Λάμπρου Παπαδόπουλου ν. Δήμου Λευκωσίας, Υπόθεση αρ. 1005/96, 20 Οκτωβρίου, 1999 Λάμπρου Παπαδόπουλου ν. Δήμου Λευκωσίας, Υπόθεση αρ. 1005/96, 20 Οκτωβρίου, 1999

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 1005/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Λάμπρου Παπαδόπουλου

Αι τητή

- και -

Δήμου Λευκωσίας

Κα θ΄ ου η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 20 Οκτωβρίου, 1999.

Για τον αιτητή: Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τον καθ΄ ου η αίτηση: Κ. Μιχαηλίδης.

Για το ενδιαφερόμενο μέρος 1: Α. Ευσταθίου.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:

“Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση της οποίας ο αιτητής έλαβε τυχαία γνώση πρόσφατα με την οποία προήγαγε τους 1. Λοΐζο Τασουρή και 2. Φοίβο Παναγίδη, στη θέση του Επιθεωρητή Αγορών 2ας Τάξης, αναδρομικά από 1.1.91 αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.”.

Με την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπ΄ αριθμό 168/91 προσφυγή, Φοίβος Παναγίδης ν. Δήμου Λευκωσίας, ημ. 27/9/93, η προαγωγή του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους στην παρούσα προσφυγή, Λοΐζου Τασουρή, στη μόνιμη θέση Επιθεωρητή Αγορών 2ας τάξεως, από 1/1/91, ακυρώθηκαν.

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ο αιτητής άσκησε την υπ΄ αριθμό 1853 Αναθεωρητική Έφεση την οποία στη συνέχεια απέσυρε.

Το Δημοτικό Συμβούλιο επανεξέτασε το ζήτημα πλήρωσης των δύο κενωθεισών θέσεων σε συνεδρίαση ημ. 26/9/96 σύμφωνα με το νομικό και πραγματικό καθεστώς του χρόνου έκδοσης της ακυρωθείσας πράξης και αφού μελέτησε τις εισηγήσεις της Επιτροπής Προσωπικού ημερ. 25/9/96 και έλαβε υπόψη τους προσωπικούς φακέλους και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των τριών υποψηφίων κατά τον ουσιώδη χρόνο καθώς και τις έγγραφες συστάσεις του αρμόδιου Τμηματάρχη, έκρινε, με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους, ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν του αιτητή και αποφάσισε την προαγωγή τους στη θέση, από 1/1/91.

Είναι η εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή ότι, εφόσον στην ακυρωτική απόφαση κρίθηκε ότι η σύσταση του Προϊσταμένου ήταν ασύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλων, ο Προϊστάμενος κατά την επανεξέταση ώφειλε να την διαφοροποιήσει, η σύσταση έπρεπε να δοθεί προφορικά ενώπιον του αρμοδίου οργάνου και όχι να διατυπωθεί γραπτώς, ήταν αναιτιολόγητη, γενική και αόριστη, αποτελούσε απλή επανάληψη των στοιχείων των φακέλων και ήταν αντίθετη προς αυτά και παραβίαζε το πραγματικό καθεστώς αξιολόγησης των υποψηφίων.

Περαιτέρω ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίστηκε ότι η εισήγηση της Επιτροπής Προσωπικού ήταν αναιτιολόγητη και, αντίθετα από τα κριθέντα από το Δικαστήριο, μετέβαλλε τον ουσιώδη χρόνο αναδρομής της προαγωγής από την 1/1/91 στην 1/1/90, όπως αναιτιολόγητη ήταν, κατά την ίδια εισήγηση, και η απόφαση προαγωγής η οποία παρέμεινε στην ατεκμηρίωτη κρίση ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν του αιτητή.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 26(3) των περί Δημοτικής Υπηρεσίας Κανονισμών του Δήμου Λευκωσίας του 1976, η σύσταση του Τμηματάρχη αποτελεί στοιχείο κρίσεως το οποίο λαμβάνεται υπόψη από το Δημοτικό Συμβούλιο κατά τη διενέργεια των προαγωγών.

Το Δημοτικό Συμβούλιο ορθά αναζήτησε νέες συστάσεις από τον οικείο Τμηματάρχη εφόσον οι προηγούμενες κρίθηκαν δικαστικά ως ασύμφωνες με τα στοιχεία των φακέλων (Βλ. Δημήτριος Θεοκλήτου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 2007, ημ. 30/3/98 και Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 904, ημ. 11/9/92).

Περαιτέρω, εφόσον οι οικείες διατάξεις δεν προβλέπουν συγκεκριμένο τρόπο υποβολής των συστάσεων και εφόσον οι έγγραφες συστάσεις του Τμηματάρχη ημ. 10/9/96 δόθηκαν πριν από την επίδικη συνεδρίαση του Συμβουλίου ημ. 26/9/96 και δεν προκύπτει ότι κρίθηκαν ανεπαρκείς ή ότι έχρηζαν διευκρινίσεων, λήφθηκαν δε υπόψη κατά τη διενέργεια των προαγωγών, ο ισχυρισμός του αιτητή ότι ο Τμηματάρχης ώφειλε να παραστεί αυτοπροσώπως προς υποβολή συστάσεων, κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται. (Βλ. και, Ελπιδοφόρος Αλβάνης ν. ΑΤΗΚ, Υπ. Αρ. 195/95, ημ. 23/5/97, Μιχαλάκης Χατζηνικολαου ν. ΑΗΚ, Υπ. Αρ. 839/94, ημ. 31/10/95 και Αντώνης Γρηγορίου ν. ΑΗΚ, Υπ. Αρ. 411/98, ημ. 11/8/99).

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 26(3) των Κανονισμών κατά την πλήρωση θέσεων προαγωγής δεν απαιτείται αιτιολόγηση των συστάσεων του Προϊσταμένου, εάν όμως τέτοια αιτιολογία δίδεται, όπως εν προκειμένω, αυτή ελέγχεται δικαστικά. (Βλ. σχετικά, Κίκης Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 2037, ημ. 20/11/98).

Ο Τμηματάρχης σύστησε ως τους καταλληλότερους υποψηφίους για προαγωγή, αιτιολογώντας ως ακολούθως τους λόγους πρόκρισής τους:-

“Η εισήγηση γίνεται διότι τόσο ο κ. Τασουρής όσον και ο κ. Παναγίδης κατά τη διάρκεια της προαναφερθείσας υπηρεσίας επέδειξαν ζήλο, προθυμία και εξετέλεσαν τα καθήκοντά τους σε άριστο βαθμό.

Παράλληλα και εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι διατηρούν άριστες σχέσεις με τους συναδέλφους τους καθώς επίσης και με όσους έρχονται σε επικοινωνία κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.”.

Κριτήριο για τη νομιμότητα της σύστασης αποτελεί η συμφωνία του περιεχομένου της με τα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων και όταν αυτή αναφέρεται σε ιδιότητες των συστηνομένων οι οποίες απαριθμούνται και αξιολογούνται στις σχετικές στήλες των υπηρεσιακών εκθέσεων η νομιμότητα ελέγχεται με κριτήριο την έκταση της συμφωνίας της με τα αντίστοιχα επί μέρους στοιχεία αξιολόγησης των υπηρεσιακών εκθέσεων. (Βλ. σχετικά, Τάκης Γεωργιάδης ν. ΑΗΚ, Α.Ε. Αρ. 1589, ημ. 18/6/96).

Εν προκειμένω ο Διευθυντής αναφέρθηκε σε ιδιότητες των ενδιαφερομένων μερών, όπως ο ζήλος, η προθυμία, η άριστη εκτέλεση των καθηκόντων τους, οι άριστες σχέσεις και το αίσθημα συνεργασίας τους.

Όπως προκύπτει από τους φακέλους των υπηρεσιακών εκθέσεων των ετών 1983-1989 αιτητής και ενδιαφερόμενα μέρη αξιολογούντο στο ίδιο περίπου γενικό επίπεδο αξιολόγησης, Λίαν Καλός, με εξαίρεση την εμπιστευτική έκθεση του 1984 κατά την οποία ο αιτητής είχε βαθμολογηθεί ως Καλός και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των ετών 1983 και 1984 στις οποίες το ενδιαφερόμενο μέρος Τασουρής είχε επίσης αξιολογηθεί ως Καλός.

Όσον αφορά τις ιδιότητες του ζήλου, της προθυμίας και των σχέσεων στις οποίες, σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο Διευθυντής τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν του αιτητή και οι οποίες, εν γένει καλύπτονται από τα επί μέρους στοιχεία 2- Αφοσίωσις στο καθήκον, 3- Υπευθυνότης και 7- Συνεργασία/Σχέσεις των εμπιστευτικών εκθέσεων, προκύπτει ΟΤΙ, αιτητής και ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ίδια αξιολόγηση Λίαν Καλός στο στοιχείο 7 μεταξύ των ετών 1983-1987 με εξαίρεση την αξιολόγηση του αιτητή με “Καλός” στις εμπιστευτικές εκθέσεις των ετών 1984 και 1988 έναντι “Λίαν Καλός” των ενδιαφερομένων μερών και την αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου μέρους Τασουρή με “Εξαίρετος” στο ίδιο στοιχείο στην εμπιστευτική έκθεση του 1989 έναντι “Λίαν Καλός” του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους Παναγίδη.

Όσον αφορά το ζήλο στον οποίο αναφέρθηκε ο Διευθυντής και ο οποίος καλύπτεται από το στοιχείο 2 των επί μέρους στοιχείων προκύπτει ΟΤΙ αιτητής και ενδιαφερόμενα μέρη αξιολογούντο στο ίδιο επίπεδο, “Εξαίρετος” με εξαίρεση το έτος 1988 κατά το οποίο ο αιτητής αξιολογήθηκε ως “Λίαν Καλός” έναντι “Εξαίρετος” των ενδιαφερομένων μερών και το έτος 1984 κατά το οποίο ο αιτητής αξιολογήθηκε ως “Καλός” έναντι “Λίαν Καλός” των ενδιαφερομένων μερών.

Όσον αφορά την προθυμία η οποία αντιστοιχεί στο στοιχείο 3 των επί μέρους στοιχείων αιτητής και ενδιαφερόμενα μέρη αξιολογούντο στο ίδιο επίπεδο “Λίαν Καλός” με εξαίρεση το έτος 1989 κατά το οποίο ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος Παναγίδης αξιολογήθηκαν με “Λίαν Καλός” έναντι “Εξαίρετος” του ενδιαερόμενου μέρους Τασουρή.

Ο Διευθυντής ανέφερε επίσης ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετέλεσαν τα καθήκοντά τους σε άριστο βαθμό, ιδιότητα η οποία, κατά την άποψή μου, εμπίπτει στο στοιχείο 1 των εμπιστευτικών εκθέσεων και αφορά στην απόδοση ενός υπαλλήλου.

Από τα στοιχεία των φακέλων προκύπτει ότι ο αιτητής υπερείχε στο στοιχείο αυτό έναντι των ενδιαφερομένων μερών στις πιο πρόσφατες εμπιστευτικές εκθέσεις και, ειδικότερα, κατά το 1989 είχε αξιολογηθεί ως “Εξαίρετος” έναντι “Λίαν Καλός” των ενδιαφερομένων μερών, κατά το 1988 αιτητής και ενδιαφερόμενα μέρη αξιολογήθηκαν στο ίδιο επίπεδο “Λίαν Καλός”, κατά τα έτη 1986 και 1987 ο αιτητής αξιολογήθηκε και πάλι ως “Εξαίρετος” έναντι “Λίαν Καλός των ενδιαφερομένων μερών, κατά το 1985 ως “Λίαν Καλός” έναντι “Καλός” του ενδιαφερόμενου μέρους Τασουρή, το 1984 ως “Καλός” έναντι “Λίαν Καλός” του ενδιαφερόμενου μέρους Παναγίδη και κατά το 1983 αιτητής και ενδιαφερόμενα μέρη αξιολογήθηκαν στο ίδιο επίπεδο “Λίαν Καλός” στο ίδιο στοιχείο.

Οι ιδιότητες οι οποίες αποδόθηκαν από το Διευθυντή στα ενδιαφερόμενα μέρη αντιστοιχούσαν εν προκειμένω στα προαναφερθέντα επί μέρους στοιχεία αξιολόγησης των εμπιστευτικών εκθέσεων.

Οι εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων, οι οποίες ετοιμάζονται σε ανύποπτο χρόνο, αποτελούν τον κατ΄ εξοχή δείκτη της υπηρεσιακής ικανότητας των υποψηφίων και οι συστάσεις του Διευθυντή δεν τις υποκαθιστούν αλλά ελέγχονται, κατά πάγια νομολογία, από το βαθμό της συμφωνίας ή της ασυμφωνίας τους προς τα υπηρεσιακά στοιχεία. (Βλ. σχετικά, Ανδρέας Αγγελή ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 430/95, ημ. 9/2/96, Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 1524, ημ. 27/2/97, Κίκης Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 2037, ημ. 20/11/98 και Κύπρος Πετρίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 2077, ημ. 22/10/88).

Εν προκειμένω, οι προσδοθείσες από το Διευθυντή ιδιότητες στους συστηθέντες αντιστοιχούσαν προς βαθμολογημένα στοιχεία των εμπιστευτικών εκθέσεων και τα στοιχεία αυτά, ιδιαίτερα δε το στοιχείο της άριστης εκτέλεσης των καθηκόντων των συστηθέντων, το οποίο αντιστοιχεί στην Απόδοση, δεν στοιχειοθετούσε, με βάση τις σχετικές αξιολογήσεις, την προσδοθείσα από το Διευθυντή, υπεροχή των ενδιαφερομένων μερών έναντι του αιτητή. (Βλ. σχετικά, Στέλιος Στυλιανού ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 467/97, ημ. 4/5/99, Αναστασία Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 1014/97, ημ. 5/4/99, Βραχίμης Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 389/98, ημ. 30/9/99, Γεώργιος Μαυρομμάτης ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 8/98, ημ. 31/3/99, Πυγμαλίων Δημητριάδης ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 698/98, ημ. 30/9/99, Χαράλαμπος Ζαχαρία κ.ά. ν. ΑΗΚ, Υπ. Αρ. 925/97, ημ. 30/4/99 και Τάκης Ν. Γεωργιάδης ν. ΑΗΚ, Α.Ε. Αρ. 1589, ημ. 18/6/96).

Η σύσταση του Τμηματάρχη η οποία λήφθηκε υπόψη κατά τη διενέργεια των προαγωγών ήταν για τους πιο πάνω λόγους πλημμελής και οδηγεί την προσβαλλόμενη απόφαση η οποία στηρίχθηκε επ΄ αυτής σε ακύρωση.

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/Επσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο