Σταύρου Γεωργιάδη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Δικαιοσύνης κ.α., Υπόθεση αρ.904/97, 5 Ιουλίου, 1999 Σταύρου Γεωργιάδη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Δικαιοσύνης κ.α., Υπόθεση αρ.904/97, 5 Ιουλίου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ.904/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Δ

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος

ΜΕΤΑΞΥ:

Σταύρου Γεωργιάδη, από τη Λευκωσία

&# 9; αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως

2. Αρχηγού Αστυνομίας

καθ΄ων η αίτηση

------------------------

5 Ιουλίου, 1999

Για τον αιτητή: κ.Α.Σ.Αγγελίδης

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ.Μ.Φλωρέντζος - Εισαγγελέας της Δημοκρατίας

Για το ενδιαφερόμενο μέρος - Ν.Καζαφανιώτη: κ.Σ.Γεωργιάδης

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής, αξιωματικός στην Αστυνομική Δύναμη Κύπρου, προσβάλλει την απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, που ελήφθη στις 25.8.97, και με την οποία προάχθηκαν τρεις συνάδελφοι του, τα ενδιαφερόμενα μέρη, σε Βοηθό Αρχηγό Αστυνομίας.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 19(δ) των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989 (ΚΔΠ.52/89) μέλος της Αστυνομίας θεωρείται υποψήφιος για προαγωγή σε Βοηθό Αρχηγό «εάν έχει συμπληρώσει διετή υπηρεσία στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου, εκτός αν κατά την κρίση του Αρχηγού υπάρχουν ειδικοί λόγοι οι οποίοι θα αναφέρονται σε κάθε περίπτωση οπότε η εν λόγω διετής περίοδος δεν είναι αναγκαία».

Οι Ανώτεροι Αστυνόμοι, που είχαν συμπληρώσει, κατά τον ουσιώδη χρόνο, διετή υπηρεσία στο βαθμό αυτό, ήσαν μόνο τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη. Τούτο δεν αμφισβητείται από τον αιτητή, ο οποίος είχε προαχθεί στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου στις 15.11.95.

Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγείται πως ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη απόφαση, εφόσο ο ίδιος, σύμφωνα με τον πιο πάνω Κανονισμό, δεν μπορούσε να θεωρηθεί προσοντούχος υποψήφιος για προαγωγή. Ο δικηγόρος του αιτητή διατείνεται πως με ορθή ερμηνεία του Κανονισμού ο αιτητής, ο οποίος υπηρετούσε ως αναπληρωτής στη θέση Ανώτερου Αστυνόμου και είχε συμπληρώσει την προβλεπόμενη από τον Κανονισμό διετία, ήταν προσοντούχος για προαγωγή.

Για να αποφασιστεί αν ο αιτητής έχει έννομο συμφέρο να αμφισβητεί την επίδικη απόφαση πρέπει πρώτα να κριθεί ποία από τις δυο εισηγήσεις, που αναφέρονται στη ερμηνεία του Κανονισμού, είναι η ορθή. ΄Εχω τη γνώμη πως νομικά δεκτή είναι η ερμηνεία που υιοθετεί ο δικηγόρος της Δημοκρατίας. Ο Κανονισμός προβλέπει ρητά συμπλήρωση διετούς υπηρεσίας στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου. Η εκτέλεση καθηκόντων της θέσης αυτής, ως αναπληρωτής, δεν απολήγει και σε κατοχή του βαθμού της. Οι πρόνοιες του Κανονισμού, έχω την άποψη, πως είναι σαφείς. Ορθά ο αιτητής δεν θεωρήθηκε ως προσοντούχος υποψήφιος για προαγωγή.

Στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή γίνεται και εισήγηση πως εσφαλμένα ο Αρχηγός δεν αποφάσισε τη σύντμηση του χρόνου των δύο ετών που προβλέπει ο Κανονισμός και γι΄αυτόν, κάτι που έκανε αναφορικά με δυο άλλα μέλη της Δύναμης, όχι τα ενδιαφερόμενα μέρη. Στο αιτητικό όμως της προσφυγής δεν ζητείται θεραπεία που να δικαιολογεί την εξέταση του παραπόνου αυτού. Η σύντμηση της διετίας από τον Αρχηγό έγινε με άλλη διοικητική πράξη, που δεν αποτελεί αντικείμενο στην παρούσα προσφυγή, ενώ τα μέλη της Δύναμης που επωφελήθηκαν απ΄αυτή, όπως έχω ήδη πει, δεν είναι ενδιαφερόμενα μέρη στην παρούσα προσφυγή.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 

Χρ. Αρτεμίδης, Δ.

 

 

 

/ΜΑΑ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο