LORDOS HOTELS HOLDINGS LTD ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Παραλιμνίου, Υπόθεση Αρ. 71/97, 18 Νοεμβρίου, 1999 LORDOS HOTELS HOLDINGS LTD ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Παραλιμνίου, Υπόθεση Αρ. 71/97, 18 Νοεμβρίου, 1999

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 71/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

LORDOS HOTELS HOLDINGS LTD

Αι τητών

- και -

Συμβουλίου Αποχετεύσεως Παραλιμνίου

Κα θ΄ ων η Αίτηση

-----------------

Αίτηση ημερ. 12.10.1999 για προσκόμιση μαρτυρίας

18 Νοεμβρίου, 1999.

Για τους αιτητές: Ι. Νικολάου

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Γ. Σεραφείμ για Τ. Παπαδόπουλο

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή τους οι αιτητές ζητούν “Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική απόφαση και/ή πράξη του καθ΄ ου η Αίτηση που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια εταιρεία ταχυδρομικώς κατά ή περί την 7.1.97 και διά της οποίας επεβλήθησαν στην αιτήτρια αποχετευτικά τέλη και/ή φορολογία είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.”

Οι αιτητές είναι, καθώς αναφέρεται, συνιδιοκτήτες γης στο Παραλίμνι εντός των ορίων του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου. Πρόκειται για τα τεμάχια 61, 66, 67 και 68 του Φ/Χ 33/56. Σε μέρος αυτής της γης βρίσκεται το ξενοδοχείο Golden Coast.

Εξουσία για την επιβολή τελών παρέχεται από το άρθρο 30 του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου του 1971 (Ν.1/1971). Παραθέτω το μέρος της διάταξης που εδώ ενδιαφέρει, όπως ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο, γιατί μεταγενέστερα τροποποιήθηκε με το Ν.5(1)/97:

“30.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν όπως, εντός των ορίων της περιοχής του, επιβάλλη και εισπράττη διά τοιαύτην χρονικήν περίοδον και κατά τοιούτον τρόπον, ως ήθελεν εκάστοτε καθορισθή-

(α) .................................................. .................................................< /P>

(β) έν τέλος επί των ιδιοκτητών ή κατόχων ακινήτου ιδιοκτησίας, οίτινες εξυπηρετούνται ή μέλλουν να εξυπηρετηθώσιν υπό των συστημάτων αποχετεύσεως λυμάτων ή ομβρίων υδάτων ή επωφελούνται ή μέλλουν ή δύνανται να επωφεληθώσιν εκ των τοιούτων έργων, είτε ομοιομόρφου ύψους επί εκάστης λίρας ή κλασματικού μέρους λίρας της εκτετιμημένης αξίας της ακινήτου ιδιοκτησίας, αναφορικώς προς την οποία καταβάλλεται το τέλος ή διά προοδευτικής φορολογίας, εδραζομένης επί της τοιαύτης αξίας· κατά τον καθορισμόν του τοιούτου τέλους δυνατόν να ληφθή ειδική πρόνοια διά την μείωσιν ή αύξησιν του τέλους δι’ ωρισμένας τάξεις ιδιοκτησίας, αναλόγως του σκοπού, δι΄ ον, η βαρυνομένη διά του τέλους ιδιοκτησία, χρησιμοποιείται, της φύσεως γενομένων εγκαταστάσεων και το προκύπτον εις την τοιαύτην ιδιοκτησίαν και τον ιδιοκτήτην ή κάτοχον αυτής όφελος·

.................................. .................................................. ....................”

΄Επειτα, σε ό,τι μας αφορά, το ζήτημα ρυθμίζεται από τους περί Αποχετεύσεων Παραλιμνίου Κανονισμούς του 1992 (Κ.Δ.Π. 261/92 όπως τροποποιήθηκαν με την Κ.Δ.Π. 202/93. Πιο άμεσα σχετικοί είναι οι Κανονισμοί 32, 33 και 34 όπου προβλέπονται τα εξής:

“32. Ο ιδιοκτήτης, ή ο κάτοχος υποστατικού το οποίο βρίσκεται μέσα στην περιοχή η οποία θα εξυπηρετηθεί ή μπορεί να εξυπηρετηθεί από το σύστημα αποχέτευσης λυμάτων του Συμβουλίου το οποίο θα κατασκευαστεί σύμφωνα με τα σχέδια τα οποία έχουν κατατεθεί στο Γραφείο του Συμβουλίου, πρέπει να καταβάλλει ετήσιο τέλος, το οποίο καθορίζει το Συμβούλιο και το οποίο δεν υπερβαίνει ποσοστό επτά τοις χιλίοις επί της εκτιμημένης αξίας του ακινήτου, αναφορικά με το οποίο είναι πληρωτέο το τέλος, όπως αυτή είναι εγγεγραμμένη ή καταχωρημένη στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Αμμοχώστου. Το τέλος αυτό καταβάλλεται με τρόπο ο οποίος εκάστοτε καθορίζεται από το Συμβούλιο.

33. Για τους σκοπούς του Κανονισμού 32 αν, κατά το χρόνο καθορισμού του ετήσιου τέλους οποιουδήποτε χρόνου, κάποιο ακίνητο περιλαμβάνει οικοδομές οι οποίες δεν είναι ακόμη εγγεγραμμένες ή καταχωρημένες στα βιβλία του Επαρχιακού Κτηματολογίου Αμμοχώστου και δεν έχουν ληφθεί υπόψη ακόμη για τον καθορισμό της εκτιμημένης αξίας του ακινήτου στα πιο πάνω βιβλία, το Συμβούλιο μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια του Επαρχιακού Κτηματολογίου Αμμοχώστου για τον υπολογισμό της αξίας την οποία θα είχαν οι οικοδομές αυτές κατά το χρόνο καθορισμού της εκτιμημένης αξίας του ακινήτου και, με βάση το σύνολο της αξίας αυτής και της εκτιμημένης αξίας του ακινήτου, αφού προστεθούν, μπορεί να επιβάλλει επιπρόσθετο ετήσιο τέλος για κάθε οικοδομή μέχρι να περιληφθούν αυτές οι οικοδομές στα πιο πάνω βιβλία, οπότε το ετήσιο τέλος που έχει ήδη καταβληθεί θα αναπροσαρμόζεται με βάση την αναθεωρημένη εκτιμημένη αξία των οικοδομών αυτών η οποία θα έχει καθοριστεί στα πιο πάνω βιβλία και κάθε επιπλέον ποσό το οποίο εισπράχθηκε, θα επιστρέφεται στο δικαιούχο, ενώ, στην περίπτωση που εισπράχθηκε ποσό το οποίο είναι μικρότερο, η διαφορά θα καταβάλλεται από τον ιδιοκτήτη ή τον κάτοχο.

34. Τα τέλη που επιβάλλονται δυνάμει του κανονισμού 32 είναι πληρωτέα κάθε χρόνο κατά το χρόνο ή χρόνους και στον τόπο ή τόπους τους οποίους εκάστοτε θα καθορίζει το Συμβούλιο με γνωστοποίησή του η οποία θα δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και σε τρεις ημερήσιες εφημερίδες.”

Για το έτος 1993, γνωστοποιήθηκε με την Κ.Δ.Π.266/93 ότι το Συμβούλιο Αποχετεύσεων Παραλιμνίου αποφάσισε τον καθορισμό του ύψους των πληρωτέων τελών με αναφορά σε τρεις κατηγορίες ακινήτων, όπως και τον τρόπο καταβολής των τελών. Τα ξενοδοχεία κατατάγηκαν στην Κατηγορία Α΄ μαζί με τα Οργανωμένα Τουριστικά Διαμερίσματα ως εξής:

 

 

“ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α΄

Ακίνητη περιουσία η οποία είναι καταχωρημένη στα βιβλία του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Αμμοχώστου ως -

(α) Ξενοδοχείο

(β) Οργανωμένα Τουριστικά Διαμερίσματα.

Τέλος 6,10 τοις χιλίοις πάνω στην εκτιμημένη αξία του ακινήτου όπως αυτή είναι γραμμένη ή καταχωρημένη στα βιβλία του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Αμμοχώστου και η οποία βρίσκεται στην Περιοχή του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου.”

Οι αιτητές προβάλλουν κατ΄ αρχάς ότι οι καθ΄ ων δεν προέβησαν σε οποιαδήποτε έρευνα ή σε δέουσα έρευνα, με αποτέλεσμα την πλάνη περί τα πράγματα, η οποία οδήγησε και σε πλάνη περί το νόμο. Είναι η θέση των αιτητών πρώτο, ότι οι καθ΄ ων πλανήθηκαν ως προς το ποία ήταν η εκτιμημένη αξία των ακινήτων, με αποτέλεσμα να στηριχθούν εξ ολοκλήρου στον Καν. 32, ενώ “ο υπολογισμός των τελών θα έπρεπε να είναι το άθροισμα των τελών το οποίο προκύπτει από τις πρόνοιες των Κανονισμών 32 και 33 ήτοι (α) επί της εκτιμημένης αξίας της γης των ακινήτων με βάση τις αξίες που έχουν δημοσιευτεί με την Κ.Δ.Π. 97/87, συμφώνως των προνοιών του Καν. 32 και (β) επί της εκτιμημένης αξίας των οικοδομών η οποία έχει διενεργηθεί κατά ή περί το έτος 1991, συμφώνως του Καν. 33”. Δεύτερο, ότι οι καθ΄ ων ενήργησαν κατά παράβαση του άρθρου 30 (1) (β) του Νόμου, το οποίο ήδη παρέθεσα, αφού δεν έλαβαν υπόψη τις εγκαταστάσεις των αιτητών ως προς τις αποχευτεύσεις - με σύστημα επεξεργασίας λυμάτων - και το όφελος που προέκυπτε ώστε να γίνει διαφοροποίηση μεταξύ, αφενός, ξενοδοχείων και, αφετέρου, τουριστικών διαμερισμάτων τα οποία δεν διέθεταν τέτοιες εγκαταστάσεις και για τα οποία η σύνδεση με το αποχετευτικό είχε χρησιμότητα, ή τουλάχιστο χρησιμότητα κατά πολύ μεγαλύτερη από ό,τι για τους αιτητές. Τρίτο, ότι η προαναφερθείσα Κ.Δ.Π. 266/93 εκβαίνει τα όρια της νομοθετικής εξουσιοδότησης στην έκταση που αφορά τα τεμάχια 67 και 68 αφού αυτά βρίσκονται μέσα στη ζώνη προστασίας της παραλίας, της καθορισθείσας με τη Δ.Π. 98/73 και το ξενοδοχείο Golden Coast δεν είναι μέσα σε αυτά· που σημαίνει ότι εν πάση περιπτώσει δεν επωφελούνται ούτε μπορεί να επωφεληθούν από το σύστημα αποχέτευσης.

΄Επειτα, οι αιτητές προβάλλουν ότι ο τρόπος με τον οποίο οι καθ΄ ων αντίκρυσαν το ζήτημα απέληγε, ενόψει των όσων επεσήμαναν και τα οποία ήδη ανέφερα σε αδρές γραμμές, σε κατάχρηση εξουσίας· ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε ή δέουσα αιτιολογία· και ότι, για τους ήδη εκτεθέντες λόγους, υπήρξε ανισότητα στη μεταχείριση κατά παράβαση του ΄Αρθρου 28 του Συντάγματος.

Με ενδιάμεση αίτηση ημερ. 12 Οκτωβρίου 1999 οι αιτητές επιδιώκουν την παραχώρηση άδειας για προσκόμιση μαρτυρίας υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων προκειμένου να αποδείξουν ότι:

“α. Οι συνολικές αξίες των ακινήτων που οι καθ΄ ων η αίτηση έλαβαν υπόψη κατά τον υπολογισμό και καθορισμό των αποχετευτικών τελών δεν ήταν η αξία των ακινήτων η οποία υπολογίσθηκε μέσα στα πλαίσια γενικής εκτίμησης, δυνάμει των προνοιών του άρθρου 69 (1) του Περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου και συνεπώς πεπλανημένα και/ή παράνομα τα τέλη υπελογίσθησαν δυνάμει του Καν. 32 της ΚΔΠ 261/92.

β. Οι καθ΄ ων η αίτηση κατά την κατάταξη των περιουσιών σε κατηγορίες, παραγνώρισαν παντελώς και/ή δεν έλαβαν υπόψη ως στοιχείο το όφελος το οποίο προκύπτει στις ιδιοκτησίες που επιβαρύνονται με τέλος και στον ιδιοκτήτη ή κάτοχο της από τη χρήση του αποχετευτικού συστήματος. Ειδικότερα στα ξενοδοχεία, διαμερίσματα και οργανωμένα συγκροτήματα, τα οποία διατηρούν λειτουργούν δικό τους σύστημα επεξεργασίας λυμάτων, το όφελος δεν είναι το ίδιο με εκείνο των ξενοδοχείων, διαμερισμάτων ή οργανωμένων συγκροτημάτων, τα οποία δεν διαθέτουν δικό τους σύστημα επεξεργασίας λυμάτων.

γ. Οι καθ΄ ων η αίτηση πεπλανημένα έκριναν ότι ο σταθμός επεξεργασίας λυμάτων στο ξενοδοχειακό συγκρότημα της αιτήτριας ήταν ακατάλληλος και ανθυγειινός, γεγονός το οποίο όχι μόνο δεν προκύπτει από τα ενώπιον τους στοιχεία αλλά και δεν ανταποκρίνεται στα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης.

δ. Το πραγματικό όφελος από τη χρήση του αποχετευτικού συστήματος διά τα ξενοδοχεία, διαμερίσματα και οργανωμένα συγκροτήματα που διαθέτουν δικό τους σύστημα επεξεργασίας λυμάτων και εκείνων που δεν διαθέτουν, δεν είναι το ίδιο και/ή το μέγεθος των ξενοδοχείων δεν μπορεί να διασφαλίσει την ίση κατανομή βαρών και συνεπώς η κατάταξη των περιουσιών σε κατηγορίες και ο καθορισμός των τελών είναι αυθαίρετη, καταχρηστική και παράνομη.

ε. Η κατασκευή του αποχετευτικού συστήματος όχι μόνο δεν άρχισε, αλλά ούτε και ο σχεδιασμός του δεν έχει ολοκληρωθεί και πρόωρα προβάλλεται ότι η αιτήτρια είχε υποχρέωση να συνδεθεί μετά του αποχετευτικού συστήματος δυνάμει του άρθρου 33 του Νόμου 1/71 και συνεπώς πεπλανημένα δεν έλαβε υπόψη την κεφαλαιουχική δαπάνη για την κατασκευή του υποσταθμού τριτοβάθμιας επεξεργασίας, το λειτουργικό κόστος μέχρι τη λειτουργία του κεντρικού συστήματος και το πραγματικό όφελος της αιτήτριας από τη χρήση του αποχετευτικού συστήματος.

στ. Τα τεμάχια 67 και 68 δεν εξυπηρετούνται ούτε δύνανται να εξυπηρετηθούν από το σύστημα αποχετεύσεως λυμάτων ή να επωφεληθούν εκ του έργου αυτού και συνεπώς παράνομα επιβλήθησαν τα επίδικα τέλη.”

Ο συνήγορος των καθ΄ ων δεν ενέστη στην εν λόγω αίτηση αλλά ζήτησε όπως, σε περίπτωση έγκρισης, να επιτραπεί το ίδιο και στους καθ΄ ων.

Η εξουσία του Δικαστηρίου να επιτρέπει μαρτυρία είναι δεδομένη. Εξειδικεύεται στον Καν. 10(2) του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, όπως τροποποιήθηκε το 1975, για να περιλαμβάνει ρητώς τις ένορκες δηλώσεις, η δε εμβέλεια εξηγήθηκε νομολογιακά. Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοκρατία v. C. Kassinos Contruction Ltd Α.Ε. 982 και 983, ημερς. 16.11.1990 την οποία έδωσε ο Νικήτας, Δ., περικλείει ό,τι χρειάζεται να λεχθεί εδώ:

“Ο ρυθμιστικός ρόλος του δικαστηρίου σε θέματα διαδικασίας και απόδειξης στη διοικητική δίκη είναι διάφορος και ευρύτερος από αυτόν που επιτρέπει το δικονομικό σύστημα που επικρατεί στην πολιτική δίκη. Η διαφορά εκπηγάζει από την ύπαρξη και εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας σε συνδυασμό με τη φύση του ανακριτικού συστήματος. Σε αντίθεση με το σύστημα της αντιδικίας, που διέπει την πολιτική δίκη και που η ευθύνη για την εισαγωγή μαρτυρίας βαρύνει τους διαδίκους, στο ανακριτικό σύστημα η πρωτοβουλία ανήκει και στο δικαστή. Οι αρχές αυτές είναι διάχυτες στο διαδικαστικό κανονισμό του 1962. Στον Γ. Παπαχατζή “Μελέται επί του Δικαίου των Διοικητικών Διαφορών” στη σελ. 136 συναντούμε την ακόλουθη εύστοχη παρατήρηση επί του θέματος.

΄Ο δικαστής, ουχί δι΄ οι διάδικοι, διευθύνει την έρευναν του πραγματικού μέρους της υποθέσεως.’

Η απόφαση Κυριακίδης, ανωτέρω, διακήρυξε:

΄With regard to the law and rules of evidence, in particular, this Court, of course, will first look for guidance to the law and rules of evidence applicable in Cyprus in respect of other courts but whenever it deems it necessary for the proper fulfilment of its mission under the Constitution it will not hesitate to relax or even depart from such law and rules of evidence΄.”

Τα όσα στην προκείμενη περίπτωση προτείνονται από τους αιτητές ως θέματα για τα οποία είναι αναγκαία η λήψη μαρτυρίας αποτελούν, καθώς μου φαίνεται σε αυτό το στάδιο, είτε θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο το οποίο θα έπρεπε να είχε καλύψει η έρευνα των καθ΄ ων, με νομικές επιπτώσεις ανάλογες με τις όποιες διαπιστώσεις, όπως το (α), (γ) και (στ) ανωτέρω, είτε, επιχειρήματα ως προς παράγοντες που θα έπρεπε να προσμετρούσαν και την αξία τους, όπως το (β), (δ) και (ε) ανωτέρω. Για μεν τα πρώτα, το ζητούμενο του ελέγχου νομιμότητας, στον οποίο θα προβώ, είναι μόνο το κατά πόσο οι καθ΄ ων διενήργησαν ή όχι δέουσα έρευνα ως προς καθετί σχετικό που θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη: δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η διενέργεια της. Για δε τα επιχειρήματα, αυτά, καθώς μου φαίνεται, αναφέρονται σε παράγοντες προφανείς η προώθηση των οποίων δεν εξαρτάται από τη θεμελίωση συγκεκριμένων γεγονότων. Δεν διακρίνω λοιπόν σχετικότητα της προτεινόμενης μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα.

Η αίτηση δεν εγκρίνεται. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αν, στην περαιτέρω πορεία, προκύψει ότι ενδέχεται να καταστεί χρήσιμη η λήψη μαρτυρίας αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα δεν θα ήταν δυνατό να δοθούν οδηγίες ανάλογα.

Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς διαταγή για έξοδα.

 

 

Γ. Κ. Νικολάου,

Δ.

 

/Χ.Θ.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο