να είναι τέτοιοι που να παρέχουν στο δικαστήριο τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για τη διακρίβωση της νομιμότητας της απόκλισης. Από την αιτιολογία της απόφασης για απόκλιση από τις συστάσεις πρέπει να συνάγεται η συνδρομή των νομίμων για έκδοση της απόφασης προϋποθέσεων. Αν συμβαίνει το αντίθετο η απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη.
2. Καθώς φαίνεται από την προσβαλλόμενη απόφαση οι λόγοι της απόκλισης είναι οι πιο κάτω:
1. Ότι η αιτήτρια υστερεί των επιλεγουσών σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση τους και δεν υπερτερεί σε αξία.
2. Ότι η αιτήτρια υστερεί ουσιαστικά των επιλεγουσών σε εύρος υπηρεσίας.
Εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο οι πιο πάνω λόγοι ικανοποιούν την σχετική απαίτηση της Νομολογίας.
Η κρίση της Ε.Δ.Υ. για την υπεροχή των Ε.Μ. έναντι της αιτήτριας σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση τους και σε ουσιαστική υπεροχή σε [*1093]εύρος υπηρεσίας δικαιολογείται πλήρως από το ενώπιόν της υλικό.
Η υπεροχή σε αρχαιότητα και σε εύρος υπηρεσίας των Ε.Μ. - καθώς έχει νομολογηθεί αποτελεί καλό λόγο για απόκλιση από τη σύσταση. Με άλλα λόγια από την αιτιολογία της απόφασης για απόκλιση από τη σύσταση συνάγεται η συνδρομή των νομίμων προς έκδοσης της προϋποθέσεων. Ακολουθεί πως η αιτιολογία που έχει δώσει η Ε.Δ.Υ. για απόκλιση από τη σύσταση του Διευθυντή, ικανοποιεί πλήρως τις σχετικές απαιτήσεις της Νομολογίας.
3. Τα υπέρτερα προσόντα της αιτήτριας δεν θεμελιώνουν από μόνα τους έκδηλη υπεροχή, εφόσον είναι προσόντα πρόσθετα από εκείνα που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας. Λαμβάνονται μεν υπόψη αλλά συνιστούν παράγοντα οριακής σημασίας. Δεν αποτελούν παράγοντα ο οποίος είναι ικανός από μόνος του να οδηγήσει σε εξασθένηση ή αποδυνάμωση του στοιχείου της αρχαιότητας και του εύρους της υπηρεσίας, λαμβανομένου υπόψη ότι η αιτήτρια και τα Ε.Μ. είναι ισότιμοι στο στοιχείο της αξίας.
4. Ανεξάρτητα από την ονομασία της θέσης που κατείχαν τα Ε.Μ. πριν από τη θέση που κατείχαν κατά τον κρίσιμο χρόνο και ανεξάρτητα από την διαδικασία και λόγους που οδήγησαν στην κατοχή εκείνης της θέσης, αυτό που έχει σημασία είναι κατά πόσο όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν την αυτή θέση κατά τον κρίσιμο χρόνο. Όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν την αυτή θέση - Επισκέπτρια Υγείας, 2ης Τάξης. Επομένως το ζήτημα της αρχαιότητάς τους κρίνεται βάσει της ημερομηνίας του διορισμού ή της προαγωγής τους στη θέση Επισκέπτριας Υγείας, 2ης Τάξης. Σύμφωνα με εκείνη την ημερομηνία τα Ε.Μ. υπερέχουν σε αρχαιότητα.
5. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι η αναφορά στα προσόντα του Ε.Μ. Στυλιανού αλλά η σημασία που τους έχει δοθεί από την Ε.Δ.Υ. Όπως φαίνεται από το πιο πάνω απόσπασμα τους έδωσε μικρή βαρύτητα. Την ίδια βαρύτητα έδωσε και στα προσόντα της αιτήτριας. Επομένως οι δύο υποψήφιοι έχουν κριθεί με το αυτό μέτρο κρίσεως.
6. Η Ε.Δ.Υ. έχει δώσει βαρύτητα στο «εύρος υπηρεσίας» των υποψηφίων, με άλλα λόγια έδωσε βαρύτητα στην πείρα των υποψηφίων. Η πείρα, καθώς έχει νομολογηθεί προσμετρά στην αξία.
Σύμφωνα με τη νομολογία, η πείρα είναι η πρακτική γνώση που αποκτά κάποιος με το να επιδίδεται σε συγκεκριμένο είδος εργασίας. Η διάρκεια της υπηρεσίας δεν αποτελεί το μόνο οδηγό της πείρας. Η ένσταση με την οποία ένας επιδίδεται σε ένα δεδομένο τομέα και τα [*1094]αποτελέσματα της εργασίας του είναι ίσοι αν όχι πιο σημαντικοί δείκτες της πείρας.
Οι εμπιστευτικές εκθέσεις όλων των υποψηφίων αποκαλύπτουν ότι ήταν όλοι εξαίρετοι υπάλληλοι. Επιμένως τα αποτελέσματα της εργασίας τους πρέπει να είναι τα ίδια. Εύλογα όμως, μπορεί να υποτεθεί πως προκειμένου περί δύο άριστων υπαλλήλων εκείνος ο οποίος έχει περισσότερη υπηρεσία έχει και μεγαλύτερη πείρα. Εφόσον σύμφωνα με την νομολογία, η πείρα προσμετρά στην αξία, νόμιμα η Ε.Δ.Υ. έδωσε βαρύτητα στο στοιχείο του εύρους της υπηρεσίας των Ε.Μ.
7. Για να πετύχει στην προσφυγή της η αιτήτρια έπρεπε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή. Μόνο σε τέτοια περίπτωση το όργανο που έχει προβεί στην επιλογή θεωρείται ότι έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειαας και έχει κάμει κακή χρήση της. Το διορίζον όργανο για να δικαιολογήσει την επιλογή του δεν πρέπει να καταλήξει ότι ο διορισθεί υπερέχει έκδηλα των άλλων υποψηφίων. Αν η απόφαση για προαγωγή ήταν εύλογα επιτρεπτή το Ανώτατο Δικαστήριο δεν επεμβαίνει.
Ισχυρισμός για έκδηλη υπεροχή γίνεται δεκτός όπου η υπεροχή είναι αυτοπόδεκτη και προφανής από την εξέταση των φακέλων των υποψηφίων. Πρέπει η υπεροχή να είναι τέτοιας φύσης που να αναδύεται από κάθε άποψη από το συνδυασμένο αποτέλεσμα της αξίας, προσόντων και αρχιαότητας των προσώπων που συναγωνίζονται για προαγωγή. Με άλλες λέξεις πρέπει να αναδύεται ως αναντίρρητο γεγονός τόσο πειστικό που να εντυπωσιάζει κάποιον από την πρώτη ματιά.
Με βάση τα στοιχεία τα οποία συνθέτουν την καταλληλότητα των υποψηφίων, δεν αποκαλύπτεται έκδηλη υπεροχή της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στο διορίζον όργανο και δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης του δικαστηρίου.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Μarkides v. Republic (1983) 3 C.L.R. 622,
Spanos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1826,
Δημοκρατία v. Xριστούδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 267,
Κέντα ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 485,
[*1095]Δημοκρατία ν. Ψωμά (1997) 3 Α.Α.Δ. 422,
Frangoullides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 20,
Kyriakou and Another v. Republic (1974) 3 C.L.R. 358,
Constantinou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 498,
Theodossiou v. Republic, 2 R.S.C.C. 44,
Lardis v. Republic (1967) 3 C.L.R. 64,
Hadjiconstantinou & Others v. Republic (1973) 3 C.L.R. 65,
Pissas v. Republic (1974) 3 C.L.R. 476,
Republic v. Kastellanos (1988) 3 C.L.R. 2249,
Leonidou and Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 652,
Δήμος Λευκωσίας ν. Κοσμά (1996) 3 Α.Α.Δ. 244,
Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 Α.Α.Δ. 71,
Καλαϊτζής ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 214,
Ηadjisavva v. Republic (1972) 3 C.L.R. 76,
Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1976) 3 Α.Α.Δ. 74,
Απέητος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 84,
Χατζησάββα ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 76,
Γρηγορίου ν. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 728.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση της Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας με την οποία προήχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Eπισκέπτριας Aδελφής, 1ης τάξης, αντί της αιτήτριας.
A. Σ. Aγγελίδης, για την Aιτήτρια.
[*1096]P. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ’ ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
KAΛΛHΣ, Δ.:�Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 6.12.96 στις συνεκδικασθείσες προσφυγές 1012/94 και 1013/94 κήρυξε άκυρη την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (“η Ε.Δ.Υ.”) σε ότι αφορά την από 15.1.1988 προαγωγή 6 ενδιαφερομένων μερών στη μόνιμη θέση Επισκέπτριας Αδελφής, 1ης Τάξης, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας (“η επίδικη θέση”).
Η Ε.Δ.Υ. στη συνεδρίαση της ημερ. 4.6.97 προχώρησε στην επανεξέταση του θέματος της πλήρωσης των 6 μονίμων θέσεων που παρέμεναν κενές μετά από την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση. Στη συνέχεια με βάση το πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιον της στοιχεία και με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια έκρινε ότι οι πιο κάτω (“τα Ε.Μ.”) υπερέχουν των άλλων υποψηφίων και αποφάσισε να τις προαγάγει ως τις πιο κατάλληλες στη θέση Επισκέπτριας Αδελφής, 1ης Τάξης:
1. Ππασιά Λουκία.
2. Δημητριάδου Κασιανή.
3. Ηλία Βάσω.
4. Χρυσοστομίδου Ασπασία.
5. Παπαλεξάνδρου Μαρούλλα.
6. Στυλιανού Αγνή.
Με την παρούσα προσφυγή επιδιώκεται η ακύρωση της πιο πάνω απόφασης (“η προσβαλλόμενη απόφαση”).
Ο Προϊστάμενος Τμήματος είχε συστήσει για προαγωγή την αιτήτρια. Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης έχει υποστηριχθεί ότι ”η Ε.Δ.Υ. δεν έδωσε ειδική αιτιολογία για την μη υιοθέτηση της σύστασης υπέρ της αιτήτριας”. Ενόψει αυτού του λόγου ακύρωσης παρίσταται ανάγκη να παρατεθεί το σχετικό μέρος της απόφασης της Ε.Δ.Υ.:
“Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τη σύσταση που έκαμε ο Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας κ. Μακρίδης Ανδρέας, στη συνεδρία της ημερομηνίας 29.12.87 (θέμα 2 των πρακτικών), σύμφωνα με την οποία ο Διευθυντής, λαμβάνοντας υπόψη την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων στο σύνολό τους, σύστησε για τις υπάρχουσες τότε οκτώ κενές θέσεις τις υποψήφιες Ψάλιου Ευπραξία, Παναγιώτου Ιουλία, Μάμα Παρασκευή, Κωνσταντινίδου Τζίλντα (της οποίας [*1097]η προαγωγή δεν ακυρώθηκε), Μιχαηλίδου Αιμιλία, Ζαντίδου Αιμιλία, Μουρτζή Φιλοθέη (η αιτήτρια) και Σαββίδου Ηλέκτρα.
............................................................................................................
Η Επιτροπή απέδωσε επίσης τη δέουσα σημασία στα προσόντα όλων των υποψηφίων. Κατά τη μελέτη των προσόντων των υποψηφίων η Επιτροπή σημείωσε ότι οι υποψήφιες Μιχαηλίδου Αιμιλία, Ζαντίδου Αιμιλία, Σοφοκλέους Νίκη, Μουρτζή Φιλοθέη (η αιτήτρια) και Σαββίδου Ηλέκτρα διαθέτουν ψηλότερα προσόντα από τις άλλες υποψήφιες. Τα προσόντα αυτά μπορούν να θεωρηθούν ως προσόντα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη ότι τα προσόντα αυτά δεν προβλέπονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν και ως εκ τούτου απέδωσε σ’ αυτά τη δέουσα βαρύτητα.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη την αρχαιότητα των υποψηφίων όπως φαίνεται στον ενώπιόν της κατάλογο.
Επίσης η Επιτροπή εξέτασε και έλαβε υπόψη τη σχετική υπηρεσία όλων των υποψηφίων στη θέση Επισκέπτριας Αδελφής, 2ης και 3ης Τάξης, καθώς και την πείρα τους σε καθήκοντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης στη Δημόσια Υπηρεσία ή/και στην πρώην Σχολιατρική Υπηρεσία των Σχολικών Εφορειών.
Η Επιτροπή, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιον της νόμιμα στοιχεία που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο και έχοντας υπόψη τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης καθώς και τα νομολογημένα κριτήρια στο σύνολό τους, δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τις συστάσεις του Διευθυντή και αντί των συστηθεισών επέλεξε ως τις πιο κατάλληλες για προαγωγή στη θέση τις υποψήφιες Ππασιά Λουκία, Δημητριάδου Κασιανή, Ηλία Βάσω, Χρυσοστομίδου Ασπασία, Παπαλεξάνδρου Μαρούλλα και Στυλιανού Αγνή.
Ως προς την αξία οι επιλεγείσες υποψήφιες Ππασιά Λουκία, Δημητριάδου Κασιανή και Παπαλεξάνδρου Μαρούλλα υπερέχουν όλων των άλλων υποψηφίων που βρίσκονται στην ίδια σειρά αρχαιότητας που αφορά στην παρούσα τους θέση και δεν υστερούν άλλων που ακολουθούν σε αρχαιότητα. Οι υπόλοιπες επιλεγείσες υποψήφιες, Ηλία Βάσω, Χρυσοστομίδου Ασπασία και Στυλιανού Αγνή, στα τελευταία τέσσερα χρόνια υπερτερούν ή δεν υστερούν σε αξία οποιασδήποτε από τις υποψήφιες που βρίσκονται στην ίδια σειρά αρχαιότητας στην παρούσα θέση τους. [*1098]Η υποψήφια Στυλιανού Αγνή, η οποία δεν υστερεί σε αξία οποιασδήποτε από τις υποψήφιες που προηγούνται αυτής σε αρχαιότητα που ανάγεται στην προηγούμενη θέση τους, υπερτερεί αυτών σε προσόντα, με εξαίρεση τις υποψήφιες Θωμά Πολυξένη και Μαυράκη Μαρία έναντι των οποίων όμως υπερτερεί σημαντικά σε αξία. Επαναλαμβάνεται η θέση ότι τα προσόντα στην παρούσα περίπτωση έχουν μικρή βαρύτητα. Σχετικά επίσης σημειώνεται ότι η υπεροχή των υποψηφίων Θωμά Πολυξένης και Μαυράκη Μαρίας σε αρχαιότητα είναι οριακή.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας παρατηρεί ότι οι υποψήφιες Ψάλιου Ευπραξία, Παναγιώτου Ιουλία και Μάμα Παρασκευή, που έχουν συστηθεί, υστερούν των επιλεγεισών σε αξία και επίσης υστερούν οριακά σε αρχαιότητα. Οι υποψήφιες Μιχαηλίδου Αιμιλία, Ζαντίδου Αιμιλία και Μουρτζιή Φιλοθέη, που επίσης έχουν τη σύσταση του Διευθυντή αλλά δεν επιλέγηκαν, υστερούν των επιλεγεισών σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση τους και υστερούν ουσιαστικά σε εύρος υπηρεσίας ενώ δεν υστερούν σε αξία. Έναντι των επιλεγεισών, με εξαίρεση την υποψήφια Στυλιανού Αγνή, οι υποψήφιες Μιχαηλίδου Αιμιλία, Ζαντίδου Αιμιλία και Μουρτζιή Φιλοθέη έχουν υπέρτερα προσόντα τα οποία δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας και στα οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε, αποδίδεται μικρή βαρύτητα.”
Οι συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος αποτελούν ξεχωριστό, πρωτογενές, ουσιώδες και αυτοτελές στοιχείο κρίσεως (Βλ. Makrides v. Republic (1983) 3 C.L.R. 622, 632, Spanos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1826, 1831, Δημοκρατία ν. Χριστούδη, (1996) 3 Α.Α.Δ. 267, Κέντα ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 485 και Δημοκρατία ν. Ψωμά (1997) 3 Α.Α.Δ. 422). Πρέπει να τους δίδεται η δέουσα βαρύτητα (Βλ. Frangoullides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 20, Kyriakou and Another v. Republic (1974) 3 C.L.R. 358).
Η σημασία που αποδίδεται από το διοικητικό δίκαιο στις συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος στοχεύει στο να διασφαλίσει ότι κατά τη διαδικασία της επιλογής το διορίζον όργανο λαμβάνει καθοδήγηση από λειτουργό ο οποίος βρίσκεται στην καλύτερη θέση να περιγράψει τις αρετές που χρειάζονται για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων μιας θέσης (Βλ. Constantinou v. Republic (1984) 3 C. L.R. 498, 501 - απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε) στην οποία τονίζεται, επίσης, ότι ο Προϊστάμενος βρίσκεται σε μοναδική θέση για να συμβουλεύσει την Ε.Δ.Υ. επί των ιδιοτήτων και της αξίας των υφισταμένων του (Βλ. και Ψωμά, πιο πάνω).
[*1099]Είναι ακριβώς λόγω της σημασίας των συστάσεων του Προϊσταμένου του Τμήματος που η νομολογία έχει καθιερώσει την αρχή της αιτιολόγησης από το διορίζον όργανο της απόκλισης από τις συστάσεις του διευθυντή, με καθαρή, ειδική, πειστική και επαρκή αιτιολογία η οποία πρέπει να καταγράφεται στο πρακτικό της απόφασης. Η αιτιολόγηση επιβάλλεται, καθώς έχει νομολογηθεί, για την προστασία των νομίμων δικαιωμάτων των υποψηφίων, δυνάμει του άρθρου 151 του Συντάγματος σε συνδυασμό με το άρθρο 146 (Βλ. Theodossiou v. Republic, 2 R.S.C.C. 44, 48, Lardis v. Republic (1967) 3 C.L.R. 64, HjiConstantinou & Others v. Republic (1973) 3 C.L.R. 65, Pissas v. Republic (1974) 3 C.L.R. 476, Republic v. Kastellanos (1988) 3 C.L.R. 2249, 2258, Leonidou and Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 652, 657, Δήμος Λευκωσίας ν. Κοσμά (1996) 3 Α.Α.Δ. 244, Δημοκρατία ν. Χριστούδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 267 και Κέντα ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 485).
Στη Theodosiou (πιο πάνω) το θέμα έχει τεθεί ως εξής:
“If, nevertheless, the Public Service Commission comes to the conclusion not to follow the aforesaid recommendation it is to be expected for the effective protection of the legitimate interests, under Article 151 in conjunction with Article 146 of the Constitution, of the candidates concerned, that the reasons for taking such an exceptional course would be clearly recorded in the relevant minutes of the Public Service Commission. Failure to do so would not only render the work of this Court more difficult in examining the validity of the relevant decision of the Public Service Commission but it might deprive such Commission of a factor militating against the inference that it has acted in excess or abuse of power.”
Σε ελληνική μετάφραση:
“Αν η Ε.Δ.Υ. καταλήξει στο συμπέρασμα να μην ακολουθήσει τις συστάσεις πρέπει να αναμένεται πως για την αποτελεσματική προστασία των νομίμων συμφερόντων των ενδιαφερομένων υποψηφίων, δυνάμει του άρθρου 151, σε συνδυασμό με το άρθρο 146 του Συντάγματος, οι λόγοι για την υιοθέτηση αυτής της ασυνήθους πορειάς θα καταγράφονται καθαρά στο σχετικό πρακτικό της Ε.Δ.Υ.. Η παράλειψη καταγραφής των λόγων όχι μόνο καθιστά το έργο του δικαστηρίου πιο δύσκολο κατά την εξέταση της εγκυρότητας της σχετικής απόφασης της Ε.Δ.Υ. αλλά δυνατόν να στερήσει από την Επιτροπή ένα παράγοντα που αντιστρατεύεται το συμπέρασμα ότι έχει ενεργήσει καθ’ υπέρβα[*1100]ση ή κατάχρηση εξουσίας.”
Σκοπός της καταγραφής των λόγων είναι για να καταστεί εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Πρέπει, επομένως, η απόκλιση από τη σύσταση του Προϊσταμένου του Τμήματος να περιέχει τα συστατικά μιας αιτιολογημένης απόφασης. Οι λόγοι της απόκλισης πρέπει να είναι τέτοιοι που να παρέχουν στο δικαστήριο τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της απόκλισης. Από την αιτιολογία της απόφασης για απόκλιση από τις συστάσεις πρέπει να συνάγεται η συνδρομή των νομίμων για έκδοση της απόφασης προϋποθέσεων. Αν συμβαίνει το αντίθετο η απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 186).
Στη Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 Α.Α.Δ. 71, 76, το θέμα της αιτιολογίας της απόκλισης από τη σύσταση του Διευθυντή έχει τεθεί ως εξής:
“Η επάρκεια της αιτιολογίας κρίνεται ανάλογα με τα περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης. Δεν είναι ζήτημα έκτασης του λεκτικού της αιτιολογίας, αλλά ουσίας περιεχομένου, ώστε να ικανοποιούνται τα κριτήρια της διοικητικής δικαιοσύνης, ιδιαίτερα ο βασικός της σκοπός, και η δυνατότητα ελέγχου.”
Καθώς φαίνεται από την προσβαλλόμενη απόφαση οι λόγοι της απόκλισης είναι οι πιο κάτω:
1. Ότι η αιτήτρια υστερεί των επιλεγεισών σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση τους και δεν υπερτερεί σε αξία.
2. Ότι η αιτήτρια υστερεί ουσιαστικά των επιλεγεισών σε εύρος υπηρεσίας.
Εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο οι πιο πάνω λόγοι ικανοποιούν την σχετική απαίτηση της Νομολογίας.
Στη Σταύρου (πιο πάνω) η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν περίπου ισότιμοι σε αξία. Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε συστηθεί για προαγωγή από τον Προϊστάμενο του Τμήματος. Η Ε.Δ.Υ. αφού έλαβε υπόψη την αξία των υποψηφίων, καθώς επίσης και τα προσόντα τους - είχαν και οι δύο περίπου τα ίδια προσόντα - δεν υιοθέτησε τη σύσταση του Διευθυντή και επέλεξε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο προηγείτο σε αρχαιότητα. Το πρωτόδικο δικαστήριο ακύρωσε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους [*1101]για το μόνο λόγο ότι η αιτιολογία για παρέκκλιση της Ε.Δ.Υ. από τη σύσταση του Προϊσταμένου ήταν τρωτή. Το Εφετείο επικύρωσε την απόφαση για προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους. Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα από την απόφασή του:
“Η Επιτροπή, στην άσκηση διακριτικής ευχέρειας αν θα υιοθετήσει ή αν θα παρεκκλίνει από τη σύσταση του Προϊσταμένου, πρέπει να ενεργήσει με βάση τα νομοθετημένα κριτήρια. Η αρχαιότητα, ως ένα από τα τρία κριτήρια, μπορεί να αποτελέσει λόγο για απόκλιση από τη σύσταση του Προϊσταμένου, όταν οι υποψήφιοι είναι περίπου ισότιμοι σε αξία”.
Εξέταση των στοιχείων που συνθέτουν την καταλληλότητα των υποψηφίων αποκαλύπτει την πιο κάτω εικόνα:
1. Η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν περίπου ισότιμοι σε αξία.
2. Η αιτήτρια κατέχει τη θέση της Επισκέπτριας Υγείας, 2ας Τάξης, από την 1.8.86, και τα ενδιαφερόμενα μέρη από την 15.2.85.
Η εικόνα της προηγούμενης υπηρεσίας των υποψηφίων έχει ως πιο κάτω:
Ημερομηνία Ημερομηνία
διορισμού στην Πρώτου
προηγούμενη θέση Διορισμού
(Επισκέπτρια Υγείας)
Αιτήτρια 10.7.81 10.7.81
Ε.Μ. Ππασιά 1.7.72 1.10.52
Ε.Μ. Δημητριάδου 1.5.77 5.3.51
Ε.Μ. Ηλία 15.10.69 15.10.69
Ε.Μ. Χρυσοστομίδου 15.10.69 15.10.69
Ε.Μ. Παπαλεξάνδρου 15.2.71 15.2.71
Ε.Μ. Στυλιανού 1.2.74 1.12.72
Προσόντα:
Όπως παρατήρησε και η Ε.Δ.Υ. “έναντι των επιλεγεισών, με εξαίρεση το Ε.Μ. Στυλιανού, η αιτήτρια έχει υπέρτερα προσόντα τα οποία δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας”.
Λαμβανομένης υπόψη της πιο πάνω εικόνας διαπιστώνω ότι η [*1102]κρίση της Ε.Δ.Υ. για την υπεροχή των Ε.Μ. έναντι της αιτήτριας σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση τους και σε ουσιαστική υπεροχή σε εύρος υπηρεσίας δικαιολογείται πλήρως από το ενώπιον της υλικό.
Η υπεροχή σε αρχαιότητα και σε εύρος υπηρεσίας των Ε.Μ. - καθώς έχει νομολογηθεί (βλ. Σταύρου, πιο πάνω) - αποτελεί καλό λόγο για απόκλιση από τη σύσταση. Με άλλα λόγια από την αιτιολογία της απόφασης για απόκλιση από τη σύσταση συνάγεται η συνδρομή των νομίμων προς έκδοση της προϋποθέσεων (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας, πιο πάνω, σελ. 186). Ακολουθεί πως η αιτιολογία που έχει δώσει η Ε.Δ.Υ. για απόκλιση από τη σύσταση του Διευθυντή ικανοποιεί πλήρως τις σχετικές απαιτήσεις της Νομολογίας. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί. Τα υπέρτερα προσόντα της αιτήτριας δεν θεμελιώνουν από μόνα τους έκδηλη υπεροχή εφόσον είναι προσόντα πρόσθετα από εκείνα που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας. Λαμβάνονται μεν υπόψη αλλά συνιστούν παράγοντα οριακής σημασίας (Βλ. Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, 609). Δεν αποτελούν παράγοντα ο οποίος είναι ικανός από μόνος του να οδηγήσει σε εξασθένηση ή αποδυνάμωση του στοιχείου της αρχαιότητας και του εύρους της υπηρεσίας, λαμβανομένου υπόψη ότι η αιτήτρια και τα Ε.Μ. είναι ισότιμοι στο στοιχείο της αξίας.
Αναφορικά με την αρχαιότητα ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας έχει προβάλει τη θέση ότι “η αρχαιότητα με βάση την προαγωγή των Ε.Μ. στην παρούσα τους θέση από 5.2.85 δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αφού είναι απλή μετονομασία τίτλου της Κοινοτικής Υγειονομικής Επισκέπτριας βάσει άλλων σχεδίων υπηρεσίας με άλλα προσόντα”.
Κατά τον κρίσιμο χρόνο όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν την ίδια θέση - Επισκέπτρια Υγείας, 2ας Τάξης. Το θέμα της αρχαιότητας τους ρυθμιζόταν από το άρθρο 46 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, 1967 (Ν. 33/67, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 10/83), σύμφωνα με το οποίο η αρχαιότητα “μεταξύ υπαλλήλων κατέχοντων την αυτήν μόνιμον θέσιν ... κρίνεται βάσει της ημερομηνίας της ισχύος του διορισμού, της προαγωγής ή αποσπάσεως των εις την συγκεκριμένην θέσιν”.
Ανεξάρτητα, λοιπόν, από την ονομασία της θέσης που κατείχαν τα Ε.Μ. πριν από την θέση που κατείχαν κατά τον κρίσιμο χρόνο και ανεξάρτητα από την διαδικασία και λόγους που οδήγησαν στην κατοχή εκείνης της θέσης αυτό που έχει σημασία είναι κατά πόσο όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν την αυτή θέση κατά τον κρίσιμο [*1103]χρόνο. Όπως έχει το ενώπιόν μου υλικό όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν την αυτή θέση - Επισκέπτρια Υγείας, 2ης Τάξης. Επομένως το ζήτημα της αρχαιότητας τους κρίνεται βάσει της ημερομηνίας του διορισμού ή της προαγωγής τους στη θέση Επισκέπτριας Υγείας, 2ης Τάξης (βλ. άρθρο 46 του Νόμου). Σύμφωνα με εκείνη την ημερομηνία τα Ε.Μ. υπερέχουν σε αρχαιότητα. Το θέμα ρυθμίζεται επαρκώς από το πιο πάνω άρθρο 46 και οι λόγοι που έχει επικαλεσθεί ο ευπαίδευτος συνήγορος δεν μειώνουν και δεν εξουδετερώνουν την εμβέλεια του πιο πάνω άρθρου 46 του Νόμου. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Έχει, επίσης, υποστηριχθεί ότι η Ε.Δ.Υ. δεν έχει εφαρμόσει το ίδιο μέτρο κρίσεως στο θέμα “προσόντα για όλους τους υποψηφίους”. Έρεισμα για την σχετική εισήγηση αποτέλεσε το πιο κάτω μέρος των πρακτικών της Ε.Δ.Υ.:
“Η υποψήφια Στυλιανού Αγνή, η οποία δεν υστερεί σε αξία οποιασδήποτε από τις υποψήφιες που προηγούνται αυτής σε αρχαιότητα που ανάγεται στην προηγούμενη θέση τους, υπερτερεί αυτών σε προσόντα, με εξαίρεση τις υποψήφιες Θωμά Πολυξένη και Μαυράκη Μαρία έναντι των οποίων όμως υπερτερεί σημαντικά σε αξία. Επαναλαμβάνεται η θέση ότι τα προσόντα στην παρούσα περίπτωση έχουν μικρή βαρύτητα”.
Αυτό που έχει σημασία δεν είναι η αναφορά στα προσόντα του Ε.Μ. Στυλιανού αλλά η σημασία που τους έχει δοθεί από την Ε.Δ.Υ.. Όπως φαίνεται από το πιο πάνω απόσπασμα τους έδωσε μικρή βαρύτητα. Την ίδια βαρύτητα έδωσε και στα προσόντα της αιτήτριας. Επομένως οι δύο υποψήφιοι έχουν κριθεί με το αυτό μέτρο κρίσεως. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης απορρίπτεται.
Έχει, επίσης, προβληθεί η εισήγηση ότι το στοιχείο της έκτασης της υπηρεσίας δεν προβλέπεται στο Νόμο. Επομένως έχει σημειωθεί “πλάνη περί το δίκαιον” και για το λόγο αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη.
Η Ε.Δ.Υ. έχει πράγματι δώσει βαρύτητα στο “εύρος υπηρεσίας” των υποψηφίων, με άλλα λόγια έδωσε βαρύτητα στην πείρα των υποψηφίων. Η πείρα, καθώς έχει νομολογηθεί, “προσμετρά στην αξία” (Βλ. Καλαϊτζής ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 214, 217: “Η έννοια ‘προσόντα’ δεν περιορίζεται μόνο στους ακαδημαϊκούς τίτλους σπουδών αλλά και σε άλλα εφόδια, όπως πνευματικά και πείρα, και το τελευταίο στοιχείο προσμετρά στην αξία”).
[*1104]Σύμφωνα με τη νομολογία η πείρα είναι η πρακτική γνώση που αποκτά κάποιος με το να επιδίδεται σε συγκεκριμένο είδος εργασίας. Η διάρκεια της υπηρεσίας δεν αποτελεί το μόνο οδηγό της πείρας. Η ένταση με την οποία ένας επιδίδεται σε ένα δεδομένο τομέα και τα αποτελέσματα της εργασίας του είναι ίσοι αν όχι πιο σημαντικοί δείκτες της πείρας (Βλ. HadjiSavva v. Republic (1972) 3 C.L.R. 76, 79 και Ιωάννου ν. Α.Η.Κ. (1998) 3 A.A.Δ. 624).
Οι εμπιστευτικές εκθέσεις όλων των υποψηφίων αποκαλύπτουν ότι ήταν όλοι εξαίρετοι υπάλληλοι. Επομένως τα αποτελέσματα της εργασίας τους πρέπει να ήταν τα ίδια. Εύλογα, όμως, μπορεί να υποτεθεί πως προκειμένου περί δύο άριστων υπαλλήλων εκείνος ο οποίος έχει περισσότερη υπηρεσία έχει και μεγαλύτερη πείρα. Εφόσον, σύμφωνα με την νομολογία, η πείρα προσμετρά στην αξία, νόμιμα η Ε.Δ.Υ. έδωσε βαρύτητα στο στοιχείο του εύρους της υπηρεσίας των Ε.Μ.. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Έχει - τελικά - υποστηριχθεί ότι τα Ε.Μ. δεν κατέχουν τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα.
Τα προσόντα που απαιτούνται από τα σχέδια υπηρεσίας είναι “τα ίδια όπως και για τη θέση Επισκέπτριας Αδελφής, 3ης Τάξης, και πενταετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Επισκέπτριας Αδελφής, 2ης Τάξης”. Τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης Επισκέπτριας Αδελφής, 3ης Τάξης είναι τα πιο κάτω: “Εγγεγραμμένη Γενική Νοσοκόμος σύμφωνα με τον περί Νοσοκομίας και Μαιευτικής Νόμον και Δίπλωμα/Πτυχίο, Πιστοποιητικό αναγνωρισμένης Σχολής στη Δημόσια Υγεία διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους”.
Ήταν η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου της αιτήτριας ότι το Ε.Μ. Στυλιανού κατα τον ουσιώδη χρόνο φοιτούσε στη σχολή στις σειρές μαθημάτων αναβάθμισης για απόκτηση προσόντων Γενικής Νοσηλευτικής (Α΄ Επιπέδου) διάρκειας 2 ετών. Τα υπόλοιπα Ε.Μ. δεν παρακολούθησαν αυτές τις σειρές αναβάθμισης μέχρι και σήμερα.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της Ε.Δ.Υ. έκαμε αναφορά στην σημείωση (2) του σχεδίου υπηρεσίας σύμφωνα με την οποία “για την πρώτη πλήρωση της θέσης μετά την έγκριση του παρόντος σχεδίου υπηρεσίας μπορούν να προαχθούν και υπάλληλοι που δεν έχουν τα προσόντα που απαιτούνται για τη θέση Επισκέπτριας Αδελφής, 3ης Τάξης”. Η επίδικη πλήρωση της θέσης ήταν η πρώτη μετά την έγκριση των παρόντων σχεδίων υπηρεσίας και “ως εκ τούτου μπο[*1105]ρούν να προαχθούν και υποψήφιοι που δεν είχαν τα προσόντα της Επισκέπτριας Αδελφής, 3ης Τάξης”.
Υπό το φως της πιο πάνω θέσης της Ε.Δ.Υ., η οποία δεν έχει αντικρουσθεί, κρίνω πως η περίπτωση των Ε.Μ. καλύπτεται από την πιο πάνω σημείωση (2) του σχεδίου υπηρεσίας. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης απορρίπτεται.
Για να πετύχει στην προσφυγή της η αιτήτρια έπρεπε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή. Μόνο σε τέτοια περίπτωση το όργανο που έχει προβεί στην επιλογή θεωρείται ότι έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας και έχει κάμει κακή χρήση της (Βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1976) 3 Α.Α.Δ. 74, 85 - απόφαση Ολομέλειας, Τριανταφυλλίδη, Π., και Γ. Μ. Παπαχατζή “Σύστημα του Ισχύοντος στην Ελλάδα Διοικητικού Δικαίου”, σελ. 729). Το διορίζον όργανο για να δικαιολογήσει την επιλογή του δεν πρέπει να καταλήξει ότι ο διορισθείς υπερέχει έκδηλα των άλλων υποψηφίων (Βλ. Γεωργίου, πιο πάνω). Αν η απόφαση για προαγωγή ήταν εύλογα επιτρεπτή το Ανώτατο Δικαστήριο δεν επεμβαίνει (Βλ. Απέητος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 64).
Ισχυρισμός για έκδηλη υπεροχή γίνεται δεκτός όπου η υπεροχή είναι αυταπόδεικτη και προφανής από την εξέταση των φακέλων των υποψηφίων. Πρέπει η υπεροχή να είναι τέτοιας φύσης που να αναδύεται από κάθε άποψη από το συνδυασμένο αποτέλεσμα της αξίας, προσόντων και αρχαιότητας των προσώπων που συναγωνίζονται για προαγωγή. Με άλλες λέξεις πρέπει να αναδύεται ως αναντίρρητο γεγονός τόσο πειστικό που να εντυπωσιάζει κάποιον από την πρώτη ματιά (Βλ. Χ''Σάββα v. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 76, 78 - απόφαση Πική, Δ. - όπως ήταν τότε, και Γρηγορίου ν. Α.Η.Κ. (1998) 3 A.A.Δ. 728).
Έχοντας υπόψη τα στοιχεία τα οποία συνθέτουν την καταλληλότητα των υποψηφίων κρίνω πως δεν αποκαλύπτουν έκδηλη υπεροχή της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στο διορίζον όργανο και δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης του δικαστηρίου.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα £300. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητά της.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο