Χαραλαμπίδης Χρίστος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 73

(1999) 4 ΑΑΔ 73

[*73]27 Ιανουαρίου, 1999

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ, Φ/ΔΙ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ

ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 759/96)

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Σύνταγμα, Άρθρο 28 ― Αρχή της ισότητας ― Επιβάλλει στη διοίκηση την ίση μεταχείριση των διοικουμένων που βρίσκονται κάτω από τις ίδιες συνθήκες ― Παραβίαση της αρχής στην περίπτωση όπου ειδικό επίδομα δε δόθηκε σε Ανώτερο Ειδικό Ιατρό μετά την προαγωγή του στη θέση αυτή, παρά το γεγονός ότι οι κατέχοντες τη θέση αυτή παίρνουν τέτοιο επίδομα μετά από συμφωνία.

Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του, την απόφαση απόρριψης του αιτήματός του να του αναγνωριστεί δικαίωμα καταβολής επιδόματος δεύτερης αναμονής, το οποίο υπέβαλε μετά την προαγωγή του στη θέση Ανώτερου Ειδικού Ιατρού (Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας), επικαλούμενος συμφωνία της Κυβερνητικής με την δημοσιοϋπαλληλική πλευρά.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

H αρχή της ισότητας η οποία κατοχυρώνεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος, επιβάλλει στη διοίκηση κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας την εφαρμογή της ίσης ή ομοιόμορφης μεταχείρισης των διοικουμένων που βρίσκονται κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Στόχος είναι η κατοχύρωση του ατόμου από κάθε αυθαίρετη διάκριση, χωρίς ωστόσο να αποκλείονται εύλογες διακρίσεις οι οποί[*74]ες επιβάλλεται να γίνονται ως εκ της φύσεως των πραγμάτων. Γι’ αυτό, έχει ερμηνευθεί πως η φράση «ίσοι ενώπιον του νόμου» του Άρθρου 28.1 του Συντάγματος, δεν έχει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας.

Στην προκείμενη περίπτωση μεταξύ των καθηκόντων της θέσης Ανώτερου Ειδικού Ιατρού είναι και να προΐσταται κλινικής ή τμήματος κυβερνητικού ιατρικού ιδρύματος και να είναι υπεύθυνος για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία της μονάδος που προΐσταται. Η εκτέλεση αυτού του καθήκοντος ως εκ της φύσεώς του δεν υπόκειται στους χρονικούς περιορισμούς των κανονικών ωρών εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων. Η φύση του καθήκοντος προδήλως επιβάλλει στον Ανώτερο Ειδικό Ιατρό, είτε κατέχει θέση προϊσταμένου νοσοκομείου, είτε θέση προϊσταμένου κλινικής, την άσκηση συνεχούς εποπτείας χάριν της υγείας των ασθενών και της εύρυθμης και ομαλής λειτουργίας του νοσοκομείου, της κλινικής ή του τμήματος του οποίου προΐσταται. Σε περιπτώσεις σοβαρών περιστατικών, ο προϊστάμενος έχει καθήκον να ενημερώνεται για την εξέλιξη της θεραπείας ενός ασθενούς της κλινικής του από τον επί καθήκοντι υφιστάμενό του και να επεμβαίνει όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο για παροχή κάθε είδους συνδρομής, είτε στον τομέα της διοίκησης της κλινικής, είτε στην εκτέλεση των καθαρά ιατρικών καθηκόντων. Η θέση του Ανώτερου Ειδικού Ιατρού ως προϊσταμένου της κλινικής και τα καθήκοντα με τα οποία είναι επιφορτισμένος να εκτελεί με βάση το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης δεν παρέχουν ευχέρεια άρνησης εκτέλεσης καθήκοντος με τη δικαιολογία ότι η ευθύνη κατά τις μη εργάσιμες ώρες ανήκει αποκλειστικά στον εν αναμονή ή τον επί καθήκοντι υφιστάμενο.

Η καταβολή επιδόματος προς ορισμένους Ανώτερους Ειδικούς Ιατρούς με βάση την προαναφερθείσα ρύθμιση, συνιστά χρηματική ικανοποίηση πέραν της κανονικής μισθοδοσίας που προβλέπουν τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης. Το επίδομα καταβάλλεται ως αντάλλαγμα εκτέλεσης θεσμοθετημένων καθηκόντων, που εν πάση περιπτώσει, οι Ανώτεροι Ειδικοί Ιατροί έχουν υποχρέωση να εκτελούν εκτός των κανονικών ωρών εργασίας. Η ορθότητα της ρύθμισης και οι λόγοι που την επέβαλαν δεν αποτελούν αντικείμενο κρίσης στην παρούσα υπόθεση. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η φύση των καθηκόντων του Ανώτερου Ειδικού Ιατρού παραμένει αναλοίωτη ανεξαρτήτως καταβολής ή μη επιδομάτων η όποιων άλλων χρηματικών αντιπαροχών. Η μισθοδοσία με βάση τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης είναι βέβαιο ότι καλύπτει κάθε περίπτωση εκτέλεσης προβλεπόμενου καθήκοντος σε οποιαδήποτε ώρα. Η όποια προσπάθεια σύγκρισης για σκοπούς διαβάθμισης ή προσδιορισμού της σοβαρότητας των καθηκόντων του Ανώτερου Ειδικού Ιατρού (Ψυχιατρικές Υπηρεσίες) και των καθηκόντων συναδέλφων [*75]του άλλων ειδικοτήτων δεν οδηγεί σε οτιδήποτε που θα μπορούσε να αποτελέσει βάσιμο κριτήριο δικαιολόγησης της διάκρισης που οι καθ’ ων η αίτηση θέλουν να διατηρούν μεταξύ του αιτητή και άλλων Ανώτερων Ειδικών Ιατρών προς τους οποίους καταβάλλεται το εν λόγω επίδομα.

Στην προκείμενη περίπτωση η ομοιογένεια της μεταξύ της υπό εξέταση περίπτωσης του αιτητή και των περιπτώσεων των άλλων εικοσιπέντε συναδέλφων του, στους οποίους καταβάλλεται επίδομα δεύτερης αναμονής, είναι ουσιαστική και δικαιολογεί όμοια μεταχείριση.

H προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Μαυρογένης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 441,

Νικολαΐδου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 7.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση με την οποία απέρριψαν το αίτημα του αιτητή, που κατέχει τη θέση Ανώτερου Ειδικού Ψυχιάτρου στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, για αναγνώριση δικαιώματος καταβολής επιδόματος δεύτερης αναμονής ως Προϊσταμένου Κλινικής Κυβερνητικού Ιδρύματος.

Χρ. Ιερείδης, για τον Αιτητή.

Θ. Μαυρομουστάκη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

KΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, μετά την προαγωγή του στη θέση Ανώτερου Ειδικού Ιατρού (Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας) με επιστολή του προς το Υπουργείο Υγείας διεκδίκησε αναγνώριση δικαιώματος καταβολής επιδόματος δεύτερης αναμονής.

Επίδομα δεύτερης αναμονής καταβάλλεται σε εικοσιπέντε Ανώτερους Ειδικούς Ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων οι οποίοι κατέχουν θέση ανάλογη με αυτή του αιτητή. Η καταβολή του επιδόματος γίνεται στα πλαίσια ρύθμισης υπό μορφή συμφωνίας μεταξύ της επίσημης κυβερνητικής πλευράς και της δημοσιοϋπαλληλικής, η [*76]οποία ισχύει και εφαρμόζεται από το 1986.

Οι καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν το αίτημα του αιτητή για τους πιο κάτω λόγους που αναφέρονται στην επιστολή τους ημερομηνίας 12.7.96 προς τους δικηγόρους του αιτητή, ήτοι:

(α)       Η θέση Ανώτερου Ειδικού Ψυχιάτρου δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το 1994 και ο Δρ. Χαραλαμπίδης είναι ο πρώτος που διορίστηκε σ΄ αυτή τη θέση. Στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας σε κανένα ιατρό δεν χορηγήθηκε επίδομα δεύτερης αναμονής μέχρι σήμερα.

(β)       Ανεξάρτητα με τα πιο πάνω, ακόμη και στο Τμήμα Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας το επίδομα δεύτερης αναμονής δεν χορηγείται αυτόματα με την προαγωγή στη θέση Ανώτερου Ειδικού. Τέτοιο επίδομα χορηγείται σήμερα σε ορισμένους προϊσταμένους κλινικών.

(γ)        Το Υπουργείο Υγείας επανεξετάζει το όλο σύστημα επιδομάτων αναμονής και δεν πρόκειται προς το παρόν να εγκρίνει αιτήματα για χορήγηση επιδόματος σε νέες περιπτώσεις, περιλαμβανομένης και αυτής του Δρα Χαραλαμπίδη.

Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση. Οι θεραπείες που ζητά είναι:

"1.   Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ’ ων η αίτηση που περιέχεται στην επιστολή των με αρ. 20.12.1.01(3) και ημερ. 12.7.96 προς τους δικηγόρους του Αιτητή με την οποίαν οι καθ’ ων η αίτηση αρνούνται και/ή παραλείπουν να επεκτείνουν το από το 1987 εγκεκριμένο και εφαρμοστέο Σχέδιο καθηκόντων αναμονής σε Προϊσταμένους Κλινικών στο Τμήμα Ιατρικών Υπηρεσιών/Υπηρεσιών Δημοσίας Υγείας ούτως ώστε να καλύπτει και τον Αιτητή που κατέχει την θέση Ανωτέρου Ειδικού Ψυχιάτρου στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας από τις 15.5.95, είναι άκυρη και στερημένη οιουδήποτε αποτελέσματος.

2.  Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη των καθ’ ων η αίτηση που περιέχεται στην επιστολή τους με αρ. 20.12.1.01(3) και ημερ. 12.7.96 προς τους δικηγόρους του Αιτητή με την οποίαν οι καθ’ ων η αίτηση αρνούνται να χορηγήσουν στον Αιτητή που κατέχει από τις 15.5.95 την θέση Ανωτέρου Ειδικού Ψυχιάτρου επίδομα δεύτερης αναμονής ως Προϊσταμέ[*77]νου Κλινικής Κυβερνητικού Ιδρύματος σύμφωνα με το εγκεκριμένο και εφαρμοστέο από το 1987 Σχέδιο καθηκόντων αναμονής σε Προϊσταμένους Κλινικών είναι άκυρη και/ή ακυρώσιμη και όπως ό,τι οι καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να πράξουν και/ή αποφασίσουν πρέπει να διενεργηθεί, και 3. Εξοδα."

Η άρνηση των καθ’ ων η αίτηση να εγκρίνουν το αίτημα του αιτητή για αναγνώριση δικαιώματος καταβολής επιδόματος δεύτερης αναμονής με βάση την ισχύουσα ρύθμιση, συνιστά κατά τον αιτητή, παραβίαση της αρχής της ισότητας η οποία κατοχυρώνεται από το άρθρο 28 του Συντάγματος και δημιουργεί σε βάρος του συνθήκες άνισης μεταχείρισης και δυσμενούς διάκρισης τις οποίες υφίσταται.

Οι καθ’ ων η αίτηση αντέταξαν σειρά επιχειρημάτων για να καταδείξουν πως στην προκείμενη περίπτωση δεν έχει παραβιασθεί η αρχή της ισότητας ούτε και προκλήθηκε άνιση μεταχείριση ή δυσμενής διάκριση σε βάρος του αιτητή.  Η επιχειρηματολογία τους  συνοψίζεται στα εξής:

(α)  Ο αιτητής είναι προϊστάμενος νοσοκομείου (νοσοκομείο Αθαλάσσας). Το επίδομα δεύτερης αναμονής αφορά προϊσταμένους κλινικών. Το νοσοκομείο δυνατό να συμπεριλαμβάνει διάφορες κλινικές και η κάθε μια έχει τον δικό της προϊστάμενο για κάθε ειδικότητα.

(β)  Το επίδομα δεύτερης αναμονής δεν χορηγείται αυτόματα με την προαγωγή στη θέση ανώτερου ειδικού. Χορηγείται σε ορισμένους προϊσταμένους κλινικών ορισμένων ειδικοτήτων για τις οποίες κρίθηκε από την αρμόδια αρχή κατόπιν σχετικής έρευνας ότι το επίδομα δεύτερης αναμονής είναι απαραίτητο λόγω της συχνότητας των εκτάκτων κλήσεων και ή περιστατικών.

(γ)  Επειδή ο Διευθυντής Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας  απαιτείται να είναι κάτοχος ειδικών προσόντων για να είναι σε θέση να εκτελεί τα καθήκοντα της ειδικότητας της ψυχιατρικής, κατά τεκμήριο, έχει και τον τελευταίο λόγο σε θέματα που αφορούν την ειδικότητα. Αντίθετα ο Διευθυντής του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών δεν είναι σε θέση να χειρίζεται οποιαδήποτε περιστατικά ειδικοτήτων εφόσον δεν κατέχει τα σχετικά προσόντα που απαιτεί κάθε ειδικότητα όπως φαίνεται στο σχετικό σχέδιο υπηρεσίας της θέσης.

[*78](δ)           Η διευθέτηση σε ό,τι αφορά την κατανομή των καθηκόντων των ειδικών ιατρών στο Τμήμα Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας δεν γίνεται πάνω σε μόνιμη βάση αλλά είναι στην αρμοδιότητα της διεύθυνσης να προβεί σε οποιαδήποτε στιγμή σε άλλες διευθετήσεις εάν και εφόσον τούτο κριθεί αναγκαίο.

(ε)  Ο αιτητής δεν έχει αποδείξει ότι χρειάστηκε να κληθεί σ’ οποιαδήποτε περίπτωση  και όπως αναφέρει σε σχετική επιστολή του δεν έχει συγκεντρωμένες τις ημερομηνίες που κλήθηκε γιατί δεν του είχαν ζητηθεί.

(στ)      Στην παράγραφο 7 της συμφωνίας αναφέρεται ότι "στις κλινικές στις οποίες δεν θα ισχύει το σύστημα της ενεργού εφημερίας θα εξακολουθήσει να εφαρμόζεται το σύστημα το οποίο ισχύει από 1.11.1986 με τη διαφορά ότι η αποζημίωση θα καθοριστεί κατ’ αποκοπή με βάση τα στοιχεία του Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 1986 τα οποία έχουν εξακριβωθεί και ελεγχθεί". Με βάση αυτή την πρόνοια, ο αιτητής μπορεί να αποζημιώνεται για κάθε έκτακτη κλήση.

(ζ)  Το επίδομα "second on call" έχει παραχωρηθεί σε ορισμένες ειδικότητες των ιατρικών υπηρεσιών, υπηρεσιών δημόσιας υγείας που είναι πολυάσχολες μέρα και νύχτα με συχνές κλήσεις των ειδικών ιδιαίτερα σε κλινικές όπου ανθρώπινες ζωές μπορούν να τεθούν σε κίνδυνο. Η ειδικότητα της  ψυχιατρικής των υπηρεσιών ψυχικής υγείας δεν περιελήφθη στις ειδικότητες αυτές και η τότε διεύθυνση, κατά την υπογραφή της αναφερόμενης συμφωνίας δεν είχε αντίρρηση αναγνωρίζοντας τα πιο πάνω.

(η)  Το σχέδιο υπηρεσίας για τη θέση που κατέχει ο αιτητής είναι διαφορετικό από τα αντίστοιχα στις υπηρεσίες δημόσιας υγείας.

Η αρχή της ισότητας η οποία κατοχυρώνεται από το άρθρο 28 του Συντάγματος, επιβάλλει στη διοίκηση κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας την εφαρμογή της ίσης ή ομοιόμορφης μεταχείρισης των διοικουμένων που βρίσκονται κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Στόχος είναι η κατοχύρωση του ατόμου από κάθε αυθαίρετη διάκριση, χωρίς ωστόσο να αποκλείονται εύλογες διακρίσεις οι οποίες επιβάλλεται να γίνονται ως εκ της φύσεως των πραγμάτων. Γι’ αυτό, έχει ερμηνευθεί πως η φράση "ίσοι ενώπιον του νόμου" του άρθρου 28.1 του Συντάγματος, δεν έχει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας. Στην Γεώργιος Μαυρογένης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 441, η εμβέλεια του κα[*79]νόνα προσδιορίζεται συνοπτικά από την Ολομέλεια ως εξής:

"Η αρχή της ισότητας η οποία κατοχυρώνεται από το άρθρο 28 του Συντάγματος, έχει ως λόγο την ομοιογένεια των υποκειμένων και αντικειμένων του δικαίου και, κατ’ επέκταση, τον αποκλεισμό διακρίσεων μεταξύ ομοιογενών πραγμάτων και της εξίσωσης ανομοιογενών πραγμάτων (βλ. μεταξύ άλλων, Argosy Trading Co Ltd v. Δημοκρατίας (1991) 4(Α) Α.Α.Δ. 753). Η αρχή της ισότητας δεσμεύει τόσο τον νομοθέτη όσο και κάθε διοικητική Αρχή, συνεπώς όχι μόνο οι νόμοι αλλά και οι διοικητικές αποφάσεις πρέπει να συνάδουν με τα εχέγγυα της ισότητας που κατοχυρώνει το άρθρο 28. Η αρχή αυτή συνάγεται ευθέως από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 179 του Συντάγματος (βλ. μεταξύ άλλων, Νικολάου κ.ά. ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1991) 4(Β) Α.Α.Δ. 1684). Εφόσο διαπιστώνεται ανομοιογένεια μεταξύ των υποκειμένων ή αντικειμένων του δικαίου, παρέχεται ευχέρεια στην αρμόδια διοικητική Αρχή να προβεί σε διακρίσεις."

Στην προκείμενη περίπτωση μεταξύ των καθηκόντων της θέσης  Ανώτερου Ειδικού Ιατρού είναι και να προΐσταται κλινικής ή τμήματος κυβερνητικού ιατρικού ιδρύματος και να είναι υπεύθυνος για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία της μονάδος που προΐσταται. Έχω τη γνώμη ότι τα ευρύτερα πλαίσια αυτού του καθήκοντος περιλαμβάνουν όχι μόνο την άσκηση διοίκησης και εποπτείας επί του προσωπικού της κλινικής ή του τμήματος κυβερνητικού ιατρικού ιδρύματος του οποίου προΐσταται ο Ανώτερος Ειδικός Ιατρός αλλά και την ιατρική περίθαλψη και φροντίδα της υγείας των ασθενών οι οποίοι νοσηλεύονται στην κλινική ή το κυβερνητικό ιατρικό ίδρυμα. Η εκτέλεση αυτού του καθήκοντος ως εκ της φύσεώς του δεν υπόκειται στους χρονικούς περιορισμούς των κανονικών ωρών εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων. Η φύση του καθήκοντος προδήλως επιβάλλει στον Ανώτερο Ειδικό Ιατρό, είτε κατέχει θέση προϊσταμένου νοσοκομείου είτε θέση προϊσταμένου κλινικής, την άσκηση συνεχούς εποπτείας χάριν της υγείας των ασθενών και της εύρυθμης και ομαλής λειτουργίας του νοσοκομείου, της κλινικής ή του τμήματος του οποίου προΐσταται. Σε περιπτώσεις σοβαρών περιστατικών ο προϊστάμενος έχει καθήκον να ενημερώνεται για την εξέλιξη της θεραπείας ενός ασθενούς της κλινικής του από τον επί καθήκοντι υφιστάμενό του και να επεμβαίνει όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο για παροχή κάθε είδους συνδρομής είτε στον τομέα της διοίκησης της κλινικής είτε στην εκτέλεση των καθαρά ιατρικών καθηκόντων. Η θέση του Ανώτερου Ειδικού Ιατρού ως προϊσταμένου της κλινικής και τα καθήκοντα με τα οποία [*80]είναι επιφορτισμένος να εκτελεί με βάση το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης δεν παρέχουν ευχέρεια άρνησης εκτέλεσης καθήκοντος με τη δικαιολογία ότι η ευθύνη κατά τις μη εργάσιμες ώρες ανήκει αποκλειστικά στον εν αναμονή ή τον επί καθήκοντι υφιστάμενο.

Η καταβολή επιδόματος προς ορισμένους Ανώτερους Ειδικούς Ιατρούς με βάση την προαναφερθείσα ρύθμιση, συνιστά χρηματική ικανοποίηση πέραν της κανονικής μισθοδοσίας που προβλέπουν τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης. Το επίδομα καταβάλλεται ως αντάλλαγμα εκτέλεσης θεσμοθετημένων καθηκόντων, που εν πάση περιπτώσει οι Ανώτεροι Ειδικοί Ιατροί έχουν υποχρέωση να εκτελούν εκτός των κανονικών ωρών εργασίας.  Η ορθότητα της ρύθμισης και οι λόγοι που την επέβαλαν δεν αποτελούν αντικείμενο κρίσης στην παρούσα υπόθεση. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η φύση των καθηκόντων του Ανώτερου Ειδικού Ιατρού παραμένει αναλλοίωτη ανεξαρτήτως καταβολής ή μη επιδομάτων η όποιων άλλων χρηματικών αντιπαροχών. Η μισθοδοσία με βάση τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης είναι βέβαιο ότι καλύπτει κάθε περίπτωση εκτέλεσης προβλεπόμενου καθήκοντος σε οποιαδήποτε ώρα. Η όποια προσπάθεια σύγκρισης για σκοπούς διαβάθμισης ή προσδιορισμού της σοβαρότητας των καθηκόντων του Ανώτερου Ειδικού Ιατρού (Ψυχιατρικές Υπηρεσίες) και των καθηκόντων συναδέλφων του άλλων ειδικοτήτων δεν οδηγεί σε ο,τιδήποτε που θα μπορούσε να αποτελέσει βάσιμο κριτήριο δικαιολόγησης της διάκρισης που οι καθ’ ων η αίτηση θέλουν να διατηρούν μεταξύ του αιτητή και άλλων Ανώτερων Ειδικών Ιατρών προς τους οποίους καταβάλλεται το εν λόγω επίδομα.

Στην προκείμενη περίπτωση η ομοιογένεια της μεταξύ της υπό εξέταση περίπτωσης του αιτητή και των περιπτώσεων των άλλων εικοσιπέντε συναδέλφων του στους οποίους καταβάλλεται επίδομα δεύτερης αναμονής είναι ουσιαστική και δικαιολογεί όμοια μεταχείριση. Βλ. Ζωή Νικολαΐδου ν. Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1999) 3 Α.Α.Δ. 7.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ακυρώνεται στην ολότητά της.

H προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο