Ιάκωβου Δημητρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ.821/97, 836/97 και 835/97., 24 Ιουνίου, 1999 Ιάκωβου Δημητρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ.821/97, 836/97 και 835/97., 24 Ιουνίου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ.

821/97, 836/97 και 835/97.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Υπόθεση αρ. 821/97

Μεταξύ:

Ιάκωβου Δημητρίου, από την Πάφο

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ’ης η αίτηση

- - - - - -

Υπόθεση αρ. 835/97

Μεταξύ:

Μιχαήλ Αντωνίου, από τη Λευκωσία

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ’ης η αίτηση

- - - - - -

Υπόθεση αρ. 836/97

Μεταξύ:

Στέλιου Βασιλείου, από τη Λευκωσία

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ’ης η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 24 Ιουνίου, 1999.

Για τους αιτητές σε όλες τις υποθέσεις: Α. Ευσταθίου (κα).

Για τους καθ΄ων η αίτηση σε όλες τις υποθέσεις: Τ. Πολυχρονίδου (κα).

Για το ενδιαφερόμενο μέρος σε όλες τις υποθέσεις: Κ. Γεωργιάδου (κα).

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με τις παρούσες προσφυγές οι οποίες συνεκδικάστηκαν γιατί στρέφονται κατά της ίδιας διοικητικής πράξης και παρουσιάζουν κοινά σημεία γεγονότων και νόμου οι αιτητές στρέφονται κατά του διορισμού/προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη μόνιμη θέση Διευθυντή Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας, από 1/8/97.

Σε ανταπόκριση της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 30/5/97 μιας κενής θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής Διευθυντή Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας υποβλήθηκαν συνολικά δεκαπέντε αιτήσεις.

Σε συνεδρίαση ημερ. 16/7/97, η Επιτροπή έκρινε ότι έντεκα υποψήφιοι ικανοποιούσαν τα ακαδημαϊκά προσόντα και την προβλεπόμενη από την παρ. 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας πείρα. Αναφορικά με την κτήση του προσόντος της πολύ καλής γνώσης θεμάτων της Πολιτικής Αεροπορίας, για όσους υποψηφίους δεν είχαν τεκμήριο, μεταξύ των οποίων και το ενδιαφερόμενο μέρος, η Επιτροπή αποφάσισε να το διαπιστώσει κατά τη διάρκεια προφορικής εξέτασης. Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους έντεκα υποψηφίους οι οποίοι κατείχαν τα απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα και την προβλεπόμενη από την παρ. 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας πείρα.

Σε συνεδρίαση ημερ. 24/7/97 και 25/7/97 στις οποίες παρευρίσκετο και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων η Επιτροπή δέχτηκε σε ατομική προφορική εξέταση τους υποψηφίους.

Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Γενικός Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση όλων των υποψηφίων και χαρακτήρισε τον αιτητή Αντωνίου ως “πολύ καλό”, τον αιτητή Βασιλείου ως “πάρα πολύ καλό”, τον αιτητή Δημητρίου ως “σχεδόν πολύ καλό” και το ενδιαφερόμενο μέρος ως “εξαίρετο”.

Στη συνέχεια ο Γενικός Διευθυντής σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος ως τον καταλληλότερο υποψήφιο για προαγωγή αναφέροντας τα ακόλουθα:-

“Πρόκειται για την πλήρωση διευθυντικής θέσης σε Τμήμα που θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό. Γι΄ αυτό, κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση έλαβα υπόψη τις γνώσεις, την προσωπικότητα και τα διευθυντικά προσόντα όπως αυτά διαφάνηκαν κατά τη διάρκεια της εξέτασης.

Λαμβάνοντας επίσης υπόψη το περιεχόμενο των αιτήσεων όλων των υποψηφίων, καθώς και την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, για σκοπούς σύγκρισης μεταξύ τους, συστήνω ως καταλληλότερο για διορισμό στη θέση Διευθυντή Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας τον Παπαδόπουλο Ιάκωβο.”.

Περαιτέρω η Επιτροπή διαπίστωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν το προσόν της πολύ καλής γνώσης θεμάτων Πολιτικής Αεροπορίας σύμφωνα με τις απαντήσεις τις οποίες έδωσαν κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης.

Η Επιτροπή, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Γενικού Διευθυντή αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων και κατέγραψε σε σχετικό πρακτικό το τελικό αποτέλεσμα της αξιολόγησής της για κάθε υποψήφιο.

Αφού έλαβε δεόντως υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων, τα υπηρεσιακά στοιχεία όσων από αυτούς ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, την απόδοσή τους κατά την προφορική εξέταση και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η Επιτροπή επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος Ιάκωβο Παπαδόπουλο ως τον καταλληλότερο, ο οποίος, όπως ανέφερε, αξιολογήθηκε στο ψηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, τόσο από το Γενικό Διευθυντή όσο και από την ίδια και είχε υπέρ αυτού τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.

Επιπλέον, στο σχετικό πρακτικό σημειώθηκαν τα ακόλουθα:-

“Συγκρινόμενος με τους υποψηφίους που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, ο Παπαδόπουλος υπερτερεί σε αρχαιότητα όλων των υποψηφίων, πλην του Αντωνίου Μιχαήλ, για τον οποίο γίνεται ειδική αναφορά πιο κάτω, δεν υστερεί ή υπερέχει σε προσόντα, ενώ σε αξία, όπως αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις, υστερεί οριακά έναντι του Αντωνίου και υπερέχει ή είναι περίπου ίσος με τους υπόλοιπους υποψηφίους.

Επιλέγοντας τον Παπαδόπουλο, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας έλαβε υπόψη ότι ο Αντωνίου Μιχαήλ υπερέχει σε αρχαιότητα, ενώ η υπεροχή του σε αξία, όπως αντικατοπτρίζεται στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις είναι οριακή, υπό την έννοια ότι κατά τα τελευταία δύο έτη οι αξιολογήσεις των δύο αυτών υπαλλήλων είναι οι ίδιες και κατά το τελευταίο έτος αξιολογούνται στα ίδια καθήκοντα.

Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Παπαδόπουλος Ιάκωβος αξιολογήθηκε κατα την προφορική εξέταση τόσο από το Γενικό Διευθυντή όσο και από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας σε πολύ ψηλότερο επίπεδο από τον Αντωνίου, έχει υπέρ του τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, και το γεγονός ότι πρόκειται για διευθυντική θέση για την οποία δίδεται ιδιαίτερη σημασία στις ιδιότητες και ικανότητες που μπορούν να διαπιστωθούν μέσα από την προφορική εξέταση, η Επιτροπή κρίνει ότι σε μια γενική συνεκτίμηση ο Παπαδόπουλος υπερέχει. Εν πάση περιπτώσει, η αρχαιότητα για διευθυντικές θέσεις δεν αποτελεί καθοριστικό κριτήριο. Η Επιτροπή σημείωσε, εξάλλου, ότι από πλευράς γενικότερης κατάρτισης ο Παπαδόπουλος κατέχει και Master of Technology in Production.

Η Επιτροπή, επιλέγοντας τον Παπαδόπουλο, σημείωσε ότι η αρχαιότητα του υποψήφιου Βασιλείου Στέλιου στη θέση που κατέχει, με βάση την απόφαση που λήφθηκε στο θέμα Β.(1)(2) πιο πάνω, υπολογίζεται από 15.12.91. Το στοιχείο αυτό, εν πάση περιπτώσει, δεν διαφοροποιεί τη γενική εικόνα της σειράς αρχαιότητας των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι.”.

Είναι ο ισχυρισμός του δικηγόρου των αιτητών ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατείχε το προβλεπόμενο από την παρ. 3(2)(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας προσόν της πολύ καλής γνώσης θεμάτων της Πολιτικής Αεροπορίας και η Επιτροπή δεν προέβη στην ενδεδειγμένη έρευνα προς διαπίστωσή του. Σύμφωνα με την εισήγηση, η γενική και αόριστη αναφορά ότι, “όλοι ικανοποιούν το εν λόγω προσόν” χωρίς εξειδίκευση των στοιχείων βάσει των οποίων η Επιτροπή μόρφωσε την κρίση της καθιστά αναιτιολόγητο το πόρισμά της και αδύνατο τον δικαστικό έλεγχο της νομιμότητας του προκριματικού αυτού ζητήματος. εφόσον η ίδια η Επιτροπή αμφισβήτησε κατ΄ αρχάς την κτήση του εν λόγω προσόντος από αριθμό υποψηφίων, λόγω έλλειψης στοιχείων στους φακέλους, ώφειλε να προβεί σε περαιτέρω έρευνα, ο δε έλεγχος της κτήσης του μέσω των προφορικών συνεντεύξεων δεν αποτελούσε την ενδεδειγμένη μέθοδο ελέγχου και ήταν αντίθετη προς το νόμο.

Περαιτέρω, ο δικηγόρος των αιτητών εισηγήθηκε ότι, εφόσον ο Γενικός Διευθυντής επέλεξε να αιτιολογήσει την σύστασή του, αυτή υπόκειτο στον δικαστικό έλεγχο και εν προκειμένω η σύσταση ήταν αναιτιολόγητη, αντίθετη προς τα στοιχεία των φακέλων και στηριζόμενη στη μεροληπτική στάση του υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους.

Είναι επίσης ο ισχυρισμός του δικηγόρου των αιτητών ότι η Επιτροπή αναφέρθηκε μόνο στα μεταπτυχιακά προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους και αγνόησε όμοια προσόντα των αιτητών και η εκ μέρους της εσφαλμένη στάθμιση των τριών νομίμων κριτηρίων οδήγησε στην επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους έναντι του οποίου οι αιτητές υπερείχαν καταφανώς.

Η ερμηνεία και εφαρμογή των Σχεδίων Υπηρεσίας και ο έλεγχος της συνδρομής των απαιτούμενων προσόντων στο πρόσωπο των υποψηφίων ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα του οικείου οργάνου. (Βλ. Δημοκρατίας ν. Θεοφανώ Κυπρή, Α.Ε. Αρ. 876, ημερ. 3/11/89 και Δημοκρατίας ν. Ηλία Φιλαρίδη κ.ά. (1993) 3 ΑΑΔ 347).

Το Δικαστήριο δεν ενεργεί πρωτογενή έρευνα και δεν ασκεί ουσιαστική κρίση επί του θέματος της κτήσης των προσόντων αλλά ελέγχει την παράλειψη διενέργειας δέουσας έρευνας προς διαπίστωση της πραγματικής κατάστασης, την πιθανότητα ύπαρξης πλάνης και την υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας του αρμοδίου οργάνου. (Βλ. Mytides v. Republic, R.A. No. 706, ημερ. 5/4/88 και Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 911/93 κ.ά., ημερ. 18/4/97).

Ο καθορισμός της διαδικασίας ελέγχου των τυπικών προσόντων ανήκει στο οικείο όργανο και δεν ελέγχεται ακυρωτικά εκτός εάν αντίκειται σε ρητή διάταξη νόμου ή προκύπτει υπέρβαση της κατά την κοινή πείρα και αντίληψη δυνατής μεθόδου αξιολόγησης (Βλ. Prodromou v. Republic (1986) 3 CLR 1540, Philippides v. Republic (1986) 3 CLR 160 και Δημοκρατίας κ.ά. ν. Μάριου Ιερωνυμίδη, Α.Ε. Αρ. 1209, ημερ. 10/7/96).

Σαν πρόσφορη μέθοδο ελέγχου της κτήσης του προσόντος της πολύ καλής γνώσης θεμάτων της Πολιτικής Αεροπορίας για όσους από τους υποψηφίους δεν είχαν σχετικό τεκμήριο η Επιτροπή επέλεξε τη διαδικασία της ατομικής προφορικής εξέτασης.

Τα θέματα τα οποία αποτέλεσαν το αντικείμενο της εξέτασης καταγράφτηκαν στο Παράρτημα “Β” του πρακτικού της συνεδρίασης της Επιτροπής ημερ. 25/7/97 και αφορούσαν, τη Γνώση-Έφεση για Ανάπτυξη, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, την Έκφραση, την Επικοινωνία, τις Νοητικές Ικανότητες και Άλλα Στοιχεία Προσωπικότητας.

Η Επιτροπή κατέγραψε το αποτέλεσμα της κατά θέμα αξιολόγησης για κάθε υποψήφιο καθώς και το αποτέλεσμα της γενικής αξιολόγησης με χαρακτηρισμούς όπως, “καλός”, “πολύ καλός”, “εξαίρετος” κ.λπ. και ανέφερε ότι με βάση τις απαντήσεις τις οποίες έδωσαν οι υποψήφιοι κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης διαπίστωσε ότι όλοι ικανοποιούσαν το εν λόγω προσόν.

Οι συνεντεύξεις αποτελούν, σύμφωνα με τη νομολογία, διαδικασία η οποία υποβοηθεί την Επιτροπή στην αξιολόγηση των υποψηφίων από απόψεως αξίας και σε κάποιο βαθμό επίσης, από απόψεως προσόντων. (Βλ. Republic v. Zachariades (1986) 3 CLR 852, 856).

Εφόσον η διαδικασία της προφορικής εξέτασης δεν προσέκρουε σε οποιαδήποτε ρητή διάταξη νόμου και εφόσον ο δικηγόρος των αιτητών απέσυρε τον ισχυρισμό τον οποίο αρχικά ήγειρε ότι η καταγραφή του τελικού αποτελέσματος της κρίσης της Επιτροπής από τις συνεντεύξεις των υποψηφίων δεν συνιστούσε επαρκή αιτιολόγηση των συνεντεύξεων, η διαδικασία την οποία επέλεξε η Επιτροπή προς το σκοπό ελέγχου της κτήσης του προσόντος της παρ. 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ήταν εύλογα επιτρεπτή και παραμένει ανέλεγκτη. (Βλ. σχετικά, Μάρω Θεοδοσιάδου ν. ΡΙΚ, Υπόθ. Αρ. 968/96, ημερ. 17/3/98).

Σύμφωνα με το άρθρο 34(9) του Νόμου κατά την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής δεν απαιτείται αιτιολόγηση των συστάσεων του Προϊσταμένου, εάν όμως τέτοια αιτιολογία δίδεται, αυτή ελέγχεται δικαστικά. (Βλ. Κίκης Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 2037, ημερ. 20/11/98).

Αντίθετα με τον ισχυρισμό των αιτητών η εκτίμηση στην οποία προέβη ο Διευθυντής κατά την υποβολή της σύστασης όσον αφορά την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής και η γενική αναφορά του στα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια δεν αποτελούσε αιτιολόγηση της σύστασης κατά τρόπο ώστε αυτή να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο του περιεχομένου της. (Βλ. Μιχαήλ Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 1635, ημερ. 21/1/97).

Η έλλειψη αμεροληψίας και η ύπαρξη προκατάληψης από τα όργανα τα οποία μετέχουν στις διοικητικές διαδικασίες θα πρέπει να αποδεικνύονται από τους αιτητές, οι οποίοι φέρουν το βάρος αποδείξεως, με επαρκή βεβαιότητα. Ελέγχεται, εάν τα σχετικά με την προκατάληψη στοιχεία και περιστατικά τέθηκαν ενώπιον του αρμοδίου οργάνου προς γνώση και διερεύνηση και κατά πόσο ενεργήθηκε η δέουσα έρευνα προς διαπίστωση της πραγματικής κατάστασης.

Εφόσον από τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Επιτροπής προκύπτει ότι τα αναφερόμενα στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου των αιτητών στοιχεία και περιστατικά σχετικά με την έλλειψη αντικειμενικότητας και την ύπαρξη μεροληπτικής διάθεσης του Διευθυντή υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους ουδέποτε τέθηκαν ενώπιον της Επιτροπής προς γνώση και διερεύνηση, η εκ των υστέρων επίκληση τους προς το σκοπό αναθεωρητικού ελέγχου δεν είναι επιτρεπτή. (Βλ. Christou v. Republic (1980) 3 CLR 437, 451-452, Μιχαήλ Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) και Ματθαίος Μούστρα κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 1546, ημερ. 28/1/98).

Κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση ο αιτητής Μιχαήλ Αντωνίου αξιολογήθηκε ως “Πολύ Καλός”, ο αιτητής Στέλιος Βασιλείου ως “Πάρα Πολύ Καλός”, ο αιτητής Ιάκωβος Δημητρίου ως “Σχεδόν Πολύ Καλός” και το ενδιαφερόμενο μέρος ως “Σχεδόν Εξαίρετος”.

Από την αντιπαραβολή των στοιχείων των φακέλων προκύπτει ότι κατά τα έτη 1990-1996 το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογείτο στα ίδια περίπου επίπεδα με τον αιτητή Βασιλείου και υπερείχε οριακά του αιτητή Δημητρίου στις αξιολογήσεις των ετών 1991, 1993, 1994 και 1995, σημαντικά δε στην αξιολόγηση του έτους 1992. Το ενδιαφερόμενο μέρος υστερούσε οριακά του αιτητή Αντωνίου στις αξιολογήσεις των ετών 1992, 1993 και 1994, αιτητής και ενδιαφερόμενο μέρος είχαν την ίδια αξιολόγηση στα έτη 1995 και 1996 και το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε οριακά του αιτητή στην αξιολόγηση του έτους 1990.

Σε θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής και θέσεις ανώτερες στην υπαλληλική ιεραρχία παρέχεται στο όργανο ευρεία ευχέρεια στάθμισης των νομίμων κριτηρίων και η ευχέρεια αυτή δεν ελέγχεται εκτός εάν προκύπτει κακή χρήση της διακριτικής εξουσίας του αρμοδίου οργάνου, υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας (Βλ. Παναγιώτης Ζαβρός κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 353/88 κ.ά., ημερ. 25/11/89 και Στέλιος Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 1524, ημερ. 27/2/97).

Οι διαπιστώσεις της Επιτροπής αναφορικά με τη στάθμιση των υπηρεσιακών στοιχείων των αιτητών Βασιλείου και Δημητρίου έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν ορθές και σύμφωνες με τα στοιχεία των φακέλων.

Παρά το ότι η διακριτική ευχέρεια του αρμοδίου οργάνου σε θέσεις όπως η επίδικη παρουσιάζεται διευρυμένη, το διορίζον όργανο θα πρέπει να παρέχει επαρκείς λόγους για την παραγνώριση ουσιαστικής αρχαιότητας ενός υποψηφίου έναντι άλλου.

Η αρχαιότητα του αιτητή Αντωνίου έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν σημαντική και συνίστατο σε 10 χρόνια στη θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού.

Από την αιτιολογία της Επιτροπής για την προτίμηση του ενδιαφερόμενου μέρους έναντι του αιτητή Αντωνίου προκύπτει ότι αποδόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην υψηλότερη αξιολόγηση της οποίας έτυχε το ενδιαφερόμενο μέρος κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, τόσο από την ίδια όσο και από το Διευθυντή.

Δεδομένου ότι ο αιτητής Αντωνίου δεν υστερούσε αλλά έστω και οριακά υπερείχε στις αξιολογήσεις των υπηρεσιακών εκθέσεων κατά τα τελευταία έτη και κατείχε επίσης μεταπτυχιακό δίπλωμα στην Αναπτυξιακή Διοίκηση του Ινστιτούτου Κοινωνικών Επιστημών της Χάγης, προκύπτει ότι η Επιτροπή απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση του ενδιαφερόμενου μέρους κατά τις συνεντεύξεις και παρέλειψε να αιτιολογήσει επαρκώς την παραγνώριση της σημαντικής αρχαιότητας του έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. (Βλ. και, Lambis and Others v. Republic (1986) 3 CLR 130, 142).

Eνόψει των πιο πάνω, οι προσφυγές αρ. 836/97 και 821/97 των αιτητών Βασιλείου και Δημητρίου αντίστοιχα, αποτυγχάνουν και απορρίπτονται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και η προσφυγή αρ. 835/97 του αιτητή Αντωνίου, για τους λόγους οι οποίοι αναφέρθηκαν, επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο