Ιωάννη Σολωμού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1034/97., 18 Μαρτίου, 1999 Ιωάννη Σολωμού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1034/97., 18 Μαρτίου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1034/97.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Μεταξύ:

Ιωάννη Σολωμού,

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ ων η αίτηση.

_____________________

18 Μαρτίου, 1999.

Για τον αιτητή: Α. Κωνσταντίνου.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Γ. Ερωτοκρίτου (κα.), Εισαγγελέας της

Δημοκρατίας εκ μέρους του Γ-Ε.

Για το ενδιαφερόμενο μέρος: Α. Σ. Αγγελίδης.

_____________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με απόφαση (“η αρχική απόφαση”) της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (“η Ε.Δ.Υ.”) ημερ. 24.1.96, ο Γεώργιος Χατζησάββας (“το Ε.Μ.”) προάχθηκε στη θέση

Διευθυντή Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών (“η επίδικη θέση”). Εναντίον της αρχικής απόφασης ασκήθηκε η προσφυγή με αρ. 178/96 από τον αιτητή στην παρούσα προσφυγή. Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του (“η ακυρωτική απόφαση”) ημερ. 8.10.97 ακύρωσε την αρχική απόφαση της Ε.Δ.Υ. γιατί, ανάμεσα σ΄ άλλα, η σύσταση του Διευθυντή ήταν ασύμφωνη με τα αντικειμενικά δεδομένα.

Μετά την ακυρωτική απόφαση η Ε.Δ.Υ. επανεξέτασε το θέμα πλήρωσης της επίδικης θέσης με βάση, καθώς αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό της, το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Κατά την διαδικασία της επανεξέτασης η Ε.Δ.Υ. ζήτησε από το Γενικό Διευθυντή (“ο Διευθυντής”) να προβεί σε συστάσεις. Σημείωσε ότι η νέα σύσταση υπαγορεύεται τόσο από τα ευρήματα του Δικαστηρίου στην ακυρωτική απόφαση όσο και από την υφιστάμενη νομολογία.

Ο Διευθυντής δήλωσε ότι μετά από σύγκριση όλων των υποψηφίων μεταξύ τους κατέληξε στο ότι επικρατέστεροι για την θέση είναι το Ε.Μ. και ο αιτητής. ΄Υστερα δε από ιδιαίτερη σύγκριση και αντιπαραβολή των δύο αυτών υποψηφίων μεταξύ τους δήλωσε ότι θεωρεί ως καταλληλότερο τον Γεώργιο Χατζησάββα - Ε.Μ. - και τον σύστησε για προαγωγή. Στη συνέχεια ο Διευθυντής έκαμε αναφορά στο προσόν “πολύ καλή γενική μόρφωση και ενημέρωση επί των Κυπριακών και διεθνών πολιτικών εξελίξεων” - προβλέπεται από την παραγ. 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας - και τόνισε ότι το Ε.Μ. φοίτησε στην Παιδαγωγική Ακαδημία σε περίοδο κατά την οποία ήταν σε πολύ ψηλό επίπεδο οι παραδόσεις και η εκπαίδευση που έπαιρναν όσοι αποφοιτούσαν από την Παιδαγωγική Ακαδημία, οι οποίοι αναμφίβολα αποκτούσαν ψηλό επίπεδο γενικής μόρφωσης αλλά και ευρείες γνώσεις για οτιδήποτε έχει να κάνει με τον πολιτισμό, την ιστορία και την ανθρώπινη επικοινωνία. Τόνισε, επίσης, ότι το Ε.Μ. υπερτερούσε των άλλων υποψηφίων “πάνω στο θέμα της ισχυρής και ευχάριστης προσωπικότητας” - προσόν το οποίο απαιτείται από την παραγ. 3(4) του σχεδίου υπηρεσίας. Μετά από αναφορά του στα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης που προβλέπονται από τα σχέδια υπηρεσίας ο διευθυντής ανέφερε ότι, όπως προκύπτει από τους φακέλους, στην όλη σταδιοδρομία του το Ε.Μ. “εκτέλεσε πολύ αποτελεσματικά τέτοιου είδους καθήκοντα”.

Αναφορικά με την αρχαιότητα ο Διευθυντής δήλωσε ότι ο αιτητής προηγείται του Ε.Μ. σε αρχαιότητα κατά 4 μήνες και συνέχισε ως εξής: “Επειδή όμως πρόκειται για πλήρωση διευθυντικής θέσης, και είναι γνωστές ποιές είναι οι απαιτήσεις μιας διευθυντικής θέσης, η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των υποψηφίων κρίνω ότι πρέπει να είναι η επάρκεια και η ικανότητα να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας και όχι η μικρή ή μεγάλη διαφορά στην αρχαιότητα. Σημείωσα δηλαδή ότι ο Σολωμού προηγείται του Χατζησάββα σε αρχαιότητα, δεδομένου όμως ότι η θέση είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και διευθυντική, σύμφωνα και με τις σχετικές αποφάσεις του δικαστηρίου, αποδίδω στην αρχαιότητα περιορισμένη σημασία”.

Ο Διευθυντής σημείωσε, επίσης, ότι ο αιτητής κατέχει το πλεονέκτημα. Ανέφερε, ωστόσο, ότι το στοιχείο αυτό από μόνο του δεν του επιτρέπει να διαφοροποιήσει την κρίση και σύσταση του ότι ο καταλληλότερος είναι το Ε.Μ..

Το μέρος της σύστασης του Διευθυντή το οποίο αμφισβητείται με ξεχωριστό λόγο ακύρωσης είναι εκείνο το οποίο αναφέρεται στην πείρα του Ε.Μ.. Το μεταφέρω:

“΄Οσον αφορά το θέμα της πείρας, για το οποίο γίνεται ειδική αναφορά στην απόφαση του Δικαστηρίου, από τα ενώπιόν μου στοιχεία προκύπτει ότι ο Χατζησάββας εργάστηκε σε πολλούς τομείς και όχι μόνο στον Κλάδο Εκδόσεων. Συγκεκριμένα, ο Χατζησάββας το 1966 μπήκε στην υπηρεσία ως Βοηθός Εκδόσεων, 2ης Τάξης, επί μονίμου βάσεως. Στις 15.3.69 του απονεμήθηκε η θέση Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών. Θέλω να τονίσω στο σημείο αυτό ότι ο ανθυποψήφιος του Χατζησάββα, Σολωμού Ιωάννης, μπήκε στην υπηρεσία το 1969. Παράλληλα με τα καθήκοντα Προϊσταμένου Εκδόσεων ο Χατζησάββας εκτελούσε από το 1966 μέχρι το 1970 καθήκοντα Δημοσίων Σχέσεων και ήταν ο σύνδεσμος του Γραφείου με το Γραφείο της Αστυνομίας επί μονίμου βάσεως. ΄Ηταν συντονιστής εκδόσεων του εξωτερικού μέχρι το 1986 και εκτελούσε καθήκοντα γραμματέα τόσο του Συμβουλίου Τύπου όσο και της Αρχής Τύπου. Με την προαγωγή του στη θέση Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών Α΄, του ανατέθηκε η διεύθυνση και ο συντονισμός ολόκληρου Κλάδου και συγκεκριμένα του Κλάδου Εκδόσεων και Αποστολής Διαφωτιστικού Υλικού, Εγχώριου Τύπου και Μεταφράσεων. Μπήκε υπεύθυνος και είχε υπό την ευθύνη του όλα τα προβλήματα και όλα τα θέματα των οπτικοακουστικών παραγωγών. Είχε άμεση ανάμιξη στην ετοιμασία, μελέτη και ανάπτυξη του προσχεδίου του περί Τύπου Νόμου που ίσχυε από το 1989. Συνεργάστηκε άριστα με την ΄Ενωση Συντακτών γι΄ αυτό το θέμα, με το Σύνδεσμο Εκδοτών και με όλους τους άλλους υπηρεσιακούς παράγοντες. Τα πιο πάνω τα αναφέρω για να τεκμηριώσω τη θέση μου ότι η προσφορά και η πείρα του Χατζησάββα δεν ήταν μονόπλευρη. Επιπλέον, αναφέρω ότι υπηρέτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα με επιτυχία ως συντονιστής σε διάφορους κλάδους του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών και είχε επιτύχει απόλυτα στους κλάδους εκδόσεων και οπτικοακουστικών παραγωγών, τόσο ως Λειτουργός όσο και ως Προϊστάμενος. Η πείρα του στον τομέα αυτό είναι ευρύτατη και καλύπτει σε μεγάλο βαθμό όλους τους Κλάδους του Γραφείου.”

Η απόφαση της Ε.Δ.Υ..

Καθώς φαίνεται από το σχετικό πρακτικό η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη τις εμπιστευτικές υπηρεσιακές εκθέσεις των δυο υποψηφίων στο σύνολο τους με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια. ΄Ελαβε, επίσης, υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητα τους. Σημείωσε ότι το πλεονέκτημα που προβλέπεται από την παράγραφο 3(6) του σχεδίου υπηρεσίας το διαθέτει μόνο ο αιτητής ο οποίος είναι κάτοχος του “Master in Public Sector Management του Cyprus International Institute of Management”.

Σε σχέση με την αξία των υποψηφίων, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις, η Ε.Δ.Υ. σημείωσε ότι και οι δύο υποψήφιοι έχουν την ίδια εξαίρετη βαθμολογία από το έτος 1983 μέχρι και το έτος 1994. Επομένως έκρινε τους δύο υποψηφίους ως ισότιμους από πλευράς αξίας. Η Ε.Δ.Υ. σημείωσε, επίσης, την ελαφρά υπεροχή του αιτητή σε αξία κατά τα έτη 1980, 1981 και 1982. Παρατήρησε, όμως, ότι η διαφορά αυτή είναι αφενός πολύ περιορισμένη και αφετέρου ανάγεται στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1980 και σε πολύ χαμηλότερη θέση. Η Ε.Δ.Υ. σημείωσε περαιτέρω ότι κατά τα τελευταία 12 χρόνια οι δύο υποψήφιοι είναι εξαίρετοι και ότι οι αξιολογήσεις των τελευταίων ετών, που αφορούν τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών, είναι ακριβώς πανομοιότυπες. Αναφορικά με την αρχαιότητα η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη ότι ο αιτητής προηγείται του Ε.Μ. κατά τέσσερις μήνες. ΄Εκρινε ωστόσο ότι το στοιχείο αυτό δεν είναι αποφασιστικό κριτήριο αφενός λόγω του μικρού χρονικού διαστήματος και αφετέρου λόγω του επιπέδου της υπό πλήρωσης θέσης που είναι διευθυντικού επιπέδου και θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.

Από πλευράς ακαδημαϊκών προσόντων, η Ε.Δ.Υ. σημείωσε ότι ο αιτητής διαθέτει πλεονέκτημα, ενώ το Ε.Μ. διαθέτει, πέραν του βασικού προσόντος και πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, το οποίο σύμφωνα και με τη δήλωση του Διευθυντή, είναι σχετικό με την άσκηση του ρόλου της υπό πλήρωση θέσης.

Αναφορικά με την παράγραφο 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, στην οποία απαιτείται πολύ καλή γενική μόρφωση και ενημερότητα επί των κυπριακών και διεθνών πολιτικών εξελίξεων, η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν αναλυτική και αρκούντως σαφής.

Σ΄ ό,τι αφορά την απαίτηση της παραγράφου 3(4) του Σχεδίου Υπηρεσίας για ισχυρή και ευχάριστη προσωπικότητα, και πάλι ο Διευθυντής ήταν σαφής σ΄ ό,τι αφορά την υπεροχή του Ε.Μ..

Σ΄ ό,τι αφορά την οργανωτική και διοικητική ικανότητα, υπευθυνότητα και πρωτοβουλία και τις άλλες ιδιότητες της παραγράφου 3(4) του Σχεδίου Υπηρεσίας, η Επιτροπή έκρινε ότι το Ε.Μ. δεν υστερεί του αιτητή. Εξάλλου, σημείωσε περαιτέρω η Ε.Δ.Υ., και οι δύο υποψήφιοι έχουν αξιολογηθεί στα πιο πάνω στοιχεία στο ίδιο εξαίρετο επίπεδο κατά τα τελευταία χρόνια, στα οποία δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

Σ΄ ό,τι αφορά την ευρύτητα της πείρας του Ε.Μ., η Ε.Δ.Υ. παρατήρησε ότι ο Διευθυντής, υπό το φως του ευρήματος του Δικαστηρίου στην ακυρωτική απόφαση, ότι η πείρα του Ε.Μ. ήταν μονόπλευρη και αφού μελέτησε τους Υπηρεσιακούς Φακέλους, έδωσε αναλυτική εικόνα της πολύπλευρης πείρας του συστηθέντος.

Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι η σύσταση του Διευθυντή για το Χατζησάββα Γεώργιο ήταν αναλυτική, τεκμηριωμένη και συνάδουσα με το περιεχόμενο των φακέλων.

Συνοπτικά η Ε.Δ.Υ., συγκρίνοντας το Ε.Μ. με τον αιτητή, σημείωσε τα εξής:

“(α) Στο θέμα της αξίας το Ε.Μ. δεν υστερεί έναντι του αιτητή.

(β) Η μικρή υπεροχή του αιτητή στην αρχαιότητα (4 μήνες) σημειώνεται

αλλά για μια διευθυντική θέση η οποία είναι Πρώτου Διορισμού και

Προαγωγής, σύμφωνα και με τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου

Δικαστηρίου, η βαρύτητα της είναι ήσσονος σημασίας.

(γ) Η πείρα του Ε.Μ., πάνω στην οποία το Δικαστήριο ενδιέτριψε, με βάση

τα στοιχεία που έδωσε ο Διευθυντής, στα πλαίσια της σύστασής του

κρίνεται ότι είναι πολύπλευρη και δεν υστερεί σε ευρύτητα έναντι αυτής

του αιτητή.

(δ) Η θέση του Διευθυντή σ΄ ό,τι αφορά τις ικανότητες και την προσωπικότητα

που χρειάζεται για να ανταποκριθεί κάποιος υποψήφιος στα καθήκοντα και

τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης είναι σαφής και υιοθετείται από την

Ε.Δ.Υ..

(ε) Ο αιτητής διαθέτει το πλεονέκτημα, με βάση όμως όλα τα πιο πάνω

η Επιτροπή κρίνει ότι το πλεονέκτημα από μόνο του, ιδιαίτερα ύστερα

και από την αναλυτική σύσταση του Διευθυντή υπέρ του Ε.Μ., δεν

μπορεί να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή αυτού.”

Σ΄ ότι αφορά την παρατήρηση του Δικαστηρίου ότι κατά την περίοδο 1970-1974 το Ε.Μ. δεν ασκούσε καθήκοντα, γιατί είχε παυθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο για λόγους δημοσίου συμφέροντος, η Ε.Δ.Υ. παρατήρησε ότι στον Προσωπικό Φάκελο του Ε.Μ. υπάρχει Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με αρ. 13.421 ημερομηνίας 2.8.84, με την οποία η απόφαση για τερματισμό των υπηρεσιών του Ε.Μ. θεωρήθηκε ως άκυρη και ανακλήθηκε.

Υπό το φως των πιο πάνω, η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι, με βάση όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, ο Γεώργιος Χατζησάββας - Ε.Μ. - υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων, τον επέλεξε ως τον κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σ΄ αυτόν προαγωγή στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Διευθυντή Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, αναδρομικά από 1.2.96.

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης. Υποστήριξε ότι η Ε.Δ.Υ. παραβίασε το δεδικασμένο από την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 178/96. Παράθεση του σχετικού μέρους της ακυρωτικής απόφασης θα βοηθήσει στην πληρέστερη κατανόηση του πιο πάνω λόγου ακύρωσης:

“Παρόλο που ο Αναπληρωτής δέχθηκε, ύστερα από σχετική ερώτηση της Επιτροπής, ότι ο αιτητής είχε περισσότερη πείρα από τον ενδιαφερόμενο σε ψηλότερη θέση θεώρησε πως ο τελευταίος έχει ‘ευρύτερη γενική πείρα’ που, συνυπολογιζόμενη με τις παραπάνω ικανότητες στις οποίες αναφέρθηκε, δικαιολογούσε την επιλογή του. Προβαίνοντας στη σύσταση ο Αναπληρωτής ανέφερε - και προκύπτει αναμφισβήτητα από τους φακέλους - ότι ο αιτητής είναι αρχαιότερος κατά 4 1/2 μήνες. Ας σημειωθεί ότι στην αμέσως προηγούμενη θέση Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών Α΄ ο αιτητής είχε αρχαιότητα σχεδόν 5 ετών. Οι εκθέσεις των ετών 1983 έως 1994 παρουσιάζουν τους δύο υπαλλήλους ισοδύναμους. Πρέπει ωστόσο να προστεθεί ότι στα 3 προηγούμενα έτη ο αιτητής βαθμολογείται με ‘εξαίρετος’ ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος με ‘Λ.Κ.’.

Αναφορικά με τις ιδιότητες και ικανότητες των δύο υποψηφίων, που είναι η σπονδυλική στήλη της σύστασης, οι εκθέσεις αποκαλύπτουν ότι ο αιτητής έχει τις ικανότητες αυτές στον ίδιο βαθμό κατά τα έτη 1985 έως 1994 ενώ κατά την προηγούμενη περίοδο υπερέχει ο αιτητής όπως συμβαίνει και με τη γενική βαθμολογία. Οι φακέλοι αποκαλύπτουν ακόμη ένα στοιχείο. Η πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους περιορίζεται βασικά στο Τμήμα Εκδόσεων. Σε αντίθεση με εκείνη του αιτητή που είχε ευρύτερους ορίζοντες δράσης. Μεταξυ άλλων διετέλεσε προϊστάμενος της Κεντρικής Υπηρεσίας Ειδήσεων και από το 1985 του ανατέθηκαν επιπρόσθετα και καθήκοντα προσωρινού Διευθυντή του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων. Επισημαίνεται εδώ και ένα γεγονός που συναρτάται με την πείρα: για την περίοδο 1970 έως 1974 το ενδιαφερόμενο μέρος δεν ασκούσε καθήκοντα. Είχε απολυθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Προκύπτει από την παραπάνω έκθεση των στοιχείων των φακέλων ότι η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή Γ. Χαραλαμπίδη βρίσκεται σε τρανταχτή αντίθεση με τα αντικειμενικά αυτά δεδομένα. Η κρίση του ότι ο ενδιαφερόμενος ξεχωρίζει για τις ιδιότητες και ικανότητες του, που αποτελούν το στυλοβάτη της σύστασης, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όπως έχει καταδειχθεί. Ο Αναπληρωτής δεν πρόσθεσε οτιδήποτε που δεν περιέχουν οι φακέλοι, οι οποίοι και δε δημιουργούν καμιά διαφοροποίηση προς όφελος του ενδιαφερομένου. Η κρίση αυτή του Αναπληρωτή είχε τη μορφή τυποποιημένης αιτιολογίας γενικής χρήσης. Δεν έδειχνε γιατί ξεχώριζε ο υπάλληλος που σύστησε σε σημείο μάλιστα που η ανωτερότητα του εξουδετέρωσε απολυτα το μεταπτυχιακό του αιτητή και την υπεροχή του στους υπόλοιπους τομείς που έχω υποδείξει.

Η σύσταση παρέμεινε μετέωρη γιατί δεν υποστηρίζεται. Ο αιτητής είχε το πλεονέκτημα, ευρύτερη πείρα (στοιχείο που κατά τη νομολογία ενισχύει την αξία) και ήταν αρχαιότερος. Χωρίς να παραγνωρίζω ότι εδώ πρόκειται για την πλήρωση ψηλόβαθμης θέσης, είναι φανερό πως η επίδικη απόφαση, που στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στη σύσταση, ξέφυγε από το ορθό πλαίσιο της διακριτικής της ευχέρειας. Δεν έγινε η προσήκουσα στάθμιση των πραγματικών περιστατικών και των στοιχείων των φακέλων.”

Έρεισμα για τον πιο πάνω λόγο ακύρωσης αποτέλεσαν οι πιο κάτω διαπιστώσεις ή επισημάνσεις του δικαστηρίου:

“Οι φακέλοι αποκαλύπτουν ακόμη ένα στοιχείο. Η πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους περιορίζεται βασικά στο Τμήμα Εκδόσεων.

Σε αντίθεση με εκείνη του αιτητή που είχε ευρύτερους ορίζοντες

δράσης. Μεταξύ άλλων διετέλεσε προϊστάμενος της Κεντρικής

Υπηρεσίας Ειδήσεων και από το 1985 του ανατέθηκαν επιπρόσθετα και καθήκοντα προσωρινού Διευθυντή του Κυπριακού Πρακτορείου

Ειδήσεων. Επισημαίνεται εδώ και ένα γεγονός που συναρτάται με

την πείρα: για την περίοδο 1970 έως 1974 το ενδιαφερόμενο μέρος

δεν ασκούσε καθήκοντα. Είχε απολυθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο

για λόγους δημοσίου συμφέροντος... Η σύσταση παρέμεινε μετέωρη

γιατί δεν υποστηρίζεται. Ο αιτητής είχε το πλεονέκτημα, ευρύτερη

πείρα (στοιχείο που κατά τη νομολογία ενισχύει την αξία) και ήταν

αρχαιότερος”.

Πρέπει πρώτα να γίνει αναφορά στον τρόπο αντιμετώπισης της πιο πάνω διαπίστωσης/επισήμανσης του ακυρωτικού δικαστηρίου από την Ε.Δ.Υ.. Η Ε.Δ.Υ. έκαμε αναφορά στο μέρος της σύστασης του Διευθυντή το οποίο αναφέρεται στην πείρα του Ε.Μ. - παρατίθεται στη σελ. 3 - και με το οποίο - σύμφωνα με την Ε.Δ.Υ. - έδωσε αναλυτική εικόνα της πολύπλευρης πείρας του συστηθέντος. ΄Εκρινε ότι η σύσταση του Διευθυντή για το Ε.Μ. ήταν αναλυτική, τεκμηριωμένη και συνάδουσα με το περιεχόμενο των φακέλων.

Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή το θέμα της πείρας των υποψηφίων ήταν ένα από τα κυριότερα και βασικότερα θέματα στην προσφυγή 178/96. Κατά την αρχική (ακυρωθείσα) διαδικασία ο τότε Διευθυντής “δήλωσε στην Ε.Δ.Υ. ότι το Ε.Μ. είχε ευρύτερη πείρα από τον αιτητή, γεγονός που δέχθηκε και η Ε.Δ.Υ., τότε. Κατά τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στην προσφυγή 178/96 αποδείχθηκε με στοιχεία το αντίθετο: ότι ήταν ο αιτητής που είχε ευρύτερη πείρα, ενώ η πείρα του Ε.Μ. ήταν μονόπλευρη. Η Δημοκρατία δεν εφεσίβαλε την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 178/96. Συνεπώς παρέμεινε ως δεδικασμένο ότι ο αιτητής διαθέτει ευρύτερη πείρα, ενώ η πείρα του Ε.Μ. ήταν μονόπλευρη”.

Αναφορικά με τον τερματισμό των υπηρεσιών του Ε.Μ. ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υπέβαλε:

“Η προσπάθεια της Ε.Δ.Υ. να διαστρεβλώσει το πόρισμα του Ακυρωτικού Δικαστή είναι πρωτοφανής. Με λίγα λόγια, η Ε.Δ.Υ. προσπαθεί να θεωρήσει τον τερματισμό των υπηρεσιών του Ενδιαφερόμενου Μέρους για 4 χρόνια ότι ουδέποτε έγινε σε σχέση με την πείρα. Μπορεί ν΄ ανακλήθηκε η απόφαση για τερματισμό των υπηρεσιών του, αλλά παραμένει το γεγονός ότι για 4 χρόνια δεν ασκούσε καθήκοντα στο Γραφείο. Η Επιτροπή προσπαθεί να προσθέσει στο Ενδιαφερόμενο Μέρος την απολεσθείσα πείρα των 4 ετών της απουσίας από τα καθήκοντα του, παραβιάζοντας το δεδικασμένο. Η Απόφαση του Δικαστηρίου ήταν σαφής: ΄Οτι το Ενδιαφερόμενο Μέρος είχε λιγώτερη χρονική διάρκεια πείρας από τον αιτητή λόγω ακριβώς της 4χρονης απουσίας του από το Γραφείο. Το γεγονός αυτό το συνάρτησε ο ΄Εντιμος Δικαστής με την πείρα, όπως ρητά αναφέρει στη σελ. 9 της Απόφασης του...............................

Με την ενέργεια της αυτή η Ε.Δ.Υ. παραβίασε το δεδικασμένο και απέδωσε πίσω στο Ενδιαφερόμενο Μέρος 4χρονη πείρα σε περίοδο που απουσίαζε από τα καθήκοντα του. Εφόσον ήταν εκτός υπηρεσίας δεν μπορούμε να μιλούμε για πείρα του κατά την εν λόγω περιόδο.”

 

Βασικές αρχές που διέπουν το δεδικασμένο.

Στην Παπαδοπούλου ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης, Α.Ε. 1913/14.9.98 έχει γίνει αναφορά με επιδοκιμασία στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Πική, Π. στην Ραφτόπουλος ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 515/93/19.1.98:

“Προϋπόθεση για τη γένεση δέσμευσης αποτελεί η κρίση επί της ουσίας της διαφοράς, αναγκαία για την επίλυση του επίδικου θέματος .................................... ...............................

Δέσμευση προκύπτει από τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς τα ουσιώδη γεγονότα εκείνα στα οποία θεμελιώνεται η απόφαση του. Τα ευρήματα αυτά, τα οποία χαρακτηρίζονται ως τα λειτουργικά ευρήματα (operative findings), είναι εκείνα τα οποία επενεργούν στη γένεση της δέσμευσης και στοιχειοθετούν και δεσμεύουν το διοικητικό όργανο να τα λάβει ως δεδομένα κατά την επανεξέταση. Ευρήματα, παρεμφερή προς τα λειτουργικά ευρήματα, δεν δημιουργούν δέσμευση. υπέχει όμως υποχρέωση και σ΄ εκείνη την περίπτωση η Διοίκηση να τα ακολουθήσει εκτός αν συντρέχουν βάσιμοι λόγοι περί του αντιθέτου οι οποίοι καταγράφονται στην απόφαση.”

Στο σύγγραμμα της Κοντογιώργα-Θεοχαροπούλου “Αι Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως έναντι της Διοικήσεως” (Ανατύπωση 1988), το θέμα τίθεται ως εξής στη σελ. 50:

“Η δέσμευσις της Διοικήσεως όπως μη εκδώση διά το μέλλον πράξιν με το περιεχόμενον της ακυρωθείσης, ήτοι επαγομένην τα αυτά αποτελέσματα όπως και η ακυρωθείσα, δεν είναι απόλυτος. Διότι, ως γνωστόν, η ισχύς του δεδικασμένου, ακόμη και του ακυρωτικού, δεν καλύπτει παρά μόνον τα ζητήματα τα κριθέντα ήδη υπό του ακυρωτικού δικαστού. ΄Ητοι, καλύπτει μόνον το λόγον διά τον οποίον ηκυρώθη η πράξις. Διά τούτο εις την περίπτωσιν που εκδίδεται υπό της Διοικήσεως πράξις μετά από ακυρωτικήν απόφασιν, το εξεταστέον διά την εφαρμογήν του άρθρου 50 του νόμου περί ΣτΕ εις την νέαν ακυρωτικήν δίκην είναι, εάν η πράξις αυτή αντιτίθεται προς την κρίσιν του ακυρωτικού δικαστού, εις το κριθέν ήδη παρ΄ αυτού ζήτημα.”

Στην παρούσα υπόθεση η κρίση της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με το θέμα της πείρας είχε σαν πραγματικό βάθρο το σχετικό με το θέμα της πείρας μέρος της σύστασης του Διευθυντή - παρατίθεται στη σελ. 3. Καθώς φαίνεται από το σχετικό πρακτικό πηγή του μέρους εκείνου της σύστασης ήταν τα στοιχεία των προσωπικών φακέλων και των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Αυτοί ήταν οι μόνοι φάκελοι οι οποίοι είχαν τεθεί στη διάθεση του Διευθυντή από την Ε.Δ.Υ. (Βλ. Πρακτικά της Ε.Δ.Υ., Παράρτημα ΙΒ, σελ. 6). Επομένως τα στοιχεία που σχετίζονται με την πείρα των αιτητών υπήρχαν και στο στάδιο της αρχικής - ακυρωθείσας - απόφασης της Ε.Δ.Υ.. Δεν αντιμετωπίζουμε, επομένως, μεταβολή της πραγματικής κατάστασης στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της αρχικής απόφασης και της προσβαλλόμενης απόφασης.

Το θέμα της πείρας αποτελούσε ένα ουσιώδες θέμα στην προσφυγή 178/96. ΄Ηταν θέμα το οποίο είχε κριθεί από το ακυρωτικό δικαστήριο. Η διαπίστωση του ακυρωτικού δικαστηρίου αναφορικά με το θέμα της πείρας αποτελούσε διαπίστωση ως προς ένα ουσιώδες γεγονός πάνω στο οποίο θεμελιώθηκε η απόφαση του. Ήταν ένα λειτουργικό εύρημα. Σαν τέτοιο δεσμεύει την Ε.Δ.Υ. να το λάβει ως δεδομένο κατά την επανεξέταση. Ωστόσο παρά την διαπίστωση του ακυρωτικού δικαστηρίου ότι η πείρα του Ε.Μ. περιορίζεται βασικά στο Τμήμα Εκδόσεων, σε αντίθεση με εκείνη του αιτητή που είχε ευρύτερους ορίζοντες δράσης” η Ε.Δ.Υ. δέχθηκε τη σύσταση του Διευθυντή για να διαπιστώσει - στη συνέχεια - ότι η πείρα του Ε.Μ. είναι πολύπλευρη και δεν υστερεί σε ευρύτητα έναντι αυτής του αιτητή. Αυτή η διαπίστωση είναι κάθετα αντίθετη με τη διαπίστωση του ακυρωτικού δικαστηρίου.

΄Εχω ήδη αποφανθεί ότι η σχετική διαπίστωση του ακυρωτικού δικαστηρίου ήταν δεσμευτική για την Ε.Δ.Υ.. Ακολουθεί πως η περί του αντιθέτου κρίση της Ε.Δ.Υ. συνιστά παράβαση του δεδικασμένου η οποία από μόνη της οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλομένης απόφασης.

Ο μόνος τρόπος που προσφέρεται για την αμφισβήτηση της εγκυρότητας της σχετικής διαπίστωσης του ακυρωτικού δικαστηρίου είναι με την άσκηση έφεσης. Δεν είναι επιτρεπτή η επανεκτίμηση από το διοικητικό όργανο στοιχείων τα οποία προϋπήρχαν - όπως είναι εδώ η περίπτωση - και εξαγωγή συμπερασμάτων που είναι αντίθετα με την κρίση του ακυρωτικού δικαστηρίου. Το μέρος της σύστασης του Διευθυντή, το οποίο σχετίζεται με την πείρα του Ε.Μ., συνιστά έκδηλη και υπολογισμένη προσπάθεια παράκαμψης και εξουδετέρωσης του ευρήματος του ακυρωτικού δικαστηρίου με το οποίο είχε διαπιστωθεί ότι ο αιτητής είχε ευρύτερη πείρα και ότι η πείρα του Ε.Μ. περιορίζεται βασικά στο Τμήμα Εκδόσεων.

Αναφορικά με τη διαπίστωση/επισήμανση του ακυρωτικού δικαστηρίου, που σχετίζεται με τη μη άσκηση καθηκόντων από το Ε/Μ για την περίοδο 1970-1974 - η Ε.Δ.Υ. έκαμε αναφορά στην πιο πάνω απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία η απόφαση για τερματισμό των υπηρεσιών του Ε.Μ. θεωρήθηκε ως άκυρη και ανακλήθηκε. Το ακυρωτικό δικαστήριο είχε διαπιστώσει ότι η μη άσκηση των καθηκόντων κατά την πιο πάνω περίοδο “συναρτάται με την πείρα”. ΄Εχω την άποψη πως ο τρόπος αντιμετώπισης της σχετικής διαπίστωσης του ακυρωτικού δικαστηρίου ήταν πλημμελής. Η Ε.Δ.Υ. έπρεπε να αιτιολογήσει γιατί η απουσία του Ε.Μ. από τα καθήκοντα του δεν επηρεάζει το θέμα της πείρας. Η ανάκληση του τερματισμού των υπηρεσιών δεν αποτελεί παράγοντα ο οποίος ασκεί οποιαδήποτε επιρροή πάνω στο θέμα της πείρας. Καθώς έχει νομολογηθεί η πείρα είναι έννοια συνυφασμένη με την πρακτική άσκηση μέσα από την εκτέλεση συγκεκριμένου είδους εργασίας και όχι απλώς με γνώση που αποκτάται με παρατήρηση και μελέτη (Βλ. Papapetrou v. Republic, 2 R.S.C.C. 61, 70, 71, Χατζηκωνσταντίνου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 634/92, 805/92/30.3.93 και Hadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76, 79). Εφόσο στη διάρκεια της απουσίας του από τα καθήκοντα του το Ε.Μ. δεν εκτελούσε οποιοδήποτε από τα καθήκοντα του η Ε.Δ.Υ. έπρεπε να αιτιολογήσει γιατί η ανάκληση του τερματισμού των υπηρεσιών του δεν επηρεάζει το θέμα της πείρας. Η αιτιολογία που έδωσε είναι πλημμελής γιατί είναι ανεπαρκής.

Η απουσία επαρκούς αιτιολογίας όχι μόνο οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω έλλειψης αιτιολογίας αλλά αποτελεί και παράβαση δεδικασμένου γιατί ισοδυναμεί με κρίση της Ε.Δ.Υ. κατά τρόπο αντίθετο προς λειτουργικό εύρημα του ακυρωτικού δικαστηρίου.

΄Ενας άλλος λόγος ακύρωσης έχει σαν έρεισμα την κατοχή του προσόντος “πλεονέκτημα” μόνο από τον αιτητή. Ο αιτητής υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται της ειδικής και πειστικής αιτιολογίας που πρέπει να δίδεται από το διορίζον όργανο στην περίπτωση προτίμησης υποψηφίου ο οποίος δε διαθέτει το προσόν πλεονέκτημα.

Στην Φιλίππου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1512/14.1.97, έγινε επισκόπηση των αρχών που διέπουν το ζήτημα του προσόντος-πλεονέκτημα:

“Η αρχή της Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 213/84 κ.α./31.7.89, στην οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο, αποτελεί αταλάντευτη και απαρασάλευτη αρχή της νομολογίας μας. Αφετηρία της ήταν η υπόθεση Τουρπέκη ν. Δημοκρατίας (1973) 3 Α.Α.Δ. 592, η οποία - έκτοτε - έχει υιοθετηθεί από μεγάλη σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στη Χατζηγιάννη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317 (απόφαση της ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι η αρχή είναι πως όταν το διορίζον όργανο αποφασίσει να επιλέξει υποψήφιο που δεν έχει το πρόσθετον προσόν, πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία γι΄ αυτή του την απόφαση. Οι λόγοι δε αυτοί πρέπει να εμφαίνονται στην αιτιολογία της απόφασης της Επιτροπής. Δεν μπορεί να συναχθούν από τα πρακτικά της Επιτροπής. Στην Δημοκρατία κ.α. ν. Υψαρίδη κ.α. (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 347 (απόφαση της ολομέλειας) επισημαίνεται ότι η ειδική αιτιολόγηση σκοπεί στην εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της πληρούμενης θέσης.”

Τυγχνάνει λοιπόν εξεταστέο κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει την ειδική εκείνη αιτιολογία που είναι απαραίτητη όταν παραγνωρίζεται το προσόν-πλεονέκτημα.

Η σχετική αιτιολογία περιέχεται στο πιο κάτω μέρος της απόφασης της Ε.Δ.Υ.:

“Ο αιτητής διαθέτει το πλεονέκτημα, με βάση όμως όλα τα πιο πάνω η Επιτροπή κρίνει ότι το πλεονέκτημα από μόνο του, ιδιαίτερα ύστερα και από την αναλυτική σύσταση του Γενικού Διευθυντή υπέρ του Χατζησάββα, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή αυτού.”

Καθώς φαίνεται από το σχετικό πρακτικό εκτός από τη σύσταση του Διευθυντή λήφθηκαν υπόψη και οι πιο κάτω λόγοι για την παραγνώριση του προσόντος-πλεονέκτημα του αιτητή:

(α) ΄Οτι το Ε.Μ. δεν υστερεί σε αξία του αιτητή.

(β) ΄Οτι η βαρύτητα της αρχαιότητας του αιτητή είναι ήσσονος σημασίας

γιατί πρόκειται για διευθυντική θέση.

(γ) Η πολύπλευρη πείρα του Ε.Μ. η οποία δεν υστερεί σε ευρύτητα έναντι

αυτής του αιτητή.

(δ) Η θέση του Διευθυντή σε ότι αφορά τις ικανότητες και την προσωπικότητα

που χρειάζεται για να ανταποκριθεί κάποιος υποψήφιος στα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης.

Θα εξετάσω ένα προς ένα τους πιο πάνω λόγους. Αρχίζω με τους λόγους (α), (β) και (γ). Δεν δίδουν οποιοδήποτε προβάδισμα στο Ε.Μ.. Αντίθετα ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα. Επομένως δεν αποτελούν λόγους που αντισταθμίζουν το προσόν-πλεονέκτημα. Ο τελευταίος λόγος που δόθηκε από την Ε.Δ.Υ. για παράκαμψη του προσόντος πλεονέκτημα του αιτητή συνδέεται με τη σύσταση του Διευθυντή.

Οι κύριοι λόγοι που οδήγησαν το Διευθυντή στη διαμόρφωση της σύστασης του υπέρ του Ε.Μ. ήταν οι πιο κάτω:

(1) Η πολύ καλή γενική μόρφωση και ενημερότητα του Ε.Μ. επί των Κυπριακών και Διεθνών Πολιτικών Εξελίξεων.

(2) Η υπεροχή του Ε.Μ. πάνω στο θέμα της ισχυρής και ευχάριστης

προσωπικότητας.

(3) Η πολύ αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της επίδικης θέσης

από το Ε.Μ. στην όλη σταδιοδρομία του.

(4) Η αξιολόγηση του Ε.Μ. κατά τα τελευταία 12 χρόνια - αξιολογείτο ως

εξαίρετος υπάλληλος.

(5) Η πείρα του Ε.Μ..

Αναφορικά με τον πρώτο λόγο παρατηρώ ότι ο αιτητής δεν υστερεί σε μόρφωση. Αντίθετα κατέχει και το προσόν πλεονέκτημα. Το πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας αποτελεί προσόν συναφές με τα καθήκοντα της θέσης. Μπορεί, σύμφωνα με τη νομολογία να λαμβάνεται γενικά υπόψη. Δεν μπορεί όμως να του δίνεται αυξημένη βαρύτητα, όπως έχει συμβεί στην παρούσα υπόθεση (Βλ. Dometakis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1673, 1678-79, Andreou v. Republic (1979) 3 C.L.R. 379, 388, Soteriadou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 921, 943-44 - Βλ. και Δημοκρατία ν. Ανδρέου (1993) 3 Α.Α.Δ., 153, 162 σύμφωνα με την οποία “ακαδημαϊκά προσόντα που έχει ένας υποψήφιος, επιπλέον αυτών που καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας ως τα απαραίτητα ή ως πλεονέκτημα, λαμβάνονται γενικά υπόψη, αν είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης αλλιώς έχουν περιθωριακή σημασία”).

Η Ε.Δ.Υ. διαπίστωσε ότι και οι δύο υποψήφιοι έχουν την ίδια εξαίρετη βαθμολογία από το έτος 1983 μέχρι και το έτος 1994 και τους θεώρησε ως ισότιμους από πλευράς αξίας. Επίσης η Ε.Δ.Υ. προχώρησε να σημειώσει την ελαφρά υπεροχή του αιτητή σε αξία κατά τα έτη 1980, 1981 και 1982.

Λαμβανομένης υπόψη της εξαίρετης αξιολόγησης του αιτητή πρέπει να υποτεθεί ότι και αυτός έχει εκτελέσει αποτελεσματικά τα καθήκοντα της θέσης στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του. Αναφορικά με τον λόγο (5) πρέπει να παρατηρήσω ότι τα όσα είπε ο Διευθυντής σε σχέση με την πείρα αποτελούν παράβαση του δεδικασμένου. Παραμένει λοιπόν ισχυρή η διαπίστωση του ακυρωτικού δικαστηρίου για την υπεροχή του αιτητή σε ότι αφορά το στοιχείο της πείρας.

Τα κριτήρια που συνθέτουν την καταλληλότητα των υποψηφίων είναι η αξία, τα προσόντα, η αρχαιότητα και η πείρα, η οποία ενισχύει την αξία. ΄Ενα άλλο ανεξάρτητο και αυτοτελές στοιχείο είναι η σύσταση του Διευθυντή.

Τα στοιχεία του φακέλου μας δίνουν την πιο κάτω εικόνα σε σχέση με τα τρία πιο πάνω κριτήρια:

(1) Ισοτιμία των δύο υποψηφίων σε σχέση με το κριτήριο της αξίας στη

διάρκεια των ετών 1983-1994 και ελαφρά - έστω - υπεροχή του αιτητή

κατά τα προηγούμενα έτη 1980, 1981 και 1982.

(2) Υπεροχή του αιτητή σε πείρα - η οποία ενισχύει την αξία - και σε αρχαιότητα.

(3) Κατοχή προσόντος πλεονέκτημα από τον αιτητή.

(4) Κατοχή θέσης από τον αιτητή στην οποία απαιτείται το προσόν της

ευχάριστης και ισχυρής προσωπικότητας.

Η εικόνα που προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ήταν τέτοια που καθιστά επιτακτική την παράθεση πειστικών λόγων από τον Διευθυντή που να δείχνουν γιατί ξεχώριζε το Ε.Μ. και μάλιστα σε βαθμό που εξουδετέρωνε το προσόν πλεονέκτημα.

Δεν έχουν δοθεί τέτοιοι πειστικοί λόγοι από το Διευθυντή. ΄Οπως έχει λεχθεί και στην ακυρωτική απόφαση η κρίση του Διευθυντή αποτελεί τυποποιημένη αιτιολογία γενικής χρήσης. Δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία του φακέλου αλλά αντίθετα κλονίζεται από αυτά. Συστάσεις οι οποίες είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου πρέπει να παραγνωρίζονται ή να τους αποδίδεται περιορισμένη βαρύτητα ανάλογα με την έκταση της ασυμφωνίας (Βλ. Δημοκρατία ν. Στυλιανού κ.α., Α.Ε. 1028, 1029, 1034/10.7.90, Τριανταφυλλίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 454, Lardis v. Republic (1967) 3 C.L.R. 64, Odysseas Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74, 84 (Απόφαση Ολομέλειας), Niki Ioannou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 431, 432, Ioannou v. Republic (1977) 3 C.L.R. 61, Savva v. Republic (1980) 3 C.L.R. 675 696, και Republic v. Koufettas (1985) 3 C.L.R. 1950).

Υπό το φως όλων των πιο πάνω έχω την άποψη πως η σύσταση του Διευθυντή δεν αποτελεί πειστικό και επαρκή λόγο για την παραγνώριση του προσόντος πλεονέκτημα. Αυτή η κατάληξη μου μαζί με την πιο πάνω διαπίστωση μου (βλ. σελ. 13) ότι οι άλλοι λόγοι που δόθηκαν από την Ε.Δ.Υ. δεν αποτελούν λόγους που αντισταθμίζουν το προσόν πλεονέκτημα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η απόφαση της Ε.Δ.Υ. δεν περιέχει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του προσόντος πλεονέκτημα του αιτητή. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης πρέπει να πετύχει.

Για τους λόγους που υποδεικνύονται πιο πάνω - παράβαση του δεδικασμένου και έλλειψη πειστικής ή ειδικής αιτιολογίας για την παραγνώριση του προσόντος πλεονέκτημα του αιτητή - η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της με έξοδα £300.

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

/ΕΑΠ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο