Γεώργιος Ιορδάνου ν. Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 828/97, 10.7.00 Γεώργιος Ιορδάνου ν. Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 828/97, 10.7.00

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 828/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Γεώργιος Ιορδάνου,

Αιτητής,

και

Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ης η αίτηση.

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 10.7.00

Για τον αιτητή: κ. Π. Λυσάνδρου.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κα Ε. Κλεόπα

Για το ενδιαφ. μέρος: κ. Α.Σ. Αγγελίδης

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την εγκυρότητα της απόφασης της καθ΄ης η αίτηση για διορισμό/προαγωγή του Δημήτρη Λαζαρίδη (ΕΜ) στη θέση Διευθυντή του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (ΑΤΙ).

Ο αιτητής ήταν υποψήφιος για τη θέση του Διευθυντή του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (ΑΤΙ). Με απόφαση της ημερομηνίας 10.5.91 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η ΕΔΥ) αποφάσισε το διορισμό/προαγωγή του Δημήτρη Λαζαρίδη (ΕΜ) στην επίδικη θέση.

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης της ΕΔΥ ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή η οποία απορρίφθηκε και ακολούθως καταχώρησε την Αναθεωρητική Έφεση 1815.

Οι λόγοι έφεσης αφορούσαν μόνο σ΄ένα από τα θέματα που συζητήθηκαν πρωτοδίκως. Στην κρίση πως το ΕΜ, που κατέχει τον τίτλο "Diploma in Civil Engineering" του Loughborough College of Technology, κατέχει προσόν ισότιμο προς πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο στη Μηχανική ή Επιστήμες που σχετίζονται με ένα τουλάχιστον κλάδο σπουδών του ΑΤΙ.

Το Δικαστήριο αποδέκτηκε την έφεση με απόφαση του ημερομηνίας 30.6.97. Έκρινε ότι η ΕΔΥ έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση με πλάνη περί τα πράγματα. Κρίνω σκόπιμη την παράθεση του πιο κάτω αποσπάσματος από την απόφαση:

"Εδώ, με δοσμένο το γεγονός πως η ΕΔΥ κατέληξε στην κρίση της με την εσφαλμένη αντίληψη πως ο Οδηγός από τον οποίο καθοδηγήθηκε δείχνει το επίπεδο του διπλώματος του ενδιαφερόμενου προσώπου, διαπιστώνεται πλάνη. Και αφού ο Οδηγός ήταν το ένα στοιχείο στο οποίο θεμελιώθηκε επαγωγικά η κρίση πως το δίπλωμα του ενδιαφερόμενου προσώπου ικανοποιούσε το σχέδιο υπηρεσίας, η πλάνη ήταν ουσιώδης."

Μετά την ακυρωτική απόφαση, η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερομηνίας 5.8.97, αποφάσισε να ειδοποιηθεί το ΕΜ ότι επανέρχεται στη θέση που κατείχε προηγουμένως, δηλ. του Προϊστάμενου κλάδου Σπουδών στο ΑΤΙ.

Ακολούθως, μετά και από σχετικές διαβουλεύσεις με τη Γενική Εισαγγελία, η ΕΔΥ αποφάσισε να διερευνήσει εκ νέου το θέμα της κατοχής από το ΕΜ του προσόντος που απαιτείται στην παρ.2(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας, δηλ. "Πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στη Μηχανική ή Επιστήμες που σχετίζονται με ένα τουλάχιστο κλάδο του ΑΤΙ", και προς τούτο, αποφάσισε να αποταθεί σε αρμόδια, κατά την κρίση της, σώματα. Στη συνεδρία της ημερομηνίας 11.9.97, η ΕΔΥ προχώρησε σε επανεξέταση του θέματος πλήρωσης της επίδικης θέσης.

Μελέτησε τα ευρήματα του Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική Έφεση και παρατήρησε ότι το Δικαστήριο δεν κατέληξε στο συμπέρασμα πως το ΕΜ δεν κατείχε το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόν, αλλά απλώς έκρινε ότι έπασχε η βάση της αιτιολόγησης της κρίσης της και των στοιχείων προς τα οποία αυτή συναρτήθηκε.

Στα πλαίσια της επανεξέτασης τέθηκαν ενώπιον της ΕΔΥ τα πιο κάτω στοιχεία που λήφθηκαν ως αποτέλεσμα της έρευνας που η ΕΔΥ διεξήγαγε:

1. Επιστολή από το Βρετανικό Συμβούλιο ημερομηνίας 1.9.97, στην οποία αναφέρεται ότι "an Honours Diploma in Civil Engineering from Loughborough College of Technology awarded in 1964", είναι ισότιμο πανεπιστημιακού διπλώματος. Στην ίδια επιστολή αναφέρεται ότι εκείνη τη χρονική περίοδο το εν λόγω προσόν αναγνωριζόταν από το Institution of Civil Engineers ότι πληρούσε τις ακαδημαϊκές του απαιτήσεις, που ήταν πτυχίο στην Πολιτική Μηχανική.

2. Επιστολή από το Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ημερομηνίας 10.9.97 και η συνημμένη σ΄αυτήν επιστολή του Βρετανικού Σώματος Ακαδημαϊκής Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (U.K. NARIC) σύμφωνα με την οποία το δίπλωμα του ΕΜ αναγνωρίστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο ως ισότιμο προς πανεπιστημιακό τίτλο.

Η ΕΔΥ, αφού μελέτησε το περιεχόμενο των πιο πάνω επιστολών, έκρινε ότι το δίπλωμα του ΕΜ είναι ισότιμο Πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου, ικανοποιεί τη σχετική απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας της επίδικης θέσης και ως εκ τούτου το ΕΜ θεωρείται προσοντούχος υποψήφιος.

Ενόψει των πιο πάνω και αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, η ΕΔΥ αποφάσισε να προαγάγει το ΕΜ στην επίδικη θέση, αναδρομικά από 1.6.91.

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρίστηκε η παρούσα προσφυγή.

 

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η νέα έρευνα στην οποία προέβηκαν οι καθ΄ων η αίτηση μετά την ακυρωτική απόφαση δεν υπήρξε η δέουσα και είναι πλημμελής. Τόνισε ότι οι καθ΄ων η αίτηση εσφαλμένα θεώρησαν το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, το Βρεττανικό Συμβούλιο και το Βρεττανικό Σώμα Ακαδημαϊκής Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών ως αρμόδια όργανα για να αξιολογήσουν το επίδικο δίπλωμα του ΕΜ. Ισχυρίζεται ότι αποκλειστικά αρμόδιο είναι το Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου (ΕΤΕΚ) βάσει του Περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου (Ν.224/90) από το οποίο δεν έχουν ζητήσει σχετική γνωμοδότηση οι καθ΄ων η αίτηση.

Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ δεν διεξήγαγε έρευνα κατά πόσο το ΕΜ κατείχε "πολύ καλή γνώση της Ελληνικής γλώσσας" όπως απαιτούσε το Σχέδιο Υπηρεσίας. Προβάλλει τον ισχυρισμό αυτό διότι το ΕΜ δεν είναι απόφοιτος εξατάξιας δευτεροβάθμιας ελληνόγλωσσης σχολής.

Τέλος, εισηγείται ότι οι καθ΄ων η αίτηση έπρεπε να ερευνήσουν κατά πόσο το ΕΜ είχε εγγραφεί ως Πολιτικός Μηχανικός δυνάμει του άρθρου 7(2)(β) ή 7(2)(γ) του Νόμου Προνοούντος Περί της Εγγραφής Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών και περί Ετέρων Συναφών Ζητημάτων (Ν. 41/62).

Ο αιτητής με αίτηση του ημερομηνίας 23.4.99 ζήτησε από το Δικαστήριο να παρουσιάσει τα πιο κάτω έγγραφα:

1. Επιστολή του ΕΤΕΚ προς το δικηγόρο του αιτητή ημερομηνίας 26.6.98 στην οποία αναφέρεται ότι το προσόν του ΕΜ δεν θεωρείται ως ισότιμο πανεπιστημιακού διπλώματος.

2. Πρακτικά συνεδρίας του Συμβουλίου Εγγραφής Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών Κύπρου ημερομηνίας 30.10.70 μέσα από τα οποία φαίνεται ο τρόπος εγγραφής του ΕΜ ως Πολιτικού Μηχανικού δυνάμει του άρθρου 7(2)(γ) του Ν. 41/62.

Το πιο πάνω άρθρο καθορίζει:

"7(2) Παν πρόσωπον δικαιούται να εγγραφή ως Πολιτικός Μηχανικός εάν το Συμβούλιον πεισθή ότι είναι καλού χαρακτήρος και ότι

(α) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

(β) κατέχει δίπλωμα αρχιτεκτονικής τοιούτου ετέρου Πανεπιστημίου, ή ετέρου Ιδρύματος του αυτού επιπέδου, ως τα ανωτέρω εν παραγράφω (1) αναγραφόμενα τοιαύτα, ως το Υπουργικόν Συμβούλιον δια γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, μετά προηγουμένην συμβουλευτικήν γνωμοδότησιν του Συμβουλίου, μέχρι δε της συστάσεως του Συμβουλίου, άνευ της τοιαύτης γνωμοδοτήσεως, ήθελεν εγκρίνει. ή

(γ) είναι αντεπιστέλλον μέλος (Associate Member) ή μέλος (Member) του Ινστιτούτου Πολιτικών Μηχανικών Λονδίνου."

3. Εγκύκλιος της ΕΔΥ ημερομηνίας 10.9.98 που περιέχει αποδεκτά τεκμήρια για γνώση της Ελληνικής γλώσσας.

Τα έγγραφα κατατέθηκαν με την επιφύλαξη ότι το Δικαστήριο θα επεφύλαττε για αργότερα την κρίση του αν ήταν αποδεκτά.

Έχει νομολογηθεί ότι η πρώτη προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας στην αναθεωρητική διαδικασία είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα (Νικολαϊδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 374/92 ημερ. 19.3.93). Καθώς και ότι στοιχεία τα οποία δεν τέθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη από τους καθ΄ων η αίτηση δεν μπορούν να γίνουν παραδεκτά ως μαρτυρία.

Στην κρινόμενη περίπτωση η προτεινόμενη μαρτυρία είναι σχετική προς τα επίδικα θέματα. Τα στοιχεία όμως των οποίων επιδιώκεται η προσαγωγή δεν τέθηκαν ενώπιον της ΕΔΥ κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης.

Διεπίστωσα ότι το ΕΤΕΚ ενήργησε χωρίς αρμοδιότητα δυνάμει του Ν. 224/90. Το ΕΜ δεν υπέβαλε αίτηση για εγγραφή, είναι ήδη εγγεγραμμένος στο μητρώο μελών του ΕΤΕΚ βάσει του άρθρου 2 του Ν.34(1)/97 το οποίο καθορίζει ότι όλοι οι εγγεγραμμένοι πολιτικοί μηχανικοί γίνονται μέλη του ΕΤΕΚ, ούτε ζητήθηκε από αυτό γνωμοδότηση. Είναι επίσης η επιστολή του μεταγενέστερη του χρόνου λήψης της απόφασης, το ίδιο και η εγκύκλιος της ΕΔΥ. Ακολουθεί πως τα πιο πάνω έγγραφα δεν θα ληφθούν υπόψη.

Εξέτασα τον ισχυρισμό του αιτητή για έλλειψη δέουσας έρευνας της ΕΔΥ. Επικεντρώνει τον ισχυρισμό του στο γεγονός ότι αποκλειστικά αρμόδιο ήταν το ΕΤΕΚ από το οποίο έπρεπε η ΕΔΥ να ζητήσει γνωμοδότηση.

Οι καθ΄ων η αίτηση αντέταξαν ότι ο Νόμος που προνοεί για την ίδρυση και λειτουργία Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (Ν. 224/90) τέθηκε σε ισχύ από 10.6.91 ενώ η ακυρωθείσα απόφαση λήφθηκε στις 10.5.91.

Κρίνω ότι κατά την επανεξέταση, η ΕΔΥ δεν εμποδιζόταν, αντίθετα είχε υποχρέωση, στο πλαίσιο διεξαγωγής δέουσας έρευνας να ζητήσει γνωμοδότηση από το ΕΤΕΚ για το επίδικο προσόν.

Παραπέμπω στο άρθρο 5 παρ. (η) του Ν. 224/90 το οποίο καθορίζει ότι μεταξύ των αρμοδιοτήτων του ΕΤΕΚ είναι να "γνωμοδοτεί έπειτα από πρόσκληση των αρμόδιων αρχών για οποιοδήποτε θέμα της αρμοδιότητας του".

Περαιτέρω, το Δικαστήριο στην Α.Ε. 1815 έκανε αβέβαιη διαπίστωση ότι "παραμένει ανοικτή η δυνατότητα του άρθρου 7(2)(γ) αφού ήδη το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν μέλος του I.C.E." (Ιnstitution of Civil Engineers). Κάνει αναφορά στον Περί Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών Νόμο του 1962 (Ν. 41/62) στον οποίο γίνεται αναφορά πιο πάνω.

Αποδέχομαι τον ισχυρισμό του αιτητή ότι η πιο πάνω διαπίστωση και καθοδήγηση του Δικαστηρίου δεσμεύει την ΕΔΥ. Είχε υποχρέωση να ερευνήσει κατά πόσο η εγγραφή του ΕΜ ως πολιτικού μηχανικού, έγινε βάσει του άρθρου 7(2)(β) ή 7(2)(γ) του Ν. 41/62, γεγονός το οποίο θα έδινε φως στο επίδικο θέμα.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό του αιτητή για έλλειψη έρευνας από την ΕΔΥ ως προς την κατοχή από το ΕΜ του προσόντος της "πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής γλώσσας" παρατηρώ ότι πράγματι η ΕΔΥ τίποτε δεν αναφέρει στην απόφαση της αναφορικά με αυτό το προσόν το οποίο απαιτείται στα Σχέδια Υπηρεσίας. Δεν γίνεται καμιά απολύτως μνεία για οποιαδήποτε έρευνα που έγινε για να διαπιστωθεί η κατοχή του προσόντος αυτού.

Έχει κατ΄επανάληψη νομολογηθεί ότι η ερμηνεία ενός σχεδίου υπηρεσίας εμπίπτει στη διακριτική εξουσία του αρμόδιου οργάνου το οποίο έχει καθήκον να προβαίνει στην αναγκαία έρευνα για την εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων.

Το κριτήριο κατά πόσο έχει διεξαχθεί πλήρης έρευνα προϋποθέτει τη συλλογή και διερεύνηση όλων εκείνων των στοιχείων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν το υπόβαθρο για ασφαλή συμπεράσματα.

Εν όψει των πιο πάνω έχω καταλήξει στο συμπέρασα ότι η απόφαση της ΕΔΥ πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

Π. Αρτέμης,

Δ.

/Χ.Π.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο