Σουβλάκια-Γύρος “Κρητικός” Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, Υπόθεση αρ. 620/97, 17 Ιουνίου, 1999 Σουβλάκια-Γύρος “Κρητικός” Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, Υπόθεση αρ. 620/97, 17 Ιουνίου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 620/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Σουβλάκια-Γύρος “Κρητικός” Λτδ., από τη Λάρνακα

Αιτητώ ν

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Εφόρου Φόρου Εισοδήματος

Καθ’ου η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 17 Ιουνίου, 1999.

Για τους αιτητές: Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τον καθ΄ου η αίτηση: Ε. Νικολαΐδου (κα).

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ασκεί επιχείρηση εστιατορίου-ψησταριάς για γύρο και σουβλάκια σε πίττες.

Η αιτήτρια υπέβαλε, μέσω εγκεκριμένου ελεγκτή, δηλώσεις εισοδήματος και εξελεγμένους λογαριασμούς για τα επίδικα φορολογικά έτη 1992, 1993 και 1994. Η αιτήτρια δεν υπέβαλε για τα πιο πάνω έτη δηλώσεις έκτακτης εισφοράς για επίδικες τριμηνίες ούτε δηλώσεις για την έκτακτη εισφορά για την Άμυνα για τις επίδικες εξαμηνίες. Υπήρχαν όμως σχετικοί προσδιορισμοί εισοδήματος στους εξελεγμένους λογαριασμούς που υπέβαλαν.

Ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος (ο Έφορος) ζήτησε να εξετάσει στις 6.11.96 τα λογιστικά βιβλία και δικαιολογητικά της αιτήτριας για την περίοδο 2.8.91-31.12.94.

Σε συνάντηση στις 13.1.97 του καθ΄ου η αίτηση και του διευθυντού και μετόχου της αιτήτριας εταιρείας, στην παρουσία του ελεγκτή της τελευταίας, ζητήθηκαν διευκρινήσεις και εξηγήσεις για συγκεκριμένο σημείο του ελέγχου που διεξήγαγε. Ζητήθηκαν από το Διευθυντή της αιτήτριας Εταιρείας βασικές και συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τον καθημερινό τρόπο εργασίας της επιχείρησης, ποσότητα γύρου που έψηνε καθημερινά, την απώλεια βάρους (φήρα) του κρέατος κατά το ψήσιμο, την περιεκτικότητα της κάθε πίττας σε κρέας κ.λπ. ώστε να επιβεβαιώσει την ορθότητα του ύψους του ποσοστού μικτού κέρδους που παρουσίαζαν οι λογαριασμοί που υπέβαλε η αιτήτρια. Οι πληφορορίες αυτές δεν δόθησαν από το Διευθυντή προφασιζόμενος ότι ουδέποτε έκανε τέτοιους υπολογισμούς και μετρήσεις.

Ο Έφορος ακολούθως προέβη στην επιβολή φορολογίας Φόρου Εισοδήματος, Έκτακτης Εισφοράς και Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα.

Στις 27.1.97 και 24.2.97 η αιτήτρια, μέσω του ελεγκτή της, υπέβαλε ενστάσεις εναντίον των πιο πάνω φορολογιών ισχυριζόμενη ότι ήταν αποτέλεσμα κακού υπολογισμού και αυθαιρεσίας.

Στις 17.2.97 έγινε νέα συνάντηση του Εφόρου με το Διευθυντή της αιτήτριας Εταιρείας και τον ελεγκτή της κατά την οποία ο Έφορος ζήτησε εκ νέου πληροφορίες για τον τρόπο εργασίας της επιχείρησης για τον καθορισμό του μικτού κέρδους. Δεν δόθησαν απαντήσεις από το Διευθυντή της αιτήτριας γιατί ο τελευταίος απαντούσε αόριστα ή δήλωνε άγνοια. Ο Έφορος τους ενημέρωσε ακολούθως ότι:-

“(α) Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε από δικές του έρευνες το ύψος του ποσοστού Μικτού Κέρδους που πραγματοποιούσε η αιτήτρια εταιρεία ήταν μεγαλύτερο από εκείνο που παρουσίαζαν οι λογαριασμοί που υποβλήθηκαν.

(β) Από τον έλεγχο που διεξήγαγε εντόπισε:

(ι) μη καταχωρημένες πωλήσεις στα βιβλία του 1992, και

(ιι) πιστωτικά υπόλοιπα ταμείου σε όλα τα υπό εξέταση έτη,

(ιιι) θεωρεί σαν ημερομηνία έναρξης των εργασιών της αιτήτριας εταιρείας τις 2.8.1991 και όχι την 1.1.1992 όπως ισχυρίζεται ο ελεγκτής της και ζήτησε τεκμηριωμένες απόψεις/εξηγήσεις.”.

Στις 25.2.97 ο Έφορος απέστειλε στην αιτήτρια την ακόλουθη επιστολή:-

“Αναφέρομαι στις ενστάσεις σας κατά των φορολογιών του εισοδήματος σας για τα φορολογικά έτη 1991-1994, στις φορολογίες έκτακτης εισφοράς για τους Πρόσφυγες για τις τριμηνίες 3/91-2/92 και στις φορολογίες της έκτακτης εισφοράς για την Άμυνα για τις εξαμηνίες 2/91-4/94 και στον έλεγχο των λογιστικών βιβλίων και αποδεικτικών για την περίοδο 2/8/91-31/12/94 που ζήτησε το Γραφείο μας με την επιστολή του ημερ. 10/10/96 και σε συνέχεια της προφορικής ενημέρωσης που έγινε στις 17/2/97 στον κ. Κ. Μαυράκη, διευθυντή και μέτοχο της εταιρείας σας, στην παρουσία του ελεγκτή σας κ. Α. Προδρόμου, παραθέτω και γραπτώς τις διαπιστώσεις μας.

1. Οι εγγραφές στα λογιστικά σας βιβλία αρχίζουν από 1/1/92 αντί της 2/8/91 που είναι η ημερομηνία εγγραφής της εταιρείας σας και η έναρξη των εργασιών της, σύμφωνα και με την επιστολή του ελεγκτή σας ημερ. 22/7/92.

2. ι) Σε όλα τα υπό εξέταση χρόνια παρουσιάζονται πιστωτικά υπόλοιπα ταμείου.

ιι) Στο λογαριασμό πωλήσεων του 1992 δεν έχουν συμπεριληφθεί οι πωλήσεις για τις 6/4, 1/7, 1/10, 2/10, 3/10 και 2/11.

ιιι) Ενώ σύμφωνα με τις κορδέλλες “Ζ” της ταμειακής μηχανής το άρθροισμα των πωλήσεων για τον μήνα Οκτώβριο του 1992 ήταν £7.505,80 στα βιβλία φαίνονται £6.745,64.

3. Οι λειτουργοί του τμήματος από την αρχή του επιτόπιου ελέγχου καθώς και στις συναντήσεις που ακολούθησαν ζήτησαν από τον κ. Κ. Μαυράκη να τους εξηγήσει τον τρόπο εργασίας σας για να μπορέσουν να επιβεβαιώσουν την ορθότητα του ύψους του ποσοστού Μικτού Κέρδους που παρουσιάζουν οι λογαριασμοί σας. Επειδή δεν τους δόθηκαν οι απαιτούμενες πληροφορίες, αναγκάστηκαν να τις εξασφαλίσουν από άλλες πηγές. Αφού έλαβαν υπόψη τις αγορές και πωλήσεις της επιχείρησής σας, εφάρμοσαν τις πληροφορίες αυτές και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το ύψος του ποσοστού Μικτού Κέρδους που θα έπρεπε να δείχνουν οι λογαριασμοί σας ανέρχεται σε 54%.

Παρακαλώ όπως μέσα σε 15 μέρες από σήμερα έχω τεκμηριωμένες τις απόψεις/εισηγήσεις σας για όσα αναφέρονται πιο πάνω, διαφορετικά θα αναγκαστώ να βεβαιώσω τις υπό ένσταση φορολογίες σας, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχω στη διάθεσή μου.”.

Στις 11.4.97 έγινε νέα συνάντηση μεταξύ του Εφόρου, του Διευθυντή της αιτήτριας και του Ελεγκτή της. Ο τελευταίος παρέδωσε στον Έφορο δύο επιστολές ημερ. 10.3.97 και 7.3.97 που αποτελούσαν απάντηση στην επιστολή του ημερ. 25.2.97.

Ο Έφορος αφού μελέτησε τις δύο πιο πάνω επιστολές τους πληροφόρησε ότι:-

“(α) αποδέχεται ότι η αιτήτρια εταιρεία άρχισε εργασίες: 1.1.1992

(β) θεωρεί τις απαντήσεις τους όσον αφορά τα πιστωτικά υπόλοιπα ταμείου υποθετικές και ατεκμηρίωτες

(γ) οι παρατηρήσεις του για τις μη καταχωρημένες πωλήσεις είναι αναπάντητες και

(δ) η παράγραφος 3 της επιστολής του ημερ. 25.2.1997 σχετικά με το ύψος του ποσοστού Μικτού Κέρδους που έπρεπε να παρουσιάζουν οι λογαριασμοί δεν εσχολιάσθη και διαφώνησε με την άποψή τους ότι ο διευθυντής/μέτοχος της αιτήτριας εταιρείας είχε απαντήσει στις ερωτήσεις του κατά τις συναντήσεις που είχαν.”.

Ο Έφορος προσπάθησε και πάλιν, χωρίς όμως αποτέλεσμα, να εξασφαλίσει από το Διευθυντή της αιτήτριας Εταιρείας τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούσαν τον τρόπο εργασίας της επιχείρησης.

Ο Έφορος τελικά μετά από εξέταση της όλης υπόθεσης πήρε την απόφαση του για τις ενστάσεις και απέστειλε στην αιτήτρια τελικές Ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας Φόρου Εισοδήματος, Έκτακτης Εισφοράς και Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα μαζί με συνοδευτική επιστολή ημερ. 29.5.97 στην οποία δίδεται η αιτιολογία της απόφασης. Η επιστολή αυτή που περιέχει τη διοικητική απόφαση που προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή έχει ως εξής:-

“Αναφέρομαι στους λογαριασμούς της εταιρείας σας για τα έτη 1992-1994, στον έλεγχο των λογιστικών της βιβλίων για τα πιο πάνω έτη, στις ενστάσεις που υποβλήθηκαν κατά των φορολογιών του εισοδήματος σας για τα φορολογικά έτη 1992-1994, τις φορολογίες της Έκτακτης Εισφοράς για τους Πρόσφυγες για τις τριμηνίες 1/92 και 2/92 και στις φορολογίες της Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα για τις εξαμηνίες 1/92-4/94, στην επιστολή σας με ημερ. 25/2/97 με την οποία σας παραθέταμε τις διαπιστώσεις μας από τον επιτόπιο έλεγχο που διεξήχθη καθώς και στη συνάντηση που είχαμε στις 11/4/97 στην παρουσία του ελεγκτή σας και σας πληροφορώ ότι, αφού δεν είναι δυνατό να καταλήξουμε σε συμφωνία, αποφάσισα να βεβαιώσω τις πιο πάνω φορολογίες τροποποιώντας τους προσδιορισμούς φορολογητέου εισοδήματος που υποβάλατε, όπως φαίνεται πιο κάτω:

2. Προσδιορισμός Φορολογητέου Εισοδήματος

Φορολογικό Έτος 1992 1993 1994

Κέρδος (Ζημιά) ως ο προσδιορισμός £ (697) 3439 (1850)

Πλέον: Επιπρόσθετο Εισόδημα 11631 11238 15275

Ετήσια Φθορά 441 469 1180

11 375 15146 14605

Μείον: Έκτακτη Εισφορά 156 - -

Αναθεωρημένο Εισόδημα £ 11219 15146 14605

== == ==== ====

3. Συμπληρωματικές Πληροφορίες

α) Οι επεξηγήσεις/δικαιολογίες που δίνει ο ελεγκτής σας στην επιστολή του ημερ. 12/4/97 όσον αφορά τα πιστωτικά υπόλοιπα του Ταμείου είναι αόριστοι και ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί και δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί.

β) Καμιά απάντηση δεν έχει δοθεί στις διαπιστώσεις μας όπως αναφέρονται στις παραγράφους 2(ιι) και 2(ιιι) της επιστολής μας ημερ. 25/2/97.

γ) Ο κ. Κωνσταντίνος Μαυράκης, μέτοχος και διευθυντής της εταιρείας σας, κατά τη διάρκεια των συναντήσεων που είχε με λειτουργούς του Τμήματος, απέφυγε να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις στις ερωτήσεις που του υπέβαλαν με σκοπό να επιβεβαιώσουν το ύψος του ποσοστού μικτού κέρδους που πραγματοποιεί η επιχείρησή σας.

Καμιά απάντηση επίσης δεν δόθηκε όταν σας γνωστοποιήθηκε με την παράγραφο 3 της επιστολής σας ημερ. 25/2/97 ότι από έρευνα που διεξήγαγαν οι λειτουργοί του Τμήματος κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το ύψος του ποσοστού μικτού κέρδους που έπρεπε να παρουσιάζουν οι λογαριασμοί σας ήταν 54%. Ακόμα και κατά την τελευταία συνάντηση που είχαμε στις 11/4/97 ο κ. Κ. Μαυράκης και πάλι δεν έδωσε οποιαδήποτε συγκεκριμένη πληροφορία για τον τρόπο εργασίας της εταιρείας σας σε σχέση με το ποσοστό μικτού κέρδους.

δ) Παρά τα όσα αναφέρονται πιο πάνω και μετά από πλήρη επανεξέταση τόσο των στοιχείων που το Γραφείο είχε ήδη συγκεντρώσει από άλλες πηγές όσο και συνδιάζοντας αυτά με στοιχεία που συγκέντρωσαν μόνοι τους οι λειτουργοί του Τμήματος και αφορούν τον τρόπο εργασίας της δικής σας επιχείρησης και με πρόθεση να μην σας αδικήσω, έχω καθορίσει το ύψος του ποσοστού του μικτού κέρδους της επιχείρησής σας στο 45% και έχω υπολογίσει τα επιπρόσθετα εισοδήματα για τα έτη 1992, 1993 και 1994 σε £11.631, £11.238 και £15.275 αντίστοιχα.

ε) Με βάση τα πιο πάνω ευρήματα, έχω αποφασίσει να μην σας παραχωρήσω κεφαλαιουχικές εκπτώσεις σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 48 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978-1995.”.

Στη γραπτή του αγόρευση ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας προβάλλει ως λόγους ακύρωσης τους εξής:-

(α) Ότι η απόφαση του Εφόρου είναι αυθαίρετη και ελήφθη χωρίς τη δέουσα έρευνα και κατά πλάνη περί τα πράγματα, και

(β) ότι στερείται αιτιολογίας.

Ως προς το (α) ανωτέρω η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι ενώ οι λογαριασμοί που παρουσίασε ήταν πλήρεις και τεκμηριωμένοι και οι επεξηγήσεις που εδόθησαν από τον διευθυντή της ικανοποιητικές, εν τούτοις ο Έφορος απέρριψε τις ενστάσεις και αυθαίρετα απεφάσισε επί υποθετικών ή φανταστικών δεδομένων. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι δεν έγινε από τον Έφορο η δέουσα έρευνα και έτσι ενεφιλοχώρησε πλάνη περί τα πράγματα.

Ευθύς εξ αρχής θα ήθελα να τονίσω ότι δεν συμφωνώ με τις πιο πάνω θέσεις της αιτήτριας.

Ο Έφορος διεξήγαγε τη δέουσα έρευνα και αυτό αποδεικνύεται από τη μελέτη των βιβλίων και λογαριασμών της αιτήτριας στα οποία εντόπισε λάθη και παραλείψεις. Ο φορολογούμενος έχει από το νόμο υποχρέωση να δίδει στον Έφορο πλήρη στοιχεία και να υποβάλλει αληθείς και τεκμηριωμένους λογαριασμούς. Σαφώς προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι ο Έφορος επανειλημμένα προσπάθησε να εξασφαλίσει από την αιτήτρια βασικές και συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο εργασίας και λειτουργίας της επιχείρησης. Η αιτήτρια όμως δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει τους ισχυρισμούς και διά του μετόχου και διευθυντού της δήλωσε είτε άγνοια για τα στοιχεία είτε αδυναμία να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς τους. Η αιτήτρια δεν μπορεί τώρα να επικαλείται τις δικές της παραλείψεις και την ανικανότητα της να δώσει στοιχεία να προσβάλλει την απόφαση του Εφόρου ως αυθαίρετη και πεπλανημένη. (Βλέπε: Rainbow v. Republic (1984) 3 CLR 846 και Δημοκρατία ν. Αλεξάνδρας Τριμιθιώτου (ΡΡ) Λτδ., Α.Ε. 2065, ημερ. 30.9.97).

Παραπονείται η αιτήτρια ότι ο υπολογισμός από τον Έφορο του μικτού κέρδους της επιχείρησης σε 54% αντί σε 45% ήταν αυθαίρετος γιατί ο Έφορος δεν παρουσίασε κανένα στοιχείο. Ο Έφορος όμως διεξήγαγε τη δική του έρευνα η οποία αν και απέδειξε το μικτό κέρδος σε 54% εν τούτοις κατά τον υπολογισμό των φορολογιών (ως αναφέρεται στην επιστολή ημερ. 29.5.97) καθόρισε πράγματι το μικτό αυτό κέρδος στο 45% “με πρόθεση να μην σας αδικήσω”. Έτσι η όλη επιχειρηματολογία του συνηγόρου της αιτήτριας στη γραπτή του αγόρευση δεν βασίζεται στα πραγματικά γεγονότα της επίδικης απόφασης.

Εφ΄ όσον οι λογαριασμοί και τα στοιχεία που δόθησαν από την αιτήτρια δεν ήσαν ικανοποιητικά και περιείχαν σφάλματα και δεν μπορούσαν να αποτελέσουν βάση εξακρίβωσης των εισοδημάτων της αιτήτριας ήταν εύλογα επιτρεπτό στον Έφορο να υπολογίσει το ποσοστό μικτού κέρδους συγκεντρώνοντας στοιχεία από άλλες πηγές. Επίσης ενόψει των πιο πάνω η επίδικη απόφαση του Εφόρου να μην παραχωρήσει στην αιτήτρια εκπτώσεις ήταν στη διακριτική του ευχέρεια και ήταν εύλογα επιτρεπτό εφόσον έκρινε ότι η αιτήτρια δεν είχε υποβάλει αληθείς λογαριασμούς και παράλειψε να δώσει τα αναγκαία στοιχεία και πληροφορίες. (Βλέπε: Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις “ΟΚΑΠΙ” Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 48).

Παραπονείται ακόμα η αιτήτρια με το (β) λόγο ακύρωσης ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Έχω παραθέσει προηγούμενα ολόκληρη την επίδικη απόφαση. Η μακροσκελής απόφαση του Εφόρου είναι επαρκώς αιτιολογημένη, περιέχει δε όλα τα αναγκαία στοιχεία για το δικαστικό έλεγχο. Εξ άλλου η αιτιολογία, όπως είναι νομολογημένο, συμπληρώνεται από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης.

Εν όψει των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Η διοικητική απόφαση επικυρώνεται.

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο