Σάββα Γεώργιος Λ. ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1999) 4 ΑΑΔ 991

(1999) 4 ΑΑΔ 991

[*991]7 Σεπτεμβρίου, 1999

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Λ. ΣΑΒΒΑ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Aρ. 607/97)

 

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ― Έναρξη ― Σε περίπτωση μη κοινοποίησης ή γνωστοποίησης, η προθεσμία αρχίζει από την γνώση της πράξης ― Ο αιτητής έλαβε πλήρη γνώση της πράξης στα πλαίσια ένστασης στην προσφυγή που καταχώρησε πρόωρα κατά της ίδιας απόφασης ― Εμπρόθεσμη η προσφυγή που καταχωρήθηκε στη συνέχεια, στο χρόνο των 75 ημερών ― Η προδικαστική ένσταση ότι η γνώση της πράξης ήταν προσιτή με άλλο τρόπο στον αιτητή, κρίνεται υπό τις περιστάσεις ανεδαφική.

Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Συγκρότηση ― Υπάρχει παράνομη συγκρότηση του οργάνου, αν στις συνεδριάσεις είναι παρόντες υπηρεσιακοί παράγοντες που δεν αποχωρούν πριν τη συζήτηση και λήψη απόφασης ― Εκτός αν η παρουσία τους ρητά προβλέπεται στο Νόμο ή τους Κανονισμούς.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού ― Διορισμοί ― Προσόντα ― «Πολύ καλή γνώση Αγγλικής γλώσσας» ― Ακύρωση αρχικής απόφασης λόγω ελλιπούς έρευνας ― Επανεξέταση ― Δυνατή η έκδοση ίδιας απόφασης, εφόσον στηρίζεται σε νέα δεδομένα που προέκυψαν μετά από έρευνα ― Στήριξη της απόφασης εν μέρη στα ίδια στοιχεία και εν μέρη σε νέα μη ουσιώδη δεδομένα όπως βεβαιώσεις από τρίτους για το επίπεδο γνώσης του ενδιαφερόμενου μέρους, καθιστούν την απόφαση πεπλανημένη ― Ελλιπής και η αιτιολογία.

[*992]Ο αιτητής προσέβαλε για πέμπτη φορά την απόφαση του Κ.Ο.Α., να διορίσει στη θέση Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων, το ενδιαφερόμενο μέρος αντί του ιδίου.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Η πηγή από την οποία ο αιτητής έλαβε για πρώτη φορά έγκυρη πληροφόρηση περί του χρόνου της προσφοράς και αποδοχής του διορισμού, ήταν το περιεχόμενο της ένστασης ημερ. 19.6.97 στην απορριφθείσα προσφυγή 1010/96. Παίρνοντας λοιπόν ως σημείο έναρξης της προθεσμίας των 75 ημερών την ημερομηνία καταχώρησης της ένστασης (19.6.97) διαπιστώνεται ότι η υπό εξέταση προσφυγή ημερομηνίας 29.7.97, καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα.

     Ο ισχυρισμός του ενδιαφερόμενου προσώπου ότι η πράξη, μολονότι ήταν εύκολα προσιτή στον αιτητή, εντούτοις αυτός παρέλειψε να λάβει πλήρη γνώση, γεγονός το οποίο συνιστά παράλειψη που εξομοιώνεται με μη εμπρόθεσμη άσκηση προσφυγής, δεν ευσταθεί.  Ο αιτητής δεν είχε καμιά υποχρέωση να απευθύνεται προς το ένα ή το άλλο μέλος του Συμβουλίου του Οργανισμού ή οποιοδήποτε άλλο υπηρεσιακό παράγοντα, για να αντλεί πληροφορίες αναφορικά με το χρόνο αποστολής της προσφοράς διορισμού στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.  Και εφόσον δεν υπήρχε άλλος τρόπος, που λογικά θα μπορούσε να κριθεί ότι καθιστούσε όντως προσιτή την πράξη στον αιτητή, θεωρείται ανεδαφική η προδικαστική ένσταση, η οποία και απορρίπτεται.

2.  Ο αιτητής εγείρει ζήτημα νόμιμης συγκρότησης του Συμβουλίου του Οργανισμού κατά τη συνεδρία που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.  Η μεμπτότητα κατά τον αιτητή, εστιάζεται στο ότι στη συνεδρία ήταν παρών ο Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού. Από τα πρακτικά της συνεδρίας του Συμβουλίου του Οργανισμού ημερομηνίας 9.10.97, κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση, προκύπτει πως στην εν λόγω συνεδρία δεν ήταν παρόντες ούτε ο Γενικός Διευθυντής ούτε ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού.

     Εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα δεν υπάρχει θέμα προς συζήτηση. Θα μπορούσε να λεχθεί άνκαι εκ περισσού, πως σύμφωνα με την επιφύλαξη του Άρθρου 4(1) των περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμων του 1969-1991, ότι και στην περίπτωση που ο Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού παρίστατο κατά τη συνεδρία, τηρουμένων των προνοιών της πιο πάνω διάταξης, η παρουσία [*993]του δεν θα καθιστούσε νομικά μεμπτή την απόφαση.

3.  Η ανάκληση ή ακύρωση δεν εμποδίζει την έκδοση ταυτόσημης πράξης, εφόσον η έκδοση της πράξης γίνεται κατόπιν επανάληψης της διαδικασίας και ύστερα από νέα έρευνα της υπόθεσης και εκτίμηση των ιδίων στοιχείων και/ή στοιχείων που υπήρξαν και δεν είχαν ληφθεί υπόψη κατά την έκδοση της αρχικής πράξης που ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε.

     Η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων για την πλήρωση θέσης είναι μια από τις πτυχές της διοικητικής λειτουργίας και ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου.

     Η εξέταση του κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα προσόντα που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας εμπίπτει κατά κύριο λόγο στις αρμοδιότητες του Οργανισμού. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η ερμηνεία που έχει δοθεί ήταν εύλογη. Το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσο το διορίζον όργανο, με βάση το υλικό που είχε ενώπιόν του, εύλογα μπορούσε να καταλήξει σε συγκεκριμένο συμπέρασμα. Όταν με βάση το σχέδιο υπηρεσίας, η πολύ καλή γνώση ξένης γλώσσας είναι απαιτούμενο προσόν, αυτή η γνώση, τεκμηριώνεται από την ευχέρεια χρήσης της γλώσσας στον επιθυμητό βαθμό, τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο. Στην προκείμενη περίπτωση, το απολυτήριο γυμνασίου του Ενδιαφερόμενου μέρους, η Βεβαίωση Φροντιστηρίων Ξένων Γλωσσών Καλαντζή-Πλατάρα ημερ. 31.5.75 ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο παρακολούθησε μαθήματα αγγλικής γλώσσας στο εν λόγω φροντιστήριο από 1.10.74 μέχρι 31.5.75, οι επισκέψεις στο εξωτερικό και η συμμετοχή του σε τεχνικές συσκέψεις πριν από τους αγώνες κ.λ.π., ήταν στοιχεία που υπήρχαν και στις προηγούμενες διαδικασίες διορισμού, πλην όμως, κρίθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο ως ανεπαρκή για να διαπιστωθεί η πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας.

     Στην Συμεωνίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (απόφαση της Ολομέλειας), πιστοποιητικό που εκδόθηκε από δικηγόρο, κρίθηκε ανεπίτρεπτο, γιατί θεωρήθηκε πως από μόνο του δεν αποτελεί ενδεικτικό γνώσης της γλώσσας. Για τον ίδιο λόγο κρίθηκε ως απαράδεκτη βεβαίωση από Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο «ομιλεί, διαβάζει και γράφει την αγγλική γλώσσα πολύ καλά». Ο ΚΟΑ, ενόψει του υψηλού επιπέδου γνώσης της αγγλικής γλώσσας που απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας, είχε ευθύνη να προβεί στη διεξαγωγή άλλης, πιο ολοκληρωμένης έρευνας πάνω σε ασφαλέστερη βάση για να διαπιστώσει κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε γνώση της αγγλικής γλώσσας (γραπτό [*994]και προφορικό λόγο) στο βαθμό που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας.  Τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του ο ΚΟΑ κατά την επανεξέταση και έλαβε υπόψη κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν επιμαρτυρούν την επάρκεια γνώσης της αγγλικής γλώσσας στο βαθμό που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Η Βεβαίωση ημερομηνίας 31.5.97 του ελληνικού φροντιστηρίου, δεν ρίχνει πρόσθετο φως για τη διαπίστωση του επιπέδου γνώσης της αγγλικής γλώσσας που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας.

     Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα, πως η επίκληση των στοιχείων που καταγράφονται στις σελίδες 3-5 των πρακτικών ημερομηνίας 9.10.96 ως απόδειξη πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας, καταδείχνει πως ο Οργανισμός τελούσε υπό νομική και πραγματική πλάνη.  Ο Οργανισμός όφειλε να προβεί στη διεξαγωγή ενδελεχούς έρευνας για να διαπιστωθεί κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε το προσόν της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.  Η αιτιολογία του ευρήματος ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε αυτό το προσόν, δεν συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Σάββα v. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1998) 4 Α.Α.Δ. 894,

Γεωργίου v. Δήμου Λάρνακας (Αρ. 1) (1998) 3 Α.Α.Δ. 197,

L’ Union National (Tourism & Sea Resorts) Ltd κ.ά. v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας (1998) 3 Α.Α.Δ. 513,

Myles v. Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων, Υπ. Αρ. 863/96, ημερ. 13.1.98,

Σάββα v. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1996) 4 Α.Α.Δ. 1405,

Δρουσιώτης v. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437,

Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253,

Τριανταφυλλίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429,

Χατζηγιάννη κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317,

[*995]Συμεωνίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145,

Χριστοδουλίδου v. Ε.Δ.Υ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 1,

Θεοφίλου v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 181.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος διορίστηκε στη θέση Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων, αναδρομικά από 1.12.89.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Σατράκη, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Λ. Λουκά.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η προσφυγή στρέφεται εναντίον απόφασης του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (στο εξής “ο Κ.Ο.Α.” ή “ο Οργανισμός”), ημερομηνίας 9.10.96 με την οποία ο Κ.Ο.Α. διόρισε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στη θέση Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων, αναδρομικά από 1.12.89.

Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διορίστηκε για πρώτη φορά στην πιο πάνω θέση στις 7.11.89 με ημερομηνία έναρξης του διορισμού την 1.12.89. Η απόφαση με την οποία έγινε ο πρώτος διορισμός ακυρώθηκε και κατόπιν επανεξέτασης ο Κ.Ο.Α. διόρισε εκ νέου το ίδιο πρόσωπο στην ίδια θέση. Ακολούθησαν άλλοι τρεις διορισμοί του ιδίου προσώπου στην ίδια θέση όλοι με αναδρομική ισχύ από 1.12.89, ο καθένας ύστερα από ισάριθμες ακυρώσεις κατόπιν ισάριθμων προσφυγών του αιτητή.

Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι η πέμπτη στη σειρά. Ο αιτητής άσκησε εναντίον της δύο προσφυγές. Την προσφυγή αρ. 1019/96 ημερομηνίας 20.12.96 και την παρούσα που καταχωρήθηκε στις 29.7.97.

Στην Γεώργιος Λ. Σάββα ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1998) 4 Α.Α.Δ. 894 διαπιστώθηκε ότι η προσφυγή στρεφόταν εναντίον απόφασης που δεν απέκτησε εκτελεστότητα μέχρι την [*996]ημερομηνία καταχώρησης της προσφυγής και έτσι η προσφυγή απορρίφθηκε. Η απόφαση του Οργανισμού, αντικείμενο των δυο προσφυγών (προσφ. αρ. 1019/96 και παρούσας) δεν γνωστοποιήθηκε με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα (τέτοια δημοσίευση δεν ήταν απαραίτητη) ούτε και γνωστοποιήθηκε στον αιτητή ο χρόνος ολοκλήρωσης της διαδικασίας της επανεξέτασης και του νέου διορισμού. Ο αιτητής, πληροφορήθηκε για πρώτη φορά από το περιεχόμενο της ένστασης που καταχωρήθηκε στις 19.6.97 ότι η προσφορά για διορισμό στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο έγινε στις 27.12.96 και η αποδοχή στις 30.12.96.

Οι καθ’ ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εγείρουν αντιστοίχως προδικαστική ένσταση ισχυριζόμενοι ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη και ως τέτοια πρέπει να απορριφθεί.

Όπως έχει ειπωθεί η προσφυγή 1019/96 απορρίφθηκε γιατί κρίθηκε πως η απόφαση, αντικείμενο της προσφυγής (αρ. 1019/96) δεν απόκτησε εκτελεστότητα μέχρι το χρόνο που καταχωρήθηκε η προσφυγή. Αυτή εξάλλου ήταν και η θέση των καθ’ ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου προσώπου, σε εκείνη την προσφυγή, που τώρα εμφανίζονται ως να παίζουν σε δύο ταμπλό και να κερδίζουν και στα δυο. Όμως αυτή η μέθοδος δεν οδηγεί πάντα στην επιτυχία.

Αποτελεί κοινό έδαφος ότι δεν έγινε δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα (η δημοσίευση δεν αποτελούσε τύπο ή προϋπόθεση για να αποκτήσει εκτελεστότητα η συγκεκριμένη διοικητική πράξη) ούτε στάληκε στον αιτητή επιστολή που να τον πληροφορεί για ό,τι ακολούθησε μετά τη λήψη της απόφασης για διορισμό. Ο αιτητής ενεργώντας καλόπιστα, στη βάση ανεπίσημων πληροφοριών, καταχώρησε την προσφυγή 1019/96 η οποία απορρίφθηκε για το λόγο που ανέφερα. Η πηγή από την οποία ο αιτητής έλαβε για πρώτη φορά έγκυρη πληροφόρηση περί του χρόνου της προσφοράς και αποδοχής του διορισμού ήταν το περιεχόμενο της ένστασης ημερ. 19.6.97 στην απορριφθείσα προσφυγή την 1019/96.  Παίρνοντας λοιπόν ως σημείο έναρξης της προθεσμίας των 75 ημερών την ημερομηνία καταχώρησης της ένστασης (19.6.97) διαπιστώνεται ότι η υπό εξέταση προσφυγή ημερομηνίας 29.7.97 καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα.

Ο ισχυρισμός του ενδιαφερόμενου προσώπου ότι η πράξη, μολονότι ήταν εύκολα προσιτή στον αιτητή εντούτοις παρέλειψε να λάβει πλήρη γνώση, γεγονός το οποίο συνιστά παράλειψη που εξομοιώνεται με μη εμπρόθεσμη άσκηση προσφυγής, δεν ευσταθεί.  Ο αιτητής δεν είχε καμιά υποχρέωση να απευθύνεται προς το ένα ή το άλλο μέλος του Συμβουλίου του Οργανισμού ή οποιοδήποτε άλλο υπηρεσιακό παράγοντα για να αντλεί πληροφορίες αναφορικά με το χρόνο αποστολής της προφοράς διορισμού στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Και εφόσον δεν υπήρχε άλλος τρόπος που λογικά θα μπορούσε να κριθεί ότι καθιστούσε όντως προσιτή την πράξη στον αιτητή, θεωρώ ανεδαφική την προδικαστική ένσταση την οποία και απορρίπτω. Γενικά επί του θέματος βλ. Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (αρ. 1) (1998) 3 Α.Α.Δ. 197 και L’ Union National (Tourism & Sea Resorts) Ltd κ.ά. ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού Αμαθούντας (1998) 3 Α.Α.Δ. 513 και Θεμιστοκλή Τσάτσου “Η άσκησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Σ.Τ.Ε.”, 3η έκδοση.

Ο αιτητής εγείρει ζήτημα νόμιμης συγκρότησης του Συμβουλίου του Οργανισμού κατά τη συνεδρία που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Η μεμπτότητα κατά τον αιτητή, εστιάζεται στο ότι στη συνεδρία ήταν παρών ο Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού. Από τα πρακτικά της συνεδρίας του Συμβουλίου του Οργανισμού ημερομηνίας 9.10.97 κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση προκύπτει πως στην εν λόγω συνεδρία δεν ήταν παρόντες ούτε ο Γενικός Διευθυντής ούτε ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού. Στο προοίμιο των πρακτικών, με αναφορά στο θέμα πλήρωσης της επίδικης θέσης αναφέρονται τα εξής:

“Πριν την έναρξη του πιο πάνω θέματος η πρακτικογράφος και ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής  απεχώρησαν από τη συνεδρία του Δ.Σ.”

Νοείται ότι στους “παρόντες” δεν καταγράφεται το όνομα του Γενικού Διευθυντή ενώ στο τέλος, μετά τη λήξη της ψηφοφορίας σημειώνεται στα πρακτικά ότι “στο σημείο αυτό προσήλθαν στη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου η πρακτικογράφος και ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής. Εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα δεν υπάρχει θέμα προς συζήτηση. Θα μπορούσε να λεχθεί άνκαι εκ περισσού, πως σύμφωνα με την επιφύλαξη του άρθρου 4(1)* των περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμων του 1969-1991 ότι και στην περίπτωση που ο Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού παρίστατο κατά τη συνεδρία, τηρουμένων των προνοιών της πιο πάνω διάταξης, η παρουσία του δεν θα καθιστούσε νομικά μεμπτή την απόφαση. Σχετική επί του θέματος είναι η απόφασή μου στην Μαρία Myles v. Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων, Προσφ. Αρ. [*998]863/96, ημερ. 13.1.98.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ο καθ’ ου η αίτηση Οργανισμός παρέλειψε, κατά την επανεξέταση, προβεί στη δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί η γνώση της αγγλικής στο επίπεδο που απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας, ότι λήφθηκαν υπόψη μεταγενέστερα στοιχεία και ότι παραβιάστηκε το δεδικασμένο.

Με βάση το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης η “πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας” είναι απαιτούμενο προσόν. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην Γεώργιος Σάββα ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1996) 4 Α.Α.Δ. 1405 ακύρωσε το διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου στη θέση που τώρα κατέχει γιατί κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα προς διαπίστωση της κατοχής του προσόντος της “πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας” από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα της απόφασης Γεώργιος Σάββα ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (ανωτέρω):

“Όπως είναι από όλους δεκτό το απολυτήριο του γυμνασίου δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αποδεικτικό πολύ καλής γνώσης αγγλικής γλώσσας. [βλ. συναφώς Γεωργία Κυριάκου και Άλλες ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, (ανωτέρω)]. Το ερώτημα πλέον συνιστά στο κατά πόσο ήταν εύλογα επιτρεπτό αυτό το ενδεικτικό σε συνδυασμό προς τα άλλα στοιχεία να θεωρηθεί ότι αποκαλύπτει την απαιτούμενη γνώση, χωρίς περαιτέρω έρευνα.

Είμαι υποχρεωμένος να διαφωνήσω με την άποψη των καθ’ ων η αίτηση και του ενδιαφ. προσώπου. Η παρακολούθηση μαθημάτων στο Ιδιωτικό Φροντιστήριο που αναφέρθηκε χωρίς περαιτέρω έρευνα ως προς το επίπεδο και το αποτέλεσμά τους δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα στο οποίο εισηγούνται. Πολύ λιγότερο όταν δεν είχεν καν διερευνηθεί τί σημαίνει η ένδειξη στο πιστοποιητικό που παρουσίασε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ότι τα μαθήματα που παρακολούθησε ήταν “lower”. Σημειώνω παρεπιπτόντως πως ο ισχυρισμός του αιτητή πως δεν διερευνήθηκε αν το ιδιωτικό εκείνο φροντιστήριο ήταν αναγνωρισμένο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι απαντάται με την προς τούτο δήλωση στην αγόρευση του ενδιαφ. προσώπου. Δεν προκύπτει από τα πρακτικά ότι απασχόλησε τους καθ’ ων η αίτηση τέτοιο θέμα.

[*999]Ισχύουν τα ίδια και ως προς τα υπόλοιπα· αυτή καθ’ εαυτήν η χρήση από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο της αγγλικής γλώσσας κατά τις επισκέψεις του σε διάφορες χώρες στο πλαίσιο της συμμετοχής του σε αθλητικούς αγώνες ή στις προ των αγώνων τεχνικές συσκέψεις, δεν είναι δυνατό, χωρίς άλλα που θα μπορούσαν να καταδείξουν επίπεδο γνώσης, να αναχθεί σε τεκμήριο κατοχής του απαιτούμενου προσόντος προς υποκατάσταση της παράλειψης διεξαγωγής επί τούτου έρευνας.

Για τον πιο πάνω λόγο η προσφυγή πρέπει να επιτύχει.”

Το θέμα της “πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας” απασχόλησε το Συμβούλιο του Οργανισμού κατά την επανεξέταση στις 9.10.96. Στα πρακτικά της συνεδρίας καταγράφονται τα εξής:

“Αναφορικά με τον υποψήφιο Λουκά Λουκά, το Διοικητικό Συμβούλιο, ικανοποιήθηκε κατά πλειοψηφία με έξη (6) ψήφους υπέρ και με δύο (2) αποχές, εκείνες των κ.κ. Δημητράκη Στεφανίδη και Ζαχαρία Κυριάκου), για την πολύ καλή γνώση της Αγγλικής από τα πιο κάτω:

(α) Απολυτήριο Γυμνασίου Αμμοχώστου.

(β) Βεβαίωση Φροντιστηρίων Ξένων Γλωσσών Καλαντζή - Πλατάρα, ημερ. 31.5.75, ότι ο Λουκάς Λουκά παρακολούθησε μαθήματα Αγγλικής γλώσσας στο εν λόγω φροντιστήριο από 1.10.74-31.5.75.

(γ) Επισκέψεις του σε χώρες (μέχρι το 1989) όπου έλαβε μέρος σε αθλητικούς αγώνες, όπου η γλώσσα με την οποία επικοινωνούσε και παρακολουθούσε την πρόοδο και εξέλιξη του αθλητισμού ήταν η Αγγλική.

(δ) Ως Αρχηγός της Εθνικής Ομάδας της Κύπρου είχε την ευκαιρία να συμμετάσχει στις προ των αγώνων Τεχνικές Συσκέψεις  κάνοντας χρήση της Αγγλικής γλώσσας.

(ε) Έκθεση, ημερ. 7.10.96, του Αντιπρόεδρου του Συμβουλίου  κ. Χρ. Πρέντζα και του μέλους του κ. Κ. Χατζηκακού.

(στ) Βεβαίωση του κ. Δ. Καλαντζή, ημερ. 12.6.96.

(ζ) Πιστοποιητικά, ημερ. 29.10.68, 11.11.68, 18.10.74 του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας της Ελλάδας και Νομαρχίας [*1000]Αττικής, αντίστοιχα.

Η πλειοψηφία του Συμβουλίου ικανοποιήθηκε ότι το ιδιωτικό Φροντιστήριο Καλαντζή-Πλατάρα ήταν αναγνωρισμένο από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελλάδας στον ουσιώδη χρόνο γιατί τούτο όπως αναφέρουν συνάγεται από τα Πιστοποιητικά, ημερ. 29.10.68, 11.11.68 του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας της Ελλάδας, της Νομαρχίας Αττικής, ημερ. 18.10.74 καθώς επίσης από την έρευνα που διεξήγαγαν ο Αντιπρόεδρος κ. Πρέντζας και το μέλος του Συμβουλίου κ. Χατζηκακού.

Η πλειοψηφία του Συμβουλίου δέχθηκε επίσης ότι ο υποψήφιος Λουκάς Λουκά όντως παρακολούθησε μαθήματα Αγγλικής στο πιο πάνω Ιδιωτικό Φροντιστήριο, όπως συνάγεται από την Εκθεση του κ. Δ. Καλαντζή, ημερ. 12.9.96, και την Εκθεση των δυο μελών του Συμβουλίου, ημερ. 7.120.96 ανωτέρω. Το Πιστοποιητικό, ημερ. 17.9.74, του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας της Ελλάδος φανερώνει ότι την εποχή εκείνη ο κ. Λουκά βρίσκετο όντως στην Αθήνα και δίδασκε σωματική αγωγή στην Ανώτατη σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών.

Η πλειοψηφία του Συμβουλίου έλαβε υπόψη την βεβαίωση του κ. Δ. Καλαντζή, ημερ. 12.6.96, στην οποία βεβαιώνεται ότι ο κ. Λουκά “υπήρξε πολύ καλός στο χειρισμό της Αγγλικής Γλώσσας” και ότι ο κ. Λουκά “τέλειωσε την τάξη “LOWER” του Φροντιστηρίου μας που αντιστοιχεί με τη σημερινή τάξη του F.C.E. (First Certificate of English)”. Η πλειοψηφία έλαβε επίσης υπόψη την Εκθεση των δυο μελών της ανωτέρω ημερ. 7.10.96, όπου καταγράφεται ότι ο κ. Καλαντζής θυμάται ότι ο κ. Λουκά είχε “πολύ καλή γνώση της Αγγλικής και ότι χόρευε τα αγγλικά.”

Από τα πιο πάνω η πλειοψηφία του Συμβουλίου ικανοποιήθηκε ότι η παρακολούθηση από τον κ. Λουκά μαθημάτων στο πιο πάνω Ιδιωτικό Φροντιστήριο λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο και το αποτέλεσμα των εν λόγω μαθημάτων, όπως προκύπτουν από τα ανωτέρω, εύλογα μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ο Λουκάς Λουκά απέκτησε πολύ καλή γνώση της Αγγλικής, σε συνδυασμό δε με όλα τα άλλα ληφθέντα υπόψη στοιχεία που καταγράφονται με λεπτομέρεια πιο πάνω το διοικητικό Συμβούλιο, κατά πλειοψηφία, πείσθηκε ότι ο υποψήφιος Λουκάς Λουκά κατέχει την Αγγλική γλώσσα στο απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας επίπεδο.”

[*1001]

Η ανάκληση ή ακύρωση δεν εμποδίζει την έκδοση ταυτόσημης πράξης, εφόσον η έκδοση της πράξης γίνεται κατόπιν επανάληψης της διαδικασίας και ύστερα από νέα έρευνα της υπόθεσης και εκτίμηση των ιδίων στοιχείων και/ή στοιχείων που υπήρχαν και δεν είχαν ληφθεί υπόψη κατά την έκδοση της αρχικής πράξης που ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε. Βλ. Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437.

Η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων για την πλήρωση θέσης είναι μια από τις πτυχές της διοικητικής λειτουργίας και ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου. Βλ. Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253 και Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429.

Η εξέταση του κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα προσόντα που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας εμπίπτει κατά κύριο λόγο στις αρμοδιότητες του Οργανισμού. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η ερμηνεία που έχει δοθεί ήταν εύλογη. Το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσο το διορίζον όργανο, με βάση το υλικό που είχε ενώπιόν του, εύλογα μπορούσε να καταλήξει σε συγκεκριμένο συμπέρασμα.

Όταν με βάση το σχέδιο υπηρεσίας η πολύ καλή γνώση ξένης γλώσσας είναι απαιτούμενο προσόν, αυτή η γνώση, τεκμηριώνεται από την ευχέρεια χρήσης της γλώσσας στον επιθυμητό βαθμό τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, βλ. Χρυστάλλα Χατζηγιάννη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317.

Στην προκείμενη περίπτωση το απολυτήριο γυμνασίου του Ενδιαφερόμενου μέρους, η Βεβαίωση Φροντιστηρίων Ξένων Γλωσσών Καλαντζή-Πλατάρα ημερ. 31.5.75 ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο παρακολούθησε μαθήματα αγγλικής γλώσσας στο εν λόγω φροντιστήριο από 1.10.74 μέχρι 31.5.75, οι επισκέψεις στο εξωτερικό και η συμμετοχή του σε τεχνικές συσκέψεις πριν από τους αγώνες κλπ ήταν στοιχεία που υπήρχαν και στις προηγούμενες διαδικασίες διορισμού πλην όμως, κρίθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο ως ανεπαρκή για να διαπιστωθεί η πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας. Βλ. Σάββα ν. Κ.Ο.Α. (1996) 4 Α.Α.Δ. 1405.

Δύο μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού ταξίδεψαν δύο φορές στην Ελλάδα για να διαπιστώσουν αφενός τη γνησιότητα της Βεβαίωσης των Φροντιστηρίων Ξένων Γλωσσών Καλαντζή-Πλατάρα ημερ. 31.5.75 σύμφωνα με την οποία το ενδιαφερόμενο πρόσωπο παρακολούθησε μαθήματα αγγλικής γλώσσας [*1002]στο εν λόγω φροντιστήριο από 1.10.74-31.5.75 και αφ’ ετέρου για να συλλέξουν στοιχεία προς διαπίστωση του επιπέδου σπουδών του ενδιαφερόμενου προσώπου στο φροντιστήριο Καλαντζή-Πλατάρα.

Τα δύο μέλη του Συμβουλίου εξασφάλισαν μια χειρόγραφη βεβαίωση από κάποιο Δημ. Καλαντζή, Διευθυντή Σπουδών του πιο πάνω φροντιστηρίου. Σύμφωνα με αυτή τη βεβαίωση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο τελείωσε την τάξη LOWER του φροντιστηρίου η οποία, καθώς ο ίδιος λέγει, αντιστοιχεί με τη σημερινή τάξη F.C.E. (First Certificate English). Στη βεβαίωση αναφέρεται επίσης ότι οι απόφοιτοι της τάξης LOWER του φροντιστηρίου μπορούν και λαμβάνουν μέρος στις εξετάσεις του πανεπιστημίου CAMBRIDGE της Αγγλίας  για απόκτηση του πτυχίου F.C.E. (παλαιό LOWER).

Στην Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145 (απόφαση της Ολομέλειας) πιστοποιητικό που εκδόθηκε από δικηγόρο, κρίθηκε ανεπίτρεπτο γιατί θεωρήθηκε πως από μόνο του δεν αποτελεί ενδεικτικό γνώσης της γλώσσας. Για τον ίδιο λόγο κρίθηκε ως απαράδεκτη βεβαίωση από Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο “ομιλεί, διαβάζει και γράφει την αγγλική γλώσσα πολύ καλά”. Βλ. Χριστοδουλίδου ν. Ε.Δ.Υ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 1 (απόφαση της Ολομέλειας) και Ελένη Θεοφίλου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 181.

Η ανάγκη προσδιορισμού της σημασίας της κατοχής τέτοιου είδους πιστοποιητικών ή βεβαιώσεων τονίστηκε στη Συμεωνίδου (ανωτέρω) ως εξής:

“Πολύ περισσότερο ισχύουν αναφορικά με τα ιδιωτικά φροντιστήρια στα οποία φοίτησαν .... αφού δεν ερευνήθηκε η υπόσταση και το επίπεδό τους ώστε να ήταν δυνατή η εκτίμηση ως προς το αξιόπιστο των αποτελεσμάτων που βεβαιώνουν.”

Ο Κ.Ο.Α., ενόψει του υψηλού επιπέδου γνώσης της αγγλικής γλώσσας που απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας είχε ευθύνη να προβεί στη διεξαγωγή άλλης, πιο ολοκληρωμένης έρευνας πάνω σε ασφαλέστερη βάση για να διαπιστώσει κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε γνώση της αγγλικής γλώσσας (γραπτό και προφορικό λόγο) στο βαθμό που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας.

Τα στοιχεία που είχε  ενώπιόν του ο Κ.Ο.Α. κατά την επανεξέταση και έλαβε υπόψη κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης δεν επιμαρτυρούν την επάρκεια γνώσης της αγγλικής γλώσσας στο βαθμό που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Η Βεβαίωση ημε[*1003]ρομηνίας 31.5.97 του ελληνικού φροντιστηρίου δεν ρίχνει πρόσθετο φως για τη διαπίστωση του επιπέδου γνώσης της αγγλικής γλώσσας που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας.

Κατόπιν των ανωτέρω καταλήγω στο συμπέρασμα πως η επίκληση των στοιχείων που καταγράφονται στις σελίδες 3-5 των πρακτικών ημερομηνίας 9.10.96 ως απόδειξη πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας, καταδείχνει πως ο Οργανισμός τελούσε υπό νομική και πραγματική πλάνη. Ο Οργανισμός όφειλε να προβεί στη διεξαγωγή ενδελεχούς έρευνας για να διαπιστωθεί κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε το προσόν της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Η αιτιολογία του ευρήματος ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε αυτό το προσόν δεν συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου.

Κατόπιν της πιο πάνω κατάληξης δεν θα εξετάσω τους άλλους λόγους ακύρωσης.

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της με έξοδα υπέρ του αιτητή.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο