Δρ. Ιωάννη Αγγελή κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 1035/98, 26 Ιανουαρίου 2000 Δρ. Ιωάννη Αγγελή κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 1035/98, 26 Ιανουαρίου 2000

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 1035/98

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

1. Δρ. Σωτήρη Καλογήρου και

2. Δρ. Ιωάννη Αγγελή

Αιτητώ ν

και

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

καθ΄ων η αίτηση

--------------------

 

26 Ιανουαρίου 2000

Οι αιτητές αυτοπροσώπως

Για τους καθ΄ων η αίτηση: Λ. Χριστοδουλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Α. Παναγιώτου.

--------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ημερομηνίας 3.8.98, με την οποία ο Νίκος Αγκαστινιώτης διορίστηκε στη θέση Λέκτορα (Μηχανολογίας) στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή περιέλαβε στον προκαταρκτικό κατάλογο, όπως όφειλε ενόψει του άρθρου 33(7) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90), τέσσερις μόνο από τους υποψηφίους, εκείνους που ξεχώρισε. Δεν περιέλαβε σ΄αυτούς τους αιτητές και σ΄αυτό επικεντρώνονται τα πρώτα, κατα λογική σειρά, επιχειρήματά τους.

Εισηγούνται πως αποκλείστηκαν αφού παραγνωρίστηκαν τα πλεονεκτήματά τους δυνάμει του σχεδίου υπηρεσίας, ιδίως το πλεονέκτημα της πείρας που μόνο εκείνοι κατέχουν, με γνώμονα μόνο τα αποτελέσματα των προφορικών συνεντεύξεων στα οποία υπερμέτρως προσδόθηκε αποφασιστική σημασία. Επίσης ότι εμφιλοχώρησε πλάνη σε σχέση με την πείρα των συστηθέντων αφού ανεπιτρέπτως περιλήφθηκε σ΄αυτή “η ερευνητική τους εργασία” και οι “διδακτορικές μελέτες” τους.

Το σχέδιο υπηρεσίας αναγνωρίζει ως πλεονέκτημα από τη μια μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο και από την άλλη την πείρα, σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία. Οι αιτητές και οι τέσσερις που περιλήφθηκαν στον κατάλογο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή (Σ. Κυριακίδης, Χρ. Φαρμακαλίδης, Α. Χρυσάνθου και Γ. Χωραττάς), είχαν το πλεονέκτημα του μετα- πτυχιακού διπλώματος ή τίτλου. Οι αιτητές όμως είχαν επιπρόσθετα το πλεονέκτημα της πείρας το οποίο, μάλιστα, απέκτησαν μετά από πολυετή υπηρεσία στο ίδιο το ΑΤΙ. Ασκούσαν εκεί ο πρώτος επί δέκα χρόνια και ο δεύτερος επί 19 χρόνια καθήκοντα σχετικά με εκείνα της κενής θέσης.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρθηκε στον καθένα από τους υποψηφίους χωριστά. Στο πρώτο μέρος, κατέγραψε τα προσόντα τους και δεν υπάρχει λάθος ως προς αυτά. Σημειώνονται τα ακαδημαϊκά τους προσόντα και ποιό πλεονέκτημα είχε ο καθένας. Αναφέρεται στη συνέχεια η συνολική τους πείρα, στην περίπτωση των τεσσάρων και του ενδιαφερομένου προσώπου με τον ακόλουθο τρόπο.

“΄Εχει συνολική πείρα....που σε συνδυασμό με τις πρακτικές εμπειρίες που απέκτησε από την ερευνητική του εργασία κατά τη διάρκεια της διδακτορικής μελέτης του και μετέπειτα θεωρούνται εξαιρετικά σχετικές με τα καθήκοντα της θέσης”.

 

Ακολουθεί η εντύπωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής από τις συνεντεύξεις σε σχέση με την οποία ετοιμάστηκε και συμπληρωματική έκθεση που περιλαμβάνει τα ίδια. Οι αιτητές, όπως σημειώνεται, υστέρησαν έναντι των τεσσάρων και του ενδιαφερομένου προσώπου. Ο πρώτος κρίθηκε συνολικά ως πάρα πολύ καλός, ο δεύτερος ως πολύ καλός και οι αναφερθέντες ως εξαίρετοι. Την παράθεση των πιο πάνω σε σχέση με τον κάθε υποψήφιο ακολουθεί η συνολική κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ως εξής:

“Σαν αποτέλεσμα των συνεντεύξεων που είχε η Επιτροπή και της μελέτης των στοιχείων που είχε στη διάθεσή της, υποβάλλει προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας τον πιο κάτω προκαταρκτικό κατάλογο για την πιο πάνω θέση”.

(Ακολουθούν τα ονόματα).

 

Οι καθ΄ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο επικαλέστηκαν τη νομολογία αναφορικά με την αυξημένη βαρύτητα που είναι δυνατό να προσδίδεται στις συνεντεύξεις στην περίπτωση πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού και ψηλά στην ιεραρχία και νομίζω πως πράγματι μπορεί να λεχθεί ότι, στο πλαίσιο των δεδομένων της κάθε περίπτωσης, δεν θα ήταν ανεπίτρεπτο αυτό να κλείνει την πλάστιγγα. ΄Ομως εδώ δεν έχουμε τέτοια στάθμιση των δεδομένων ούτε δήλωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής προς τέτοια κατεύθυνση. Την απλή καταγραφή των δεδομένων ακολούθησε η συνολική κρίση, όπως την παρέθεσα. Η Συμβουλευτική Επιτροπή λέγει ότι για να καταλήξει έλαβε υπόψη όχι μόνο τις συνεντεύξεις αλλά και όλα τα άλλα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της, όπως άλλωστε ήταν το καθήκον της. Εκείνο που δεν διακρίνεται στην έκθεσή της είναι η αξιολογική ταξινόμηση των άλλων στοιχείων και ο συλλογισμός της ΕΔΥ ενόψει του πλεονεκτήματος της πείρας που μόνο οι αιτητές κατείχαν. Η απλή παραπομπή στα στοιχεία δεν μας παρέχει τη δυνατότητα να κατανοήσουμε το σκεπτικό της. Η αναφορά της Συμβουλευτικής Επιτροπής στις “πρακτικές εμπειρίες” των τεσσάρων και του ενδιαφερομένου προσώπου που περιγράφονται ως “εξαιρετικά σχετικές με τα καθήκοντα της θέσης” δημιουργεί επιπρόσθετο ζήτημα. Φαίνεται να είναι ορθή η εισήγηση των καθ΄ων η αίτηση και του ενδιαφερομένου προσώπου πως αυτές οι “πρακτικές εμπειρίες” δεν θεωρήθηκαν, όπως εξέλαβαν οι αιτητές, ως αυτονόμως πείρα. Αλλά πράγματι προκύπτει ερώτημα αναφορικά με τη σημασία που τους προσδόθηκε ιδίως έναντι του πλεονεκτήματος της πείρας που μόνο οι αιτητές είχαν. Καταλήγω ότι στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας με αναφορά στην αιτιολόγηση της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

Οι αιτητές ανάπτυξαν επιχειρήματα σε σχέση με τα προσόντα του ενδιαφερομένου προσώπου. Η Συμβουλευτική Επιτροπή του αναγνώρισε το πλεονέκτημα της πείρας και, στο τέλος της έκθεσής της, σημείωσε πως θα τον περιλάμβανε και εκείνο, ως σχεδόν ισοδύναμο με τους άλλους τέσσερις αν είχε τη δυνατότητα. Η ΕΔΥ άσκησε την εξουσία της δυνάμει της επιφύλαξης στο άρθρο 33(8) του Νόμου και τον περιέλαβε στον τελικό κατάλογο. Αναφέρθηκε στην αξιολόγηση του από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και στο γεγονός ότι είχε και το πλεονέκτημα της πείρας. Είχε υπηρετήσει ως Λέκτορας Μηχανολογίας στο ΑΤΙ επί ένα χρόνο, σε έκτακτη βάση. Οι αιτητές υπέδειξαν πως με βάση το άρθρο 7(3) του Ν.108(1)/95, δυνάμει του οποίου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε προσληφθεί ως έκτακτος “ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, Κανονισμού ή σχεδίου υπηρεσίας, πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης του παρόντος νόμου δεν αποτελεί πλεονέκτημα”.

Οι καθ΄ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν αντέκρουσαν το επιχείρημα στην ουσία του. Εισηγήθηκαν πως με βάση την υπόθεση Γεώργιος Οικονομίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Α.Ε. 1835 ημερομηνίας 20.1.98 η όποια πλάνη είναι επουσιώδης αφού το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε, εν πάση περιπτώσει, άλλο πλεονέκτημα, εκείνο του μεταπτυχιακού. Εδώ βέβαια η ΕΔΥ αναφέρθηκε ειδικά στο πλεονέκτημα της πείρας ως ένα από τα στοιχεία που την ώθησαν στην συμπερίληψη του ενδιαφερομένου προσώπου και η επίκληση από τους αιτητές της υπόθεσης Παπαϊωάννου και άλλοι (αρ. 2) ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 713 δεν ήταν άστοχη. Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθώ περαιτέρω σ΄αυτή την πτυχή ούτε στα άλλα που υποστήριξαν οι αιτητές σε σχέση με την κατοχή από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο του βασικού προσόντος της τριετούς πείρας που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας. Οι αιτητές δεν είχαν αποκλειστεί κατά σύγκριση προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Εναπόκειται όμως στη διοίκηση να δει το ζήτημα κατά την επανεξέταση. Ισχύει το ίδιο και σε σχέση με το παράπονο των αιτητών αναφορικά με τη μή αναφορά της ΕΔΥ σε γραπτό τους αίτημα για συμπερίληψή τους στον τελικό κατάλογο τη στιγμή που εξέτασε ειδικά όμοιο αίτημα άλλου υποψηφίου.

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Οι αιτητές δικαιούνται στα πραγματικά τους έξοδα.

 

Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ

/ΜΣι.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο