Παρέλλης Μιχάλης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 1432

(1999) 4 ΑΑΔ 1432

[*1432]30 Δεκεμβρίου, 1999

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση Αρ. 1033/97)

ΜΙΧAΛΗΣ ΠΑΡΕΛΛΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 116/98)

ΙΑΚΩΒΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1033/97, 116/98)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Σύσταση Προϊσταμένου — Δεν απαιτείται αιτιολογία — Άρθρο 34(9) του Περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου — Η σημασία της σύστασης, όταν δεν περιέχει αιτιολογία, δεν μπορεί να υπερβαίνει κατά πολύ την μηδενική.

Ακυρωτική Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου — Επανεξέταση — Νέα [*1433]προσφυγή — Δεν μπορούν να τεθούν στην νέα προσφυγή λόγοι ακυρώσεως, που δεν είχαν τεθεί στην αρχική προσφυγή.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Προσόντα — Πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα — Λαμβάνονται γενικά υπόψη, εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης — Εφόσον το μεταπτυχιακό προσόν μέτρησε ως απαραίτητο προσόν δεν κατέστη σαφές τι προσμέτρησε  ως πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν — Το ίδιο ακαδημαϊκό προσόν δεν μπορεί να προσμετρήσει δύο φορές, και ως απαραίτητο και ως πρόσθετο.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Αιτιολογία — Πάσχει, εφόσον προσεγγίστηκε με ανόμοιο τρόπο η αρχαιότητα του επιλεγέντος σε σχέση με την αρχαιότητα μη επιλεγέντος υποψηφίου, καθώς και η υπεροχή σε αξία μη επιλεγέντος υποψηφίου σε σχέση με αυτήν του επιλεγέντος — Τα σημαντικά αυτά σφάλματα έχουν άμεσο αντίκτυπο στην αιτιολογία.

Οι αιτητές προσέβαλαν με τις προσφυγές τους, την αναδρομική προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου, που έγινε μετά από επανεξέταση της ακυρωθείσας από το Ανώτατο Δικαστήριο αρχικής απόφασης της Ε.Δ.Υ.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Εφόσον ο νόμος επιτρέπει την αναιτιολόγητη σύσταση και εφόσον επικρατεί ακόμα νομολογιακά η άποψη πως, ως εκ τούτου, θα πρέπει να της αποδοθεί σημασία, αυτή δεν μπορεί εντούτοις να υπερβαίνει κατά πολύ τη μηδενική.

2.  To ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε, από Αμερικανικά Πανεπιστήμια, Β.Α. in Mathematics and Business, όπως και Μ.Β.Α. (Master in Business Administration). Επειδή το πρώτο πτυχίο του ενδιαφερομένου προσώπου αφορούσε σε θέματα άλλα από εκείνα που εξειδικεύονταν στην παράγραφο (1) των απαιτουμένων προσόντων, θεωρήθηκε προσοντούχος με βάση το μεταπτυχιακό του στη διοίκηση επιχειρήσεων.  Έχει τεθεί προς εξέταση, το κατά πόσο το σχέδιο υπηρεσίας κάλυπτε όχι μόνο το πτυχίο, αλλά και το μεταπτυχιακό. Αυτό το ζήτημα δεν μπορεί να εξεταστεί τώρα. Θα μπορούσε να είχε τεθεί και προωθηθεί μόνο στις προσφυγές που στρέφονταν κατά της προηγούμενης απόφασης της Ε.Δ.Υ. Η επανεξέταση γίνεται με αναφορά στους λόγους της δικαστικής ακυρωτικής απόφασης και ό,τι δεν προσβλήθηκε, πρέπει πλέον να θεωρείται δεδομένο. Δεν [*1434]επιτρέπεται η αναδρομή σε προϋπάρχοντες ενδεχόμενους λόγους ακύρωσης.

3.  Αναφορικά με τα προσόντα, η Ε.Δ.Υ. με την αναφορά της σε ευρύτερη  ακαδημαϊκή κατάρτιση του ενδιαφερομένου προσώπου συγκριτικά με το Μ. Παρέλλη, δεν εξειδίκευσε την όποια σημασία της και καθώς φαίνεται, άφησε με αυτό το κενό την εντύπωση, ενόψει ιδιαίτερα του τρόπου με τον οποίο διατύπωσε αυτή τη διαφορά μεταξύ των εν λόγω υποψηφίων, ότι απέδιδε σημασία μεγαλύτερη από όση έπρεπε.  Έτσι όπως διατύπωσε το ζήτημα η Ε.Δ.Υ. δεν είναι σαφές τι ήταν που θεώρησε ότι συνιστούσε την ευρύτερη ακαδημαϊκή κατάρτιση. Αν είχε υπόψη και το μεταπτυχιακό, αυτό ήταν σφάλμα: δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί δύο φορές, δηλαδή και ως απαραίτητο προσόν και ως πρόσθετο.

     Έπειτα η Ε.Δ.Υ. δεν ανέφερε ότι το προσόν για το οποίο μπορούσε να γίνει λόγος ήτοι το πτυχίο Β.Α. in Mathematics and Business ήταν συναφές προς τα καθήκοντα της θέσης. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να υποθέσει ότι ήταν. Και αν δεν ήταν, τότε περιθωριακή θα ήταν η σημασία του και δεν δικαιολογούσε την εν λόγω αναφορά της Ε.Δ.Υ.

4.  Σε ό,τι αφορά την αρχαιότητα, φαίνεται πώς η Ε.Δ.Υ. την προσέγγισε με ανόμοιο τρόπο στις δύο χωριστές συγκρίσεις στις οποίες προέβη. Στη σύγκριση μεταξύ του Μ. Παρέλλη και του ενδιαφερομένου προσώπου η αρχαιότητα κατά τέσσερα χρόνια του πρώτου είχε “περιορισμένη σημασία”. Ενώ στη σύγκριση μεταξύ του Ι. Δημητρίου και  του ενδιαφερομένου προσώπου, την αρχαιότητα του δεύτερου η οποία ήταν περίπου πέντε χρόνια, όχι ουσιωδώς διαφορετική από την άλλη, τη θεώρησε πολύ σημαντική. Ανέφερε πρώτα ότι ο Ι. Δημητρίου που υπερέχει σε προσόντα “υστερεί ουσιωδώς σε αρχαιότητα” και ύστερα αναφέρθηκε σε ό,τι χαρακτήρισε ως τη “σαφή υπεροχή του Σώσειλου σε αρχαιότητα”.

     Τέλος, ως προς την αξία, η Ε.Δ.Υ. ανέφερε σε σχέση με τον αιτητή Ι. Δημητρίου, ότι δεν υπήρχε στην περίπτωσή του βάση χρονικής διάρκειας για σύγκριση με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Αφήνει να εννοηθεί ότι αν υπήρχε θα αποκτούσε σημασία η σύγκριση. Όμως για τον αιτητή Μ. Παρέλλη για τον οποίο υπήρχε βάση διαρκείας για σύγκριση, η Ε.Δ.Υ. σημείωσε μόνο ότι αυτός υπερείχε, χωρίς να αναφέρει οτιδήποτε περί της σημασίας αυτής της υπεροχής. Παρέμεινε εν τέλει άγνωστο, τι ήταν εκείνο το τόσο ισχυρό από πλευράς του ενδιαφερομένου προσώπου, που αντιστάθμισε αυτή την υπεροχή του Μ. Παρέλλη, αλλά και το πλεονέκτημα του Ι. Δημη[*1435]τρίου.

     Το Δικαστήριο δεν παραγνωρίζει το πόσο δύσκολο είναι σε τέτοιες περιπτώσεις το έργο της Ε.Δ.Υ. Παρεισέφρησαν όμως σημαντικά σφάλματα στην προσέγγιση, με άμεσο αντίκτυπο στη δοθείσα αιτιολογία.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Παρέλλη ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 593,

Δημοκρατία ν. Ανδρέου κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ 153,

Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1381,

Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 47.

Προσφυγές.

Προσφυγές από τους αιτητές κατά του διορισμού, κατόπιν επανεξέτασης του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Αεροπορικών Μεταφορών και Αερολιμένων, Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση αρ. 1033/97.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Aιτητή στην Υπόθεση αρ. 116/98.

Μ. Κληρίδου-Τσιάππα, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Τ. Παπαδόπουλος, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Με απόφαση ημερ. 18 Νοεμβρίου 1997, η οποία λήφθηκε κατόπιν επανεξέτασης, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, (στα επόμενα η Ε.Δ.Υ.) επέλεξε για προαγωγή στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Ανώτερου Λειτουργού Αεροπορικών Μεταφορών και Αερολιμένων, Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Ανδρέα Σώσειλο.  Ακολούθησε, κατά την ίδια ημερομηνία, η κοινοποίηση της επιλογής, η αποδοχή και η προαγωγή του εν[*1436]διαφερομένου προσώπου αναδρομικά από 15 Ιανουαρίου 1993.  Δημοσίευση έγινε με Γνωστοποίηση αρ. 5166 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 5 Δεκεμβρίου 1997.

Παρατηρώ κατ’ αρχάς ότι η αναφορά της Ε.Δ.Υ. σε προαγωγή, όπως το ίδιο και του Διευθυντή ο οποίος προέβη σε σύσταση υπέρ του ενδιαφερομένου προσώπου, αποτελούσε σφάλμα. Επρόκειτο για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, σε σχέση με την οποία τόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο όσο και οι αιτητές σε αυτές τις προσφυγές - οι τρεις τους ήταν  οι μόνοι υποψήφιοι - κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό, όχι για προαγωγή αφού κανείς δεν υπηρετούσε στην αμέσως κατώτερη θέση. Δεν έχει όμως τεθεί προς εξέταση αυτή η πτυχή ή οι όποιες επιπτώσεις της· και νομίζω πως εν προκειμένω η αναφορά σε προαγωγή αντί σε διορισμό δεν έχει σημασία άλλη από λεκτική.

Ο Α. Σώσειλος είχε επιλεγεί για “προαγωγή” και με την προηγούμενη απόφαση της Ε.Δ.Υ., ημερ. 15 Δεκεμβρίου 1992.  Έτσι είχε και τότε χαρακτηριστεί η εξέλιξη. Οι αιτητές προσέβαλαν την απόφαση. Πρωτόδικα απορρίφθηκαν οι προσφυγές τους αλλά άσκησαν και οι δύο έφεση. Προηγήθηκε  η ακρόαση της έφεσης του Μ. Παρέλλη, παρόντος αιτητή στην προσφυγή αρ. 1033/97. Η έφεση επιτράπηκε: βλ. Παρέλλη ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 593. Κρίθηκε πλημμελής η σύσταση του Διευθυντή για τους εξής λόγους: πρώτο, διότι διαμορφώθηκε με την εσφαλμένη εντύπωση ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε ό,τι προβλεπόταν ως πλεονέκτημα· δεύτερο, διότι ήταν ανακριβής η έμμεση διαπίστωση του Διευθυντή ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε πείρα στον τομέα Πολιτικής Αεροπορίας· και, τρίτο, διότι ο Διευθυντής δεν προσδιόρισε τα “βασικά κριτήρια” με αναφορά στα οποία διαμόρφωσε την άποψή του. Κρίθηκε εξ άλλου ότι δεν αιτιολογήθηκε η εντύπωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής αλλά ούτε και της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην αντίστοιχη προφορική εξέταση.  Ας σημειωθεί ότι ενόψει του αποτελέσματος στην εν λόγω έφεση ο Ι. Δημητρίου απέσυρε τη δική του αφού τα ζητήματα που ετίθεντο προς εξέταση ήταν τα ίδια.

Κατά την επανεξέταση η Ε.Δ.Υ. δεν έλαβε υπόψη την απόδοση των υποψηφίων στις προφορικές εξετάσεις. Και ορθά βέβαια ενόψει του σχετικού λόγου της δικαστικής ακύρωσης. Σε σύσταση αυτή τη φορά προέβη ο νέος Διευθυντής του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας. Η σύσταση έγινε βάσει του άρθρου 34(9) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 το οποίο δεν απαιτεί αιτιολόγησή της, ενώ σε περιπτώσεις προαγωγής απαιτείται από το άρθρο 35(4). [*1437]Ωστόσο, κατά την πρώτη εξέταση ο Διευθυντής είχε δώσει λόγους. Οι οποίοι βέβαια, υπόκειντο πλέον σε έλεγχο. Ο νέος Διευθυντής προτίμησε να μη δώσει λόγους.  Καθώς αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό της συνεδρίας της Ε.Δ.Υ. ημερ. 14 Νοεμβρίου 1997: “Ο Διευθυντής, αφού μελέτησε τα ενώπιον του στοιχεία, σύστησε για προαγωγή το Σώσειλο Ανδρέα.” Είπε μόνο ότι συστήνει. Όχι και το γιατί.  Του το επέτρεπε αυτό ο νόμος.

Διατηρώ την άποψη ότι η σημασία της σύστασης δεν μπορεί ποτέ να μην είναι ανάλογη με τα όποια ερείσματά της: τα στοιχεία, τους παράγοντες και τη δόμηση των συνειρμών που οδηγούν στην κατάληξη να προτιμηθεί ο ένας αντί ο άλλος. Αν αφενός το διαθέσιμο υλικό ομιλεί αφεαυτού, η σύσταση τίποτε δεν προσθέτει.   Και αν, αφετέρου, αυτό το υλικό δεν καθιστά αυτονόητη την κατάληξη, η σύσταση χωρίς εξήγηση μοιάζει αυθαίρετη. Τί είναι τέλος πάντων που ξέρει ή τί είναι που πιστεύει ο Διευθυντής και δεν το αποκαλύπτει; Ως θέμα αρχής, η σύσταση θα πρέπει να μην έχει παρά μόνο  μηδενική αξία και στη μια περίπτωση και στην άλλη.  Αλλά, εφόσον ο νόμος επιτρέπει την αναιτιολόγητη σύσταση και εφόσον επικρατεί ακόμα νομολογιακά η άποψη πως, ως εκ τούτου, θα πρέπει να της αποδοθεί σημασία, αυτή δεν μπορεί εντούτοις να υπερβαίνει κατά πολύ τη μηδενική. Σπεύδω ωστόσο να προσθέσω ότι δεν είναι με αναφορά στη σύσταση του Διευθυντή που θεωρώ ότι συντρέχει ξανά λόγος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης.

Υπηρετούσαν και οι τρεις υποψήφιοι στη δημόσια υπηρεσία. Ο αιτητής Μ. Παρέλλης είχε διοριστεί ως Βοηθός Γραφέας την 1 Μαΐου 1971 και από 1 Μαρτίου 1979 κατείχε τη θέση Διοικητικού Λειτουργού στην κλίμακα Α8-Α10. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Α. Σώσειλος διορίστηκε στις 15 Μαρτίου 1983 και έκτοτε κατείχε τη θέση Λειτουργού Συντονισμού, επίσης στην κλίμακα Α8-Α10. Είχε λοιπόν ο Μ. Παρέλλης αρχαιότητα τεσσάρων χρόνων. Ενώ ο αιτητής Ι. Δημητρίου υστερούσε του ενδιαφερομένου προσώπου σε αρχαιότητα κατά σχεδόν πέντε χρόνια( διορίστηκε στη θέση  Ελεγκτού Εναέριας Κυκλοφορίας (επίσης στην Κλίμακα Α8-Α10) στις 16 Μαΐου 1988 ενώ προηγουμένως από τον Μάϊο του 1986 κατείχε τη θέση με σύμβαση. 

Ως προσόντα προβλέπονταν, προκειμένου περί πρώτου διορισμού, τα ακόλουθα:

“(1) (α) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα θέματα:  Δημόσια  Διοίκηση, Διοίκηση Επιχειρήσεων, Νομικά (περιλαμβα[*1438]νομένου του Barrister-at-Law), τις Οικονομικές ή Πολιτικές Επιστήμες.

ή

(β) Πτυχίο/Πιστοποιητικό Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας.

 (2)  Επταετής τουλάχιστο πείρα σε θέματα Πολιτικής Αεροπορίας ή/και Διοικήσεως ή/και Διευθύνσεως ή/και Οικονομικών, από την οποία 3ετής τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση.

 (3)  Γνώση θεμάτων που αφορούν στη Λειτουργία Αερολιμένων θα αποτελεί πλεονέκτημα.”

Σε ό,τι αφορά την πανεπιστημιακή μόρφωση, ο αιτητής                  Μ. Παρέλλης είχε Δίπλωμα Πολιτικών Επιστημών της Παντείου.  Ο αιτητής Ι. Δημητρίου είχε, από Αγγλικό Πανεπιστήμιο, B.Sc. in Engineering, M.Sc. in Engineering και M.Sc. in Air Transport Management. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε, από Αμερικανικά Πανεπιστήμια, B.A. in Mathematics and Business όπως και M.B.A. (Master in Business Administration).  Επειδή το πρώτο πτυχίο του ενδιαφερομένου προσώπου αφορούσε σε θέματα άλλα από εκείνα που εξειδικεύονταν στην παράγραφο (1) των απαιτουμένων προσόντων, θεωρήθηκε προσοντούχος με βάση το μεταπτυχιακό του στη διοίκηση επιχειρήσεων. Έχει τεθεί προς εξέταση το κατά πόσο το σχέδιο υπηρεσίας κάλυπτε όχι μόνο το πτυχίο αλλά και το μεταπτυχιακό. Αυτό το ζήτημα δεν μπορεί να εξεταστεί τώρα. Θα μπορούσε να είχε τεθεί και προωθηθεί μόνο στις προσφυγές που στρέφονταν κατά της προηγούμενης απόφασης της Ε.Δ.Υ. Η επανεξέταση γίνεται με αναφορά στους λόγους της δικαστικής ακυρωτικής απόφασης και ό,τι δεν προσβλήθηκε πρέπει πλέον να θεωρείται δεδομένο. Δεν επιτρέπεται η αναδρομή σε προϋπάρχοντες ενδεχόμενους λόγους ακύρωσης. Ως προς το πλεονέκτημα, ο μόνος που το κατείχε ήταν ο αιτητής Ι. Δημητρίου.

Αναφορικά με τη βαθμολογημένη αξία τους, ως δημόσιοι υπάλληλοι στις αντίστοιχες κατεχόμενες θέσεις, ο αιτητής Μ. Παρέλλης υπερείχε του ενδιαφερομένου προσώπου: για το 1991, το τελευταίο βαθμολογημένο, βαθμολογήθηκαν και οι δύο με “πολύ ικανοποιητικά” αλλά για όλα τα προηγούμενα έτη σύγκρισης, ενώ ο Μ. Παρέλλης είχε βαθμολογηθεί με “εξαίρετα”, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε βαθμολογηθεί με “πολύ ικανοποιητικά” ή “λίαν καλώς”. Για [*1439]τον αιτητή Ι. Δημητρίου βαθμολογία υπήρχε μόνο για το 1991 και επομένως δεν προσφερόταν βάση διαρκείας για σύγκριση. Για εκείνο το έτος είχε γενική βαθμολογία πολύ ικανοποιητικά.

Η Ε.Δ.Υ. θεώρησε εξ αρχής πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και ο αιτητής Μ. Παρέλλης υπερείχαν του Ι. Δημητρίου και προχώρησε σε “ιδιαίτερη σύγκριση” μεταξύ τους. Εξέφρασε εν συνεχεία την άποψη πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερείχε του Παρέλλη σε ακαδημαϊκά προσόντα “δεδομένου ότι πέραν του πρώτου τίτλου B.A. Mathematics and Business διαθέτει και Master in Business Administration.  Παρόλο που το Master αυτό του Σώσειλου χρησιμοποιήθηκε ώστε αυτός να θεωρηθεί ως προσοντούχος, η διαπίστωση της Επιτροπής είναι ότι ο Σώσειλος διαθέτει ευρύτερη ακαδημαϊκή κατάρτιση από τον Παρέλλη.” Πρόσθεσε εξ άλλου ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή.  Έπειτα έθεσε και τα υπέρ του Μ. Παρέλλη, συνοδεύοντας τα με σχόλια ως προς το ποια μπορεί να ήταν η σημασία τους:

“Ο Παρέλλης υπερέχει του Σώσειλου σε αξία, όπως αυτή προκύπτει από τις Υπηρεσιακές Εκθεσεις, καθώς και σε αρχαιότητα, η οποία όμως για θέσεις Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής που βρίσκονται ψηλά στην ιεραρχία, όπως είναι η υπό πλήρωση θέση, έχει περιορισμένη σημασία. Όσον αφορά τις αξιολογήσεις στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των δύο υποψηφίων, η Επιτροπή σημείωσε ότι αυτές προέρχονται από εντελώς διαφορετικά Τμήματα και έγιναν για διαφορετικά καθήκοντα.”

Εν τέλει ανέφερε και γιατί κατέταξε τον αιτητή Ι. Δημητρίου σε άλλη μοίρα. Ήταν διότι υστερούσε σε αρχαιότητα:

“Ο τρίτος υποψήφιος, Δημητρίου Ιάκωβος, συγκρινόμενος με τους δύο πιο πάνω υποψηφίους, υπερέχει σε προσόντα, αλλά υστερεί ουσιωδώς σε αρχαιότητα. Σ’ ό,τι αφορά την αξία, όπως προκύπτει από τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις, η Επιτροπή σημείωσε ότι ο Δημητρίου μέχρι τον ουσιώδη χρόνο είχε μόνο μια Ετήσια Υπηρεσιακή Έκθεση, αυτήν για το έτος 1991, στην οποία έχει την ίδια αξιολόγηση με τους Παρέλλη και Σώσειλο.   Προηγουμένως, ο Δημητρίου υπηρετούσε επί δοκιμασία και ως εκ τούτου είχε μόνο Εξαμηνιαίες Εκθέσεις.”

Προχώρησε δε να εξηγήσει ειδικότερα την προτίμησή της για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αντί για τον αιτητή Ι. Δημητρίου που διέθετε το πλεονέκτημα:

[*1440]“Η Επιτροπή, επιλέγοντας το Σώσειλο, έλαβε υπόψη ότι ο υποψήφιος Δημητρίου Ιάκωβος διαθέτει το πλεονέκτημα, ενώ ο επιλεγείς δεν το διαθέτει.  Λαμβάνοντας όμως υπόψη τη σαφή υπεροχή του Σώσειλου σε αρχαιότητα, το γεγονός ότι σ’ ό,τι αφορά την αξία σύγκριση μεταξύ των δύο υποψηφίων μπορεί να γίνει μόνο για το έτος 1991, όπου αυτοί παρουσιάζονται ως ισάξιοι, καθώς και την υπέρ του Σώσειλου σύσταση του Διευθυντή, η Επιτροπή έκρινε ότι ο Σώσειλος γενικά υπερέχει.”

Αναφορικά πρώτα με τα προσόντα, η Ε.Δ.Υ. με την αναφορά της σε ευρύτερη ακαδημαϊκή κατάρτιση του ενδιαφερομένου προσώπου συγκριτικά με το Μ. Παρέλλη δεν εξειδίκευσε την όποια σημασία της και, καθώς μου φαίνεται, άφησε με αυτό το κενό την εντύπωση, ενόψει ιδιαίτερα του τρόπου με τον οποίο διατύπωσε αυτή τη διαφορά μεταξύ των εν λόγω υποψηφίων, ότι απέδιδε σημασία μεγαλύτερη από όση έπρεπε. Όπως υπέδειξε η Ολομέλεια στη Δημοκρατία ν. Ανδρέου και Άλλων (1993) 3 Α.Α.Δ. 153 με  απόφαση  που εξέδωσε ο Αρτεμίδης Δ. (στη σελ. 162):

“..... ακαδημαϊκά προσόντα που έχει ένας υποψήφιος, επιπλέον αυτών που καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας ως τα απαραίτητα ή ως πλεονέκτημα, λαμβάνονται γενικά υπόψη, αν είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης, άλλως έχουν περιθωριακή σημασία.”

Έτσι όπως διατύπωσε το ζήτημα η Ε.Δ.Υ. δεν είναι σαφές τι ήταν που θεώρησε ότι συνιστούσε την ευρύτερη ακαδημαϊκή κατάρτιση. Αν είχε υπόψη και το μεταπτυχιακό αυτό ήταν σφάλμα: δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί δύο φορές, δηλαδή και ως απαραίτητο προσόν και ως πρόσθετο: βλ. την απόφαση του Κωνσταντινίδη Δ. στη Μ. Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1381 μια από πολλές πρωτόδικες. Αυτό επιβεβαιώθηκε άλλωστε με την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 47. Την οποία όμως ο συνήγορος του ενδιαφερομένου προσώπου επικαλέστηκε για να υποστηρίξει το αντίθετο. Λέχθηκε στην Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) με αναφορά σε απαιτούμενο και πρόσθετο προσόν ότι:

“Δεν έχει σημασία αν το ίδιο στοιχείο προσμέτρησε και για άλλους σκοπούς αφού η πενταετής πείρα απαιτήθηκε πρόσθετα εκείνης που διαλαμβάνει η σημείωση.”

Αυτό δεν σήμαινε ότι επιτρέπεται η διπλή χρήση σε περίπτωση ταυτοσημίας του ενός με το άλλο. Σήμαινε μόνο ότι επιτρέπεται να [*1441]ληφθεί υπόψη ως επιπρόσθετο προσόν εκείνο που υπερβαίνει το απαιτούμενο ώστε το καθένα να έχει την αυτοτέλεια του έστω και αν τα δύο έχουν την ίδια φυσιογνωμία. Επρόκειτο σε εκείνη την περίπτωση για πείρα την οποία το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε όχι μόνο στη χρονική έκταση του προβλεπομένου ως απαιτούμενου προσόντος αλλά και πέραν εκείνης, σε έκταση που χρειαζόταν για να καταστεί πρόσθετο προσόν. Το οποίο και μπορούσε να προσμετρήσει. Έπειτα η Ε.Δ.Υ. εδώ δεν ανέφερε ότι το προσόν για το οποίο μπορούσε να γίνει λόγος ήτοι το πτυχίο B.A. in Mathematics and Business ήταν συναφές προς τα καθήκοντα της θέσης. Δεν μπορώ να υποθέσω ότι ήταν.  Και αν δεν ήταν, τότε περιθωριακή θα ήταν η σημασία του και δεν δικαιολογούσε την εν λόγω αναφορά της Ε.Δ.Υ.

Σε ό,τι αφορά την αρχαιότητα, μου φαίνεται πώς η Ε.Δ.Υ. την προσέγγισε με ανόμοιο τρόπο στις δύο χωριστές συγκρίσεις στις οποίες προέβη. Στη σύγκριση μεταξύ του Μ. Παρέλλη και του ενδιαφερομένου προσώπου η αρχαιότητα κατά τέσσερα χρόνια του πρώτου είχε “περιορισμένη σημασία”. Ενώ στη σύγκριση μεταξύ του Ι. Δημητρίου και του ενδιαφερομένου προσώπου την αρχαιότητα του δεύτερου η οποία ήταν περίπου πέντε χρόνια, όχι ουσιωδώς διαφορετική από την άλλη, τη θεώρησε πολύ σημαντική.  Ανέφερε πρώτα ότι ο Ι. Δημητρίου που υπερέχει σε προσόντα “υστερεί ουσιωδώς σε αρχαιότητα”( και ύστερα αναφέρθηκε σε ό,τι χαρακτήρισε ως τη “σαφή υπεροχή του Σώσειλου σε αρχαιότητα”.

Τέλος, ως προς την αξία, η Ε.Δ.Υ. ανέφερε σε σχέση με τον αιτητή Ι. Δημητρίου, ότι δεν υπήρχε  στην περίπτωση του βάση χρονικής διάρκειας για σύγκριση με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.  Αφήνει να εννοηθεί ότι αν υπήρχε θα αποκτούσε σημασία η σύγκριση. Όμως για τον αιτητή Μ. Παρέλλη για τον οποίο υπήρχε βάση διαρκείας για σύγκριση η Ε.Δ.Υ. σημείωσε μόνο ότι αυτός υπερείχε χωρίς να αναφέρει ο,τιδήποτε περί της σημασίας αυτής της υπεροχής. Παρέμεινε εν τέλει άγνωστο τι ήταν εκείνο το τόσο ισχυρό από πλευράς του ενδιαφερομένου προσώπου που αντιστάθμισε αυτή την υπεροχή του Μ. Παρέλλη αλλά και το πλεονέκτημα του Ι. Δημητρίου.

Δεν παραγνωρίζω το πόσο δύσκολο είναι σε τέτοιες περιπτώσεις το έργο της Ε.Δ.Υ. Παρεισέφρησαν όμως εδώ σημαντικά σφάλματα στην προσέγγιση, με άμεσο αντίκτυπο στη δοθείσα αιτιολογία. Καθίσταται δυστυχώς αναπόφευκτη για ακόμα μια φορά η ακύρωση.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη από[*1442]φαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο