Γαβριήλ Γ. Χρυσάνθου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργικού Συμβουλίου κ.α., Υπόθεση αρ. 286/97, 29 Ιανουαρίου, 1999 Γαβριήλ Γ. Χρυσάνθου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργικού Συμβουλίου κ.α., Υπόθεση αρ. 286/97, 29 Ιανουαρίου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 286/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΕΤΑΞΥ:

Γαβριήλ Γ. Χρυσάνθου

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργικού Συμβουλίου

2. Υπουργού Εσωτερικών

Καθ΄ων η αίτηση

_____________

29 Ιανουαρίου, 1999

Για τον αιτητή : κ. Ελ. Ελευθερίου για Τάσσο Παπαδόπουλο

και Σια.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Λ. Ζαννέτου, Δικηγόρος της

Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα.

_____________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής υπέβαλε στις 14.12.1993 αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για την ανέγερση ξυλουργικού εργαστηρίου σε τεμάχιο ιδιοκτησίας τους στο χωρίο Ψημολόφου της επαρχίας Λευκωσίας. Η πολεοδομική αρχή απέρριψε την αίτηση στις 6.10.1994.

Ο αιτητής υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή στο Υπουργικό Συμβούλιο. Η αρμόδια εξ Υπουργών Επιτροπή (στο εξής “η Επιτροπή”), σε συνεδρία της ημερ. 18.11.1996 αποφάσισε την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής για τους λόγους που φαίνονται στην απόφαση. Η απόφαση της Επιτροπής έπεται χρονικά της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή 195/96 που καταχώρησε ο αιτητής και στην οποία παρεπονείτο ότι η αρμόδια αρχή παρέλειψε να αποφασίσει επί της αρχικής του προσφυγής.

Η ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής στην ιεραρχική προσφυγή του αιτητή αξιώνεται για σειρά λόγων. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν κακής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας, κάτι που φανερώνεται από την ανεπαρκή έρευνα και τη μη δέουσα αξιολόγηση των νομίμων και σχετικών στοιχείων κρίσης και την παράβαση των ακραίων ορίων που θέτουν η νομοθεσία και οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου. Προβάλλεται επίσης ο λόγος ότι η άσκηση των νομίμων αρμοδιοτήτων εκ μέρους της Επιτροπής είναι εσφαλμένη, καθώς και την έλλειψη οποιασδήποτε επαρκούς ή ειδικής αιτιολογίας.

Θα αρχίσω την εξέταση των λόγων που προβάλλονται από το δεύτερο ισχυρισμό του αιτητή, ότι δηλαδή η άσκηση των νομίμων αρμοδιοτήτων εκ μέρους της Επιτροπής είναι εσφαλμένη. Σύμφωνα με τον αιτητή η επανεξέταση από την Επιτροπή συνίσταται στην κατ΄ ουσίαν επανεξέταση της απορριπτικής απόφασης της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής και δεν περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της εκάστοτε προσβαλλόμενης απορριπτικής απόφασης, επεκτεινόμενη στην εξ υπαρχής κρίση της ουσίας της υπόθεσης. Οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα της Επιτροπής συνίστανται στη διενέργεια και πρωτογενούς έρευνας όλων των περιστατικών που σχετίζονται με την ιεραρχικώς προσβαλλόμενη πολεοδομική απόφαση και στην εξ υπαρχής κρίση της ουσίας της υπόθεσης. Ο αιτητής παραπονείται ότι στην παρούσα υπόθεση η Επιτροπή απλώς υιοθέτησε το σχετικό σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, χωρίς οποιανδήποτε εκ μέρους της πρωτογενή έρευνα του θέματος.

Παρόμοιο θέμα είχε εγερθεί και στην υπόθεση Γεώργιος Χριστοδούλου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 266/97, ημερ. 25.11.1998. Αποφασίστηκε ότι η υιοθέτηση των απόψεων αρμοδίων τμημάτων όπως το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως ή του αρμόδιου στην περίπτωση Δήμου, δεν συνιστά αποποίηση εξουσίας. Αντίθετα η αναζήτηση των απόψεων τρίτων στο πλαίσιο της διερεύνησης των γεγονότων προς το σκοπό άσκησης της εξουσίας που εναποτίθεται σε νομοθετημένο όργανο δεν συνιστά απεμπόληση εξουσίας, αλλά μέτρο αναγόμενο στη δέουσα διερεύνηση των γεγονότων (βλέπε επίσης Δημητριάδης κ.α. ν. Υπουργικού Συμβουλίου κ.α., Υποθ. Αρ. 1029/85 κ.α., ημερ. 13.3.1996).

Πρωτογενής έρευνα των γεγονότων και στοιχείων δεν σημαίνει απαραίτητα έρευνα από τα ίδια τα μέλη της εξ Υπουργών Επιτροπής. Η Επιτροπή έχει κάθε δικαίωμα να απευθυνθεί σε οποιονδήποτε θεωρεί ως αρμόδιο φορέα ή τμήμα για τις απόψεις του.

Στην παρούσα υπόθεση η απόφαση της Επιτροπής βασίστηκε πάνω στο σημείωμα που ετοιμάστηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών για την Επιτροπή στις 14.11.1996 και στο οποίο τίθενται ενώπιόν της όλα τα απαραίτητα στοιχεία, καθώς και η γνώμη και εισηγήσεις τόσο του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, όσο και του Επάρχου Λευκωσίας.

Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή έχει παραβεί το καθήκον της για εξέταση της ουσίας της απόφασης θα πρέπει να απορριφθεί.

Προβάλλεται επίσης όπως είδαμε ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή προέβη σε κακή άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας λόγω ανεπαρκούς έρευνας και μη δέουσας αξιολόγησης των νόμιμων και σχετικών στοιχείων κρίσης, καθώς και λόγω παράβασης των ακραίων ορίων ισχύουσας νομοθεσίας και των γενικών αρχών του Διοικητικού Δικαίου.

Στη γραπτή αγόρευση που κατατέθηκε για λογαριασμό του αιτητή παρατίθεται σωρεία αυθεντιών και αρχών στην προσπάθεια να αποδειχθεί η υποχρέωση της Διοίκησης να ερευνά επαρκώς και αξιολογεί δεόντως όλα τα νόμιμα και σχετικά με την εκάστοτε υπόθεση στοιχεία.

Είναι η θέση του αιτητή ότι αφού δεν καθορίζονται νομοθετικά τα κριτήρια άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής, τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να ανευρεθούν με την ερμηνεία των σχετικών νομοθετικών διατάξεων και τη διακρίβωση του σκοπού του νόμου.

Σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, η σχετική πρόθεση του νομοθέτη είναι μεταξύ άλλων και η δυνατότητα της Επιτροπής να εκδίδει και μετά από ιεραρχική προσφυγή πολεοδομικές άδειες κατά παρέκκλιση από το Τοπικό Σχέδιο Ανάπτυξης ή των Δηλώσεων Πολιτικής, εφ΄ όσον τα δεδομένα της περίπτωσης το επιβάλλουν ή εφ΄ όσον δεν θα υπάρχουν από μια τέτοια έγκριση δυσμενείς συνέπειες σε τρίτους ή στο Δημόσιο.

Διαφωνώ με την πιο πάνω θέση. Σαφώς σκοπός του νομοθέτη δεν είναι η δημιουργία ενός ακόμα αρμόδιου οργάνου προς έκδοση πολεοδομικών αδειών, πολύ δε περισσότερο κατά παρέκκλιση του από το Τοπικό Σχέδιο ή της Δήλωσης Πολιτικής. Σκοπός ήταν η επανεξέταση της κάθε περίπτωσης, ούτως ώστε να αποκλείεται η πιθανότητα λάθους κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας των αρμοδίων οργάνων.

Περαιτέρω στην παρούσα υπόθεση δεν θεωρώ ότι είναι ορθός ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η συμπεριφορά της Επιτροπής είναι πλημμελής γιατί δεν λήφθηκαν υπ΄ όψιν όλα τα ουσιώδη πραγματικά γεγονότα. Προβάλλεται ότι δεν ελήφθη υπ΄ όψιν ότι ο αιτητής προέβη στην μετακίνηση του προηγούμενου ξυλουργείου του ύστερα από προτροπή και πιέσεις της προηγούμενης χωριτικής αρχής, όπως επιβεβαιώνεται από τον Πρόεδρο της κοινότητας Ψημολόφου.

Δεν έχει επίσης ληφθεί υπ΄όψιν, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, ότι η Χωριτική Αρχή Ψημολόφου δεν φέρει ένσταση για την έκδοση της αιτούμενης άδειας, καθώς και το γεγονός ότι οι ιδιοκτήτες παρακειμένων ακινήτων δεν φέρουν ένσταση στη λειτουργία του ξυλουργείου.

Οι λόγοι που έχει απορριφθεί η αίτηση του αιτητή φαίνονται όπως είπαμε στο σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών. Οι λόγοι αυτοί είναι ότι το τεμάχιο δεν διαθέτει ικανοποιητική προσπέλαση για σκοπούς ανάπτυξης, αφού δεν εφάπτεται δημόσιου δρόμου, αλλά διαθέτει μόνο δικαίωμα διάβασης.

Περαιτέρω το προτεινόμενο εργαστήριο, που κρίθηκε ως βιομηχανική οικοδομή περιορισμένου βαθμού οχληρίας, δεν μπορεί να περιληφθεί στα είδη εκείνων των βιομηχανιών που επιτρέπονται μέσα στα όρια ανάπτυξης χωρίου, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Πολιτικής 9 (Θ) 1 (γ) της Δήλωσης Πολιτικής. Στο ίδιο σημείωμα απορρίπτεται αριθμός άλλων ισχυρισμών του αιτητή, όπως για παράδειγμα ότι η αίτησή του κρίθηκε με μεταγενέστερο νομικό καθεστώς ή ότι σε άλλες δύο περιπτώσεις ξυλουργείων δόθηκε άδεια. ΄Οπως σημειώνεται, η αίτηση εγκρίθηκε πριν καν τη θεσμοθέτηση των νέων ρυθμίσεων, ενώ και τα δύο αναφερόμενα ξυλουργεία εφάπτονται εγγεγραμμένου δημόσιου δρόμου και γι΄ αυτά δόθηκε άδεια οικοδομής που εκδόθηκαν από τον ΄Επαρχο Λευκωσίας σύμφωνα με τις πρόνοιες του σχετικού νόμου.

Ούτε το γεγονός ότι ο αιτητής προέβη στη μετακίνηση του ξυλουργείου του ύστερα από πιέσεις της προηγούμενης χωριτικής αρχής συνιστά παράγοντα που θα έπρεπε να επηρεάσει την Επιτροπή σε τέτοιο βαθμό που να δεκτεί την ιεραρχική του προσφυγή. Περαιτέρω το γεγονός ότι η χωριτική αρχή, καθώς και οι ιδιοκτήτες των παρακειμένων ακινήτων, οι οποίοι ας σημειωθεί όπως φαίνεται από το φάκελο της υπόθεσης είναι συγγενείς του, δεν έχουν ένσταση, δεν είναι αποφασιστικής σημασίας.

Ο ισχυρισμός του αιτητή ότι υπήρξε παράβαση των ακραίων ορίων της νομοθεσίας και των γενικών αρχών του Διοικητικού Δικαίου επίσης θα πρέπει να απορριφθεί. Νομίζω ότι το επιχείρημα ότι η Διοίκηση παρέβη την αρχή της χρηστής διοίκησης ή την αρχή της καλής πίστης, ή την αρχή της αναλογικότητας ή τέλος την αρχή της ισότητας, στερείται βάσης.

Δεν συμφωνώ ότι η Επιτροπή ενήργησε με τρόπο αντίθετο προς το κοινό περί δικαίου αίσθημα και εφάρμοσε τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου κατά τρόπο ανεπιεική και άδικο, απλώς και μόνο γιατί ο αιτητής μετακίνησε το ξυλουργείο του ύστερα “από παρότρυνση και πιέσεις” της προηγούμενης χωριτικής αρχής.

Εκτός του ότι δεν συγκεκριμενοποιούνται ούτε οι λόγοι της μετακίνησης, αλλά ούτε και “η παρότρυνση και πιέσεις”, ακόμα κι’ αν ο αιτητής υποχωρώντας στις πιέσεις της xωριτικής αρχής αποφάσισε να μετακινήσει το ξυλουργείο του, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει ανυπερθέτως να εξασφαλίσει άδεια για οποιανδήποτε οικοδομή στην οποία θα μετέφερε την επιχείρησή του.

Δεν συμφωνώ επίσης με τον ισχυρισμό ότι η θετική στάση της νυν χωριτικής αρχής υποδεικνύει ότι η Επιτροπή ενήργησε κακόπιστα και κατά τρόπο που προσβάλλει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του αιτητή προς τη Διοίκηση, γιατί ο αιτητής καλόπιστα ήλπιζε ότι η απόφαση θα ήταν θετική. Το τι αναμένει διοικούμενος, καλόπιστα ή κακόπιστα, δεν είναι ένα από τα κριτήρια που λαμβάνονται υπ΄ όψιν. Περαιτέρω, δεν αντιλαμβάνομαι γιατί το γεγονός ότι η χωριτική αρχή δεν έχει ένσταση στην αιτούμενη άδεια σημαίνει ότι η Επιτροπή απορρίπτοντας την ιεραρχική προσφυγή ενήργησε κακόπιστα. Η έκδοση πολεοδομικής άδειας γίνεται όχι από τις χωριτικές αρχές, αλλά από την αρμόδια πολεοδομική αρχή, ύστερα από μελέτη και αφού ληφθούν υπ΄ όψιν γενικότεροι σχεδιασμοί, οι Δηλώσεις Πολιτικής και βεβαίως τα τοπικά σχέδια.

Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι αντί της απόρριψης θα ήταν εξ ίσου νόμιμη λύση η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας με όρους, λύση που θα ήταν λιγότερο επαχθής για τον αιτητή. Και γι΄αυτό το λόγο θα έπρεπε η λύση αυτή να προτιμηθεί. Κατ΄ αρχήν στο σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών φαίνεται ότι εξετάστηκε και αυτό το ενδεχόμενο. Το Υπουργείο παράλληλα με την εξέταση της ιεραρχικής προσφυγής, εξέτασε αυτεπάγγελτα το ενδεχόμενο χορήγησης της αιτούμενης άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής όσον αφορά το θέμα της έλλειψης ικανοποιητικής προσπέλασης, αλλά η πολεοδομική αρχή απέρριψε το ενδεχόμενο για τους λόγους που αναφέρονται στο σημείωμα.

Στην παρούσα περίπτωση δεν νομίζω ότι ισχύει η αρχή της λιγότερο επαχθούς για το δοικούμενο λύσης. Αν έτσι είχαν τα πράγματα τότε καμιά απόρριψη οποιουδήποτε αιτήματος δεν θα μπορούσε να ευσταθήσει, αφού σε κάθε περίπτωση η παραχώρηση άδειας με όρους σίγουρα είναι λιγότερο επαχθής από την απόρριψη της αίτησης.

Ο ισχυρισμός για παράβαση της αρχής της ισότητας βασίζεται στο ότι ο αιτητής έτυχε δυσμενέστερης μεταχείρισης από άλλους. ΄Ηδη έχουμε πει ότι δεν τίθεται θέμα σύγκρισης αφού στις άλλες περιπτώσεις υπήρχαν άλλοι παράγοντες, όπως για παράδειγμα η δημόσια προσπέλαση και η άδεια από τον ΄Επαρχο, προϋποθέσεις που ελλείπουν στην παρούσα υπόθεση.

Ο ισχυρισμός ότι υπάρχει ικανοποιητική προσπέλαση προς το ξυλουργείο απλώς και μόνο γιατί τα παρακείμενα κτήματα ανήκουν σε μέλη της οικογένειας του αιτητή που δεν έχουν ένσταση, δεν αποτέλεσε και ορθά παράγοντα που έπρεπε να ληφθεί υπ΄ όψιν. Χωρίς βάση είναι και ο ισχυρισμός ότι θα έπρεπε να ληφθεί υπ΄ όψιν ότι ο αριθμός των οχημάτων που διακινούνται στην ήδη παραχωρηθείσα διάβαση είναι πολύ μικρός γιατί οι εργασίες ανατίθενται στον αιτητή μέσω τηλεφώνου ή ύστερα από επίσκεψη του ιδίου στους ενδιαφερόμενους.

Εξ ίσου άσχετος είναι και ο ισχυρισμός ότι δεν ελήφθη υπ΄ όψιν ότι ο αιτητής είναι μόνιμος κάτοικος του χωρίου Ψημολόφου και ότι το ακίνητο είναι το μοναδικό ιδιόκτητο τεμάχιο του που είναι κατάλληλο για την ανέγερση του ξυλουργείου του.

΄Αλλος λόγος ακύρωσης που προβάλλεται είναι η έλλειψη επαρκούς ή ειδικής αιτιολογίας. Γίνεται ξανά επίκληση της θετικής στάσης της χωριτικής αρχής του χωριού και των ιδιοκτητών των παρακειμένων ακινήτων για να υποδειχθεί ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη. Και ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί και θα πρέπει να απορριφθεί.

Η αιτιολογία κρίνεται επαρκής όταν παρέχεται η δυνατότητα πλήρους και επαρκούς δικαστικού ελέγχου της νομιμότητας της απόφασης. Η αιτιολογία που δόθηκε στην παρούσα περίπτωση είναι πέρα για πέρα ικανοποιητική και προβάλλει από το σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, κατά την ετοιμασία του οποίου λήφθηκαν και οι απόψεις τόσο του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, όσο και του Επάρχου Λευκωσίας. Και οι δύο εισηγήθηκαν την απόρριψη της προσφυγής.

Εν όψει όλων των πιο πάνω η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω εναντίον του στις £400.

 

 

 

 

Φρίξος Νικολαΐδης

Δ.

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο