Ασσιώτης Ανδρέας ν. Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (1999) 4 ΑΑΔ 1012

(1999) 4 ΑΑΔ 1012

[*1012]7 Σεπτεμβρίου, 1999

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΣΣΙΩΤΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΘΕΑΤΡΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ’ ου η αίτηση.

(Υπόθεση Aρ. 340/98)

 

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου ― Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προσόντα ― Ερμηνεία και εφαρμογή Σχεδίων Υπηρεσίας στην διακριτική εξουσία του διοικητικού οργάνου ― Προσόν της «διοικητικής πείρας» ― Έννοια της «πείρας» και της «διοικητικής πείρας» με βάση την νομολογία ― Υπό τις περιστάσεις δεν ήταν επιτρεπτό το συμπέρασμα περί της κατοχής της απαιτούμενης διοικητικής πείρας και ούτε έγινε δέουσα έρευνα προς τούτο.

Ο αιτητής προσέβαλε την απόφαση του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου με την οποία διορίστηκε στην θέση Προϊσταμένου Διοίκησης και Προσωπικού το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, αντί του ιδίου.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού έχει την αρμοδιότητα και συνάμα φέρει την ευθύνη για την ερμηνεία, έρευνα και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας.  Η κρίση για το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα προσόντα τα οποία το οικείο σχέδιο υπηρεσίας καθορίζει ως ελάχιστα απαιτούμενα ή ως πλεονέκτημα είναι ζήτημα αναγόμενο στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου οργάνου και είναι ανέλεγκτο ως προς την ουσία.

Το ακυρωτικό Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο στην περίπτωση που [*1013]διαπιστώνεται ότι η ερμηνεία ή/και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας από το διορίζον όργανο δεν είναι εύλογα επιτρεπτή.  Το Δικαστήριο ελέγχει κατά πόσο η διοίκηση παρέλειψε να διενεργήσει επαρκή έρευνα προς διαπίστωση των ουσιωδών γεγονότων και/ή νομικών δεδομένων ή κατά πόσο η διοίκηση τελούσε υπό καθεστώς ουσιώδους νομικής ή/και πραγματικής πλάνης και/ή ακόμα κατά πόσο η διοίκηση υπερέβη τα ακραία όρια της σχετικής διακριτικής της ευχέρειας.

Επειδή ένα από τα ζητούμενα είναι η διαπίστωση του βαθμού επάρκειας της έρευνας που διεξήγαγε το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού για τον προσδιορισμό και αξιολόγηση της πείρας των υποψηφίων και μάλιστα εκείνης του ενδιαφερόμενου προσώπου, ζήτημα συνυφασμένο με την ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης, προέχει ο καθορισμός σε αδρές γραμμές της έννοιας του όρου «πείρα» όπως ο όρος χρησιμοποιείται στα σχέδια υπηρεσίας δημόσιων θέσεων.

Όταν λοιπόν το οικείο σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί ορισμένης διάρκειας διοικητική πείρα σε υπεύθυνη θέση, μεγάλο μέρος της οποίας να είναι σε θέματα διοίκησης προσωπική ή/και εργατικών σχέσεων, το διορίζον όργανο πρέπει να γνωρίζει ότι οι πιο κάτω αρχές διέπουν τη διαδικασία της διερεύνησης ως προς το κατά πόσο ο συγκεκριμένος υποψήφιος κατέχει το απαιτούμενο αυτό προσόν.

(1)   Ότι ο όρος «πείρα» αναπόφευκτα περιέχει την έννοια της γνώσης η οποία αποκτάται διά του πραγματικού γεγονότος της εργασίας υπό ορισμένη ιδιότητα.  Επομένως, ο όρος «πείρα» δεν σημαίνει ούτε ισοδυναμεί απλώς με γνώση η οποία αποκτάται διά της παρατήρησης και της μελέτης.

(2)   Όπου συγκεκριμένος υποψήφιος διαθέτει προϋπηρεσία η οποία καλύπτει εύλογο χρονικό διάστημα, όπως συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση, τα υπηρεσιακά στοιχεία του εν λόγω υποψηφίου και η όλη σταδιοδρομία του αποτελούν το ασφαλέστερο κριτήριο για τη διαπίστωση του βαθμού της διοικητικής πείρας που κατέχει παρά η απόδοσή του κατά την προφορική εξέταση.

(3)   Όπου η διερεύνηση της εκ μέρους ορισμένου υποψηφίου κατοχής της απαιτούμενης διοικητικής πείρας γίνεται διά της προφορικής εξέτασης/συνέντευξής του, και όχι βάσει αποδεικτικών υπηρεσιακών στοιχείων, απαραιτήτως πρέπει να διαπιστώνεται ότι η προφορική συνέντευξη/εξέταση πράγματι περιστράφηκε [*1014]γύρω από το απαιτούμενο αυτό προσόν και ότι το θέμα καλύφθηκε πλήρως και επαρκώς.

(4)   Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες της θέσης όπως καθορίζονται στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας είναι παράγοντες προσδιοριστικοί του βαθμού σπουδαιότητας της απαιτούμενης διοικητικής πείρας.  Όσο πιο μακρόχρονη και ορισμένου είδους είναι η διοικητική πείρα που απαιτείται για την εκτέλεση κάποιων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας, τόσο πιο ενδελεχής πρέπει να είναι η διερεύνηση προς διακρίβωση του κατά πόσο ο συγκεκριμένος υποψήφιος κατέχει αυτό το προσόν.  Η μακρά σε διάρκεια ή μεγάλη σε έκταση και με επιτυχή αποτελέσματα πείρα, ασφαλώς πρέπει να τυγχάνει της δέουσας εκτίμησης.

(5)   Όπου για τη διαπίστωση κατοχής της απαιτούμενης διοικητικής πείρας σε εξειδικευμένα καθήκοντα υπεύθυνης θέσης χρησιμοποιούνται σχέδια υπηρεσίας προηγούμενων θέσεων, απαιτείται ενδελεχής διερεύνηση της πραγματικής έκτασης και πραγματικής διάρκειας ενασχόλησης με διοικητικά καθήκοντα. Για να προσμετρήσει υπέρ ενός υποψηφίου ότι κατέχει την απαιτούμενη διοικητική πείρα δεν είναι αρκετό να αποδειχθεί πως τα συγκεκριμένα σχέδια υπηρεσίας προβλέπουν κάποια καθήκοντα και αρμοδιότητες διοικητικής φύσης.

(6)   Το τεκμήριο περί κατοχής εκ μέρους ορισμένου υποψηφίου, προσόντος απαιτούμενου σε προηγούμενη θέση (την οποία ο υποψήφιος αυτός κατείχε) ισχύει μόνο εφόσον πρόκειται περί των ιδίων ακριβώς προσόντων και εφόσον πρόκειται περί προαγωγικής διαδικασίας και όχι επί διαδικασίας πλήρωσης θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής.  Εφόσον δεν υπάρχει απόλυτη σύμπτωση στα απαιτούμενα προσόντα και, εν πάση περιπτώσει, εφόσον δεν πρόκειται περί πλήρωσης θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής, το τεκμήριο κατοχής προσόντος που καθιερώθηκε στην Δημοκρατία v. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 196 δεν ισχύει, το δε αρμόδιο για διορισμό/προαγωγή όργανο οφείλει να διερευνήσει ενδελεχώς την εκ μέρους των υποψηφίων κατοχή όλων των απαιτούμενων προσόντων.

Το Δικαστήριο έχει την άποψη πως με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν μπορούσε εύλογα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε την απαιτούμενη διοικητική πείρα και μάλιστα την απαιτούμενη πενταετή πείρα σε θέματα διοί[*1015]κησης προσωπικού ή/και εργατικών σχέσεων ούτε πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε πολύ καλή γνώση των εργατικών σχέσεων και των θεμάτων ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού στην Κύπρο χωρίς τη διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας.

Η εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης που προηγουμένως κατείχε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στην Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου δεν επιμαρτυρεί αφ’ εαυτής πρόσκτηση δεκαετούς τουλάχιστον διοικητικής πείρας σε υπεύθυνη θέση.  Ούτε, κατά μείζονα λόγο, τεκμαίρεται πως με την εκτέλεση των καθηκόντων της εν λόγω θέσης ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο απέκτησε την απαιτούμενη πενταετή τουλάχιστο διοικητική πείρα σε θέματα διοίκησης προσωπικού ή εργατικών σχέσεων.  Και ο λόγος είναι προφανής. Τα καθήκοντα της προηγούμενης θέσης είναι ανόμοια με αυτά της επίδικης.  Ιδίως είναι ανόμοια προς εκείνα που αναφέρονται σε θέματα διοίκησης προσωπικού ή/και εργατικών σχέσεων.

Η επιστολή (βεβαίωση) του Διευθυντή της Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου ημερ. 12.12.97 δεν ρίχνει πρόσθετο φως στα στοιχεία που το Συμβούλιο του Οργανισμού είχε ενώπιόν του κατά τον ουσιώδη χρόνο για τη διακρίβωση του κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατέχει την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης διοικητική πείρα. Το Δικαστήριο θα κατέληγε στο ίδιο συμπέρασμα, έστω και αν γίνει προς στιγμή δεκτό ότι υπάρχει κάποια ταύτιση καθηκόντων της επίδικης με την προηγούμενη θέση.  Και πάλιν δεν μπορεί να ευσταθήσει ο ισχυρισμός ότι η διάρκεια της υπηρεσίας του ενδιαφερόμενου προσώπου στην προηγούμενη θέση συνεπάγεται πρόσκτηση διοικητικής πείρας γιατί η μακρά διάρκεια της υπηρεσίας δεν είναι ο μόνος οδηγός στην πείρα.  Η ένταση με την οποία καταπιάνεται με ένα δοσμένο τομέα και τα αποτελέσματα της εργασίας του είναι ισότιμοι, εάν δεν είναι και οι πιο σημαντικοί δείκτες της πείρας.

Η «διοίκηση προσωπικού» (και συνεπώς η άσκηση διοικητικών καθηκόντων σε θέματα προσωπικού και ή εργατικών σχέσεων) περιλαμβάνει απαραιτήτως μια σειρά εξειδικευμένων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων όπως για παράδειγμα την προσέλκυση, επιλογή και πρόσληψη προσωπικού, την επιμόρφωση και ανάπτυξη προσωπικού, μεταθέσεις και προαγωγές προσωπικού, την πειθαρχία, απολύσεις και πλεονασμούς, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τη διαχείριση ταμείων προνοίας, τις εργασιακές σχέσεις με τις διαπραγματεύσεις με συντεχνίες, την αξιολόγηση υπαλλήλων, τους μισθούς, τα ημερομίσθια, την ανάλυση θέσεων εργασίας κ.λ.π..

[*1016]Με βάση τα στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ουδέποτε άσκησε τα πιο πάνω καθήκοντα και/ή αρμοδιότητες έτσι ώστε διά της ασκήσεως των εν λόγω καθηκόντων και αρμοδιοτήτων τουλάχιστο να τεκμαίρεται η πρόσκτηση της απαιτούμενης από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης διοικητικής πείρας. Δεν φαίνεται επίσης ότι έγινε η δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί η εκ μέρους του ενδιαφερόμενου προσώπου κατοχή του εν λόγω προσόντος. Τα μόνα στοιχεία που το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού είχε ενώπιόν του με βάση τα οποία έκρινε πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε την απαιτούμενη διοικητική πείρα, ήταν οι χειρόγραφες αναφορές του στο «Έντυπο αιτήσεως δια πρόσληψιν», χωρίς ωστόσο να έχει διερευνηθεί ή εν πάση περιπτώσει δεν προκύπτει ότι διερευνήθηκε κατά τη συνέντευξη ή με άλλο τρόπο η πραγματική διάρκεια, ένταση και αποτελέσματα της άσκησης των εν λόγω καθηκόντων.  Προκύπτει ότι από τις απόψεις των μελών του Οργανισμού όπως αυτές καταγράφονται στα πρακτικά ότι η προφορική συνέντευξη του ενδιαφερόμενου προσώπου περιστράφηκε γύρω από τη γνώση και το ενδιαφέρον του για το θέατρο στοιχεία εξωγενή που τελικά όμως λήφθηκαν παρανόμως υπόψη και προσμέτρησαν στην επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Papapetrou v. Republic 2 R.S.C.C. 61,

Χατζηκωνσταντίνου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2149,

Κουνούνης κ.ά. v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1996) 4 Α.Α.Δ. 2638,

Σολομωνίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1467,

Δημοκρατία v. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 196,

Νεοφύτου v. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 575,

HadjiSavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος διορίστηκε στη θέση Προϊσταμένου Διοίκησης και Προσωπικού αντί του αιτητή.

[*1017]

Αλ. Λυκούργου, για τον Αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Καθ’ ου η αίτηση.

Α. Ευσταθίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής με την προσφυγή αυτή ζητά την ακύρωση της απόφασης του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (ο “Οργανισμός”) με την οποία ο Οργανισμός διόρισε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Ανδρέα Γαβριηλίδη στη θέση Προϊσταμένου Διοίκησης και Προσωπικού αντί του αιτητή.

Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής.

Προκηρύχθηκε με απόφαση του Οργανισμού ημερομηνίας 30.9.97 και υποβλήθηκαν δεκατέσσερις αιτήσεις. Από τους αιτητές, μόνο πέντε πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα, και αυτοί κλήθηκαν σε συνέντευξη ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού.

Η συνέντευξη των πέντε υποψηφίων έγινε στις 19.2.98 με βάση την τακτική που προηγουμένως καθόρισε το Συμβούλιο ότι θα ακολουθεί στις προσωπικές συνεντεύξεις των υποψηφίων για τη διαπίστωση και αξιολόγηση των προσόντων (1)-(6) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.

Από τους πέντε υποψήφιους οι τρεις αποκλείσθηκαν για τους λόγους που αναφέρονται στο πρακτικό της συνεδρίας της 19.2.98.  Ως επικρατέστεροι, κρίθηκαν ομόφωνα ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Ακολούθησε περαιτέρω εξέταση της υποψηφιότητας των εν λόγω δύο υποψηφίων. Το κάθε μέλος του Συμβουλίου εξέθεσε τις δικές του απόψεις και εκτιμήσεις για τον κάθε υποψήφιο και ύστερα από ψηφοφορία ψήφισαν πέντε υπέρ της υποψηφιότητας του ενδιαφερόμενου προσώπου και τέσσερις υπέρ του αιτητή. Το πιο κάτω απόσπασμα των πρακτικών αντικατοπτρίζει τις αντίστοιχες τάσεις προτίμησης των δυο υποψηφίων.

“Η πλειοψηφία έκρινε ότι ο υποψήφιος Ανδρέας Γαβριηλίδης με βάση όλα όσα αναφέρονται πιο πάνω, τα στοιχεία της αίτησης του και την εντύπωση που σχημάτισε κατά την προσωπική του συνέντευξη, καλύπτει όλα τα απαιτούμενα τυπικά και [*1018]ουσιαστικά προσόντα που καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Έχει την απαιτούμενη διοικητική πείρα και θα ανταποκριθεί στα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης.  Εχει επίσης πολύ καλή γνώση των θεατρικών πραγμάτων και ενδιαφέρεται για το θέατρο γι’ αυτό και τον επιλέγει ως τον καταλληλότερο για τη θέση.

Η μειοψηφία έκρινε ότι ο υποψήφιος Ανδρέας Ασσιώτης με βάση όλα όσα αναφέρονται πιο πάνω, τα στοιχεία της αίτησης του και την εντύπωση που σχημάτισε κατά την προσωπική του συνέντευξη, υπερτερεί αισθητά του υποψήφιου Ανδρέα Γαβριηλίδη σε ακαδημαϊκά προσόντα, καθώς και σε θέματα διοίκησης προσωπικού και εργατικών σχέσεων και σε θέματα ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού στην Κύπρο, λόγω των σωρευτικών εμπειριών του ως Διευθυντής Προσωπικού στην τσιμεντοποιία Βασιλικού (1983-1998) και ως Διοικητικός Λειτουργός στη Δημόσια Υπηρεσία από το Μάρτη 1994 μέχρι σήμερα. Έχει επίσης εμπεριστατωμένη σκέψη και μελετημένες απόψεις.”

Η υπηρεσία του αιτητή στην Τσιμεντοποιία Βασιλικού όπως καταγράφεται στο πιο πάνω απόσπασμα των πρακτικών προφανώς είναι λανθασμένη (1983-1998) εφόσον στο βιογραφικό του σημείωμα η εν λόγω υπηρεσία προσδιορίζεται από 1983 μέχρι 1992.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει νομικά για λόγους ουσιαστικούς, που έχουν σχέση με το παραδεκτό της υποψηφιότητας του ενδιαφερόμενου προσώπου και στην έκδηλη υπεροχή του έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου. Ισχυρίζεται επίσης ότι πάσχει και για λόγους διαδικαστικών πλημμελειών. Τα θέματα αυτά θα εξεταστούν στη συνέχεια με τη σειρά που εγείρονται:

(Α) Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν διαθέτει τα απαιτούμενα από το οικείο σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.

Ο αιτητής αμφισβητεί την υπό του ενδιαφερόμενου προσώπου κατοχή των απαιτούμενων από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντων (2) και (3) και υποβάλει ότι απαράδεκτα συμμετέσχε ως υποψήφιος στη διαδικασία διορισμού.  Η αμφισβήτηση ουσιαστικά απολήγει στον ισχυρισμό ότι το Συμβούλιο παρέλειψε να διερευνήσει το θέμα της κατοχής των απαραίτητων προσόντων. Τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα (2) και [*1019](3) είναι:

“2.   Δεκαετής τουλάχιστο διοικητική πείρα σε υπεύθυνη θέση από την οποία πενταετή τουλάχιστο σε θέματα διοίκησης προσωπικού ή/και εργατικών σχέσεων.

3.  Πολύ καλή γνώση της σχετικής  με τις αρμοδιότητες του Οργανισμού νομοθεσίας, των εργατικών σχέσεων και των θεμάτων ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού στην Κύπρο.”

Τα στοιχεία που το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού είχε ενώπιόν του βάσει των οποίων έκρινε πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε την απαιτούμενη διοικητική πείρα ήταν οι χειρόγραφες αναφορές του ενδιαφερόμενου προσώπου στα σημεία 11 και 20 του “Εντύπου αιτήσεως διά πρόσληψιν” που συμπλήρωσε και υπέβαλε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στον Οργανισμό για διεκδίκηση της υπό αναφορά θέσης, ήτοι:

“11. Επάγγελμα: Διοικητικός Λειτουργός στην Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου.”

“20. Δώσατε οιασδήποτε συμπληρωματικάς πληροφορίας επιθυμείτε, εν σχέσει με την μόρφωσιν, δεξιότητα και προσωπικάς ικανότητας:

Κατέχοντας τη θέση του Διοικητικού Λειτουργού στην Ε.Σ.Κ. έχω αποκτήσει τεράστια πείρα ως γραμματέας και πρακτικογράφος του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Σιτηρών. Επίσης έχω πολύ μεγάλη πείρα στις σχέσεις με το Γραμματειακό Προσωπικό του οποίου προΐσταμαι στον Οργανισμό.”

Το Συμβούλιο του Οργανισμού είχε επίσης ενώπιόν του πιστοποιητικό του Διευθυντή Σιτηρών Κύπρου ημερ. 19.12.97 το οποίο αναφέρει:

“Πιστοποιώ ότι ο κ. Ανδρέας Γαβριηλίδης διορίστηκε ως Διοικητικός Λειτουργός στην Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου το Σεπτέμβριο 1978 με τα σχέδια υπηρεσίας που επισυνάπτονται και με κλίμακα Α8- Α10.

Εξακολουθεί δε να εργάζεται στην Επιτροπή σιτηρών ως Διοικητικός Λειτουργός στην προσωπική κλίμακα Α11.”

[*1020]Στο βιογραφικό σημείωμα του ενδιαφερόμενου προσώπου που συνόδευε το “Εντυπο αίτησης διά πρόσληψιν” μεταξύ άλλων αναφέρονται και τα εξής:

“Από το Σεπτέμβριο του 1976 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1977 εργάστηκα στην εταιρεία Pepsi Cola International ως Assistant Financial Controller. Από το Σεπτέμβριο του 1978 εργάστηκα στην Fysko Contracting στη Λευκωσία ως Διοικητικός και Οικονομικός Λειτουργός. Το Σεπτέμβριο του 1978 διορίστηκα στην Επιτροπή Σιτηρών ως Διοικητικός Λειτουργός στην κλίμακα Α8-Α10. Εξακολουθώ να υπηρετώ στην Επιτροπή Σιτηρών ως Διοικητικός Λειτουργός στην προσωπική κλίμακα Α11.”

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού έχει την αρμοδιότητα και συνάμα φέρει την ευθύνη για την ερμηνεία, έρευνα και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας. Η κρίση για το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα προσόντα τα οποία το οικείο σχέδιο υπηρεσίας καθορίζει ως ελάχιστα απαιτούμενα ή ως πλεονέκτημα είναι ζήτημα αναγόμενο στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου οργάνου και είναι ανέλεγκτο ως προς την ουσία.

Το ακυρωτικό Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο στην περίπτωση που διαπιστώνεται ότι η ερμηνεία ή/και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας από το διορίζον όργανο δεν είναι εύλογα επιτρεπτή το Δικαστήριο ελέγχει κατά πόσο η διοίκηση παρέλειψε να διενεργήσει επαρκή έρευνα προς διαπίστωση των ουσιωδών γεγονότων και/ή νομικών δεδομένων ή κατά πόσο η διοίκηση τελούσε υπό καθεστώς ουσιώδους νομικής ή/και πραγματικής πλάνης και/ή ακόμα κατά πόσο η διοίκηση υπερέβη τα ακραία όρια της σχετικής διακριτικής της ευχέρειας.

Τα κυριότερα σε έκταση και σπουδαιότητα καθήκοντα και ευθύνες του προϊσταμένου Διοίκησης και Προσωπικού όπως προσδιορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης είναι:

“(1) Βοηθεί το Διευθυντή στον προγραμματισμό, οργάνωση, διοίκηση και εύρυθμη λειτουργία του Οργανισμού καθώς και στη διαμόρφωση και εφαρμογή της πολιτικής στα θέματα διοίκησης και προσωπικού.

(2)  Υπεύθυνος για:

(α)  Την οργάνωση, διοίκηση, συντονισμό και έλεγχο της          εργασίας του Γραφειακού και άλλου Βοηθητικού [*1021]Προσωπικού του Οργανισμού.”

(β)  Όλα τα θέματα προσωπικού και εργατικών σχέσεων του Οργανισμού.”

Η απαιτούμενη δεκαετής τουλάχιστον διοικητική πείρα σε υπεύθυνη θέση από την οποία πενταετής τουλάχιστον σε θέματα διοίκησης προσωπικού ή/και εργατικών σχέσεων όσο και επί θεμάτων για τα οποία απαιτείται πολύ καλή γνώση της νομοθεσίας της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Οργανισμού, των εργατικών σχέσεων και των θεμάτων ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού στην Κύπρο είναι παράγοντες οι οποίοι, σε συνάρτηση προς τη φύση των καθηκόντων και ευθυνών της επίδικης θέσης όπως καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας, αποκτούν ιδιαίτερη σπουδαιότητα και για τη διαπίστωσή τους το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού είχε υποχρέωση να προβεί σε ενδελεχή έρευνα.

Επειδή ένα από τα ζητούμενα είναι η διαπίστωση του βαθμού επάρκειας της έρευνας που διεξήγαγε το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού για τον προσδιορισμό και αξιολόγηση της πείρας των υποψηφίων και μάλιστα εκείνης του ενδιαφερόμενου προσώπου, ζήτημα συνυφασμένο με την ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης, προέχει ο καθορισμός σε αδρές γραμμές της έννοιας του όρου “πείρα” όπως ο όρος χρησιμοποιείται στα σχέδια υπηρεσίας δημόσιων θέσεων.

Στην Theodoros G. Papapetrou v. Republic 2 R.S.C.C. 61

“The term “experience” inevitably contains the notion of knowledge acquired through acting in a certain capacity and cannot be reasonably interpreted as amounting merely to knowledge acquired through observation and study.”

Επί του ιδίου θέματος στην Κωνσταντίνος Χατζηκωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2149 ο Δικαστής Γ.Μ. Πικής (όπως ήταν τότε) είπε τα πιο κάτω τα οποία και υιοθετώ:

“Η επίδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση συνιστά ένα από τα στοιχεία κρίσεως για τον προσδιορισμό της καταλληλότητος των υποψηφίων για διορισμό ή προαγωγή.  Δεν είναι όμως το μόνο στοιχείο, ούτε εξ αντικειμένου συνιστά καθοριστικό παράγοντα για τον προσδιορισμό της καταλληλότητας των υποψηφίων. Η σταδιοδρομία των υποψηφίων όπως αποκαλύπτεται από τα υπηρεσιακά τους στοιχεία, αποτε[*1022]λεί παράγοντα μείζονος σημασίας για τον καθορισμό των ιδιοτήτων, της ικανότητας και της προσήλωσης τους στο καθήκον. Τα υπηρεσιακά στοιχεία, εφόσον η υπηρεσία καλύπτει εύλογο χρονικό διάστημα, καθρεπτίζουν με τον ασφαλέστερο τρόπο τις ικανότητες και τα προσόντα των υποψηφίων .......

Όντως η πείρα και, ιδιαίτερα η διοικητική πείρα συνιστούσε παράγοντα μεγάλης σπουδαιότητας για την εκπλήρωση των καθηκόντων της θέσης που θα πληρωνόταν και εύλογα μπορούσε να δοθεί βαρύτητα σ’ αυτή.”

Όταν λοιπόν το οικείο σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί ορισμένης διάρκειας διοικητική πείρα σε υπεύθυνη θέση, μεγάλο μέρος της οποίας να είναι σε θέματα διοίκησης προσωπικού ή/και εργατικών σχέσεων, το διορίζον όργανο πρέπει να γνωρίζει ότι οι πιο κάτω αρχές διέπουν τη διαδικασία της διερεύνησης ως προς το κατά πόσο ο συγκεκριμένος υποψήφιος κατέχει το απαιτούμενο αυτό προσόν.

(1) Ότι ο όρος “πείρα” αναπόφευκτα περιέχει την έννοια της γνώσης η οποία αποκτάται διά του πραγματικού γεγονότος της εργασίας υπό ορισμένη ιδιότητα. Επομένως, ο όρος “πείρα” δεν σημαίνει ούτε ισοδυναμεί απλώς με γνώση η οποία αποκτάται διά της παρατήρησης και της μελέτης. Βλ. Theodoros G. Papapetrou (ανωτέρω).

(2) Όπου συγκεκριμένος υποψήφιος διαθέτει προϋπηρεσία η οποία καλύπτει εύλογο χρονικό διάστημα, όπως συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση, τα υπηρεσιακά στοιχεία του εν λόγω υποψηφίου και η όλη σταδιοδρομία του αποτελούν το ασφαλέστερο κριτήριο για τη διαπίστωση του βαθμού της διοικητικής πείρας που κατέχει παρά η απόδοσή του κατά την προφορική εξέταση. Βλ. Κωνσταντίνος Χατζηκωνσταντίνου (ανωτέρω).

(3) Όπου η διερεύνηση της εκ μέρους ορισμένου υποψηφίου κατοχής της απαιτούμενης διοικητικής πείρας γίνεται διά της προφορικής εξέτασης/συνέντευξής του, και όχι βάσει αποδεικτικών υπηρεσιακών στοιχείων, απαραιτήτως πρέπει να διαπιστώνεται ότι η προφορική συνέντευξη/εξέταση πράγματι περιστράφηκε γύρω από το απαιτούμενο αυτό προσόν και ότι το θέμα καλύφθηκε πλήρως και επαρκώς.

(4) Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες της θέσης όπως καθο[*1023]ρίζονται στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας είναι παράγοντες προσδιοριστικοί του βαθμού σπουδαιότητας της απαιτούμενης διοικητικής πείρας. Όσο πιο μακρόχρονη και ορισμένου είδους είναι η διοικητική πείρα που απαιτείται για την εκτέλεση κάποιων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας τόσο πιο ενδελεχής πρέπει να είναι η διερεύνηση προς διακρίβωση του κατά πόσο ο συγκεκριμένος υποψήφιος κατέχει αυτό το προσόν. Η μακρά σε διάρκεια ή μεγάλη σε έκταση και με επιτυχή αποτελέσματα πείρα ασφαλώς πρέπει να τυγχάνει της δέουσας εκτίμησης. Βλ. Κωνσταντίνος Χατζηκωνσταντίνου (ανωτέρω) και Ανδρέας Κουνούνης κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1996) 4 Α.Α.Δ. 2638 (απόφαση Καλλή, Δ.).

(5) Όπου για τη διαπίστωση κατοχής της απαιτούμενης διοικητικής πείρας σε εξειδικευμένα καθήκοντα υπεύθυνης θέσης χρησιμοποιούνται σχέδια υπηρεσίας προηγούμενων θέσεων, απαιτείται ενδελεχής διερεύνηση της πραγματικής έντασης και πραγματικής διάρκειας ενασχόλησης με διοικητικά καθήκοντα.  Για να προσμετρήσει υπέρ ενός υποψηφίου ότι κατέχει την απαιτούμενη διοικητική πείρα δεν είναι αρκετό να αποδειχθεί πως τα συγκεκριμένα σχέδια υπηρεσίας προβλέπουν κάποια καθήκοντα και αρμοδιότητες διοικητικής φύσης. Βλ. Χρίστος Σολομωνίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1467 (απόφαση Γ.Μ. Πική, Δ.).

6.   Το τεκμήριο περί κατοχής εκ μέρους ορισμένου υποψηφίου, προσόντος απαιτούμενου σε προηγούμενη θέση (την οποία ο υποψήφιος αυτός κατείχε) ισχύει μόνο εφόσον πρόκειται περί των ιδίων ακριβώς προσόντων και εφόσον πρόκειται περί προαγωγικής διαδικασίας και όχι επί διαδικασίας πλήρωσης θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής. Εφόσον δεν υπάρχει απόλυτη σύμπτωση στα απαιτούμενα προσόντα και, εν πάση περιπτώσει, εφόσον δεν πρόκειται περί πλήρωσης θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής, το τεκμήριο κατοχής προσόντος που καθιερώθηκε στην Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 196 δεν ισχύει, το δε αρμόδιο για διορισμό/προαγωγή όργανο οφείλει να διερευνήσει  ενδελεχώς την εκ μέρους των υποψηφίων κατοχή όλων των απαιτούμενων προσόντων. Βλ. Μαλάμω Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 575.

Στην προκείμενη περίπτωση η προϋπηρεσία του ενδιαφερόμενου προσώπου ουσιαστικά αναφέρεται στη θέση του Διοικητικού [*1024]Λειτουργού στην Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου από το Σεπτέμβριο 1978.  Τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της εν λόγω θέσης καθήκοντα και ευθύνες είναι:

“(α)   Βοηθεί τον Διευθυντήν εις την οργάνωσιν των Γραφείων         της Επιτροπής Σιτηρών.

(β)  Υπεύθυνος διά την διεξαγωγήν της διοικητικής εργασίας της επιτροπής (και εποπτείαν του γραφειακού προσωπικού).

(γ)  Συντονίζει την εργασίαν των διαφόρων τμημάτων.

(δ)  Παρακολουθεί την εσωτερικήν και διεθνή αγοράν των σιτηρών, διεξάγει μελέτας και έρευνας και υποβάλλει σχετικά εκθέσεις.

(ε)  Εκτελεί καθήκοντα γραμματέως της Επιτροπής και διεξάγει την συνεπαγόμενην αλληλογραφίαν.

(στ) Εκτελεί οιαδήποτε άλλα καθήκοντα τα οποία ήθελον ανατεθεί εις αυτόν υπό του Διευθυντού.”

Έχω την άποψη πως με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν μπορούσε εύλογα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε την απαιτούμενη διοικητική πείρα και μάλιστα την απαιτούμενη πενταετή πείρα σε θέματα διοίκησης προσωπικού ή/και εργατικών σχέσεων ούτε πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε πολύ καλή γνώση των εργατικών σχέσεων και των θεμάτων ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού στην Κύπρο χωρίς τη διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας.

Η εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης που προηγουμένως κατείχε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στην Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου δεν επιμαρτυρεί αφ’ εαυτής πρόσκτηση δεκαετούς τουλάχιστον διοικητικής πείρας σε υπεύθυνη θέση. Ούτε, κατά μείζονα λόγο, τεκμαίρεται πως με την εκτέλεση των καθηκόντων της εν λόγω θέσης ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο απέκτησε την απαιτούμενη πενταετή τουλάχιστο διοικητική πείρα σε θέματα διοίκησης προσωπικού ή εργατικών σχέσεων. Και ο λόγος είναι προφανής. Τα καθήκοντα της προηγούμενης θέσης είναι ανόμοια με αυτά της επίδικης. Ιδίως είναι ανόμοια προς εκείνα που αναφέρονται σε θέματα διοίκησης προσωπικού ή/και εργατικών σχέσεων.

[*1025]

Η επιστολή (βεβαίωση) του Διευθυντή της Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου ημερ. 12.12.97 δεν ρίχνει πρόσθετο φως στα στοιχεία που το Συμβούλιο του Οργανισμού είχε ενώπιόν του κατά τον ουσιώδη χρόνο για τη διακρίβωση του κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατέχει την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης διοικητική πείρα. Θα κατέληγα στο ίδιο συμπέρασμα έστω και αν γίνει προς στιγμή δεκτό ότι υπάρχει κάποια ταύτιση καθηκόντων της επίδικης με την προηγούμενη θέση. Και πάλιν δεν μπορεί να ευσταθήσει ο ισχυρισμός ότι η διάρκεια της υπηρεσίας του ενδιαφερόμενου προσώπου στην προηγούμενη θέση συνεπάγεται πρόσκτηση διοικητικής πείρας γιατί η μακρά διάρκεια της υπηρεσίας δεν είναι ο μόνος οδηγός στην πείρα. Η ένταση με την οποία καταπιάνεται με ένα δοσμένο τομέα και τα αποτελέσματα της εργασίας του είναι ισότιμοι,  εάν δεν είναι και οι πιο σημαντικοί δείκτες της πείρας. Βλ. Χ”Σάββα ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 76.

Η “εποπτεία γραφειακού προσωπικού” που ασκούσε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο όταν βρισκόταν στην υπηρεσία της Επιτροπής Σιτηρών δεν επιμαρτυρεί αφ’ εαυτής άσκηση διοικητικών καθηκόντων ή/και εργατικών σχέσεων.

Η “διοίκηση προσωπικού” (και συνεπώς η άσκηση διοικητικών καθηκόντων σε θέματα προσωπικού και ή εργατικών σχέσεων) περιλαμβάνει απαραιτήτως μια σειρά εξειδικευμένων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων όπως για παράδειγμα την προσέλκυση, επιλογή και πρόσληψη προσωπικού, την επιμόρφωση και ανάπτυξη προσωπικού, μεταθέσεις και προαγωγές προσωπικού, την πειθαρχία, απολύσεις και πλεονασμούς, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τη διαχείριση ταμείων προνοίας, τις εργασιακές σχέσεις και τις διαπραγματεύσεις με συντεχνίες, την αξιολόγηση υπαλλήλων, τους μισθούς, τα ημερομίσθια, την ανάλυση θέσεων εργασίας κλπ.  Βλ. την σχετική επί του θέματος βιβλιογραφία “The Theory and Practice of Personnel Management”, Heineman Ltd 1980 (Chapt. 1), (2) Christopher Molander: Personnel Management: A Practical Introduction”, Chartwell - Bratt 1987, (3) Χαρ. Κ. Κανελλόπουλου: Διοίκηση Προσωπικού και Διευθυντικά Στελέχη Διοίκησης Προσωπικού στην Ελλάδα ΕΛΚΕΠΑ Αθήνα 1990.

Με βάση τα στοιχεία που έχω ενώπιόν μου προκύπτει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ουδέποτε άσκησε τα πιο πάνω καθήκοντα και/ή αρμοδιότητες έτσι ώστε διά της ασκήσεως των εν λόγω καθηκόντων και αρμοδιοτήτων τουλάχιστο να τεκμαίρεται η πρό[*1026]σκτηση της απαιτούμενης από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης διοικητικής πείρας. Δεν φαίνεται επίσης ότι έγινε η δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί η εκ μέρους του ενδιαφερόμενου προσώπου κατοχή του εν λόγω προσόντος. Τα μόνα στοιχεία που το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού είχε ενώπιόν του με βάση τα οποία έκρινε πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε την απαιτούμενη διοικητική πείρα, ήταν οι χειρόγραφες αναφορές του στο “Εντυπο αιτήσεως διά πρόσληψιν” (Βλ. σελ. 1019 ανωτέρω), χωρίς ωστόσο να έχει διερευνηθεί ή εν πάση περιπτώσει δεν προκύπτει ότι διερευνήθηκε κατά τη συνέντευξη ή με άλλο τρόπο η πραγματική διάρκεια, ένταση και αποτελέσματα της άσκησης των εν λόγω καθηκόντων. Προκύπτει ότι από τις απόψεις των μελών του Οργανισμού όπως αυτές καταγράφονται στα πρακτικά ότι η προφορική συνέντευξη του ενδιαφερόμενου προσώπου περιστράφηκε γύρω από τη γνώση και το ενδιαφέρον του για το θέατρο στοιχεία εξωγενή που τελικά όμως λήφθηκαν παρανόμως υπόψη και προσμέτρησαν στην επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου.

Ενόψει των όσων έχουν ειπωθεί η κατάληξη έχει προδιαγραφεί και δεν παρίσταται ανάγκη να εξετάσω τους άλλους λόγους ακύρωσης που είναι η ισχυριζόμενη έκδηλη υπεροχή του αιτητή και οι διαδικαστικές πλημμέλειες.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της με έξοδα υπέρ του αιτητή.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο