Χριστοφή Κούνουνα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, Υπόθεση Αρ. 656/98, 28 Μαΐου, 1999 Χριστοφή Κούνουνα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, Υπόθεση Αρ. 656/98, 28 Μαΐου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 656/98

Ενώπιον: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146, 28, 25 και 30 του Συντάγματος

Μεταξύ:-

Χριστοφή Κούνουνα από την Πόλη Χρυσοχούς

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Υπουργικού Συμβουλίου

Καθ΄ ων η Αίτηση

_ _ _ _ _ _ _ _

28 Μαΐου, 1999

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για τον Αιτητή: Κος. Α.Σ. Αγγελίδης.

Για τους Καθ΄ ων η Αίτηση: Κα. Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου, Δικηγόρος

της Δημοκρατίας Α.

_ _ _ _ _ _ _ _

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά:-

“Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του Καθ΄ ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή διαρκούσης της εκκρεμοδικίας στην προσφυγή 363/97, με επιστολή του Καθ΄ ου ημερομηνίας 25.5.1998 ως επανεξέταση με αναδρομική ισχύ για απόρριψη εκ νέου της ίδιας αίτησης του αιτητή - μετά από ανάκληση της από 18.2.1997 με το ίδιο περιεχόμενο απόφασης - περί τη σχετική πολεοδομική άδεια είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.”

Το πραγματικό υπόβαθρο της υπόθεσης είναι το ακόλουθο.

Ο αιτητής είχε “προνόμιο λατομείου” για ανόρυξη χαβαροτσιάκιλου σε περιοχή του χωριού Χρυσοχούς της επαρχίας Πάφου. Είχε, επίσης, συμβόλαιο μίσθωσης τουρκοκυπριακής περιουσίας με τον Κηδεμόνα των Τουρκοκυπριακών Περιουσιών. Κατείχε και σχετική πολεοδομική άδεια για ανόρυξη αμμοχαλίκων και χαβαροχαλίκων από 20/8/1992 μέχρι 20/8/1993.

Στις 15/9/1993 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας (ανανέωση) για εξόρυξη αμμοχαλίκων και χαβαροχαλίκων από τα τουρκοκυπριακής ιδιοκτησίας Τεμάχια με Αρ. 143/1 και 134, Φυλ./Σχ. ΧΧΧV/2 και 3 στο χωριό Χρυσοχούς. Η Πολεοδομική Αρχή, ήτοι ο Επαρχιακός Λειτουργός Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου, απέρριψε την αίτηση για τους πιο κάτω λόγους, όπως περιέχονται στη σχετική γνωστοποίηση, ημερομηνίας 12/5/1994, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή:-

(Ι) Η λατομική ανάπτυξη προτείνεται σε περιοχή που αρδεύεται από Κυβερνητικό Υδατικό ΄Εργο, όπου δεν επιτρέπεται τέτοια ανάπτυξη [Πολιτική 9(Η)7].

(ΙΙ) Η προτεινόμενη λατομική ανάπτυξη θα επηρεάσει ουσιωδώς τις ανέσεις της περιοχής εξαιτίας των εκρήξεων και της οχληρίας που θα δημιουργείται στο χωριό Προδρόμι, λόγω της διακίνησης φορτηγών με λατομκά υλικά [Πολιτική 9(Η)2(γ) και (δ)].

(ΙΙΙ) Δεν έχουν υποβληθεί σχέδια για αποκατάσταση το τοπίου [Πολιτική 9(Η)2(ε)].

Σε συνέχεια της απορριπτικής απάντησης της Πολεοδομικής Αρχής, στις 2/6/1994, ο αιτητής υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή στο Υπουργικό Συμβούλιο με αίτημα την εξασφάλιση της απορριφθείσας άδειας “κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής” επικαλούμενος τους πιο κάτω λόγους:-

(Ι) Διαθέτει προνόμιο λατομείου που του εκδόθηκε στις 20.8.1992, το οποίο του παρασχέθηκε χωρίς να ληφθεί υπόψη ότι η περιοχή εμπίπτει σε έκταση που αρδεύεται από Κυβερνητικό Υδατικό ΄Εργο.

(ΙΙ) Δεν επηρεάζονται οι ανέσεις της περιοχής γιατί δεν γίνονται εκρήξεις και ούτε γίνεται διακίνηση λατομικών υλικών μέσω Προδρομίου.

(ΙΙΙ) Δεν του ζητήθηκαν σχέδια αποκατάστασης του φυσικού περιβάλλοντος και θα τα προσκομίσει εφόσον του ζητηθεί.

(IV) Τα τεμάχια είναι τουρκοκυπριακής ιδιοκτησίας και το 1993 κατέβαλε ποσό των £1500 για εξόρυξη λατομικών υλικών.

(V) Η καθυστέρηση ανανέωσης της αιτηθείσας άδειας του στοίχισε σε δικηγορικά και άλλα έξοδα £500.

(VI) ΄Εχει υπογράψει συμβόλαια με υποχρεώσεις και δεν είναι δυνατό να μην ανανεωθεί η άδεια χωρίς προειδοποίηση.

(VII) Η εξόρυξη αμμοχαλίκων από το τεμάχιο ουδέν πρόβλημα δημιουργεί στην περιοχή.

Το Υπουργείο Εσωτερικών, προκειμένου να τοποθετηθεί στο περιεχόμενο της αίτησης και υποβάλει σχετική εισήγηση στην Υπουργική Επιτροπή, ζήτησε τις απόψεις του Επαρχιακού Λειτουργού Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, του Επάρχου Πάφου και, αργότερα, του Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.

Ο Επαρχιακός Λειτουργός Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, με επιστολή του ημερομηνίας 11/8/1994, αφού ανέφερε πως -

(Ι) Λατομική ανάπτυξη δεν μπορεί να επιτραπεί σε γη αρδευόμενη από Κυβερνητικό Υδατικό ΄Εργο,

(ΙΙ) Διαφάνηκε επηρεασμός των ανέσεων της περιοχής,

(ΙΙΙ) Δεν υποβλήθηκε σχέδιο που να δείχνει τη μέθοδο αποκατάστασης του τοπίου,

εισηγήθηκε απόρριψη της αίτησης για χορήγηση της αιτηθείσας άδειας “κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής” υποστηρίζοντας πως δεν υπήρχαν λόγοι που να χαρακτηρίζουν την περίπτωση ως έκτακτη ή λόγοι που να δικαιολογούσαν ότι η ανάπτυξη ήταν απαραίτητη για την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος.

Ο ΄Επαρχος Πάφου, με επιστολή του ημερομηνίας 14/2/1995, αφού σημείωσε, πως η δοθείσα συγκατάθεση του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών για σκοπούς εξόρυξης αμμοχαλίκων είχε λήξει, πως ο αιτητής συνέχιζε, ουσιαστικά παράνομα, την εξόρυξη αμμοχαλίκων και πως είχε πρόσφατα παρασχεθεί στον αιτητή άδεια λατομείου στην περιοχή Ανδρολύκου, εισηγήθηκε απόρριψη της αιτηθείσας παρέκκλισης.

Το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, με επιστολή του ημερομηνίας 6/4/1995, ενέστη στη χορήγηση της αιτηθείσας άδειας υποστηρίζοντας πως -

(Ι) Ο αιτητής διοχετεύει παράνομα και χωρίς τον απαραίτητο έλεγχο ακατάλληλα οικοδομικά υλικά στην αγορά,

(ΙΙ) Ο αιτητής συνεχίζει την παράνομη λατόμευση υλικών, και

(ΙΙΙ) Το επιχείρημα ότι τυχόν απόρριψη της αίτησης του θα του προκαλέσει μεγάλη οικονομική ζημιά δεν ευσταθεί γιατί του έχει εγκριθεί προνόμιο λατομείου εντός της Λατομικής Ζώνης Ανδρολύκου, με την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλίσει την απαραίτητη πολεοδομική άδεια.

Ο Διευθυντής Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως εξέθεσε τις απόψεις του με επιστολή του ημερομηνίας 25/5/1995. Αφού σημείωσε πως -

(Ι) Τα υπό αναφορά τεμάχια περιλαμβάνονταν σε αρδευόμενη γη από Κυβερνητικό Υδατικό ΄Εργο κατά τη χορήγηση προνομίου λατομείου και πολεοδομικής άδειας που έληξε στις 20/8/1993,

(ΙΙ) Η λατόμευση έχει ήδη γίνει σε μεγάλο μέρος των προαναφερόμενων τεμαχίων,

(ΙΙΙ) Δεν φαίνεται να χρησιμοποιούνται εκρήξεις για την εξόρυξη των λατομικών υλικών, και

(IV) Οι αντιρρήσεις των διαφόρων κυβερνητικών Τμημάτων δεν αφορούν το συγκεκριμένο λατομείο αλλά τη μεταφορά και επεξεργασία του λατομευόμενου υλικού,

εισηγήθηκε χορήγηση της αιτηθείσας άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής, για μικρή χρονική διάρκεια, με την προϋπόθεση ότι ο αιτητής -

(α) Θα υποβάλει σχέδιο και χρονοδιάγραμμα αποκατάστασης του τοπίου,

(β) Δεν θα εκτελεί εκρήξεις,

 

(γ) Δεν θα διακινεί αυτοκίνητα που μεταφέρουν λατομικά υλικά μέσα από το χωριό Προδρόμι ή άλλη κατοικημένη περιοχή.

Ακολούθως το Υπουργείο Εσωτερικών, αφού μελέτησε και παρέθεσε τις απόψεις όλων των κατά τα ανωτέρω εμπλεκομένων υπηρεσιών, υπέβαλε Σημείωμα προς την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή με το οποίο εισηγήθηκε τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας περιορισμένου χρόνου, ήτοι μέχρι τις 31/10/1996, με κατάλληλους όρους και προϋποθέσεις (Παράρτημα “Θ” στην ΄Ενσταση).

Η Υπουργική Επιτροπή, στην οποία το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφαση του Αρ. 39.500 ημερομηνίας 12/7/1993, εκχώρησε δυνάμει του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου (Νόμος 23 του 1962) την εξουσία των άρθρων 26 και 31(2) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου (Νόμος 90 του 72), αποφάσισε, στις 5/9/1995, ύστερα από μελέτη του προαναφερόμενου Σημειώματος, σύμφωνα με το άρθρο 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, να απορρίψει την έκδοση της αιτηθείσας άδειας “κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής”, υιοθετώντας σχετική εισήγηση του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, με το αιτιολογικό ότι τα εξορυσσόμενα υλικά είναι ακατάλληλα για τους σκοπούς που προορίζονταν.

Η απόφαση αυτή αποτελούσε την προσβαλλόμενη απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 1004/95.

Εκκρεμούσης της Προσφυγής Αρ. 1004/95, κατόπιν γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας ημερομηνίας 16/1/1996, το Υπουργείο Εσωτερικών, με Σημείωμα του προς την Υπουργική Επιτροπή, εισηγήθηκε την ανάκληση της απόφασης της 5/9/1995 και την έκδοση νέας, με αναδρομική ισχύ και με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε τότε. Και τούτο λόγω συμμετοχής στη σύνθεση της, κατά το χρόνο λήψης της απόφασης, δηλαδή στις 5/9/1995, υπηρεσιακών παραγόντων.

Η Προσφυγή Αρ. 1004/95 αποσύρθηκε στις 29/5/1997.

Η Υπουργική Επιτροπή, στη συνεδρία της ημερομηνίας 18/2/1997, αφού μελέτησε το εν λόγω Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, ανεκάλεσε την απόφαση της 5/9/1995 και εξέδωσε νέα, και πάλι απορριπτική για τον ίδιο λόγο, με αναδρομική ισχύ και με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε τότε. Για την τελευταία απόφαση της Επιτροπής, ημερομηνίας 18/2/1997, ενημερώθηκε ο αιτητής με επιστολή ημερομηνίας 11/3/1997.

Η απόφαση αυτή αποτελούσε την προσβαλλόμενη απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 363/97.

Εκκρεμούσης της Προσφυγής Αρ. 363/97, και πάλιν κατόπιν γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας ημερομηνίας 24/2/1998, το Υπουργείο Εσωτερικών υπέβαλε στο Υπουργικό Συμβούλιο Πρόταση ημερομηνίας 4/3/1998, το δε Υπουργικό Συμβούλιο, στις 6/3/1998, αποφάσισε να ανακαλέσει την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής ημερομηνίας 18/2/1997 αναφορικά με την απόρριψη της αίτησης και, ταυτόχρονα, παρέπεμψε το θέμα για επανεξέταση από την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή. Η ανάκληση έγινε λόγω κακής σύνθεσης της Επιτροπής. Μετείχαν σ΄ αυτή τρία μόνο από τα έξη μέλη της.

Η Προσφυγή Αρ. 363/97 απορρίφθηκε στις 18/1/1999 ως άνευ αντικειμένου.

Ακολούθως το Υπουργείο Εσωτερικών, ενεργώντας με βάση την προαναφερόμενη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, υπέβαλε σχετικό Σημείωμα στην Υπουργική Επιτροπή ημερομηνίας 17/3/1998 (Παράρτημα “ΙΘ” στην ΄Ενσταση), η δε Επιτροπή, στη συνεδρία της ημερομηνίας 28/4/1998, αποφάσισε σύμφωνα με το ΄Αρθρο 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, να εκδώσει νέα απορριπτική απόφαση, σε αντικατάσταση της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής ημερομηνίας 18/2/1997, με αναδρομική ισχύ. Το Υπουργείο Εσωτερικών ενημέρωσε τον αιτητή για την απόφαση με επιστολή του ημερομηνίας 25/5/1998.

Η τελευταία αυτή απόφαση είναι το αντικείμενο της παρούσης προσφυγής.

Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η όλη στάση του Υπουργείου Εσωτερικών στην υπόθεση ήταν αντιφατική και αντίθετη προς την έννοια της καλής πίστης που πρέπει να χαρακτηρίζει τη στάση της διοίκησης έναντι του διοικούμενου. Και τούτο διότι, ενώ στο Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών ημερομηνίας 21/8/1995 γίνεται εισήγηση προς την Υπουργική Επιτροπή να εγκριθεί η χορήγηση της αιτούμενης πολεοδομικής άδειας, υπό ορισμένους όρους και για ορισμένο χρόνο, (Παράρτημα “Θ” στην ΄Ενσταση), χωρίς να συντρέχει ούτε και να αναφέρεται οποιοσδήποτε λόγος, το ίδιο Υπουργείο, με το Σημείωμα του της 17/3/1998 μετέβαλε στάση και εισηγήθηκε προς την Υπουργική Επιτροπή την απόρριψη της αίτησης. (Παράρτημα “ΙΘ” στην ΄Ενσταση).

Εν πρώτοις θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν είναι η εισήγηση ή οι εισηγήσεις του Υπουργείου Εσωτερικών το επίδικο ζήτημα αλλά η τελική απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής. Λαμβάνοντας την τελική αυτή απόφαση, που είναι το αντικείμενο της ενώπιον μου προσφυγής, είναι πρόδηλο ότι η Υπουργική Επιτροπή μελέτησε τις θέσεις όλων των εμπλεκομένων, περιλαμβανομένων και των αντιφατικών εισηγήσεων του Υπουργείου Εσωτερικών, και, τελικά, υιοθέτησε την εισήγηση του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος το οποίο πρότεινε την απόρριψη της αίτησης για το λόγο ότι τα υλικά που εξορύσσονταν από τον αιτητή και διοχετεύονταν στην αγορά ήσαν ακατάλληλα.

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι παράνομα και αναρμόδια το Υπουργικό Συμβούλιο, με την απόφαση του της 6/3/1998, ανακάλεσε την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής ημερομηνίας 18/2/1997 και τούτο διότι, εφόσον είχε εκχωρήσει τη σχετική εξουσία στην Υπουργική Επιτροπή, η ανάκληση της απόφασης της 18/2/1997 ήταν θέμα της αποκλειστικής αρμοδιότητας της Υπουργικής Επιτροπής. Προς υποστήριξη αυτής της εισήγησης του ο δικηγόρος του αιτητή παρέπεμψε στη γενική νομολογιακή αρχή ότι η ανάκληση των διοικητικών πράξεων ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του οργάνου που τις εξέδωσε.

Η πιο πάνω θέση δεν είναι ορθή. Την απάντηση την δίδει ο ίδιος ο περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου Νόμος του 1962 (Νόμος 23 του 1962) με το άρθρο 4 το οποίο έχει ως εξής:-

4. Οσάκις η ενάσκησις οιωνδήποτε εξουσιών απορρεουσών εκ τινος Νόμου εκχωρείται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου ή Υπουργού τινος, ή υπό Ανεξαρτήτου Αξιωματούχου ή ετέρας Αρχής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η τοιαύτη εκχώρησις δεν αποκλείει το Υπουργικόν Συμβούλιον, ή τον Υπουργόν, ή τον Ανεξάρτητον Αξιωματούχον ή ετέραν Αρχήν, αναλόγως της περιπτώσεως, να ενασκή αυτοπροσώπως καθ΄ οιονδήποτε χρόνον οιασδήποτε των ούτω εκχωρηθεισών εξουσιών των απορρεουσών εκ τινος Νόμου, εκτός εάν συνάγεται αντίθετος πρόθεσις.”

Επομένως το γεγονός ότι το Υπουργικό Συμβούλιο, με την απόφαση της 6/3/1998, ανακάλεσε την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής της 18/2/1997, δεν υποδηλώνει οποιαδήποτε παρανομία ή αναρμόδια ανάμειξη του Υπουργικού Συμβουλίου στην υπόθεση.

Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας και, επίσης, ότι είναι αναιτιολόγητη. Ούτε ο λόγος αυτός ευσταθεί. Με τα λεπτομερειακά Παραρτήματα “Θ” και “ΙΘ” στην ΄Ενσταση τέθηκαν ενώπιον της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής όλες οι απόψεις και εισηγήσεις που μπορούσαν να έχουν οποιαδήποτε σχέση με την υπό εξέταση αίτηση. Η απορριπτική απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής λήφθηκε αφού μελετήθηκαν όλες οι εν λόγω απόψεις και εισηγήσεις και μετά που υιοθετήθηκε, όπως προκύπτει από το φάκελο, η αιτιολογία της αρνητικής εισήγησης του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ότι ο αιτητής διοχέτευε παράνομα και χωρίς τον απαραίτητο έλεγχο εξορυσσόμενα ακατάλληλα υλικά στην αγορά. Η καθ΄ ης η αίτηση, απορρίπτοντας το αίτημα για την παραχώρηση άδειας “κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής”, ενήργησε μέσα στα εύλογα πλαίσια της ευρείας διακριτικής εξουσίας που της παρέχει η σχετική νομοθεσία.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του άρθρου 146(4)(α) του Συντάγματος.

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

/ΜΝ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο