Aναστασίας Παπαγεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση αρ. 1014/97, 5 Απριλίου, 1999 Aναστασίας Παπαγεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση αρ. 1014/97, 5 Απριλίου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 1014/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΕΤΑΞΥ:

Aναστασίας Παπαγεωργίου από Λευκωσία

Αιτήτριας

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

____________

5 Απριλίου, 1999

Για την αιτήτρια : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της

Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα της

Δημοκρατίας

_____________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (στο εξής “η Επιτροπή”), ημερ. 19.9.1997, με την οποία προήχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού (Τακτικός Προϋπολογισμός), Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων.

Η πλήρωση των θέσεων που είναι θέσεις προαγωγής ζητήθηκε με επιστολή ημερ. 1.8.1997 από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος. Η Επιτροπή επιλήφθηκε του θέματος σε συνεδρία της στην οποία κλήθηκε να παραστεί και ο Διευθυντής του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων. Στις 19.9.1997 ο Διευθυντής σύστησε τρεις υποψήφιους, τα ενδιαφερόμενα μέρη, για προαγωγή. Αφού αποχώρησε, η Επιτροπή προχώρησε στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψήφιων.

Η Επιτροπή αφού εξέτασε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, καθώς και τους προσωπικούς φακέλους και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων και αφού έλαβε υπ΄ όψιν τις συστάσεις του Διευθυντή, προχώρησε και αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή στα τρία ενδιαφερόμενα μέρη.

Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η απόφαση της Επιτροπής θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί πάσχει η σύσταση του Διευθυντή. Σύμφωνα με την αιτήτρια, ο Διευθυντής υπερτόνισε τα καθήκοντα που ανατέθηκαν στους συστηθέντες, ενώ ανέτρεψε με τη σύστασή του, το σύστημα αξιολόγησης με ετήσιες εκθέσεις. Περαιτέρω η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η σύσταση ήταν αναιτιολόγητη. Προβάλλει ωσαύτως τη θέση ότι η Επιτροπή όφειλε να διερευνήσει η ίδια και όχι να περιοριστεί σε όσα της επέβαλε ουσιαστικά ο Διευθυντής. Ισχυρίζεται τέλος ότι η απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας.

Εν όψει των λόγων ακύρωσης θεωρώ χρήσιμo να αναφέρω τη σύσταση του Διευθυντή για τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη:

“Ο Ιακώβου Ιάκωβος είναι τοπογράφος, εργάζεται στην Πάφο και είναι συνεχώς στην ύπαιθρο υπό δυσμενείς και πιεστικές συνθήκες. Πρόκειται περί εξαιρετικού, ικανότατου, έμπειρου και φιλότιμου τεχνικού, ο οποίος ασχολείται πλειστάκις στην ύπαιθρο σε πολύ απομονωμένους και απόκρημνους χώρους σχετικά με τις τοπογραφικές εργασίες που απαιτούνται για την κατασκευή μεγάλων υδατικών έργων στην επαρχία Πάφου. Είναι υπεύθυνο πρόσωπο, πρόθυμα αναλαμβάνει οποιαδήποτε εργασία, όσο δύσκολη και αν είναι αυτή, και το αποτέλεσμα της εργασίας του είναι πάντοτε ποιοτικά άρτιο. Είναι ταχύς στη διεκπεραίωση της εργασίας του και ικανοποιεί πλήρως το επίπεδο που αναμένουν οι προϊστάμενοί του από αυτόν. Στις ιδιότητες που ανέφερα υπερτερεί των άλλων υποψηφίων που δε συστήνονται. Από πλευράς αρχαιότητας, υστερεί πολύ οριακά έναντι των υποψηφίων υπ΄ αρ. 1-10, των οποίων η υπεροχή οφείλεται μόνο στην ημερομηνία γέννησης.

Ο Κωνσταντίνου Χαράλαμπος υπηρετεί στην Ηλεκτρομηχανολογική Υπηρεσία του Τμήματος. Είναι υπεύθυνος όλων των μηχανοκίνητων οχημάτων του Τμήματος και διακρίνεται για τη μεθοδικότητα, την ευσυνειδησία και την εργατικότητά του. Εργάζεται χωρίς να τον απασχολεί το ωράριο. Επανειλημμένα χρειάζεται να παραμείνει αργά στην εργασία του χωρίς να απαιτεί επίδομα υπερωρίας. Οι προϊστάμενοι μηχανικοί της Ηλεκτρομηχανολογικής Υπηρεσίας θεωρούν την εργασία του ως εξαίρετη και ότι είναι στο επίπεδο το οποίο απαιτείται για την εύρυθμη λειτουργία των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων του Τμήματος. Χαρακτηρίζεται από συνεχή έφεση για επιμόρφωση και ανανέωση και απέκτησε ένα σχετικό προσόν, που δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας είναι όμως σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και τον βοήθησε να αντικρύζει τα θέματα από διαφορετική σκοπιά. Εποπτεύει και καθοδηγεί κατώτερο προσωπικό διακρινόμενος για τις διοικητικές του ικανότητες. Στις ιδιότητες που έχω αναφέρει ο Κωνσταντίνου υπερτερεί των υπόλοιπων υποψηφίων.

Η Γεωργίου Πολυξένη εργάζεται στην Υπηρεσία Κατασκευών του Τμήματος. Είναι από τους πλέον άρτια τεχνικά καταρτισμένους τεχνικούς. Είναι απόφοιτος του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου. Για σειρά ετών αναλαμβάνει επιτυχώς ως υπεύθυνος τεχνικός στα εργαστήρια εδαφομηχανικής και σκυροδέματος. Διακρίθηκε για την αποτελεσματικότητα και τον τρόπο διαχείρισης των δύο εργαστηρίων. ΄Εχει πολύ μεγάλη έφεση για μάθηση. Τώρα εργάζεται, μεταξύ άλλων, στη μηχανογράφηση της υπηρεσίας κατασκευών σε σχέση με όλα τα μεγάλα υπό κατασκευή έργα. Επιδεικνύει πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών εξ ου και έχει οριστεί ως υπεύθυνη στον τομέα αυτό. Διακρίνεται ιδιαίτερα για την εργατικότητά της και αποτελεί υπόδειγμα εργατικότητας, συνέπειας στη δουλειά της και υπευθυνότητας.”

 

΄Εχει επανειλημμένα λεχθεί ότι οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των υποψήφιων για προαγωγή, αρχή που απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψήφιου σύμφωνα με τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί. Διαφορετικά θα παρεχόταν στη Διοίκηση η ευκαιρία επαύξησης των πιθανοτήτων για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί (Ioannides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1089, Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Υποθ. Αρ. 524/88, ημερ. 31.8.1990, Στεφάνου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 512/89, ημερ. 19.9.1990,

Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ., Α.Ε.1589, ημερ. 18.6.1996).

Η φύση των καθηκόντων που ανατέθηκαν σε υπάλληλο δεν αποτελεί νόμιμο κριτήριο για την πρόκριση υπάλληλου εναντίον συναδέλφου του, εκτός ίσως όπου προκύπτει ότι στον τελευταίο ανατέθηκαν λόγω ανεπάρκειας περιορισμένα καθήκοντα (Μαρούλλα Στεφάνου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 512/89, ημερ. 19.9.1990). Μέτρο κρίσης της αξίας των υποψηφίων είναι η επάρκεια και αποτελεσματικότητα με την οποία ασκούν τα καθήκοντά τους, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές τους εκθέσεις και όχι η φύση ή το είδος της εργασίας που εκτελούν κατ΄ εντολή των ανωτέρων τους (Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 760/94, ημερ. 31.10.1995).

Το παράπονο της αιτήτριας, ότι δηλαδή έγινε υπερτονισμός των καθηκόντων που ανατέθηκαν στα ενδιαφερόμενα μέρη, με αποτέλεσμα να θυματοποιηθεί η ίδια, δεν ευσταθεί όσον αφορά τους Χαράλαμπο Κωνσταντίνου και Πολυξένη Γεωργίου. Γι΄ αυτούς ο Διευθυντής προβαίνει σε ακροθιγή αναφορά στα καθήκοντά τους, όση μόνο χρειάζεται για να δικαιολογήσει τη σύσταση.

Αντίθετα, όσον αφορά τον Ιάκωβο Ιακώβου, πράγματι η αναφορά στα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί είναι σαφώς υπερτονισμένη. Περαιτέρω κάποιος μπορεί βέβαια να διερωτηθεί πως μπορεί να θεωρηθεί ένας υπάλληλος ικανότερος γιατί εργάζεται “συνεχώς στην ύπαιθρο υπό δυσμενείς και πιεστικές συνθήκες” ή “πλειστάκις στην ύπαιθρο σε πολύ απομονωμένους και απόκρημνους χώρους σχετικά με τις τοπογραφικές εργασίες που απαιτούνται για την κατασκευή μεγάλων υδατικών έργων στην επαρχία Πάφου”. Η σύσταση του Διευθυντή για τον Ιακώβου πάσχει.

Η αιτήτρια ισχυρίζεται εξ άλλου ότι με τη σύστασή του ο Διευθυντής ανέτρεψε το προβλεπόμενο από το νόμο σύστημα αξιολόγησης με ετήσιες εκθέσεις. Εφ΄ όσον οι συστάσεις του συνάδουν με το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων και τις εμπιστευτικές τους εκθέσεις, ο Διευθυντής δεν υπέχει υποχρέωση να παράσχει χωριστή γνώμη για τον κάθε ένα υποψήφιο. Η σύσταση όμως γίνεται τρωτή όταν δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων (Φιλιππίδης ν. Δημοκρατίας, (1993) 3 Α.Α.Δ. 288, Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 760/94, ημερ. 31.10.1995).

Oι συστάσεις θα πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, να είναι αιτιολογημένες.

Ο Διευθυντής αναφέρει ότι ο Χαράλαμπος Κωνσταντίνου διακρίνεται όσον αφορά την εργατικότητα και τις διοικητικές του ικανότητες και ότι απέκτησε ένα προσόν που δεν απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας, αλλά που όμως είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, χωρίς, ειρήσθω εν παρόδω, να αναφέρει ποιό είναι το προσόν αυτό. Για την Πολυξένη Γεωργίου, ο Διευθυντής αναφέρει ότι επιδεικνύει πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και διακρίνεται για την εργατικότητά της και την υπευθυνότητά της.

Ο Διευθυντής δεν προβαίνει σε σύγκριση των ενδιαφερομένων μερών, είτε με την αιτήτρια, είτε με τους υπόλοιπους υποψήφιους, ούτε βέβαια είχε μια τέτοια υποχρέωση. Μοναδική πηγή δικαστικού ελέγχου των όσων αναφέρει στη σύστασή του είναι οι εμπιστευτικές εκθέσεις και οι υπηρεσιακοί φάκελοι. Εξέταση των εμπιστευτικών εκθέσεων δείχνει ότι η αιτήτρια είχε βαθμολογηθεί το ίδιο ή και καλύτερα από τα ενδιαφερόμενα μέρη στην επαγγελματική κατάρτιση, απόδοση, υπευθυνότητα κλπ.

Αναφορικά με τον Χαράλαμπο Κωνσταντίνου για τον οποίο ο Διευθυντής αναφέρει ότι διακρίθηκε για τις διοικητικές του ικανότητες εύκολα παρατηρείται ότι μόνο για το 1996 αξιολογήθηκε ως εξαίρετος, ενώ τα υπόλοιπα χρόνια ως πολύ ικανοποιητικά. Το ίδιο βαθμολογήθηκε και η αιτήτρια με εξαίρεση το 1996. ΄Οσον δε αφορά την απόκτηση από αυτόν του προσόντος που δεν απαιτείται, αλλά είναι όμως σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, όπως φαίνεται από τους προσωπικούς φακέλους, το ίδιο προσόν φαίνεται να διαθέτει και η αιτήτρια.

Τα ίδια ισχύουν και για την Πολυξένη Γεωργίου. Ενώ υπογραμμίζεται εκ μέρους του Διευθυντή το μεγάλο ενδιαφέρον που επιδεικνύει στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών, στον υπηρεσιακό φάκελο της αιτήτριας για το 1991 βρίσκουμε την εξής αξιολόγηση που μιλά αφ΄ εαυτής:

“5. Πρωτοβουλία.

Ανέλαβε πρωτοβουλία στην ετοιμασία σχεδίων με ηλεκτρονικό υπολογιστή δίνοντας δικές της λύσεις στα προβλήματα που παρουσιάστηκαν. Η προσφορά της ήταν ανεκτίμητη και στην ετοιμασία του ηλεκτρονικού χάρτη κατά τη Γεωργική ΄Εκθεση με τη δημιουργική φαντασία της.”

 

Εν όψει των πιο πάνω είναι φανερό ότι η σύσταση του Διευθυντή υπέρ των δύο ενδιαφερομένων μερών δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων.

Η βαρύτητα της σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία των φακέλων (Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 387, Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε.1524, ημερ. 27.2.1997).

Οι εμπιστευτικές εκθέσεις αποτελούν τον πρωταρχικό δείκτη της αξίας των υποψήφιων και αντικειμενικό στοιχείο κρίσης της αξίας τους (Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 414, Κarpasitis v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1617 και Δημοκρατία ν. Στυλιανού, Α.Ε.1028 κ.α., ημερ. 10.7.1990).

Η μη συμφωνία της σύστασης προς τα στοιχεία του φακέλου την καθιστά αναιτιολόγητη (βλέπε Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 133).

Η παραγνώριση από την Επιτροπή των υπηρεσιακών εκθέσεων, υπέρ της σύστασης του Διευθυντή δεν επιτρέπεται, γιατί τέτοια παραγνώριση ισοδυναμεί με εξουδετέρωση της αξίας, δραστικότητας και εμβέλειας που έχει δοθεί από το νόμο στις υπηρεσιακές εκθέσεις (Ευλαβή κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 238/97, ημερ. 26.2.1998).

Στην παρούσα περίπτωση στο βαθμό που η σύσταση φέρει τα ενδιαφερόμενα μέρη να υπερέχουν της αιτήτριας σε συγκεκριμένες ιδιότητες όπως εργατικότητα, ζήλος, αφοσίωση, υπευθυνότητα, κατάρτιση, κλπ, είναι ασύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλων και συνεπώς η Επιτροπή θα έπρεπε να τα αγνοήσει (βλέπε Τριανταφυλλίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 454).

Μπορούμε να σημειώσουμε ακόμα κάτι. Στο τέλος της σύστασης αναφέρονται τα εξής:

“ Προβαίνοντας στις συστάσεις μου, έχω σημειώσει ότι ορισμένοι από τους υποψηφίους που δεν συστήνονται έχουν οριακή υπεροχή σ΄ ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις. Θα ήθελα όμως να επισημάνω ότι ο αριθμός των τεχνικών είναι πολύ μεγάλος και λόγω του ότι εργάζονται σε χώρους σ΄ ολόκληρη τη νήσο οι ομάδες αξιολόγησής τους είναι διαφορετικές. Επομένως αναμένεται ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί κοινό μέτρο αξιολόγησης και σύγκρισης μεταξύ των υποψηφίων.”

 

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι ο Διευθυντής όταν προέβαινε στη σύστασή του ήταν ενήμερος του περιεχομένου των υπηρεσιακών εκθέσεων και του γεγονότος ότι ορισμένοι από τους υποψήφιους τους οποίους δεν σύστησε, είχαν οριακή υπεροχή σε ότι αφορά την αξία ως προς τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αφήνεται σαφώς να εννοηθεί, ή καλύτερα γίνεται καθαρή παραδοχή του γεγονότος ότι οι συστάσεις δεν συμφωνούν με τα στοιχεία των φακέλων. Ο Διευθυντής με τη σύστασή του έχει ουσιαστικά εν γνώσει του εξουδετερώσει την αξία των υπηρεσιακών εκθέσεων, οι οποίες ας μη ξεχνούμε συντάσσονται σε ανύποπτο χρόνο.

Αφού η σύσταση πάσχει, πάσχει και η τελική απόφαση της Επιτροπής. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης

Δ.

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο