Χαράλαμπου Χαραλάμπους ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Συνεκδικασθείσες υποθέσεις αρ. 983/96 και 984/96, 12 Μαϊου, 1999 Χαράλαμπου Χαραλάμπους ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Συνεκδικασθείσες υποθέσεις αρ. 983/96 και 984/96, 12 Μαϊου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις αρ. 983/96

και 984/96

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Υπόθεση αρ. 983/96

Μεταξύ -

Χαράλαμπου Χαραλάμπους από Κάτω Πολεμίδια

Αιτητή

- και -

Αρχής Λιμένων Κύπρου

Καθής η αίτηση

------------------

Υπόθεση αρ. 984/96

Μεταξύ -

Δάφνης Φινοπούλου από Λευκωσία

Αιτητρίας

- και -

Αρχής Λιμένων Κύπρου

Καθής η αίτηση

---------------------

Ημερομηνία: 12 Μαϊου, 1999

Για τους αιτητές και στις δύο προσφυγές: Α.Σ. Αγγελίδης

Για την καθής η αίτηση: Τ. Παπαδόπουλος

Για το ενδιαφερόμενο μέρος Χρ. Ασημένο: Φ. Αποστολίδης

---------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η Αρχή Λιμένων Κύπρου (στην οποία στο εξής θα αναφέρομαι με το ακρωνύμιο της ή και ως η Αρχή) προκήρυξε δύο από τρεις κενές θέσεις Διευθυντή Λιμανιού. Ανήκουν στην κατηγορία θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής. Οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση, ημερ. 24/10/96, του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) της Αρχής με την οποία αποφάσισε (κατά πλειοψηφία) να διορίσει στις θέσεις αυτές τα ενδιαφερόμενα μέρη Χρίστο Ασημένο και Δημήτριο Πέτρου.

Αμφότεροι είχαν σταδιοδρομήσει ως υπάλληλοι της Αρχής. Ο πρώτος προσλήφθηκε ως ημερομίσθιος Λιμενικός Λειτουργός και Πλοηγός στις 6/9/76. Το ίδιο και ο δεύτερος, αλλά από την 1/9/77. Μονιμοποιήθηκαν όμως στην παραπάνω θέση από την ίδια ημερομηνία (1/10/77). Αργότερα, με βάση την αναδιάρθρωση θέσεων που επέφερε η Κ.Δ.Π. 316/82, κατείχαν από 1/1/80, μέχρι τον παραπάνω διορισμό τους, τη θέση Λιμενικού Λειτουργού και Πλοηγού 1ης τάξης. Το Διοικητικό Συμβούλιο προβαίνοντας στο διορισμό έλαβε υπόψη, εκτός άλλων, και ότι οι προμνησθέντες συστήθηκαν από το Διευθυντή Εκμετάλλευσης.

Αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή (Σ.Ε.) επιλήφθηκε πρώτα της πλήρωσης των θέσεων. Η έκθεση που ετοίμασε, αφού κάλεσε τους υποψηφίους σε συνέντευξη, τέθηκε ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου προτού το τελευταίο πάρει την επίδικη απόφαση: βλ. Παράρτημα 3Γ στην ένσταση. Η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε προκρίνει 7 υποψηφίους. Το Συμβούλιο πρόσθεσε άλλους 2. Μεταξύ των προκριθέντων ήταν, εκτός των ενδιαφερομένων μερών και οι δύο αιτητές, που υπηρετούσαν επίσης στην Αρχή.

Ο Χαράλαμπος Χαραλάμπους (αιτητής στην προσφυγή αρ. 983/96) προσλήφθηκε από 1/7/87 ως Ηλεκτρολόγος Μηχανικός 2ης Τάξης. Η Δάφνη Φινοπούλου (αιτήτρια στην προσφ. αρ. 984/96) εισήλθε στην υπηρεσία στις 11/3/74 και απασχολήθηκε, σε προσωρινή βάση, ως Οικονομικός Λειτουργός μέχρι 1/3/77 που διορίστηκε στη μόνιμη θέση Λειτουργού Μελετών και Ερευνών 2ης τάξης. Με την αναδιάρθωση του 1982 κατέχει από 1/1/80 την ίδια θέση, αλλά ως Λειτουργός 1ης τάξης. Ενώ ο αιτητής στην προσφ. 983/96 είχε προαχθεί σε Ηλεκτρολόγο Μηχανικό 1ης τάξης από 1/7/90.

Το πρώτο κοινό επιχείρημα των αιτητών συσχετίζεται με το σχέδιο υπηρεσίας. Ειδικότερα την παράγραφο 4((α)(ι) που έχει ως εξής:

“(4) Προσόντα:

(α) (ι) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν ή αναγνωρισμένο επαγγελματικό προσόν σε κατάλληλο θέμα π.χ. τα Οικονομικά, τη Διοίκηση Επιχειρήσεων, τη Δημόσια Διοίκηση, τα Εμπορικά, τη Λογιστική, τις Μεταφορές, τα Νομικά (περιλαμβανομένου και του Barrister-at-Law), τη Μηχανική (οποιουδήποτε κλάδου), κ.λ.π.

ή

(ιι) Δίπλωμα Πλοιάρχου Α΄Τάξης ή ισότιμο προσόν.”

Η Σ.Ε. βρήκε ότι το δίπλωμα Certificate of Competency as Master of a Foreign-Going Ship του Ηνωμένου Βασιλείου (που εκδίδει το Board of Trade), το οποίο κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος Δ. Πέτρου, είναι ισότιμο με το δίπλωμα Πλοιάρχου Α΄ τάξης. Οι αιτητές όμως ισχυρίζονται ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί η ισοτιμία μεταξύ των δύο και ότι το σχετικό εύρημα είναι αυθαίρετο. Το κενό έρευνας έπρεπε να γίνει αντιληπτό από το Δ.Σ. για να προβεί σε δική του διερεύνηση του θέματος, πράγμα που δεν έγινε.

Οι αιτητές δεν έχουν δίκιο. Το θέμα που έθιξαν απαντάται απευθείας από το άρθρ. 5(2) του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Πλοίαρχοι και Ναυτικοί) Νόμου του 1963 (αρ. 46/63 όπως τροποποιήθηκε), στο οποίο αναφέρθηκε ο δικηγόρος της Α.Λ.Κ. (χωρίς όμως να αναφερθεί στο τροποποιημένο κείμενο). Παραθέτω τα εδάφια 1 και 2, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο (βλέπε τροποποιητικό νόμο αρ. 85/84):

“5. (1) Τηρουμένων των εκάστοτε εν ισχύι συλλογικών συμβάσεων, ο πλοίαρχος παντός Κυπριακού πλοίου ή ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτου, πριν ή προβή εις εργοδότησιν οιουδήποτε μέλους του πληρώματος, οφείλει όπως προσαγάγη εις την αρμοδίαν αρχήν ή εις προξενικόν υπάλληλον της Δημοκρατίας, το πιστοποιητικόν ναυτικής ικανότητος, το οποίον έκαστος ναυτικός υποχρεούται δυνάμει του παρόντος Νόμου να κατέχη.

(2) Απαγορεύεται ο απόπλους του πλοίου εάν ο πλοίαρχος ή ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτου παραλείψη να συμμορφωθή προς τας διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.”

Η λέξη Master στο δίπλωμα σημαίνει πλοίαρχο ή καπετάνιο εμπορικού πλοίου (βλ. λήμμα “master” στη σελ. 504 του αγγλοελληνικού λεξικού Penguin - Hellenews έκδοση 1981). Το εδ. 3 του άρθρου 4 αναφέρει τους βαθμούς των Κλάδων Προσωπικού Καταστρώματος, Μηχανής και Γενικών Υπηρεσιών αναφορικά προς τους οποίους παρέχονται πιστοποιητικά ικανότητας. Πρώτο στον κατάλογο του εδαφίου αυτού αναφέρεται το “Δίπλωμα Πλοιάρχου Α΄ Τάξεως”. Ακολουθούν εκείνα του Πλοιάρχου Β΄ Τάξεως, Πλοιάρχου Γ΄Τάξεως κ.ο.κ.

Ανεξάρτητα όμως από τις νομοθετικές πρόνοιες, η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας, που υποκρύπτει η κρίση του Δ.Σ., είναι πρωταρχικά δική του ευθύνη κατά πάγια γραμμή της νομολογίας. Και δεν αποδείχθηκε κανένας από τους λόγους που επιτρέπει παρέμβαση στην αρμοδιότητα αυτή του διορίζοντος οργάνου.

Η κατοχή όμως του προσόντος προκύπτει αναντίρρητα από το ότι το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, στην οποία ο αιτητής υπηρετούσε πριν το διορισμό του σ’ αυτήν που βρίσκεται τώρα, είχε ως προαπαιτούμενο “Δίπλωμα Πλοιάρχου Α΄τάξης ή ισότιμο προσόν (βλ. άρθρ. 21(4)της Κ.Δ.Π. 317/82). Ο διορισμός του στη θέση εκείνη ουδέποτε προσβλήθηκε. Σε μια τέτοια περίπτωση οποιαδήποτε έρευνα πέραν του ότι είναι αχρείαστη είναι και ανεπίτρεπτη, όπως υπογράμμισε η Ολομέλεια στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Πάμπου Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 422, 428-429:

“........... η κοινή λογική αναντίρρητα επιβάλλει, και δεν χρειαζόταν οποιαδήποτε παραπέρα “έρευνα” από την ΕΔΥ, να κρίνει ως πραγματικό γεγονός ότι ο προαχθείς διέθετε το επίμαχο προσόν, που είναι το ίδιο με αυτό που απαιτείται για τη θέση, στην οποία διορίστηκε από 1.3.87. Το συμπέρασμα όμως αυτό δεν επιβάλλεται μόνο από την κοινή λογική, αλλά και παγιώνεται από την αρχή του διοικητικού δικαίου περί της νομιμότητας του διορισμού του ενδιαφερομένου προσώπου στην προηγούμενη θέση, που ουδέποτε προσεβλήθη. Οποιαδήποτε “έρευνα” από την ΕΔΥ για το επίμαχο προσόν, όπως την έχει εισηγηθεί στο πρωτόδικο Δικαστήριο και ενώπιόν μας ο δικηγόρος του εφεσιβλήτου, θα απέληγε στην πράξη σε αναψηλάφιση του διορισμού του προαχθέντος, που έγινε την 1/3/84 στη θέση ειδικού ιατρού, πράγμα νομικά ανεπίτρεπτο.”

Η διαπλοκή και άλλων λόγων ακύρωσης, που έχουν προβάλει οι αιτητές, με το σχέδιο υπηρεσίας, υπαγορεύει την εξοικείωση μας με τους υπόλοιπους όρους, οι οποίοι αφορούν τα προσόντα. Ιδιαίτερα την παράγραφο 4(γ) του σχεδίου, που φαίνεται να είχε αποφασιστική σημασία στη λήψη της επίδικης απόφασης:

“(β) Δεκάχρονη διοικητική και οργανωτική πείρα, από την οποία πεντάχρονη τουλάχιστο σε υπεύθυνη θέση.

(γ) Πολύ καλή γνώση θεμάτων σχετικών με τη λειτουργία λιμανιών ή και ναυτιλιακών επιχειρήσεων ή και συναφών υπηρεσιών.

(δ) Ακεραιότητα χαρακτήρα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία, ψυχραιμία και ευθυκρισία.

(ε) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας.”

Θα μπορούσε να λεχθεί στο σημείο αυτό ότι η παράγραφος (στ) του ίδιου όρου προβλέπει ότι η γνώση ξένων γλωσσών, πλην της ελληνικής και αγγλικής, αποτελεί επιπρόσθετο προσόν. Η αιτήτρια ήταν η μόνη που το διέθετε. Είχε γνώση της γερμανικής, όπως επιμαρτυρεί το σχετικό πιστοποιητικό του Ινστιτούτου Γκαίτε, που είναι στο φάκελο της. Είναι ορθό να σημειωθεί ότι η Σ.Ε. είχε εντοπίσει το πιστοποιητικό ανάμεσα στο υλικό των φακέλων, παρόλο που η ίδια η αιτήτρια, κατά τη συνέντευξη της ενώπιον της Σ.Ε, δεν το ανέφερε ούτε το πρόβαλε στην αίτηση της όταν αποτάθηκε για τη θέση. Το Συμβούλιο όμως, παρόλο που επικροτεί το εύρημα της Σ.Ε. ότι η αιτήτρια έχει αυτό το προσόν, δεν το σχολιάζει με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.

Οι αιτητές ισχυρίστηκαν ότι το Δ.Σ. παράνομα διαχώρισε τα προσόντα και έδωσε βαρύτητα στο 4(γ). Περαιτέρω υπέβαλε ότι το σκεπτικό της επίδικης απόφασης, στο βαθμό που στηρίχθηκε στο είδος καθηκόντων που εκτελούσαν τα ενδιαφερόμενα μέρη κατά την προηγούμενη σταδιοδρομία τους, θυματοποίησε τους αιτητές, οι οποίοι είχαν διαφορετικά καθήκοντα. Η απάντηση της Α.Λ.Κ στο τελευταίο αυτό επιχείρημα είναι ότι η αναφορά στα καθήκοντα των θέσεων τις οποίες κατείχε ένας υποψήφιος δε συνιστά θυματοποίηση του. Για ενίσχυση της θέσης του ο δικηγόρος της Αρχής παρέπεμψε στην υπόθεση αρ. 277/94 Γιάννης Κουρσάρου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου ημερ. 31/5/96, στην οποία ο Καλλής Δ., παρατήρησε ότι η αναφορά στα καθήκοντα του ενδιαφερόμενου μέρους “δε συνιστούσε προσβολή του ενιαίου μέτρου κρίσεως των υποψηφίων”.

Ως προς το πρώτο ζήτημα, ο δικηγόρος της Αρχής υποστήριξε ότι εφόσον η παρούσα περίπτωση αφορά την πλήρωση διευθυντικής θέσης, η Αρχή έχει αυξημένη ευχέρεια, όπως ακριβώς το έθεσε “να αποφασίζει ποιά από τα προσόντα των αιτητών είναι σημαντικά για να εκτελούνται τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης εύρυθμα και αποδοτικά”. Και παρέθεσε το παρακάτω απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας The Republic of Cyprus v. Zacharias Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852, 856:

“Also we are of the view that the three criteria which are set out in section 44(3) of the Public Service Law, 1967 (Law 33/67), namely merit, qualifications and seniority, have to be weighed together, bearing in mind, too, the performance of the candidates when interviewed, which is a process helping in the evaluation of the candidates, mainly from the point of view of merit and, also, to a certain extent, of qualifications as well.

An appointing authority, such as the appellant Commission, when weighing together the said three criteria, in order to find the most suitable candidate, may attribute such significance to them as it may deem proper, provided that it exercises correctly, in the course of doing so, its relevant discretionary powers (see the Georghiou case, supra, 82); and it is not provided by section 44(3) that any one of the three criteria has, in any event, greater importance than the other two.”

Eίναι κατάλληλη στιγμή να αναφερθούμε στα κρίσιμα σημεία της επίδικης απόφασης παραθέτοντας το ίδιο το πρακτικό της:

“3.16 Από την εξέταση όλων των στοιχείων που είχε ενώπιον του και αφού έλαβε δεόντως υπόψη του και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, όπως αυτή διαγράφεται αναλυτικότερα στην παράγραφο 3.8 ανωτέρω, το Συμβούλιο κατέληξε κατά πλειοψηφία στο συμπέρασμα ότι μπορεί να δεχθεί τη σύσταση του Διευθυντή Εκμετάλλευσης ότι οι καταλληλότεροι υποψήφιοι για διορισμό με προαγωγή στην πιο πάνω θέση είναι οι κοι Χρίστος Ασημένος και Δημητράκης Πέτρου, οι οποίοι υπερτερούν έναντι όλων των υπολοίπων υποψηφίων και συγκεντρώνουν όλες τις προϋποθέσεις και θα είναι σε συγκριτικά καλύτερη θέση από τους άλλους υποψηφίους να εκτελούν τα καθήκοντα της θέσης του Διευθυντή Λιμανιού, ιδιαίτερα λόγω της πιο ευρείας διοικητικής και οργανωτικής πείρας που απέκτησαν από την προηγούμενη υπηρεσία τους και θέσεις που υπηρέτησαν μέχρι σήμερα και λόγω του ότι διαθέτουν σε μεγαλύτερο βαθμό από τους υπόλοιπους υποψηφίους το προσόν που καθορίζεται στην παράγραφο 4(γ) του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης για “πολύ καλή γνώση θεμάτων σχετικών με τη λειτουργία λιμανιών ή και ναυτιλιακών επιχειρήσεων ή και συναφών υπηρεσιών”.

Διευκρινίζεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος (Χρ. Ασημένος) είχε καλύτερη βαθμολογία κατά την προφορική συνέντευξη από το Δ.Σ “πάρα πολύ ικανοποιητικά” έναντι του “πολύ ικανοποιητικά” της αιτητρίας και “ικανοποιητικά” του αιτητή. Ας σημειωθεί ότι η αντίστοιχη βαθμολογία από τη Σ.Ε. ήταν η κορυφαία για τα ενδιαφερόμενα μέρη και την αιτήτρια και “πολύ ικανοποιητική” για τον αιτητή Χαράλαμπο Χαραλάμπους.

Με προβλημάτισε ιδιαίτερα ο τρόπος αντιμετώπισης των προσόντων από το Συμβούλιο. Είναι φανερό από το παραπάνω απόσπασμα της απόφασης - άλλωστε έγινε δεκτό - ότι έδωσε ουσιαστική σημασία στο προσόν για το οποίο κάμνει πρόβλεψη η παράγραφος 4 (γ). Παρενθετικά, κρίθηκε ότι και οι αιτητές είχαν το προσόν αυτό, αλλά υπερτερούσαν τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αναπόφευκτα όμως η κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου διαμορφώθηκε από την πρόθεση του, διαφαινόμενη καθαρά από την ίδια την απόφαση, για ιεράρχηση των προσόντων και απομόνωση ενός εξ αυτών με αποτέλεσμα να διαβαθμίσει τη σπουδαιότητα τους. Ο συντάκτης όμως του σχεδίου υπηρεσίας δεν έδωσε τέτοια εξουσία στο Συμβούλιο. Αν ήθελε να αναβαθμίσει οποιοδήποτε από τα προσόντα θα μπορούσε να το προβλέψει ειδικά ή να το καταστήσει πλεονέκτημα. Επομένως κανένα από τα προσόντα για τα οποία κάμνει πρόβλεψη το σχέδιο υπηρεσίας δεν μπορεί να κατισχύσει των άλλων. Κι αυτό όχι μόνο ως θέμα ερμηνείας, αλλά και γιατί μια τέτοια ευχέρεια διαβάθμισης από το διορίζον όργανο εμπερικλείει κινδύνους για τη χρηστή διοίκηση.

Η απόφαση Republic v. Zachariades, ανωτέρω, δεν υποστηρίζει τη νομική πρόταση της Αρχής, ιδιαίτερα αν διαβάσει ένας προσεκτικά τις δύο τελευταίες γραμμές του αποσπάσματος τις οποίες υπογράμμισα. Η επισκόπηση της ευρύτερης νομολογίας αφήνει την έμφαση στη συστάθμιση των κριτηρίων και, όπως την αντιλαμβάνομαι, ποτέ στην απομόνωση ενός μόνο κριτηρίου στο οποίο προσδίδεται, όπως στην ουσία έχει γίνει εδώ, αποφασιστική σημασία χωρίς ουσιαστική συσχέτιση με τα λοιπά στοιχεία κρίσης. Και δεν πρέπει να λησμονείται το πολύ ευρύ φάσμα καθηκόντων της θέσης, όπως διατυπώνεται στο σχέδιο υπηρεσίας, υπό τον τίτλο “Καθήκοντα και Ευθύνες”.

Πέραν τούτου, η αντιπαράθεση των στοιχείων των φακέλων, που αφορούν τα θεσμοθετημένα κριτήρια και ιδιαίτερα τον Κανονισμό 3 της Κ.Δ.Π. 317/82, δε φαίνεται να δικαιώνει την κρίση του Συμβουλίου στο παραπάνω απόσπασμα από την απόφαση του, ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη “υπερτερούν και “συγκεντρώνουν όλες τις προϋποθέσεις” καταλληλότητας για τη θέση. Παίρνω το παράδειγμα της αιτήτριας. Είναι αρχαιότερη. Έστω και αν η υπεροχή της αυτή εμφανίζεται κατά το αρχικό στάδιο υπηρεσίας των διαδίκων. Είχε καλύτερες εμπιστευτικές εκθέσεις για τα τελευταία 5 χρόνια. Η υπεροχή της εκτείνεται και σε προηγούμενα χρόνια. Με καλύτερη βαθμολόγηση για τις διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες. Και οι εκθέσεις του αιτητή ήταν καλύτερες για την περίοδο 91 μέχρι 95.

Περαιτέρω η αιτήτρια έχει πανεπιστημιακό δίπλωμα σε οικονομικά θέματα και τίτλο Μaster στη διοίκηση επιχειρήσεων. Το μεταπτυχιακό δεν συνιστά πλεονέκτημα αλλά έχει την οριακή βαρύτητα που του αποδίδει η νομολογία. Ο αιτητής, όπως ισχυρίζεται, πληροφόρησε τους καθών, συνοδεύοντας την επιστολή του με σχετική επιστολή του ΕΤΕΚ, ότι είχε καταστεί μέλος του Ε.Τ.Ε.Κ. στον τομέα του. Όμως δε φαίνεται να ερευνήθηκε καθόλου το θέμα αυτό παρόλο ότι θα ήταν εύκολη η επαλήθευση του ισχυρισμού του αιτητή μέσω του ΕΤΕΚ. Είναι αξιοσημείωτο ότι η αιτήτρια τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό της Υπεπιτροπής για τη Διεθνή Λιμενική Ανάπτυξη του ΙΑΡΗ (International Association of Ports and Harbours) στο θέμα “How could the efficiency of your port be improved”. Eπίσης της απονεμήθηκε το “Director’s Prize” του Cyprus International Institute of Management.

Η αιτιολογία της απόφασης - η οποία και προσβάλλεται ως ανεπαρκής - δε φαίνεται να ανταποκρίνεται στα στοιχεία των φακέλων και στην κρίση του Συμβουλίου για υπεροχή των διορισθέντων. Δεν περιέχει η απόφαση κανένα επεξηγηματικό συσχετισμό, πέρα από τη σαρωτική δήλωση για υπεροχή των διορισθέντων. Θα ακυρώσω την απόφαση και για άλλο λόγο που αφορά την αιτήτρια. Η Αρχή δεν αιτιολογεί ειδικά γιατί παραγνώρισε το πρόσθετο προσόν της, όπως επιβάλλει η νομολογία: 572/97 Μιχάλης Χ”Ρούσου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 30/3/98.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Με έξοδα σε βάρος της Αρχής.

Σ. Νικήτας,

Δ.

 

/Κασ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο